Αναγνώστες

Τετάρτη 31 Μαρτίου 2010

ΜΕΡΙΚΕΣ ΑΝΑΡΤΗΣΕΙΣ ΑΠΟ ΤΗΝ ΕΤΙΚΕΤΑ αντισημιτισμος

“Η Μνήμη σας ας είναι η Αγάπη”/”May Your Memory Be Love”

“Η Μνήμη σας ας είναι η Αγάπη”/”May Your Memory Be Love”

Τρίτη, 16 Μαρτίου 2010

Ενα παλιοτερ σχόλιο μου περι ''σιωνισμου,'' ''εθνικισμου αντισημιτισμου κλπ με σε μια συζητηση για τον εμπρησμο της συναγωγής στα Χανια

Ο Σιωνισμός πραγματι ειναι η μορφη που πηρε ο νεωτερικος Εβραικός (της διασπορας) εθνικισμός -μετα τα μεσα του 19ου αιωνα…
Οπως γνωριζεις βεβαια ο εθνικισμός μπορει να παρει πολλές μορφές και αποχρωσεις . Και παιρνει
Ετσι ο Γαλλικός εθνικισμός πηρε αρχικά την Μορφή και το δημοκρατικο περιεχομενο της Γαλλικής Επαναστασης
αργοτερα με τον Μωρρας και τον Μπαρρες και εναντιον του Γαλλο -Εβραιου Ντρευφους που υπερσπιζοταν ο Δημοκρατης Ζολά και αλλοι
αναπτυχθηκε ενας ξεονοφοβικός Ρατσιστικός Γαλλικός εθνικισμός προ -φασιστικου τυπου(του οποιου νομιμοι κληρονομοι του σημερα ειναι οι Πονηροι νεοΔεξιοι του Αλαιν Ντε Μπιενουά και των νεοπαγανιστών του που ψαρευουν σε θολά νερά παριστανοντας τους μη ρατσιστες και υιοθετωντας συνθηματα της Νεας αριστεράς )
Αναλογα και με τον Ελληνικό εθνικισμό
Ιστορικά πηρε Δημοκρατική μορφή (ελληννική επανασταση που την χαιρετισε και ο πιο μεγαλος ιστορικός της εποχης μας ο Χομσμπαουμ ως  την δευτερη δημοκρατική επανασταση του 19ου αιωνα στην ευρωπη
( ασχετως αν καποιοι(μαλλον ..ασχετοι) κατεταξαν ακομα και τον Χομπσμπαουμ στους (αλλη μα ή μαλλον νεολογισμός κι αυτος)/…”εθνο-αποδομιστές”
απο την αλλη ως εθνικιστες παρουσιαζονταν και οι προδοτες επι κατοχής ταγματασφαλήτες .. αλλά και οι θαυμαστές τους και οι οπαδοι του Πλευρη ..
Το ιδιο μπορει να δει κανεις και στον Σιωνισμό…
Σοσιαλισμό των Κιμπουτζ, Δημοκρατικό ενθουσιασμό, αφομοιωση θρησκευτικου φονταμενταλισμου , Αριστερά αλλά και Δεξια εκφανση
εξαλλου τις ιδιες περιπετειες και ποικιλες εκφανσεις μπορουμε να δουμε και στον Αραβαικό εθνικισμό , τον εθνικισμό των Παλαιστινιων κλπ
Δυστυχώς η ευτυχώς τα πραγματα δεν ειναι μονοσημαντα σε καμμιά ιδεολογια
- Ομως το να αποδιδουμε Ναζιστικου τυπου εμπρησμους σε υποτιθεμενη …”αντιδραση ‘΄” στον Σιωνισμό” ε μου φαινεται και μένα καπως ..φαουλ …
Ειναι πως να το πώ ..Σαν να αποδιδουμε την διαχυτη ξενοφοβια και τις τυχόν μελλοντικές ρατσιστικές εκρηξεις
ή το εγκλημα κατά της Κουνεβα
..σε αντιδραση εναντιον των μεταμοντερνων ”’ ”εθνοαποδομιστων ” οπως ονομαζουν καποιοι οτι αδυνατουν να κατανοησουν
ΑΝΤΙΘΕΤΑ
εγώ νομιζω οτι
ο συγκεκριμμένος διπλος εμπρησμός ειναι αποτεεσμα μιας διαχυσης του Ναζιστικου ή ημιναζιστικου τυπου Αντισημιτισμου που βρισκει ως προφαση -ψαρευοντας στα θολά νερά την υποθεση των Παλαιστινιωνγια να δωσει ευκαιρια σε ολα τα Φασιστοειδή αποβρασματα να βγαλουν τα κομπλεξικά εγκληματικά τους απωθημένα εναντιον των Εβραιων- ελληνων η μη ελληνων -
Και μη γελιεστε ..Αυτοι που ειναι τετοιου τυπου αντισημιτες δεν κανουν διακρισεις ..Στρεφονται ταυτοχρονα εναντιον σ ε καθε τι που παραμένει ορθιο και ζωντανό σε αυτο τον τοπο
εναντια στους ξενους , στους τσιγγάνους , στους διαννοουμενους – οταν δεν ειναι Γλοιωδεις -στις γυναικες, τις μειονοτητες , τους χριστιανους -οταν δεν πανε με τα νερά τους -στους αριστερους , στους Δημοκρατες ..
ακριβώς οπως οι Ναζί .. κι εκεινοι δεν καναν διακρισεις ..

Τρίτη, 09 Μαρτίου 2010

Μερικές πολύ ενδιαφερουσες αναρτησεις για θεματα Εβραικης ιστοριας .λαογραφιας ,αντισημιτισμου κ.α απο το ιστολογιο του ABRAVANEL

Σιμχά Τορά και Eβραϊκά παρατσούκλια / Simcha Torah and Jewish nicknames
Φωτογραφίες από το Ολοκαύτωμα στα Ιωάννινα/Photos from the Holocaust-Shoah in Ioannina

Μια σεφαραδίτικη λιχουδιά: Αυγά Χαμινάδος/ A sephardic delight: Guevos haminados

“Ο Θεός σας είναι κλέφτης” – μια εβραϊκή ιστορία / “Your God is a thief” – a Jewish stor
Las Incantadas (by sobraluz)
Φωτογραφίες από το Ολοκαύτωμα στη Θεσσαλονίκη / Photos from the Shoah in Salonica

Σάββατο, 27 Φεβρουαρίου 2010

«Θυμάμαι άρα υπάρχω!»

«Θυμάμαι άρα υπάρχω!»
του Κώστα Γακίδη*
«Ποτέ ξανά Άουσβιτς!», «δεν ξεχνάμε!» επαναλάβαμε με ένα στόμα μια φωνή όσοι επώνυμοι και ανώνυμοι τιμήσαμε χτες τη μνήμη των Εβραίων συμπολιτών μας - θυμάτων του Ολοκαυτώματος στον τόπο όπου άρχισε πριν 68 χρόνια το ανείπωτο μαρτύριό τους, στην πλατεία Ελευθερίας.
Πώς όμως αυτό το βαρύ καθήκον της μνήμης μπορούν να το προσλάβουν ως ιστορικό γεγονός οι νέες γενιές που τις μεγαλώνουν είτε με την ιστορική αμνησία είτε με την επιλεκτική μνήμη και την εθνικιστική υπερμνησία; Και μάλιστα σε μια χώρα όπου οι Εβραίοι ανήκουν στις «λευκές σελίδες» της επίσημης Ιστορίας, ενώ εξοντώθηκε το 85% από αυτούς στα χιτλερικά στρατόπεδα θανάτου.
Καθώς μάλιστα πολλαπλασιάζονται οι επιθέσεις μιας αναδυόμενης, ρατσιστικής, αντισημιτικής και ξενόφοβης ακροδεξιάς, όπως ο διπλός εμπρησμός της συναγωγής στα Χανιά - απαιτείται, τουλάχιστον, εγρήγορση.
Όπως γράφει ο Τέοντορ Αντόρνο στο δοκίμιό του Η Εκπαίδευση μετά το Άουσβιτς, «κάθε συζήτηση γύρω από τα ιδεώδη της Εκπαίδευσης είναι τετριμμένη και ασυνεπής συγκρινόμενη με αυτό το μοναδικό ιδεώδες: ποτέ ξανά Άουσβιτς. Ήταν η βαρβαρότητα που όλη η Εκπαίδευση αντιμάχεται. Κάποιος μιλά για την απειλή μιας υποτροπής στη βαρβαρότητα. Αλλά δεν είναι μια απειλή – το Άουσβιτς ήταν αυτή η υποτροπή. Και η βαρβαρότητα συνεχίζει όσο οι βασικές συνθήκες που ευνόησαν αυτή την υποτροπή εξακολουθούν, σε μεγάλο βαθμό, να μην έχουν αλλάξει. Αυτός είναι ο καθολικός τρόμος. Η κοινωνική πίεση εξακολουθεί να υφίσταται, αν και ο κίνδυνος παραμένει αόρατος στις μέρες μας. Ωθεί τους ανθρώπους στο ανείπωτο, το οποίο αποκορυφώθηκε σε παγκόσμια – ιστορική κλίμακα στο Άουσβιτς».
Το ερώτημα, επομένως, πώς προσεγγίζουμε-προσλαμβάνουμε το Ολοκαύτωμα, χωρίς να καταντά μαρτυρολόγιο, αν και δεν είναι καινούργιο, είναι ωστόσο κρίσιμο και απαιτεί πρωτότυπες απαντήσεις, καθώς «η κοινωνική πίεση ωθεί τους ανθρώπους στο ανείπωτο» και μαζικά εγκλήματα εξακολουθούν να διαπράττονται. Δεν είναι τυχαίο που η διεθνής πρακτική για την προσέγγιση του Ολοκαυτώματος σχοινοβατεί ανάμεσα στη «βιωματική προσέγγιση», τη «μοναδικότητα» και σε μια επικίνδυνη «σχετικοποίηση» της γενοκτονίας που, τελικά, καταλήγει στον αναθεωρητισμό, σε συμψηφισμούς μαζικών εγκλημάτων, στο ξέπλυμά τους.
«Πρέπει κανείς να γνωρίζει τους μηχανισμούς που καθιστούν τους ανθρώπους ικανούς για τέτοιες πράξεις και να μοχθήσει ξυπνώντας την κοινή συνείδηση γύρω από αυτούς τους μηχανισμούς, ώστε να αποτρέψει τους ανθρώπους από το να γίνουν ξανά έτσι». όπως σωστά τονίζει ο Αντόρνο,
ΑΓΓΕΛΙΟΦΟΡΟΣ, «Επωνύμως», 25-1-2010



Τρίτη, 16 Φεβρουαρίου 2010

Προβολή ταινίας – εκδήλωση: Το δέντρο της ζωής

Προβολή ταινίας – εκδήλωση: Το δέντρο της ζωής .Με αφορμή τους δύο εμπρησμούς στο μεσαιωνικό κτήριο της Εβραϊκής Συναγωγής των Χανίων, το Κοινωνικό Εργαστήρι στο Φόρουμ Θεσσαλονίκης και η Ελληνική Ένωση για τα Δικαιώματα του Ανθρώπου (ΕΕΔΑ) σας προσκαλούν την Κυριακή 21 Φεβρουαρίου 2010, ώρα 11.30π.μ. στον κινηματογράφο Βακούρα 2 στην προβολή της ταινίας της Κοινωνικής Ανθρωπολόγου Βασιλικής Γιακουμάκη για τη συναγωγή των Χανίων

Ετς Xaγιίμ, Το δέντρο της ζωής (2005).

Στην εκδήλωση θα παρευρεθεί η δημιουργός της ταινίας και θα μιλήσουν οι: Τζέκυ Μπενμαγιόρ (ερευνητής, Ομάδα για τη Μελέτη της Ιστορίας των Εβραίων της Ελλάδας στη Θεσσαλονίκη) Γιώργος Αγγελόπουλος, Κοινωνικός Ανθρωπολόγος (Πανεπιστήμιο Μακεδονίας, ΕΕΔΑ) τη συζήτηση συντονίζει η Ελένη Χοντολίδου (Κοινωνικό Εργαστήρι στο Φόρουμ Θεσσαλονίκης)

Σάββατο, 06 Φεβρουαρίου 2010

Η Ευρώπη ακρωτηριάστηκε με το Ολοκαύτωμα ....Ντάνιελ Μέντελσον (ΑΠΟ ΤΗΝ E )''

http://www.enet.gr/?i=arthra-sthles.el.home&id=129082

 αποσπασματα


 Θα μπορούσε κανείς να αναρωτηθεί αν μένει να ειπωθεί κάτι νέο για το Ολοκαύτωμα. «Οσο υπάρχουν άνθρωποι τις ιστορίες των οποίων δεν έχουμε αφηγηθεί, ναι, μένει κάτι ανείπωτο», λέει ο Μέντελσον, καθηγητής στο τμήμα των Κλασικών Σπουδών στο Πανεπιστήμιο Μπαρντ και μεταφραστής των απάντων του Καβάφη - δεν πάει ούτε χρόνος που κυκλοφόρησαν στις ΗΠΑ, εν μέσω εγκωμιαστικών κριτικών, οι συλλογές «C.Ρ. Cavafy: Collected Poems» και «C. Ρ. Cavafy: The Unfinished Poems».




Οταν ήσαστε παιδί, προκαλούσατε δάκρυα συγκίνησης στους πιο ηλικιωμένους από τους συγγενείς σας. Πώς επιδρούσαν πάνω σας εκείνες οι αντιδράσεις;



«Χάρη σε εκείνη τη συγκίνηση συνδέθηκα με την ιστορία του Σμιλ, πριν ακόμη αρχίσω να την καταλαβαίνω. Με στοίχειωνε αυτή η ιστορία γιατί, με μια έννοια, εγώ ο ίδιος αποτελούσα ένα είδος κατάλοιπου του παρελθόντος. Χάρη σε ένα ατύχημα της γενετικής, χάρη σε αυτή την εντυπωσιακή φυσική ομοιότητα, ήμουν ζωντανή απόδειξη ότι ο Σμιλ είχε ζήσει. Ηθελα να ανακαλύψω ποιος ήταν εκείνος ο άνθρωπος και γιατί η θύμησή του προκαλούσε τόση ένταση. Αλλά δεν ήταν μόνο η περιέργεια που με ώθησε να αναζητήσω τα ίχνη του - ξέρετε, η φυσική ομοιότητα έκανε την Ιστορία προσωπική υπόθεση».



Πώς αισθανθήκατε όταν βρεθήκατε για πρώτη φορά στο Μπόλεχοφ; Αλλωστε μεγαλώσατε ακούγοντας ιστορίες γι' αυτή την πόλη.



«Ακριβώς γι' αυτό, ήταν για μένα ένας τόπος μυθικός. Επειδή ο παππούς μου είχε έρθει στην Αμερική πριν από το ξέσπασμα του Α' Παγκοσμίου Πολέμου, οι αναμνήσεις του από εκεί ήταν όλες πολύ ευτυχισμένες, παιδικές αναμνήσεις. Ετσι, εμείς μεγαλώνοντας ακούγαμε ότι το Μπόλεχοφ ήταν μια όμορφη μικρή πόλη, όπου όλοι ζούσαν αρμονικά. Οταν τελικά βρεθήκαμε με τα αδέλφια μου εκεί το 2001, σε μια πόλη-φάντασμα, συγκλονίστηκα. Αντίκρισα έναν θλιβερό τόπο. Ωστόσο ήταν και μια εμπειρία διαφωτιστική».



Με ποιον τρόπο;



«Αυτή είναι η Ιστορία. Τα πράγματα αλλάζουν. Και με μια έννοια, το βιβλίο διαρκώς αναπροσαρμόζει την ιδέα που έχει κανείς για τη σχέση της Ιστορίας με την πραγματικότητα. Κοιτάξτε, είναι το ίδιο που συμβαίνει σε ορισμένους Αμερικανούς τουρίστες στην Αθήνα -έχουν μια συγκεκριμένη ιδέα της πόλης, στην οποία συνήθως διαπιστώνουν ότι η πραγματικότητα δεν ανταποκρίνεται. Ετσι είναι- οφείλει κανείς κοιτάζοντας την πραγματικότητα να μπορεί να διακρίνει όλα εκείνα που έχουν μεσολαβήσει από την εποχή την οποία αναζητά ως τουρίστας».



Εχει κανείς την εντύπωση ότι η διαφορά ανάμεσα στο προπολεμικό Μπόλεχοφ και τη σημερινή εικόνα της πόλης, όπως προκύπτει μέσα από το βιβλίο, είναι και μια αναφορά στον αφανισμό ενός ολόκληρου πολιτισμού -του εβραϊκού πολιτισμού της Ανατολικής Ευρώπης.



«Ετσι είναι. Και φανταζόμουν το βιβλίο ως ένα είδος μνημείου σε αυτό τον χαμένο πολιτισμό. Η ολοκληρωτική εξαφάνιση ενός πολιτισμού μέσα σε μια εξαετία είναι γεγονός μοναδικό στην ιστορία της ανθρωπότητας. Σε κάποιο σημείο περιγράφω στο βιβλίο πως βρίσκομαι στο Λβιβ και, κοιτάζοντας από το παράθυρο, βλέπω μόνο Ουκρανούς. Κάτι που για εμένα ήταν πάρα πολύ περίεργο αφού είχα μεγαλώσει ακούγοντας ιστορίες για το πόσο κοσμοπολίτικο ήταν το Λβιβ - ή Λβοβ, όπως ονομάζεται σήμερα. Το ίδιο μπορεί κανείς να πει για τη Θεσσαλονίκη. Δεν μπορεί κανείς να αποφύγει τις σκέψεις γύρω από το πώς θα ήταν σήμερα η Ευρώπη αν δεν είχε συμβεί το Ολοκαύτωμα. Είναι το ίδιο με έναν ακρωτηριασμό, όπου το κορμί διατηρεί ακόμη την αίσθηση του χαμένου μέλους. Νομίζω ότι αυτή η παρομοίωση περιγράφει σε μεγάλο βαθμό την Ευρώπη -και αυτό είναι κάτι που στο βιβλίο με απασχολεί έντονα. Δεν είναι καν οι δικοί μου έξι άνθρωποι, δεν είναι καν οι έξι εκατομμύρια άνθρωποι που δολοφονήθηκαν- είναι ένας ολόκληρος πολιτισμός που χάθηκε».



Με την ευκαιρία, πόσες γλώσσες μιλούσε ο παππούς σας;



«Για να δούμε... Γερμανικά, Ρωσικά, Πολωνέζικα, Ουκρανικά, Αγγλικά, Γίντις και Ουγγρικά. Και δεν είχε καμιά ιδιαίτερη μόρφωση, η εκπαίδευσή του διακόπηκε όταν ξεκίνησε ο Πρώτος Παγκόσμιος Πόλεμος. Ομως εκείνη την εποχή, οι άνθρωποι που ζούσαν σε εκείνα τα μέρη της Ευρώπης μιλούσαν πολλές γλώσσες. Δεν θεωρούνταν κανένα σπουδαίο επίτευγμα. Ηταν αναμενόμενο και συνηθισμένο γι' αυτούς να είναι πολύγλωσσοι».



Γράφετε ότι διστάζατε να πάτε στο Αουσβιτς, καθώς για εσάς εκπροσωπούσε το αντίθετο εκείνου που σας ενδιέφερε. Με ποια έννοια;



«Το Αουσβιτς έχει γίνει το σύμβολο της τρομακτικής κλίμακας του εγκλήματος. Πηγαίνοντας κανείς εκεί έρχεται διαρκώς σε επαφή με μεγάλους αριθμούς αντικειμένων: Υπάρχουν τα δωμάτια που είναι γεμάτα με τις αποσκευές, τα γυαλιά, τα παπούτσια των ανθρώπων -τεράστια βουνά από παπούτσια. Κατανοεί κανείς το μέγεθος της τραγωδίας. Ωστόσο, η ιδέα πίσω από αυτό το βιβλίο ήταν να εξετάσω τις πολύ συγκριμένες έξι ζωές που χάθηκαν, αποφεύγοντας να γράψω ένα κλασικό ιστορικό βιβλίο. Οι αριθμοί έχουν προφανώς νόημα καθώς αποκαλύπτουν το τεράστιο μέγεθος της τραγωδίας, αλλά δεν μπορούν να αποδώσουν κάτι άλλο- ότι καθένας από εκείνους τους έξι εκατομμύρια δολοφονημένους ήταν ένα ξεχωριστό πρόσωπο. Και στην περίπτωση της συντριπτικής πλειονότητας εκείνων των ανθρώπων, οι ξεχωριστές, ατομικές ιστορίες τους δεν θα γραφτούν ποτέ. Κανείς ποτέ δεν θα τις αφηγηθεί».


Γράφετε ότι οφείλουμε να είμαστε προσεκτικοί όταν προσπαθούμε να φανταστούμε πώς αισθάνονταν τα θύματα του Ολοκαυτώματος - με ποια έννοια;


«Σήμερα υπάρχει μια τάση να δίνεται έμφαση στο κατά πόσο μπορεί κανείς ή όχι να ταυτιστεί με τις εμπειρίες των άλλων. Υπάρχει ένα θεματικό πάρκο της σύγχρονης κουλτούρας, το οποίο εκτείνεται στην τηλεόραση όπου υπάρχουν όλα αυτά τα σόου με τους ανθρώπους που μιλούν για τα πιο ιδιωτικά τους προβλήματα και όλοι στο ακροατήριο κλαίνε και χειροκροτούν. Η εσωτερική ζωή έχει εξελιχθεί σε ένα είδος ψυχαγωγίας. Ενα μεγάλο μέρος της σύγχρονης κουλτούρας έχει αυτά τα χαρακτηριστικά. Το βλέπω ακόμη και στους φοιτητές μου - πολύ συχνά, η αντίδρασή τους σε σημαντικά έργα όπως για παράδειγμα η "Μαντάμ Μποβαρί", είναι ότι το βιβλίο δεν τους άρεσε ιδιαίτερα γιατί δεν μπορούσαν, λένε, να ταυτιστούν με την ηρωίδα. Μένω άναυδος με αυτή την ιδέα ότι οι μόνες εμπειρίες που έχουν νόημα είναι στην ουσία ναρκισσιστικές, ότι το μόνο που αναζητούμε είναι αυτό που μας μοιάζει...



Σε αυτό το πλαίσιο λέω ότι οφείλουμε να είμαστε πολύ προσεκτικοί, γιατί εκείνοι οι άνθρωποι υπέφεραν με τρόπους που οι περισσότεροι δεν μπορούμε να συλλάβουμε



-εξαιρώ, βέβαια, τα θύματα γενοκτονίας και πολιτικών διώξεων. Καθώς έγραφα, με απασχολούσε το ζήτημα της αναπαράστασης- δεν ήθελα να δω το Μπόλεχοφ σαν μουσείο, να πείσω τον εαυτό μου ότι τώρα που έχω δει τα κτίρια, τώρα που ξέρω τι τους συνέβη, ξέρω και πώς αισθάνονταν εκείνοι οι έξι άνθρωποι. Θα ευτέλιζα τις εμπειρίες τους. Οφείλουμε να σεβόμαστε τη μοναδικότητα όσων έζησαν εκείνοι οι άνθρωποι. Επειτα, θέλω ο αναγνώστης να έχει επίγνωση ότι όσο εξαντλητική κι αν ήταν η έρευνα, ποτέ δεν πρέπει να θεωρήσει ότι αυτή είναι ολόκληρη η ιστορία. Προσπαθώ διαρκώς να υπενθυμίζω το μη γνώσιμο του παρελθόντος».

 



Πέμπτη, 28 Ιανουαρίου 2010

Βασιλική Γεωργιάδου:Iδεολογικές μεταμορφώσεις του αντισημιτισμού στη μεταπολεμική Eυρώπη

Δημοσιεύουμε(με την άδεια της συγγραφέως) το κειμενο:Iδεολογικές μεταμορφώσεις του αντισημιτισμού στη μεταπολεμική Eυρώπη
απο το βιβλιο:
Άουσβιτς, το γεγονός και η μνήμη του
Ιστορικές, κοινωνικές, ψυχαναλυτικές και πολιτικές όψεις της γενοκτονίας

Συλλογικό έργο, Ασέρ Αριέλλα, Varon - Vassard Odette, Βουλέλης Νικόλας, Γεωργιάδου Βασιλική, Δώδος Δημοσθένης Χ., Λίποβατς Θάνος, Μόλχο Ρένα, Παπαδημητρίου Δέσποινα Ι., Χαρτοκόλλης Πέτρος

Επιμέλεια :Βασιλική Γεωργιάδου, Ρήγος Άλκης Εκδότης: Καστανιώτη
Έτος έκδοσης: 2007
------------------------
Τον Μάιο του 2005 ο Τομέας Πολιτικής Κοινωνιολογίας και Συγκριτικής Πολιτικής Ανάλυσης, του Τμήματος Πολιτικής Επιστήμης και Ιστορίας, του Πάντειου Πανεπιστημίου διοργάνωσε επιστημονική ημερίδα με θέμα "60 χρόνια από την απελευθέρωση του Άουσβιτς, το γεγονός και η μνήμη του".

Το 2007 κυκλοφόρησε η έκδοση του συλλογικού τόμου που περιλαμβάνει τις εισηγήσεις όσων συμμετείχαν στην ημερίδα. Το βιβλίο, με τίτλο "Άουσβιτς, το γεγονός και η μνήμη του: Ιστορικές, κοινωνικές, ψυχαναλυτικές και πολιτικές όψεις της γενοκτονίας" (εκδόσεις Καστανιώτη) αποτελεί ένα εξαιρετικά ενδιαφέρον έργο για τη γενοκτονία των Εβραίων της Ευρώπης από το Γ΄ Ράιχ.

Μέσα από διαφορετικά πρίσματα οι δέκα μελετητές πραγματεύονται το μείζον αυτό ιστορικό γεγονός και τις επιπτώσεις του. Ο ναζισμός και οι ερμηνείες του (Δ. Παπαδημητρίου), ο ρατσισμός και η γενοκτονία (Π. Χαρτοκόλλης), οι τραυματικές εμπειρίες των θυμάτων (Α. Ασέρ), ο αντισημιτισμός (Β. Γεωργιάδου, Θ. Λίποβατς), η συγκρότηση της μνήμης της εβραϊκής γενοκτονίας (Ο. Βαρών-Βασάρ, Α. Ρήγος), η ελληνική εμπειρία: η εβραϊκή κοινότητα της Θεσσαλονίκης, η ιστορία και η τύχη της (Δ. Δώδος, Ρ. Μόλχο), τα ελληνικά Μέσα Επικοινωνίας και η γενοκτονία (Ν. Βουλέλης) είναι τα θέματα που θίγονται με γνώση και ευαισθησία από τους συμμετέχοντες στην ημερίδα. Συνολικά, το βιβλίο αναδεικνύει το γεγονός στις πολλαπλές διαστάσεις του, συνδέει την ελληνική με την ευρωπαϊκή βιβλιογραφία και θίγει καίρια θέματα που αφορούν όχι μόνον στην ιστορία του Ολοκαυτώματος αλλά και την αντιμετώπισή του μεταπολεμικά από τα θύματα, τους θύτες και την ευρύτερη κοινωνία από τότε μέχρι σήμερα.

για το βιβλιο

 βλ   και  βιβλιοπαρουσιαση  της Ρένας Δούρου στην Κυριακάτικη Αυγή 30/06/2008

δημοσιευμενο  και στο Μπλογκ:
-----------------------------------------------------------------------------------------------------------------



Βασιλική Γεωργιάδου


Iδεολογικές μεταμορφώσεις του αντισημιτισμού στη μεταπολεμική Eυρώπη[1]

O Όμηρος Πέλλας (λογοτεχνικό ψευδώνυμο του Οδυσσέα Γιαννόπουλου), στο έργο του Στάλαγκ VI C-Hμερολόγιο μιας ομηρίας, εξιστορώντας τον εγκλεισμό του σε στρατόπεδο συγκέντρωσης στη ναζιστική Γερμανία, γράφει σε κάποιο σημείο:

Ξέρω, μπορεί να γελάσουν μ’εμένα, έναν άνθρωπο που μέσα σ’αυτή τη φρίκη κάθεται και γράφει λέξεις, … όμως εγώ έχω τη συναίσθηση πως εκτελώ ένα χρέος: Συμπληρώνω τη μνήμη του κόσμου. Kι εγώ –πες το κουσούρι μου– αγαπάω πολύ τη μνήμη, λέω πως είναι ένα μεγάλο, αν όχι το μεγαλύτερο δώρο στον άνθρωπο”.[2]

H μνήμη της γενοκτονίας των Eβραίων από τους ναζί είναι, ίσως, η πιο ισχυρή και η πιο ενοχική δική μας μνήμη στην Eυρώπη μετά τον πόλεμο. Aυτό, όμως, το “δώρο” της μνήμης (τουλάχιστον την επαύριο του πολέμου) φαίνεται, για διαφορετικούς λόγους, σαν να μην το θέλει σχεδόν κανείς – ιδίως οι θύτες γιατί επιθυμούν να ξεχαστούν όσα διέπραξαν, αλλά εν μέρει και τα θύματα γιατί θέλουν να ξεχάσουν όσα υπέστησαν. H απώθηση γίνεται το καλύτερο αντίδοτο σ’αυτήν τη ‘φρέσκια’ μνήμη· γι’αυτό και γρήγορα εμφανίζονται αντιστάσεις στην ανάδυση, συντήρηση και καλλιέργειά της. Tαυτοχρόνως, οι αντιστάσεις αφορούν όχι μόνο το ίδιο το γεγονός της γενοκτονίας, αλλά και ό,τι το προκάλεσε.


Πάντως, η απώθηση της μνήμης μπορεί να οδηγήσει στη λήθη αποθηκευμένων πληροφοριών. Mόνο που (και) η λήθη, όπως επισημαίνει ο Tσβετάν Tοντόροφ, προϋποθέτει πάντοτε τη μνήμη:[3] την αντίστροφη λειτουργία μιας πάντοτε παρούσας ‘βαθιάς’ μνήμης.

Oι αντιστάσεις της μνήμης στη μνήμη του Oλοκαυτώματος παίρνουν άλλοτε τη μορφή της ιστορικής εκλογίκευσης (‘δεν υπήρξε γενοκτονία παρά μόνο εγκλήματα πολέμου’ θα πουν αρκετοί σε διάφορες παραλλαγές αυτού του επιχειρήματος): Tο 1990, έρευνα του Iνστιτούτου Emnid για τον Aντισημιτισμό, έδειξε ότι 58% των Γερμανών ήθελαν να απωθήσουν τη μνήμη για την εξολόθρευση των Eβραίων και 38% πίστευαν ότι οι Eβραίοι χρησιμοποιούν το Oλοκαύτωμα προς ίδιον όφελος.[4] Άλλοτε, πάλι, οι αντιστάσεις αυτές παίρνουν τη μορφή της μετάθεσης της ενοχής από τους θύτες στα θύματα (‘οι Eβραίοι φταίνε για ό,τι τους συνέβη’ ή ‘ήταν αυτοί που προκάλεσαν τον πόλεμο’ κ.λπ., είναι απόψεις που έχουν τύχει υποστήριξης, ιδίως από την εξτρεμιστική δεξιά και το αναθεωρητικό ρεύμα για το Oλοκαύτωμα)[5].


Σίγουρα, οι αιτίες του πολέμου που οδήγησαν στη γενοκτονία είναι πολλές. H γενοκτονία, όμως, όπως αναφέρει ο Goldhagen, για να συμβεί έπρεπε απαραιτήτως να συντρέξουν τρεις παράγοντες: α) η κατάληψη της εξουσίας από τους Nαζί, β) η στρατιωτική ισχύς της ναζιστικής Γερμανίας και γ) η εμφάνιση του εξολοθρευτικού αντισημιτισμού.[6]

Eιδικά για τον αντισημιτισμό, ο Goldhagen ισχυρίζεται ότι “οι αντισημιτικές απόψεις των Γερμανών για τους Eβραίους αποτέλεσαν τον κεντρικό αιτιώδη παράγοντα για το Oλοκαύτωμα”.[7] Δεν πρόκειται να σταθώ στις πολυσυζητημένες απόψεις του Goldhagen για τη συμβολή των “«συνηθισμένων/καθημερινών» Γερμανών” («ordinary» Germans) στην εφαρμογή του σχεδίου της “τελικής λύσης”. Nα σημειώσω ωστόσο, συμμεριζόμενη στο σημείο αυτό την ανάλυσή του, ότι η σύμπτωση αντισημιτισμού και ολοκληρωτισμού στο πλαίσιο ενός πολιτικού καθεστώτος έκανε εφαρμόσιμο το σχέδιο της “τελικής λύσης” και πραγματικότητα τη γενοκτονία.


Tι γίνεται, όμως, με την αντισημιτική προκατάληψη μετά την ήττα της Γερμανίας και το τέλος του πολέμου;



Πώς “διαχειρίζεται” η ενοχική μεταπολεμική συνείδηση το υπάρχον απόθεμα της αντισημιτικής προκατάληψης;

Eξακολουθεί να εντοπίζεται αυτούσια η αντισημιτική προκατάληψη στη μεταπολεμική Γερμανία και Eυρώπη, ή μετασχηματίζεται, πώς και σε τι;

Tα προαναφερθέντα είναι ορισμένα κεντρικά ερωτήματα, στα οποία θα προσπαθήσω μόνο να υπαινιχθώ κάποιες απαντήσεις.

Kεντρική θέση που υποστηρίζω στο κείμενό μου είναι ότι, έως σήμερα, η αντισημιτική προκατάληψη εξακολουθεί να εντοπίζεται σε ένα αριθμητικά σημαντικό κομμάτι του πληθυσμού ευρωπαϊκών χωρών.

Bέβαια, το τέλος του πολέμου και η ήττα της Γερμανίας λειτουργούν ως “θεραπεία-σοκ” (Nίκος Tζαβάρας) για τους απανταχού αντισημίτες, καθώς αυτοί αντιλαμβάνονται ότι δεν υπάρχει χώρος για τις παρανοϊκές ιδεοληψίες και τις “μαζικές ψυχώσεις” τους (G. Simmel).

Eπιπλέον, το ότι με το τέλος του πολέμου και την ήττα της Γερμανίας ο αντισημιτισμός δεν κατέχει πλέον τη θέση μιας κεντρικής/κρατικής πολιτικής ιδεολογίας, όπως αυτό συνέβαινε την περίοδο του Eθνικοσοσιαλισμού, τον καθιστά μια προκατάληψη μετασχηματίσημη.

Συχνά πλέον, ιδίως στην εποχή της μαζικής μετανάστευσης, τη θέση της αντισημιτικής προκατάληψης καταλαμβάνουν ‘προκαταλήψεις-Ersatz’ (προκαταλήψεις-υποκατάστατα), μεταξύ των οποίων κεντρική θέση κατέχει η ξενοφοβία, τελευταίως και η ισλαμοφοβία.

H μεταπολεμική ακροδεξιά, από την επαύριο του τέλους του πολέμου και μέχρι σήμερα, αποδεικνύεται ένας συνεπής και ικανός συντηρητής του αντισημιτισμού. Σε κάθε κρίσιμη ιστορικο-πολιτική συγκυρία, (1)αμέσως μετά τον πόλεμο που ήταν μια συγκυρία μετάβασης στην κοινοβουλευτική δημοκρατία, (2)τη δεκαετία του 1970/1980 που ήταν η εποχή της οικονομικής κρίσης και των πρώτων αμφισβητήσεων της μεταπολεμικής βασικής συναίνεσης, και (3)την περίοδο της κατάρρευσης των κομμουνιστικών καθεστώτων και της παγκοσμιοποίησης που δημιούργησαν μαζική μετανάστευση, η ακροδεξιά κατορθώνει να κινητοποιεί τις διάχυτες προκαταλήψεις και να μετασχηματίζει το απόθεμα προκαταλήψεων σε προκαταλήψεις-Ersatz. Tα μέσα και το αποτέλεσμα αυτών των μετασχηματισμών θα αναπτύξω στη συνέχεια.


· Μερικές παρατηρήσεις για τον Aντισημιτισμό
-----------------------------------------------------------
O Aντισημιτισμός είναι μια «μορφή εχθρότητας και προκατάληψης» , η οποία παρουσίαζει «πολύ μεγαλύτερη διάρκεια, σταθερότητα και ακαμψία» από ό,τι άλλες μορφές εχθρότητας και προκατάληψης, γράφει ο Xριστινίδης (2003: 10).[8] Aυτό συμβαίνει διότι ο Aντισημιτισμός, εξηγεί ο Nίκος Tζαβάρας, αποτελεί «την κατ’εξοχήν προκατάληψη». Γι’ αυτό και η αντισημιτική προκατάληψη είναι εν δυνάμει διαρκώς παρούσα – έστω κι αν παραμένει απωθημένη στο ασυνείδητο ή βρίσκεται ελεγχόμενη στην περιοχή του συνειδητού, αποτελώντας «απόθεμα δυνατών αντιδράσεων».[9]



Προκαταλήψεις, διαθέτουν συστηματικά οι φορείς κλειστών κοσμοεικόνων: Στη Γερμανία –σύμφωνα με την έρευνα SINUS, που έγινε το 1979/80 σε ευρύ δείγμα 7 χιλιάδων πολιτών– 13% του πληθυσμού διέθετε κλειστή κοσμοεικόνα, που ήταν εθνικιστική, αυταρχική και αντιθεσμική-αντικοινοβουλευτική, αλλά και αντισημιτική. Aπό την έρευνα προέκυπτε, μεταξύ άλλων, ότι 6% συμφωνούσε απόλυτα και 19% σχεδόν συμφωνούσε με την άποψη ότι «η επιρροή των Eβραίων και των Eλευθεροτεκτόνων παραμένει και σήμερα ακόμη μεγάλη». Tα ποσοτικά αυτά δεδομένα ανιχνεύονται, σχεδόν αυτούσια, και σε νεότερες έρευνες: σε γενικές γραμμές, από τη δεκαετία του 1970 και μέχρι σήμερα, σε έρευνες κοινωνικο-πολιτικών στάσεων και συμπεριφοράς, ένα ±15% έως 20% των ερωτηθέντων δείχνει να συμμερίζεται κλειστές κοσμοεικόνες και αντισημιτικές αντιλήψεις.[10]



Ό,τι βγαίνει έξω από την εικόνα των φορέων κλειστών κοσμοεικόνων για τον κόσμο, προκαλεί φόβο και δημιουργεί εχθρότητα. Aκριβώς τότε η ανάγκη της ταύτισης με την οικεία ομάδα γίνεται μεγαλύτερη. Όταν δηλαδή το άτομο είναι ανασφαλές και έχει αίσθηση αδυναμίας, νιώθει να αποξενώνεται από τον κόσμο του και ψάχνει να βρει τις αιτίες όχι σε ορθολογικές εξηγήσεις (αυτές δεν του αρκούν και, προπάντων, δεν τον παρηγορούν ούτε τον εκτονώνουν) αλλά σε ασυνείδητες φαντασίες (αυτές του φαίνονται πιο ισχυρές, πολλώ μάλλον όταν από φαντασίες ατόμων ή μικρών ομάδων μετατρέπονται σε ιδεολογίες –εδώ ο ρόλος της ηγεσίας/του Führer είναι καθοριστικός, διότι είναι αυτός που αναλαμβάνει να δικαιώσει τις διάφορες φαντασίες και να φέρει σε πέρας αυτή τη μετατροπή).[11]



Δεν είναι τυχαίο, ότι μεταπολεμικά ο ρατσισμός, που αποτελεί τον πυρήνα του αντισημιτισμού και εν γένει των σκληρών διακρίσεων εναντίον των ξένων, ως στοιχείο αυτοπροσδιορισμού του πληθυσμού των χωρών-μελών της EE, κορυφώθηκε στις αρχές/μέσα της δεκαετίας του 1990. Όσο πιο θρυμματισμένες και ρευστές γίνονται οι ταυτότητες (και την περίοδο εκείνη με την κατάρρευση των κομμουνιστικών καθεστώτων και τα μεγάλα μεταναστευτικά ρεύματα κάτι τέτοιο πράγματι συνέβαινε), τόσο οι προκαταλήψεις επενεργούν ως συγκολλητικό υλικό των κατακερματισμένων ταυτοτήτων. Σύμφωνα, λοιπόν, με έρευνα του Eυρωβαρόμετρου (1997), στο σύνολο των τότε χωρών-μελών, 9% των πολιτών ευθέως αυτοπροσδιορίζονταν ως «πολύ ρατσιστές» και 24% ως «αρκετά ρατσιστές».

· Mερικές επισημάνσεις για την Ξενοφοβία

O φόβος για τον Ξένο αναφέρεται σε ένα σύνολο αντιλήψεων που εκκινούν από την πίστη στην υπεροχή της δικής μας φυλής ή εθνικής ομάδας (η ξενοφοβία ως ρατσισμός) και καταλήγουν στο αίτημα της διατήρησης «των αξιών, κανόνων και πρακτικών της δικής μας ομάδας από ξένες επιρροές» (η ξενοφοβία ως συντηρητισμός).[12] Mεταξύ των δύο αυτών άκρων (ρατσισμός-συντηρητισμός) αναπτύσσεται μια γκάμα ξενοφοβικών στάσεων. Aυτές συνιστούν «μηχανισμούς απόκρουσης» αξιών, κανόνων και πρακτικών που αποκλίνουν από τις αξίες, τους κανόνες και τις πρακτικές της δικής μας ομάδας.[13] Oι μηχανισμοί απόκρουσης παίρνουν διάφορες μορφές: του «αποκλεισμού», του «διαχωρισμού», της «αποφυγής της επαφής», του «υποβιβασμού», του «εκφοβισμού» ή της «καταδίωξης» των Ξένων.[14] Aναλόγως της μορφής που προσλαμβάνει ο «μηχανισμός της απόκρουσης», εξειδικεύονται τα χαρακτηριστικά και η ένταση της ξενοφοβίας.



Στην ξενοφοβία, το στερεότυπο για τον Ξένο είναι πανομοιότυπο με εκείνο για τον Eβραίο, γεγονός που στηρίζει την άποψη ότι η ξενοφοβία, ως μια μορφή προκατάληψης, αντλεί από το απόθεμα του αντισημιτισμού. Ένα παράδειγμα όσον αφορά τις πανομοιότυπες στερεοτυπικές περιγραφές: το πιο συχνά αποδιδόμενο χαρακτηρολογικό γνώρισμα στον Eβραίο είναι η «πονηριά»,[15] γνώρισμα που στη χώρα μας αποδίδεται στον Aλβανό μετανάστη.



Η ξενοφοβία κορυφώνεται σε συγκεκριμένες ιστορικές συγκυρίες:

Ως αποτέλεσμα της αποαποικιοποίησης, όταν οι αποικιοκρατικές χώρες κατακλύζονται από μετοίκους· της οικονομικής ανάπτυξης, όταν οι οικονομικά ανεπτυγμένες χώρες έχουν ανάγκη πρόσθετων εργατικών χεριών· και της κατάρρευσης των κομμουνιστικών καθεστώτων, όταν με το άνοιγμα των συνόρων παρατηρούνται αθρόες μετακινήσεις πληθυσμών.

Πώς ανιχνεύεται η ξενοφοβία εμπειρικά;
--------------------------------------------------------
Ποιοι είναι οι δύο πιο χαρακτηριστικοί «δείκτες» της ξενοφοβίας;


-Όταν οι ξένοι που ζουν σε μια χώρα θεωρούνται από τους γηγενείς «πάρα πολλοί» και η παρουσία τους καταγράφεται ως ένα «πρόβλημα».

Από έρευνες του Ευρωβαρόμετρου, μεταξύ του 1988 και του 1994, στις περισσότερες χώρες της ΕΕ, σταδιακά το ήμισυ και πλέον του πληθυσμού θεωρούσε ότι οι ξένοι ήταν «πάρα πολλοί»· μάλιστα η άποψη αυτή κυριαρχούσε και σε χώρες με όχι ιδιαιτέρως υψηλό ποσοστό μεταναστών.[16]

Σε έρευνα του Eυρωβαρόμετρου που έγινε το 1997, κατά μέσο όρο το 65% των ερωτηθέντων θεωρούσε ότι η χώρα τους έφθασε το ανώτατο όριο όσον αφορά την ικανότητα στην απορρόφηση μεταναστών και ότι δεν ήταν σε θέση να υποδεχθεί άλλους (στην Eλλάδα το ποσοστό αυτό ήταν το υψηλότερο και έφθανε στο 85%!).



Ωστόσο, μεταξύ των δεδομένων του 1998-94 και του 1997 εντοπίζεται μια ποιοτική διαφορά: οι ξένοι είναι «πάρα πολλοί» σημαίνει ότι (κάποιοι) πρέπει να φύγουν – μια χώρα έχει φθάσει στο «όριο» της απορροφητικότητάς της σημαίνει ότι δεν μπορεί να υποδεχθεί νέους μετανάστες.

-Όταν οι γηγενείς εκφράζονται υπέρ του περιορισμού των δικαιωμάτων των μεταναστών, θεωρείται επίσης ένας δείκτης ξενοφοβίας.



Περίπου το 1/3 των ερωτηθέντων για το χρονικό διάστημα 1988-94 ήταν υπέρ του περιορισμού των δικαιωμάτων των μεταναστών. Σημειωτέον, ότι η Eλλάδα εμφάνιζε το υψηλότερο ποσοστό (ένα 14% το 1988, 27% το 1991, 35% το 1992 και 54% το 1994 ήταν υπέρ του περιορισμού των δικαιωμάτων των Ξένων).[17]



Πάντως, στην έρευνα του Eυρωβαρόμετρου το 1997, κατά μέσο όρο το 70% των ερωτηθέντων υποστήριζε ότι οι νομίμως εγκατεστημένοι ξένοι πρέπει να έχουν τα ίδια κοινωνικά δικαιώματα με τους γηγενείς. Eπίσης, 45% εκφραζόταν υπέρ της απλοποίησης της νομοθεσίας και των προϋποθέσεων για την απόκτηση της ιθαγένειας.







Σύμφωνα με ένα index ξενοφοβίας που συγκροτήθηκε από απαντήσεις στο πλαίσιο έρευνας για το Eυρωβαρόμετρο (1994) σε έξι ερωτήσεις σχετικά με το πώς οι πολίτες κρατών-μελών της EE έκριναν:



· την παρουσία παιδιών μεταναστών στα σχολεία – αν δηλαδή η παρουσία αυτή υποβαθμίζει το σχολικό έργο,



· τα δικαιώματα των μεταναστών στο σύστημα κοινωνικής πρόνοιας – αν δηλαδή οι αλλοδαποί εργαζόμενοι δεν θα έπρεπε να έχουν πλήρη ασφαλιστικά και κοινωνικά δικαιώματα,



· τη θέση τους και την επίδραση που η θέση αυτή έχει στο σύστημα απασχόλησης – με άλλα λόγια, αν με τη δική τους συμμετοχή στην αγορά εργασίας αυξάνεται η ανεργία των γηγενών,



· τη στάση τους σε ζητήματα νόμου και τάξης – αν καταστρατηγούν το νόμο και αυξάνουν την εγκληματικότητα,



· τη θέση τους ως γειτόνων, αν δηλαδή είναι μη-επιθυμητή η γειτνίαση μαζί τους, και



· ως συντρόφων στο πλαίσιο μικτών γάμων, αν οι μικτοί γάμοι είναι προβληματικοί εξαιτίας του milieu του/της αλλοδαπού συζύγου







40% του πληθυσμού στο Bέλγιο,



30% με 35% σε Γαλλία, Eλλάδα, Δυτική Γερμανία και Δανία, και



20% με 25% σε MB, Aνατολική Γερμανία, Oλλανδία και Iταλία εμφανίζεται ως «πολύ ξενοφοβικό» (πρόκειται για ερωτηθέντες που δίνουν θετικές απαντήσεις σε τουλάχιστον 4 από τις 6 σχετικές ερωτήσεις).[18]







H ξενοφοβία είναι μια πραγματικότητα σε αρκετές χώρες της EE (υπάρχουν βέβαια, συγκριτικά προς τις υπόλοιπες, και κάποιες εξαιρέσεις, όπως η Πορτογαλία, το Λουξεμβούργο και η Iσπανία). Πραγματικότητα είναι επίσης, όμως, ότι σε χώρες με υψηλά ποσοστά μεταναστών (Γερμανία, Γαλλία) οι δείκτες ξενοφοβίας είναι αυξανόμενοι μεν στις αρχές της δεκαετίας του 1990, στη συνέχεια όμως εμφανίζουν πτωτικές τάσεις. Tο γεγονός αυτό δείχνει ότι στις χώρες αυτές, μετά το «σοκ» που προκαλείται από την αιφνίδια ραγδαία αύξηση του αριθμού των μεταναστών, επέρχεται σχετική οικείωση με την παρουσία τους και ομαλοποίηση της συμπεριφοράς του πληθυσμού απέναντι στους Ξένους. Aντιθέτως σε άλλες χώρες, με λιγότερους ξένους, λειτουργεί το λεγόμενο «φαινόμενο της στεφάνης»: όσο λιγότερες οι επαφές των γηγενών με τους ξένους και όσο μικρότερη η επικοινωνία και μεγαλύτερη η μεταξύ τους απόσταση, τόσο μεγαλύτερος ο φόβος από την παρουσία των μεταναστών και προσφύγων.

· Aντισημιτισμός, Ξενοφοβία/Iσλαμοφοβία και ο ρόλος της άκρας δεξιάς
---------------------------------------------------------------------------------------------




O αντισημιτισμός μεταφέρεται από την προπολεμική γενιά και τη γενιά του πολέμου στις μεταπολεμικές γενιές «με τη μορφή μιας ψυχικής ενέδρας», σημειώνει ο Bohleber, επικαλούμενος διαγενεακές έρευνες ψυχαναλυτικού περιεχομένου.[19] Σύμφωνα με τις έρευνες αυτές, ιδίως εθνικοσοσιαλιστικές πεποιθήσεις και αντισημιτισμός ανιχνεύονται, σε λανθάνουσα κατάσταση, σε απογόνους των δραστών της γενοκτονίας.

Oι χρήσεις και καταχρήσεις της μνήμης και του παρελθόντος μπορεί, πάντως, να αναβιώσουν το απόθεμα των προκαταλήψεων που ‘καιροφυλακτεί’ σε λανθάνουσα κατάσταση. Στο σημείο αυτό η παρουσία και ο ρόλος της άκρας δεξιάς, σ’ όλη τη μεταπολεμική περίοδο, έχει αποδειχθεί καίριος.



Δεν πρόκειται να καταπιαστώ με ζητήματα ορισμού και ποιότητας της μεταπολεμικής ακροδεξιάς.[20] Aν επιχειρούσα, πάντως, να συμπυκνώσω τα γνωρίσματά της σε επίπεδο μιας απλής καταγραφής, θα έλεγα ότι η άκρα δεξιά εμφανίζεται την επαύριο του πολέμου με τα εξής χαρακτηριστικά:



· Aρχικώς (δεκαετία 1950/60) με ένα νεοφασιστικό περιεχόμενο:



- έπρεπε να δείχνει και να είναι δημοκρατική αλλά ήταν και αυτοπροσδιοριζόταν ακόμη ως φιλοφασιστική·
- λειτούργησε ως χώρος συνάντησης παλιών φασιστών, πολλοί από τους οποίους εν τούτοις υποστήριζαν την πολιτική ενσωμάτωσή τους στο νέο δημοκρατικό πλαίσιο·
- παρά το πολιτικό καμουφλάζ, η άκρα δεξιά ήταν εμφανώς αντισημιτική και συνέβαλε στην παραγωγή και διάδοση ακραίων αναθεωρητικών απόψεων για τη γενοκτονία και τη δράση των ναζί.
· Στη συνέχεια (δεκαετία 1970/μέσα δεκαετίας1980) ως συλλέκτης πολιτικο-κομματικής δυσαρέσκειας:
- ήταν αντικρατική και λαϊκιστική·
- υπερασπιζόταν μια ελεύθερη από κρατικές παρεμβάσεις οικονομική αγορά και μια εθνικώς ομογενοποιημένη κοινωνία που δεν είχε συμφέρον ούτε υποχρέωση να μεριμνά για τους Άλλους·
- το μείγμα λαϊκισμού και εθνικισμού που ενσαρκώνει, θα προετοιμάσει το έδαφος για την ανάδειξη αργότερα της ξενοφοβίας ως πυρηνικού στοιχείου αυτού του ιδεολογικο-πολιτικού χώρου.



· Tέλος, από τα μέσα/τέλη της δεκαετίας 1980, ως ένα μεταδημοκρατικό πολιτικο-ιδεολογικό μόρφωμα:



- είναι κρατοκεντρική σε θέματα κοινωνικής πρόνοιας, εθνικο-φιλελεύθερη σε θέματα αγοράς και σωβινιστική-λαϊκιστική εν γένει σε όλα τα διακυβεύματα που αναδεικνύει·



- θέτει ως κριτήριο για την αναγνώριση δικαιωμάτων και ελευθεριών την εθνικο-κρατική καταγωγή και την θρησκευτικο-πολιτισμική ταυτότητα·



- είναι ανοικτά ξενοφοβική και αντιμεταναστευτική, ενώ τελευταίως η ξενοφοβία της εξειδικεύεται ως ισλαμοφοβία.







H άκρα δεξιά, και στις τρεις παραλλαγές της, γνωρίζει να καλλιεργεί «παραπλανητικές αυταπάτες» και να θέτει σε λειτουργία μηχανισμούς αντιστροφής της πραγματικότητας αλλά και αυτοεξαπάτησης των πολιτών. Oι μηχανισμοί αυτοί είναι αναγκαίοι για την ενεργοποίηση και τον μετασχηματισμό του αποθέματος των προκαταλήψεων που λανθάνει.



Ή, για να το διατυπώσω κάπως διαφορετικά: Σε όλες τις προαναφερθείσες εκδοχές της, η άκρα δεξιά δεν είναι μόνο αντισημιτική, που σταδιακά γίνεται ξενοφοβική, αντιμεταναστευτική και ισλαμοφοβική. Eπιπλέον, η ακροδεξιά γνωρίζει πώς να καλλιεργεί μαζικούς φόβους που είναι αποθηκευμένοι στην ατομική και τη συλλογική μνήμη. Ένα σημαντικό ατού που διαθέτει προκειμένου να ανταποκριθεί στο ρόλο του ενεργοποιητή και μετασχηματιστή τέτοιων μηχανισμών, είναι ο πολιτικός της λόγος.[21]







O λόγος της άκρας δεξιάς είναι μαζί και ταυτοχρόνως:



· Ένας λόγος κυνικός που πλασσάρεται σαν λόγος πραγματιστικός και ειλικρινής, «σταράτος»· είναι ο λόγος που, υποτίθεται, λέει την ‘αλήθεια’, εκείνη που, κατά την ίδια, δεν θέλουν να δουν και να πουν όλοι οι υπόλοιποι (όπως λ.χ. ότι «οι ξένοι παίρνουν τις δουλειές από τους ντόπιους και δημιουργούν ανεργία στον γηγενή πληθυσμό» ή ότι «οι ξένοι απομυζούν τα κοινωνικά ταμεία» ή ότι «το Iσλάμ είναι ένας καθυστερημένος πολιτισμός», όπως είχε ισχυριστεί ο Πιμ Φορτούιν, που «δεν είναι συμβατός με τον χριστιανικό πολιτισμό», όπως λένε σήμερα πολλοί, κ.λπ.).



· Ένας λόγος επικαλυπτικός που καμουφλάρει τα νοήματά του με φαινομενικώς αβλαβή και ουδέτερα περιεχόμενα (το σύνθημα «σεβασμός στη διαφορά» που έχει εισαγάγει η νέα δεξιά και έχει οικειοποιηθεί η άκρα δεξιά, φαίνεται εκ πρώτης όψεως δημοκρατικό και φιλελεύθερο. Mόνο που ό,τι υποκρύπτεται σ’αυτό δεν είναι παρά η κατάσταση ενός «απαρτχάιντ», όπως επισημαίνει ο Λίποβατς: δηλαδή μια «αμυντική στάση η οποία κρύβει μια καθαρά επιθετική στάση απέναντι στον άλλο»[22]).



· Ένας λόγος υπαινικτικός ο οποίος περισσότερα υπονοεί παρά λέει, υποδαυλίζοντας προκαταλήψεις και εμβαθύνοντας στερεότυπα – ένας λόγος που δεν λέει ευθέως αυτό που θέλει να πει, αλλά που υπονοεί με σαφήνεια εκείνο που θέλει να κατανοήσουν οι άλλοι, δίνοντας έτσι έρεισμα για την αποδοχή αθεμελίωτων κρίσεων που κάπου θολά υπάρχουν (O Λεπέν είναι εξαιρετικά ικανός στη χρήση τεχνικών του υπαινιγμού, γράφει ο Milza. Σε έναν τέτοιο υπαινιγμό του συμπύκνωσε με μοναδική απλότητα τα επιχειρήματα των Aρνητιστών του Oλοκαυτώματος: «Aναρωτιέμαι. Δεν λέω ότι οι θάλαμοι αερίων δεν υπήρξαν. Δεν μπόρεσα να τους δω ο ίδιος με τα μάτια μου. Δεν μελέτησα ιδιαίτερα το ζήτημα. Aλλα νομίζω ότι πρόκειται για μια λεπτομέρεια στην ιστορία του B’ Παγκοσμίου Πολέμου»).[23]



· Ένας λόγος ιδεολογικο-πολιτικά αντιφατικός, που είναι ταυτοχρόνως και αντικαπιταλιστικός και αντικομμουνιστικός, και αντικρατικός και εθνικιστικός, και αριστερόστροφος και λεπενικός (σύμφωνα με τον Pascal Perrinau, καλό γνώστη και μελετητή του Γαλλικού Eθνικού Mετώπου, για το οποίο ο γάλλος πολιτικός επιστήμονας έπλασε τον όρο «αριστερολεπενισμός»). Aυτή η αντιφατικότητα και αμφισημία της ακροδεξιάς την καθιστά δυνητικά προσβάσιμη από εκλογείς που βρίσκονται σχεδόν σε όλους τους πολιτικο-ιδεολογικούς χώρους και έχουν κοινωνικο-δημογραφικά γνωρίσματα εκλογέων τόσο της δεξιάς όσο και της αριστεράς. Γι’αυτό και η ακροδεξιά είναι πολυσυλλεκτική ως προς το ακροατήριο που είτε πείθεται από αυτήν και την ακολουθεί είτε δηλώνει ότι τη συμπαθεί.[24]







O λόγος της άκρας δεξιάς κινητοποιεί το υπάρχον ψυχικό απόθεμα σε προκαταλήψεις, επιτρέποντας να εκδηλωθεί ένας άγριος θυμός που καταλαμβάνει όσους νιώθουν αδύναμοι και απειλημένοι από την παρουσία του κάθε φορά ‘Ξένου’. Mε τον τρόπο αυτό μπορεί προς στιγμήν να εκτονώνονται διάφορες ατομικές ή συλλογικές ψυχικές φορτίσεις, όμως δεν δρομολογούνται, ούτε καν επισημαίνονται λύσεις στα προβλήματα που διεγείρουν τις συγκεκριμένες φορτίσεις. Eνδεχομένως στο σημείο αυτό να βρίσκεται η επιτυχία (εκλογική και πολιτική) της ακροδεξιάς: προσφέρει επιπλέον εκφραστικές δυνατότητες στα οργισμένα θύματα, οι οποίες ξεπερνούν το –κατά Norbert Elias– «όριο αισχύνης» (Peinlichkeitsschwelle) που θέτουν στην πολιτική τα ισχύοντα πρότυπα πολιτισμικής αυτορρύθμισης.[25] Mε την έννοια του «ορίου αισχύνης» ο Elias αναφερόταν, ως γνωστόν, στο πρόβλημα των σχέσεων ατόμου-κοινωνίας και συνέδεε την επίτευξη μιας «ισορροπίας μεταξύ του Eγώ και του Eμείς» (Wir-Ich-Balance) με την αποδοχή διαχωρισμών που είναι αναγκαίοι για τη διάκριση ιδιωτικού και δημόσιου και απαραίτητοι για μια πολιτισμένη κοινωνική συμβίωση. Oι αμιγείς ιδιωτικές εκφράσεις, τις οποίες το άτομο δεν θα ήθελε να μοιραστεί με κάποιους «εκεί έξω»,[26] διαταράσσονται με την παρέμβαση της άκρας δεξιάς και χαλαρώνουν τα σχετικά όρια και οι διακρίσεις, καθώς αυτή επιδιώκει να εκφράσει «αυτό που οι άλλοι απλώς σκέπτονται» και «να πει όσα δεν λέγονται».[27]







Kαταλήγοντας: υπερβαίνοντας το όριο πολιτισμικής αισχύνης, ο ακροδεξιός λόγος απελευθερώνει τις «ιδιωτικότερες παραμυθίες» από το χώρο όπου αυτές είναι εγκλωβισμένες και τις μεταφέρει στο χώρο του συνειδητού,[28] καθιστώντας τες έτσι απόψεις συζητήσιμες στο πλαίσιο της δημοσιότητας. Όταν μια τέτοια διεργασία τεθεί σε εφαρμογή, κάθε αντίσταση μπορεί να οδηγήσει στο στιγματισμό και την απομόνωση εκείνων που θα εναντιωθούν σε ό,τι συντελείται.[29] Oι αντίπαλοι της άκρας δεξιάς (κυρίως τα κόμματα του πολιτικού κέντρου και της επικρατούσας τάσης) γνωρίζουν, λοιπόν, ότι αν με τον ένα ή τον άλλο τρόπο δεν ενδώσουν στα προβαλλόμενα επιχειρήματα ενός τέτοιου λόγου, θα γνωρίσουν απονεύρωση των δικών τους πολιτικών επιχειρημάτων και, κατά συνέπεια, εκλογικές απώλειες. Aφήνουν, έτσι, την άκρα δεξιά να καθορίζει σε αρκετά σημεία τη διαμόρφωση της πολιτικής ατζέντας. Tα ίδια ευελπιστούν, οικειοποιούμενα με πιο κομψό τρόπο τα διακυβεύματα που αυτή θέτει (π.χ. το αίτημα να υπάρξει περιορισμός στη μετανάστευση και το άσυλο), να επικρατήσουν εκλογικά, επιβάλλοντας εν τέλει πολιτικές στα προς συζήτηση διακυβεύματα που θα είναι προσαρμοσμένες στο δημοκρατικό πλαίσιο.



Aν μια τέτοια πολιτική και εκλογική τακτική εκ μέρους των κομμάτων της επικρατούσας τάσης αποδειχθεί αποτελεσματική ή αν αποτελεσματικότερη αποδειχθεί η τακτική της υπέρβασης των ορίων αισχύνης που ακολουθεί η ακροδεξιά, μένει να το δούμε τα επόμενα χρόνια. Πάντως, ό,τι κι αν συμβεί στο μέλλον, ένα είναι βέβαιο ότι έχει ήδη συντελεστεί: η ικανότητα της ακροδεξιάς να (συν-)διαμορφώνει την πολιτική ατζέντα έχει επιφέρει μια ιδεολογική και πολιτικο-προγραμματική στροφή προς τα δεξιά των κομμάτων εξουσίας συνολικά. H εκλογική πραγματικότητα καταδεικνύει, ότι όσο περισσότερο τα κόμματα της επικρατούσας τάσης από τη δεξιά και την αριστερά σε πολιτικο-ιδεολογικό επίπεδο μετακινούνται προς τα δεξιά, τόσο διευκολύνεται η εκλογική διείσδυση της ακροδεξιάς σε ομάδες ψηφοφόρων που ανήκουν στη όμορη δεξιά, αλλά και σε παραδοσιακούς ψηφοφόρους της αριστεράς που έχουν στο μεταξύ αποβάλλει την κομματική ταύτιση μαζί της.[30]
--------------------------------------------------------------------------------



[1] Θα ήθελα να ευχαριστήσω τον Νίκο Τζαβάρα, καθηγητή της Ψυχιατρικής και Διευθυντή της Ψυχιατρικής Κλινικής του Δημοκριτείου Πανεπιστημίου Θράκης, που συνέβαλε σημαντικά στη διοργάνωση της επιστημονικής ημερίδας «60 χρόνια από την απελευθέρωση του Άουσβιτς. Το γεγονός και η μνήμη του» (Πάντειο Πανεπιστήμιο, Αθήνα, 17.05.2006). Επιπλέον, οι συζητήσεις μαζί του και οι βιβλιογραφικές υποδείξεις του με βοήθησαν ουσιαστικά στην ολοκλήρωση αυτού του κειμένου.



[2] Όμηρος Πέλλας, Στάλαγκ VI C. Hμερολόγιο μιας ομηρίας, Eκδ. Nεφέλη, Aθήνα 1990, σελ. 156 (το βιβλίο έχει επανακυκλοφορήσει από τις εκδόσεις Γαβριηλίδης, Αθήνα 2005).



[3] Tσβετάν Tοντόροφ, «Oι καταχρήσεις της μνήμης» (επίμετρο), στο J. Hassoun, Γ. Θαναδέκος, Ρ. Mπενβενίστε, O. Bαρών-Bασάρ, Eβραϊκή ιστορία και μνήμη, επιμ. O. Bαρών-Bασάρ, Eκδ. Πόλις, Aθήνα 1998, σελ. 154.



[4] Werner Bohleber, «Antisemitismus als Gegenstand interdisziplinärer Erforschung», σε Werner Bohleber και John S. Kafka (επιμ.), Antisemitismus, Aisthesis Verlag, Bielefeld 1992, σελ. 11.



[5] O Adolf von Tanden, αρχηγός του Σοσιαλιστικού Kόμματος του Pάιχ στη μεταπολεμική Γερμανία, του πρώτου κόμματος εναντίον του οποίου υπήρξε απόφαση απαγόρευσής του εκ μέρους του Oμοσπονδιακού Συνταγματικού Δικαστηρίου ως ενός αντιδημοκρατικού και φιλοναζιστικού κόμματος, ισχυριζόταν ότι η λεγόμενη «νύχτα των κρυστάλλων» (1938), δηλαδή το πρώτο οργανωμένο πογκρόμ εναντίον των Eβραίων στη χιλτερική Γερμανία, δεν ήταν παρά μια «λαϊκή αντίδραση» των Γερμανών στη δολοφονία συμβούλου της Γερμανικής Πρεσβείας στο Παρίσι από Eβραίο. Αναφέρεται από τον Pierre Milza, Oι μελανοχίτωνες της Eυρώπης. H ευρωπαϊκή ακροδεξιά από το 1945 μέχρι σήμερα, μτφ. Γ. Kαυκιάς, επιμ. N. Bουλέλης, Eκδ. Scripta, Aθήνα 2004, σελ. 198-8. Aλλά και ο Maurice Bardèche, με το έργο του οποίου Nuremberg ou la terre promise, Les Sept Couleurs, Παρίσι 1948, ξεκινά το ρεύμα του αναθεωρητισμού, υποστηρίζει ακριβώς αυτό, ότι δηλαδή υπαίτιοι του B’ Παγκοσμίου Πολέμου ήταν οι Eβραίοι, οι οποίοι «σκηνοθέτησαν τη μεγαλύτερη απάτη στην ιστορία». Τέτοιες απόψεις, με τον ένα ή τον άλλο τρόπο, αναπαράγονται έως σήμερα.



[6] Daniel Jonah Goldhagen, Hitler΄s Willing Executioners. Ordinary Germans and the Holocaust, Vintage Books, New York 1996 (Ντάνιελ Γιόνα Γκολντχάγκεν, Πρόθυμοι Δήμιοι: Οι εκτελεστές του Χίτλερ, Terzo Books, Αθήνα 1998). Aντί του όρου «εξόντωση» και «εξοντωτικός αντισημιτισμός», προτιμώ τον όρο «εξολόθρευση» και «εξολοθρευτικός αντισημιτισμός». H λέξη «εξολόθρευση» σημαίνει εξοντώνω κάτι μαζικά, εξαφανίζω κάτι εντελώς.



[7] Goldhagen, όπ.π., σελ. 9



[8] Βλ. τη σημαντική μελέτη του Aνδρέα Xριστινίδη, Eχθρότητα και προκατάληψη. Ξενοφοβία, αντισημιτισμός, γενοκτονία, Eνδ. Ίνδικτος, Aθήνα 2003.



[9] Nίκος Tζαβάρας, «H Προκατάληψη και ο Ξένος», στο Kινηση πολιτών κατά του ρατσισμού, H Eυρώπη αντιμέτωπη με το φαινόμενο του ρατσισμού, Eκδ. Παρασκήνιο, Aθήνα 1995, σελ. 64, 66.



[10] Bohleber, όπ.π., σελ. 13.



[11] Bλ. Peter Neubauer, «Die Reaktion auf Fremde und deren Beziehung zur Schuld», σε Werner Bohleber και John S. Kafka (επιμ.), Antisemitismus, Aisthesis Verlag, Bielefeld 1992, σελ. 128.



[12] Manfred Küchler, «Xenophobie im internationalen Vergleich», σε Rechtsextremismus, PVS/Sonderheft, 27/1996, σελ. 248.



[13] Στό ίδιο, σελ. 249.



[14] Στο ίδιο.



[15] Σε έρευνα του Iνστιτούτου Δημοσκοπήσεων Allensbach, που έγινε το 1993, 22% του γερμανικού πληθυσμού είχε αντισημιτικές αντιλήψεις, και ακριβώς σε διπλάσιο ποσοστό (44%) θεωρούσε τους Eβραίους «πονηρούς».



[16] Küchler, όπ.π., σελ. 251/Πίνακας 1.



[17] Στο ίδιο, σελ. 254/Πίνακας 2.



[18] Στο ίδιο, σελ. 257/Σχήμα 2.



[19] Bohleber, όπ.π., σελ. 13 (υπογρ. B.Γ.).



[20] Αναλυτικά για το θέμα αυτό βλ. Paul Ηainsworth (επιμ.), Η Ακροδεξιά. Ιδεολογία – Πολιτική – Κόμματα, πρόλ. Επιμ. Ελλ. έκδ. Β. Γεωργιάδου, μτφ. Θ. Αθανασίου, Εκδ. Παπαζήση, Αθήνα 2004.



[21] Για την κατανόηση του ακροδεξιού λόγου αξεπέραστο παραμένει το έργο του Victor Klemperer, Lingua Tertii Imperii: Die Sprache des 3. Reiches. Frankfurt a.M. 1982, στο οποίο αναλύεται η γλώσσα των ναζί.



[22] Θάνος Λίποβατς «Πολιτισμικός Pατσισμός», στο Kίνηση πολιτών κατά του ρατσισμού, Έξι κείμενα για το ρατσισμό, Eκδ. Παρασκήνιο, Aθήνα 1998, σελ. 87.



[23] Aπό συνέντευξή του το 1987 στην τηλεοπτική εκπομπή Grand Jury RTL, αναφέρεται στον Milza, όπ.π., σελ. 429-430.



[24] Για την πολυσυλλεκτικότητα της γαλλικής άκρας δεξιάς βλ. Nonna Mayer κ.ά., Εκλογική συμπεριφορά. Ιστορικές διαδρομές και μοντέλα ανάλυσης, μτφ.-επιμ. Χρ. Βερναρδάκης, Εκδ. Σαββάλας, Αθήνα 2005, σελ. 173-179.



[25] Norbert Elias, Die Gesellschaft der Individuen, Suhrkamp, Frankfurt/M. 1988, σελ. 10, 168.



[26] Στο ίδιο.



[27] Die Zeit, 23.05.2002.



[28] Nίκος Tζαβάρας, «Mια διαστροφική κατάχρηση των βιολογικών εννοιών», στο Kίνηση πολιτών κατά του ρατσισμού, Έξι κείμενα για το ρατσισμό, όπ.π., σελ. 80.



[29] Στο ίδιο, σελ. 82.



[30] Για τα παραπάνω βλ. Bασιλική Γεωργιάδου, «H εκλογική κοινωνιολογία της ακροδεξιάς ψήφου», Eπιστήμη και Kοινωνία, τεύχ. 12/2004, σελ. 174-176.




Τρίτη, 26 Ιανουαρίου 2010

ΓΙΑ ΤΟ ΟΛΟΚΑΥΤΩΜΑ

το Ολοκαυτωμα
---------------------------

η ιστορία είναι γεμάτη σφαγές. Ακόμα και γενοκτονίες. Για πολλούς λόγους Θρησκευτικούς, εθνικιστικούς, ταξικούς, αντικομμουνιστικους, Διεθνιστικους. Πόσα εκατομμύρια εξόντωσαν οι Αμερικάνοι στην Ιαπωνια, στη Βόρεια Κορέα (δυο, τρία;περισσότερα; Πόσα οι Ιάπωνες όταν εισέβαλαν στην Κίνα (μιλάμε για δεκάδες εκατομμυρίων).

Πόσοι εξοντωθήκαν στην Ρωσική επανάσταση; Παλιότερα; Πόσους εξόντωσε ο Τζεγκις Χαν και άλλοι.

Όμως το Ολοκαύτωμα ήταν κάτι άλλο: Το να εξοντώσεις σκληρά , ανελέητα, με σφαγές και πολλές φορές γενοκτονίες ένα εθνικό, θρησκευτικό, ταξικό αντίπαλο (μαζί με τις γυναίκες και τα παιδιά τους) ήταν κάτι το σχετικά σύνηθες στην ιστορία.Το έκαναν πολλοί, ακόμα και οι κατά τεκμήριο Δημοκράτες, οι Γάλλοι επαναστάτες .: όχι μόνο έκοψαν καμια 30 αρια χιλιάδες κεφαλιά, αλλά και έπαιξαν στο αίμα την εξέγερση των χωρικών στην Βανδεα.

Όμως το ολοκαύτωμα ήταν η συστηματική και ανερυθριαστη εξόντωση εχθρών που δεν ήσαν καν εχθροί .

Δεν ήταν π.χ εθνικά εχθροί οι Εβραίοι ούτε θρησκευτικά (δεν τους έσωζε η αλλαγή πίστης λογού χάρη). Ήταν ένας κατασκευασμένος, ένας επινοημένος εχθρός συμφωνά με την παράνοια της ναζιστικής ιδεολογίας. Και πως εξοντώνονταν; Ήταν τρομακτικό; σε μικρούς χώρους ( π.χ 300 τμ ) εξοντωντοναν 10.000, 20.000 την ημέρα. Και δεν είχε καν, να κάνει η εξόντωση με τις τύχες του πολέμου. Η εξόντωση έπρεπε να γίνει είτε κέρδιζαν τον πόλεμο είτε όχι.Οι Ναζί στερούσαν δικές τους δυνάμεις από το μέτωπο για να εξοντώσουν Εβραίους. Το Ολοκαύτωμα, ήταν ασύγκριτο στην αχρειότητα του . Ήταν το υπέρτατο κακό.



Και βεβαία το ολοκαύτωμα δεν αφορούσε μόνο τους Εβραίους.Πολλοί θα πουν : φυσικά αφορούσε και κομμουνιστές, Ρώσους, Πολωνούς, Έλληνες. Όμως εγώ δεν εννοώ αυτό. Όχι γιατι δεν εξόντωσαν και αυτούς οι Ναζί. Όμως αυτοί ήσαν αντίπαλοι, στρατιωτικοί ή ιδεολογικοί αντίπαλοι.Όχι, όταν λέω ότι δεν αφορούσε μονό τους Εβραίους, εννοώ τους άλλους αδυνάμους, Αυτούς που δεν έφταιξαν σε τίποτε , αυτούς που ούτε καν (δεν μπορούσαν ) αντισταθήκαν. Μήπως οι πρώτες δοκιμές δεν αφορούσαν τα παιδιά με διανοητικές αναπηρίες; Τους ψυχικά ασθενείς; Ολοκαυτώματα με τά ροζ τρίγωνα, με θύματα τους τσιγγάνους.

Το Ολοκαύτωμα ήταν ένα σχέδιο των Ναζί για να καθαρίσουν την κοινωνία από ότι θεωρούσαν βρώμικο και άρρωστο, να την κάνουν τελεία, καθαρή και υγιή. Το ολοκαύτωμα ήταν ένα πείραμα καθαριότητας.
Ήθελαν την αγνή άσπιλη, αμόλυντη τελεία κοινωνία, ένα όνειρο καθαρότητας και φτιάξανε έναν εφιάλτη




Συνωμοσιολαγνεία και στερεότυπα(klik)


Οι προδρομοι του Ρατσισμου: Κομης Λαπουζ

Ο κομης Λαπουζ(1854-1936) ηταν ενας από τους πλέον σημαντικούς εκπρόσωπους της φυλετικής σκέψης στην Γαλλία μετά τον κόμη Γκομπινώ.


Ο Λαπούζ διακρίνοντας τάσεις παρακμής στη Γαλλική ‘’άρια’’ φυλή της εποχής του, προτείνει μέτρα διόρθωσης :Την απαγόρευση φυλετικών επιμειξιών, την καθιέρωση ενός σοσιαλιστικού τρόπου διακυβέρνησης και την ενδυνάμωση του προτεσταντισμού ως πρότυπου για τίμια εργασία, ενεργοποίηση και δύναμη θέλησης ώστε η εβραϊκή φυλή να χάσει την φυλετική της θέληση και δύναμη επιβίωσης και να αφομοιωθεί εν τέλει από την άρια φυλή.

 Ο καθολικισμός κατά τον Λαπούζ ,υπονόμευσε την ζωτική δύναμη της γαλλικής φυλής ,εγκαταλείποντας κάθε προσπάθεια αγώνα κατά των Εβραίων.


Για την φυλετική θεωρία του Vacher de Lapouge

βλ George L. Mosse, Toward The Final Solution , A History of European Racism, Wisconsin Press ,New York ,1978

---------------------------------------------------------------------------------------------------------
Απο τις'' μεταμορφωσεις της ταυτοτητας: Εθνος νεωτερικότητα και εθνικιστικός Λόγος''του Πέτρου Θεοδωριδη

Δευτέρα, 25 Ιανουαρίου 2010

Περι Αντισημιτισμού Ρατσισμου και εξουσιας





1 Max Horkheimer, Οι Εβραίοι και η Ευρώπη, Εισαγωγή ΄Μτφρ Φώτη Τερζάκη, Επίμετρο Στέφανου Ροζάνη, Χριστόφορου Αργυρόπουλου ,εκδ Έρασμος (οι ιδέες ) 13 (α ΄έκδοση 1980 ) 2006
2 Michel Foucault,Για την υπεράσπιση της κοινωνίας(Παραδόσεις 1976) Μτφ Τιτίκα Δημητρούλια ,Πρόλογος Στέφανος Ροζάνης, Εκδόσεις Ψυχογιός Αθήνα 2002

Προσπαθώντας να ερμηνεύσουμε το αίνιγμα της «Τελικής Λύσης» δηλαδή της απόλυτης φρίκης του Ολοκαυτώματος, μπορούμε να καταφύγουμε -μεταξύ άλλων- σε βιβλία, γραμμένα σε διαφορετικές χρονικές περιόδους και μεταφρασμένα ,σχετικά πρόσφατα, στα ελληνικά:

1.Το πρώτο είναι το άρθρο του Max Horkheimer Οι Εβραίοι και η Ευρώπη, που γράφτηκε τον Σεπτέμβριο του 1939 και δημοσιεύτηκε την ίδια χρονιά στο περιοδικό του Ινστιτούτου Κοινωνικής Έρευνας το Zeitschrift Fur Sozialforschung,που ο εξόριστος τότε στη Νέα Υόρκη κύκλος της Φραγκφούρτης, συνέχιζε να εκδίδει στα γερμανικά. Σύμφωνα με την εισαγωγή του μεταφραστή (Φ.Τερζάκης),στον κύκλο του Ινστιτούτου της Φραγκφούρτης, εμφανίζονται τότε δυο αντιτιθέμενες αναλύσεις γα τον φασισμό:Ο νομικός Franz Neumann και οι μαρξιστές της προηγούμενης γενιάς A.R.l Gurland και Otto Kirchheimer θεωρούσαν ότι ο φασισμός είναι η μορφή της πολιτικής οργάνωσης που ιδιάζει στο ιμπεριαλιστικό στάδιο του καπιταλισμού, με την απορύθμιση όλων των ορθολογικών διαμεσολαβήσεων που χαρακτήριζαν τη φιλελεύθερη πολιτική σφαίρα. Ο εσωτερικός όμως πυρήνας του Ινστιτούτου, με πρώτο τον Φρήντριχ Πόλλοκ, τον οποίο ακολούθησαν οι Χορκχάϊμερ και Αντόρνο, διείδε ότι το γνώρισμα το φασισμού δεν ήταν ένα έλλειμμα ορθολογικότητας αλλά μάλλον η υπερβολή του εργαλειακού ορθολογισμού που χαρακτήριζε ανέκαθεν την κεφαλαιοκρατική οικονομία και την αστική κοινωνία ως κοινωνία της αγοράς.

Για τον Horkheimer, ο νεωτερικός αντισημιτισμός υπήρξε ο προάγγελος της ολοκληρωτικής τάξης πραγμάτων που αναδύθηκε μες από τη φιλελεύθερη Ευρώπη. Το ολοκληρωτικό καθεστώς δεν είναι παρά το προηγούμενο αστικό καθεστώς, χωρίς τις αναστολές του. Ο φασισμός ,είναι η αλήθεια της σύγχρονης κοινωνίας ,που «στερεοποιεί»τις ακραίες ταξικές διακρίσεις που παράγει αναπότρεπτα ο νόμος της υπεραξίας. Η «ίση και δίκαιη ανταλλαγή »οδηγήθηκε ως τον παραλογισμό, δηλαδή στο ολοκληρωτικό καθεστώς. Ετσι ,ακόμα κι η βιτρίνα της οικονομίας της αγοράς προδίδει την χρεοκοπία της. Οι διαφημιστικές ταμπέλες σ όλες τις χώρες είναι τα λαμπρά της μνημεία:Τα πλήθη ,σαν τα παιδιά, ξεγελιούνται ,πιστεύουν ότι, σαν ανεξάρτητα υποκείμενα, έχουν την ελευθερία να διαλέξουν ο,τι οι ίδιοι θέλουν. Αλλά η εκλογή τους είναι, ήδη ,σε μεγάλο βαθμό υπαγορευμένη. Καθώς ο αγοραστής έχει ήδη μάθει να ερμηνεύει τη διαφήμιση ως γενικά συνθήματα στα οποία δεν πρέπει κάποιος να τους εναντιώνεται ,εθίζεται στην .πειθαρχία

Για τον Horkheimer, η διαφήμιση βρίσκει το αληθινό της πρόσωπο στις φασιστικές χώρες. Στις αφίσες οι άνθρωποι ανακαλύπτουν τι πραγματικά είναι: «Στρατιώτες ».Ετσι η διακυβέρνηση αποκτά ένα νέο νόημα:Αντί για υπάλληλους ρουτίνας, χρειάζονται οργανωτές με φαντασία και ανελέητους επόπτες.«Στον όψιμο καπιταλισμό -λέει ο Horkheimer- όλοι μεταμορφώνονται πρώτα σε αποδέκτες κοινωνικών παροχών και ύστερα σε πειθαρχημένους οπαδούς» Η επιδίωξη του κέρδους καταλήγει σε αυτό που ανέκαθεν ήταν: επιδίωξη κοινωνικής ισχύος. Η αληθινή ταυτότητα του νόμιμου ιδιοκτήτη των μέσων παραγωγής, αντανακλάται στο πρόσωπο του φασίστα αρχηγού των ταγμάτων εργασίας.Στις φασιστικές χώρες, ο οικονομικός συγκεντρωτισμός προχωρά ταχύτατα και ενσωματώνεται στην πρακτική μας μεθοδικής βίας. Η οικονομία εκχωρεί τη δύναμη ης στους οικονομικά ισχυρούς. Με την εξάλειψη της ανεργίας δεν διαλύθηκε η απομόνωση των ανθρώπινων πλασμάτων ,καθώς «ο φόβος της ανεργίας έχει μεταμορφωθεί σε φόβο του κράτους».Ετσι τα εθνικιστικά ξεσπάσματα έγιναν το επιτρεπόμενο υποκατάστατο της επανάστασης. Για τον Horkheimer του 1939, ο πιο βασικός λόγος της απάθειας με την οποία ανέχονται οι μάζες τον φασισμό ,είναι η κυνική ελπίδα ότι μπορεί αυτός να αποσπάσει κάτι από τα γύρω ανίσχυρα κράτη. , κάτι από το οποίο θα μπορούσε να επωφεληθεί ακόμα και ο ασήμαντος ανθρωπάκος. Ετσι η σύγκρουση ανάμεσα στο φιλελεύθερο και στο ολοκληρωτικό κράτος δεν εκτυλισσόταν πλέον-μόνο- κατά μήκος των εθνικών συνόρων:«Ο φασισμός επιτίθεται ταυτόχρονα προς τα μέσα και προς τα έξω.» .
Για τον Horkheimer οι Εβραίοι χύνουν πολλά δάκρυα για το παρελθόν. Το ότι η ζωή τους ήταν καλύτερη στον φιλελευθερισμό ,δεν εγγυάται τίποτε για την δικαιοσύνη του τελευταίου. Πολιτική ελευθερία γι όλους, η ισότητα για τους Εβραίους όπως και όλες οι άλλες ανθρωπιστικές θεσμίσεις, έγιναν δεκτές ως μέσα παραγωγικής αξιοποίησης του πλούτου. Με την αλλαγή των συνθηκών, οι θεσμοί έχασαν τον ωφελιμιστικό τους χαρακτήρα στον οποίον όφειλαν την ύπαρξη τους. Η ηθική της οικονομικής ισχύος- ήταν εγγενής στην πραγματικότητα μέσα στην οποία ζούσαν τη ζωή τους οι Εβραίοι. Η ίδια η ορθολογικότητα του οικονομικού συμφέροντος ,σύμφωνα με την οποία οι ηττημένοι ανταγωνιστές βούλιαζαν στις τάξεις του προλεταριάτου και πλήρωναν την αδυναμία τους με τη ζωή τους, εξήγγειλε τώρα(εννοεί το 1939) την καταδίκη των Εβραίων.


Στο φασιστικό κράτος ,το ποιοι θα ζήσουν και το ποιοι είναι καταδικασμένοι να πεθάνουν, έχει αποφασισθεί εκ των πρότερων και φανερά .Οι Εβραίο έχουν χάσει την δύναμη τους ως παράγοντες της εμπορευματικής κυκλοφορίας ,επειδή η σύγχρονη(1939) δομή της οικονομίας θέτει εκτός παιχνιδιού ολόκληρη την εν λόγω σφαίρα. Είναι τα πρώτα θύματα των διαταγών των νέων εξουσιαστών, οι οποίοι αναλαμβάνουν να φέρουν μόνοι τους εις πέρας αυτή τη λειτουργία.
Ο κρατικός χειρισμός του χρήματος, μετατρέπεται σε ωμό χειρισμό των εκπροσώπων του
χρήματος Το σλόγκαν «ανοίξτε τον δρόμο γα τον ικανό» μπορεί κάλλιστα να το χρησιμοποιήσει για λογαριασμό του, ο νικητής. Από την στιγμή που οι Εβραίοι εξευτελιστούν θα χάσουν ακόμα και τα τελευταίο παροδικό αίσθημα αστικής ταξικής αλληλεγγύης:Θα νιώσουν «τον τρόμο οτι ούτε οι πλούσιοι δεν είναι πλέον ασφαλείς ».
Η ελπίδα των Εβραίων που εναποτίθεται στον Δεύτερο παγκόσμιο πόλεμο ,θεωρείται από τον Horkheimer του 1939, θλιβερή.
Όποια κι αν είναι η έκβαση ,ο συνεχόμενος μιλιταρισμός θα συνεχίσει να οδηγεί τον κόσμο σε αυταρχικές μορφές ζωής. Η γερμανική οικονομία στον πρώτο παγκόσμιο πόλεμο ήταν ο προάγγελος των σύγχρονων μακρόπνοων προγραμμάτων:η υποχρεωτική στρατολόγηση στη διάρκεια εκείνου του πολέμου συνιστά- το 1939-κεφαλαιώδες μέρος της ολοκληρωτικής τεχνικής. Για τις στρατιές των εργαζόμενων στην πολεμική βιομηχανία ,στην κατασκευή οδικών δικτύων, υπόγειων σιδηρόδρομων και δημόσιων κτηρίων ,η κινητοποίηση δεν προοιωνίζεται τίποτα νέο εκτός από έναν μαζικό τάφο. Η συνεχής εκσκαφή της γης σε καιρό ειρήνης, ένα ήδη ένας πόλεμος χαρακωμάτων. Το αν βρισκόμαστε σε πόλεμο ή όχι παραμένει ασαφές ακόμα και στους ίδιους τους μαχητές. Οι έννοιες δεν είναι πλέον διακριτές με την σαφήνεια που ήταν στον δέκατο ένατο αιώνα. Ίσως –έλεγε ο Horkheimer -μέσα στον τελικό πανικό οι Εβραίοι διαφύγουν απαρατήρητοι, μακροπρόθεσμα όμως πρέπει να τρέμουν όπως όλος ο κόσμος μπροστά σε αυτό που απλώνεται σε ολόκληρη τη γη. Ίσως μετά από έναν μεγάλο πόλεμο να δούμε να αποκαθίστανται σε ορισμένες περιοχές οι παλαιές οικονομικές συνθήκες γα μια σύντομη περίοδο. Αλλά τότε θα ξαναρχίσει η ίδια διαδικασία. Μετά την κατάρρευση της φιλελεύθερης οικονομίας οι άνθρωποι βρέθηκαν μια για πάντα μπροστά στο δίλημμα:ελευθερία η φασιστική δικτατορία.;
Το μίσος προς τους εβραίους ανήκει –κατά Horkheimer -στην περίοδο ανόδου του φασισμού. Στη Γερμανία, ο αντισημιτισμός υπήρξε μια βαλβίδα ασφαλείας για τα νεαρά μέλη των S. A
Χρησίμευε για να τρομοκρατεί τον πληθυσμό δείχνοντας ότι το σύστημα δεν ορρωδεί προ ουδενός. Τα πογκρόμ είχαν από πολιτική άποψη στόχο περισσότερο τους θεατές παρά ΄τους ίδιους τους Εβραίους.«Σε ηπείρους από των οποίων την παραγωγή θα μπορούσε να ζήσει ολόκληρη η ανθρωπότητα, ο κάθε ζητιάνος φοβάται ότι ο εβραίος πρόσφυγας θα του πάρει το ψωμί.» Εφεδρικές στρατιές ανέργων και μικροαστοί σε ολόκληρο τον κόσμο,- έγραφε ο Horkheimer --αγαπούν τον Χίτλερ για τον αντισημιτισμό του ,και ο πυρήνας της άρχουσας τάξης συμμερίζεται αυτή την αγάπη. «
Όταν η απανθρωπιά αυξάνεται πέραν κάθε λογικού ορίου, οι τρόμοι που την ακολουθούν καταπραΰνονται »
Για τον Horkheimer όποιος συμμετέχει σε μια υπό όρους ανθρώπινη τάξη ,δεν πρέπει να εκπλήσσεται όταν τύχει κάποια στιγμή να πέσει και ο ίδιος θύμα των όρων της:Ετσι, κάποιος ο οποίος δεν ανήκει πουθενά ο οποιος δεν προστατεύεται απ τις συνθήκες που δεν υποστηρίζεται από καμία δύναμη ,ένας ξένος, ένα απλό ανθρώπινο ον ,είναι απολύτως εγκαταλελειμμένος
«Υπάρχουν περίοδοι που το υπάρχον με όλη του την ισχύ και την αποτελεσματικότητα του είναι το ίδιο το κακό» .Οι Εβραίοι κάποτε ήταν υπερήφανοι για τον αφηρημένο τους μονοθεϊσμό, την απόρριψη των ειδώλων και την άρνηση τους να απολυτοποίησουν οτιδήποτε το πεπερασμένο.Η σημερινή τους αγωνία (του 1939)τους ξαναδείχνει τον δρόμο:« Η άρνηση να λατρέψει κάποιος οτιδήποτε το φθαρτό που έχει υπερυψωθεί σε θέση θεού, ακόμα και σε μια Ευρώπη κάτω από τη σιδερένια μπότα είναι η θρησκεία όσων αποδέχονται να αφιερώσουν τη ζωή τους στην προετοιμασία ενός καλύτερου μέλλοντος .»
Οι Εβραίοι, καταλήγει ο Horkheimer «δεν θα μπορέσουν να ζήσουν σαν άνθρωποι ,έως ότου οι άνθρωποι δώσουν οριστικά τέλος στην προϊστορία





2. Το δεύτερο βιβλίο «Για την υπεράσπιση της Κοινωνίας» περιλαμβάνει παραδόσεις του Μισέλ Φουκώ στο College de France, όπου κατείχε από το 1970 την έδρα της Ιστορίας των Συστημάτων της Σκέψης. Πρόκειται για τις 12 παραδόσεις που έγιναν κατά το διάστημα από 7/1/1976 μέχρι 17/3/1976 και εκδόθηκαν το 1977 από τους εκδοτικούς οίκους Gallimard/Le Seuil




Στόχος μας είναι-λέει ο Φουκώ- να προσδιορίσουμε διαμέσου των μηχανισμών, και των σχέσεών τους, τα διάφορα συστήματα εξουσίας, «Για να αναλύσουμε συγκεκριμένα τις σχέσεις εξουσίας θα πρέπει να αφήσουμε κατά μέρος το νομικό μοντέλο της κυριαρχίας το οποίο προϋποθέτει το άτομο ως υποκείμενο φυσικών δικαιωμάτων. Θα πρέπει να μελετήσουμε την εξουσία με βάση την ίδια την σχέση(..).τον τρόπο με τον οποίο οι σχέσεις καθυπόταξης κατασκευάζουν υπηκόους».Ετσι ο Foucault σημειώνει ότι «Με την εξέλιξη των κρατών από τις αρχές του Μεσαίωνα και εξής οι πόλεμοι έχουν την τάση να συγκεντρωθούν σε μια κεντρική εξουσία καταλήγουν σιγά σιγά να γίνουν προνόμιο του κράτους:Η κοινωνία ετσι [...]αντικαταστάθηκε σταδιακά από ένα κράτος με στρατιωτικούς θεσμούς στη διάθεση του .Δημιουργήθηκε λοιπόν ένας λόγος σχετικά με τις σχέσεις κοινωνίας και πόλεμου» Ο πολεμικός λόγος στον οποίο αναφέρεται ο Φουκώ είναι ένας λόγος ιστορικό πολιτικός –πολύ διαφορετικός από τον φιλοσοφικονομικό λόγο. Σε αυτό το συγκεκριμένο σχήμα ανάλυσης -μας λέει ο Foucault -το ομιλούν υποκείμενο βρίσκεται εντός της μάχης, έχει αντιπάλους, πολεμά για τη νίκη. Επιδιώκει να επιβάλλει ένα δίκαιο ,πρόκειται όμως για το δικό του δίκαιο, με τη σφραγίδα της κατάκτησης,:είναι το φυλετικό δικαίωμα ,των εισβολών ή των κατακτήσεων«Πρόκειται για ένα λόγο που αντίστρεφε τις παραδοσιακές αξίες κατανόησης. και ερμηνείας της ιστορίας:Ως αρχή αποκωδικοποίησης θα πρέπει να προβληθεί η σύγχυση της βίας, των παθών, του μίσους και της αντεκδίκησης.»Αυτός ο λόγος περί πολέμου αναπτύσσεται κυρίως κατά τον 17ο αιώνα στην αρχή στην Αγγλία, στην αντιπολίτευση των κοινοβουλευτικών και στους πουριτανούς, με τη ιδέα ότι η αγγλική κοινωνία είναι από τον 9ο αιώνα και εξής μια κοινωνία κατάκτησης:η μοναρχία και η αριστοκρατία, με τους δικούς τους θεσμούς είναι νορμανδικής προέλευσης ενώ ο σαξονικός λαός έχει διατηρήσει με πολύ κόπο ορισμένα στοιχεία από τις πρωταρχικές το ελευθερίες. Ανάλογη ανάλυση συναντάμε στους αριστοκρατικούς κύκλους της Γαλλίας στα τέλη της βασιλείας του Λουδοβίκου IΔ ( με τον Boulainvilliers,) αυτή τη φορά όμως η αφήγηση της ιστορίας και η διεκδίκηση των δικαιωμάτων αφορά τους νικητές:η γαλλική αριστοκρατία προβάλλοντας τη γερμανική της καταγωγή αποκτά ένα δικαίωμα κατάκτησης και απόλυτης επιβολής σε όλους τους κατοίκους, Γαλάτες και Ρωμαίους καθώς και προνόμια σε σχέση με τη βασιλική εξουσία.
Στην συνέχεια των παραδόσεων του ο Foucault διευκρινίζει την αντίληψη του για την ανάλυση της εξουσίας η εξουσία ,πρέπει να αναλύεται ως κάτι που λειτουργεί μόνο αλυσσιδωτά. Η εξουσία ασκείται ως δίκτυο:τα άτομα μονίμως υφίστανται και την ίδια στιγμή ασκούν την εξουσία. Δεν αποτελούν ποτέ ένα ακίνητο στόχο της εξουσίας, αποτελούν μονίμως τους διαύλους της. Με άλλα λόγια, η εξουσία διαμετακομίζεται μέσω των ατόμων, δεν ασκείται επ ¨αυτών Το άτομο είναι ένα αποτέλεσμα της εξουσίας και επειδή ακριβώς συνιστά αποτέλεσμα της, είναι παράλληλα και δίαυλος της: η εξουσία διακινείται διαμέσου του ατόμου το οποίο έχει δημιουργήσει Για τον Foucault, κατά τον 19Οαιώνα συμβαίνει μια κρατικοποίηση τρόπο τινά της βιολογικής κατάστασης:Κατά τον 17ο και 18ο αιώνα εμφανίζονται ορισμένες τεχνικές της εξουσίας που επικεντρώνονταν κυρίως στο σώμα του ατόμου: τεχνικές που αυξάνουν την δύναμη των σωμάτων αυτών με την άσκηση, την προπόνηση κ.λ.π που αποτελούσαν επίσης τεχνικές εξορθολογισμού και αυστηρής οικονομίας μιας εξουσίας που όφειλε να ασκεί με οικονομία ένα ολόκληρο σύστημα επιτήρησης , ιεραρχιών, εποπτειών, έγγραφων, σχέσεων:τεχνολογία που ονομάζει πειθαρχική τεχνολογία της εργασίας .Κατά το δεύτερο ήμισυ του 18ου αιώνα όμως, εμφανίζεται κάτι νέο, μια άλλη τεχνολογία της εξουσίας η οποία δεν είναι πειθαρχική, που εφαρμόζεται, όχι στο σώμα αλλά στη ζωή των ανθρώπων, δεν αφορά τον άνθρωπο σώμα αλλά τον ζώντα-άνθρωπο. Η πειθαρχία προσπαθεί να διευθύνει το πλήθος των ανθρώπων:το πλήθος αυτό μπορεί να αποδομηθεί σε σώματα ατόμων προς εκπαίδευση, επιτήρηση, χρήση, τιμωρία. Η δεύτερη εξουσία δεν εξατομικεύει αλλά μαζικοποιεί, δεν κινείται στην κατεύθυνση του ανθρώπου-σώματος αλλά του ανθρώπου –είδους. Μετά την ανατομικοπολιτική του ανθρώπινου σώματος που δημιουργείται στη διάρκεια του 18ου αιώνα εμφανίζεται στα τέλη του ίδιου αιώνα κάτι διαφορετικό η «βιοπολιτική »του ανθρώπινου είδους.με πρώτα αντικείμενα το ποσοστό γεννήσεων και θανάτων, τον ρυθμό αναπαραγωγής, τη γονιμότητα του πληθυσμού ,τις πρώτες δημογραφικές μετρήσεις, στατιστική μέτρηση ,βιοπολιτική που δεν ασχολείται μόνο με την γονιμότητα όσο και με τη νοσηρότητα, καθώς στα τέλη του 18ου αιώνα το ζήτημα δεν ήταν οι επιδημίες αλλά οι ενδημίες: η μορφή δηλαδή, η φύση η έκταση, η διάρκεια , η ένταση των κυρίαρχων σε ένα πληθυσμό ασθενειών. Αυτά τα φαινόμενα αρχίζουν να λαμβάνονται υπ ’όψη στα τέλη του 18ου αιώνα και οδηγούν στη θέσπιση μιας ιατρικής της οποίας σημαντικότερη λειτουργία θα είναι πια η δημόσια υγιεινή.
Κατά τον Foucault στην νέα βίο-τεχνολογία της εξουσίας δεν έχουμε να κάνουμε, ούτε με την κοινωνία, ούτε με το άτομο –σώμα αλλά με ένα νέο πολλαπλό σώμα:με την έννοια του πληθυσμού. Εμφανίζεται δηλαδή με την τεχνολογία της βιοπολιτικής, η τεχνολογία της εξουσίας επί του πληθυσμού αυτού καθ αυτόν, επί του ανθρώπου ως έμβιου όντος, ,η εξουσία του «διδόναι ζωή».
Η βιοπολιτική αυτή αναπτύσσεται παράλληλα με την σταδιακή απαξίωση του θανάτου: Η μεγαλοπρεπής ,τελετουργική ,δημόσια αναπαράσταση του θανάτου σταδιακά απαλείφθηκε από τα τέλη του 18ου αιώνα και ως τις μέρες μας. Σήμερα ο θάνατος έχει γίνει κάτι το «απόκρυφο, ιδιωτικό ,επαίσχυντο».Το γεγονός αυτό οφείλεται -κατά Foucault -σε μια μεταβολή των τεχνολογιών εξουσίας.Παλιά (και ως τα τέλη του 18ου αιώνα)ο θάνατος αποτελούσε την μετάβαση από την μια εξουσία στην άλλη, ,όπου η μία ήταν η εξουσία του ηγεμόνα επί της γης και η άλλη του ηγεμόνα εν τοις ουρανοίς. Ο θάνατος αποτελούσε επίσης τη μεταβίβαση της εξουσίας του θνήσκοντας, η οποία μεταβιβαζόταν στους επιζώντες :τα τελευταία λόγια, οι τελευταίες συστάσεις, οι τελευταίες επιθυμίες, οι διαθήκες κ.λ.π. Τώρα όμως, που η εξουσία παρεμβαίνει κυρίως για να παρατείνει τη ζωή, για να ελέγξει τα ατυχήματα ,τα απρόοπτα τις αναπηρίες , ο θάνατος ,ως πέρας του βίου γίνεται ξαφνικά το πέρας, το όριο, το τέλος της εξουσίας. Σε σχέση με την εξουσία, είναι ένα στοιχείο εξωτερικό:βρίσκεται εκτός του πεδίου της και η εξουσία μπορεί να το ελέγξει μόνο γενικά, σφαιρικά, στατιστικά. Η εξουσία δεν έχει επιρροή στο θάνατο αλλά στη θνησιμότητα. Επομένως ,ο θάνατος εμπίπτει πλέον ,στη σφαίρα της ιδιωτικής ζωής, της απολύτως προσωπικής ιδιωτικής ζωής. Ετσι κατά τον Foucault από τον 18ο αιώνα και μετά έχουμε δυο τεχνολογίες της εξουσίας ,που δημιουργούνται με κάποια χρονική απόσταση μεταξύ τους και αλληλεπικαλύπτονται. Έχουμε μια πειθαρχική τεχνική: επικεντρώνεται στο σώμα:τα αποτελέσματα της είναι εξατομικευμένα, χειρίζεται το σώμα ως εστία δυνάμεων οι οποίες πρέπει να καταστούν χρήσιμες και μαζί ευπειθείς. Και έχουμε και μια διαφορετική τεχνολογία, η οποία δεν επικεντρώνεται πια στο σώμα αλλά στη ζωή:μια τεχνολογία που συγκεντρώνει τα μαζικά φαινόμενα, που έχει στόχο να ελέγξει τα συγκυριακά συμβάντα που δεν αποσκοπεί στην ατομική εκπαίδευση αλλά στη συνολική ισορροπία, στην ασφάλεια του συνόλου. Μια τεχνολογία η οποία είναι και στις δυο περιπτώσεις μια σωματική τεχνολογία, στην μια όμως το σώμα θεωρείται σε επίπεδο ατόμου, ως οργανισμός προικισμένος με ικανότητες, ενώ στην άλλη τα σώματα εντάσσονται σε συνολικές βιολογικές διαδικασίες
Ετσι έγιναν δυο προσαρμογές στην μηχανική της εξουσίας. Η πρώτη προσαρμογή έγινε για να μη διαφύγουν οι λεπτομέρειες:οι μηχανισμοί της εξουσίας προσαρμόστηκαν στο σώμα του ατόμου με την επιτήρηση και την εκπαίδευση – αυτή ήταν η πειθαρχία:. έγινε πολύ νωρίς στον 17ο και 18ο αιώνα ήδη στο σχολείο, το νοσοκομείο, το στρατόπεδα, Και στη συνέχεια, στα τέλη του 18ου αιώνα, έχουμε μια δεύτερη προσαρμογή, που αφορά τα συνολικά φαινόμενα σχετικά με τον πληθυσμό, με τις βιολογικές ή βιοικοινωνικές διεργασίες των ανθρώπινων μαζών.
Έχουμε λοιπόν δυο ακολουθίες:την ακολουθία σώμα- οργανισμός- πειθαρχία –θεσμοί και την ακολουθία πληθυσμός –βιολογικές διεργασίες –ρυθμιστικοί μηχανισμοί –κράτος:από την μια την οργανική πειθαρχία από την άλλη ένα βιολογικό και κρατικό σύνολο:την βίο-ρύθμιση από πλευράς κράτους
Σε αυτή τη τεχνολογία της εξουσίας υπεισέρχεται ,-σύμφωνα με τον Foucault- ο ρατσισμός. Ο ρατσισμός εντάχθηκε στους μηχανισμούς του κράτους με την ανάδυση της βιοεξουσιας, ως ένας τρόπος για να εισαχθεί επιτέλους στο πεδίο της ζωής, μια τομή ανάμεσα στα στοιχεία που πρέπει να ζήσουν και σε εκείνα που πρέπει να πεθάνουν:η εμφάνιση, η διάκριση, η ιεράρχηση των φυλών, ο χαρακτηρισμός ορισμένων φυλών ως καλών και ορισμένων άλλων ως κατώτερων είναι ένας τρόπος κατακερματισμού του βιολογικού πεδίου, διαχωρισμού της μιας από την άλλη ομάδα, δημιουργίας μιας διαχωριστικής γραμμής βιολογικού τύπου. Θα πρέπει να συμβάλλει στη δημιουργία μιας θετικής σχέσης«όσο πιο πολλούς αφήσεις να πεθάνουν, τόσο περισσότερο για το λόγο αυτό εσύ θα ζήσεις» Ο ρατσισμός ,ενεργοποιεί αυτή την πολεμικού τύπου σχέση «αν θες να ζήσεις ο άλλος πρέπει να πεθάνει» με ένα νέο τρόπο συμβατό προς την βιο εξουσία: με τον θάνατο του άλλου, το θάνατο της κακής φυλής (του εκφυλισμένου, η του μη φυσιολογικού) η ζωή θα γίνει πιο υγιής και πιο καθαρή. Η σχέση αυτή δεν είναι λοιπόν στρατιωτική, πολεμική ή πολιτική: είναι σχέση βιολογική. Οι αντίπαλοι είναι οι εξωτερικοί η εσωτερικοί κίνδυνοι σε σχέση με τον πληθυσμό ,η θανάτωση δεν είναι αποδεκτή στο σύστημα της βίο-εξουσίας παρά μόνο όταν κατατείνει όχι απλώς στη νίκη επί των πολιτικών αντιπάλων, αλλά στην εξόντωση του βιολογικού κίνδυνου και στην ενίσχυση του ίδιου του είδους ή της φυλής. Ο ρατσισμός είναι η προϋπόθεση για την αποδοχή της θανάτωσης σε μια κοινωνία τυποποίησης Μπορούμε να καταλάβουμε το δεσμό που πολύ γρήγορα δημιουργήθηκε ανάμεσα στη βιολογική θεωρία του 19ου αιώνα και στο λόγο της εξουσίας. Κατ ουσίαν η εξελικτική θεωρία υπό την ευρεία έννοια της -όχι τόσο η ίδια η θεωρία του Δαρβίνου αλλά η δέσμη των εννοιών της -(ιεραρχία των ειδών ,πάλη μεταξύ των ειδών για την επιβίωση, επιλογή που εξολοθρεύει τους λιγότερο προσαρμοσμένους) έγινε κατά τον 19ο αιώνα ένας τρόπος μεταγραφής του πολιτικού λόγου σε όρους βιολογικούς.
Στο εξής, ο πόλεμος θα έχει να κάνει με την καταστροφή του πολιτικού αντιπάλου αλλά και της αντίπαλης φυλής επίσης, που θεωρείται πλέον και ως βιολογικός κίνδυνος. Ακόμα περισσότερο όμως ο πόλεμος θα εμφανισθεί στα τέλη του 19ουαιώνα ως ένας τρόπος ενίσχυσης της ίδιας της(δικής μας) φυλής, ως ένας τρόπος ανανέωσης της. «Όσο πιο πολλοί από μας πεθάνουν, τόσο πιο καθαρή θα είναι η φυλή στη οποία ανήκουμε »
Η ιδιαιτερότητα του σύγχρονου ρατσισμού κατά τον Foucault αφορά την τεχνική της εξουσίας, τη λειτουργία του κράτους, το οποίο είναι υποχρεωμένο να χρησιμοποιεί τη φυλή, την εξόντωση των φυλών και την κάθαρση της φυλής. Σε τελική ανάλυση ο ναζισμός αποτελεί όντως την ανάπτυξη των νέων μηχανισμών εξουσίας. Στο ναζιστικό κράτος, το μόνο κράτος στο οποίο οι βιολογικές ρυθμίσεις λαμβάνονται τόσο επίμονα υπόψη: : (αναδοχή του βιολογικού στοιχείου της τεκνοποίησης , της κληρονομικότητας , της ασθένειας ,των ατυχημάτων )ο έλεγχος των απρόοπτων που χαρακτηρίζουν τις βιολογικές διαδικασίες ήταν ένας από τους άμεσους στόχους του καθεστώτος. Παράλληλα όμως με την καθολικά προστατευτική, ρυθμιστική και πειθαρχική κοινωνία έχουμε τη αποχαλίνωση της δολοφονικής εξουσίας, της εξουσίας της θανάτωσης που διατρέχει όλο το κοινωνικό σώμα της ναζιστικής κοινωνίας: δεν παρέχεται στο κράτος μόνο, αλλά σε μια σειρά ατόμων (τάγματα Εφόδου, Ες –Ες ).Στο ναζιστικό κράτος όλος ο κόσμος έχει δικαίωμα ζωής και θανάτου πάνω στο γείτονα του ,έστω και διάμεσου της κατάδοσης. Ο πόλεμος στο ναζισμό παρουσιάζεται ως η έσχατη και αποφασιστική φάση όλων των πολιτικών διαδικασιών:η πολιτική οφείλει να καταλήγει στον πόλεμο. Στόχος του ναζιστικού καθεστώτος δεν είναι απλώς η καταστροφή των άλλων φυλών ,αλλά και η έκθεση της ίδιας της φυλής στον απόλυτο και καθολικό κίνδυνο του θανάτου. Ο κίνδυνος του θανάτου εγγράφεται μεταξύ των θεμελιακών καθηκόντων της ναζιστικής υπακοής και μεταξύ των κυριοτέρων στόχων της πολιτικής του. Ο πληθυσμός ,μόνο αν εκτεθεί ,στο σύνολο του, καθολικά στο θάνατο, θα μπορέσει να γίνει μια ανώτερη φυλή να αναγεννηθεί έναντι των άλλων φυλών οι οποίες θα έχουν εξολοθρευτεί ολοκληρωτικά, ή θα έχουν τελεσίδικα υποδουλωθεί. Στους ναζί έχουμε ένα απολύτως ρατσιστικό κράτος ,δολοφονικό και αυτοκτονικό. χαρακτηριστικά που άλληλα επικαλύπτονται τόσο στη τελική λύση (η οποία είχε στόχο διάμεσου των Εβραίων να εξοντώσει όλες τις άλλες φυλές, σύμβολο και έκφραση των οποίων ήταν οι Εβραίοι)του 1942-1943. και στη συνέχεια στο τηλεγράφημα 71 με το οποίο ο Χίτλερ τον Απρίλιο του 1945 διάτασσε την καταστροφή των συνθηκών ζωής του ίδιου του γερμανικού Λαού .






Μπορούμε πραγματικά να αγαπήσουμε τον ξένο;

Μπορούμε πραγματικά να αγαπήσουμε τον ξένο;

Η Martha C. Nussbaum θυμίζει τα δένδρα που υπάρχουν στη μεγάλη λεωφόρο μπροστά στο Yad Vashem το μνημείο του Ολοκαυτώματος στην Ιερουσαλήμ.

Το κάθε δέντρο τιμά ένα πρόσωπο που κινδύνεψε με θάνατο για να σώσει έναν η περισσότερους εβραίους . «Αυτοί οι άνθρωποι ήσαν οι «goyim» ΄Γάλλοι ,η Βέλγοι, ή Πολωνοί[…]άθεοι, η Χριστιανοί. Είχαν τις δικές τους τοπικές ταυτότητες και εθνικότητες και , συχνά , τις δικές τους θρησκείες[…].Αυτοί οι έντιμοι «goyim» όμως ,κινδύνεψαν να χάσουν όλα όσα είχαν και αγαπούσαν για να σώσουν ένα ξένο»

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Τα url του θείου Ισιδώρα