Έλληνες και Ιουδαίοι κατά την ελληνιστική και ρωμαϊκή περίοδο
Εδώ και καιρό ήθελα να γράψω κάτι για
τις σχέσεις Ελληνισμού και Ιουδαϊσμού κατά την αρχαιότητα. Η συνάντηση
μεταξύ δύο τόσο σημαντικών πολιτισμών, ο πρώτος φύσει πιο οικουμενικός
και ”επεκτατικός”, ο δεύτερος πιο εσωστρεφής, είναι από μόνη
της συναρπαστική και γίνεται ακόμη περισσότερο αν συνυπολογίσουμε ότι
αναφερόμαστε σε δύο από τους βασικούς παράγοντες διαμόρφωσης της
σύγχρονης δυτικής σκέψης, είτε αυτοτελώς είτε μέσα από τη σύνθεσή τους
που επιχείρησε ο Χριστιανισμός. Το θέμα αποκτά ακόμη μεγαλύτερο
ενδιαφέρον αν λάβουμε υπόψη ότι η αντιμετώπισή του έχει σημαδευτεί από
σειρά παρεξηγήσεων και προκαταλήψεων. Πράγματι, ο μέσος άνθρωπος
αντιλαμβάνεται συνήθως τις έννοιες ως αντιθετικές και ερμηνεύει τη σχέση
Ελληνισμού και Ιουδαϊσμού με όρους αντιπαλότητας. Όχι ότι απουσιάζουν
οι αφορμές για μια τέτοια θεώρηση: η παρουσίαση του Αντίοχου Δ΄του
Επιφανούς ως προσωποποίηση του σατανά και οι θεωρίες των Γνωστικών,
οι οποίοι, στο πλαίσιο της δυϊστικής κοσμοθεωρίας τους, συχνά ταύτιζαν
τον Γιαχβέ με τον δημιουργό του ατελούς υλικού κόσμου, αποτελούν
χαρακτηριστικά παραδείγματα της αντίληψης που θεωρεί τις δύο έννοιες
ασύμβατες μεταξύ τους. Φυσικά, η ιστορική πραγματικότητα είναι πολύ πιο
σύνθετη, καθώς καταδεικνύει μια αρκετά παραγωγική σχέση αμφίδρομου (έστω
και όχι κατ’ ανάγκη ισοβαρούς) επηρεασμού.
Είχα, λοιπόν, την επιθυμία να γράψω,
αλλά δεν θεωρώ τον εαυτό μου αρκετά καλό γνώστη του Ιουδαϊσμού ώστε να
γράψω κάτι μόνος μου. Προτίμησα, επομένως, να μεταφέρω ένα από τα
αναγνώσματά μου, προσθέτοντας εδώ κι εκεί κάποιες δικές μου σκέψεις. Το
ανάγνωσμα αυτό είναι το βιβλίο του Γάλλου ιστορικού Μωρίς Σαρτρ, ειδικού στην Ιστορία της ανατολικής Μεσογείου κατά την ελληνιστική και ρωμαϊκή περίοδο, το οποίο φέρει τον τίτλο “Histoires Grecques” (εκδόσεις Seuil, collection L’ univers historique,
Παρίσι 2006, φέτος εκδόθηκε και ως βιβλίο “τσέπης”). Ξεκινώντας από
κάποια πηγή (ένα μύθο, ένα απόσπασμα χρονικού ή αρχαίου ιστορικού
συγγράματος, μια επιγραφή, ένα ψήφισμα πόλης ή ακόμη κι από ένα
νόμισμα), ο συγγραφέας αναλύει διάφορα θέματα της αρχαίας
ελληνικής Ιστορίας, από τα αρχαϊκά χρόνια μέχρι την ύστερη αρχαιότητα (η
τελευταία ιστορία έχει θέμα την Υπατία). Τέσσερις από τις 43 ιστορίες
του βιβλίου αναφέρονται στις σχέσεις Ελληνισμού και Ιουδαϊσμού. Αφήνω,
προς το παρόν, την πρώτη από αυτές (αριθ. 24: “Un onagre pour le roi ou
Grecs, Juifs et hellénisme en Transjordanie”, σελ. 255-262), μια και
έχει χαρακτήρα ας πούμε αναγνωριστικό, για να αναφερθώ συνοπτικά στις
δύο επόμενες και κάπως πιο αναλυτικά στην τελευταία.

Η τρίτη ιστορία (αριθ. 35, “Des martyrs païens à Alexandrie ou Grecs et Juifs à Alexandrie au Ier siècle apr. J.-C.“, σελ.
361-372), αναφέρεται στα γεγονότα του 37 μ.Χ., δηλαδή μόλις έχει ανέβει
στον θρόνο του Ρωμαίου αυτοκράτορα ο Καλιγούλας, τα οποία αποτελούν
πιθανώς το πρώτο πογκρόμ που έχει καταγράψει η Ιστορία και τα οποία
διέσωσε ο εξελληνισμένος Ιουδαίος φιλόσοφος Φίλων ο Αλεξανδρεύς.
Δεν θα σταθούμε σε αναλυτική παράθεση των συμβάντων, τα οποία
παρουσιάζουν τα περισσότερα από τα χαρακτηριστικά των πογκρόμ που
γνώρισε η Ευρώπη κατά τα μεσαιωνικά και νεότερα χρόνια: οι βιαιοπραγίες
περιλάμβαναν αρχικά τον περιορισμό του εβραϊκού πληθυσμού σε ένα τμήμα
μιας εκ των συνοικιών (“μοιρών”) της Αλεξάνδρειας, δηλαδή ουσιαστικά σε
ένα γκέτο, λεηλασίες και δολοφονίες. Όσοι έχουν γερό στομάχι μπορούν να
διαβάσουν την περιγραφή του Φίλωνος (“Εις Φλάκκον”, 55 επ., και “Προς Γάΐον”, 124 επ.).
Θα επισημάνουμε απλώς ότι σε αντίθεση με τα πογκρόμ στη χριστιανική
Ευρώπη, οι ταραχές στην Αλεξάνδρεια δεν έχουν ως αιτία (ή αφορμή) τις
θρησκευτικές διαφορές, αλλά οφείλονται σε πολιτικά και κοινωνικά αίτια.
Θα πούμε ότι η εβραϊκή κοινότητα της Αλεξάνδρειας ήκμασε στα χρόνια των
Πτολεμαίων (η περίφημη μετάφραση των Εβδομήκοντα δεν αποτελεί μια έμμεση
απόδειξη για αυτό;), προφανέστατα γιατί οι Λαγίδες ακολούθησαν πολιτική
αρκετά φιλική προς αυτήν. Άλλωστε, ο στοιχειώδης πολιτικός ρεαλισμός
επέβαλλε την πολιτική αυτή έναντι μιας κοινότητας, της οποίας οι
δραστηριότητες ήταν χρήσιμες για την οικονομία του κράτους. Με τη
ρωμαϊκή κυριαρχία, η κατάσταση των Εβραίων επιδεινώθηκε. Στην
Αλεξάνδρεια της εποχής ελάχιστοι επιφανείς πολίτες είχαν αποκτήσει τη
ρωμαϊκή ιθαγένεια. Όσον αφορά τους υπόλοιπους κατοίκους, η Ρώμη
αναγνώριζε πολιτικά δικαιώματα μόνον στους “Αλεξανδρείς”, δηλαδή στους
Έλληνες πολίτες της Αλεξάνδρειας. Προσπαθώντας να αποκτήσουν κάποια
δικαιώματα, οι Εβραίοι της Αλεξάνδρειας επιχείρησαν να πείσουν τις αρχές
ότι και αυτοί ήταν “Αλεξανδρείς”, καθώς, όπως ισχυρίζονταν, η κοινότητά
τους υπήρχε στην Αλεξάνδρεια από ιδρύσεως της πόλης. Οι ενέργειες αυτές
εξαγρίωσαν τον ελληνικό πληθυσμό, γιατί τυχόν επιτυχία της προσπάθειας
των Ιουδαίων θα σήμαινε λιγότερη εξουσία και, ιδίως, μικρότερα μερίδια
στις διανομές τροφίμων από τις αρχές. Το αποτέλεσμα, δυστυχώς,
γνωρίζουμε ποιό ήταν.
Το πιο μεγάλο ενδιαφέρον, όμως, το έχει η τέταρτη ιστορία, γιατί δείχνει τη συνύπαρξη και όχι τη σύγκρουση Ελλήνων και Εβραίων (αριθ. 41, “Uriner devant Aphrodite ou Juifs et Grecs six siècles plus tard“, σελ. 417-425). Η πηγή εν προκειμένω δεν είναι κάποιο ιστορικό σύγγραμα, αλλά ένα απόσπασμα της Μισνά (משנה),
δηλαδή του σώματος των ερμηνευτικών σχολίων στον Νόμο (Μισνά Αβοντά
Ζαρά 3,4: πρόκειται ακριβώς για το τμήμα της Μισνά που πραγματεύεται το
ζήτημα της ειδωλολατρείας). Βρισκόμαστε στην Πτολεμαϊδα της Φοινίκης,
τον μετέπειτα Άγιο Ιωάννη της Άκρας στα χρόνια των σταυροφοριών και των
φραγκικών κρατών της Συρίας-Παλαιστίνης, τη σημερινή Άκκο στο Ισραήλ,
στα τέλη του 1ου αι. μ.Χ.. Ένας Έλληνας, ο Πρόκλος Φιλοσόφου (κατά πάσα
πιθανότητα φανταστικό πρόσωπο) βρίσκεται στις θέρμες της Αφροδίτης μαζί
με τον Φαρισαίο νομοδιδάσκαλο Γαμαλιήλ Β΄ (Rabban Gamaliel II, רבן גמליאל דיבנה), προεδρεύοντα του Σανεντρίν ( סַנְהֶדְרִין),
δηλαδή του ανώτατου ιουδαϊκού συμβουλίου (η λέξη όπως είναι προφανές
ετυμολογείται από την ελληνική “συνέδριον”). Ο Έλληνας ρωτά τον Εβραίο
νομοδιδάσκαλο: Αφού γράφει στην Τορά σας “οὐ προσκολληθήσεται ἐν τη̨̃
χειρί σου οὐδέν ἀπό του̃ ἀναθέματος” (Δευτερονόμιον 13,18), εσύ πώς
λούζεσαι στις θέρμες της Αφροδίτης; Ο Γαμαλιήλ του αποκρίνεται ότι δεν
μπορεί να του απαντήσει στο ερώτημα αυτό μέσα στα λουτρά. Μόλις βγουν
από τις θέρμες, του εξηγεί: “Οι θέρμες δεν χτίστηκαν για να αποτελούν
ένα στολίδι που θα τιμά τη θεά Αφροδίτη, αλλά το άγαλμα της Αφροδίτης
έχει τοποθετηθεί για να διακοσμεί τις θέρμες. Άλλωστε, ακόμα κι αν σε
πλήρωναν αδρά για αυτό, δεν θα έμπαινες στον ναό της θεάς γυμνός ούτε θα
ουρούσες μπροστά στο άγαλμά της. Εδώ, όμως, το άγαλμα βρίσκεται σχεδόν
πάνω από τα ουρητήρια… Στον Νόμο μας είναι γραμμένο ότι οι θεοί των
άλλων είναι κάτι το απαγορευμένο για μας όταν λατρεύονται σαν θεοί…”.

Το απόσπασμα αποδεικνύει επαρκώς
τη διάδραση Ελληνισμού-Ιουδαϊσμού. Ο Έλληνας γνωρίζει αρκετά για την
ιουδαϊκή θρησκεία, καθώς έχει αποστηθίσει χωρία της Τορά. Την ίδια
στιγμή, ένας επιφανής Ιουδαίος βρίσκεται στα λουτρά (χώρο αναψυχής,
κοινωνικών συναναστροφών και πνευματικών αναζητήσεων σύμφωνα με τις
ελληνικές αντιλήψεις) και ξεκινά μια φιλοσοφική συζήτηση, συνήθειες
απολύτως ελληνικές. Βεβαίως, θέτει κάποια όρια, καθώς αρνείται να
συζητήσει μέσα στα λουτρά για θέματα που αφορούν την Τορά. Όταν όμως
δίνει απαντήσεις, εισάγει στον εβραϊκό τρόπο σκέψης ιδέες και έννοιες
σαφώς νεωτεριστικές, εξέλιξη στην οποία δεν είναι καθόλου αμέτοχη η
επίδραση του Ελληνισμού. Για να αναπτύξει τις ιδέες του, ο Γαμαλιήλ
χρησιμοποεί ατόφια τη μαιευτική του Σωκράτη, και μέσω αυτής προβαίνει σε
μια σημαντική (και καινοτόμο για τον ιουδαϊκό τρόπο σκέψης) διάκριση
ανάμεσα στα είδωλα και τις απεικονίσεις που έχουν θρησκευτικό και
λατρευτικό σκοπό (και, ως εκ τούτου, είναι απαγορευμένα αντικείμενα για
έναν Εβραίο) και σε αυτά που δεν έχουν, είναι διακοσμητικά αντικείμενα ή
έργα τέχνης και για τα οποία δεν ισχύει η απαγόρευση του Νόμου. Όπως
σημειώνει ο Σαρτρ “σε μια διαπολιτισμική κοινωνία, κάθε ομάδα, χωρίς να
απαρνείται την ταυτότητά της, προσπαθεί να απαλλαγεί από τους κανόνες
που την απομονώνουν ανώφελα, προκειμένου να διατηρήσει το ουσιώδες”. Η
αντίδραση είναι απολύτως εύλογη στην εποχή μετά τον Πρώτο Ιουδαϊκό
Πόλεμο, την καταστροφή του Ναού και την εκδίωξη από την Ιερουσαλήμ,
εποχή κατά την οποία οι Εβραίοι ζουν ως μειονότητα σε πόλεις όπου
κυριαρχούν ξένοι. Στο πλαίσιο αυτό, η τήρηση κατά γράμμα
κάποιων θρησκευτικών κανόνων καθίσταται στείρα πρακτική. Αν το
Ταλμούδ επαινεί τον ραββίνο Ναούμ μπαρ Σιμάι επειδή σ’ όλη του τη ζωή
δεν αντίκρισε ούτε μια φορά απεικόνιση ανθρώπινης μορφής, ούτε καν σε
νόμισμα, κανείς άνθρωπος που ζει φυσιολογική ζωή δεν θα μπορούσε
να τηρήσει πιστά μια τέτοια απαγόρευση. “Μόνο ένας ραββίνος που δεν
χρειάζεται να κάνει ο ίδιος τα καθημερινά ψώνια του ή να πληρώσει τους
φόρους του”.
Εκτός, όμως, από την ανάγκη προσαρμογής
στις νέες συνθήκες, η εξέλιξη της ιουδαϊκής σκέψης οφείλεται σε μεγάλο
βαθμό στην επίδραση που άσκησε σ’ αυτήν ο ελληνικός τρόπος σκέψης, τόσο
πριν όσο και μετά την εξέγερση των Μακκαβαίων (δηλαδή ακόμα και όσο
υπήρχε ανεξάρτητο εβραϊκό κράτος). Οι ελληνικές επιρροές είναι εμφανείς
σε πολλούς τομείς. Το πασίγνωστο βιβλίο του Εκκλησιαστή (Κοχελέτ,
קהלת ), το οποίο γράφτηκε τον 3ο αι. π.Χ. διαπνέεται από τη φιλοσοφία
του στωϊκισμού. Το βιβλίο της Ιουδήθ, με χαρακτήρα καθαρά εθνικιστικό
καθώς η ιστορία της σύγκρουσης Εβραίων και Ασσυρίων αποτελεί αλληγορία
που υπονοεί τον αγώνα κατά των Σελευκιδών, ακολουθεί ως προς τη δομή και
τη μυθοπλασία καθαρά ελληνικά πρότυπα. Ακόμη, είναι πολλά τα
παραδείγματα Ιουδαίων που συγγράφουν τα έργα τους στα ελληνικά, από τον
Φίλωνα μέχρι τον γνωστό ιστορικό Φλάβιο Ιώσηπο.
Με άλλα λόγια, το διαπολιτισμικό και
πολυεθνοτικό περιβάλλον στο οποίο ζουν, αναγκάζει τους Εβραίους να
αναζητήσουν τα ουσιώδη στοιχεία της ταυτότητάς του χρησιμοποιώντας σε
μεγάλο βαθμό τα πνευματικά μέσα που τους παρέχει ο Ελληνισμός. Χωρίς να
παραγνωρίζουμε τις αναπόφευκτες συγκρούσεις που σημάδεψαν τις σχέσεις
Ιουδαϊσμού και Ελληνισμού, έχουμε μπροστά μας ένα καλό παράδειγμα
πολιτισμικής διάδρασης που οδήγησε σε εξέλιξη. Θα προτιμούσα ειλικρινά
να σταθώ σ’ αυτό.
About these ads
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου