Πέτρου Θεοδωρίδη:ΜΑΡΞΙΣΤΙΚΕΣ ΚΑΙ
ΜΕΤΑΜΑΡΞΙΣΤΙΚΕΣ ΕΡΜΗΝΕΙΕΣ ΤΟΥ ΕΘΝΟΥΣ ΚΑΙ
ΤΟΥ ΕΘΝΙΚΙΣΜΟΥ: βιβλιογραφικό δοκίμιο
Πολλαπλές σχολές και τάσεις στο μαρξιστικό κίνημα ανάπτυξαν
μια πλούσια συζήτηση για το έθνος και τον εθνικισμό. Πάντως ένας κοινός
παρονομαστής των προσεγγίσεων αυτών φαίνεται να είναι η απόπειρα υλιστικής
ερμηνείας του εθνικισμού και του έθνους μέσα από την αντιπαράθεση των
κοινωνικών τάξεων .Ο εθνικισμός θεωρείται ένα σύγχρονο φαινόμενο ,έκφραση της αστικής
κατά κύριο λόγο ιδεολογίας, πού εξυπηρέτησε τα ταξικά συμφέροντα της
ανερχόμενης αστικής τάξης στην αντίθεση της προς την παραδοσιακή αριστοκρατία.
Σε αυτή την οπτική η άνοδος του εθνο-κράτους θεωρείται στενά συνδεδεμένη με τις
οικονομικές αναγκαιότητες του πρώιμου καπιταλισμό.
Ήδη στο Μανιφέστο και σε άλλα κείμενα του ο Μαρξ
αντιλαμβάνεται την ιστορικότητα του εθνικιστικού φαινομένου και ανατρέχει στις
ιστορικές συνθήκες προκειμένου να το κατανοήσει αλλά και να διατυπώσει μια
θεωρία υπέρβασης του. Σε ένα άρθρο του 1845 ο Μαρξ γράφει:«Η εθνικότητα του εργάτη δεν είναι γαλλική, ούτε αγγλική, ούτε
γερμανική, είναι η ελεύθερη σκλαβιά, το ξεπούλημα του εαυτού του. Η κυβέρνηση
του δεν είναι ούτε γαλλικη,ουτε αγγλικη,ουτε γερμανικη,ειναι το κεφαλαιο.Ο
πάτριος αέρας του δεν είναι ούτε γαλλικός, ούτε γερμανικός ούτε αγγλικός, είναι
ο αέρας του εργοστάσιου. Η γη που του ανήκει δεν είναι ούτε γαλλική, ούτε
αγγλική ούτε γερμανική, είναι λίγα πόδια κάτω από το χώμα» .(Μichael
Lowy: 85)
Η μαρξιστική προσέγγιση επικεντρώνεται στην εσωτερική
ταξική σύγκρουση σε κάθε συγκεκριμένη κοινωνία . Έτσι ορίζεται ο εθνικισμός
είτε ως έργο και έκφραση μιας μόνο τάξης ή και μιας ταξικής συμμαχίας μέσα στον
οποίο είτε η κάθε τάξη διατηρεί τα δικά της συμφέροντα, είτε ως έργο μια
ιδιαίτερης τάξη (συνήθως τη αστικής) προωθεί
τα δικά της μόνο συμφέροντα και
οδηγεί τις άλλες τάξεις να τον ακολουθήσουν (
J. Breuillly :21)
Ένα σημαντικό μέρος της Μαρξιστικής συζήτησης περιστράφηκε
γύρω από το μέλλον των εθνών και
εθνοτήτων στον καπιταλισμό και στην μελλοντική σοσιαλιστική κοινωνία. Οι πρώτες
μαρξιστικές προσεγγίσεις γίνονται από τους
ίδιους τους Μαρξ- Έγκελς, περισσότερο όμως σε μια μάλλον αποσπασματική
μορφή παρά ως μια ολοκληρωμένη θεωρία για το εθνος και τον εθνικισμό.Στο
Κομμουνιστικό μανιφέστο(1848) διατυπώνουν την θέση ότι '«Οι εθνικοί χωρισμοί και οι
εθνικές αντιθέσεις ανάμεσα στους λαούς εξαφανίζονται όλο και περισσότερο
με την ανάπτυξη της αστικής τάξης , με την ελευθέρια του εμπορίου, με την
παγκόσμια αγορά, με την ομοιομορφία της βιομηχανικής παραγωγής και
των συνθηκών ζωής πού αντιστοιχούν σε αυτήν Η κυριαρχία του προλεταριάτου
θα τους εξαφανίσει ακόμα πιο γρήγορα»'
(Mαρξ
Εγκελς : 41) θέση πού-όπως παρατηρεί ο Μισέλ Λεβί προέρχεται από μια εκπληκτική αισιοδοξία.(Μichael Lowy: 20)
Κεντρική θέση των Μαρξ –Εγκελς ήταν η διάκριση σε ''
προοδευτικά'' και'' αντιδραστικά' έθνη , ''ιστορικά και μη ιστορικά»( 'Μichael Lowy :
43) Στον Έγκελς ο όρος
«μη ιστορικά έθνη» προσδιόριζε εκείνα πού δεν διέθεταν τις «ιστορικές,
γεωγραφικές, πολιτικές και βιομηχανικές προϋποθέσεις ανεξαρτησίας και
ζωτικότητας». Αυτή η διάκριση βέβαια όπως δείχνει ο E Hobsbawm συνδεόταν με μια
γενικότεροι πεποίθηση πού επικρατούσε στην Ευρώπη μέχρι τα μέσα του 19ου αιώνα,
ότι ορισμένες μικρές εθνότητες δεν είχαν μέλλον σαν ανεξάρτητες κρατικές
οντότητες ( Hobsbawm
Eric:37,38) Οι
προσεγγίσεις αυτές συνδέονται και με μια γενικότερη αίσθηση ''οικονομίας '' του
χώρου που ενυπήρχε μέχρι τα μέσα του 19ου αιώνα στην Ευρώπη. Κυριαρχούσε η ρασιοναλιστική ιδέα της
αρμονίας, της προόδου, της σύνθεσης των
εθνών σε μια νέα παγκόσμια ορθολογική κοινότητα. Ως κριτήρια πού επέτρεπαν σε ένα λαό να
θεωρηθεί έθνος θεωρούνταν ή σύνδεση με
ένα ήδη υπάρχον κράτος, ή η ύπαρξη μιας πολιτικής ελίτ με μακρόχρονη γραπτή
λογοτεχνική -διοικητική παράδοση, ή με μια αποδεδειγμένη ικανότητα για
κατάκτηση. (E. Hobsbawm:37) . Τα ''μη ιστορικά έθνη'' θεωρούντο
πολύ μικρά για να προσαρμοσθούν στις
οικονομικές και κοινωνικές δυνάμεις της ιστορία.
Η θέση για τα ιστορικά και μη ιστορικά έθνη –γράφει ο
ιστορικός Αντώνης Λιάκος ΄-ανταποκρίνεται επιπλέον και σε ένα σχήμα που εξηγείται από την αντίληψη που
είχαν οι Μαρξ και Έγκελς για την ιστορία
ως νομοτέλεια. Σύμφωνα με την αντίληψη αυτή
η ιστορία διευκολύνει την πρόοδο, απομακρύνοντας αμείλικτα τα εμπόδια που συναντά απ τα κατώτερα στα ανώτερα πεδία ανάπτυξης των παραγωγικών δυνάμεων. Ιστορικά έθνη , θεωρούνταν εκείνα τα οποία συνδύαζαν μεγάλο πληθυσμό ,
ικανό για τον καταμερισμό της εργασίας οποίος
ήταν απαραίτητος για την ανάπτυξη
του καπιταλιστικού συστήματος , με
μεγάλη και συνεκτική εδαφική έκταση για την ανάπτυξη βιώσιμου κράτους (Αντώνης
Λιάκος :16)
Ο Α.Λιάκος επικαλείται και τον Τσέχο ιστορικό του
εθνικισμού Μιροσλάβ Χροχ ο οποίος έχει υποδείξει τρεις βασικούς λόγους της αδυναμίας των δυο φίλων του Μαρξ και του
Έγκελς να δουν τη εξέλιξη των εθνών και να
σταθμίσουν το βάρος τους
στην ιστορική πορεία
της Ευρώπης .Ο πρώτος λόγος ήταν ότι στο ζήτημα αυτό σκέπτονταν με
ιστορικές αναλογίες. Θεωρούσαν δηλαδή
ότι η μοίρα τω λαών όπως oι
Προβηγκιανοί , οι Ουαλλοί και οι Βρετόννοι, οι οποίοι εξαφανίστηκαν μέσα στα
μεγάλα δυναστικά κράτη ,προοιώνιζε και τη μοίρα και των μικρών λαών της Κέντρο ανατολικής και νοτιανατολικής
Ευρώπης. Ο δεύτερος ήταν ότι θεωρούσαν
πως , αν το έθνος ήταν υπόθεση
της αστικής τάξης άρα οι κοινωνίες χωρίς
αστική τάξη δεν είχαν καμία πιθανότητα να δημιουργήσουν έθνη. Και ο τρίτος ότι πίστευαν
πως ο καπιταλισμός θα κατέστρεφε τους μικροαστούς και θα τους
προλεταριοποιούσε ( Αντώνης Λιάκος: 22)
Ένας δεύτερος κοινός παρονομαστής των μαρξιστικών
προσεγγίσεων είναι ο υπαινιγμός ότι η εθνική διαπάλη αποτελεί μορφή της ταξικής
διαμάχης, και ότι οι εθνικές ή εθνοτικές
αντιπαραθέσεις υποκρύπτουν ταξικές αντιπαραθέσεις, με τον τρόπο πού έδειξε ο
Οtto Bauer στην ανάλυση των εθνοτικών διαφοροποιήσεων στην Αυτοκρατορία
των Αψβούργων (Charles Herod: 52-53.)
Ο Βαuer
υποστήριξε ότι το εθνικό μίσος δεν ήταν
παρά μετασχηματισμένο ταξικό-μίσος: ερευνώντας την αναπτυσσόμενη αντιπαλότητα
μεταξύ των εθνικών ομάδων στην
Αυτοκρατορία των Αψβούργων, εστίασε την
προσοχή του στα οικονομικά
συμφέροντα πού υπέβοσκαν πίσω από τις εθνικές αντιθέσεις ,όπως τα
ανεδείκνυε ο ανταγωνισμός μεταξύ Γερμανών και μη Γερμανών εργατών στην
αυτοκρατορία. Οι Γερμανοί εργάτες ήσαν ευνοημένοι σε σχέση με τους άλλους
εργάτες, τοποθετημένοι σε εξειδικευμένες
και εποπτικές θέσεις έτσι ώστε η συλλογικότητα των Γερμανών ως εθνική
ομάδα να επιδεικνύει υψηλότερα πολιτιστικά επιτεύγματα .Τα μη Γερμανικά εργατικά κινήματα συμπέραναν ότι τα
πολιτισμικά επιτεύγματα είναι παράλληλα με τα οικονομικά αποτελέσματα,
ανέπτυξαν συνεπώς προγράμματα προσανατολισμένα στην ανάπτυξη των δικών
τους εθνικών πολιτισμών. Αποτέλεσμα: η
εθνοτική αντιπαλότητα, πού ξεκίνησε από
την πλευρά των Γερμανών για να αφυπνίσει
το μίσος των μη Γερμανικών μειονοτήτων
Στην τελευταία δεκαετία του 19ου αιώνα και στις πρώτες του
2οου αιώνα διεξάγεται στην Β
Σοσιαλιστική Διεθνή μια μεγάλη θεωρητική συζήτηση για το έθνος , συζήτηση στην οποία συμμετέχουν Οι Κ. Κάουτσκι,
Οττο Μπαουερ, Ροζα Λουξεμπουργκ κ.α.
Προέκταση της συζήτησης αυτής είναι και
οι θέσεις για το εθνικό ζήτημα πού διατυπώνονται από τον
Λένιν ( Το δικαίωμα των εθνών για
αυτοδιάθεση 1910 ) και του Ι. Στάλιν (Ο
Μαρξισμός και το εθνικό ζήτημα 1913)) Αυτή η συζήτηση αξίζει την προσοχή μας, σε ότι αφορά κυρίως
στις απόψεις των δυο αντίθετων ''πόλων'' του ''ορθόδοξου ''Κ.Καουτσκι και του αυστρομαρξιστή
Οττο Μπάουερ : O K.Kαουτσκι καθορίζει τα
έθνη με βάση το κριτήριο της
γλώσσας πού συμπληρώνεται
από το τόπο εγκατάστασης Το έθνος συνδέεται με το αστικό κράτος το οποίο
τείνει να συγκροτηθεί ως εθνικό, επιβάλλοντας στο εσωτερικό
του μια ενιαία γλώσσα για να επιτύχει την δημιουργία ενιαίας αγοράς ( Δημήτρη
Γιαννούλη , -Χριστίνα Γιαννούλη , :30.κ.ε) H συζήτηση ξεκίνησε
με ένα άρθρο του Καουτσκι (
Charles Herod: 42)πού αφορούσε στα εθνοτικά προβλήματα
της αυτοκρατορίας των Αψβούργων, όπου
επισημαίνονταν ότι ο Τσεχικός λαός δεν
είχε ελπίδα προόδου και υψηλότερων οικονομικών επιτευγμάτων χωρίς την αφομοίωση
της γερμανικής γλώσσας και ίσως και την εξαφάνιση της Τσεχικής γλώσσας. Το
1898 πρότεινε μια ομοσπονδιακή λύση πού
θα έλυνε το πρόβλημα των μικρών εθνικών ομάδων στην Αυτοκρατορία των Αψβούργων,
μια ομοσπονδία βασισμένη στη γλώσσα.
O Otto Bauer
συμφώνησε με την ομοσπονδιακή λύση αλλά διαφωνησε με την βασική θέση του Κάουτσκι
σε ότι αφορά τη μοίρα των μικρών εθνικών
ομάδων. Υποστήριξε ότι με την ανάπτυξη του καπιταλισμού τα μικρά έθνη δεν
τείνουν να εξαφανισθούν αλλά αντίθετα να αφυπνισθούν και νέα σχηματίσουν
βιώσιμα έθνη κράτη και ανέπτυξε τρεις νέες έννοιες για το έθνος: το έθνος ως μια
κοινότητα προορισμού, την αφύπνιση των εθνών χωρίς ιστορία, και την
θεώρηση του εθνικού μίσους ως
αντανάκλαση του ταξικού μίσος (
Charles Herod: 43-46 )
Το βιβλίο του Otto
Bauer « το εθνικό ζήτημα και η
Σοσιαλδημοκρατία ( 1907)
)αποτέλεσε την πρώτη συστηματική θεωρητική
διαπραγμάτευση του εθνικού ζητήματος εντός της μαρξιστικής παράδοση
. Ο σύντομος ορισμός του έθνους
του έδωσε ήταν « το έθνος είναι
το συνοδό των ανθρώπων οι οποίοι συνδέονται με μια κοινή μοίρα σε μια
κοινότητα χαρακτήρα «Για μένα η ιστορία δεν αντανακλά την πάλη ανάμεσα στα
έθνη , αλλά το ίδιο το έθνος εμφανίζεται ως αντανάκλαση της ιστορικής πάλης. Γιατί το έθνος εκδηλώνεται στον εθνικό
χαρακτήρα , στην εθνικότητα του ατόμου. Και η εθνικότητα του ατόμου είναι μόνο
μια πλευρά του προσδιορισμού του από την ιστορία της κοινωνίας , από την ανάπτυξη των συνθηκών
και της τεχνικής τα εργασίας» (Αντωνης
Λιακος :29-30)
Ο Otto Bauerτο δεν
όριζε το έθνος με εξωτερικά εμπειρικά
στοιχεία ( λ.χ γλώσσα , όπως ο Κ Καουτσκι ) αλλά με στοιχεία εσωτερικευμένα
στα άτομα που αποτελούν ένα έθνος .Τα στοιχεία αυτά αποτελούν την «κοινότητα χαρακτήρα». Τα μέλη , δηλαδή ,ενός έθνους
ξεχωρίζουν από τα μέλη άλλων εθνών γιατί διαθέτουν ένα διαφορετικό χαρακτήρα . Πως αποκτάται
αυτός ο χαρακτήρας; Μέσα από τις κοινές εμπειρίες τις οποίες έχουν βιώσει οι οποίες
ξεπερνάν τον ορίζοντα της κάθε γενιάς. .Αυτή είναι
«η κοινότητα της κοινής ιστορικής
μοίρας» που στα αγγλικά έχει αποδοθεί ως community of destiny. Οι
ιστορικές συλλογικές εμπειρίες
αποτυπώνονται στην κουλτούρα των ανθρώπων και στους τρόπους με τους οποίους προσλαμβάνουν την πραγματικότητα και τις νέες εξελίξεις έτσι ώστε άνθρωποι από διαφορετικά έθνη να
διαθέτουν διαφορετικούς προληπτικούς
τρόπους και επομένως να αντιδρούν σε κοινά ερεθίσματα με
διαφορετικό τρόπο( Αντωνης Λιακος:29-30)
Το έθνος, για τον Otto Bauer, είναι ένα σύνολο
ανθρώπων πού συνδέονται μεταξύ τους στη
βάση της ταυτότητα των χαρακτήρων τους.
Αυτή η κοινότητα είναι το αποτέλεσμα
συγκεκριμένων συνθηκών της κοινωνικής ζωής, μια ιδιαίτερη ιστορική κατηγορία πολιτιστικής τάξης πού
στηρίζεται στην ύπαρξη ενός διαμορφωμένου εθνικού χαρακτήρα'' πού δημιουργείται μέσα από την ιστορική
επανάληψη της σχέσης της ομάδας με τις συνθήκες ύπαρξης της '' Το έθνος είναι το σύνολο των ανθρώπων πού συνδέονται μεταξύ τους μέσω
ενός κοινού προορισμού σε μια κοινότητα χαρακτήρα»(Tom Bottomore
:107)
Η αφύπνιση-κατά Bauer- των εθνών «χωρίς ιστορία» αφορούσε σε
εκείνα ακριβώς τα έθνη πού ο Εγκελς θεωρούσε ανίκανα να αποκτήσουν ιστορική ζωή
(Charles
Herod: 48)O
Bauer αντίθετα ισχυριζόταν ότι « Ο καπιταλισμός και ο ακόλουθος του, το σύγχρονο κράτος
ενεργοποίησαν παντού μια διεύρυνση της πολιτιστικής κοινότητας προσκαλώντας τις
μάζες να συμμετάσχουν στην
αναγέννηση μιας εθνικής
κουλτούρας ».Ετσι ο Bauer ταυτιζει σχεδον την τάση εθνικοποίησης του κόσμου με την
αφύπνιση των εθνών πού θα ζητήσουν την ανεξαρτησία τους. Το βασικό
συμπέρασμα του ήταν ότι ο καπιταλισμός όχι μόνο δεν οδήγησε στην
δημιουργία ενός μη-εθνικού ταξικά συνειδητού προλεταριάτου αλλά αντίθετα σε ένα εθνικά -ταξικά-συνειδητό
προλεταριάτο πού αξιολογούσε πάνω από
όλα την εθνική αποκλειστικότητα (Charles Herod:
52,53)
Καθήκον της
Σοσιαλδημοκρατίας –κατά Bauer -ήταν να επανασυνδέσει το προλεταριάτο με την
εθνική κουλτούρα, καθώς, η πρόοδος στο δρόμο του σοσιαλισμού, συμβαδίζει με την
ανάπτυξη της πολιτιστικής διαφοροποίησης ανάμεσα στα έθνη και «αναγκαστικά
»οδηγεί στην πραγματοποίηση της αρχής της εθνότητας. Η σοσιαλιστική
κοινωνία βαθμιαία θα κατασκεύαζε
πάνω από την εθνική κοινότητα ένα ομοσπονδιακό
κράτος στο οποίο οι κοινότητες των ιδιαίτερων εθνών θα ενσωματώνονται
ξανά. Έτσι η αρχή της εθνότητας μεταλλάσσεται
σε εκείνη της εθνικής αυτονομίας, από έναν κανόνα για τον σχηματισμό των
εθνών σε ένα κανόνα για το κρατικό
σύνταγμα. Η σοσιαλιστική αρχή της εθνότητας θα συμβάδιζε με την ανάπτυξη
της πολιτιστικής διαφοροποίησης την
υψηλότερη ενότητα της αρχής της εθνότητας και της εθνικής αυτονομίας( Οtto Bauer ,στο Tom
Bottomore: 115,116)'' Εν τέλει ο Οtto Bauer διέβλεπε την δυνατότητα μιας εξελικτικής σοσιαλιστικής
εξέλιξης πού θα οδηγούσε στην ολοκλήρωση κάθε έθνους με την σταδιακή πρόσβαση
στον ιδιαίτερο εθνικό πολιτισμό του
Ο Κ. Κάουτσκι
ασκώντας κριτική στον ορισμό του Βauer για το έθνος (Charles Herod
:54 ) υποστήριξε ότι ο ορισμός του έθνους ως «κοινότητα προορισμού « είναι πολύ
ασαφής –καθώς «κάθε κοινωνική
ομάδα αποτελεί μια'' κοινότητα προορισμού''»- και ότι ο Bauer δεν κατενόησε την
λειτουργία της γλώσσας ως την
πρωταρχική σταθερά στην ιστορική
ανάπτυξη του έθνους .
Διαφώνησε με την
θέση του Bauer για την ανάπτυξη της αρχής της εθνότητας
στον σοσιαλισμό ,υποστηρίζοντας ότι η εξάπλωση του διεθνούς εμπορίου
θα οδηγούσε αναπόφευκτα στην ανάπτυξη
μιας παγκόσμιας γλώσσας ,ιδιαίτερα μεταξύ των εμπορικών κοινοτήτων,
πού θα οδηγούσε στο σμίξιμο των εθνών σε μια διεθνή πολιτιστική κοινότητα .
Σύμφωνα με τον Κάουτσκι ''Ποτέ μια καθαρά εθνική κουλτούρα δεν ήταν τόσο λίγο πιθανή όσο σήμερα'' (Charles
Herod:59 )To
προλεταριάτο είναι σε κυρίαρχο βαθμό διεθνές
στον προσανατολισμό του. Όταν η
Σοσιαλδημοκρατία θα κυριαρχούσε μεταξύ των εθνών της Ευρώπης, η εκπαίδευση πού
θα παρεχόταν στις λαϊκές μάζες θα τους προσέφερε την πιθανότητα να κατέχουν περισσότερες
γλώσσες και έτσι να συμμετέχουν στην Διεθνή κουλτούρα και όχι μόνο σε μια
ειδική εθνική κουλτούρα μια ιδιαίτερης κοινότητας και γλώσσας.
γ) Στη συζήτηση για την τύχη της Ρωσικής Αυτοκρατορίας
διασταυρώθηκαν τα πυρά ανάμεσα στον Λένιν και στην Ρόζα Λούξεμπουργκ. Η κριτική
της Ρόζας Λούξεμπουργκ στο πρόγραμμα της ρωσικής σοσιαλδημοκρατίας (μενσεβίκοι και μπολσεβίκοι
μαζί) ότι τα έθνη που αποτελούσαν τον Ρωσική Αυτοκρατορία θα είχαν
το δικαίωμα της αυτοδιάθεσης έως και του αποχωρισμού από το κράτος,
κινήθηκε σε τρία επίπεδα .Το πρώτο αφορούσε την κριτική της αρχής ότι κάθε
έθνος έχει το δικαίωμα να καθορίζει το ίδιο την τύχη του . Υποστήριζε ότι παρόμοιες αρχές ,όπως το δικαίωμα στην
εργασία αποτελούσαν φράσεις χωρίς
περιεχόμενο .
Το δεύτερο αφορούσε
τον ουτοπικά χαρακτήρα της εθνικής αυτοδιάθεσης και μάλιστα μικρών λαών
, εφόσον η ιστορική τάση ήταν η
δημιουργία μεγάλων κρατικών οντοτήτων
.Ακόμη και η ύπαρξη μικρών κρατών όπως
ήταν η Ελλάδα και τα υπόλοιπα βαλκανικά
κράτη , θεωρούνταν αποτέλεσμα προσωρινής διεθνούς συγκυρίας .
Το τρίτο αφορούσε στην κριτική της έννοιας του έθνους ως
οντότητας Θεωρούσε τις ταξικές διάφορες
ισχυρότερες από την εθνική ενότητα και τα εθνικά κινήματα ως αστικά
κινήματα.
. Τέλος θεωρούσε , αναφερόμενη στην Πολωνία , ότι η οικονομία της ήταν
τόσο στενά δεμένη με την Ρωσική , εφόσον η Ρωσία α αποτελούσε την αγορά
της πολωνικής βιομηχανίας , ώστε
κάθε σκέψη πολωνικής ανεξαρτησίας να αποδείχνεται ανεδαφική. (Αντώνης
Λιακος: 26 ,27)
Ο Λένιν στην κριτική
του στην Λούξεμπουργκ υποστήριξε ότι η φάση της τελικής νίκης του καπιταλισμού
επί του φεουδαλισμού συνδέεται με τα εθνικά κινήματα .Η υλική βάση αυτών των
κινημάτων συνίστατο στο γεγονός ότι για να αποκτήσει η αστική τάξη πλήρη έλεγχο
επί της αγοράς έπρεπε να εξασφαλίσει την πολιτική ένωση εδαφών στα οποία ο
πληθυσμός θα επικοινωνούσε, δηλαδή θα
ήταν ομόγλωσσος. Επομένως η τάση
κάθε εθνικού κινήματος ήταν ο
σχηματισμός εθνικού κράτους το οποίο ανταποκρινόταν στις ανάγκες της καπιταλιστικής ανάπτυξης. Άρα η
δημιουργία εθνικών κρατών στην Δυτική Ευρώπη αποτελούσε πρότυπο για όλο τον
κόσμο. Το εθνικό κράτος ήταν για τον
Λένιν ο τύπος του κράτους που ανταποκρινόταν στην εποχή του καπιταλισμού γιατί
εξασφάλιζε την ανάπτυξη του. Ο Λένιν σκεπτόταν την επανάσταση κατά στάδια. Πρώτα
η ολοκλήρωση του καπιταλισμού και μετά ο
σοσιαλισμός ,ο οποίος θα στηριζόταν στην κοινωνική δυναμική που θα είχε απελευθερώσει ο καπιταλισμός. Η διαδικασία
αυτή δεν θεωρούσε ότι θα συνέβαινε
διαφορετικά στην Ασία και στα Βαλκάνια
από ο,τι στην Δυτική Ευρώπη (Αντωνης Λιακος:27,28)
Ενδιαφέρον έχει και
ο ορισμός του Στάλιν για το έθνος : «το
έθνος είναι μια ιστορικά διαμορφωμένη σταθερή κοινότητα γλώσσας , εδάφους
οικονομικής ζωής ψυχοσύνθεσης
που η τελευταία εκδηλώνεται στην κοινότητα κουλτούρας» (Αντωνης Λιακος :37) Η σημασία
αυτού του ορισμού του Στάλιν ήταν η αναζήτηση και η διατύπωση
αντικειμενικών κριτηρίων για να
οριστεί μια συλλογικότητα ως έθνος η όχι. Με βάση τα κριτήρια αυτά λ.χ
ονομάζει τους Εβραίους « χάρτινο
έθνος » γιατί δεν περνούν το κριτήριο της γλώσσας και του κοινού εδάφους. Ο Στάλιν επέμενε ότι
το έδαφος ήταν αποφασιστικό κριτήριο για
ένα έθνος , και σε αυτό το σημείο εξέφραζε την αντίθεση του στη θεωρία της εξω-εδαφικής οργάνωσης των
αυστρομαρξιστών. Η διασπορά (
αναφερόταν στην αρμένικη και την
εβραίικη) δεν συγκροτούσε έθνος.
Το έργο του Στάλιν –σύμφωνα με τον Α.Λιάκο -θα πρέπει να το
διαβάσουμε στα συμφραζόμενα της εποχής του .Το ερώτημα που απασχολούσε τους
Μπολσεβίκους και στο οποίο
επιχειρεί να απαντήσει είναι ποιες από
τις εθνικού τύπου συλλογικότητες της αχανούς Ρωσικής Αυτοκρατορίας ( πάνω από 100) έπρεπε να αποκτήσουν το στάτους του έθνους μ ώστε να υποστηριχτεί το δικαίωμα του αποχωρισμού από το κράτος , και ποιες
όχι,. (Αντωνης Λιακος: 38)
Μια ενδιαφέρουσα παραλλαγή
των μαρξιστικών θεωριών για το έθνος ήταν αυτή που αναπτύχτηκε στα αντιαποικιακά κινήματα Μετά την Ρωσική
επανάσταση και έως την επανάσταση των
ισλαμιστών στο Ιρανή , για 60 περίπου χρόνια , εκτός από λίγες
αποκλίσεις η πολιτική γλώσσα μέσω της οποίας αρθρώθηκαν τα εθνικά
και κοινωνικά αιτήματα των αποικιοκρατούμενων εθνών ήταν ο μαρξισμός
. Αυτή η γλώσσα εξασφάλιζε την
επικοινωνία αλλά και την μετάφραση το
τοπικού στο εθνικό και του εθνικού στο καθολικό
, Αυτή η μετάφραση την οποία εξασφάλισε ο μαρξισμός είχε μεγάλη
σημασία ., Στο βαθμό που ο μαρξισμός ως
γλώσσα εξέφραζε αιτήματα στον ίδιο βαθμό σύσταινε , δημιουργούσε ,
κατασκεύαζε τα υποκείμενα που άρθρωναν αιτήματα (Αντωνης
Λιακος: 42)
Η συνεισφορά του Γκράμσι :Ο
Γκράμσι δεν έγραψε συστηματικά
μια θεωρία του εθνικισμού όπως ο Μπάουερ
. Η συνεισφορά του είναι έμμεση και
προκύπτει αφενός από τη ανάλυση της ιδεολογίας και την επεξεργασία της έννοιας της ηγεμονίας » αφετέρου από την
ερμηνεία του Risorgimento ως « λειψής
επανάστασης » ως «revoluzione mancata ». Η θεωρία του για την ιδεολογία βρισκόταν σε αντίθεση τόσο
με τη
αντιπαράθεση ιδεολογία θεωρίας
(Μαρξ) οσο και με τις σύγχρονες του
θεωρίες της « ιδεολογίας ως ψευδούς
συνείδησης » ( Λουκατς ) και της ιδεολογίας ως εποικοδομήματος ( Στάλιν )( Αντωνης Λιάκος :51)
Ο Γκράμσι ανέπτυξε μια θεωρία της ιδεολογίας
ως συστήματος ιδεών το οποίο διαστρωματώνεται σε μια κλίμακα από το φολκλόρ, έως την
φιλοσοφία και την υψηλή λογοτεχνία . Η
ιδεολογία γίνεται ηγεμονική όταν μπορεί να μεταφράσει τις επιθυμίες των
μαζών σε ιδέες , άξιες και συγκεκριμένες
κατευθύνσεις δράσης. Ο όρος «εθνική
ιδεολογία» αποκτά στον Γκράμσι μια ποιοτική σημασία , γιατί δείχνει την
ικανότητα να μεταφραστεί το λαϊκό ,το πληβειακό, το επιμέρους κι ανεπεξέργαστο
σε όρους λογοτεχνίας. Για τον λόγοι αυτόν προβάλλει το έργο ων ελλήνων τραγικών ποιητών και του Σαίξπηρ ως πρότυπα αυτής της συνάρθρωσης , της επεξεργασίας και της μετατροπής της λαϊκής κουλτούρας σε εθνική. Επομένως ο όρος εθνικός αποκτά την έννοια του ηγεμονικού. Αυτό είναι το νόημα της φράσης του ότι το προλεταριάτο πρέπει να γίνει μια εθνική
τάξη . Αυτό που προκύπτει από το έργο του Γκραμσι είναι ότι το έθνος δεν είναι μια κοινότητα που σχηματίζεται
αυθόρμητα πάνω στη βάση της
σύμπτωσης ορισμένων χαρακτηριστικών,
αλλά μια κοινότητα η οποία δομείται συνειδητά πάνω στην ικανότητα
ορισμένων τάξεων να υποδυθούν
ηγεμονικούς ρόλους,επομένως να
μετασχηματίσουν σε εθνικά τα διάσπαρτα
λαϊκά στοιχεία αλλά όχι μόνο : ο Γκραμσι
γράφει και για τον εθνικό
μετασχηματισμό και των στοιχείων της
κοσμοπολίτικης κουλτούρας , όπως είναι η καθολική αλλά και οι κληρονομιές της ελληνορωμαϊκής αρχαιότητας και του αναγεννησιακού ουμανισμού. (Αντωνης
Λιακος: 52) Το
έθνος δημιουργείται χτίζεται,
κατασκευάζεται από κοινωνικές τάξεις οι οποίες επιδιώκουν την κοινωνική και
επομένως και την πολιτισμική ηγεμονία . Βέβαια, γράφοντας γι αυτή την
διαδικασία ο Γκράμσι, εννοεί την αναγκαιότητα
μιας ριζοσπαστικής – γιακωβινικης
φάσης στη δημιουργία του έθνους
, δηλαδή μιας πολιτικής κινητοποίησης η
οποία θα ολοκληρώσει τον αστικό μετασχηματισμό των θεσμών και των νοοτροπιών με αποτέλεσμα να ομοιογεειοποιησε το έθνος .. Δεν
αποκλείει όμως ότι το έθνος μπορεί να
προέλθει και ως αποτέλεσμα μεγάλων
εξωτερικών μεταβολών όπως στην
συγκεκριμένοι περίπτωση της Ιταλίας ήταν οι Ναπολεόντειοι Πόλεμοι. Την διαδικασία
αυτή την περιέγραψε ως «παθητική επανάσταση ». (Αντωνης Λιακος: 53 )
1 σχόλιο:
πολύ καλό άρθρο
Δημοσίευση σχολίου