Κρισολογία, κρίσεις και κρίση
Εδώ
και σαράντα χρόνια ακούω διαρκώς, από πρώτο χέρι, τη λέξη «κρίση».
Θυμάμαι π.χ. ακόμα κάτι διαβασμένους τροτσκιστές να μιλάνε το 1973 για
«κρίση υπερσυσσώρευσης του κεφαλαίου» − κι από κοντά διάφορα άλλα
παρακλάδια «συνεπών» μελετητών του Κεφάλαιου και όλων των Grundrisse με τις υποσημειώσεις τους μαζί (ακόμα κι εγώ στρώθηκα και μελέτησα ίσαμε κι ένα «Ανέκδοτο κεφάλαιο του Α΄ βιβλίου του Κεφάλαιου», που είχε βγάλει το 1971 ο
γαλλικός οίκος 10/18) −, πάντοτε βέβαια εννοώντας ότι η κρίση είναι
θανάσιμη και όπου να ’ναι ο καπιταλισμός πάει στον κουβά. Αλλά για
κρίση, και κρίση «σοβαρότατη» και πάσης φύσεως (οικονομική, πνευματική,
οικολογική, κ.ο.κ.), μιλούσαν και άνθρωποι του συστήματος, απολογητές
του ή περί αυτό, που διόλου δεν είχαν κατά νου το γκρέμισμά του. Ιδού
λ.χ. τι είχα ψαρέψει επί του θέματος από ένα «πρώην ξέγνοιαστο»
περιοδικό και αναδημοσιεύσει στο Τέλος του Εικοστού Αιώνα το
Σεπτέμβρη του 1981: «Μετά τη σημερινή κρίση, πολλά προβλήματα θα έχουν
βρει τη λύση τους ή τουλάχιστον νέες λύσεις θα έχουν δοθεί στα σημερινά
προβλήματα. Μετά την κρίση. Το ζήτημα είναι πως τώρα βρισκόμαστε μέσα
στον τυφώνα και πως τα προβλήματα πολλαπλασιάζονται, και κανείς δεν
μπορεί να πει πότε θ’ αρχίσει η “ανάκαμψη”» (περιοδικό ΓΥΝΑΙΚΑ,
30/7/1980, παρακαλώ!).
Σαράντα
χρόνια δεν είναι πολλά, αλλά δεν είναι και λίγα για να βγάλει κανείς
κάποιο συμπέρασμα. Αν μάλιστα προσθέσω σε αυτά και τις άπειρες
δεκαετίες, που μαθαίνω από δεύτερο χέρι (βιβλία) ότι η λέξη «κρίση»
σερνόταν ακριβώς όπως σε αυτά, τότε θα έλεγα πως ένα συμπέρασμα όχι
απλώς μπορεί να βγει, μα επιβάλλεται κιόλας!
Εάν η κρίση ήταν ακριβώς αυτό που πιστεύουν οι μαρξιστές από τότε τουλάχιστον που ο μεγάλος εκείνος Καρλ δημοσίευσε το Κομμουνιστικό Μανιφέστο,
τουτέστιν κρίση θανάσιμη, τότε ασφαλώς ο καπιταλισμός θα είχε
γκρεμιστεί εδώ κι έναν αιώνα. Γιατί δεν γίνεται να ισχυρίζεται κανείς
επί κοντά διακόσια χρόνια, ότι κατέχει την «επιστημονική γνώση των νόμων
που κινούν την καπιταλιστική κοινωνία» και ότι με βάση αυτή τη γνώση η
διάγνωσή του είναι πως «η κρίση του καπιταλισμού είναι θανάσιμη», κι
αυτός ο ρημάδης ο ασθενής να μην πεθαίνει! Κάτι δεν πάει καλά μ’ αυτή
την επιστήμη. Από την άλλη, εάν η κρίση ήταν αυτό που πιστεύουν κάθε
φορά οι απολογητές του συστήματος από τότε τουλάχιστον που θέλησαν −
στηριγμένοι στις δικές τους, «επιστημονικές» γνώσεις − να διαψεύσουν την
προφητεία του Μαρξ, τότε ασφαλώς το σύστημά τους δεν θα έπεφτε από
κρίση σε κρίση, ούτε θα πέφτανε από τα μπαλκόνια από καιρού εις καιρόν.
Άρα και η δική τους «κρισολογική επιστήμη» μπάζει τόνους νερά.
Ας
προσπαθήσουμε λοιπόν να βάλουμε, έστω και σχηματικά, τα πράγματα σε μια
τάξη. Ο αγώνας αυτοσυντήρησης που δίνει κάθε κοινωνικό σύστημα, είναι
διμέτωπος: από τη μια μεριά προς τα μέσα, για την εσωτερική του
συγκρότηση και συνοχή, μέσα από τη συστηματοποίηση των πολυποίκιλων
ζωντανών δυνάμεων με τρόπο ώστε να αντλεί από αυτές ενέργεια χωρίς να
ανατρέπεται από τη χαοτικότητά τους∙ και από την άλλη προς τα έξω, για
την αντιμετώπιση άλλων συστημάτων που είτε το απειλούν, είτε του στερούν
ζωτικούς πόρους. Επομένως, ένα κοινωνικό σύστημα μπορεί να περάσει κρίσεις είτε στο ένα μέτωπο, είτε στο άλλο, είτε και στα δυο μαζί.
Δεν είναι όμως κάθε κρίση που περνάει ένα κοινωνικό σύστημα οπωσδήποτε συστημική, ούτε κατ’ ανάγκη θανάσιμη. Μια σειρά από κρίσεις, μπορεί να είναι κρίσεις ανάπτυξης
του συστήματος: τέτοιες μπορούμε να πούμε πως ήταν, σε ό,τι αφορά το
καπιταλιστικό σύστημα, οι κρίσεις περί τη λεγόμενη βιομηχανική
επανάσταση. Άλλες μπορεί να είναι κρίσεις επέκτασης: π.χ. αυτές περί την ιμπεριαλιστική επέλαση του καπιταλισμού. Άλλες κρίσεις, μπορεί να είναι κρίσεις προσαρμογής
σε πιο διευρυμένα δεδομένα: π.χ. οι κρίσεις που ακολούθησαν την
κατάρρευση του ανατολικού μπλοκ και την εισβολή του κεφαλαίου στην Κίνα.
Χρειαζόμαστε
λοιπόν ένα «μετρητή σοβαρότητας» της κρίσης, για να καταλάβουμε τι
είδους κρίση είναι. Ποιο θα μπορούσε να είναι το «μέτρο» του; Μα ασφαλώς
η κατάσταση του ανθρωπολογικού τύπου, ο οποίος συνέχει και ζωογονεί το συγκεκριμένο σύστημα. Διότι κάθε κοινωνικό σύστημα συγκροτείται κατά πρώτιστο λόγο επάνω σε μια ορισμένηαντίληψη για τον άνθρωπο και το ανθρώπινο
(άρα και το απάνθρωπο), την οποία κατορθώνει να παρουσιάζει ως καθολική
και η οποία αποτελεί το ζωντανό συνδετικό υλικό όλων των άλλων
εκδηλώσεών του (θεσμοί, ήθη, κ.ο.κ.).
- Εφόσον αυτός ο κυρίαρχος ανθρωπολογικός τύπος παραμένει σφριγηλός, οι κρίσεις που βλέπουμε δεν είναι παρά «τοπολογικές», ας πούμε, μεταλλάξεις του συστήματος: αναπτύξεις, επεκτάσεις ή προσαρμογές του χωρίς κατάργηση της «ιδιοπροσωπίας» του.
- Κρίση συστημική, επομένως, έχουμε μόνο από τη στιγμή που − ακόμα κι αν κανένα κύμα δεν ταράζει ακόμα την επιφάνεια! − ματαιώνεται, διαρρηγνύεται και πλήττεται ο κυρίαρχος ανθρωπολογικός τύπος.
- Αλλά η συστημική κρίση δεν πρέπει να θεωρείται, εσπευσμένα, ως θανάσιμη. Θανάσιμη κρίση ενσκήπτει όταν, ενώ μαίνεται κρίση συστημική, κάνει την εμφάνισή του και προελαύνει, μέσα από ζωντανά παραδείγματα − έστω και «αθόρυβα» ακόμα −, μια νέα αντίληψη για τον άνθρωπο, ένας νέος ανθρωπολογικός τύπος.
Είναι
λοιπόν σημαντικό, για να τσεκάρουμε το «μετρητή» μας, να εξετάσουμε την
κατάσταση του κυρίαρχου σήμερα ανθρωπολογικού τύπου. Όμως ποιος ακριβώς είναι αυτός;
Εδώ είναι το μεγάλο «τυφλό σημείο» των περισσότερων αντίπαλων του κυρίαρχου συστήματος! Έχοντας γοητευτεί από τη φαινομενική ευταξία
της θεωρίας της υπεραξίας, αναλώθηκαν και αναλώνονται σε μετρήσεις των
αυξομειώσεων του ποσοστού της, και για το πραγματικά καυτό ζήτημα, για
τη φύση του κυρίαρχου ανθρωπολογικού τύπου − το «τι τύπος ανθρώπου είναι
ο κυρίαρχος τύπος στον καπιταλισμό;», για να το πω απλουστευτικά −, δεν
έχουν να πουν παρά δυο-τρεις πολύ φτωχές κοινοτοπίες: «άπληστος,
επιθετικός, τυφλωμένος με το κέρδος, εγωκεντρικός», κ.λπ. Μόνο που, αν ο
κυρίαρχος ανθρωπολογικός τύπος ήταν μόνο αυτά, δεν θα μπορούσε να είχε
στήσει ούτε κοινωνικό σύστημα, ούτε καν πολιτικό σώμα, πολύ δε λιγότερο
ένα σώμα κυρίαρχων ιδεών! Κι ούτε, βέβαια, θα είχε πετύχει να επιβάλλει
σε καθολική κλίμακα ένα τόσο ισχυρό σύμβολο και ταυτόχρονα σύστημα, το χρήμα!
Είναι
λοιπόν επείγον να επιδιορθώσουμε − για να μην πω: κατασκευάσουμε εξ
αρχής − το δικό μας «μετρητή σοβαρότητας της κρίσης». Είναι επείγον να
κατανοήσουμε βαθύτερα τον κυρίαρχο ανθρωπολογικό τύπο. Να δούμε από πού αντλεί «καύσιμα», τι τον ενθουσιάζει, τι τον συντηρεί και τι τον συνέχει∙ ώστε να βρούμε, μετά, και τι τον «αρρωσταίνει».
Επί τροχάδην, ο κυρίαρχος ανθρωπολογικός τύπος:
- αντλεί καύσιμα από τη γενέθλια εναντίωσή του στην εμπρόσωπη απολυταρχία∙
- τον ενθουσιάζει η ιδέα της «εξατομίκευσης», τόσο ως απόλυτης κατάφασης της ιδιωτικότητας όσο και ως δυνατότητας εξίσωσης της ατομικής του περιουσίας με τον πλούτο όλου του κόσμου∙
- συντηρείται από την υπαγωγή των ενεργειών του σε ένα σύστημα, όχι απολυταρχικού τύπου αλλά του απρόσωπου τύπου ενός τεχνικού συστήματος∙ και
- συνέχεται από το όραμα της τεχνικής υπέρβασης όλων των ορίων και τον τεχνολογικό μεσσιανισμό (ακόμα και με την έννοια της προσδοκίας, ότι η ανάπτυξη της τεχνολογίας θα θάψει τον καπιταλισμό).
Όπως
καταλαβαίνετε, ο βασικός ίσως λόγος που η φύση του κυρίαρχου σήμερα
ανθρωπολογικού τύπου αποτελεί το μεγάλο «τυφλό σημείο» των περισσότερων
αντίπαλων του κυρίαρχου συστήματος, είναι πως, αν τον έβλεπαν καθαρά, θα
έβλεπαν σε αυτόν και το δικό τους πρόσωπο!
Αν
όμως προσπαθήσουμε να δούμε καθαρά κι αν βάλουμε αυτά τα δεδομένα στο
«μετρητή» μας και τον κουρδίσουμε, τι λέτε ότι θα μας δείξει αναφορικά
με τη σημερινή κρίση;
---
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου