Αναγνώστες

Κυριακή 14 Αυγούστου 2011

αφου δεν Μπορει να καταλάβει αυτο το Καμερον το τι συνεβηστην Αγγλια ας προσπαθησουμενα καταλάβουμε εμείς με τι - Νεοφιλελευθερη χοντροκεφαλιά εχουμε να κανουμε .. Ας ξεκινησουμε με την κ Θατσερ (μπρρρ)

Μάργκαρετ Θάτσερ

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Βαρώνη Θάτσερ
Margaret Thatcher.png
Θητεία
4 Μαΐου 1979 – 28 Νοεμβρίου 1990
Αντιπρόεδρος Ουίλλιαμ Ουάϊτλο (1979–1988)
Τζέοφφρι Χόου (1989–1990)
Μονάρχης Ελισάβετ Β΄
Προκάτοχος Τζέιμς Κάλλαχαν
Διάδοχος Τζον Μέιτζορ
Θητεία
11 Φεβρουαρίου 1975 – 4 Mαΐου 1979
Πρωθυπουργός Χάρολντ Ουίλσον
Τζέιμς Κάλλαχαν
Μονάρχης Ελισάβετ Β΄ του Ηνωμένου Βασιλείου
Προκάτοχος Έντουαρντ Χιθ
Διάδοχος Τζέιμς Κάλλαχαν
Θητεία
20 Ιουνίου 1970 – 4 Mαρτίου 1974
Πρωθυπουργός Έντουαρντ Χιθ
Προκάτοχος Έντουαρντ Σορτ
Διάδοχος Ρέτζιναλντ Πρέντις
Θητεία
8 Oκτωβρίου 1959 – 9 Aπριλίου 1992
Προκάτοχος Τζον Κράουντερ
Διάδοχος Χάρτλεϊ Μπουθ
Προσωπικά στοιχεία
Γέννηση 13 Οκτωβρίου 1925
Λίνκολνσάιρ, Αγγλία, Ηνωμένο Βασίλειο
Πολιτικό Κόμμα Συντηρητικό Κόμμα
Επάγγελμα Πολιτικός
Η Μάργκαρετ Θάτσερ
Η Μάργκαρετ Θάτσερ (πλήρες όνομα Margaret Hilda Thatcher), σήμερα Βαρώνη Θάτσερ και μέλος της Βουλής των Λόρδων, ήταν αρχηγός του Συντηρητικού Κόμματος του Ηνωμένου Βασιλείου από το 1975 ως το 1990 και Πρωθυπουργός της χώρας από το 1979 ως το 1990. Ήταν η πρώτη και μόνη ως σήμερα γυναίκα που κατέλαβε αυτές τις δύο θέσεις.

Πίνακας περιεχομένων

[Απόκρυψη]

Η ζωή της

Το πατρικό της όνομα ήταν Margaret Hilda Roberts. Γεννήθηκε στις 13 Οκτωβρίου 1925 και μεγάλωσε στην πόλη Grantham της επαρχίας Lincolnshire. Ο πατέρας της ήταν παντοπώλης και αναμιγνυόταν στην τοπική πολιτική ζωή, ενώ ήταν και ιερέας εκκλησίας Μεθοδιστών. Η οικογένειά της ανήκε στο Εργατικό Κόμμα. Είχε και μια μεγαλύτερη αδερφή, την Muriel (1921-2004). Ανατράφηκε ως ευσεβής Μεθοδίστρια.
Η Μάργκαρετ Θάτσερ ήταν καλή μαθήτρια. Φοίτησε στο Κολλέγιο Somerville και το 1944 γράφτηκε στο Πανεπιστήμιο της Οξφόρδης για να σπουδάσει χημεία και ειδικά κρυσταλλογραφία. Το 1946 εκλέχθηκε Πρόεδρος της Συντηρητικής Ένωσης του Πανεπιστημίου Οξφόρδης. Μετά την αποφοίτησή της εργάστηκε σε διάφορες εταιρίες ως ερευνήτρια χημικός.
Το 1951 παντρεύτηκε τον Ντένις Θάτσερ, έναν διαζευγμένο πλούσιο επιχειρηματία, ο οποίος χρηματοδότησε τις νομικές σπουδές της Μάργκαρετ. Το 1953 γεννήθηκαν τα δίδυμα παιδιά τους, την ίδια χρονιά που η ίδια τελείωσε τις σπουδές της, ειδικευόμενη στο φορολογικό δίκαιο.

Πολιτική καριέρα

] Στο Συντηρητικό Κόμμα

Το 1959 εξελέγη στη Βουλή των Κοινοτήτων και το 1965 ορίστηκε εκπρόσωπος του Συντηρητικού Κόμματος. Υποστήριξε προτάσεις νόμου για την αποποινικοποίηση της ανδρικής ομοφυλοφιλίας, τη νομιμοποίηση των αμβλώσεων, τη διατήρηση της θανατικής ποινής, αλλά ψήφισε ενάντια στη χαλάρωση των νόμων περί διαζυγίου. Άσκησε σκληρή κριτική στην πολιτική υψηλής φορολογίας των Εργατικών, θεωρώντας την βήμα «όχι προς το σοσιαλισμό, αλλά προς τον κομμουνισμό». Διετέλεσε «σκιώδης» υπουργός Μεταφορών και κατόπιν Παιδείας, πριν τις εκλογές του 1970.

Υπουργός Παιδείας

Μετά τη νίκη των Συντηρητικών υπό τον Έντουαρτ Χιθ το 1970, η Θάτσερ έγινε Υπουργός Παιδείας και Επιστήμης. Κατά τη διάρκεια της θητείας της, περιέκοψε τον Προϋπολογισμό για την Παιδεία, ενώ κατήργησε τη χορήγηση δωρεάν γάλακτος στα σχολεία για παιδιά επτά ως έντεκα ετών. Οι αποφάσεις της αυτές προκάλεσαν κύμα διαμαρτυριών, κατά το οποίο της αποδόθηκε το σύνθημα «Thatcher Thatcher, Milk Snatcher» (Θάτσερ, Θάτσερ, άρπαγας του γάλακτος). Παρά ταύτα, όταν μετά από 30 χρόνια δημοσιεύτηκαν δημόσια έγγραφα εκείνης της περιόδου, όπως συνηθίζεται στο Ηνωμένο Βασίλειο, αποδείχθηκε ότι η ίδια είχε ταχθεί κατά αυτών των κινήσεων, αλλά επρόκειτο για συλλογική πολιτική του κόμματός της[1].

Αρχηγός της Αντιπολίτευσης

Μετά την ήττα των Συντηρητικών στις εκλογές του 1974, τοποθετήθηκε σκιώδης Υπουργός Περιβάλλοντος. Στις 11 Φεβρουαρίου 1975 εξελέγη Πρόεδρος του Συντηρητικού Κόμματος. Στις 19 Ιανουαρίου 1976, σε μια ομιλία της, καταφέρθηκε εναντίον της ιμπεριαλιστικής πολιτικής της Σοβιετικής Ένωσης. Σε απάντηση, σοβιετική εφημερίδα, όργανο του Υπουργείου Άμυνας, της απέδωσε το παρατσούκλι «Σιδηρά Κυρία», το οποίο τη συνόδεψε σε όλη την πολιτική της καριέρα.

Πρωθυπουργός

Μετά την κατάρρευση της Κυβέρνησης Κάλαχαν την άνοιξη του 1979, προκηρύχθηκαν εκλογές και οι Συντηρητικοί κέρδισαν πλειοψηφία 44 εδρών στο Κοινοβούλιο. Στις δημοσκοπήσεις που προηγήθηκαν των εκλογών, φαινόταν ότι οι Συντηρητικοί είχαν το προβάδισμα, όχι όμως και η Μάργκαρετ Θάτσερ, η οποία υστερούσε σε δημοτικότητα έναντι του αντιπάλου της, Τζέιμς Κάλαχαν.
Με τον πολιτικό της σύμμαχο, Πρόεδρο των ΗΠΑ Ρόναλντ Ρήγκαν
Η Μάργκαρετ Θάτσερ έγινε Πρωθυπουργός στις 4 Μαΐου 1979, με βασικό καθήκον την αναστροφή της πτωτικής πορείας της οικονομίας, τον περιορισμό του ρόλου του κράτους στην οικονομία, καθώς και την ανάδειξη του ρόλου της Μεγάλης Βρετανίας στη διεθνή σκηνή, ο οποίος έδινε την εντύπωση ότι συνεχώς έφθινε, από την εποχή της Βρετανικής Αυτοκρατορίας. Ιδεολογικά βρισκόταν πολύ κοντά με τον Ρόναλντ Ρήγκαν, ο οποίος το 1980 εξελέγη Πρόεδρος των ΗΠΑ, θέση στην οποία παρέμεινε ως το 1988. Οι δυο τους δημιούργησαν μια άτυπη πολιτική συμμαχία.
Η Θάτσερ ακολούθησε σφικτή νομισματική πολιτική, αυξάνοντας τα επιτόκια, προκειμένου να χαμηλώσει τον πληθωρισμό. Έδειξε προτίμηση προς την έμμεση φορολογία, έναντι της φορολογίας εισοδήματος, και αύξησε τον ΦΠΑ στο 15%. Οι αποφάσεις αυτές αύξησαν πολύ την ανεργία, η οποία διπλασιάστηκε ξεπερνώντας τα 2 εκατομμύρια. Το 1982, ο πληθωρισμός είχε πέσει στο 8,6% από 18%, αλλά οι άνεργοι είχαν ξεπεράσει τα 3,6 εκατομμύρια.
Στις 2 Απριλίου 1982, η δικτατορική Κυβέρνηση της Αργεντινής εισέβαλε στα Νησιά Φώκλαντ, τα οποία αποτελούσαν έδαφος της Μεγάλης Βρετανίας, επί του οποίου όμως η Αργεντινή ήγειρε αξιώσεις ήδη από το 1830. Ξεκίνησε έτσι ο λεγόμενος «Πόλεμος των Φώκλαντ», καθώς η Μάργκαρετ Θάτσερ αντέδρασε σθεναρά, στέλνοντας επιτόπου ναυτική δύναμη για να επανακαταλάβει τα νησιά. Η επιχείρηση, παρά τη μεγάλη απόσταση, στέφθηκε από επιτυχία, προκαλώντας πατριωτική έξαρση στη Μεγάλη Βρετανία.
Ο Πόλεμος των Φώκλαντ, μαζί με μια οικονομική ανάπτυξη που παρατηρήθηκε στις αρχές του 1983, ανέβασαν τη δημοτικότητα της Κυβέρνησης. Εκμεταλλευόμενοι το διχασμό του Εργατικού Κόμματος της εποχής εκείνης, οι Συντηρητικοί πέτυχαν νέα νίκη στις εκλογές του Ιουνίου 1983, κερδίζοντας 42,4% των ψήφων, έναντι 27,6% των Εργατικών. Στη δεύτερη τετραετία της, η Θάτσερ θέλησε να μειώσει τη δύναμη των συνδικάτων και των επαγγελματικών ενώσεων. Ακολούθησαν απεργίες, με σημαντικότερη την απεργία των ανθρακωρύχων, η οποία διήρκεσε έναν ολόκληρο χρόνο, χωρίς όμως αποτέλεσμα, αφού η Κυβέρνηση παρέμεινε ανυποχώρητη και τα περισσότερα ανθρακωρυχεία έκλεισαν.
Τα ξημερώματα της 12ης Οκτωβρίου 1984 από τύχη διέφυγε τραυματισμό, καθώς η παράνομη τρομοκρατική οργάνωση Ιρλανδών εθνικιστών IRA επιτέθηκε στο ξενοδοχείο όπου διέμενε κατά τη διάρκεια του συνεδρίου του κόμματός της στην πόλη Μπράιτον (Brighton). Από την επίθεση εκείνη σκοτώθηκαν πέντε άτομα και τραυματίστηκαν πολλά άλλα. Η ίδια, σε μια επίδειξη ψυχραιμίας δεν άλλαξε καθόλου το πρόγραμμά της και την άλλη μέρα εκφώνησε κανονικά την προγραμματισμένο της ομιλία στο Συνέδριο.
Η οικονομική της πολιτική σημαδεύτηκε από τη ριζική μείωση του κρατικού παρεμβατισμού, την απελευθέρωση των αγορών, την προώθηση της επιχειρηματικότητας και τις ιδιωτικοποιήσεις. Οι περισσότερες δημόσιες επιχειρήσεις πωλήθηκαν, με πρώτη την εταιρία τηλεπικοινωνιών British Telecom, η οποία ήταν κρατική από τα τέλη της δεκαετίας του 1940. Ο «Θατσερισμός» την περίοδο εκείνη έγινε συνώνυμος του «λαϊκού καπιταλισμού», καθώς πολλοί πολίτες έκαναν χρήση των κινήτρων που τους δόθηκαν και αγόρασαν μετοχές ιδιωτικοποιούμενων δημοσίων εταιριών.
Από την άλλη πλευρά, το 1985, το Πανεπιστήμιο της Οξφόρδης αποφάσισε να μην ανακηρύξει τη Μάργκαρετ Θάτσερ επίτιμο διδάκτορά του (όπως συνέβη με όλους τους Βρετανούς Πρωθυπουργούς που ήταν απόφοιτοί του), σε ένδειξη διαμαρτυρίας για την περικοπή των δαπανών προς την ανώτατη εκπαίδευση[2].
Οι Συντηρητικοί κέρδισαν και τις βουλευτικές εκλογές του 1987. Το 1988 εκφώνησε ομιλία[3] με θέμα την υπερθέρμανση του πλανήτη, την καταστροφή του όζοντος και την όξινη βροχή. Την ίδια χρονιά αντιτάχθηκε σθεναρά στη διαφαινόμενη συγκεντροποίηση της λήψης αποφάσεων στην Ευρωπαϊκή Ένωση, η οποία κατά τη γνώμη της θα οδηγούσε σε ομοσπονδιακές δομές, ενώ η ίδια υποστήριζε ότι ο ρόλος της ΕΕ έπρεπε να περιοριστεί στη διασφάλιση του ελεύθερου εμπορίου και του ανόθευτου ανταγωνισμού. Η αντιευρωπαϊκή της πολιτική άρχισε να διχάζει το κόμμα της, δημιουργώντας δύο αντίπαλες τάσεις, μια φιλοευρωπαϊκή και μια αντιευρωπαϊκή. Ο διχασμός αυτός έμελλε να αποβεί μοιραίος και για την ίδια.
Από το 1989, η δημοτικότητά της έφθινε πάλι, λόγω των υψηλών επιτοκίων που έπλητταν την βρετανική οικονομία. Συνεργάτες της της έθεταν όρους για την προσχώρηση της στερλίνας στο Μηχανισμό Συναλλαγματικών Ισοτιμιών, ενώ ένας βουλευτής έθεσε υποψηφιότητα για την προεδρία του κόμματος το Δεκέμβριο της ίδιας χρονιάς. Η υποψηφιότητα δεν είχε επιτυχία, αλλά 60 βουλευτές ψήφισαν τον αντίπαλό της ή απείχαν, πράγμα που χαρακτηρίστηκε πρωτοφανές. Άλλοι συνεργάτες της επέμεναν ότι μετά από 10 χρόνια πρωθυπουργίας, ακόμη και αυτό ήταν επιτυχία[4].
Την ίδια χρονιά η Μάργκαρετ Θάτσερ πολέμησε με σφοδρότητα την ταχύτατη Επανένωση της Γερμανίας, χωρίς όμως αποτέλεσμα[5].

Πτώση

Στην εκλογή νέου προέδρου του, το 1990, το κόμμα των Συντηρητικών ήταν βαθιά διχασμένο, τόσο για το θέμα της Ευρώπης, όσο και για θέματα εσωτερικής φορολογικής πολιτικής. Με αντίπαλο τον πρώην Υπουργό της, Michael Heseltine, η Θάτσερ δεν κατόρθωσε να εκλεγεί από τον πρώτο γύρο και, κατόπιν διαβούλευσης με συνεργάτες της, ανακοίνωσε την πρόθεσή της να μην είναι υποψήφια στον επόμενο γύρο. Στήριξε τον Τζων Μέιτζορ, ο οποίος και εξελέγη. Η ίδια παρέμεινε βουλευτής ως τις εκλογές του 1992.
Μετά την παραίτησή της, δημοσκόπηση έδειξε ότι το 52% των ερωτηθέντων θεωρούσε ότι «έκανε καλό στη χώρα», ενώ το 48% διαφωνούσε.

Η κατοπινή ζωή της

Μετά την απόσυρσή της από την πολιτική, το 1992, η Μάργκαρετ Θάτσερ έλαβε τον τιμητικό τίτλο της Βαρώνης από τη Βασίλισσα Ελισάβετ, ο οποίος της εξασφάλισε δια βίου συμμετοχή στη Βουλή των Λόρδων.
Το 2002, ανακοινώθηκε ότι οι γιατροί της της συνέστησαν να μην προβαίνει πλέον σε δημόσιες ομιλίες, για λόγους υγείας. Μικρο-εγκεφαλικά επεισόδια είχαν προκαλέσει ζημιά στην πρόσφατη μνήμη της.
Στις 26 Ιουνίου 2003 πέθανε ο σύζυγός της. Έκτοτε οι δημόσιες εμφανίσεις της αραίωσαν αρκετά. Τον Ιούνιο του 2004 παρακολούθησε την κηδεία του Ρόναλντ Ρήγκαν και εκφώνησε μαγνητοσκοπημένο λόγο. Στις 13 Οκτωβρίου 2005 γιόρτασε τα 80ά της γενέθλια με πάρτυ σε ξενοδοχείο, ενώ στις 11 Σεπτεμβρίου 2007 παρέστη στις εκδηλώσεις μνήμης στην πέμπτη επέτειο από τις επιθέσεις της 11ης Σεπτεμβρίου 2001 στη Νέα Υόρκη. Το Φεβρουάριο του 2007 παρέστη σε αποκαλυπτήρια ανδριάντα της στο Βρετανικό Κοινοβούλιο, ενώ στις 13 Σεπτεμβρίου 2007 προσεκλήθη από τον Πρωθυπουργό Γκόρντον Μπράουν για τσάι στην πρωθυπουργική κατοικία στο νούμερο 10 της Ντάουνινγκ Στριτ.

Δεν υπάρχουν σχόλια: