Nuccio Ordine – Η χρησιμότητα του άχρηστου
Θα μπορούσα να γράψω έναν μεγάλο πρόλογο
για την θέση των άχρηστων αντικειμένων στην ζωή μου: είναι τόσα πολλά
και τόσο σημαντικά. Θα μπορούσα επίσης να παραδεχτώ ότι απολάμβανα και
απολαμβάνω σειρά άχρηστων ασχολιών, όπως, για [τυχαίο] παράδειγμα, η
κατάρτιση καταλόγων για οποιοδήποτε θέμα μπορεί να φανταστεί κανείς –
και είναι συχνά και άμεσης ανάλωσης, καθώς τα χαρτάκια σκίζονται αμέσως
μετά την σύνταξη. Δεν επεκτείνομαι καν στα εκατό αυτοσχέδια φύλλα
εφημερίδας που εξέδιδα με τον εκλεκτό μου συγκάτοικο για αποκλειστικώς
εκατέρωθεν αναγνώσεις. Και σίγουρα δεν θα μπορούσα να αριθμήσω με
ακρίβεια τις φορές που άκουσα την ερώτηση: σε τι χρησιμεύει τόσο διάβασμα; Ήταν πάντως δεκάδες.
Μπορούν οι αξίες να ζυγιστούν και να
μετρηθούν με όργανα ρυθμισμένα για να αξιολογήσουν την ποιότητα; Τι
νόημα έχουν οι γνώσεις μακριά από κάθε εμπορικό ή πρακτικό περιορισμό;
Πόσο παγιδευμένοι είναι εκείνοι που αφιερώνουν την ζωή τους στο να
συγκεντρώνουν χρήματα; Γνωρίζουμε πόσες ανακαλύψεις έγιναν χάρη σε
θεωρητικές επιστημονικές έρευνες που θεωρήθηκαν άχρηστες επειδή δεν
είχαν οποιονδήποτε πρακτικό στόχο;
Στην εισαγωγή του ο συγγραφέας βρίσκει
στο ελληνικό παράδειγμα ακριβώς το απεχθές πλαίσιο της σύγχρονης ζωής: η
μη αποπληρωμή ενός χρέους έχει αντίτιμο μεγαλύτερο από εκείνο που
προκαλεί. Στις σύγχρονες τέτοιες κοινωνίες η χρησιμότητα των άχρηστων
γνώσεων έρχεται σε ριζική αντίθεση με την κυρίαρχη χρησιμότητα. Στο
σύμπαν του ωφελιμισμού ένα σφυρί αξίζει περισσότερο από μια μουσική
συμφωνία. Ό,τι δεν παράγει κέρδος θεωρείται μια περιττή πολυτέλεια, ένα
επικίνδυνο εμπόδιο. Αν όμως είναι έτσι, και μόνο το πρακτικά αναγκαίο
και χρηματικά ωφέλιμο είναι απαραίτητο, πόσα μη αναγκαία καταναλωτικά
αγαθά μας πουλάνε;
Ο Νούτσιο Όρντινε (Ντιαμάντε, Ιταλία,
1958), καθηγητής ιταλικής λογοτεχνίας στο Πανεπιστήμιο της Καλαβρίας,
άρχισε να συγκεντρώνει κατά την διάρκεια πολλών χρόνων διδασκαλίας και
έρευνας κάθε είδος λόγου σχετικά με την ιδέα της χρησιμότητας των
γνώσεων των οποίων η ουσιαστική αξία είναι παντελώς ελεύθερη από
οποιονδήποτε ωφελιμιστικό στόχο. Και μπορεί το αποτέλεσμα να είναι, κατά
την δική του διατύπωση, ένα ατελές και ανολοκλήρωτο έργο, κάτι σαν ένα
ανοιχτό κοντέινερ, αλλά σίγουρα πρόκειται για μια εξαιρετικά
ενδιαφέρουσα συλλογή κειμένων, στοχασμών, σκέψεων.
Για τον Μονταίνιο δεν υπάρχει τίποτα
άχρηστο, ούτε η ίδια η αχρηστία. Ο ίδιος περνούσε τον καιρό του
μοναχικά, μελετώντας για την ευχαρίστησή του και όχι για κάποια μορφή
κέρδους, γνωρίζοντας καλά ότι η φιλοσοφία αντιμετωπιζόταν ως κάτι δίχως
καμία χρησιμότητα και αξία. Ο Τζάκομο Λεοπάρντι σχεδίαζε μαζί με τον
αγαπητό του φίλο ένα εβδομαδιαίο έντυπο που επιθυμούσε να είναι άχρηστο.
Πεισμένος ότι το «τερπνόν είναι περισσότερο χρήσιμο παρά άχρηστο», ο
Λεοπάρντι βλέπει κυρίως στις γυναίκες, που είναι αδιάφορες σε
οποιαδήποτε παραγωγική λογική, τις ιδανικές αναγνώστριες του εντύπου.
Και διαπιστώνει ότι ζει σε μια εποχή στην οποία η επίμονη αναζήτηση του
χρήσιμο έχει καταλήξει να καταστήσει άχρηστη την ίδια την ζωή.
Για τον Ευγένιο Ιονέσκο το χρήσιμο είναι
ένα άχρηστο βάρος. Σε μια διάλεξή του [1961] ο δραματουργός επιβεβαιώνει
πόσο έχουμε ανάγκη από την αναντικατάστατη αχρηστία: ο πολυάσχολος
άνθρωπος δεν κατανοεί πώς ένα πράγμα μπορεί να μην είναι χρήσιμο· ούτε
πώς στη πραγματικότητα, το χρήσιμο μπορεί να είναι ένα άχρηστο,
καταπιεστικό βάρος. Αν δεν καταλάβουμε την χρησιμότητα του άχρηστου, δεν
θα καταλάβουμε ούτε την τέχνη. Αναφερόμενος στην αιωνόβια ζωή ενός
δένδρου ο Κινέζος φιλόσοφος Ζουάνγκ – ζί είχε πει: Το δέντρο αυτό δεν μπορεί να χρησιμοποιηθεί! Γι’ αυτό μπόρεσε να φτάσει σε τέτοιο ύψος. Ο Κακούζο Οκακούρα στο περίφημο έργο του Το ζεν και η τελετή του τσαγιού είχε γράψει: όταν αισθάνθηκε τη χρήση που μπορούσε να κάνει του άχρηστου, ο άνθρωπος πραγματοποίησε την είσοδό του στο βασίλειο της τέχνης.
Ο Ζορζ Μπατάιγ άνοιξε μια ιδιαίτερη
συλλογιστική πάνω στο θέμα, ανατρέχοντας σε ιστορικά παραδείγματα όπου η
σπατάλη και το περιττό έπαιξαν σημαντικό ρόλο στο ξεπέρασμα των ορίων
του χρήσιμο. Στον ατζτέκικο πολιτισμό ή στα potlatch μερικών
βορεοαμερικάνικων φυλών [να εξηγήσω εδώ, πως πρόκειται μια πολύπλοκη
έννοια μέρος της οποίας ήταν και τα δώρα που όφειλες να καταστρέψεις
αμέσως μόλις τα λάμβανες] εντοπίζει κανείς μια κουλτούρα της προσφοράς.
Μιλώντας για τις ένδοξες συμπεριφορές, όπου περιλάμβανε και τους
πολέμους και τις θρησκευτικές τελετές και στη μυστικιστική ζωή ο Μπατάιγ
προσπαθεί να εντοπίσει σε αυτή καθεαυτήν την προσφορά μια
αντιωφελιμιστική αντίληψη της ζωής. Η λογική του περιττού άρχισε να δύει
όταν ο καπιταλισμός «ζήτησε από τον άνθρωπο να απαρνηθεί την σπατάλη
των γιορτών» και «άλλων παρόμοιων αναλώσεων» ώστε να αποφευχθεί η
κατασπατάληση ενέργειας που θα ήταν χρήσιμη για την ανάπτυξη της
παραγωγής. Χάνοντας αυτό το επιπλέον, η ανθρωπότητα έχασε τις
αξίες ενός πολιτισμού όπου η προσφορά και η αφιλοκέρδεια έκαναν την ζωή
να αποκτήσει μια πιο ανθρώπινη έννοια.
Ο
Ίταλο Καλβίνο, οξυδερκής ερμηνευτής των σχέσεων μεταξύ λογοτεχνίας και
επιστήμης υπήρξε ένας από τους σημαντικότερους υπερασπιστές των μη
χρηστικών γνώσεων και μας υπενθυμίζει ότι και οι κλασικοί δεν
διαβάζονται επειδή χρησιμεύουν σε κάτι αλλά για την χαρά της ανάγνωσης,
για την ευχαρίστηση ενός ταξιδιού, για την επιθυμία να γνωρίσουμε και να
γνωριστούμε. Για τον Λόρκα είναι αλόγιστο να ζεις χωρίς την τρέλα της
ποίησης. Εδώ έχει θέση ακόμα κι ένα ανέκδοτο από μια ομιλία του Ντέιβηντ
Φόστερ Ουώλλας που καταλήγει με ένα ψάρι που δεν γνωρίζει καν τι είναι
το νερό. Πράγματι, δεν έχουμε συνείδηση ότι η λογοτεχνία και οι
ανθρωπιστικές γνώσεις, η κουλτούρα και η παιδεία, που ειδικά σήμερα
θεωρούνται δευτερεύουσα ανάγκη ή πολυτέλεια, αποτελούν το αυτονόητο
αμνιακό υγρό όπου οι ιδέες της δημοκρατίας, της ελευθερίας και της
δικαιοσύνης μπορούν να έχουν σταθερή ανάπτυξη.
Φιλόσοφοι (Πλάτων, Αριστοτέλης, Πίκο ντελλά Μιράντολα, Tζορντάνο
Μπρούνο, Καμπανέλλα, Μπέηκον, Κάντ, Τοκβίλ, Νιούμαν, Πουανκαρέ,
Χάιντεγκερ) και συγγραφείς (Οβίδιος, Δάντης, Πετράρχης, Βοκκάκιος,
Αλμπέρτι, Αριόστο, Τόμας Μορ, Σαίξπηρ, Θερβάντες, Μίλτον, Λέσσινγκ,
Ουγκό, Γκωτιέ, Ντίκενς, Χέρτσεν, Μπωντλαίρ, Στήβενσον, Μάρκες)
καταθέτουν άμεσα ή έμμεσα τους συλλογισμούς τους για την ωφέλεια και την
ενίοτε ηδονική χρησιμότητα του άχρηστου.
Η
γνώση δεν θα πάψει ποτέ να προκαλεί τους νόμους της αγοράς. Μπορούμε να
την μοιραστούμε με άλλους χωρίς να γίνουμε φτωχότεροι, ενώ αντίθετα
γινόμαστε και πλουσιότεροι, όπως άλλωστε και αυτός που την αποδέχεται.
Το στραμμένο στον στόχο βλέμμα δεν επιτρέπει πλέον να δει την χαρά των
μικρών καθημερινών κινήσεων και να ανακαλύψει την ομορφιά που πάλλεται
στις ζωές μας, από την τρυφερότητα ενός φιλιού, ένα δειλινό, έναν
έναστρο ουρανό, ένα χαμόγελο – γράφει ως εδώ ο συγγραφέας, και
συμπληρώνω: με ένα παιχνίδι, ένα σκίτσο, ένα ποίημα, μια άσκοπη βόλτα,
μια «άκυρη» συζήτηση, την ταβανοθεραπεία, και μόλις αρχίζω μια τεράστια
λίστα, δηλαδή την κατεξοχήν άχρηστη πράξη.
Το τομίδιο ολοκληρώνεται με ένα δοκίμιο
του Abraham Flexner για την χρησιμότητα της άχρηστης γνώσης [The
Usefulness of Useless Knowledge], που δημοσιεύτηκε στο Harper’s Magazine
τον Οκτώβριο του 1939 και πολυσέλιδη βιβλιογραφία που περιλαμβάνει και
τις ελληνικές εκδόσεις.
Εκδ. Άγρα, 2014, μτφ. Ανταίος Χρυστοστομίδης, σελ. 257 [L’ utilité de l’ inulite, 2013]
Στις εικόνες: Michel de Montaigne, Giacomo
Leopardi, Eugène Ionesco, David Foster Wallace και Italo Calvino, σε
μια πιθανώς άχρηστη βόλτα..
Δημοσίευση και σε: Mic.gr, / Βιβλιοπανδοχείο, 192, με τίτλο Just drifting, για να θυμηθούμε…
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου