πηγη:
Η «μαμή της Ιστορίας»
Δημοσιεύθηκε στις 2/07/2009Συντάκτης: ΓΙΩΡΓΟΣ ΒΕΛΟΥΔΗΣ
αποσπασμα:
''..Ο Marx ήταν, όπως θα έπρεπε να αναμένεται, και στο θέμα αυτό πολύ πιο
συγκεκριμένος από τους θιασώτες και τους παραχαράκτες του: Ο Marx
χρησιμοποιεί, ρητορικά, αυτή τη μεταφορά στον 1ο τόμο του «Κεφαλαίου»
(1867), στο σημείο στο οποίο εξετάζεται η «πρωταρχική συσσώρευση
κεφαλαίου» στις πρώτες καπιταλιστικές χώρες της Ευρώπης (Ισπανία,
Πορτογαλία, Ολλανδία, Γαλλία, Αγγλία) από το 17ο αιώνα, με διάφορες
μεθόδους: «Οι μέθοδοι αυτές στηρίζονται εν μέρει πάνω στην κτηνώδη βία,
όπως π.χ. το αποικιοκρατικό σύστημα.
Ολοι όμως χρησιμοποιούσαν την κρατική εξουσία, τη συγκεντρωμένη και οργανωμένη βία της κοινωνίας, για να αναπτύξουν, σαν σε θερμοκήπιο, τη διαδικασία της μεταμόρφωσης του φεουδαρχικού στον καπιταλιστικό τρόπο παραγωγής και να συντομέψουν αυτή τη μετάβαση.
Η βία είναι η μαμή κάθε παλαιάς κοινωνίας, που εγκυμονεί μια νέα. Αυτή η ίδια είναι μια οικονομική δύναμη».
Ολοι όμως χρησιμοποιούσαν την κρατική εξουσία, τη συγκεντρωμένη και οργανωμένη βία της κοινωνίας, για να αναπτύξουν, σαν σε θερμοκήπιο, τη διαδικασία της μεταμόρφωσης του φεουδαρχικού στον καπιταλιστικό τρόπο παραγωγής και να συντομέψουν αυτή τη μετάβαση.
Η βία είναι η μαμή κάθε παλαιάς κοινωνίας, που εγκυμονεί μια νέα. Αυτή η ίδια είναι μια οικονομική δύναμη».
Τριπλό συμπέρασμα:
α) Στη βάση κάθε βίας είναι η οικονομία -η βία είναι κατά βάσιν οικονομική βία.
β) Πάνω σ’ αυτή την οικονομική βάση στηρίζεται η κοινωνική βία συγκεντρωμένη στην κρατική εξουσία (στα γερμανικά η λέξη Gewalt σημαίνει ταυτόχρονα: βία και εξουσία).
γ) Στις ταξικές κοινωνίες (φεουδαρχία, καπιταλισμός) η βία, οικονομική και κρατική, είναι ταξική. Στην ταξική κοινωνία «το κράτος αναλαμβάνει το στόχο να διατηρήσει με τη βία τους όρους διαβίωσης και κυριαρχίας της άρχουσας πάνω στην εξουσιαζόμενη τάξη» (Engles, «Αντι-Ντύριγκ», 1878).
α) Στη βάση κάθε βίας είναι η οικονομία -η βία είναι κατά βάσιν οικονομική βία.
β) Πάνω σ’ αυτή την οικονομική βάση στηρίζεται η κοινωνική βία συγκεντρωμένη στην κρατική εξουσία (στα γερμανικά η λέξη Gewalt σημαίνει ταυτόχρονα: βία και εξουσία).
γ) Στις ταξικές κοινωνίες (φεουδαρχία, καπιταλισμός) η βία, οικονομική και κρατική, είναι ταξική. Στην ταξική κοινωνία «το κράτος αναλαμβάνει το στόχο να διατηρήσει με τη βία τους όρους διαβίωσης και κυριαρχίας της άρχουσας πάνω στην εξουσιαζόμενη τάξη» (Engles, «Αντι-Ντύριγκ», 1878).
Για τον Marx
(«Κομουνιστικό Μανιφέστο», 1848) και η νέα, η εργατική – προλεταριακή,
Επανάσταση στηρίζεται, όπως και όλες οι προηγούμενες, πάνω στη βία.
Σε
αντίθεση όμως μ’ αυτές, στόχος της προλεταριακής (αντι)βίας είναι η
κατάργηση κάθε ταξικής, οικονομικής και πολιτικής, βίας· η νέα αυτή
επαναστατική βία δεν μπορεί να είναι ατομική και εθνική, αλλά μαζική και
διεθνής: «Προλετάριοι όλων των χωρών, ενωθείτε!».
Ωστόσο, για τον
Engels («Κριτική του σοσιαλδημοκρατικού προγράμματος», 1891), είκοσι
χρόνια μετά την Παρισινή Κομούνα (1871), δεν αποκλείεται η ειρηνική,
χωρίς τη χρήση βίας, μετάβαση στο σοσιαλισμό κάτω από ορισμένες
συνθήκες, όπως π.χ. σε χώρες πολύ προχωρημένες στην εποχή του στους
δημοκρατικούς θεσμούς (Αγγλία, Γαλλία, Αμερική).
Το διαβόητο έργο
του G. Sorel «Στοχασμοί για τη βία» («Reflexions sur la violence», 1908)
αποτελεί το κοινό σημείο αναφοράς για την περί βίας θεωρία στον 20ό
αιώνα: Σε ριζική αντίθεση με τους «κλασικούς» Marx και Engels, ο Sorel
μυθοποιεί και απολυτοποιεί την προλεταριακή βία.
Εχοντας μαθητεύσει στο σχολείο του γαλλικού σοσιαλ-ουτοπισμού (Proudhon) και αναρχοσυνδικαλισμού (Reclus) και του συγχρόνου του μπερξονισμού («ζωτική ορμή») και νιτσεϊσμού (θέληση για δύναμη, ηρωισμός, Υπεράνθρωπος), ο Sorel κατασκευάζει ένα εκρηκτικό μίγμα, που περιέχει αρκετό ακτιβισμό, βολονταρισμό, ανορθολογισμό και ρατσισμό (εκτροφή μιας «ανώτερης» πολεμικής ράτσας). Μ’ αυτή την ιδεολογική βόμβα μολότοφ, ο Sorel καλεί το προλεταριάτο να αναλάβει «άμεση δράση» (action direct) με γενικές απεργίες, μποϊκοτάρισμα, σαμποτάζ και καταλήψεις εργοστασίων, με στόχο τη δημιουργία μιας ιδανικής ράτσας, που θ’ αποτελείται από μιαν elite εργατών-παραγωγών και ηρώων-πολεμιστών – αφήνοντας άθιχτη την οικονομική βάση του συστήματος: τον ίδιον τον καπιταλισμό.
Εχοντας μαθητεύσει στο σχολείο του γαλλικού σοσιαλ-ουτοπισμού (Proudhon) και αναρχοσυνδικαλισμού (Reclus) και του συγχρόνου του μπερξονισμού («ζωτική ορμή») και νιτσεϊσμού (θέληση για δύναμη, ηρωισμός, Υπεράνθρωπος), ο Sorel κατασκευάζει ένα εκρηκτικό μίγμα, που περιέχει αρκετό ακτιβισμό, βολονταρισμό, ανορθολογισμό και ρατσισμό (εκτροφή μιας «ανώτερης» πολεμικής ράτσας). Μ’ αυτή την ιδεολογική βόμβα μολότοφ, ο Sorel καλεί το προλεταριάτο να αναλάβει «άμεση δράση» (action direct) με γενικές απεργίες, μποϊκοτάρισμα, σαμποτάζ και καταλήψεις εργοστασίων, με στόχο τη δημιουργία μιας ιδανικής ράτσας, που θ’ αποτελείται από μιαν elite εργατών-παραγωγών και ηρώων-πολεμιστών – αφήνοντας άθιχτη την οικονομική βάση του συστήματος: τον ίδιον τον καπιταλισμό.
Φαίνεται σήμερα
ευνόητο, γιατί λίγο πριν από τον Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο ο Sorel συμμάχησε
με την ακροδεξιά εθνικιστική οργάνωση «Action Francaise» (Γαλλική Δράση)
του Ch. Maurras και γιατί αμέσως μετά τον πόλεμο ο Mussolini τον
αναγνώρισε ως τον πρώτο ιδεολογικό δάσκαλό του....'''
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου