Τι απέγιναν οι διανοούμενοι;
Από τον Θανάση Γιαλκέτση Ο Εντσο Τραβέρσο γεννήθηκε το 1957 στο Γκάβι, μια μικρή πόλη του Πιεμόντε στην Ιταλία, και είναι σήμερα καθηγητής Πολιτικής Επιστήμης στο Πανεπιστήμιο Jules Verne στην Αμιέν. Στη γλώσσα μας κυκλοφορεί το βιβλίο του «Διά πυρός και σιδήρου» (Εκδόσεις του Εικοστού Πρώτου, 2013). Το τελευταίο βιβλίο του με τίτλο «Où sont passés les intellectuels?» έχει τη μορφή συνομιλίας με τον δημοσιογράφο Regis Meyran και κυκλοφόρησε πρόσφατα στη Γαλλία (Textuel, 2013). Με αυτήν την αφορμή, ο Εντσο Τραβέρσο έδωσε στο γαλλικό περιοδικό BSCNEWS τη συνέντευξη που ακολουθεί. • Στο βιβλίοΑπό τον Θανάση Γιαλκέτση
Ο Εντσο Τραβέρσο γεννήθηκε το 1957 στο Γκάβι, μια μικρή πόλη του Πιεμόντε στην Ιταλία, και είναι σήμερα καθηγητής Πολιτικής Επιστήμης στο Πανεπιστήμιο Jules Verne στην Αμιέν. Στη γλώσσα μας κυκλοφορεί το βιβλίο του «Διά πυρός και σιδήρου» (Εκδόσεις του Εικοστού Πρώτου, 2013). Το τελευταίο βιβλίο του με τίτλο «Où sont passés les intellectuels?» έχει τη μορφή συνομιλίας με τον δημοσιογράφο Regis Meyran και κυκλοφόρησε πρόσφατα στη Γαλλία (Textuel, 2013). Με αυτήν την αφορμή, ο Εντσο Τραβέρσο έδωσε στο γαλλικό περιοδικό BSCNEWS τη συνέντευξη που ακολουθεί.
• Στο βιβλίο σας μιλάτε για την «απώλεια της αίγλης» του διανοούμενου. Πότε την τοποθετείτε ιστορικά;
Σε ένα γνωστό δοκίμιό του, ο Βάλτερ Μπένγιαμιν θεμελιώνει ένα δεσμό ανάμεσα στην «απώλεια της αίγλης» του έργου τέχνης και την έλευση μιας μαζικής τέχνης που μπορεί να αναπαράγεται τεχνικά, όπως η φωτογραφία ή ο κινηματογράφος. Στο κοινωνικό πεδίο, ο διανοούμενος γεννιέται στα τέλη του 19ου αιώνα, αλλά ενσαρκώνεται από μοναδικές μορφές. Κατ’ αναλογία με τον Μπένγιαμιν, θα μπορούσαμε να πούμε ότι το τέλος της αίγλης του διανοούμενου αντιστοιχεί στην τυποποίησή του από την πολιτιστική βιομηχανία. Από τη στιγμή που η κουλτούρα γίνεται μαζικά παραγόμενο προϊόν, οι παραγωγοί της γίνονται εναλλάξιμοι.
• Η απώλεια της διανοητικής διάστασης θα μπορούσε εν μέρει να προέρχεται και από το γεγονός ότι «οι σύγχρονες κοινωνίες μας ζουν σε ένα διαρκές παρόν, χωρίς ικανότητα προβολής στο μέλλον και με μιαν ιδεοληπτική σχέση με το παρελθόν, το οποίο το γιορτάζουμε θρησκευτικά και το έχουμε μετατρέψει σε εμπορευματικό αντικείμενο», σύμφωνα με τα λόγια του Regis Meyran στον πρόλογο του βιβλίου σας;
Η ιδέα του «παροντισμού» έχει διαδοθεί ευρέως στους ιστορικούς από τότε που διατυπώθηκε από τον François Hartog. Αυτή η ιδέα περιγράφει πολύ καλά, κατά τη γνώμη μου, την εποχή μας ως εποχή μετάβασης από τον 20ό στον 21ο αιώνα. Ζούμε σε έναν κόσμο αποκομμένο από τον ουτοπικό του ορίζοντα, μετά την ήττα των επαναστάσεων του παρελθόντος. Ανίκανοι να προβάλλουμε ένα όραμα στο μέλλον, μένουμε προσκολλημένοι στο παρόν. Ενα παρόν που στοιχειώνεται από την ανάμνηση του περασμένου αιώνα και που είναι φρενιτιώδες και δυναμικό στο εσωτερικό ακίνητων δομών. Ζούμε σε ένα καθεστώς διαρκούς επιτάχυνσης, που δεν αλλάζει την τάξη των πραγμάτων.
• Γιατί, κατά τη γνώμη σας, οι διανοούμενοι επέτρεψαν την απορρόφησή τους από τα Μέσα Μαζικής Επικοινωνίας;
Δεν πρόκειται για «απορρόφηση», για διαφθορά ή προσαρμογή. Η μαζική κουλτούρα παράγει τους δικούς της διανοούμενους, οι οποίοι εργάζονται για τα Μέσα Μαζικής Επικοινωνίας, τον Τύπο, την τηλεόραση, το ραδιόφωνο κ.λπ. Πρέπει να καταγράψουμε το φαινόμενο χωρίς νοσταλγία ούτε και αφελή ενθουσιασμό. Αυτοί οι νέοι διανοούμενοι μπορεί να είναι λαμπροί –για παράδειγμα, υπάρχουν αληθινοί δημιουργοί που εργάζονται για τις τηλεοπτικές σειρές και όχι μόνον στις Ηνωμένες Πολιτείες–, αλλά πρέπει να γνωρίζουν ότι η δραστηριότητά τους εγγράφεται στην πολιτιστική βιομηχανία και στην εμπορευματική οικονομία. Μπορεί να έχουν νέες και πρωτότυπες ιδέες, αλλά η εργασία τους έγκειται στο να παράγουν καταναλωτικά αγαθά. Η αυτονομία τους έχει βαθιά υπονομευτεί σε σχέση με την κλασική εποχή των διανοουμένων, την εποχή των Ζαν-Πολ Σαρτρ, Ελιο Βιτορίνι, Χάινριχ Μπελ ή Τζορτζ Οργουελ.
• Η διάβρωση της νομιμοποίησης του διανοούμενου συμπίπτει με τη διαπλοκή του με την εξουσία;
Οι «ειδικοί» που εργάζονται στα υπουργικά γραφεία στρατολογούνται συχνά από τον κόσμο των ερευνητών, αλλά δεν είναι διανοούμενοι. Δεν εκπληρώνουν μια κριτική λειτουργία, γιατί είναι διεκπεραιωτές και διαχειριστές. Ο κλασικός διανοούμενος είναι εξ ορισμού εξωτερικός προς την εξουσία.
• Ποιος είναι κατά τη γνώμη σας ο ρόλος της επαναστατικής στράτευσης σε έναν διανοούμενο;
Οι διανοούμενοι έγιναν επαναστάτες (ή αντεπαναστάτες) σε μιαν εποχή επαναστάσεων. Αυτή η επιλογή δεν είναι εφικτή –παρά μόνον με όρους εξαιρετικά αφηρημένους– στις σύγχρονες δυτικές κοινωνίες μας. Αλλά θα μπορούσε να γίνει επίκαιρη, όπως έγινε στην περίπτωση του αραβικού κόσμου στη διάρκεια αυτών των τελευταίων χρόνων. Δεν είναι οι διανοούμενοι εκείνοι που κάνουν τις επαναστάσεις. Οι διανοούμενοι μπορούν να επεξεργάζονται νέες ιδέες, να δίνουν μορφή στο ουτοπικό φαντασιακό μιας κοινωνίας, αλλά οι κοινωνικές δυνάμεις που πυροδοτούν μιαν επαναστατική διαδικασία υπερβαίνουν κατά πολύ τους διανοούμενους. Εμφανίζονται τότε καταστάσεις στις οποίες οι διανοούμενοι καλούνται να «αναλάβουν τις ευθύνες τους», να κάνουν επιλογές που μπορούν να προσανατολίσουν την πορεία των γεγονότων.
• Υπογραμμίζετε την αμφισημία καθώς και τη δυσκολία των διανοουμένων όταν αυτοί κατέχουν εξουσία. Μιλάτε ιδιαίτερα για τον Τρότσκι όταν αυτός έγινε επικεφαλής του Κόκκινου Στρατού. Σε τι ο διανοούμενος μπορεί να παραπλανηθεί;
Να «παραπλανηθεί» δεν είναι αναμφίβολα το πιο κατάλληλο ρήμα, αφού ο επαναστάτης διανοούμενος, που ήταν ο Τρότσκι, δεν έκανε πίσω όταν επρόκειτο να πραγματοποιήσει τις ιδέες του. Παραμένει το γεγονός ότι, όταν ήταν στην εξουσία, μεταξύ 1917 και 1923, δεν έγραφε πλέον ως ένα ελεύθερο πνεύμα, αλλά ως κυβερνητικό στέλεχος και ως στρατιωτικός ηγέτης. Αν μπορούμε σίγουρα να συζητήσουμε –και να ασκήσουμε κριτική– την πολιτική του στη διάρκεια του ρωσικού εμφυλίου πολέμου, η διαδρομή του υποδεικνύει ωστόσο ότι δεν «παραπλανήθηκε». Μετά το 1924, απαρνήθηκε την εξουσία προκειμένου να υπερασπίσει τις ιδέες του. Σε γενικές γραμμές, υπήρξε ένας διανοούμενος –δημιουργός ιδεών και επικριτής της εξουσίας- κυρίως κατά τη διάρκεια των χρόνων της εξορίας, πριν και μετά τη ρωσική επανάσταση.
• Θεωρείτε ότι σήμερα στις σύγχρονες κοινωνίες υπάρχουν λιγότεροι διανοούμενοι ή απλώς έχουν χαθεί μέσα στην οχλοβοή των μέσων μαζικής επικοινωνίας;
Ο αριθμός εκείνων που ασκούν ένα διανοητικό επάγγελμα –στην έρευνα, στα Μέσα Μαζικής Επικοινωνίας, στις εκδόσεις κ.λπ.– είναι ασύγκριτα μεγαλύτερος σήμερα από όσο ήταν πριν από έναν αιώνα, όταν η έννοια του διανοούμενου μπήκε στο λεξικό μας. Αλλά ο διανοούμενος παρεμβαίνει στα ζητήματα που απασχολούν την πολιτεία, κάνει να ακουστεί η φωνή του στη δημόσια σφαίρα, πράγμα που δεν συμβαίνει με όλους τους σοφούς, τους ερευνητές και τους συγγραφείς των ημερών μας. Πολυάριθμες είναι οι φωνές εκείνων που εκφράζονται για πολύ ειδικά ή επιμέρους προβλήματα. Αντίθετα, η φωνή των «νομοθετών», σύμφωνα με τη διατύπωση του Ζίγκμουντ Μπάουμαν, των διανοουμένων δηλαδή που προσδιορίζουν έναν ηθικό και πολιτικό ορίζοντα στο εσωτερικό του οποίου μπορούμε να εγγράψουμε τις συζητήσεις μας και τις επιλογές μοντέλων κοινωνίας, είναι πιο σπάνια ή δεν ακούγεται καθόλου.
• Πώς θα ορίζατε έναν διανοούμενο των ημερών μας μέσα στο πλήθος των ειδικών και των τεχνοκρατών που καταλαμβάνουν τα τηλεοπτικά πλατό;
Είναι μια παράφωνη φωνή, η οποία ενοχλεί, η οποία θέτει προκλητικά ερωτήματα, η οποία δεν θεωρεί την κυρίαρχη τάξη πραγμάτων ως φυσική και αμετάβλητη.
• Λέτε στο βιβλίο σας ότι «οι διανοούμενοι οφείλουν να ξανασκεφτούν τη λειτουργία τους σε ένα νέο πλαίσιο». Τι εννοείτε;
Αναφέρομαι στην κριτική που υποτίθεται ότι ενσαρκώνει ο διανοούμενος: κριτική της κυριαρχίας, της καταπίεσης, της εξουσίας, των αδικιών και των ανισοτήτων, που συνεχίζουν να υπάρχουν στον παγκοσμιοποιημένο κόσμο μας.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου