Αναγνώστες

Παρασκευή 4 Οκτωβρίου 2013

Ζίγκμουντ Μπάουμαν "Ρευστοί καιροί", ΒΙΒΛΙΟΚΡΙΤΙΚΈς

 

Διακρίνοντας
Μετανεωτερικά δεινά

Tης Ελισσαβετ Kοτζια

Οι εξελίξεις που ζούμε στις «ανεπτυγμένες» χώρες διαμορφώνουν ένα πρωτόγνωρο πλαίσιο ζωής, το οποίο μας θέτει απέναντι σε μια σειρά από πρωτοφανείς προκλήσεις. Η εξουσία έχει διαχωριστεί από την πολιτική, καθώς πολλές από τις αρμοδιότητες του εθνικού κράτους έχουν μεταβιβαστεί στον ανεξέλεγκτο παγκόσμιο υπερτοπικό χώρο. Ζούμε στην εποχή του ξεριζώματος και των τεράστιων μεταναστευτικών κυμάτων. Κάθε άτομο εκτίθεται όλο και περισσότερο στις ιδιοτροπίες της αγοράς - οι σχέσεις των ανθρώπων που κάποτε διαμόρφωναν ένα δίχτυ ασφαλείας, γίνονται όλο και πιο ασθενικές, προσωρινές και υποβαθμισμένες. Βιώνουμε μια περίοδο όπου όλες οι κοινωνικές μορφές (δομές, θεσμοί, πρότυπα είναι εξαιρετικά ρευστά), διαθέτουν πολύ μικρό προσδόκιμο ζωής και αδυνατούν να παίξουν το ρόλο ενός σταθερού πλαισίου αναφοράς για την ανθρώπινη δράση. Οι επιτυχίες του παρελθόντος δεν αυξάνουν αναγκαστικά τις πιθανότητες των μελλοντικών νικών, ούτε βέβαια αποτελούν εγγύηση γι’ αυτές. Παράλληλα τα μέσα που δοκιμάστηκαν με επιτυχία στο παρελθόν πρέπει συνέχεια να αναθεωρούνται. Η γρήγορη και πλήρης διαγραφή από τη μνήμη της ξεπερασμένης πληροφορίας και των συνηθειών που παλιώνουν με γοργό ρυθμό μπορεί να είναι πιο σημαντική για την επόμενη επιτυχία, απ’ ό,τι η απομνημόνευση παρελθουσών κινήσεων και η οικοδόμηση στρατηγικών που βασίζονται σε παλαιότερα αποκτηθείσα γνώση. Η κατάρρευση της συστηματικής σκέψης και του μακροπρόθεσμου σχεδιασμού, καθώς και η εξασθένηση των κοινωνικών δομών οδηγούν στον κατακερματισμό της πολιτικής δράσης και του ατομικού βίου. Με αυτά τα λόγια δίνει το στίγμα της σύγχρονης εποχής ο Ζίγκμουντ Μπάουμαν, ένας από τους σημαντικότερους στοχαστές που προσπαθούν να συλλάβουν το πνεύμα της μετανεωτερικής συνθήκης. Στο πρόσφατο βιβλίο του «Ρευστοί Καιροί. Η ζωή την εποχή της αβεβαιότητας» (Μεταίχμιο, μετ. Κωνστ. Δ. Γεώρμας, σελ. 189) ο Πολωνός κοινωνιολόγος επεξεργάζεται την έννοια που ονομάζει «αρνητική παγκοσμιοποίηση» και στην οποία επιρρίπτει ευθύνη για ένα εξαιρετικά μεγάλο πλήθος δεινών: για τον σημερινό κατακερματισμό των πόλεων και των δημόσιων χώρων, για την καταβαράθρωση της κοινωνικής αλληλεγγύης και για την καλλιέργεια μιας εγωπαθούς, αλαζονικής, κι εντέλει ανέφικτης ατομικής ουτοπίας.



Μια από τις σοβαρότερες επιπτώσεις που προκαλεί η απορρύθμιση των παραδοσιακών ισορροπιών, η διάβρωση της κρατικής κυριαρχίας και η ελεύθερη κυκλοφορία κεφαλαίων και αγαθών σε ολόκληρο τον πλανήτη είναι, κατά τον Μπάουμαν, μια αφόρητη αβεβαιότητα και ένας νέου είδους καταλυτικός φόβος. Οι ηλεκτρονικές εικόνες που προβάλλουν την ανθρώπινη μιζέρια και ασωτία σε μέρη μακρινά έχουν εισβάλει στα σπίτια μας τόσο ζωντανά, που έχουν γίνει επαίσχυντα οδυνηρές για μας τους ίδιους. Ανίκανοι άλλωστε να επιβραδύνουμε τον καταιγιστικό ρυθμό των αναρίθμητων «προοδευτικών επιτευγμάτων», συνεχώς προσπαθούμε να ελαχιστοποιήσουμε τις πιθανότητες να είμαστε εμείς οι χαμένοι από τα πολυπληθή κακά που, όπως όλοι μάς διαβεβαιώνουν, μάς περιτριγυρίζουν. Απορροφούμαστε έτσι από την κατασκόπευση των «επτά συμπτωμάτων του καρκίνου», των «πέντε συμπτωμάτων της κατάθλιψης», τον εξορκισμό της υψηλής πίεσης και των υψηλών επιπέδων χοληστερίνης. Είμαστε τα δυνητικά θύματα ασύδοτων παιδεραστών, κοινών κακοποιών, φανατικών τρομοκρατών, κατ’ επανάληψιν δολοφόνων. Και το αποτέλεσμα των επιδεικτικά αυστηρών κατασταλτικών μέτρων προκαλούν, κατά τον Μπάουμαν, το ακριβώς αντίθετο από το επιδιωκόμενο αποτέλεσμα - την ταχύτατη εξάπλωση των επιπέδων του φόβου που διαποτίζουν ολόκληρη την κοινωνία. Παράδειγμα η τρομοκρατία. Το πλήθος και η σοβαρότητα των ενεργειών για την καταπολέμησή της, μας έφερε πολύ εγγύτερα στους στόχους των τρομοκρατών, απ’ όσο οι ίδιοι είχαν ποτέ φανταστεί και ελπίσει - στη διάβρωση δηλαδή των αξιών που συντηρούν τη δημοκρατία και τον σεβασμό των ανθρωπίνων δικαιωμάτων.



Τραγική φιγούρα που συγκεφαλαιώνει το πνεύμα της σύγχρονης αβεβαιότητας αποτελεί βεβαίως, κατά τον Μπάουμαν, η μορφή του παράνομου μετανάστη. Στους χρόνους της παγκοσμιοποιημένης Αγριας Δύσης η παρατεταμένη αθλιότητα δημιουργεί απελπισία σε πολλά εκατομμύρια ανθρώπων. Είναι τα «ανθρώπινα απόβλητα» που καταφτάνουν στην Ευρώπη, χωρίς να έχουν κάποια χρήσιμη λειτουργία να επιτελέσουν στη χώρα της προσωρινής τους παραμονής και χωρίς ταυτόχρονα να υπάρχει καμιά ρεαλιστική προοπτική επιστροφής στη χώρα απ’ όπου προήλθαν. Δύσμοιροι και απέλπιδες αποτελούν τον αυτονόητο στόχο στον οποίο οι «εγκατεστημένοι» διοχετεύουν τη δυσφορία τους και γίνονται παραλήπτες της σημερινής ανεξέλεγκτης οργής για την οποία δεν φέρουν την παραμικρή ευθύνη.


απο την καθημερινη


Του Αποστόλη Αρτινού*




Ζίγκμουντ Μπάουμαν "Ρευστοί καιροί", Εκδ. Μεταίχμιο, μτφ. Κωνσταντίνος Γεωρμάς, σελ. 189, τιμή: 14 ευρώ



Η αφετηριακή διαπίστωση του Zygmount Bauman στους "Ρευστούς καιρούς" του, είναι ότι η ρευστότητα της σύγχρονης κατάστασης δεν μπορεί να πλαισιώσει τον άνθρωπο και να διαμορφώσει τον βίο του. Το αδύναμο ίχνος μιας μορφής διαλύεται μέσα στο ήδη αναδυόμενο σχήμα της επόμενης. Όλα έτσι τα γεγονότα ανακτούν την αυτοτελή, επεισοδιακή τους πλευρά χωρίς να κατορθώνουν όμως να διαγράψουν την εξελικτική τους πρόοδο. Μια δομική αδιαθεσία που εξαχνώνει τον άνθρωπο και την αδύναμη πλέον κοινωνία του, μια αδύναμη μνήμη που εκφυλίζεται διαρκώς και με αυξανόμενο ρυθμό, μια αδύναμη, εν τέλει, γνώση, που δεν συσσωρεύεται, δεν ωριμάζει, δεν αξιολογείται αλλά που διαρκώς καταναλώνει τις πληροφορίες της. Ο άνθρωπος έτσι δεν συμμορφώνεται στην εδραιωμένη του αλήθεια αλλά στην ευελιξία του, στο α-νόητο σύμπαν των «ελεύθερων επιλογών» του.



Αυτό το σύγχρονο περιβάλλον της ρευστότητας, ρευστότητας της πληροφορίας, του χρήματος, των εξοπλισμών, είναι τελικά το περιβάλλον της σύγχρονης ανασφάλειας, ενός μετανεωτερικού φόβου. Με την καίρια όμως επισήμανση του Bauman ότι αυτός ο φόβος δεν εδράζεται στο «υπαρξιακό ρίγος», στην «αυθεντική αγωνία», αλλά είναι τελικά ένας φόβος ανοίκειος, μια συστημική απλώς εκτροπή. Το σύγχρονο φάντασμα της τρομοκρατίας, γιατί περί αυτού πρόκειται, δεν ανιχνεύθηκε στη σκόνη των καταρρέοντων πύργων του Μανχάταν, αλλά εδραιώθηκε με την επʼ άπειρων τηλεοπτική τους αναπαράσταση, με αυτή την εικονική τους αποθέωση. Οι σκέψεις εδώ του Baudrillard είναι αξεπέραστες.



Το κύριο χαρακτηριστικό της εποχής μας είναι για τον Bauman, η υπερπαραγωγή απορριμμάτων, βιομηχανικών, πληροφορικών αλλά όμως και ανθρώπινων. Ένα «πληθυσμιακό πλεόνασμα» που δεν εγγράφεται πουθενά, σε καμιά προοπτική ζωής. Μια απρόσωπη μάζα, απογυμνωμένη από κάθε ταυτότητα, από κάθε εδαφική αναφορά, συνωστισμένη στα σύνορα του νεωτερικού, ερχόμενη απʼ έξω και οδηγούμενη εκτός του. Η θέση του δεν μπορεί παρά να είναι ο προσφυγικός καταυλισμός, αυτός ο χώρος ανακύκλωσης των ανθρώπινων απορριμμάτων. Μια ενδιάμεση εδαφικότητα, μια εφήμερη θέση, που παίρνει όλο και περισσότερο τον χαρακτήρα μιας «ολικής ζωής». Ο κίνδυνος που εκπέμπει ο πρόσφυγας δεν έχει να κάνει τόσο με την πραγματικότητά του όσο με την ανασφαλή θέση του σύγχρονου δυτικού ανθρώπου, μια ανασφάλεια που του κληρονόμησε η ατομικοποίησή του. Αυτή η «επικίνδυνη τάξη» των αποκλεισμένων, η μεγαλύτερη απειλή για τον Zizek που έρχεται, διαγράφει ανάγλυφα ολόκληρη την κοινωνικοπολιτική κρίση της εποχής μας. Ένας αποκλεισμός αμετάκλητος, όπως τον χαρακτηρίζει ο Bauman, που σφραγίζει όλη αυτή την κουλτούρα του απορρίμματος και μαζί της ανακύκλωσής του. Σήμερα οι οικονομικοί πρόσφυγες και οι μακροχρόνια άνεργοι, αύριο οι περιβαλλοντικοί πρόσφυγες, ένας ολόκληρος κόσμος, που θα αυξάνει πληθυσμιακά, και θα παγιώνει τη θέση του, μια θέση εξαίρεσης, αμηχανίας και ανασφάλειας.



Οι σύγχρονες πόλεις γίνονται το θέατρο αυτού του τραύματος. Τα γκέτο των αποκλεισμένων και τα φρουραρχεία των προαστίων. Δυο ξεχωριστοί βιόκοσμοι που διαμορφώνουν μια νέα, οριακή τοπικότητα, χωρίς καμιά όμως χωρική αναφορά. Οι άνθρωποι των γκέτο είναι ξεριζωμένοι και αδιάφοροι και όχι τοπικοί, «ντόπιοι», όπως υποστηρίζει ο Bauman, και η τάξη των προαστίων διαρκώς διασυνδεδεμένη παγκοσμίως. Ένα αστικό περιβάλλον που δεν δομείται πάνω στην εγγύτητα, που πάντοτε χαρακτήριζε τον πολιτισμό των πόλεων, αλλά την απομάκρυνση και περιχαράκωση. Πόλεις εγκλείστων σε «απαγορευτικούς χώρους» που διαρκώς όμως θα επανασχεδιάζονται, θα μετατίθενται, και θα επανασυγκροτούνται σʼ αυτή τη μεγάλη δωρεά της εγγύτητας με τον Άλλον. Η ρευστή νεωτερικότητα που ανταγωνίζεται τα τοπικά νοήματα και η διασύνδεση τον κοινό βίο, αυτή η ιστορία των πόλεων. Ο Bauman αγαπά τις πόλεις, αγαπά την αγέρωχη αμφισημία τους, την ποικιλία των ερεθισμάτων τους, είναι από τους πιο μητροπολιτικούς στοχαστές. Γι' αυτό και απέναντι στον φόβο του ξένου προτείνει τη γοητεία της συνάντησης, αυτόν τον «συγκερασμό των οριζόντων». Οι πόλεις άλλωστε πάντα ήταν οι πόλεις των ξένων, ο τόπος του ανοίκειου. Άλλες εποχές αυτό εξέπεμπε μια γοητεία και άλλες, όπως η σημερινή, ανασφάλεια και φόβο. «Μια αμφίσημη εμπειρία» η πόλη, όπως λέει ο Bauman, μια αμφισημία που χαρακτηρίζει γενικότερα τον αστικό βίο, το αστικό περιβάλλον, και που το καθιστούσε τον τόπο μιας διαρκούς εγρήγορσης.



Ο σημερινός κόσμος είναι για τον Bauman το σύγχρονο περιβάλλον της απογοήτευσης. Μια απογοήτευση που κατακλύζει όλα τα σύνορα του βίου ακόμη κι αυτά τα σύνορα της σκέψης. Ο Bauman αδυνατεί στις απαντήσεις του. Ενώ διατρανώνει την πίστη του στην ουτοπική σκέψη ταυτόχρονα παίρνει και τις αποστάσεις του. Οι διαπιστώσεις του πάνω στον σύγχρονο κόσμο είναι καίριες οι προτάσεις του όμως αδιόρατες, απούσες σχεδόν. Ένας λόγος που μοιάζει αβέβαιος στην έκβαση του, αδύναμος μέσα στον μετεωρισμό των λογοτεχνικών του αναφορών. Ένα αδιέξοδο που ξεπερνά όμως την περίπτωση του Bauman και γίνεται το αδιέξοδο ολόκληρης της εποχής μας, αυτό το αδιέξοδο και της σύγχρονης σκέψης. Αντιγράφοντας τον Calvino απʼ τις «Αόρατες πόλεις» ο Bauman σκανδαλωδώς προτείνει μόνον αυτό: «Να προσπαθήσουμε να μάθουμε και να αναγνωρίσουμε ποιος και τι, μέσα στην κόλαση, δεν είναι κόλαση, και να του δώσουμε διάρκεια, να του δώσουμε χώρο». Ίσως όμως ακόμη και αυτό το λίγο, σήμερα, να είναι ήδη πολύ.
*Αποστόλης Αρτινός www.leximata.blogspot.com



Σάββατο, 10 Οκτωβρίου 2009

Τι γίνεται με τους κοινωνικά απόβλητους;

, Γράφει ο Γιώργος Σιακαντάρης giorsiak@yahoo.gr

ΟΤΑΝ ΓΥΡΙΣΕΙ ΚΑΝΕΙΣ ΚΑΙ ΤΗΝ ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ

ΣΕΛΙΔΑ ΕΝΟΣ ΟΠΟΙΟΥΔΗΠΟΤΕ

ΒΙΒΛΙΟΥ ΤΟΥ ΜΠΑΟΥΜΑΝ

ΑΙΣΘΑΝΕΤΑΙ ΠΙΟ ΠΛΟΥΣΙΟΣ ΑΠΟ

ΠΛΕΥΡΑΣ ΓΝΩΣΕΩΝ ΚΑΙ ΠΙΟ ΠΛΗΡΗΣ

ΑΠΟ ΠΛΕΥΡΑΣ ΑΙΣΘΗΤΙΚΗΣ

ΑΠΟΛΑΥΣΗΣ. Ο ΚΟΣΜΟΣ ΑΥΤΟΥ

ΤΟΥ ΑΝΑΓΝΩΣΤΗ ΔΕΝ ΕΙΝΑΙ ΠΛΕΟΝ Ο ΚΟΣΜΟΣ ΤΟΥ ΠΡΟΦΑΝΟΥΣ, ΑΛΛΑ ΟΥΤΕ ΚΑΙ Ο ΚΟΣΜΟΣ ΤΗΣ ΑΝΕΞΟΔΗΣ ΔΙΑΜΑΡΤΥΡΙΑΣ

Ο Πολωνοεβραίος Ζίγκμουντ Μπάουμαν, ομότιμος καθηγητής Κοινωνιολογίας στα Πανεπιστήμια του Λιντς και της Βαρσοβίας, διαθέτει μια σπάνια ικανότητα. Είναι από τους λίγους συγγραφείς που περιγράφει έναν ιδιαίτερα ζοφερό κόσμο, ενώ ταυτοχρόνως προκαλεί πνευματική ευφορία στον αναγνώστη. Εδώ έχουμε να κάνουμε με τον κόσμο της κριτικής σκέψης, ό,τι υψηλότερο έχει δώσει μέχρι σήμερα ο γήινος πολιτισμός.



Από τις αρχές του ΄90 μέχρι σήμερα, ο Μπάουμαν περιγράφει μια ρευστή κοινωνία, μια κοινωνία που έχει ήδη περάσει από το στάδιο της «σταθερής» νεωτερικότητας στο στάδιο της «ρευστής» νεωτερικότητας. Σ΄ αυτόν τον κόσμο κυρίαρχες δεν είναι οι σταθερές σχέσεις, αλλά οι δεσμοί που στηρίζονται στο «δίκτυο». Η κατάρρευση των σταθερών δομών συνοδεύεται και από την κατάρρευση της συστηματικής σκέψης. Στον παρόντα τόμο (2007) ο Μπάουμαν συμπεριλαμβάνει ορισμένες νέες μεταβλητές στον τρόπο που διαβάζει τη σύγχρονη κοινωνία.



Διαζύγιο

Ο συγγραφέας υποστηρίζει πως σήμερα στη ζωή των κοινωνικών θεσμών προστίθεται ένας ιδιαίτερα σημαντικός διαχωρισμός.



Αυτός ο διαχωρισμός αφορά το διαζύγιο πολιτικής και εξουσίας. Η πολιτική ως η ικανότητα του αποφασίζειν για το κοινό καλό δεν λειτουργεί σε τοπικό επίπεδο, στον χώρο του κράτους- έθνους, αλλά και δεν μπορεί να ευδοκιμήσει σε πλανητικό επίπεδο. Με αλλά λόγια, η εξουσία γίνεται παγκόσμια την ίδια στιγμή που η πολιτική αποδυναμώνεται όλο και περισσότερο περιοριζόμενη σε τοπικό επίπεδο.



Στον ρευστό χαρακτήρα της σημερινής κοινωνίας, ο φόβος αποκτά μια ιδιαίτερη και επικίνδυνη δυναμική. Η κοινωνική ζωή σήμερα κλείνεται πίσω από τοίχους, μισθωμένους φύλακες, θωρακισμένα οχήματα. Η ειδοποιός διαφορά του σημερινού φόβου είναι πως πλέον αυτός δεν είναι φόβος για τις κοινωνικές εξελίξεις, δεν είναι κοινωνικός φόβος. Είναι ένας φόβος που έχει πλέον εγκατασταθεί στο εσωτερικό της ανθρώπινης ύπαρξης, είναι ένας προσωπικός φόβος, ο οποίος δεν ζητεί ασφάλεια, αλλά προστασία. Αυτός ο φόβος όμως επιφέρει πολλά είδη εμπορικού και πολιτικού κέρδους. Η καταπολέμηση της τρομοκρατίας αποτελεί ένα είδος εμπορικής και πολιτικής επένδυσης στον φόβο. Οι δε πολιτικοί χρησιμοποιούν τον φόβο για να αποκτήσουν κοινωνική απήχηση και δύναμη. Την ίδια στιγμή η αποδυνάμωση των κοινωνικών υπηρεσιών αναπληρώνεται από την κερδοφόρα (οικονομικά και πολιτικά) πολιτική των «πανικών ασφάλειας».



Η μόνη αρμοδιότητα που έχει απομείνει στο σημερινό κράτος είναι η διαχείριση των φόβων που προέκυψαν από την απορρύθμιση των κοινωνικών σχέσεων και την εξατομίκευση. Η αίσθηση του ανήκειν κάλυπτε τις φοβίες των ανθρώπων στις προνεωτερικές κοινωνίες, η αλληλεγγύη έκανε το ίδιο στις πρώτες νεωτερικές. Σήμερα, λέει ο Μπάουμαν, το μόνο που μας απομένει για να καλύψουμε τους φόβους μας είναι η αίσθηση του ανταγωνισμού και της κατανάλωσης. Μόνο όμως ένα μικρό βήμα χωρίζει τους εργαζομένους από τους ανέργους και τους τελευταίους από τους παρίες.



Ο άνθρωπος- κυνηγός

Ο σημερινός άνθρωπος ζει στις πόλεις, αλλά δεν έχει επαφή με τους συνανθρώπους του. Οι πόλεις πλέον από καταφύγια μετατρέπονται σε πηγές κινδύνου. Τα «αθέλητα γκέτο» των περιττών συμπληρώνονται με τα «εθελοντικά γκέτο» των πλουσίων και πετυχημένων καταναλωτών.



Σ΄ αυτήν την κατάσταση δεν υπάρχει θέση ούτε για την ουτοπία. Η ιδέα πως ο κόσμος μπορεί να αλλάξει προς το καλύτερο ήταν άγνωστη στον κόσμο των προκαπιταλιστικών- προνεωτερικών κοινωνιών. Στις πρώτες νεωτερικές κοινωνίες ο άνθρωποςκηπουρός ενδιαφέρεται για την αλλαγή όλων των ισορροπιών. Αυτός είναι ο άνθρωπος κατασκευαστής ουτοπιών. Ο σημερινός άνθρωπος- κυνηγός ζει για το κυνήγι τού σήμερα, η μόνη του ουτοπία είναι να παραμείνει κυνηγός ή όπως γλαφυρά τονίζει ο συγγραφέας «ο όρος ουτοπία έχει κυρίως ιδιοποιηθεί για διακοπές, εσωτερική διακόσμηση και εταιρείες καλλυντικών, καθώς και για οίκους μόδας» (σελ. 169). Αυτός είναι ο «ζοφερός» κόσμος του Μπάουμαν. Ο πρόλογος του πολύ καλού μεταφραστή Κωνσταντίνου Γεώρμα εισάγει με σύντομο και σαφή τρόπο τον αναγνώστη στην πλούσια και απολαυστική γραφή του Μπάουμαν.

απο τα  ΝΕΑ




1 σχόλιο:

Ανώνυμος είπε...

Εδώ έχει μια εξαιρετική ανάλυση σχετικά με θέματα αυτού του τύπου αλλά και υπογραμμού:
//papoylis.wordpress.com/ίδους.