Αναγνώστες
Παρασκευή 15 Μαρτίου 2013
Die Bestimmung des Menschen ''To Kεφάλαιο'', διευθυντική-εποπτική εργασία & οικονομική θεολογία :3 τόμος του Κεφαλαίου, σελ 484, εκδ. Σύγχρονη Εποχή (μετάφραση Μαυρομάτη)αναδημοσιευση
''To Kεφάλαιο'', διευθυντική-εποπτική εργασία & οικονομική θεολογία 3 τόμος του Κεφαλαίου, σελ 484, εκδ. Σύγχρονη Εποχή (μετάφραση Μαυρομάτη)
''Η εργασία της εποπτείας και της διεύθυνσης παρουσιάζεται κατ'ανάγκην παντού, όπου το άμεσο προτσές παραγωγής έχει τη μορφή ενός κοινωνικά συνδυασμένου προτσές και δεν εμφανίζεται σαν ξεχωριστή εργασία των αυτοτελών παραγωγών. Έχει όμως διπλή φύση.
Από τη μια μεριά, σ'όλες τις εργασίες, στις οποίες συνεργάζονται πολλά πρόσωπα, η συνοχή και η ενότητα του προτσές εκφράζεται απαραίτητα με μια διευθύνουσα θέληση και με λειτουργίες που δεν αφορούν τις επιμέρους εργασίες, αλλά τη συνολική δραστηριότητα του εργοστασίου, όπως γίνεται με τον διευθυντή μιας ορχήστρας. Πρόκειται για μια παραγωγική εργασία, που πρέπει να γίνει σε κάθε συνδυασμένο τρόπο παραγωγής.
Από την άλλη μεριά-αν παραβλέψουμε ολότελα των εμπορικό τομέα-η εργασία αυτή της εποπτείας προκύπτει απαραίτητα σε όλους τους τρόπους παραγωγής, που βασίζονται στην αντίθεση ανάμεσα στον εργαζόμενο, τον άμεσο παραγωγό, και στον ιδιοκτήτη των μέσων παραγωγής. Όσο μεγαλύτερη είναι αυτή η αντίθεση, τόσο μεγαλύτερος είναι ο ρόλος που παίζει αυτή η εργασία της εποπτείας. Για αυτό φτάνει το ανώτατό της σημείο στο δουλοκτητικό σύστημα. Γι'αυτό είναι απαραίτητη και στον κεφαλαιοκρατικό τρόπο παραγωγής, γιατί εδώ το προτσές παραγωγής είναι ταυτόχρονα και προτσές κατανάλωσης της εργατικής δύναμης από τον κεφαλαιοκράτη. Απαράλλαχτα, όπως γίνεται στα δεσποτικά κράτη, όπου η εργασία της εποπτείας και της ολόπλευρης ανάμιξης της κυβέρνησης περιλαμβάνει και τα δύο: και την διεκπεραίωση των κοινών υποθέσεων, που προκύπτουν από τη φύση όλων των κοινοτήτων, και τις ειδικές λειτουργίες που προκύπτουν από την αντίθεση της κυβέρνησης προς τις λαϊκές μάζες.
Στους αρχαίους συγγραφείς, που είχαν μπροστά στα μάτια τους το δουλοκτητικό σύστημα, βρίσκουμε στη θεωρία, πράγμα εξάλλου που γινόταν και στη πράξη, και τις δύο πλευρές της εποπτικής εργασίας το ίδιο πέρα για πέρα αδιαχώριστες, όπως στους σύγχρονους οικονομολόγους, οι οποίοι θεωρούν τον κεφαλαιοκρατικό τρόπο παραγωγής σαν τον απόλυτο τρόπο παραγωγής. Από την άλλη μεριά, όπως θα δείξουμε αμέσως με ένα παράδειγμα, οι απολογητές του σύγχρονου συστήματος της δουλείας ξέρουν εξίσου να χρησιμοποιούν την εποπτική εργασία σαν λόγο δικαιολόγησης της δουλείας, όπως οι άλλοι οικονομολόγοι την χρησιμοποιούν σαν λόγο δικαιολόγησης του συστήματος της μισθωτής εργασίας.
Ακολουθούν αποσπάσματα Κάτωνα, Αριστοτέλη, και στη συνέχεια ο Μάρξ γράφει:
'' Η δουλειά της διεύθυνσης και της εποπτείας, εφόσον δεν είναι μια ιδιαίτερη λειτουργία που απορρέει από τη φύση κάθε συνδυασμένης κοινωνικής εργασίας, αλλά από την αντίθεση ανάμεσα στον ιδιοκτήτη των μέσων παραγωγής και στον ιδιοκτήτη μόνο της εργασιακής δύναμης-αδιάφορο αν η εργατική δύναμη αγοράζεται μαζί με τον ίδιο τον εργάτη, όπως γινόταν στο δουλοκτητικό σύστημα, ή αν ο ίδιος ο εργάτης πουλάει την εργατική του δύναμη, και για αυτό το προτσές της παραγωγής εμφανίζεται ταυτόχρονα και σαν το προτσές κατανάλωσης της εργασίας από το κεφάλαιο-αυτήν τη λειτουργία, που πηγάζει από την υποδούλωση του άμεσου παραγωγού, την χρησιμοποιήσανε αρκετά συχνά για να δικαιολογήσουν την ίδια τη σχέση, και η εκμετάλλευση, η ιδιοποίηση ξένης απλήρωτης δουλειάς έχει εξίσου συχνά προβληθεί σαν ο μισθός εργασίας που δικαιούται ο ιδιοκτήτης του κεφαλαίου''..
Ακολουθεί παράδειγμα υπεράσπισης της δουλείας από κάποιον Ο'Κόνορ
''Έτσι λοιπόν, όπως ο δούλος, πρέπει και ο μισθωτός εργάτης να έχει ένα αφεντικό για να τον βάζει να εργάζεται και για να τον κυβερνάει. Και, προϋποθέτοντας αυτήν τη σχέση κυριαρχίας και δουλείας, είναι κανονικό το γεγονός ότι ο μισθωτός εργάτης εξαναγκάζεται να παράγει το δικό του μισθό εργασίας και επιπλέον το μισθό εποπτείας, σαν ανταπόδοση για τη δουλειά κυριαρχίας και εποπτείας πάνω του, ''για να αποζημιώσει δίκαιο το αφεντικό του για το ταλέντο του και για την εργασία που καταβάλλει για να τον κυβερνάει και για να τον κάνει χρήσιμο για τον εαυτό του και για την κοινωνία''.
Η δουλειά της εποπτείας και της διεύθυνσης, εφόσον προκύπτει από τον ανταγωνιστικό χαρακτήρα της κοινωνίας, από την κυριαρχία του κεφαλαίου πάνω στην εργασία και που γι'αυτό είναι κοινή με τον κεφαλαιοκρατικό τρόπο παραγωγής σε όλους τους άλλους τρόπους παραγωγής, οι οποίοι βασίζονται στην ταξική αντίθεση, η δουλειά αυτή είναι και στο καπιταλιστικό σύστημα άμεσα και αδιαχώριστα δεμένη με τις παραγωγικές λειτουργίες, που κάθε συνδυασμένη κοινωνική εργασία επιβάλλει στα ξεχωριστά άτομα σαν ιδιαίτερη εργασία. Ο μισθός εργασίας ενός επιτρόπου ή ενός regisseur, όπως λεγόταν στην φεουδαρχική Γαλλία, χωρίζεται ολότελα από το κέρδος και παίρνει τη μορφή του μισθού εργασίας για ειδικευμένη δουλειά, από τη στιγμή που η επιχείρηση έχει επεκταθεί σε αρκετά μεγάλη κλίμακα, ώστε να μπορεί να πληρώνει έναν τέτοιο διευθυντή (manager), παρ'όλο που οι δικοί μας βιομήχανοι κεφαλαιοκράτες μπορούν να πληρώνουν έναν τέτοιο διευθυντή, απέχουν πολύ από το να ''ασχολούνται με τις κρατικές υποθέσεις ή να φιλοσοφούν''.
Ότι ''η ψυχή του βιομηχανικού μας συστήματος'' δεν είναι οι βιομηχανικοί κεφαλαιοκράτες αλλά οι managers της βιομηχανίας, το σημείωσε ήδη ο Γιουρ. Όσο για το εμπορικό μέρος της επιχείρησης, όσα χρειάζονται να ειπωθούν, ειπώθηκαν ήδη στο προηγούμενο τμήμα αυτού του Βιβλίου.
Η ίδια η κεφαλαιοκρατική παραγωγή οδήγησε τα πράγματα στο σημείο να γυρνάει και να ζητάει δουλειά στους δρόμους η εργασία εποπτείας, εντελώς χωρισμένη από την ιδιοκτησία του κεφαλαίου. Γι'αυτό έγινε περιττό την εργασία αυτή της εποπτείας να την κάνει ο κεφαλαιοκράτης. Ένας διευθυντής ορχήστρας δεν χρειάζεται καθόλου να είναι ιδιοκτήτης των οργάνων της ορχήστρας, ούτε η δουλειά του σαν διευθυντής έχει καμιά σχέση με το ''μισθό''των υπόλοιπων μουσικών. Τα συνεταιρικά εργοστάσια προσφέρουν την απόδειξη ότι σαν λειτουργός της παραγωγής, ο κεφαλαιοκράτης έγινε το ίδιο περιττός, όπως ο ίδιος ο κεφαλαιοκράτης, στην ανώτατη βαθμίδα της ανάπτυξής του, θεωρεί περιττό τον μεγάλο γαιοκτήμονα. Εφόσον η δουλειά του κεφαλαιοκράτη δεν απορρέει από το προτσές παραγωγής απλώς και μόνο γιατί το προτσές αυτό είναι κεφαλαιοκρατικό, εφόσον λοιπόν δεν εξαφανίζεται μαζί με το κεφάλαιο, εφόσον δεν περιορίζεται στη λειτουργία να εκμεταλλεύεται ξένη εργασία, εφόσον λοιπόν προκύπτει από την κοινωνική μορφή της εργασίας, από τον συνδυασμό και τη συνεργασία πολλών για την επίτευξη ενός κοινού αποτελέσματος, η δουλειά αυτή είναι επίσης εντελώς ανεξάρτητη από το κεφάλαιο, όπως αυτή η ίδια η κοινωνική μορφή της εργασίας από τη στιγμή που έχει σπάσει το κεφαλαιοκρατικό περίβλημα. Το να λέμε ότι η εργασία αυτή είναι αναγκαία σαν κεφαλαιοκρατική εργασία, σαν λειτουργία του κεφαλαιοκράτη, δεν σημαίνει τίποτα άλλο, παρά ότι ο αγοραίος οικονομολόγος δεν μπορεί να αναλογιστεί τις μορφές που αναπτύχθηκαν στους κόλπους του κεφαλαιοκρατικού τρόπου παραγωγής, χωρισμένες και απελευθερωμένες από τον αντιφατικό κεφαλαιοκρατικό χαρακτήρα τους. Συγκρινόμενος με τον κεφαλαιοκράτη του χρήματος (σ.σ πιστωτής, τοκοφόρο κεφάλαιο), ο βιομήχανος κεφαλαιοκράτης είναι εργαζόμενος, όμως εργαζόμενος σαν κεφαλαιοκράτης, δηλαδή σαν εκμεταλλευτής ξένης εργασίας. Ο μισθός που διεκδικεί και που εισπράττει για αυτή την εργασία είναι ακριβώς ίσως με την ιδιοποιημένη ποσότητα ξένης εργασίας και εξαρτιέται άμεσα, εφόσον υποβάλλεται στον απαραίτητο κόπο να εκμεταλλεύεται ξένη εργασία, από το βαθμό εκμετάλλευσης αυτής της εργασίας, όχι όμως από το βαθμό του κόπου που του στοιχίζει αυτή η εκμετάλλευση, τον οποίο κόπο μπορεί έναντι μέτριας πληρωμής να τον φορτώσει σε ένα διευθυντή. Ύστερα από κάθε οικονομική κρίση μπορεί στις αγγλικές βιομηχανικές περιοχές να δει κανείς αρκετούς τέως εργοστασιάρχες να εποπτεύουν τώρα σαν διευθυντές στην υπηρεσία νέων ιδιοκτητών, που συχνά πρόκειται για τους πρώην πιστωτές τους, τα προηγούμενα δικά τους εργοστάσια έναντι ενός χαμηλού μισθού.
...Στο συνεταιριστικό εργοστάσιο εκπίπτει ο αντιφατικός χαρακτήρας της εποπτικής εργασίας, γιατί ο διευθυντής πληρώνεται από τους εργάτες, αντί να αντιπροσωπεύει απέναντί τους το κεφάλαιο. Οι μετοχικές επιχειρήσεις γενικά-αναπτύχθηκαν μαζί με το πιστωτικό σύστημα-έχουν την τάση αυτήν την διευθυντική δουλειά σαν λειτουργία να τη χωρίζουν όλο και περισσότερο από την κατοχή του κεφαλαίου, είτε πρόκειται για ίδιον είτε για δανεικό κεφάλαιο, ακριβώς όπως με την ανάπτυξη της αστικής κοινωνίας οι δικαστικές και διοικητικές λειτουργίες χωρίζονται από τη γαιοκτησία, στις αρμοδιότητες της οποίας υπάγονταν την εποχή της φεουδαρχίας. Ενώ όμως, από τη μια μεριά, στον απλό ιδιοκτήτη του κεφαλαίου, στον κεφαλαιοκράτη του χρήματος, αντιπαρατάσσεται ο ενεργός κεφαλαιοκράτης και με την ανάπτυξη της Πίστης το ίδιο αυτό χρηματικό κεφάλαιο παίρνει κοινωνικό χαρακτήρα, συγκεντρώνεται στις τράπεζες και δανείζεται απ'αυτές και όχι πια από τους άμεσους ιδιοκτήτες του, από την άλλη μεριά, ο απλός διευθυντής που δεν κατέχει υπό κανένα τίτλο το κεφάλαιο, ούτε δανεικό ούτε με άλλο τρόπο, εκπληρώνει όλες τις πραγματικές λειτουργίες που υπάγονται στον ενεργό κεφαλαιοκράτη σαν τέτοιο-έτσι παραμένει μόνο ο λειτουργός και εξαφανίζεται ο κεφαλαιοκράτης από το προτσές της παραγωγής σαν περιττό πρόσωπο''.
Σχόλιο
Συνοψίζοντας, η διευθυντική-εποπτική εργασία είναι παραγωγική, αλλά υπό τις αστικές σχέσεις παραγωγής, είναι παραγωγική για το κεφάλαιο. Και επίσης, προϋποθέτει αξιωματικά την ιδιοκτησία του κεφαλαιοκράτη ή γενικά της άρχουσας τάξης. Ο ''ενεργός κεφαλαιοκράτης'' γίνεται ο manager που δεν έχει κανένα τίτλο ιδιοκτησίας. Στη πραγματικότητα όμως ο ιδιοκτήτης των μέσων παραγωγής εξακολουθεί να ιδιοποιείται απλήρωτη εργασία, απλώς τον ''εκπροσωπεί'' στην άμεση παραγωγή ο manager. Συνεπώς ο manager αντιπροσωπεύει όλες τις πραγματικές λειτουργίες του κεφαλαιοκράτη στην άμεση παραγωγή, και ο κεφαλαιοκράτης φαίνεται ως περιττός. Εδώ φαίνεται ακριβώς πως πλεονάζει ο κεφαλαιοκράτης από την άμεση παραγωγή ως ιδιοκτήτης των μέσων παραγωγής. Αυτό το πλεόνασμα είναι κατά κάποιο τρόπο η υπεραξία εκφρασμένη στο επίπεδο της κυριαρχίας. Έτσι φαίνεται πως το κέρδος που ιδιοποιείται ο κεφαλαιοκράτης είναι απλήρωτη εργασία, αφού ο ίδιος δεν εργάστηκε καθόλου, ακόμα και την οργανωτική-διοικητική-εποπτική δουλειά την έκανε ο manager που αμοίβεται με μισθό. Άρα στην περίπτωση αυτή δεν ισχύει ούτε το επιχείρημα ότι το κέρδος προκύπτει από το επιχειρηματικό δαιμόνιο, το ρίσκο κλπ, αφού αυτά είναι αποφάσεις του manager.
Ο Μάρξ παίρνει το χωρισμό του manager από τον ιδιοκτήτη των μέσων παραγωγής για να αντιστρέψει το επιχείρημα των αστών και να απομυστικοποιήσει την εκμετάλλευση. Το αξιωματικό γεγονός της αντίθεσης ιδιοκτητών-μη ιδιοκτητών μέσων παραγωγής, γεννά το πλεόνασμα-υπερπροιόν.
Θα μπορούσαν τα μέσα παραγωγής να είναι ιδιοκτησία των εργατών οι οποίοι θα αναθέτουν σε κάποιον να οργανώσει-εποπτεύσει την εργασία τους έναντι μέρους του συνολικού προϊόντος που θα του το παραχωρούν οι ίδιοι οι εργάτες-ιδιοκτήτες συλλογικά.
Δλδ ο οργανωτής-οργανωτές/επόπτευες επιτελούν παραγωγική εργασία, όμως το θέμα είναι ότι πρέπει να μην αντιπροσωπεύουν το κεφάλαιο ως ξεχωρισμένο από τους εργάτες, αλλά να αντιπροσωπεύουν την ενότητα της παραγωγικής διαδικασίας ως εργατικής ιδιοκτησίας. Στο βαθμό που οι επόπτες αντιπροσωπεύουν το ξεχωρισμένο από τους εργάτες κεφάλαιο-κεφαλαιοκράτη/ιδιοκτήτη μέσων παραγωγής, οι επόπτες αυτή αποτελούν την ''ψυχή'' της διαδικασίας άντλησης υπεραξίας, την ψυχή της ταξικής κυριαρχίας μέσα στο άμεσο παραγωγικό προτσές. Στο βαθμό που αυτοί οι επόπτες είναι εκλεγμένοι και δεσμευμένοι από τους εργάτες στους οποίους ανήκει η ιδιοκτησία των μέσων παραγωγής, αυτοί οι επόπτες αντιπροσωπεύουν μια ενότητα των μερών, όμως αυτή τη φορά όχι υπερβατική, αλλά ''εμμενή υπερβατικότητα''. Δηλαδή πια η υπερέχουσα ενότητα δεν είναι παρά το σημείο ισορροπίας των εργατών, δηλαδή η συλλογική τους απόφαση-συναίνεση στο ποιοί θα είναι οι επόπτες.
Δηλαδή, οι οργανοπαίκτες έχουν την ιδιοκτησία των οργάνων, και εκλέγουν κάποιον ως διευθυντή της ορχήστρας. Αυτός είναι αιρετός και ανακλητός. Έτσι δεν είναι διευθυντής ούτε επόπτης με τη στενή έννοια. Δεσμεύεται στα βασικά από τις αποφάσεις τον εργατών και μπορεί να ανακληθεί άμεσα.
Δηλαδή το γεγονός ότι υπάρχει οργανωτική-εποπτική δουλειά ως λειτουργία δεν αποτελεί ΑΠΟΔΕΙΞΗ ότι ΠΡΕΠΕΙ να έχουμε κεφαλαιοκράτη με δική του ιδιοκτησία των μέσων παραγωγής. Ακριβώς το αντίθετο, όταν έχουμε ξέχωρο το manager από τον κεφαλαιοκράτη, βλέπουμε σε καθαρή μορφή πως η παραγωγική διαδικασία και οι λειτουργίες της μπορούν να υπάρξουν ανεξάρτητα από τη δράση του ταξικού κυρίαρχου-ιδιοκτήτη των μέσων παραγωγής. Έτσι, γιατί να έχει αυτός την ιδιοκτησία και όχι εμείς, που εμπλεκόμαστε άμεσα στην παραγωγική διαδικασία, σε αντίθεση με αυτόν;
Oι απολογητές προσπαθούν να εξισώσουν την ύπαρξη της οργανωτικής-εποπτικής-ολιστικής στιγμής (το όλον είναι διάφορο του αθροίσματος των μερών) με την δήθεν παντοτινότητα της ξέχωρης ιδιοκτησίας των μέσων παραγωγής.
Από το κεφάλαιο περί ''νομαδολογίας'' που βρίσκουμε στο βιβλίο των Deleuze-Guattari ''Χίλια Επίπεδα'' (βλ. εδώ)
''Ο Τζώρτζ Ντυμεζίλ, στις καθοριστικές αναλύσεις του για την Ινδο-Ευρωπαϊκή μυθολογία, έχει αναδείξει ότι η πολιτική επικράτεια, ή επικυριαρχία, διακρίνεται από τις δυο όψεις της: τον μάγο-βασιλιά και τον νομομαθή-κήρυκα. Βασιλιάς και οιωνοσκόπος, Ινδός μαχαραγιάς και βραχμάνος, Ρωμύλος και Νούμα, Βαρούνα και Μίθρας, δεσπότης και νομοθέτης, εκείνος που ενώνει και εκείνος που οργανώνει. Αναμφίβολα, οι δυο αυτοί πόλοι στέκονται αντιθετικά όρος προς όρο, όπως το νεφελώδες με το διαυγές, το βίαιο με το πράο, το ευέλικτο με το δυσκίνητο, το τρομακτικό με το κανονικοποιημένο, η «δέσμευση» με την «ειρήνευση», κτλ. Αλλά η αντιθετικότητα τους είναι σχετική μόνο, λειτουργούν ως ζευγάρι, σε εναλλαγή, σαν να εξέφραζαν την ρωγμή του Ενός, ή αν καθιστούσαν εντός των εαυτών τους την σημαίνουσα ενότητα. «Ταυτόχρονα αντιθετικά και συμπληρωματικά, απαραίτητα το ένα ως προς το άλλο, συνεπώς χωρίς εχθρότητα, ελλειπή μιας μυθολογίας της σύγκρουσης: ένας προσδιορισμός, σε οποιοδήποτε επίπεδο, αυτόματα αναζητά έναν ομόλογο προσδιορισμό σε κάποιο άλλο. Οι δυο προσδιορισμοί μεταξύ τους εξαντλούν το πεδίο της λειτουργίας». Αποτελούν τα βασικά στοιχεία του Κρατικού μηχανισμού, ο οποίος αναπαράγεται στον ρυθμό του Ένα-Δυο, επιβάλλοντας διπολικούς διαχωρισμούς και διαμορφώνοντας έτσι ένα πεδίο εσωτερικότητας. Πρόκειται ακόμη για την διπλή έκφραση που καθιστά τον Κρατικό μηχανισμό σε κοινωνική τάξη''
Βάσει και των αποσπασμάτων του Μάρξ,
1) Κεφαλαιοκράτης ιδιοκτήτης εκτός παραγωγικής διαδικασίας=μάγος/βασιλιάς, αυτός που ενώνει τους συντελεστές παραγωγής, υπερβατική ενότητα-θεολογικός πόλος
2) manager-διευθυντής-''κυβερνήτης'' ( ο Μάρξ παραπέμπει σε Αριστοτέλη που συγκρίνει πολιτικό και οικονομικό τομέα ως προς τη διακυβέρνηση)=''νομομαθής'', ''κήρυκας'', αυτός που ξέρει τί θέλει ο κεφαλαιοκράτης και διευθύνει, αυτός που οργανώνει.
Κεφαλαιοκράτης, απρόσιτος και αόρατος Θεός, ''εκτός'' παραγωγικής διαδικασίας, αξιωματική προϋπόθεση της παραγωγής
Διευθυντής, ορατός κυβερνήτης, άγγελος του Θεού επί της γης (επί της παραγωγικής διαδικασίας).
Η συνειδητοποίηση ότι ο manager κυβερνά, εκτελεί την διοικητική λειτουργία, καθιστά τον κεφαλαιοκράτη, δηλαδή τον Θεό που βρίσκεται ''εκτός'' και ''υπεράνω'' του παραγωγικού σώματος, περιττό.
Δείτε τί λέει και ο Agamben (αναδημοσίευση από το radical desire βλ εδώ):
''Το ότι η αγγελολογία συνιστά, άνευ ετέρου, μια θεωρία τής εξουσίας — το ότι, δηλαδή, ο άγγελος αποτελεί την κατ’ εξοχήν προσωποποίηση τής διακυβέρνησης τού κόσμου — απορρέει ήδη σαφώς από το γεγονός ότι οι χαρακτηριστικές ονομασίες με τις οποίες είναι γνωστοί οι άγγελοι ταυτίζονται μ’ εκείνες των εγκόσμιων εξουσιών''
''Ωστόσο, εδώ έχουμε να κάνουμε με μια βαθύτερη και εντονότερη σύγχυση μεταξύ αγγέλων και επίγειων εξουσιών, η οποία αποδίδεται, βασικά, στο γεγονός ότι οι άγγελοι ως προσωποποιήσεις τής θεϊκής διακυβέρνησης τού κόσμου ταυτίζονται άμεσα με τους «άρχοντες τούτου τού αιώνα» (1 Κορινθίους 2:6). Επομένως, στον Παύλο, είναι δύσκολη η διάκριση μεταξύ επίγειων και αγγελικών εξουσιών λόγω τού ότι τόσο οι μεν όσο και οι δε εκπορεύονται από τον Θεό''.
''Αυτή είναι η θεολογική βάση της πρόνοιας. Αλλά πώς η πρόνοια, πώς αυτή η θεία κυβέρνηση του κόσμου, λειτουργεί; Έτσι, από την αρχή - αυτό ήταν ένα πολύ, πολύ σημαντικό σημείο - βλέπουμε ότι η πρόνοια έχει συλληφθεί ως μία διπλή ή διπολική μηχανή. Αυτό είναι κάτι το σταθερό. Από την αρχή της Θεωρίας έχουμε μια διπλή δομή. Ο Θεός δεν κυβερνά τον κόσμο άμεσα σε όλες τις λεπτομέρειες μέχρι το τελευταίο μικρό ζώο ή έντομο ή σπουργίτι, όπως λέει το ευαγγέλιο, αλλά ο Θεός κυβερνά τον κόσμο μέσα από συμπαντικές αρχές. Οι θεολόγοι διακρίνουν συνεπώς μεταξύ της γενικής πρόνοιας που καθορίζει τους συμπαντικούς νόμους, τους καθολικούς και υπερβατικούς νόμους. Και το πρώτο αυτό αίτιο το αποκαλούν οrdinatio, καθεστηκυία τάξη, και στη συνέχεια υπάρχει μια ειδική πρόνοια που έχει ανατεθεί στους αγγέλους ή τους μηχανισμούς των εμμενών και δευτερευουσών αιτιών και αποκαλείται εκτέλεση, executio, έτσι ώστε η μηχανή της θείας κυβέρνησης να αποτελείται από τον γενικό νόμο και την εκτέλεση.
Δεν έχει σημασία πως οι θεολόγοι έχουν συλλάβει τη σχέση μεταξύ των δύο πόλων, σε κάθε περίπτωση, η διπολική δομή πρέπει να είναι παρούσα. Αν είναι εντελώς διχασμένοι, καμία κυβέρνηση δεν μπορεί να υπάρξει. Θα υπάρχει από την μία πλευρά, μία πανίσχυρη κυριαρχία που είναι ουσιαστικά ανίσχυρη, και από την άλλη, η χαοτική ακαταστασία των συγκεκριμένων πράξεων των παρεμβάσεων της διακυβέρνησης. Μια κυβέρνηση είναι δυνατή μόνο εάν οι δύο πλευρές συντονίζονται σε μια διπολική μηχανή. Έτσι, θα ορίσω κυβέρνηση, όταν θα έχετε τον συντονισμό των δύο αυτών στοιχείων. Γενικό νόμο και εκτέλεση, γενική πρόνοια και ειδική πρόνοια''.
Βλέπουμε δηλαδή, ότι ο κεφαλαιοκράτης είναι αντίστοιχος του Θεού και ο manager της ''εκτέλεσης'', του αγγέλου του Θεού, της διακυβέρνησης. Τον παραλληλισμό αυτόν τον εδραιώνουμε τόσο στο κείμενο των Deleuze-Guattari όσο και του Agamben.
Η διαφορά είναι πως ο Θεός-κεφαλαιοκράτης κυριαρχείται ο ίδιος από τις αντικειμενικές κανονικότητες του Κεφαλαίου (νόμος της αξίας, νόμος της συσσώρευσης). Πρόκειται για τη ''θεία'' καθεστηκυία οικονομική τάξη. Έτσι έχουμε αυτό που ουσιαστικά περιγράφει ο Agamben στο The Kingdom and the Glory, μια εκκοσμικευμένη θεία τάξη (''αόρατο χέρι'' της Αγοράς, που λέει και ο Άνταμ Σμιθ).
Που οφείλονται οι ομοιότητες; Η οργάνωση τόσο της κοινωνίας από το Κράτος όσο και του εργοστασίου ως οργανωμένου παραγωγικού χώρου μπορεί να ιδωθεί από τη σκοπιά της θεωρίας των συνόλων. Θα παρέπεμπε κανείς στον Αλέν Μπαντιού για το ζήτημα αυτό, αλλά και στον Καστοριάδη όσον αφορά τη ''συνολοταυτιστική σκέψη''. Συνόλιση, διατακτικότητα των στοιχείων και συνδυαστική τους, ενότητες-συνδυασμοί στοιχείων με αναφορά τους σε κάποια ''ιδέα ομοιότητας'', κάποιο κοινό γνώρισμα που αποτελεί το συγκολλητικό ιστό τους.
Στο βαθμό που βλέπουμε τη συγκρότηση στοιχείων σε ένα ''κλειστό'' ή τελοσπάντων σχετικά κλειστό σύστημα, θα βλέπουμε τις ιδιότητες που περιγράφονται παραπάνω, και που περιγράφουν ειδικά οι Deleuze-Guattari. Το ίδιο ισχύει και για ένα Κόμμα.
Κατά τους Ντ-Γκ, υπάρχει μια δεύτερη πολλαπλότητα, αυτή του δικτύου. Όσον αφορά τον καπιταλισμό, μπορούμε να διακρίνουμε τον εδαφικό-βιομηχανικό καπιταλισμό από το θαλάσσιο εμπόριο και το χρηματιστήριο στο βαθμό που αυτό δεν εδαφικοποιείται αλλά αποτελεί δικτυακό χώρο (''λείος χώρος'' στη θάλασσα, δικτυακός, ''ροικός'', ''ρευστός'' στις παγκόσμιες χρηματιστηριακές και ψηφιακές συναλλαγές και ανταλλαγές δεδομένων).
Εγγραφή σε:
Σχόλια ανάρτησης (Atom)
-
όταν μας επισκέπτεται η Θεια Ακηδία καμιά φορά Βυθίζομαι σε τρυφερή ανία και καταργείται μέσ...
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου