Αναγνώστες

Πέμπτη 24 Μαΐου 2012

Η ελληνική γοητεία του φασισμού/Πώς τα ελληνικά media έχουν θολώσει από τη χρυσαυγίτικη προπαγάνδα ΑΠΟ ΤΟΝ ΣΤΑΘΗ ΤΣΑΓΚΑΡΟΥΣΙΑΝΟ./αναδημοσιευση απο το LIFO .

Η ελληνική γοητεία του φασισμού

Πώς τα ελληνικά media έχουν θολώσει από τη χρυσαυγίτικη προπαγάνδα.

Κenneth Anger: Invocation of my Demon Brother
Κenneth Anger: Invocation of my Demon Brother
Έγραψα ένα άρθρο στο lifo.gr για την υπερπροβολή της Χρυσής Αυγής στα media. Υποστήριξα ότι αυτή δεν γίνεται μόνο από περιέργεια και φόβο, αλλά επίσης από δέος και ηδονοβλεπτική τάση. Θα έπρεπε να προσθέσω κάτι ακόμα: δεν μπορείς να συζητάς μ’ έναν φασίστα - γιατί αυτός εκφράζει ένστικτα, ενώ εσύ πνεύμα. Στο μπρα ντε φερ των media δεν υπάρχει περίπτωση το πνεύμα να κερδίσει τις εντυπώσεις απέναντι στο θριαμβικό κτήνος του αυτονόητου. Το εμβατήριο δημιουργήθηκε για να υπερκαλύπτει τις σονάτες.
Δεν άργησα να το επιβεβαιώσω στην εκπομπή του Σταύρου Θεοδωράκη (που χτύπησε πρωτοφανή νούμερα). Ο φασίστας μίλαγε σβέλτα, άμεσα, έξυπνα, οι Αριστεροί χαμένοι στη μετάφραση. Αυτός ήταν το νέο πράγμα, το ξεδιάντροπα ειλικρινές, το προκλητικά απενοχοποιημένο - οι άλλοι ήταν σαν μαραμένοι από τον πολύ στοχασμό. Είχα δει ξανά το έργο: όταν επέλαυνε το λάιφσταϊλ του «Κλικ». Και είχα γράψει τότε ένα ανάλογο κομμάτι στην «Ελευθεροτυπία» με τίτλο «Η γοητεία του Κακού».
Έλεγα, αν θυμάμαι καλά, πόσο πιο γοητευτική είναι η κόλαση συγκριτικά με τον παράδεισο στη λαϊκή εικονογραφία. Η κόλαση παρουσιάζεται ως ένα ατέρμονο gang bang, με βιασμούς παρθένων, μέθυσους, ενδιαφέροντες ψυχάκηδες, σαδικούς ανασκολοπισμούς - πολλή δράση και φλόγες πολλές. Κι από πάνω ο Παράδεισος, σαν μαραμένος καυλός. Αγάμητες κόρες με λύρες στα χέρια και γέροντες με γλαρωμένα μάτια να καθοδηγούν το ποίμνιο σαν ένα κοπάδι γίδια - νύστα του θανατά.
Κάνοντας την αναγωγή, δεν θα ‘ταν υπερβολή να πει κανείς ότι έτσι και το Κακό είναι αρχικά πολύ πιο ενδιαφέρον από το Καλό. Και ο Φασισμός από την Ανοχή. Αφού μια φορά ζει κανείς και φτύνει αίμα για να φτιάξει το σπιτάκι του, γιατί να αυτολογοκρίνεται και ν’ αφήνει τον Πακιστανό να κατουράει μέσα στην εκκλησιά του;
Το θέμα με αυτές τις απλές ερωτήσεις είναι ότι δεν έχουν εξίσου απλή απάντηση. Γιατί η απάντηση δεν στηρίζεται στο χώμα και το αίμα του ενστίκτου (όπως η ερώτηση) αλλά στο αθέατο πλέγμα των στοχαστικών προσαρμογών που ακολούθησε η ανθρώπινη διανόηση για να δημιουργηθεί ο πολιτισμός και να στηρίξει πάνω του την επίκληση της δίκαιης κοινωνίας. Ολόκληρος ο πολιτισμός μας είναι μια σύνθεση συγκρατημών, ταμπού και οργάνωσης των ορμών. Είναι ο κρυφός κώδικας που τρέχει το σύστημα που ζούμε. Εμπεριέχει πολλή «δουλειά», πολλά βαρετά κατεβατά, πολλή εσωτερική εξημέρωση. Απέναντι σε όλα αυτά ο φασίστας ξέρει μόνο να πηδά και να φωνάζει. Να χαϊδεύεται μπροστά στον καθρέφτη του, ν’ ασπρίζει το σπιτάκι του, να γρυλίζει μόλις κάποιος κάτσει στη σκιά της καστανιάς του.
Αλλά δεν πρέπει να υποτιμάμε τον φασισμό. Όπως έγραψε και η Σούζαν Σόνταγκ στη «Γοητεία του Φασισμού», εθνικοσοσιαλισμός δεν σημαίνει μόνο κτηνωδία και τρόμος. Σημαίνει επίσης κι ένα ιδεώδες ή μάλλον κάποια ιδεώδη που επιβιώνουν σκόρπια σήμερα κάτω από άλλες σημαίες: το ιδεώδες της ζωής ως τέχνης, τη λατρεία της ομορφιάς, τον φετιχισμό του θάρρους, τη διάλυση της αποξένωσης σε εκστατικά αισθήματα κοινότητας, την απόρριψη της διανόησης, την ανδροκρατική οικογένεια (υπό την πατρική αιγίδα των ηγετών). Και υπάρχει ακόμα η κατοπινή σύνδεσή του με παραβατικές αγριάδες (που αρέσουν στους αφελείς): την εικονογραφία του σατανισμού, ορισμένα παρακλάδια του death metal, τις πολεμικές τέχνες, κ.λπ.
Ξέρω αρκετούς απλοϊκούς ή απλώς θολωμένους ανθρώπους που θα μπορούσαν να συγκινηθούν είτε από αυτές τις σχεδόν ρομαντικές «αξίες» είτε από το φλερτ με την παραβατικότητα, τα οποία κουδουνίζουν πίσω από τα μονοκόμματα, αψήφιστα λόγια κάθε φασίστα. Από τον πορτιέρη που θαυμάζει με κρυπτο-ομοφυλοφιλικό ναρκισσισμό το φουσκωμένο, λευκό κορμί του, μέχρι τον γέρο που η ζωή του πέρασε χωρίς ίχνη, αφήνοντας πίσω της μόνο ένα μονήρες δυάρι με οχτώ κλειδαριές ασφαλείας.
Ακριβώς, λοιπόν, επειδή βλέπω ότι χάθηκε η μάχη, αν σε κάθε κραυγή απαντάς μ’ ένα δοκίμιο (διότι περί μάχης εντυπώσεων πρόκειται), επαναλαμβάνω ότι είναι λάθος να δίδεται τόσο πολύ, τόσο συχνά ο λόγος στους φασίστες.  Όχι ότι δεν θα τον πάρουν μόνοι τους στο ίντερνετ.
Τουλάχιστον, όμως, δεν θα έχουμε συνεργήσει στην άθλια προπαγάνδα.

1 σχόλιο:

ο δείμος του πολίτη είπε...

Εξαιρετικό άρθρο και νομίζω μέσα στην ουσία των πραγμάτων...