Αναγνώστες

Πέμπτη 17 Ιανουαρίου 2013

Το α-τόπημα της απόλαυσης /ΑΠΟ ΤΟ ΜΠΛΟΓΚ ΛΕΞΗΜΑΤΑ



Το α-τόπημα της απόλαυσης

πηγη: http://leximata.blogspot.com/2012/03/blog-post.html

Αποσπάσματα

  •  '' Ανάμεσα στην ποιητική του Έρωτα και στην πράξη του έρωτα μεσολαβεί μια δια-στροφή, που δεν είναι άλλη για τον Lacan, απ’ τη δια-στροφή του άντρα, απ’ τον ερωτισμό της φαλλικής επιθυμίας. Η φαλλική απόλαυση έρχεται όχι μόνο για να προσδιορίσει το αναφορικό της πεδίο, αυτή τη γυναικεία σεξουαλικότητα, αλλά και για να καταδείξει και το ασύμπτωτο της προοπτικής της, το αδύνατο της απόλαυσης της, της απόλαυσης του όλου της γυναίκας. Όσο ο άντρας εν-τοπίζει το σεξουαλικό του ενδιαφέρον πάνω στο σώμα της γυναίκας τόσο και εκ-τοπίζει την απόλαυση του. Την απόλαυση της έλλειψης, της τομής, που αναγνωρίζεται πάνω στο κατάγραφο σώμα του Άλλου. Το σώμα του Άλλου ως ένας τόπος έλλειψης που συνεχώς ερωτικό-ποιείται και ακριβώς στα σημεία μάλιστα της διαφυγής του, σ’ αυτές τις μαύρες οπές της απόλαυσης, όπως το στόμα, ο πρωκτός, το βλέμμα και η φωνή, που αποκαλύπτουν και τη γυμνότητα του απολαυσιακού σώματος, τη γλωσσική ενσωμάτωση όλων των δυνατών του σημαινόντων. Ο ψυχαναλυτικός λόγος αναγνωρίζει την επιθυμία σ’ αυτή τη διαρκή και ακατάπαυστη εγγραφή αυτής της σωματικής της εν-τύπωσης. Ένα «σωματικό ενδεχόμενο» που εγείρει το φαλλό στα εγγεγραμμένα του ίχνη. Ο Lacan επιμένει πάνω σ’ αυτό το ανεξάντλητο των εγγραφών, στο αδύνατο της μη εγγραφής τους. Μια ενδεχομενική, σωματική αποκάλυψη, ένα ατύχημα σ’ αυτό το συμβαντικό «καθεστώς της συνάντησης». Το σώμα του Άλλου εγγράφεται έτσι στον απολαυσιακό λόγο ως ένα σύμβολο του Πραγματικού, ως αυτό που συμβολίζει τον Άλλον, που τον εν-υποστασιοποιεί μέσα στο βλέμμα της επιθυμίας. Ένα σώμα που υποστασιώνεται στις επικεντρωμένες του εγγραφές, στις εξαιρέσεις του, μια και το σώμα του Άλλου είναι ακατάληπτο στην ολική του ενότητα. Απολαμβάνουμε πάντα τις σημαίνουσες διαφορές του, ό, τι πάντα εξέχει απ’ αυτό. Ο Lacan μπροστά σ’ αυτή την τοπολογική εκτροπή αναγνωρίζει το αποκαλυπτικό καθεστώς αυτών των τομών. Γλωσσικές, εμπειρικές ρηγματώσεις, που αναβλύζουν την επιθυμία, που εγκαταλείπουν το υποκείμενο στην υπόσχεση της έμφυλης απόλαυσης του, και μάλιστα ακριβώς σ’ αυτό το πλημμυρισμένο κενό της διάρρηξης. Η απόλαυση γίνεται έτσι μια ακυρωμένη πλήρωση, το εγκαταλελειμμένο κενό της αναμονής της, ένα Ακόμη, όχι τόσο στο χρόνο της υπόσχεσής του, όσο στον τόπο της εκτροπής του, στο υπομένων και διασαλευμένο ίχνος του Πραγματικού του. Η επιθυμία έτσι του υποκειμένου εν-τοπίζεται στη θέση τώρα ενός εκλιπόντος αντικειμένου που ενθυλακώνεται μυστικά μέσα στο σώμα του Άλλου. Αναγνωρίζουμε στον Άλλον την έλλειψη μας, το ευνουχισμένο μας σημείο, από εδώ και όλη αυτή η ερωτόληπτη μυθολογία περί του συμπληρωματικού άλλου. Αυτό το Ένα που δεν θα γίνει όμως πότε το Ένα της ενότητας μας, αλλά το Ένα της κατάδικής μας μοναξιάς. Είναι στη λακανική ονοματοδοσία αυτό το εκλιπών «αντικείμενο μικρό άλφα» που προδιαγράφει και τον τόπο της επιθυμίας μας. Ένα γλωσσικό α-τόπημα, ένα άφυλο σημαίνον, ούτε αρσενικό ούτε θηλυκό, που αναδύει και τα συμπτώματα της επιθυμίας μας, συμπτώματα όλα στέρησης. Το αντικείμενο μικρό α είναι όπως χαρακτηριστικά λέει ο Lacan, «μια προσποίηση όντος», το πιο φανερό αλλά και το πιο αφανέρωτο μαζί ίχνος του Άλλου, το αληθινό, τουλάχιστον, σημείο μιας ελάχιστης έστω ευχαρίστησης, και ακριβώς εκεί στο πιο σκοτεινό σημείο του Άλλου, στο ρήγμα της ακαταληψίας του, απ’ όπου και αναδύεται η φαντασιακή του σαγήνη. Το σύμπτωμα του Άλλου θα πει ο Lacan, θα είναι και «το ίχνος της εξορίας μας», της εξορίας μας μέσα στη γλώσσα, σ’ αυτόν τον αδύνατο τόπο του Άλλου. Δεν θα ναι πια η ενστικτώδη απόλαυση των ζώων αλλά το γλωσσικό ενδεχόμενο ενός ατυχήματος που θα θεμελιώσει και τον ορίζοντα της συμβαντικής αναμονής του''

    •  Στην απόλαυση πρέπει να υπάρχει πάντα για τον Lacan, η γνώση του «Δεν είναι αυτό», η διάκριση δηλαδή της «λαμβανομένης» από την «αναμενόμενη» απόλαυση, το ελλειπτικό της πεδίο. Μια διάκριση που ανιχνεύεται στον τόπο της γλώσσας. Θα είναι μάλιστα αυτή «η διάσταση του λεχθέντος» που θα μαρτυρά και την κειμενική διάσταση του απολαυσιακού, την εγγεγραμμένη δομικότητά του. Η γλώσσα γίνεται έτσι το όχημα της έλξης και της έξης του Άλλου, ο μοναδικός τόπος και τρόπος της απόλαυσης του. Οι ψυχικές του εγγραφές γίνονται και οι τόποι της μυστικής του μετουσίωσης, της αδιάλειπτης ανάκλησής του. Μόνο πέραν της λέξης ο Άλλος εντοπίζεται ως ένα διαγραμμένο Α. Το σεξουαλικό θα ναι πάντα το γλωσσικό ατύχημα που θα εκτρέπει την απόλαυση στο πειρασμό της πραγμοποιημένης της εμπειρίας. «Έτσι δημιουργείται το άνοιγμα με το οποίο έρχεται ο κόσμος και μας κάνει σύντροφό του. Είναι το ομιλούν σώμα, το οποίο δεν μπορεί να πετύχει να αναπαραχθεί παρά χάρη σε μια παρεξήγηση της απόλαυσης του. Και αναπαράγεται με το να αστοχεί στην απόλαυση του – δηλαδή με το να γαμεί». Η απόλαυση, λέει απ’ την αρχή του εικοστού σεμιναρίου ο Lacan, «είναι αυτό που δεν χρησιμεύει σε τίποτε». Ένα αρνητικό απόθεμα που πάνω του δεν ανιχνεύεται «το σημείο τη αγάπης». Αυτή η ιδιόχειρη πρόταση του Lacan: «Η απόλαυση του Άλλου, του Άλλου με άλφα κεφαλαίο, του σώματος του Άλλου που τον συμβολίζει δεν είναι σημείο της αγάπης». Η απόλαυση του Άλλου δεν αναγνωρίζεται έτσι μέσα στην αμοιβαιότητα του δεσμού της αγάπης, αυτού του αισθηματικού περιβάλλοντος που μας εγείρει ο Άλλος. Η αγάπη δεν αρθρώνεται πάνω στην έμφυλη σχέση. Δεν αγαπάμε ποτέ το φύλο του Άλλου. Αγαπάμε τον Άλλον. Η αγάπη είναι ένας, άλλης τάξεως λόγος. Ο Lacan αναφέρεται μάλιστα εδώ και σ’ ένα ορθογραφικό λάθος που χε κάνει σε μια ερωτική του επιστολή προς μια γυναίκα όταν της έγραφε: «ποτέ δεν θα μάθεις πόσο μου ήσουν αγαπημένος», αντί να γράψει αγαπημένη. Δεν υποκρύπτεται εδώ μια ομοφυλόφιλη έγερση, όπως είχε επισημανθεί στον Lacan, αλλά αυτό ακριβώς το άφυλο ίχνος της αγάπης. Η αγάπη στοχεύει στο ον που διαφεύγει της γλώσσας, γι αυτό και είναι ένα σημείο που δεν μοιράζεται τις απογοητεύσεις της γλώσσας, τις ετεροτοπικές διαφυγές της. Το σημαίνον κενό της διάφυλης σχέσης «το αναπληρώνει ακριβώς η αγάπη». Αναπληρώνει αυτή τη γλωσσική του ανεπάρκεια, το παράλληλο σύμπαν που εγκαθιδρύει μέσα στον ορίζοντα του Είναι, διχάζοντας το. Η αγάπη αναγορεύεται έτσι στο σημαινόμενο των έμφυλων σημαινόντων, η παραμυθία τους, η αδύνατη υπόσχεση που τους δόθηκε στον τόπο της απόλαυσης. Και πάλι τίποτε. Το είπαμε, το προγλωσσικό δεν υφίσταται. Το Ένα των δύο δεν υπάρχει και δεν θα υπάρξει ποτέ. Ο Άλλος και στο διυποκειμενικό σημείο της αγάπης μοιάζει ακατάληπτος, ένα αντικατοπτρικό είδωλο μόνο, μια ναρκισσιστική καθήλωση, κι αυτό μόνο. «Στους δύο, όποιοι και αν είναι, υπάρχει πάντοτε ο Ένας και ο Άλλος, ο Ένας και το αντικείμενο α, και ο Άλλος δεν γίνεται, σε καμιά περίπτωση, να εκληφθεί ως ένα Ένα». Το υποκείμενο της «σχέσης» είναι εν τέλει το υποκείμενο της μοναξιάς, ένα ον εγκαταλελειμμένο στα γλωσσικά του ίχνη, στις αναπόφευκτες και αναπόδραστες εγγραφές του. Το σύμπαν των απευθύνσεών μας καταλήγει σ’ ένα κατάγραφο σημείο, σ’ ένα παλίμψηστο σύμπαν μοναξιάς. Η σεξουαλική σχέση και η αγάπη, θα είναι πάντοτε συνθήκες που θα δοκιμάζονται απ’ το Πραγματικό της ίδιας της αδυνατότητάς τους, από τη διαστροφή της προσήλωσής μας απέναντι στον Άλλον, ακόμη καλύτερα, πάνω στο σώμα του Άλλου, σ’ αυτό το σωματικό ναρκοπέδιο της απόλαυσης μας. Ο Άλλος γίνεται έτσι το σύμπτωμα της κατάδικής μας μοναξιάς, το ίχνος της μοναδικής μας εξορίας. Από το αδύνατο Ένα του δεσμού στο μοναδικό Ένα του «προσίδιου σώματος». Αλλά στο σημείο αυτό μόλις και διανοίγεται μια άλλη προοπτική της λακανικής σκέψης: η αλήθεια του Πολιτικού. Ο ανοίκειος Άλλος εκθέτει την κοινωνικότητα μου στις συμβαντικές του εγέρσεις, στις αναπαραστάσεις της πολιτικής του από-κάλυψης. «Η αγάπη», λέει ο Lacan, «είναι ανέφικτη, και η σεξουαλική σχέση βυθίζεται στο μη νόημα, πράγμα όμως που δεν μειώνει καθόλου το ενδιαφέρον που πρέπει να έχουμε για τον Άλλον». Υπάρχει πιο φιλάνθρωπη σκέψη;


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Τα url του θείου Ισιδώρα