Από το ΠΟΤΑΜΙ ΤΟΥ ΧΡΟΝΟΥ ΤΟΥ ΜΙΧΑΛΗ ΜΑΚΡΟΠΟΥΛΟΥ ,ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΑΚΕς ΕΚΔΟΣΕΙς ΚΡΗΤΗς 2Ο22.σελ 15-19
Το πρόσωπο
Μια στιγμή προτού φιλήσω τον άνθρωπο που αγαπώ, το πρό σωπό του γεμίζει απ' άκρη σ' άκρη το οπτικό μου πεδίο, απλώ νεται σαν ολόκληρος κόσμος ώς τον ορίζοντά μου. Το πρόσωπο του αγαπημένου είναι ό,τι πιο κοντινό μου ·κοντύτερα, ακό μα, κι απ' το πρόσωπό μου στον καθρέφτη.
Τα γκρο πλαν στο σινεμά είναι ένα παράδοξο· απ' όλες τις ξεχωριστές λέξεις στο ιδιόλεκτό του είναι ίσως η πιο κινηματογραφική γιατί 'ναι η λιγότερο θεατρική. Στα διαλογικά πλάνα, οι χαρακτήρες στέκονται και μιλούν· υπηρετούν το κάδρο με τη θέση τους, τις λέξεις με το λόγο τους. Είναι θεατρικές σκηνές στη ροή της κινηματογραφικής αφήγησης. Σε μια σεκάνς του
Χίτσκοκ, ο Τζέιμς Στιούαρτ ή ο Κάρυ Γκραντ φορούν ατσαλάκωτο το κουστούμι τους και την εκφορά κάθε φράσης. Είναι η καθαρολογία της κινηματογραφικής γλώσσας. Και στον αντίποδά της είναι η αυτοσχεδιαστική αργκό του Κασσαβέτη, όπου οι χαρακτήρες φορούν το σακάκι τους ανάποδα, να φαίνεται η σχισμένη φόδρα και λεκέδες ξεραμένου αίματος από πληγές που έχουν επουλωθεί επιφανειακά μα ποτέ στο βάθος. Στο σινεμά του Χίτσκοκ, το πρόσωπο είναι ρόλος – ένα γοητευτικό παι χνίδι. Στο σινεμά του Κασσαβέτη, ο ρόλος είναι πρόσωπο και το παιχνίδι δεν είναι παιχνίδι πια. Στο Μια γυναίκα εξομολογείται, το πρόσωπο της Τζίνα Ρόουλαντς είναι ο κόσμος· ένα παράδο ξα, γιατί τόσο κοντά έχω σκύψει μόνο στο πρόσωπο που αγαπώ, όμως το πρόσωπο της Ρόουλαντς -μιας ξένης – σκύβει αυτό προς το μέρος μου απ' την οθόνη, γεμίζει τ' οπτικό μου πεδίο και μου επιβάλλεται σαν αυτοτελής, περιεκτικός και πλήρης κόσμος.
Τα πρόσωπα του Μπέργκμαν μού επιβάλλονται σαν αυτοτε λείς, περιεκτικοί και πλήρεις κόσμοι: της Ίνγκριντ Τούλιν και της Γκούνελ Λίντμπλουμ στη Σιωπή, της Λιβ Ούλμαν και της Ίνγκριντ Μπέργκμαν στη Φθινοπωρινή σονάτα, της..., του... Είναι σεληνιακά τοπία με θάλασσες πόθου και κρατήρες θλίψης.
Υπάρχει πρόσωπο χωρίς πρόσωπο; Στη γλώσσα μας, η λέξη πρόσωπο δεν είναι μόνο η μορφή μα και το άτομο. Ο άνθρωπος ταυτίζεται με το πρόσωπό του. Κι αν ωστόσο από ένα φριχτό ατύχημα η όψη χαθεί, διασώζεται παρ' όλα αυτά το κέντρο της: τα μάτια. Αν το πρόσωπο ήταν ο άνθρωπος, τα μάτια είναι πλέον το πρόσωπο.
Μια γυναίκα εξομολογείται
Στα Μάτια χωρίς πρόσωπο, την ποιητική ταινία τρόμου του Ζωρζ Φρανζύ, η Εντίθ Σκομπ έχει χάσει το πρόσωπό της σ' αυ τοκινητικό ατύχημα και περιπλανιέται σαν λευκοντυμένη οπτα σία με πορσελάνινη όψη, με το στόμα της να 'ναι μια ασάλευτη γραμμή και με τα μάτια της μόνο να φαίνονται πίσω απ' τη μά σκα· παράξενα τραγική με τ' ανέκφραστο προσωπείο της και το αιθέριο κορμί της, θαρρείς και τούτη η συνόψιση ενός προσώπου στο βλέμμα, που αυτό μόνο απομένει ζωντανό στην άψυχη όψη της κοπέλας, την κάνει άυλη σχεδόν.
Στο Πρόσωπο ενός άλλου του Χιρόσι Τεσιγκαχάρα, δια- σκευή του μυθιστορήματος του Κόμπο Αμπέ, το πρόσωπο ενός μηχανικού καταστρέφεται σ' ένα βιομηχανικό ατύχημα. Στην αρχή της ταινίας είναι τυλιγμένος μ' επιδέσμους, φαίνο νται μονάχα τα μάτια του. Η γυναίκα του δεν τον πλησιάζει. Ένας γιατρός, στο ιατρείο του που στην ταινία του Τεσιγκα χάρα δε θυμίζει ιατρείο αλλά καλλιτεχνική εγκατάσταση, του φτιάχνει νέο πρόσωπο. Ο μηχανικός το φορά, πλέον είναι ο εαυτός του κι ένας άλλος, και με το νέο πρόσωπό του πλαγιά ζει με τη γυναίκα του ξανά, αλλά σαν ένας ξένος τώρα, που την ξελογιάζει κι αυτή τον ακολουθεί εύκολα. Τούτη η ευκολία τον κάνει να ζηλέψει αυτόν τον ξένο και της φανερώνεται μισοβγά ζοντας το νέο του πρόσωπο και κατηγορώντας την, πως είναι άπιστη. Εκείνη τον παρακαλεί να μην το κάνει, να μη φανερώ σει το φριχτό πρόσωπο κάτω απ' τη μάσκα, και του λέει πως είχε εξαρχής καταλάβει ότι ήταν εκείνος, γι' αυτό πλάγιασε έτσι εύκολα μαζί του. Δεν ήταν άπιστη – του 'ταν πιστή, κι ο άπιστος απέναντί της κι απέναντι στον διχασμένο του εαυτό ήταν ο ίδιος. Κι υπάρχει στο Πρόσωπο ενός άλλου μια δεύτερη παράλληλη μικρή ιστορία, για μια κοπέλα που 'ναι όμορφη απ' τη μια μεριά, κι από την άλλη το πρόσωπό της είναι σημαδε μένο απ' την έκρηξη της ατομικής βόμβας στο Ναγκασάκι· με το διχασμό να ενυπάρχει τώρα στο ίδιο πρόσωπο, χωρισμένο σε δύο μισά.
Στο Τραγούδι του Φοίνικα του Κρίστιαν Πέτζολντ, η Νίνα Χος υποδύεται υπέροχα μια Εβραία επιζήσασα του Ολοκαυτώ ματος, πρώην τραγουδίστρια του καμπαρέ, με παραμορφωμένη
όψη τώρα, που αποχτά με πλαστική χειρουργική νέο πρόσωπο. Είναι ξανά μαζί με τον παλιό της αγαπημένο, που δεν την ανα γνωρίζει και, για να πάρει την κληρονομιά της «νεκρής» συζύ γου του, τη βάζει να την υποδυθεί σε τούτο το παιχνίδι προδο σίας και διπλών ρόλων, όπου μέσω του ρευστού προσώπου το εγώ συνάμα ταυτίζεται με τον εαυτό κι αποσπάται απ' αυτόν. Στο τέλος του φανερώνεται τραγουδώντας το «Speak Low» του Κουρτ Βάιλ. Την αναγνωρίζει απ' τη φωνή της, που τώρα είναι
αυτή το πρόσωπό της, ό,τι φέρνει ξανά το εγώ να ξαναβρεί τον εαυτό. Ούτε καν τα μάτια. Η φωνή.
Στην Αποκάλυψη τώρα του Φράνσις Φορντ Κόππολα, ο Μάρ- λον Μπράντο πολύ περισσότερο από πρόσωπο είναι μια φωνή μες στο μισοσκόταδο. Δεν καταλαβαίνω τις μεταγλωττίσεις. Είναι σαν ετεροπροσωπία, το στραβοκόλλημα ενός προσώπου σ' ένα άλλο – μια διπλή υπόδυση ρόλων, όπου η δεύτερη ερ μηνεία ακυρώνει την πρώτη. Στο ραδιοφωνικό θέατρο δε χρει άζεσαι την όψη ή το βλέμμα, μα ήδη η φωνή είναι το πρόσω πο. (Ποιος θα διανοούνταν ένα μεταγλωττισμένο ραδιοφωνικό θέατρο;) Ο Μάικλ Κέιν, ο Σων Κόννερυ, είναι η μορφή τους και η φωνή τους. Η φωνή είναι τόσο μοναδική όσο το πρόσωπο. Οι υπότιτλοι στο κάτω μέρος του πλάνου είναι αναπόσπαστο μέρος του κι ας τ' αφήνουν λειψό· το κείμενο άθελά του φέρνει τον ομιλούντα κινηματογράφο πίσω στον βωβό, στις απαρχές του σινεμά και πιο πολύ μού ταιριάζουν οι υπότιτλοι στην οθόνη ενός θερινού κινηματογράφου, μα δεν ξέρω το λόγο. Μια ταινία χωρίς υπότιτλους στο θερινό σινεμά, θα μου φαινόταν κά πως σαν μισή ταινία. Ο Τοσίρο Μιφούνε, μ' αγριεμένη όψη, να λέει κοφτά κάτι στο Γιοζίμπο του Ακίρα Κουροσάβα, κι αποκά τω να γράφει: «θα σας δείξω τι αξίζω».
Το πρόσωπο είναι μοναδικό, αν όμως είναι το ίδιο πρόσωπο διπλός Ακόμα περισσότερο, αν έχει κάπως παραλλαγμένη την ίδια φωνή επίσης; Μια διπλή εγγαστριμυθία και μίμηση. Ο δι πλασιασμός του προσώπου είναι εφιαλτικός: ο εαυτός χάνεται μέσα στο εγώ, που χάνεται μέσα στον εαυτό, που χάνεται μέσα στο εγώ... σ' αντικριστούς καθρέφτες που καθρεφτίζουν τόσο τέλεια την εικόνα, ώστε αυτή η τελειότητα φτάνει να 'ναι τρομε ρή παραμόρφωση. Διπλό, το όμορφο πρόσωπο του Τζέρεμυ Αι ρους δείχνει εφιαλτικό στους Διχασμένους του Ντέιβιντ Κρόνεν μπεργκ, όπου δυο δίδυμοι γυναικολόγοι είναι συνάμα ολόιδιοι κι ανόμοιοι, αξεδιάλυτα διαιρεμένοι και συμπληρωματικοί, σαν δυο μισοί εαυτοί που συνυπάρχουν δίχως ποτέ να γίνονται ένας ολόκληρος. Η ταινία του Κρόνενμπεργκ φτάνει ὡς τον πυρήνα του ξαφνιάσματος και του τρόμου του προσώπου στη θέα του ειδώλου του .....
+
7
7
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου