Αναγνώστες

Σάββατο 31 Ιουλίου 2010

Η ΣΠΗΛΙΑ ΤΟΥ ΝΟΣΦΕΡΑΤΟΥ: Ο Ομαντεον , ο Ζιζεκ, ο Γιαννης Σταυρακάκης , και το αστοχο ανεκδοτο

Η ΣΠΗΛΙΑ ΤΟΥ ΝΟΣΦΕΡΑΤΟΥ: Ο Ομαντεον , ο Ζιζεκ, ο Γιαννης Σταυρακάκης , και το αστοχο ανεκδοτο

καγκελα

Η ΣΠΗΛΙΑ ΤΟΥ ΝΟΣΦΕΡΑΤΟΥ: Καμια φορά στα Ονειρα νιωθω παγιδευμένος....

Η ΣΠΗΛΙΑ ΤΟΥ ΝΟΣΦΕΡΑΤΟΥ: Καμια φορά στα Ονειρα νιωθω παγιδευμένος....

Η ΣΠΗΛΙΑ ΤΟΥ ΝΟΣΦΕΡΑΤΟΥ: CYNICAL Μεταδημοκρατία

Η ΣΠΗΛΙΑ ΤΟΥ ΝΟΣΦΕΡΑΤΟΥ: CYNICAL Μεταδημοκρατία

Η ταινία “Ο άνθρωπος που ενόχλησε το σύμπαν” και άλλες προτάσεις

Ίδρυμα Ποίησης / Poetry Foundation

Μία λακανική ερμηνεία της χρηματοπιστωτικής κρίσης

Μία λακανική ερμηνεία της χρηματοπιστωτικής κρίσης

Ενα εξαιρετικό αρθρο στο ΕΝΕΚΕΝ τ. 17 :Kojin Karatani Επανάσταση και επανάληψη (μετάφραση Αντώνη Μπαλασόπουλου)




Kojin Karatani  Επανάσταση και επανάληψη

 ΑΠΟΣΠΑΣΜΑ(ΠΕΡΙ ΕΘΝΟΥΣ ΚΡΑΤΟΥΣ ΚΑΙ ΑΥΤΟΚΡΑΤΟΡΙΑΣ)

''Η εσωτερική αντίφαση ανάμεσα στο πολιτικό σώμα του έθνους και την κατάκτηση ως πολιτικό μέσο έχει καταστεί προφανής από τον καιρό της αποτυχίας του ναπολεόντιου ονείρου […] Η αποτυχία του Ναπολέοντα να ενώσει την Ευρώπη κάτω απ’ τη γαλλική σημαία ήταν μια ξεκάθαρη ένδειξη του γεγονότος ότι η κατάκτηση από ένα έθνος οδηγούσε είτε στην πλήρη αφύπνιση της εθνικής συνείδησης των κατακτημένων λαών, και συνεπώς στην εξέγερση ενάντια στον κατακτητή, είτε στην τυραννία. Και αν και η τυραννία, επειδή δεν χρειάζεται συναίνεση, μπορεί να ασκήσει επιτυχώς εξουσία πάνω σε ξένους λαούς, μπορεί να διατηρήσει την εξουσία μόνο εφόσον πρώτα καταστρέψει όλους τους εθνικούς θεσμούς του δικού της λαού

Ο κατακτητικός πόλεμος του Ναπολέοντα μπορεί να αποκληθεί το πρώτο παράδειγμα ιμπεριαλιστικής επέκτασης ενός έθνους-κράτους που έχει αποτέλεσμα ένα άλλο έθνος-κράτος. 
Στον εικοστό αιώνα, ο ιμπεριαλισμός παρήγαγε έτσι έθνη-κράτη σε ολόκληρο τον κόσμο. Μιλώντας γενικά, τα σύγχρονα κράτη δημιουργήθηκαν αποσπώντας τον εαυτό τους από τις αυτοκρατορίες του παλιού κόσμου. Τα κράτη που έχουν την απαρχή τους στην ίδια παγκόσμια αυτοκρατορία μοιράζονται ένα κοινό πολιτισμικό και θρησκευτικό υπόβαθρο ακόμα και όταν ανταγωνίζονται το ένα το άλλο. Αν απειλούνταν από ένα κράτος το οποίο έχει την απαρχή του σε μια άλλη παγκόσμια αυτοκρατορία, θα ενωνόντουσαν, βασιζόμενα στην κοινή ταυτότητα της αυτοκρατορίας του παλιού κόσμου. Με άλλα λόγια, θα επέστρεφαν στην Αυτοκρατορία. 
Αλλά αν ένα έθνος-κράτος επεκτείνεται και προσπαθεί να γίνει Αυτοκρατορία, δεν μπορεί να αποφύγει να γίνει ιμπεριαλιστικό.
Έτσι το σύγχρονο έθνος-κράτος, από τη μία πλευρά, παραμένει μια μορφή αντίδρασης απέναντι στην Αυτοκρατορία, αλλά από την άλλη, έχει την τάση να καταργεί τον εαυτό του και να επιστρέφει στην Αυτοκρατορία.
Αυτή η παράδοξη δομή προκαλεί την επανάληψη που είναι εμμενής στο κράτος.''



Ο Κλέφτης των ποδηλάτων (Ladri di Biciclette) (1948).. Μια πολύ ωραία ανάρτηση για την ταινια αλλά και για το ποδηλατοο απο το εξαιρετικό Μπλογκ ECO CINEMA(με την ευκαιρία να επαναλάβω : ΛΕΥΤΕΡΙΑ ΣΤΟ ΕCO CΙΝΕΜΑ )

Κινηματογράφος και Οικολογία

Τετάρτη, 28 Ιουλίου 2010

Ο Κλέφτης των ποδηλάτων (Ladri di Biciclette) (1948)

Διαβάζοντας για αυτή την ταινία στο εξαιρετικό κινηματογραφικό blog των crispy & navarino-s “Rear Window” , αποφάσισα να την ξαναδώ μετά από πολλά χρόνια και να την παρουσιάσω κι εγώ. Οχι φυσικά από σκηνοθετική και υποκριτική σκοπιά, αυτό το έκαναν με άριστο τρόπο οι παραπάνω bloggers. Θα σχολιάσω όμως ένα κοινωνικό πλαίσιο της ταινίας, το οποίο τότε θεωρούνταν δεδομένο και αυτονόητο, αλλά σήμερα, που αυτό το πλαίσιο έχει εκλείψει, κάνει ιδιαίτερη εντύπωση στον σύγχρονο θεατή και τον οδηγεί να δει την ταινία και μέσα από αυτό το νεοαναδυόμενο μάτι.

Αναφέρομαι στην γενικευμένη χρήση του ποδηλάτου ως σημαντικού μεταφορικού μέσου, αλλά και μέσου επιβίωσης. Η ταινία είναι γυρισμένη σε μια εποχή που κυκλοφορούσαν ελάχιστα ΙΧ αυτοκίνητα από λίγους προνομιούχους και το ποδήλατο ήταν ένα απαραίτητο εργαλείο του κόσμου για τις καθημερινές μετακινήσεις του, στη δουλειά, στα ψώνια, στις υπόλοιπες δουλειές του.

Οι πόλεις ήταν φυσικά πιο ανθρώπινες με πολύ πράσινο και πολύ ελεύθερο δημόσιο χώρο, όπως βλέπουμε στην ταινία. Όμως η κυριαρχία του ΙΧ αυτοκινήτου και η αντικατάσταση του αθόρυβου, υγιεινού, εύχρηστου και ελεύθερου από ρύπους ποδηλάτου με ένα μέσο που έχει ακριβώς τα αντίθετα χαρακτηριστικά, καταβρόχθισε πολύ μεγάλο μέρος του δημόσιου χώρου για την ελεύθερη και άνετη μετακίνηση, οδηγώντας τις σημερινές πόλεις σε αυτό το ανυπόφορο και ψυχοφθόρο χάλι.

Η χρήση του ποδηλάτου μειώθηκε δραματικά, μια και οι αξίες της ταχύτητας (ο χρόνος είναι χρήμα), της άνεσης (να μην ιδρώνεις και κοπιάζεις άσκοπα) και του κοινωνικού στάτους (όσο πιο ακριβό και μεγάλου κυβισμού το αμάξι, τόσο πιο σπουδαίοι αισθανόμαστε, ας είναι καλά και οι σχετικές διαφημίσεις) θεωρήθηκαν πολύ πιο σπουδαίες από την ποιότητα ζωής, το καθαρό περιβάλλον, τους ελεύθερους χώρους. Ετσι το ποδήλατο σταδιακά υποβιβάστηκε σε μέσο ψυχαγωγίας και πλέον ελάχιστοι ιδεολόγοι, ειδικά στη χώρα μας και κυρίως στις μεγαλύτερες πόλεις μας, το χρησιμοποιούν ως μέσο μετακίνησης στην πόλη, αλλά πάλι ως συμπληρωματικό του ΙΧ που σχεδόν όλοι κατέχουν.

Με πνιγει αυτή η θαλασσα

Με πνιγει αυτή η θαλασσα

Γα τον ολοκληρωτισμό που ερχεται ...

Γα τον ολοκληρωτισμό που ερχεται ...

Τα Πρωτοκολλα των Σοφών της Σιών

Τα Πρωτοκολλα των Σοφών της Σιών

Η ΣΠΗΛΙΑ ΤΟΥ ΝΟΣΦΕΡΑΤΟΥ: David Harvey Η κατάσταση της μετανεωτερικότητας - Διερεύνηση των απαρχών της πολιτισμικής μεταβολής

Η ΣΠΗΛΙΑ ΤΟΥ ΝΟΣΦΕΡΑΤΟΥ: David Harvey Η κατάσταση της μετανεωτερικότητας - Διερεύνηση των απαρχών της πολιτισμικής μεταβολής

ΑΝΑΔΗΜΟΣΙΕΥΣΗ ΑΠΟ ΤΟΝ ΙΟ( ΚΥΡΙΑΚΑΤΙΚΗ - 11/06/2006) : «Ετσι με ανέκριναν οι Αμερικανοί» Αυτή τη φορά οι αμερικανικές αρχές δεν αρκέστηκαν να ανακρίνουν επί ώρες τον καθηγητή Πολιτικής Οικονομίας του ΕΜΠ και μέλος της γραμματείας του ΣΥΡΙΖΑ Γιάννη Μηλιό, όπως είχαν κάνει πριν από τρία χρόνια με τον συνάδελφό του Βένιο Αγγελόπουλο στο αεροδρόμιο της Νέας Υόρκης. Το FBI απαγόρευσε την Πέμπτη το βράδυ την είσοδό του στο αμερικανικό έδαφο ΓΙΑΝΝΗΣ ΜΗΛΙΟΣ






«Αυτό που συνέβη σε μένα στο αεροδρόμιο "Κένεντι" της Νέας Υόρκης δεν είναι πρωτοφανές. Η κατάργηση με πολιτικά κριτήρια, και μέσα από πολιτικές σκοπιμότητες της συγκυρίας, του δικαιώματος της διακίνησης, της ακαδημαϊκής ελευθερίας (ήμουν προσκεκλημένος σε διεθνές συνέδριο στο Κρατικό Πανεπιστήμιο Νέας Υόρκης στο Stony Brook), ο προσωρινός περιορισμός, μέσα από την πρόταξη του δικαιώματος του κράτους να προασπίζει τα συμφέροντα που εκπροσωπεί με όποιον τρόπο βρίσκει πρόσφορο, όλα αυτά και κυρίως η χωρίς πρόκληση ταλαιπωρία ανθρώπων έχουν ξανασυμβεί.

Και έχουν ξανασυμβεί (και συμβαίνουν ίσως και αυτή τη στιγμή) με πολύ πιο τραγικούς και βίαιους τρόπους, στο Γκουαντάναμο, στα κρατητήρια του Αστυνομικού Τμήματος Αγίου Παντελεήμονα, στις "διευκολύνσεις" που παρέχουν και στις υποδομές που ιδρύουν οι αντιτρομοκρατικές υπηρεσίες και νόμοι, αλλά και πέρα από αυτές, στις "κρυφές", "παράνομες" φυλακές και αερομεταφορές, στις απαγωγές Πακιστανών. Για διάφορους λόγους, που αφορούν κυρίως το από ποια χώρα προέρχομαι, ποιο επάγγελμα κάνω, για ποιο γνωστό και δηλωμένο σκοπό ταξίδευα, η δική μου ταλαιπωρία ήταν, ίσως, η μικρότερη δυνατή.

Ο αστυνομικός της συνοριακής φρουράς στο αεροδρόμιο "JFK" της Νέας Υόρκης, αφού έλεγξε τα στοιχεία του διαβατηρίου μου, με παρέδωσε σε δύο ογκώδεις συναδέλφους του, διότι "κάποιο πρόβλημα υπήρχε με τη visa μου", και θα έπρεπε απλώς να ελεγχθεί.

Με μετέφεραν σε μια ειδικά διαμορφωμένη αίθουσα, όπου υπήρχαν ήδη αρκετοί άλλοι. Το διαβατήριο, η visa και ίσως άλλα στοιχεία μπήκαν σε ένα ημιδιαφανή φάκελο με το όνομά μου, δίπλα στους αρκετούς άλλους φακέλους που προϋπήρχαν. Τη δική μου υπόθεση ανέλαβε ο αξιωματικός Matthew Lew. Ευγενικός, ήξερε ήδη το σενάριο: Το όνομά μου, IOANNIS, είναι προφανώς πολύ κοινό, αφού αντιστοιχεί στο John, που στις ΗΠΑ είναι επίσης τόσο κοινό. Ομως και το Milios, κοινό θα πρέπει να είναι, θα υπάρχουν σίγουρα πολλοί Ελληνες με αυτό το επίθετο. Φυσικά, του απάντησα, λίγο ειρωνικά. Και να σκεφτείς Matthew, του είπα, ότι υπάρχει στην Ελλάδα ένα νησί, η Milos, όπου όλοι εκεί είναι Milios. Είδες μου λέει, αυτό θα είναι το πρόβλημα.

Μόνο που κανένας άλλος Milios δεν είχε την δική μου visa εισόδου στις ΗΠΑ, τον ίδιο με μένα αριθμό.

Ηταν, δεν είναι πια, ανακλήθηκε, visa δεκαετής, από τον Νοέμβριο του 1996, με την οποία είχα εισέλθει τουλάχιστον πέντε φορές στις ΗΠΑ, όλες από το αεροδρόμιο "Κένεντι", την τελευταία φορά το 2003, δηλαδή μετά την 11η Σεπτεμβρίου.

Εμεινα στην αίθουσα αυτή 4 με 5 ώρες. Είχα την ευκαιρία να μιλήσω με αρκετούς συναδέλφους του Matthew. Ολοι ευγενικοί και όλοι ενημερωμένοι: Αφού είναι τόσο κοινό το όνομα και το επίθετό μου, είναι "λογικό" να δημιουργούσε ασάφειες και προβλήματα.

Ευτυχώς, υπάρχουν και τα κινητά τηλέφωνα.

Υπό τη σκιά της πινακίδας που αυστηρά δήλωνε ότι "απαγορεύεται η χρήση κινητών τηλεφώνων", μπόρεσα να ενημερώσω την Αθήνα. Την δική μας Αθήνα, φυσικά. Στελέχη του Ελληνικού Κοινωνικού Φόρουμ, του Συνασπισμού της Ριζοσπαστικής Αριστεράς. Την ηγεσία του Συνασπισμού.

Από την Αθήνα έμαθα στη συνέχεια ότι είχε ειδοποιηθεί το υπουργείο Εξωτερικών και ο έλληνας πρόξενος στη Νέα Υόρκη. Θα πρέπει να συμπληρωνόταν ένα πεντάωρο αναγκαστικής παραμονής μου στην αίθουσα τράνσιτ, μαζί με όσους είχαν προβλήματα με την είσοδό τους στη χώρα, όταν πληροφορήθηκα, από τον υπεύθυνο για την περίπτωσή μου αξιωματικό, φυσικά, ότι επρόκειτο να ανακριθώ από αξιωματικούς του Ομοσπονδιακού Διωκτικού Μηχανισμού των ΗΠΑ.

Αυτοί ήταν δύο: Ο Peter και ο κ. Ανώνυμος. Ο Peter έκανε τις ερωτήσεις -αυστηρός, τυπικός στο όριο του ευγενικού. Ο κ. Ανώνυμος δεν εκστόμισε ούτε μία λέξη. Υπερβολικά γυμνασμένος, παρέμεινε βλοσυρός και συνοφρυωμένος, μου έριχνε άγρια βλέμματα και κατέγραφε απλώς όλα όσα έλεγα, όπως άλλωστε (κατέγραφε) και ο Peter. Ορθιος, με συμπεριφορά υφισταμένου, ήταν ο Matthew Lew.

Οι ερωτήσεις τους, συνήθεις και αναμενόμενες αρχικά (πού και πότε γεννήθηκα, τι δουλειά κάνω, γιατί ταξίδευα στις ΗΠΑ, ποιες άλλες χώρες είχα επισκεφθεί στο παρελθόν κ.ο.κ.), κατέληξαν τελικά στο πολιτικό ζήτημα: Σε ποιον πολιτικό χώρο ανήκω, τι ρόλο παίζω σε αυτόν, ποιους στόχους θέτει ο χώρος αυτός, αν τους προωθεί με δημοκρατικούς ή "ακτιβιστικούς" (militant) τρόπους και μεθόδους. Η διαδικασία τελείωσε με την ενδελεχή έρευνα της βαλίτσας μου από τον Matthew (κατόπιν προτροπής ή εντολής των δύο ομοσπονδιακών κυρίων) και με τη φωτοτύπηση όλων των αντικειμένων που είχα στο πορτοφόλι μου (πέραν των χρημάτων): Πιστωτικών καρτών, σημειωμάτων κάθε είδους, αποδείξεων, καρτών ανάληψης μετρητών, επαγγελματικών καρτών συναδέλφων μου.

Αποχωρώντας ο κ. Peter με πληροφόρησε ότι ο ίδιος (η υπηρεσία του) δεν έχει κανένα πρόβλημα μαζί μου. Το ζήτημα, μου εξήγησε, είναι πλέον μόνο της Αστυνομίας Προστασίας των Συνόρων. Από αυτούς, μέσω του ευγενικού κ. Lew, έμαθα την απόφαση να ανακληθεί η visa μου με το αιτιολογικό ότι υπήρχαν "ασάφειες" ("discrepancies"). Από εκεί και πέρα είχα δύο επιλογές: Είτε να επιμείνω στη θέση ότι είναι αδύνατον να υπάρχουν "ασάφειες" σε μια δεκαετή άδεια εισόδου (visa) στις ΗΠΑ που έχει χρησιμοποιηθεί (η ίδια) στο παρελθόν τόσες φορές, οπότε θα έπρεπε να κρατηθώ μέχρι την επομένη για να επιλύσει το ζήτημα το αρμόδιο αμερικανικό δικαστήριο, είτε θα έπρεπε να εγκαταλείψω τη χώρα οικειοθελώς και να "διευκρινίσω τις ασάφειες" αν ήθελα, με την εκδούσα αρχή, την πρεσβεία των ΗΠΑ στην Αθήνα. Είμαι τώρα εδώ διότι επέλεξα τη δεύτερη λύση.

Οι ΗΠΑ, δηλαδή το αμερικανικό κράτος και η κυβέρνηση, αποτελούν σήμερα την ηγέτιδα δύναμη μιας συμμαχίας που προωθεί την κρατική καταστολή με ωμό και απροκάλυπτο τρόπο, και που φτάνει μέχρι τη δίωξη του φρονήματος. Η συμμαχία αυτή, στην οποία ανήκουν όλες οι χώρες του ΝΑΤΟ και της Ε.Ε. αλλά όχι μόνον αυτές, θέτει στο στόχαστρό της τις πολιτικές απόψεις και τα κινήματα που αμφισβητούν τη σύγχρονη βαρβαρότητα του νεοφιλελεύθερου καπιταλισμού.

Ανάμεσα στους πόλους αυτής της συμμαχίας υπάρχουν βέβαια και δευτερεύουσες αντιθέσεις. Οταν μια χώρα της συμμαχίας παρακολουθεί τον πρωθυπουργό και τους υπουργούς μιας άλλης, τότε υπάρχουν, ίσως, προβλήματα.

Στο πλαίσιο αυτό, των δευτερευουσών αντιθέσεων ανάμεσα στους πόλους της συμμαχίας, ίσως η δική μου περίπτωση να αποτελεί και αμερικανικό μήνυμα προς την Ελλάδα ή γενικότερα τους άλλους εταίρους της. Η ουσία όμως δεν βρίσκεται, πιστεύω, εκεί. Η ουσία βρίσκεται στο ότι αρχίζει πια να φαίνεται ότι οι βασιλείς είναι γυμνοί. Οι καθημερινοί αγώνες της νεολαίας και των εργαζομένων στη Γαλλία, την Ελλάδα, την Ευρώπη αλλά και πέραν του Ατλαντικού, οι ανατροπές στη Λατινική Αμερική, τα κινήματα κατά της νεοφιλελεύθερης παγκοσμιοποίησης καθιστούν σαφές ότι ο κόσμος μπορεί να αλλάξει και θα αλλάξει».


ΓΙΑΝΝΗΣ ΜΗΛΙΟΣ

Ποιος διαβάζει σήμερα το «Κεφάλαιο»; ΑΠΟ ΤΟΝ ΙΟ ΤΗΣ ΕΛΕΥΘΕΡΟΤΥΠΙΑΣ(Ελευθεροτυπία, 29/1/2006) ένα σχόλιο από τον καθηγητή Πολιτικής Οικονομίας στο ΕΜΠ Γιάννη Μηλιό.

Ποιος διαβάζει σήμερα το «Κεφάλαιο»;


Με αφορμή την αποκάλυψη του Κ. Καραμανλή ότι έχει διαβάσει το «Κεφάλαιο», ζητήσαμε ένα σχόλιο από τον καθηγητή Πολιτικής Οικονομίας στο ΕΜΠ Γιάννη Μηλιό. Ο κ. Μηλιός είναι διευθυντής της τριμηνιαίας επιθεώρησης οικονομικής και πολιτικής θεωρίας «Θέσεις» και μέλος της επιστημονικής επιτροπής της επιθεώρησης «Beitraege zur Marx-Engels-Forschung», η οποία συνδέεται με την κριτική έκδοση των Απάντων των Μαρξ και Ενγκελς.

* Αποτελεί σήμερα το «Κεφάλαιο» αντικείμενο μελέτης και έρευνας στον ακαδημαϊκό χώρο;

- Η επιστημονική έρευνα γύρω από το «Κεφάλαιο» προσελκύει μεγάλο αριθμό πανεπιστημιακών και ερευνητών, οι οποίοι παράγουν ένα πολύ σημαντικό δημοσιευμένο έργο. Σε χώρες όπως οι ΗΠΑ, η Γερμανία και η Ιαπωνία, οι μελέτες γύρω από το «Κεφάλαιο» γνωρίζουν σήμερα εξαιρετική άνθηση.

* Ενδιαφέρουν την αριστερά οι μελέτες αυτές ή είναι απλώς ακαδημαϊκού χαρακτήρα;

- Φυσικά και ενδιαφέρουν την αριστερά, αφού εντάσσονται σε αυτό που ο Μαρξ ονόμασε «κριτική της Πολιτικής Οικονομίας»: την επιστημονική ανάλυση και την κατάδειξη του εκμεταλλευτικού χαρακτήρα του καπιταλισμού· την κριτική επιπλέον των (αστικών) θεωριών που παριστούν τον καπιταλισμό ως ένα σύστημα «αρμονίας συμφερόντων» μεταξύ των κοινωνικών τάξεων. Ο μαρξισμός δεν αποτελεί μια θεωρία ακαδημαϊκού χαρακτήρα. Δεν συγκροτείται μόνο ως θεωρητικό σύστημα, αλλά και ως ιδεολογία μαζών, η οποία επικαθορίζει την πολιτική πράξη οργανώσεων και κινημάτων.


* Τι σημαίνει η ενασχόληση με το «Κεφάλαιο», ένα σχετικά παλιό κείμενο; Μήπως ότι δεν υπάρχουν νεότερα κείμενα μαρξιστικής οικονομικής θεωρίας και ανάλυσης που να «ξεπερνούν» το «Κεφάλαιο»; Δεν έχει εξελιχθεί ο καπιταλισμός;

- Ο καπιταλισμός έχει εξελιχθεί σημαντικά και εξελίσσεται καθημερινά. Εντούτοις, αντικείμενο του «Κεφαλαίου» δεν αποτελεί ο καπιταλισμός της εποχής του Μαρξ (ή οποιασδήποτε άλλης εποχής), αλλά ο καπιταλιστικός τρόπος παραγωγής, δηλαδή το σύνολο των αναγκαίων δομικών χαρακτηριστικών και των αιτιακών σχέσεων που διέπουν κάθε καπιταλιστικό σύστημα. Πρόκειται για μια θεωρία σε υψηλό επίπεδο αφαίρεσης, πάνω στην οποία μπορεί να στηριχθεί η ανάλυση των περισσότερο συγκεκριμένων αντικειμένων έρευνας (π.χ. του κλάδου των τραπεζών στην Ελλάδα, σήμερα). Το Πυθαγόρειο Θεώρημα εξακολουθεί να ισχύει, παρότι έχει μεταβληθεί σημαντικά η γεωμετρία των κτιρίων της Αθήνας από τον 5ο π.Χ. αιώνα μέχρι σήμερα.


* Ο αφηρημένος χαρακτήρας του «Κεφαλαίου» είναι η αιτία της γενικώς αναγνωριζόμενης δυσκολίας κατανόησής του;

- Ναι, αλλά όχι μόνο. Προστίθεται επίσης η δυσκολία να γίνει κατανοητό το αντικείμενο του Μαρξ, λόγω του τρόπου με τον οποίο διδάσκονται τα επίσημα Οικονομικά. Ο Μαρξ ανέπτυξε μια χρηματική θεωρία της αξίας και του κεφαλαίου, δίνοντας έμφαση στη δυναμική της οικονομικής εξέλιξης. Με τη θεωρία του μπορούμε να κατανοήσουμε τον ρόλο της τεχνολογικής καινοτομίας, τις οικονομικές κρίσεις, τη χρηματοπιστωτική αστάθεια, τις χρηματιστηριακές αγορές, την κερδοσκοπία. Δύσκολη προσέγγιση για όσους έχουν εθιστεί στο να αντιλαμβάνονται την οικονομία ως ισορροπία ανάμεσα σε υλικές ροές και ως διαδικασία μεγιστοποίησης οφελών και κερδών. Προστίθεται, τέλος, και η δυσκολία που πηγάζει από τα ίδια τα κείμενα του Μαρξ (δεν πρόκειται μόνο για τους 3 τόμους του «Κεφαλαίου», αλλά και για τα άλλα χειρόγραφα της περιόδου, συνολικά για 12 τόμους), τα οποία αποτελούν την πράξη γένεσης μιας νέας επιστήμης, που αναγκαστικά φέρει στοιχεία ασάφειας ή και αντιφάσεις.

* Εχουν διαμορφωθεί έτσι διαφορετικές ερμηνείες του «Κεφαλαίου», ή διαφορετικά ρεύματα στο εσωτερικό της μαρξιστικής θεωρίας!

- Ακριβώς! Ηδη από τη στιγμή του θανάτου του Μαρξ είχε γίνει φανερό ότι η μαρξιστική θεωρία δεν επιδέχεται μόνο μια ερμηνεία και δεν εξελίσσεται σε μία και μόνη κατεύθυνση. Αντίθετα, είναι πάντοτε συνυφασμένη με το σχηματισμό διαφορετικών μαρξιστικών ρευμάτων ή σχολών. Ο μαρξισμός ουδέποτε υπήρξε μια «μονολιθική» θεωρία. Αυτό που πράγματι υπήρξε (και υπάρχει) είναι διαφορετικά μαρξιστικά ρεύματα, ανάμεσα στα οποία διεξάγεται διαρκώς θεωρητική και ιδεολογική συζήτηση, ένας ζωντανός διάλογος. Αυτός ο ζωντανός διάλογος εξηγεί, ώς έναν βαθμό, το κύρος που φαίνεται να έχει το «Κεφάλαιο» και εκτός αριστεράς. Δείχνει ότι πρόκειται για μια επίκαιρη θεωρία.

* Ποια είναι τα επίμαχα αντικείμενα του διαλόγου ανάμεσα στα μαρξιστικά ρεύματα ή τις διαφορετικές ερμηνείες του Κεφαλαίου;

- Η ερώτηση αυτή ανοίγει ένα τεράστιο θέμα. Εντελώς σχηματικά μπορώ να σας πω ότι υπάρχουν δύο «αναγνώσεις» του Κεφαλαίου. Η μία, που συνδέεται με τη σοβιετική παράδοση (αλλά όχι μόνο), αντιλαμβάνεται τον Μαρξ σαν θεωρητικό της «δαπανώμενης εργασίας» (όπως ήταν ο Ρικάρντο και εν μέρει ο Ανταμ Σμιθ) και κατασκευάζει μια Πολιτική Οικονομία υλικών ροών, ανάλογη με εκείνη της Κλασικής Σχολής. Η άλλη, στο πλαίσιο της οποίας εργάζομαι, τονίζει κυρίως τον ιδιαίτερο κοινωνικό χαρακτήρα της παραγωγής-για-την-ανταλλαγή στον καπιταλισμό, και δίνει έμφαση στη χρηματική διάσταση της μαρξικής θεωρίας της αξίας και στην «πιστωτική» διάσταση της μαρξικής θεωρίας.


* Εφόσον το «Κεφάλαιο» συγκροτεί το σύστημα εννοιών για τη μελέτη της σύγχρονης καπιταλιστικής οικονομίας και κοινωνίας, μπορούμε να ισχυριστούμε ότι είναι χρήσιμο όχι μόνο για όσους επιδιώκουν τον ριζικό μετασχηματισμό αυτής της κοινωνίας, την αριστερά, αλλά και για εκείνους που επιδιώκουν τη σταθεροποίηση και αναπαραγωγή της: τους επιχειρηματίες και τους αστούς πολιτικούς;

- Εδώ θίγετε ένα θέμα που δεν είναι μόνο πολιτικό αλλά και επιστημολογικό. Μπορεί ο επιστήμονας, ο «παρατηρητής», να «δει» τα πάντα εξίσου καλά από οποιαδήποτε «θέση»; Ή μήπως η «θέση» του παρατηρητή προδικάζει και τη δυνατότητά του να «δει» τις διαδικασίες που «παρατηρεί»; Προσωπικά υιοθετώ την άποψη του Λουί Αλτουσέρ, ο οποίος υποστήριζε ότι για να μπορέσει κάποιος να αποκρυπτογραφήσει τις εσωτερικές αιτιότητες του καπιταλισμού (δηλαδή να λειτουργήσει ως κοινωνικός επιστήμονας) πρέπει να έχει υιοθετήσει μια επαναστατική-αντικαπιταλιστική πολιτική στάση στο πλαίσιο της πάλης των τάξεων. Διότι αν κάποιος υιοθετήσει μια πολιτική και ιδεολογική στάση φιλική προς το σύστημα, αυτό σημαίνει ότι έχει υπαχθεί στην κυρίαρχη ιδεολογία, ότι έχει αποδεχθεί τη λογική των ταξικών ψευδαισθήσεων, η οποία παράγει συγκεκριμένες παραγνωρίσεις της πραγματικότητας.

 


ΔΙΑΒΑΣΤΕ

Λ. Αλτουσέρ, Ζ. Ρανσιέρ, Π. Μασρέ, Ε. Μπαλιμπάρ, Ρ. Εσταμπλέ
«Να διαβάσουμε το Κεφάλαιο»
(μετάφραση Δημήτρης Δημούλης, Χρήστος Βαλλιάνος, Βίκυ Παπαοικονόμου, εκδόσεις «Ελληνικά Γράμματα», Αθήνα 2003)
Κλασική συλλογή μελετών για το «Κεφάλαιο», σημείο αναφοράς στη μαρξιστική και επιστημολογική συζήτηση.

Γιάννη Μηλιού, Δημήτρη Δημούλη, Γιώργου Οικονομάκη
«Η θεωρία του Μαρξ για τον καπιταλισμό»
(εκδόσεις «Νήσος», Αθήνα 2005)
Σύγχρονη ανάλυση της μαρξικής οικονομικής θεωρίας και της ρήξης της με τη ρικαρδιανή θεωρία της αξίας. Η γνώμη των συγγραφέων είναι ότι τα οικονομικά έργα του Μαρξ διατυπώνουν δύο ριζικά διαφορετικούς και μεταξύ τους ασύμβατους θεωρητικούς λόγους:
α) Το θεωρητικό σύστημα της Κριτικής της Πολιτικής Οικονομίας, το οποίο αναπτύχθηκε ιδίως στον 1ο τόμο του «Κεφαλαίου» (και κυρίως στο πρώτο μέρος του), στη Συμβολή στην Κριτική της Πολιτικής Οικονομίας του 1859 και στα Grundrisse, και
β) Μία εκλεπτυσμένη εκδοχή της Ρικαρδιανής Πολιτικής Οικονομίας της αξίας ως «δαπανώμενης εργασίας», που ανιχνεύεται ιδίως σε σημεία του 3ου τόμου του «Κεφαλαίου». Πρόκειται για θεωρητικό λόγο που έχει επηρεάσει πολλές σύγχρονες προσεγγίσεις και ερμηνείες της μαρξικής θεωρίας της αξίας.

«Le Centenaire du Capital» («Mouton», Paris 1969)
Τα υλικά του διεθνούς συνεδρίου για τα 100 χρόνια του «Κεφαλαίου» (11-20-7-67).



ΕΠΙΣΚΕΦΘΕΙΤΕ

www.mlwerke.de/me/default.htm
Τα περισσότερα έργα του Μαρξ σε ψηφιακή μορφή.

www.marxforschung.de
Η σύγχρονη μελέτη των έργων του Μαρξ και πληροφορίες για τις τελευταίες εκδόσεις.

www.theseis.com
Το περιοδικό «Θέσεις», με τακτική αρθρογραφία για το μαρξικό έργο.

25. Book Review: Capitalism with Derivatives. A Political Economy of Financial Derivatives, Capital and Class, by D. Bryan and M. Rafferty, New York: Palgrave-MacMillan 2006. $ 85; pp. viii, 236, accepted for publication in Science & Society 2007. 26. Mind the Gap. Jacques Bidet, Exploring Marx’s Capital: Philosophical, Economic and Political Dimensions, trans. David Fernbach, with Forward by Alex Callinicos, Brill, Leiden and Boston, 2007, Radical Philosophy


. Book Review: Capitalism with Derivatives. A Political Economy of Financial Derivatives, Capital and Class, by D. Bryan and M. Rafferty, New York: Palgrave-MacMillan 2006. $ 85; pp. viii, 236, accepted for publication in Science & Society 2007.

Isaac I. Rubin, Ιστορία Οικονομικών Θεωριών, εκδ. "Κριτική", Αθήνα 1994, 542 σελίδες. Διονύση Γ. Δρόσου, Αγορά και κράτος στον Adam Smith, εκδ. Ιδρύματος Σάκη Καράγιωργα, Αθήνα 1994, 119 σελίδες. περιοδικό ΘΕΣΕΙΣ

ΠΗΓΗ  http://www.theseis.com/index.php?option=com_content&task=view&id=493&Itemid=29  



Τεύχος 51, περίοδος: Απρίλιος - Ιούνιος 1995


 Isaac I. Rubin, Ιστορία Οικονομικών Θεωριών, εκδ. "Κριτική", Αθήνα 1994, 542 σελίδες.
Διονύση Γ. Δρόσου, Αγορά και κράτος στον Adam Smith, εκδ. Ιδρύματος Σάκη Καράγιωργα, Αθήνα 1994, 119 σελίδες.

Η βιβλιογραφία που αναφέρεται στην ιστορία των οικονομικών θεωριών κινείται, γενικά, σε δύο κατευθύνσεις:
H πρώτη κατεύθυνση είναι αυτή που ακολουθούν τα συνήθη πανεπιστημιακά εγχειρίδια, και συνίσταται στην "τυπική" έκθεση των ιδεών των διαφόρων διανοητών, με σποραδικές μόνον αναφορές στην εποχή (στις κοινωνικο-οικονομικές συνθήκες και τα επίδικα πολιτικά ζητήματα) συγγραφής κάθε έργου, αλλά και -κατά κύριο λόγο- στα θεμελιώδη θεωρητικά ζητήματα της οικονομικής επιστήμης: δηλαδή στις έννοιες με βάση τις οποίες η οικονομική σκέψη και η περιγραφή των οικονομικών επιφαινομένων μπορεί να συγκροτηθεί σε επιστήμη. Η κατεύθυνση αυτή αντικειμενικά εντάσσεται στη σύγχρονη νεοκλασική προσέγγιση ή, έστω, προκρίνει τη "φιλοσοφία" της: Διότι ακριβώς η νεοκλασική προσέγγιση, αποτελώντας αποκλειστικά μια απολογητική ιδεολογία που "στρατεύεται" ενάντια στις έννοιες και τα συνεπαγόμενα της εργασιακής θεωρίας της αξίας, δεν διαθέτει κανενός είδους θεμελίωση του  θεωρητικού αντικειμένου της, όντας παντελώς ανίκανη να αναρωτηθεί "ποιο είναι το περιεχόμενο" των φαινομένων που υποτίθεται ότι περιγράφει. Η νεοκλασική θεωρία συσκοτίζει, έτσι, το κοινωνικό περιεχόμενο των άμεσα παρατηρήσιμων οικονομικών  μορφών, τις οποίες παρουσιάζει ως φυσικές οικονομικές ιδιότητες των "αγαθών", ή ως αιώνιες σχέσεις ανάμεσα σε εξατομικευμένα "οικονομικά υποκείμενα" και "οικονομικά αγαθά".
Η δεύτερη κατεύθυνση είναι εκείνη που πρώτος ακολούθησε με απόλυτη συνέπεια ο Μαρξ, στις σημειώσεις που έγραφε όταν μελετούσε την οικονομική βιβλιογραφία από τον 17ο αιώνα μέχρι την εποχή του (βλ. π.χ. τις "Θεωρίες για την υπεραξία"). Το ενδιαφέρον του δεν ήταν κυρίως "ιστορικό", με την τρέχουσα έννοια της λέξης (να καταγράψει τι ακριβώς υποστήριζε ο ένας ή ο άλλος διανοητής), αλλά θεωρητικό: Αναζητούσε στα γραπτά των προγενεστέρων του τις έννοιες (ή έστω τη θεωρητική πρώτη ύλη για τη συγκρότηση των εννοιών) με βάση τις οποίες καθίσταται δυνατή η σύσταση του θεωρητικού αντικειμένου και η περαιτέρω ανάπτυξη της επιστήμης.
Στην παράδοση αυτής της δεύτερης θεωρητικής κατεύθυνσης εντάσσονται τα δύο βιβλία που παρουσιάζουμε εδώ.

Η "Ιστορία Οικονομικών Θεωριών" του Rubin κυκλοφόρησε (στην παρούσα της μορφή) στα ρωσικά το 1929 και αποτελεί πλέον "κλασικό" κείμενο στο είδος του, μετά τις δύο εκδόσεις του στην αγγλική γλώσσα και την υποδοχή που έτυχε από τους προοδευτικούς οικονομολόγους και κοινωνικούς επιστήμονες των αγγλόφωνων χωρών. ("Δεν υπάρχει αντίστοιχο στην Αγγλική γλώσσα" έγραψε χαρακτηριστικά το περιοδικό Marxism Today").

Αποτελείται από 6 θεματικές ενότητες: Ο μερκαντιλισμός και η παρακμή του, Οι Φυσιοκράτες, Αdam Smith, David Ricardo, Η αποσύνθεση της Κλασικής Σχολής, Σύντομη ανασκόπηση των παραδόσεων. Στην ελληνική έκδοση περιλαμβάνονται επίσης με τη μορφή Παραρτημάτων το δοκίμιο του Rubin "Αφηρημένη εργασία και αξία στο σύστημα του Μαρξ", το οποίο πρωτοδημοσιεύθηκε στα ελληνικά στις "Θέσεις" τ. 44, Ιούλιος 1993, καθώς και ένα απόσπασμα από το βιβλίο του συγγραφέα "Essays on Marx's Theory on Value", το οποίο αναφέρεται στη θεωρία των τιμών της νεοκλασικής θεωρίας.

Στις σελίδες της "Ιστορίας... " του Rubin, ο αναγνώστης θα ανακαλύψει μια ευφυή κριτική στη νεοκλασική θεωρία, παρότι ο συγγραφέας δεν αναφέρεται ρητά σ' αυτήν. Αποδεικνύει όμως ότι ο θεωρητικός πυρήνας του νεοκλασικού δόγματος (η αρχή του υποκειμενικού οφέλους, η θεωρία της προσφοράς και ζήτησης, η ποσοτική θεωρία του χρήματος, η θεώρηση του κέρδους ως αμοιβής της επιχειρηματικής δραστηριότητας κ.ο.κ) αποτελούν προ-επιστημονικές αντιλήψεις που διατυπώθηκαν πριν από τη διαμόρφωση της Κλασικής Σχολής της Πολιτικής Οικονομίας, και ανασύρθηκαν εκ νέου στην επιφάνεια από τους "χυδαίους" οικονομολόγους, κατά την περίοδο παρακμής της Κλασικής Σχολής.

Η μετάφραση του βιβλίου έγινε από τον Χρήστο Βαλλιάνο, πλην του Παραρτήματος "Αφηρημένη εργασία. ..", που μεταφράστηκε από τον Σταύρο Μαυρουδέα..

Οι αναγνώστες των "Θέσεων" γνωρίζουν την ποιότητα του έργου του Rubin όχι μόνο από το προαναφερθέν δοκίμιο περί των μαρξικών εννοιών της αξίας και της αφηρημένης εργασίας, αλλά και από την προδημοσίευση στο περιοδικό του τρίτου Μέρους του βιβλίου, που αναφέρεται στον Αdam Smith ("Θέσεις" τ. 46 & 47, 1994).

Θα περιοριστούμε έτσι να σημειώσουμε ότι το βιβλίο του Rubin δεν απευθύνεται μόνο στους οικονομολόγους ή σε όσους ενδιαφέρονται για την ιστορία της οικονομικής σκέψης, αλλά μπορεί να αποτελέσει πολύτιμο εργαλείο για όλους τους κοινωνικούς επιστήμονες που ενδιαφέρονται για την κριτική θεωρητική σκέψη και ανάλυση.  Θα αναφέρουμε ένα και μόνο παράδειγμα: Μεταξύ των ιστορικών προσεγγίσεων που αναφέρονται στον νεοελληνικό κοινωνικό σχηματισμό μπορούν να εντοπισθούν αρκετές, οι οποίες εντάσσονται σ' ένα εμπειριστικό α-θεωρητικό ρεύμα, το οποίο χωρίς καμιά εννοιολογική τεκμηρίωση ταυτίζει τον καπιταλισμό (τις καπιταλιστικές κοινωνικές σχέσεις) με τη βιομηχανία και ονομάζει "προκαπιταλισμό" ό,τι δεν εντάσσεται σ' αυτήν. Το ρεύμα αυτό "εγκαλείται" από το βιβλίο του Rubin να εξηγήσει πώς η πρώτη διατύπωση μιας θεωρίας του καπιταλιστικού τρόπου παραγωγής έγινε στα μέσα του 18ου αιώνα από τον Γάλλο Frαncois Quesnay, που οραματίστηκε έναν αποκλειστικά αγροτικό καπιταλισμό, και στη συνέχεια από τον Αdam Smith, του οποίου ο "Πλούτος των Εθνών" κυκλοφόρησε το 1776, δηλαδή πριν την επικράτηση της βιομηχανικής επανάστασης στη Βρετανία (και πολύ περισσότερο στη Γαλλία).

Στην ίδια παράδοση θεωρητικής-κριτικής σκέψης με τον Rubin εντάσσεται και το βιβλίο του Σάκη Δρόσου που παρουσιάζουμε εδώ. Βασικό μέλημα του συγγραφέα είναι να αποδείξει ότι η απόπειρα οικειοποίησης του έργου του Adam Smith από τη σύγχρονη νεοκλασική θεωρία στηρίζεται σε μια αποσπασματική και εκλεκτικιστική ανάγνωση του Smith, σε σημείο που να συνιστά παραποίηση των βασικών αξόνων της σκέψης του.

Ο Δρόσος οικοδομεί την ανάλυσή του σε τρεις ενότητες:

Στην πρώτη ενότητα, ο συγγραφέας πραγματεύεται τη σμιθιανή έννοια της αγοράς και αποδεικνύει ότι αυτή είναι ασύμβατη με το νεοκλασικό μεθοδολογικό και θεωρητικό ιντιβιντουαλισμό. Η σμιθιανή αγορά παραπέμπει σε μια κοινωνική και οικονομική συνοχή, η οποία καίτοι προκύπτει ως συνισταμένη των ατομικών δράσεων των δρώντων φορέων της παραγωγής, αποκτά εντούτοις τις δικές της "κανονικότητες", που παραπέμπουν σε αρχές σχετιζόμενες με το δημόσιο συμφέρον.

Στη δεύτερη ενότητα, ο συγγραφέας προσεγγίζει την ηθική-φιλοσοφική διάσταση του σμιθιανού φιλελευθερισμού. Αποδεικνύει, με βάση τόσο τον "Πλούτο των Εθνών" όσο και το παλιότερο (φιλοσοφικό) έργο του Smith, τη "Θεωρία των Ηθικών Συναισθημάτων",  ότι η σμιθιανή αντίληψη της ελευθερίας του ατόμου και του ατομικού συμφέροντος προϋποθέτει τη θέσμοθέτηση δημόσιων ρυθμιστικών μηχανισμών ελέγχου της ιδιοτέλειας και του άκρατου ατομισμού. Έτσι, όπως σημειώνει ο συγγραφέας, κατά τον Smith "η δικαιοσύνη πρέπει να προηγείται της ωφελιμότητας, ως συνεκτική αρχή της κοινωνίας" (σελ. 57), θέση που συνιστά ρητή απόρριψη του νεοκλασικού δόγματος.

Στην τρίτη ενότητα, ο συγγραφέας ξεκινάει από τις αναφορές του Smith στην αλλοτρίωση των εργαζομένων, όταν οι αρνητικές συνέπειες του κοινωνικού καταμερισμού εργασίας δεν αποτρέπονται από τους θεσμούς του δημοσίου συμφέροντος. Στη συνέχεια διερευνά τις ενδεχόμενες ομοιότητες ανάμεσα στη σμιθιανή και τη μαρξική προβληματική περί αλλοτρίωσης. Το συμπέρασμά του είναι ότι η μαρξική προσέγγιση και οι πολιτικές συνέπειές της ("η κοινωνικοποίηση των παραγωγικών δυνάμεων και ο μαρασμός του κράτους") "υπεβαίνει αφομοιωτικά τη σμιθιανή προβληματική" (σελ. 113).

Το βιβλίο του Διονύση Δρόσου αποτελεί μια σημαντική συμβολή για την κριτική του κυρίαρχου σήμερα (φιλοσοφικού και οικονομικού) νεο-φιλελευθερισμού και την απομυθοποίηση των (υποτιθέμενων) θεωρητικών καταβολών του.

Καρλ Μαρξ: για τη Γαλλική Επανάσταση(e-book) (ΑΝΑΔΗΜΟΣΙΕΥΣΗ απο την ιστοσελιδα του Γιάννη Μηλιού


Καρλ Μαρξ: για τη Γαλλική Επανάσταση(e-book)

Κατηγορίες: e-books/βιβλία
***
Συλλογή άρθρων και κειμένων του Καρλ Μαρξ για τη Γαλλική Επανάσταση
***
Επιμέλεια κειμένων Γιάννης Μηλιός , μετάφραση Χριστίνα Γιαννούλη , Δημήτρης Δημούλης. Εκδόσεις Εξάντας (σελίδες : 207)
κατεβάστε το από  (10 ΜΒ) :
ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ
Πρόλογος του Επιμελητή
Πρόλογος των Μεταφραστών

ΜΕΡΟΣ Ι -  Η Γαλλική Επανάσταση, η καπιταλιστική εξουσία και οι πολιτικές και κοινωνικές εξελίξεις στην Ευρώπη
ΜΕΡΟΣ ΙΙ -  Ο νεαρός Μαρξ: Η θεώρηση της Γαλλικής Επανάστασης συνιστά προϋπόθεση για την προσέγγιση του κράτους και της “ιδιωτικής κοινωνίας”
ΜΕΡΟΣ ΙΙΙ    – Σημειώσεις για την ιστορία και τα πρόσωπα της Γαλλικής Επανάστασης

Καρλ Μαρξ : για το κράτος (e-book)... ΑΝΑΔΗΜΟΣΙΕΥΣΗ ΑΠΟ ΤΗΝ ΙΣΤΟΣΕΛΙΔΑ ΤΟΥ ΓΙΑΝΝΗ ΜΗΛΙΟΥ

http://users.ntua.gr/jmilios/pp.html

Καρλ Μαρξ : για το κράτος (e-book)


Λεβιάθαν
Λεβιάθαν

Να, η μεγάλη κι η πλατιά η θάλασσα
εκεί μέσα κινούνται αναρίθμητα
ζώα,μικρά όπως και μεγάλα.
Εκεί καράβια ταξιδεύουν
κι ετούτος ο Λεβιάθαν που τον έφτιαξες
για να παίζει σ’αυτήν.
ΨΑΛΜΟΙ 104:25-26
Την ημέρα εκείνη ο Κύριος με το βαρύ, το μεγάλο και δυνατό του ξίφος θα τιμωρήσει τον Λεβιάθαν το φίδι που συστρέφεται και ξεφεύγει, θα σκοτώσει το δράκοντα της θάλασσας.
ΗΣΑΪΑΣ 27:1
Οι θελόγοι του μεσαίωνα διαχώριζαν ήδη τα συμβόλαια σε pactum unionis ή ενότητας όπου οι απομονωμένοι άνθρωποι συμφωνούν μεταξύ τους να δημιουργήσουν μια κοινωνία και σε pactum subietionis ή υποταγής όπου η κοινωνία δημιουργείται μεταφέροντας ή υποτάσσοντας την κυριαχία του καθενός σε κάποιον κυρίαρχο ηγεμόνα.
Ο Τόμας Χομπς (1588-1679) συνενώνει τις δύο αυτές μορφές συμβολαίου σε μια. Με μια και μόνον πράξη οι άνθρωποι οι οποίοι βρίσκονται στη φυσική κατάσταση κάνουν ένα συμβόλαιο μεταξύ τους και αποφασίζουν ν’αποδώσουν στους εαυτούς τους έναν κυρίαρχο.
Αυτός ο κυρίαρχος είναι το κράτος το οποίο ο Χομπς ονομάζει Λεβιάθαν, εμπνευσμένος – κι αυτό δεν είναι τυχαίο- από το παντοδύναμο βιβλικό θαλάσσιο τέρας της Παλαιάς Διαθήκης.
Η παρομοίωση θα επανέλθει στο άρθρο του Ν.Ι. Μπουχάριν “Προς μια θεωρία του Ιμπεριαλιστικού Κράτους”(1915):
“Το γενικό μοτίβο της ανάπτυξης του κράτους έχει λοιπόν ως εξής : στην αρχή το κράτος είναι ο μοναδικός οργανισμός(organization) της κυρίαρχης τάξης. Μετά άλλοι οργανισμοί αρχίζουν να εμφανίζονται, ο αριθμός των οποίων πολλαπλασιάζεται ειδικά την εποχή του χρηματιστικού καπιταλισμού. Το κράτος μεταμορφώνεται από το μοναδικό οργανισμό της κυρίαρχης τάξης σε ένα από τους θεσμούς της, η διαφορά του έγκειται στο ότι έχει το πιο γενικό χαρακτήρα από όλους τους οργανισμούς.Τέλος, το τρίτο στάδιο φθάνει όπου το κράτος καταπίνει αυτούς τους οργανισμούς και ακόμα περισσότερο γίνεται ο μοναδικός παγκόσμιος μηχανισμός της κυρίαρχης τάξης με ένα εσωτερικό, τεχνικό καταμερισμό εργασίας. Τα πάλαι-ποτέ ανεξαρτητα οργανωτικά συγκροτήματα γίνονται τμήματα ενός γιγάντιου κρατικού μηχανισμού, που χτυπάει τον ορατό και αόρατο έχθρο με καταστρεπτική δύναμη. Έτσι αναδύεται ο ολοκληρωμένος τύπος του σύγχρονου ληστρικού κράτος, ο σιδερένιος οργανισμός, που με τα ισχυρά, σαρωτικά νύχια του αγκαλιάζει το ζωντανό σώμα της κοινωνίας. Αυτός είναι ο Νέος Λεβιάθαν, μπροστά στον οποίο η φαντασία του Τόμας Χομπς φαίνεται σαν παιχνιδι παιδιού”
Τα άρθρα του Μπουχάριν θα αποτελέσουν και το έναυσμα για την εκ νέου και εις βάθος ενασχόληση του Β.Ι. Λένιν με το κράτος (τέλη 1916 – αρχές 1917) (βλ. τόμος 33 Απάντων, “Κράτος και Επανάσταση” & “Μαρξιμός και κράτος”).
***  Συλλογή άρθρων και κειμένων του Καρλ Μαρξ για το κράτος  ***
Επιμέλεια/επιλογή κειμένων Γιάννης Μηλιός , μετάφραση Τάσος Κυπριανίδης ,  Εκδόσεις Εξάντας (σελίδες : 314)
κατεβάστε το από  (16 ΜΒ) :
ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ

ΜΕΡΟΣ Ι     -   Η πολιτική και κοινωνική εξουσία του κεφαλαίου και το αστικό κράτος
ΜΕΡΟΣ ΙΙ   -  Το αστικό κράτος και η πάλη των τάξεων
ΜΕΡΟΣ ΙΙΙ  – Η οικονομική λειτουργία του αστικού κράτους
ΜΕΡΟΣ ΙV  -  Κράτος και πολιτική εξουσία στους προκαπιταλιστικούς τρόπους παραγωγής
ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ

Ποδηλατόδρομοι ...αλλά Ελληνικά! (busy bee)

You Pay Your Crisis: Φάμπρικες μαύρης εργασίας ο τουρισμός

You Pay Your Crisis: Φάμπρικες μαύρης εργασίας ο τουρισμός

ΑΦΙΕΡΩΜΑ ΤΗσ βιβλιοθηκης της Ε για το ΑΣΤΥΝΟΜΙΚΟ ΜΥΘΙΣΤΟΡΗΜΑ .

  • Αστυνομική λογοτεχνία ή λογοτεχνία της παράβασης;
    1.Σύμφωνα με το λεξικό, η αστυνομία είναι «η κρατική υπηρεσία που μεριμνά για την προστασία και ασφάλεια των πολιτών, την εξασφάλιση της δημόσιας τάξης και γενικώς την εφαρμογή των νόμων που θεσπίζει η πολιτεία, την καταπολέμηση του εγκλήματος και ενίοτε την αντιμετώπιση έκτακτων περιστατικών» (Γ. Μπαμπινιώτης: «Λεξικό της νέας ελληνικής γλώσσας», Κέντρο Λεξικολογίας Ε.Π.Ε., Αθήνα 1998). Ομως, όταν πρόκειται για έννοιες φορτωμένες με αρχέγονες ενοχές, ένα λεξικό σπάνια λέει όλη την αλήθεια.

  • ΑΦΙΕΡΩΜΑ Αστυνομικό Μυθιστόρημα Πολιτικό - αστυνομικό μυθιστόρημα;
    1. Το έγκλημα σε πολλά αστυνομικά μυθιστορήματα «σπάει» τα στεγανά της πολιτικής/ κοινωνικής συμφωνίας και κινείται στον χώρο της «εμπόλεμης κατάστασης». Χωρίς να παίρνει αφύσικες διαστάσεις, όπως π.χ. το φανταστικό διήγημα, προκαλεί τις ίδιες ανασφάλειες και φοβίες στον αναγνώστη.

  • Ελληνική Λέσχη Συγγραφέων Αστυνομικής Λογοτεχνίας
    Η Ελληνική Λέσχη Συγγραφέων Αστυνομικής Λογοτεχνίας είναι πια πραγματικότητα. Πριν από δύο χρόνια, σε μια εκδήλωση για το αστυνομικό είδος, σε βιβλιοπωλείο του κέντρου, πρότεινα σε τρεις φίλους, στην Τιτίνα, στον Φίλιππο και στον Γιάννη, να δημιουργήσουμε μια «λέσχη» συγγραφέων αστυνομικών μυθιστορημάτων.

  • Ελληνική αστυνομική λογοτεχνία: παρόν και μέλλον
    Θέμα προς συζήτηση: «Υπάρχει μέλλον για την ελληνική αστυνομική λογοτεχνία;» Φτιάχνω τουλίπες καπνού μες στο μυαλό μου και μετατρέπω με τη φαντασία το νερό σε κρασί.

  •  Σουηδικό νουάρ Το σκληρό πρόσωπο της Ευρώπης
    Το 2009 ήταν, αναμφισβήτητα, η χρονιά της Σουηδίας στον εκδοτικό χώρο. Οποιον κατάλογο best sellers έψαχνε κανείς, σε όποια χώρα και σε όποια γλώσσα, θα έβρισκε στις πρώτες θέσεις «Το κορίτσι με το τατουάζ» του Στιγκ Λάρσον, στο οποίο ήρθε να προστεθεί, τον Ιούλιο, ο δεύτερος τόμος της τριλογίας «Millennium», με τίτλο «Το κορίτσι που παίζει με τη φωτιά».

  • Πενήντα χρόνια βουτηγμένη στο έγκλημα προσβλέπω στην απογείωσή του!
    Λογοτεχνικό! Τι χαρά να ακούω να αποκαλούν το αστυνομικό αφήγημα είδος λογοτεχνικό. Αυτό και μόνον αποτελεί απόδειξη του πόσο πολύ και πόσο καλά εργάστηκαν όσοι το υπηρέτησαν, από την αρχαία εκείνη εποχή -δεκαετίες 1950/1960- όταν πρωτάρχισα εγώ να γράφω τέτοια διηγήματα.

  • ΑΦΙΕΡΩΜΑ Αστυνομικό Μυθιστόρημα Μαθηματικές και ψευδομαθηματικές αποδείξεις στην αστυνομική λογοτεχνία
    Ο Γιάννης Μαρής δεν είναι βέβαια ο μόνος που επικαλείται τα μαθηματικά για να αναδείξει την ευταξία, τη μεθοδικότητα, την ευφυΐα και την ευρηματικότητα του ήρωά του. Τα μαθηματικά είναι από αρχαιοτάτων χρόνων καταχωρισμένα στη συνείδησή μας ως η κατεξοχήν επιστήμη της απόδειξης. Αλλωστε, η καθημερινή μας γλώσσα βρίθει από κλισέ τού τύπου «είναι μαθηματικώς βέβαιον ότι...», που στοχεύουν στο να υπογραμμίσουν την αδιάψευστη εγκυρότητα της διατυπωνόμενης πρότασης.

  • Δυο - τρία πράγματα για το αστυνομικό μυθιστόρημα
    Με αφορμή το αφιέρωμα αυτό θα ήθελα να πω την άποψή μου γύρω από μια - δύο παρεξηγήσεις. Πρώτη παρεξήγηση: Οτι στην Ελλάδα δεν υπήρχε αστυνομικό αφήγημα έως πρόσφατα κι αν υπήρχε, ήταν το έργο ενός συγγραφέα, του Γ. Μαρή. Είναι ανακριβής η άποψη αυτή.

  • ΑΦΙΕΡΩΜΑ Αστυνομικό Μυθιστόρημα Ο Γιάννης Μαρής, η εποχή του και οι επίγονοί του
    Μετά την Απελευθέρωση και στη διάρκεια του Εμφυλίου, οι εφημερίδες και τα περιοδικά δημοσίευσαν αστυνομικά διηγήματα, καθώς και μυθιστορήματα ελλήνων και ξένων συγγραφέων σε συνέχειες, με σκοπό την ψυχαγωγία των αναγνωστών τους.

  • Καθυστερημένη προκοπή
    Το ενδιαφέρον των ελλήνων αναγνωστών για το αστυνομικό μυθιστόρημα ακολουθεί μια λογική παρεμφερή με εκείνη του σουβλατζίδικου. Σε μια γειτονιά ανοίγει ένα σουβλατζίδικο, βγάζει το μεροκάματο και είναι ευχαριστημένο. Ξαφνικά ανοίγουν άλλα τρία-τέσσερα σουβλατζίδικα και αρχίζουν να ανταγωνίζονται το ένα το άλλο μέχρι τελικής πτώσεως.

  • Το ελληνικό και ξένο αστυνομικό μυθιστόρημα: βίοι παράλληλοι
    Ξένο και ελληνικό αστυνομικό μυθιστόρημα. Μια δύσκολη και πολύπλοκη σύγκριση, ίσως γιατί το ξένο -εν προκειμένω περιορίζομαι μόνο στο αγγλοσαξονικό, με λίγες μόνον αναφορές στο γαλλικό- έχει μακρά δημιουργική παράδοση και άρα είναι δοκιμασμένο στον χρόνο.

  • ΑΦΙΕΡΩΜΑ Αστυνομικό Μυθιστόρημα Περί αστυνομικών μυθιστορημάτων
    Η συνηθέστερη κολακεία για κάθε λογής βιβλίο είναι: «Διαβάζεται σαν αστυνομικό μυθιστόρημα»! Αντιθέτως, οι έπαινοι για ένα αστυνομικό μυθιστόρημα εστιάζονται στην κοινωνική του εμβρίθεια, στον ρεαλισμό των χαρακτήρων ή στη ζωντάνια των τοπίων. Περίπου όπως θαυμάζονται οι ομορφιές της φύσης «σαν πίνακες» και οι ωραίοι πίνακες «σαν αληθινοί»!

  • Αφιέρωμα στο Αστυνομικό Μυθιστόρημα Στους δρόμους του Γιάννη Μαρή με ψυχογραφήματα
    Εχει εκφραστεί η άποψη ότι ο Γιάννης Μαρής δεν αποτελούσε στα χρόνια πριν από τη δικτατορία εκπρόσωπο της αστυνομικής λογοτεχνίας στην Ελλάδα, αλλά ότι ήταν απλώς ένας λαϊκός συγγραφέας που αρεσκόταν στις ιστορίες του είδους.

  • ΡΟΥΧΑ ΣΕ ΜΙΑ ΔΕΥΤΕΡΗ ΖΩΗ Η αισθητική μιας κόρης ούγγρων προσφύγων στη Βρετανία
    Τα ρούχα που επιλέγουμε έχουν τη δύναμη να μας μεταμορφώνουν, να μας αλλάζουν από έξω προς τα μέσα και να επηρεάζουν όχι μόνο την εικόνα μας, αλλά και το πώς νιώθουμε.

  • ΑΦΙΕΡΩΜΑ ΣΤΟ ΑΣΤΥΝΟΜΙΚΟ ΜΥΘΙΣΤΟΡΗΜΑ Ωμή αναπαράσταση
    Φωτογραφία του Αγγελου Μίχα, από το άλμπουμ του Closer Αρχές Απριλίου έκανε την εμφάνισή της η λέξη σναφ στον πολιτισμικό μας ορίζοντα. Παραδόξως, όχι μέσω του κινηματογράφου ή της τηλεόρασης, όπως θα αναμενόταν, αφού το σναφ ορίζεται ως ταινία, με θέμα μια δολοφονία, που εκτελείται για την οπτική της καταγραφή, αλλά μέσω του θεάτρου και της λογοτεχνίας.

ΙΟΣ (ΕΛΕΥΘΕΡΟΤΥΠΙΑ)ΤΑ ΞΕΧΑΣΜΕΝΑ ΣΚΑΝΔΑΛΑ ΤΗΣ «ΕΘΝΟΣΩΤΗΡΙΟΥ» Εφτά χρόνια αρπαχτή Ο Τύπος δεν ασχολούνταν με σκάνδαλα, ούτε σκανδαλιζόταν από τις σχέσεις των κρατούντων με τους μεγιστάνες του πλούτου. Είχε έρθει άλλωστε το πλήρωμα του χρόνου για να εκπληρωθεί το Τάμα του Έθνους.

ΤΑ ΞΕΧΑΣΜΕΝΑ ΣΚΑΝΔΑΛΑ ΤΗΣ «ΕΘΝΟΣΩΤΗΡΙΟΥ»
 
Ο Τύπος δεν ασχολούνταν με σκάνδαλα, ούτε σκανδαλιζόταν από τις σχέσεις των κρατούντων με τους μεγιστάνες του πλούτου. Είχε έρθει άλλωστε το πλήρωμα του χρόνου για να εκπληρωθεί το Τάμα του Έθνους.
 
Στους έντονα αντικοινοβουλευτικούς καιρούς μας, ένα δόλιο φάντασμα πλανιέται στον αέρα: ο ισχυρισμός περί «τιμιότητας» των δικτατόρων που κατέλαβαν πραξικοπηματικά την εξουσία το 1967 για να την επιστρέψουν πριν από 36 χρόνια, σαν βρεγμένες γάτες, «στους πολιτικούς».

Πρόκειται βέβαια για μύθο, θεμελιωμένο στη μίζερη εικόνα των επιζώντων «πρωταιτίων» – αφού πρώτα έχασαν την εξουσία, στερήθηκαν όσα είχαν παράνομα καρπωθεί και υπέστησαν τις οικονομικές συνέπειες της κοινωνικής απομόνωσής τους. Ακόμη κι αυτή η εικόνα δεν αφορά, ωστόσο, παρά ελάχιστους πρωτεργάτες της δικτατορίας. Αγνοεί την οικονομική ευμάρεια πάμπολλων μεσαίων ή «πολιτικών» στελεχών της, που η νομική κατασκευή περί «στιγμιαίου αδικήματος» άφησε παντελώς ατιμώρητα ν’ απολαμβάνουν τα αποκτήματά τους.

Την επιβίωση του μύθου διευκολύνει η χαώδης διαφορά του τότε με το σήμερα, όσον αφορά τη δυνατότητα δημόσιας συζήτησης για παρόμοια ζητήματα. Επί χούντας η ραδιοτηλεόραση ήταν κρατική (κι αυστηρά προπαγανδιστική), ενώ ο Τύπος περνούσε από δρακόντεια λογοκρισία. Οποιαδήποτε έρευνα ή ακόμη και νύξη για κρατικά σκάνδαλα ήταν απλά αδιανόητη. χαρακτηριστικό το κύριο άρθρο του Γιάννη Καψή στον «Ταχυδρόμο» (24.5.74), όταν η δικτατορία Ιωαννίδη δημοσιοποίησε το (παπαδοπουλικό) «σκάνδαλο των κρεάτων»:

«Δεν είναι καινούρια η υπόθεση. Μήνες ολόκληρους οι φήμες οργίαζαν. Κι όμως κανείς δεν τολμούσε. Κανείς δεν είχε το θάρρος να μεταβάλη τον ψίθυρο σε καταγγελία. Κι όσο οι φήμες απλώνονταν, αγκαλιάζοντας όλο και περισσότερους υπεύθυνους και μη, τόσο μεγάλωνε κι ο φόβος μήπως θίξουμε τα κακώς κείμενα. Ηταν μια ‘συνωμοσία κραυγαλέας σιωπής’, χάρη και στη δρακόντεια νομοθεσία που ρυθμίζει -και συμπιέζει- την ενάσκηση του λειτουργήματός μας».

Μετά τη Μεταπολίτευση, ο Τύπος ξεχείλισε βέβαια από πληροφορίες για σκάνδαλα της χουντικής επταετίας. Ομως αυτά θεωρούνταν τότε -και σωστά- απλές παρωνυχίδες μπροστά στα υπόλοιπα εγκλήματα της δικτατορίας.

Απολαβές και «ασυλία»

Το πρώτο πράγμα που φρόντισαν να κάνουν οι ηγέτες της χούντας, ήταν να αυγατίσουν τα εισοδήματά τους –σε σχέση όχι μόνο με τους ώς τότε δημοσιοϋπαλληλικούς μισθούς τους, αλλά και με τις απολαβές της ανατραπείσας κοινοβουλευτικής «φαυλοκρατίας». Με τον Α.Ν. 5 του 1967, ο μισθός του πρωθυπουργού υπερδιπλασιάστηκε (από 23.600 σε 45.000 δρχ), των υπουργών και υφυπουργών αυξήθηκε από 22.400 σε 35.000 δρχ, ενώ θεσπίστηκαν -για πρώτη φορά- ημερήσια «εκτός έδρας» 1.000 και 850 δρχ αντίστοιχα («Πολιτικά Θέματα» 5.10.73).

Ακολούθησαν κι άλλες «τακτοποιήσεις», όπως η καταχρηστική στεγαστική αποκατάσταση «αξιωματικών διαδραματισάντων εξέχοντα ρόλον» στο πραξικόπημα με ειδική ρύθμιση του 1970 («Πολιτικά Θέματα» 8.2.75).

Οι δικτάτορες θεσμοθέτησαν τέλος τη μελλοντική ασυλία τους, με ρυθμίσεις που κάνουν τα σημερινά κουκουλώματα να μοιάζουν με παιδικό παιχνίδι. Η χουντική νομοθεσία «περί ευθύνης υπουργών» (Ν.Δ. 802 της 30.12.1970) περιείχε «μεταβατική διάταξη» (§ 48) βάσει της οποίας δίωξη υπουργού ή υφυπουργού της χούντας μπορούσε να γίνει μόνο με απόφαση των ...συναδέλφων τους. Επιπλέον, όλα τα «εγκλήματα δια τα οποία δεν ησκήθη ποινική δίωξις μέχρι της ημέρας συγκλήσεως» της μελλοντικής Βουλής, θεωρούνταν αυτομάτως παραγεγραμμένα!

Προϋπόθεση για την ατιμωρησία συνιστούσε, φυσικά, η επιτυχία της ελεγχόμενης επιστροφής στον κοινοβουλευτισμό «αλά τουρκικά». Η εξέγερση του Πολυτεχνείου τίναξε όμως το εγχείρημα στον αέρα, με αποτέλεσμα τον κάθετο θεσμικό διαχωρισμό της Μεταπολίτευσης απ’ το προηγούμενο καθεστώς.

Τα μαύρα κρέατα

Το μόνο σκάνδαλο που εκκαθαρίστηκε δικαστικά επί χούντας, αποκαλύφθηκε για λόγους προπαγανδιστικής «νομιμοποίησης» της ανατροπής του Παπαδόπουλου απ’ τον Ιωαννίδη. Πρόκειται για την (κυριολεκτικά δύσοσμη) «υπόθεση των κρεάτων», με βασικούς κατηγορούμενους τον πρώην υφυπουργό Εμπορίου Μιχαήλ Μπαλόπουλο και το Γεν. Διευθυντή του Υπουργείου (και διορισμένο πρόεδρο της ΑΔΕΔΥ) Ζαφείριο Παπαμιχαλόπουλο.

Το κατηγορητήριο αφορούσε ποικίλες παρανομίες, με κυριότερη τη «δωροληψία κατά συρροήν» από μεγαλεμπόρους για τη μονοπωλιακή εξασφάλιση αδειών εισαγωγής κρέατος –με αποτέλεσμα παράνομες ανατιμήσεις («καπέλα») σε βάρος των καταναλωτών. Επιμέρους πτυχή του σκανδάλου συνιστούσε η απαγόρευση διάθεσης ντόπιων ζώων, ώστε να πουληθούν τα προβληματικά κρέατα Αργεντινής που «μαύριζαν» και «δεν τάθελε ο κόσμος». Στη δίκη πρόκυψε ανάμιξη του Παττακού – αναγνώστηκε, μάλιστα, και διαταγή του (21.9.72) «όπως διατεθούν το ταχύτερον εις την κατανάλωσιν» τα επίμαχα προϊόντα.

Ο Μπαλόπουλος καταδικάστηκε σε 3,5 χρόνια φυλάκιση, ποινή που το 1976 μειώθηκε σε 14 μήνες. Δεν διώχθηκε, αντίθετα, για την επίδοση που τον έκανε ευρύτερα διάσημο: το «μπαλόσημο» που (φέρεται να) εισέπραττε ως γραμματέας του ΕΟΤ, με το παρατσούκλι «ο κύριος 10%».

Ενδιαφέρον παρουσιάζουν οι σχετικές ημερολογιακές εγγραφές του διπλωμάτη Γεωργίου Χέλμη, γαμπρού του Μαρκεζίνη. «Φαίνεται πως συνελήφθη ο Μπαλόπουλος, πρώην του Τουρισμού, για οικονομικά σκάνδαλα και καταδιώκεται ο Παύλου, γαμπρός του Παττακού, επίσης για οικονομικά σκάνδαλα (υπόθεσις κρεάτων)», σημειώνει στις 21.1.74, για να συμπληρώσει στις 5.2: «Για τα σκάνδαλα, πιστεύει ο Μομφεράτος ότι τίποτε δεν πρόκειται να προωθήσουν, διότι φοβούνται να έλθουν εις αντιθέσεις και, άλλωστε, δεν έχουν μάρτυρες να καταθέσουν». Με τη δημοσιοποίηση της δίωξης, εκτιμά τέλος «ότι κατά την δίκη θα προκύψουν και στοιχεία για άλλες υποθέσεις (ίσως σκάνδαλα στον τουρισμό κά)» («Ταραγμένη διετία», Αθήνα 2006, σ.123, 129 & 161).

Η «νέα φαυλοκρατία»

Η δυσοσμία δεν περιοριζόταν ωστόσο στα κρέατα. Επτά μήνες μετά το πραξικόπημα, ο εκδότης του «Ελεύθερου Κόσμου» (και κεντρικός προπαγανδιστής της χούντας) Σάββας Κωσταντόπουλος εξομολογείται γραπτά στον παλιό του πάτρωνα Κωνσταντίνο Καραμανλή: «Λυπούμαι, διότι είμαι υποχρεωμένος να μνημονεύσω και ένα άλλο εκτάκτως λυπηρόν φαινόμενον. Ενεφανίσθη και αναπτύσσεται μία νέο-φαυλοκρατία (ατομικά ρουσφέτια, προσωπικαί εξυπηρετήσεις, τακτοποιήσεις συγγενών, ατομική προβολή κοκ)» («Αρχείο Καραμανλή», τ.7ος, σ.50).

Παρά τη στενή σχέση του με το καθεστώς, ο Κωσταντόπουλος διατήρησε την ίδια γνώμη μέχρι τέλους. Αναλύοντας το Δεκέμβριο του 1973 στον Καραμανλή την ανατροπή του Παπαδόπουλου, τονίζει πως «είχε υποστεί το καθεστώς και αυτός προσωπικώς ηθικήν φθοράν εις την συνείδησιν των Ενόπλων Δυνάμεων. Μεγάλην ζημίαν του έκαμε η σύζυγός του και ο ταξίαρχος Μ. Ρουφογάλης, τον οποίον είχε τοποθετήσει εις την ΚΥΠ. Εκαμαν προκλητικάς ενεργείας (εντυπωσιακοί γάμοι, θορυβώδεις δεξιώσεις, δημόσιαι εμφανίσεις με μεγαλοπλουσίους, επίδειξις πλούτου κλπ). Μοιραίον ρόλον έπαιξαν και οι γαμβροί ωρισμένων παραγόντων του καθεστώτος (του κ. Σ. Παττακού και άλλων). Εδημιουργήθη μία αποπνικτική ατμόσφαιρα σκανδάλων δια την οποίαν δεν δυνάμεθα ακόμη να γνωρίζωμεν μέχρι ποίου σημείου ανταπεκρίνετο εις την πραγματικότητα. Πάντως, αντιστοιχία υπήρχε οπωσδήποτε» (όπ.π., σ.203-5).

Παρόμοια αίσθηση αναδύουν κι οι επιστολές του «γεφυροποιού» Ευάγγελου Αβέρωφ προς τον Καραμανλή: «κυκλοφορούσαι φήμαι περί μεγάλων ή μικρών σκανδάλων (δημοπρασίαι τηλεοράσεως, ΟΛΠ, σύμβασις Reynold’s, βέβαιοι μικρολοβιτούραι Ματθαίου και άλλα)» (14.10.68), «ανησυχία» του Παπαδόπουλου για «τα γύρω του σκάνδαλα, το ξεχαρβάλωμα της Διοικήσεως» (28.10.72).

Ιδια γεύση και στη συνομιλία του νεαρού -τότε- πολιτικού επιστήμονα Θεόδωρου Κουλουμπή με τον παλαίμαχο μεταξικό υπουργό Ασφαλείας, Κωνσταντίνο Μανιαδάκη (27.8.71): «Και για το στρατό; τον ρώτησα. Η απάντησή του ήταν να τρίψει τα δάχτυλα του δεξιού του χεριού, υπονοώντας ότι δωροδοκούνται» («Σημειώσεις ενός πανεπιστημιακού», σ.116-7).

Ειδική πτυχή της «νεοφαυλοκρατίας» αποτέλεσε η ποικιλότροπη «τακτοποίηση» του συγγενικού περιβάλλοντος των δικτατόρων:

* Ο Μακαρέζος διόρισε υπουργό Γεωργίας (κι αργότερα Βορείου Ελλάδος) τον κουνιάδο του, Αλέξανδρο Ματθαίου.

* Ο Λαδάς έκανε τον ένα ξάδερφό του διοικητή της ΑΣΔΕΝ και τον άλλο Γ.Γ. Κοινωνικών Υπηρεσιών.

* Ο γαμπρός του Παττακού Αντρέας Μεϊντάσης επιδόθηκε σε μπίζνες με το Δήμο Αθηναίων –από την κατασκευή του υπόγειου γκαράζ της Κλαυθμώνος μέχρι μια τεχνική μελέτη αξιοποίησης δημοτικού ακινήτου, ύψους 1.109.000 δρχ.

* Τα αδέρφια του αρχηγού βολεύτηκαν κι αυτά. Ο Κωνσταντίνος Παπαδόπουλος ως στρατιωτικός ακόλουθος, Γ.Γ. του Υπ. Προεδρίας, Περιφερειακός Διοικητής Αττικής και «υπουργός παρά τω πρωθυπουργώ». Ο Χαράλαμπος Παπαδόπουλος αναρριχήθηκε αστραπιαία στην υπαλληλική ιεραρχία για να αναλάβει Γ.Γ. Δημ. Τάξεως. Σύμφωνα με τα απομνημονεύματα βαθμοφόρου υφισταμένου του, «μένει γνωστός σαν ‘μπον φιλέ’ γιατί, τυλιγμένος σε χειμωνιάτικο παλτό, τρέχει νύκτα μαζί με αξιωματικούς αστυνομίας πόλεων στα καμπαρέ σαν γκάγκστερς και τρώγουν φιλέτο» (Αλέξανδρος Δρεμπέλας, «Ο θρήνος του χωροφύλακα», Αθήνα 1998, σ.118).

Ειδική κατηγορία σκανδάλων συνιστούν οι ανεξέλεγκτες δανειοδοτήσεις «ημετέρων». Τον πρώτο καιρό μετά τη μεταπολίτευση το θέμα απασχόλησε επανειλημμένα τα ΜΜΕ, για προφανείς όμως λόγους οι σχετικές κατηγορίες ουδέποτε ερευνήθηκαν σε βάθος. Αποκαλυπτικά είναι δυο έγγραφα του τότε αρχηγού της ΚΥΠ Μιχαήλ Ρουφογάλη που αποκάλυψε ο «Ταχυδρόμος» (29.8 και 12.9.74), με το ενδοκαθεστωτικό φακέλωμα «δανείων άτινα θεωρούνται χαριστικά ή επισφαλή», καθώς και των παραγόντων που «παρενέβησαν» για τη χορήγησή τους. Το συνολικό ύψος των «χορηγηθέντων» δανείων ήταν 1.519.000.000 δρχ. και των «υπό έγκρισιν» 1.644.000.000 δρχ.

Ενδιαφέρουσα και η εμπιστευτική ενημέρωση του Χαρίλαου Χατζηγιάννη, προσωπικού φίλου του δικτάτορα, προς τον αυλάρχη του εξόριστου βασιλιά Κωνσταντίνου (25.11.70): «Αυξάνεται η επιρροή της Δέσποινας [Παπαδοπούλου], του Ρουφογάλη και του Φραγκίστα. Η Δέσποινα ανακατεύεται σε όλα και, αναμφισβήτητα, επηρεάζει τον άντρα της. Ακόμη και η κόρη της παίζει ρόλο. Μιλούν και για οικονομικά συμφέροντα. Ο Λαδάς φώναξε τον Χατζηγιάννη και του συνέστησε, φιλικά, να διαφωτίσει τον Παπαδόπουλο» (Λεωνίδας Παπάγος, «Σημειώσεις 1967-1977», Αθήνα 1999, σ.296).

Η Ντόλτσε Βίτα

Την εικόνα συμπληρώνουν, από διαφορετική οπτική γωνία, οι αναμνήσεις της Ντέλλας Ρουφογάλη, φωτομοντέλου που το 1973 παντρεύτηκε το διοικητή της ΚΥΠ: «Αρχίζω να ράβω την καινούρια μου γκαρνταρόμπα στους μετρ της ραπτικής για τους οποίους μέχρι τώρα έκανα επιδείξεις. Η ζωή μου έχει αλλάξει τελείως, το ίδιο και η συμπεριφορά όλων απέναντί μου. Μου φέρονται με έκδηλο σεβασμό και τα κοπλιμέντα τους είναι υπερβολικά. Αλλά μου αρέσει. Εγώ εξακολουθώ να φέρομαι φιλικά προς τους παλιούς γνωστούς και τους κανούριους, πλούσιους φιλοχουντικούς επιχειρηματίες που πληθαίνουν μέρα με τη μέρα μαζί με τα ραβασάκια για ρουσφέτια. Αισθάνομαι πως έχω υποχρέωση να εξυπηρετήσω τους πάντες. Ο Μιχάλης συνήθως δεν αρνείται. Γεύομαι τη δύναμη της εξουσίας, και με μαγεύει» (σ.85-6).

Στην ιδιαίτερη πατρίδα της, τη Βέροια, «έρχονται πολλοί να με δουν. Γνωστοί και άγνωστοι. Ο πατέρας μου μου δίνει πακέτο τα σημειωματάκια με τα ρουσφέτια που ζητούσαν οι γνωστοί του όλο αυτό τον καιρό και εγώ του υπόσχομαι ότι κάτι θα προσπαθήσω να κάνω». Μεταξύ των αιτημάτων που ικανοποίησε, γράφει, ήταν και η απονομή χάριτος (απ’ τον Παπαδόπουλο) σ’ ένα συντοπίτη της εξαγωγέα, πρώην «μεγάλο ποδοσφαιριστή της τοπικής ομάδας», που είχε καταδικαστεί «με αποδείξεις» για κατασκοπεία υπέρ της Βουλγαρίας (σ.89).

Τους αρραβώνες του ζεύγους τίμησαν «επιλεγμένοι εξωκυβερνητικοί παράγοντες», όπως οι επιχειρηματίες Λάτσης και Κιοσέογλου. «Την επόμενη βδομάδα καινούρια δώρα, καινούριες ανθοδέσμες, φρέσκα ψάρια απ’ όλα τα νησιά της Ελλάδας, κούτες με το καλύτερο χαβιάρι της Περσίας και παγωμένα καβούρια της Αλάσκας καταφθάνουν στο σπίτι. Δεν ξέρω τι να τα κάνω» (σ.88).

Στο γάμο τους, πάλι, παραβρέθηκαν «ο Παύλος Βαρδινογιάννης, ο εφοπλιστής Θεοδωρακόπουλος με το γιο του τον Τάκη, ο Κώστας Δρακόπουλος των διυλιστηρίων, ο Νίκος Ταβουλάρης των ναυπηγείων, το ζεύγος Μποδοσάκη, ο Αγγελος Κανελλόπουλος των τσιμέντων ‘Τιτάν’ με τη γυναίκα του, ο Τομ Πάππας, ο Γ. Λύρας, ο Γιώργος Ταβλάριος, εφοπλιστής από τη Νέα Υόρκη με τη γυναίκα του και ο Γιάννης Λάτσης με τη μεγάλη του κόρη, αφού η γυναίκα του την ίδια μέρα πάντρευε την ανηψιά της σε άλλη εκκλησία» (σ.95).

Εύγλωττη για τις στενές σχέσεις χουντικής ηγεσίας και μεγαλοκαπιταλιστών είναι η περιγραφή ενός ιδιωτικού ταξιδιού της Ντέλλας με τη Δέσποινα Παπαδοπούλου στο Παρίσι: «Μένουμε σε μεγάλες σουΐτες στο Intercontinental. Ερχονται να μας επισκεφθούν με το τραίνο από τη Γενεύη ο Γιάννης Λάτσης και η σύζυγός του Εριέτα. Είναι πολύ φίλοι της Δέσποινας. [...] Πηγαίνουμε σε όλα τα καλά μαγαζιά της Φομπούρ Σεντ Ονορέ. Η Δέσποινα έχει αφεθεί στο γούστο μου. [...] Λόγω της παρατεταμένης κακοκαιρίας, πηγαίνουμε οδικώς στις Βρυξέλλες με λιμουζίνα που μας έστειλε ο Ωνάσης» (σ.87).

Οι επαφές αυτές δεν ήταν αυστηρά κοινωνικές. Λίγο μετά το Πολυτεχνείο, π.χ., το ζεύγος Ρουφογάλη τρώει στο σπίτι του με το Λάτση. Αρχηγός της ΚΥΠ κι εφοπλιστής «συζητούν για τα διϋλιστήρια και τα προβλήματα που έχει». Μετά το τέλος της κουβέντας, ο δεύτερος προθυμοποιείται να συνοδεύσει τη γυναίκα του πρώτου στο Λονδίνο, για κάποιες ιατρικές εξετάσεις (σ.100).

Μια στιχομυθία του Ρουφογάλη φωτίζει, τέλος, καλύτερα την τυχοδιωκτική διαχείριση του δημόσιου πλούτου από τα ηγετικά στελέχη της χούντας:

«Ενα βράδυ ο Χρήστος Μίχαλος, τότε υπουργός, μισοαστειευόμενος, του λέει ότι τώρα που παντρεύτηκε θα πρέπει να κάνουν καμιά δουλειά να εξασφαλίσουν το μέλλον τους, γιατί ποτέ δεν ξέρεις τι γίνεται. Ο Μιχάλης, ατάραχος, του λέει να μην ανησυχεί. ‘Οσο είμαστε στα πράγματα δεν μας χρειάζονται λεφτά και, αν πέσουμε, τα λεφτά δεν θα μας σώσουν’. Ξεσπάει σε γέλια. Εγώ παγώνω, μαζί μου κι ο Μίχαλος» (σ.98).

Οι συμβάσεις

Το φιλέτο των σκανδάλων της «επταετίας» υπήρξαν ωστόσο οι μεγάλες «αναπτυξιακές» συμβάσεις της περιόδου.

* Η πρώτη υπογράφηκε με την αμερικανική πολυεθνική Litton (15.5.67), για «παροχήν υπηρεσιών οργανώσεως και διεκπεραιώσεως της οικονομικής αναπτύξεως ορισμένων περιοχών εις Κρήτην και Δυτικήν Πελοπόννησον» (ΦΕΚ 1972/Α/88). Είχε προταθεί το 1966 απ’ την κυβέρνηση των αποστατών (κυρίως τον Μητσοτάκη), αλλά η Βουλή δεν τόλμησε να την ψηφίσει. Η Litton θα εισέπραττε όλα τα έξοδα που έκανε «βοηθώντας» το δημόσιο (συν κέρδος 11%) και προμήθεια 2% επί των κεφαλαίων (ή των δανείων) που θα έφερνε, θεωρητικού ύψους 800.000.000 δολαρίων. Ως «προκαταβολή», το δημόσιο της κατέβαλε 1.200.000 δολάρια.

Στην πράξη, η εταιρεία αρκέστηκε να ξεκοκκαλίζει τα ποσοστά επί των ...εξόδων της: «Το κέρδος μας είναι φυσικά δυσανάλογα μεγάλο», παραδεχόταν (στις ΗΠΑ) ο υπεύθυνος του προγράμματος, «επειδή δεν έχουμε κάνει βασική επένδυση. Η επένδυση είναι το καλό μας όνομα». Τελικά η σύμβαση λύθηκε στις 15.10.69, με καταβολή από το κράτος των δαπανών της εταιρείας -συν 11%- ακόμη και κατά την ...«περίοδο τερματισμού» (ΦΕΚ 1969/Α/268). Επίσημη δικαιολογία: «αι ελληνικαί υπηρεσίαι είναι εις θέσιν να συνεχίσουν άνευ ειδικής εξωτερικής βοηθείας τας προσπαθείας δια την ανάπτυξιν» (Βήμα, 16.10.69).

* Απίστευτα επαχθής ήταν και η σύμβαση για την κατασκευή της Εγνατίας, που ο Μακαρέζος υπέγραψε με τον αμερικανό εργολάβο Ρόμπερτ Μακντόναλντ (ΦΕΚ 1969/Α/15). Το δημόσιο έβαζε 45 απ’ τα 150 εκατομμύρια δολάρια του έργου, «διευκόλυνε» τον «επενδυτή» με ομόλογα 80.000.000 κι εγγυόταν για τα δάνειά του. Το έργο θα γινόταν από έλληνες υπεργολάβους, ενώ ο «ανάδοχος» θα φρόντιζε απλώς για μελέτες και δάνεια, εισπράττοντας αμοιβή 14% επί των εξόδων (συμπεριλαμβανόμενης της δημόσιας χρηματοδότησης!) – τα 4.500.000 δολάρια «εν είδει προκαταβολής». «Εάν κατά την διάρκειαν της μελέτης ήθελεν διαπιστωθή» από τον ίδιο πως 150 εκατομμύρια δεν αρκούν, μπορούσε είτε να ψάξει γι’ άλλα είτε απλά να «θεωρηθή εκτελέσας την σύμβασιν άμα τη συμπληρώσει της κατασκευής τμήματος της οδού, ούτινος η αξία ανέρχεται εις δολλ. ΗΠΑ 150.000.000» (άρθρο 1§4). Τελικά, δε βρήκε ούτε τα προβλεπόμενα κι έφυγε, αφού το δημόσιο επιβαρύνθημε με 1 ½ δις δρχ.

* Ο ελληνοαμερικανός Τομ Πάππας ήταν ήδη παρών με το διϋλιστήριο της ESSO στη Θεσσαλονίκη, επένδυση του 1962 που είχε καταγγελθεί ως σκανδαλωδώς προνομιακή. Το Μάιο του 1972, η χούντα τον απάλλαξε από τις αντισταθμιστικές υποχρεώσεις που είχε αναλάβει, για ανέγερση έξι αγροτοβιομηχανικών μονάδων σε διάφορα σημεία της χώρας (ΦΕΚ 1972/Α/72). Του έδωσε και άδεια για τα εργοστάσια της Coca Cola, που οι κοινοβουλευτικές κυβερνήσεις δεν ενέκριναν, ως ανταγωνιστικά προς τη ντόπια παραγωγή αναψυκτικών (ΦΕΚ 1968/Α/201).

Θερμός υποστηρικτής της χούντας, ο Πάππας πρωταγωνίστησε ως γνωστόν στο «ελληνικό Γουτεργκέιτ», ανακυκλώνοντας κονδύλια της CIA για το χρηματισμό του Νίξον απ’ τους δικτάτορες. Ενας προσωπάρχης του με σκανδαλώδες παρελθόν, ο Παύλος Τοτόμης, διορίστηκε το 1967 υπουργός Δημόσιας Τάξης και κατόπιν πρόεδρος της ΕΤΒΑ.

* Μητέρα όλων των μαχών υπήρξε ωστόσο το ντέρμπι των μεγιστάνων (Ωνάσης, Νιάρχος, Βαρδινογιάννης, Ανδρεάδης, Λάτσης κ.ά) για το 3ο διϋλιστήριο της χώρας. Ο Παπαδόπουλος τάχθηκε αποφασιστικά υπέρ του Ωνάση, σε βίλα του οποίου (στο Λαγονήσι) έμενε αντί συμβολικού ενοικίου, ενώ ο Μακαρέζος υπέρ του Νιάρχου. Η σύγκρουση έφτασε στα άκρα, με απόπειρες πραξικοπημάτων κι έκτακτους ανασχηματισμούς. Τελικά ο Ωνάσης τα παράτησε, ακυρώνοντας τη «μεγαλειώδη» σύμβαση που είχε υπογράψει και παίρνοντας πίσω την εγγύησή του, το 3ο διϋλιστήριο μοιράστηκε μεταξύ Ανδρεάδη και Λάτση (ΦΕΚ 1972/Α/130) κι ένα 4ο παραχωρήθηκε στο Βαρδινογιάννη (ΦΕΚ 1972/Α/181).

Μια λεπτομέρεια αυτής της τιτανομαχίας, από την εμπιστευτική ενημέρωση Χατζηγιάννη προς τον Παπάγο (25.11.70), παρουσιάζει ιδιαίτερο ενδιαφέρον με βάση τα σημερινά δεδομένα:

«Σε άλλο υπουργικό συμβούλιο, παραβρισκόταν ο Καρδαμάκης, ο οποίος εισηγήθηκε την αγορά μηχανημάτων από τη Siemens και την AEG χωρίς διαγωνισμό, για να μπορέσει να ανταποκριθεί η ΔΕΗ στο πρόγραμμά της, που καθυστερούσε λόγω των δυσκολιών εκτέλεσης των συμφωνιών Ωνάση. Ο Παπαδόπουλος έλυσε μόνος του το θέμα, αποδεχόμενος την αγορά από τη μια εταιρεία».
 


Το «Τάμα του Εθνους»

Υπήρξε ίσως το χαρακτηριστικότερο σκάνδαλο της χούντας: ο τέλειος συνδυασμός της επαγγελίας μιας «Ελλάδος Ελλήνων Χριστιανών» με τη μεγαλομανία του δικτάτορα και το ξάφρισμα υπέρογκων δημόσιων κονδυλίων.

Στις 14 Δεκεμβρίου 1968 ο Παπαδόπουλος εξήγγειλε την ανέγερση ενός μνημειώδους ναού του Σωτήρος στα Τουρκοβούνια –ως εκπλήρωση, υποτίθεται, της σχετικής υπόσχεσης της Δ΄ Εθνοσυνέλευσης του 1829 προς το Θεό σε περίπτωση απελευθέρωσης της Ελλάδας. Σύμφωνα άλλωστε με τη χουντική προπαγάνδα, η «επανάστασις» της 21ης Απριλίου 1967 δεν ήταν παρά η άμεση συνέχεια -και ολοκλήρωση- του 1821.

Το έργο εγκρίθηκε στις 5.1.69 σε κοινή συνεδρίαση υπουργικού συμβουλίου και αρχιεπισκόπου. Για την επίβλεψή του συστήθηκε το Μάιο μια «Ανώτατη Επιτροπή» με πρόεδρο τον ίδιο τον πρωθυπουργό Γ. Παπαδόπουλο και μέλη τον αρχιεπίσκοπο Ιερώνυμο, τους υπουργούς Εσωτερικών Στ. Πατττακό, Συντονισμού Ν. Μακαρέζο, Παιδείας Θ. Παπακωνσταντίνου, Δημ. Εργων Κ. Παπαδημητρίου και τον υφυπουργό Προεδρίας Κ. Βοβολίνη. Ενα δεύτερο σώμα, το «Γνωμοδοτικό Συμβούλιο», αποτελούνταν από τον πρόεδρο της Ακαδημίας, τους πρυτάνεις του Πανεπιστημίου και του ΕΜΠ, το δήμαρχο Αθηναίων, το Γενικό Διευθυντή Αρχαιοτήτων και τον κοσμήτορα της Αρχιτεκτονικής. Στο εγχείρημα μετείχε, με άλλα λόγια, σύμπασα η ανώτατη πολιτική και πνευματική ηγεσία του καθεστώτος.

Για το είδος της προπαγάνδας που συνόδευσε την εξαγγελία, αποκαλυπτικό είναι ένα απόσπασμα από την «Ηχώ των Ενόπλων Δυνάμεων» (3.6.73): «Ο Ναός του Σωτήρος Χριστού, αφ’ ενός μεν υλοποιεί την υπόσχεσιν που έδωσε το Εθνος προς τον Θεό, και αφ’ ετέρου θ’ αποτελέση, μετά την οικοδόμησίν του, το τρίτο αρχιτεκτονικό οικοδόμημα των Αθηνών, μετά τον κλασικό Παρθενώνα και τον Βυζαντινό Λυκαβηττό».

Η επιστημονική κοινότητα των 1.857 ελλήνων αρχιτεκτόνων δεν φάνηκε πάντως να δείχνει τον ίδιο ενθουσιασμό. Τρεις διαδοχικοί διαγωνισμοί «προσχεδίων» και «ιδεών» μεταξύ 1970 και 1973 κατέληξαν σε φιάσκο: παρά τα τεράστια «βραβεία» που τους συνόδευαν (από 300.000 μέχρι 5.000.000 δραχμές, όταν ο μέσος μισθός του ιδιωτικού τομέα ήταν γύρω στις 4.000 δραχμές), οι προτάσεις που υποβλήθηκαν ήταν αντίστοχια 7, 35 και 31. Τελικά και οι τρεις διαγωνισμοί κηρύχθηκαν άγονοι - μάλλον δίκαια, αν κρίνουμε από τις μακέτες που δημοσιεύθηκαν μεταδικτατορικά στο «Αντί» (30.11.74). Ακόμη κι έτσι, 3.650.000 δρχ διανεμήθηκαν σε ελάσσονες «επαίνους».

Απείρως μεγαλύτερη τέχνη επιδείχθηκε στη διασπάθιση των χρημάτων.

Τον Ιούνιο του 1969 ανακοινώθηκε η σύσταση «Ειδικού Ταμείου» για την οικονομική διαχείριση του «τάματος». Σύμφωνα με τον τελικό απολογισμό του που δημοσιεύθηκε μετά την ανατροπή του Παπαδόπουλου («Εστία» 19.1.1974), το «Ταμείο» εισέπραξε συνολικά 453.300.000 δρχ: 45,5 εκατομμύρια ως επιχορήγηση απ’ τον τακτικό προϋπολογισμό, 180 εκατομμύρια από «δωρεές, εισφορές, κλπ» και 230 εκατομμύρια σε δάνεια. Ενα μέρος των «εισφορών» ήταν επίσης δημόσιο χρήμα (η Αγροτική Τράπεζα «πρόσφερε» π.χ. 10 εκατομμύρια), ενώ το υπόλοιπο προήλθε από το υστέρημα του φιλοχρίστου και φιλοθεάμονος κοινού – όπως ο συνταξιούχος δημόσιος υπάλληλος που θυσίασε στο «Τάμα» ολόκληρο το εφάπαξ του (109.455 δρχ), εισπράττοντας «τα συγχαρητήρια του πρωθυπουργού δια του υπουργού Προεδρίας» («Νέα» 31.12.68).

Σύμφωνα ωστόσο με τον ίδιο απολογισμό, το 90% των εσόδων είχε ήδη καταναλωθεί σε απαλλοτριώσεις, «δαπάνες μελετών», προπαρασκευαστικά έργα και «δαπάνες διοικήσεως και λειτουργίας»!

«Φαίνεται ότι ο Ναός του Σωτήρος, που πρόκειται να ανεγερθή πάνω στα Τουρκοβούνια, θα είναι απ’ τους πιο θαυματουργούς στη χώρα μας», σχολίαζαν τις επόμενες μέρες τα «Νέα» (26.1.74). «Γιατί, πριν ακόμα κτισθή, πριν καν γίνουν τα σχέδια για την κατασκευή του, δαπανήθηκαν -λες από θαύμα- τα 406 εκατομμύρια δραχμές από τα 453 εκατομμύρια που είχαν τελικά συγκεντρωθεί. Πάντως κι οι πιο ολιγόπιστοι θαύμασαν το γεγονός ότι με εντελώς κανονικό τρόπο αναλώθηκε ολόκληρο το τεράστιο αυτό ποσόν για ένα έργο του οποίου ακόμα δεν κατάφεραν οι υπεύθυνοι να έχουν ούτε το σχέδιο. [...] Αφού λεφτά δεν υπάρχουν πιά, αφού ούτε καν τα σχέδια του ναού δεν έχουν γίνει ακόμη, η υπόθεση αυτή θα πρέπει να λήξη εδώ και όλοι θα φροντίσουμε να ξεχασθή».

 

ΔΙΑΒΑΣΤΕ

Jean Meynaud
«Οι πολιτικές δυνάμεις στην Ελλάδα»
(Αθήνα 2002, εκδ. Σαββάλας)
Η σφαιρικότερη ανάλυση της ελληνικής πολιτικής και κοινωνικής ζωής κατά τη δεκαετία του ’60. Ο 2ος τόμος είναι αφιερωμένος στα Ιουλιανά και τη δικτατορία.

Σταύρος Ζορμπαλάς
«Ο νεοφασισμός στην Ελλάδα (1967-1974)»
(Αθήνα 1978, εκδ. Σύγχρονη Εποχή)
Ανάλυση του δικτατορικού καθεστώτος, με έμφαση στη διαπλοκή του με το μεγάλο κεφάλαιο και τον ξένο παράγοντα. Ενδιαφέρουσα πρωτογενής τεκμηρίωση.

Δ. Μπενάς
«Η εισβολή του ξένου κεφαλαίου στην Ελλάδα»
(Αθήνα 1976, εκδ. Παπαζήση)
Εκτενής παρουσίαση των αμαρτωλών συμβάσεων της χούντας κι ακτινογραφία της διαπλοκής ντόπιου και ξένου κεφαλαίου κατά τη δεκαετία του ’70.

Γιώργης Κρεμμυδάς
«Οι άνθρωποι της χούντας μετά τη Δικτατορία»
(Αθήνα 1985, εκδ. Εξάντας)
Δημοσιογραφική καταγραφή προσώπων και πραγμάτων, αποτυπώνει τις πολλαπλές ταχύτητες (και, συχνά, την πλήρη απουσία) «κάθαρσης» των συνεργατών της δικτατορίας.

Ευάγγελος Κουλουμπής
«…71 …74: Σημειώσεις ενός πανεπιστημιακού»
(Αθήνα 2002, εκδ. Πατάκη)
Ημερολογιακή καταγραφή συνομιλιών και συναντήσεων του -εξ Αμερικής ορμώμενου- συγγραφέα με στελέχη, οπαδούς και αντιπάλους του καθεστώτος κατά την τελευταία τριετία του.

Ντέλλα Ρουφογάλη-Ρούνικ
«Να γιατί…»
(Αθήνα 2002, εκδ. Φερενίκη)
Γλαφυρή αυτοβιογραφία της πάλαι ποτέ συζύγου του χουντικού αρχηγού της ΚΥΠ. Αποκαλυπτική για τον τρόπο ζωής του ηγετικού πυρήνα της χούντας, αλλά και για τη στενή διαπλοκή του με μικρούς και (κυρίως) μεγάλους καπιταλιστές.

 

Εφτά χρόνια αρπαχτή
 
Ο Τύπος δεν ασχολούνταν με σκάνδαλα, ούτε σκανδαλιζόταν από τις σχέσεις των κρατούντων με τους μεγιστάνες του πλούτου. Είχε έρθει άλλωστε το πλήρωμα του χρόνου για να εκπληρωθεί το Τάμα του Έθνους.
 
Στους έντονα αντικοινοβουλευτικούς καιρούς μας, ένα δόλιο φάντασμα πλανιέται στον αέρα: ο ισχυρισμός περί «τιμιότητας» των δικτατόρων που κατέλαβαν πραξικοπηματικά την εξουσία το 1967 για να την επιστρέψουν πριν από 36 χρόνια, σαν βρεγμένες γάτες, «στους πολιτικούς».

Πρόκειται βέβαια για μύθο, θεμελιωμένο στη μίζερη εικόνα των επιζώντων «πρωταιτίων» – αφού πρώτα έχασαν την εξουσία, στερήθηκαν όσα είχαν παράνομα καρπωθεί και υπέστησαν τις οικονομικές συνέπειες της κοινωνικής απομόνωσής τους. Ακόμη κι αυτή η εικόνα δεν αφορά, ωστόσο, παρά ελάχιστους πρωτεργάτες της δικτατορίας. Αγνοεί την οικονομική ευμάρεια πάμπολλων μεσαίων ή «πολιτικών» στελεχών της, που η νομική κατασκευή περί «στιγμιαίου αδικήματος» άφησε παντελώς ατιμώρητα ν’ απολαμβάνουν τα αποκτήματά τους.

Την επιβίωση του μύθου διευκολύνει η χαώδης διαφορά του τότε με το σήμερα, όσον αφορά τη δυνατότητα δημόσιας συζήτησης για παρόμοια ζητήματα. Επί χούντας η ραδιοτηλεόραση ήταν κρατική (κι αυστηρά προπαγανδιστική), ενώ ο Τύπος περνούσε από δρακόντεια λογοκρισία. Οποιαδήποτε έρευνα ή ακόμη και νύξη για κρατικά σκάνδαλα ήταν απλά αδιανόητη. χαρακτηριστικό το κύριο άρθρο του Γιάννη Καψή στον «Ταχυδρόμο» (24.5.74), όταν η δικτατορία Ιωαννίδη δημοσιοποίησε το (παπαδοπουλικό) «σκάνδαλο των κρεάτων»:

«Δεν είναι καινούρια η υπόθεση. Μήνες ολόκληρους οι φήμες οργίαζαν. Κι όμως κανείς δεν τολμούσε. Κανείς δεν είχε το θάρρος να μεταβάλη τον ψίθυρο σε καταγγελία. Κι όσο οι φήμες απλώνονταν, αγκαλιάζοντας όλο και περισσότερους υπεύθυνους και μη, τόσο μεγάλωνε κι ο φόβος μήπως θίξουμε τα κακώς κείμενα. Ηταν μια ‘συνωμοσία κραυγαλέας σιωπής’, χάρη και στη δρακόντεια νομοθεσία που ρυθμίζει -και συμπιέζει- την ενάσκηση του λειτουργήματός μας».

Μετά τη Μεταπολίτευση, ο Τύπος ξεχείλισε βέβαια από πληροφορίες για σκάνδαλα της χουντικής επταετίας. Ομως αυτά θεωρούνταν τότε -και σωστά- απλές παρωνυχίδες μπροστά στα υπόλοιπα εγκλήματα της δικτατορίας.

Απολαβές και «ασυλία»

Το πρώτο πράγμα που φρόντισαν να κάνουν οι ηγέτες της χούντας, ήταν να αυγατίσουν τα εισοδήματά τους –σε σχέση όχι μόνο με τους ώς τότε δημοσιοϋπαλληλικούς μισθούς τους, αλλά και με τις απολαβές της ανατραπείσας κοινοβουλευτικής «φαυλοκρατίας». Με τον Α.Ν. 5 του 1967, ο μισθός του πρωθυπουργού υπερδιπλασιάστηκε (από 23.600 σε 45.000 δρχ), των υπουργών και υφυπουργών αυξήθηκε από 22.400 σε 35.000 δρχ, ενώ θεσπίστηκαν -για πρώτη φορά- ημερήσια «εκτός έδρας» 1.000 και 850 δρχ αντίστοιχα («Πολιτικά Θέματα» 5.10.73).

Ακολούθησαν κι άλλες «τακτοποιήσεις», όπως η καταχρηστική στεγαστική αποκατάσταση «αξιωματικών διαδραματισάντων εξέχοντα ρόλον» στο πραξικόπημα με ειδική ρύθμιση του 1970 («Πολιτικά Θέματα» 8.2.75).

Οι δικτάτορες θεσμοθέτησαν τέλος τη μελλοντική ασυλία τους, με ρυθμίσεις που κάνουν τα σημερινά κουκουλώματα να μοιάζουν με παιδικό παιχνίδι. Η χουντική νομοθεσία «περί ευθύνης υπουργών» (Ν.Δ. 802 της 30.12.1970) περιείχε «μεταβατική διάταξη» (§ 48) βάσει της οποίας δίωξη υπουργού ή υφυπουργού της χούντας μπορούσε να γίνει μόνο με απόφαση των ...συναδέλφων τους. Επιπλέον, όλα τα «εγκλήματα δια τα οποία δεν ησκήθη ποινική δίωξις μέχρι της ημέρας συγκλήσεως» της μελλοντικής Βουλής, θεωρούνταν αυτομάτως παραγεγραμμένα!

Προϋπόθεση για την ατιμωρησία συνιστούσε, φυσικά, η επιτυχία της ελεγχόμενης επιστροφής στον κοινοβουλευτισμό «αλά τουρκικά». Η εξέγερση του Πολυτεχνείου τίναξε όμως το εγχείρημα στον αέρα, με αποτέλεσμα τον κάθετο θεσμικό διαχωρισμό της Μεταπολίτευσης απ’ το προηγούμενο καθεστώς.

Τα μαύρα κρέατα

Το μόνο σκάνδαλο που εκκαθαρίστηκε δικαστικά επί χούντας, αποκαλύφθηκε για λόγους προπαγανδιστικής «νομιμοποίησης» της ανατροπής του Παπαδόπουλου απ’ τον Ιωαννίδη. Πρόκειται για την (κυριολεκτικά δύσοσμη) «υπόθεση των κρεάτων», με βασικούς κατηγορούμενους τον πρώην υφυπουργό Εμπορίου Μιχαήλ Μπαλόπουλο και το Γεν. Διευθυντή του Υπουργείου (και διορισμένο πρόεδρο της ΑΔΕΔΥ) Ζαφείριο Παπαμιχαλόπουλο.

Το κατηγορητήριο αφορούσε ποικίλες παρανομίες, με κυριότερη τη «δωροληψία κατά συρροήν» από μεγαλεμπόρους για τη μονοπωλιακή εξασφάλιση αδειών εισαγωγής κρέατος –με αποτέλεσμα παράνομες ανατιμήσεις («καπέλα») σε βάρος των καταναλωτών. Επιμέρους πτυχή του σκανδάλου συνιστούσε η απαγόρευση διάθεσης ντόπιων ζώων, ώστε να πουληθούν τα προβληματικά κρέατα Αργεντινής που «μαύριζαν» και «δεν τάθελε ο κόσμος». Στη δίκη πρόκυψε ανάμιξη του Παττακού – αναγνώστηκε, μάλιστα, και διαταγή του (21.9.72) «όπως διατεθούν το ταχύτερον εις την κατανάλωσιν» τα επίμαχα προϊόντα.

Ο Μπαλόπουλος καταδικάστηκε σε 3,5 χρόνια φυλάκιση, ποινή που το 1976 μειώθηκε σε 14 μήνες. Δεν διώχθηκε, αντίθετα, για την επίδοση που τον έκανε ευρύτερα διάσημο: το «μπαλόσημο» που (φέρεται να) εισέπραττε ως γραμματέας του ΕΟΤ, με το παρατσούκλι «ο κύριος 10%».

Ενδιαφέρον παρουσιάζουν οι σχετικές ημερολογιακές εγγραφές του διπλωμάτη Γεωργίου Χέλμη, γαμπρού του Μαρκεζίνη. «Φαίνεται πως συνελήφθη ο Μπαλόπουλος, πρώην του Τουρισμού, για οικονομικά σκάνδαλα και καταδιώκεται ο Παύλου, γαμπρός του Παττακού, επίσης για οικονομικά σκάνδαλα (υπόθεσις κρεάτων)», σημειώνει στις 21.1.74, για να συμπληρώσει στις 5.2: «Για τα σκάνδαλα, πιστεύει ο Μομφεράτος ότι τίποτε δεν πρόκειται να προωθήσουν, διότι φοβούνται να έλθουν εις αντιθέσεις και, άλλωστε, δεν έχουν μάρτυρες να καταθέσουν». Με τη δημοσιοποίηση της δίωξης, εκτιμά τέλος «ότι κατά την δίκη θα προκύψουν και στοιχεία για άλλες υποθέσεις (ίσως σκάνδαλα στον τουρισμό κά)» («Ταραγμένη διετία», Αθήνα 2006, σ.123, 129 & 161).

Η «νέα φαυλοκρατία»

Η δυσοσμία δεν περιοριζόταν ωστόσο στα κρέατα. Επτά μήνες μετά το πραξικόπημα, ο εκδότης του «Ελεύθερου Κόσμου» (και κεντρικός προπαγανδιστής της χούντας) Σάββας Κωσταντόπουλος εξομολογείται γραπτά στον παλιό του πάτρωνα Κωνσταντίνο Καραμανλή: «Λυπούμαι, διότι είμαι υποχρεωμένος να μνημονεύσω και ένα άλλο εκτάκτως λυπηρόν φαινόμενον. Ενεφανίσθη και αναπτύσσεται μία νέο-φαυλοκρατία (ατομικά ρουσφέτια, προσωπικαί εξυπηρετήσεις, τακτοποιήσεις συγγενών, ατομική προβολή κοκ)» («Αρχείο Καραμανλή», τ.7ος, σ.50).

Παρά τη στενή σχέση του με το καθεστώς, ο Κωσταντόπουλος διατήρησε την ίδια γνώμη μέχρι τέλους. Αναλύοντας το Δεκέμβριο του 1973 στον Καραμανλή την ανατροπή του Παπαδόπουλου, τονίζει πως «είχε υποστεί το καθεστώς και αυτός προσωπικώς ηθικήν φθοράν εις την συνείδησιν των Ενόπλων Δυνάμεων. Μεγάλην ζημίαν του έκαμε η σύζυγός του και ο ταξίαρχος Μ. Ρουφογάλης, τον οποίον είχε τοποθετήσει εις την ΚΥΠ. Εκαμαν προκλητικάς ενεργείας (εντυπωσιακοί γάμοι, θορυβώδεις δεξιώσεις, δημόσιαι εμφανίσεις με μεγαλοπλουσίους, επίδειξις πλούτου κλπ). Μοιραίον ρόλον έπαιξαν και οι γαμβροί ωρισμένων παραγόντων του καθεστώτος (του κ. Σ. Παττακού και άλλων). Εδημιουργήθη μία αποπνικτική ατμόσφαιρα σκανδάλων δια την οποίαν δεν δυνάμεθα ακόμη να γνωρίζωμεν μέχρι ποίου σημείου ανταπεκρίνετο εις την πραγματικότητα. Πάντως, αντιστοιχία υπήρχε οπωσδήποτε» (όπ.π., σ.203-5).

Παρόμοια αίσθηση αναδύουν κι οι επιστολές του «γεφυροποιού» Ευάγγελου Αβέρωφ προς τον Καραμανλή: «κυκλοφορούσαι φήμαι περί μεγάλων ή μικρών σκανδάλων (δημοπρασίαι τηλεοράσεως, ΟΛΠ, σύμβασις Reynold’s, βέβαιοι μικρολοβιτούραι Ματθαίου και άλλα)» (14.10.68), «ανησυχία» του Παπαδόπουλου για «τα γύρω του σκάνδαλα, το ξεχαρβάλωμα της Διοικήσεως» (28.10.72).

Ιδια γεύση και στη συνομιλία του νεαρού -τότε- πολιτικού επιστήμονα Θεόδωρου Κουλουμπή με τον παλαίμαχο μεταξικό υπουργό Ασφαλείας, Κωνσταντίνο Μανιαδάκη (27.8.71): «Και για το στρατό; τον ρώτησα. Η απάντησή του ήταν να τρίψει τα δάχτυλα του δεξιού του χεριού, υπονοώντας ότι δωροδοκούνται» («Σημειώσεις ενός πανεπιστημιακού», σ.116-7).

Ειδική πτυχή της «νεοφαυλοκρατίας» αποτέλεσε η ποικιλότροπη «τακτοποίηση» του συγγενικού περιβάλλοντος των δικτατόρων:

* Ο Μακαρέζος διόρισε υπουργό Γεωργίας (κι αργότερα Βορείου Ελλάδος) τον κουνιάδο του, Αλέξανδρο Ματθαίου.

* Ο Λαδάς έκανε τον ένα ξάδερφό του διοικητή της ΑΣΔΕΝ και τον άλλο Γ.Γ. Κοινωνικών Υπηρεσιών.

* Ο γαμπρός του Παττακού Αντρέας Μεϊντάσης επιδόθηκε σε μπίζνες με το Δήμο Αθηναίων –από την κατασκευή του υπόγειου γκαράζ της Κλαυθμώνος μέχρι μια τεχνική μελέτη αξιοποίησης δημοτικού ακινήτου, ύψους 1.109.000 δρχ.

* Τα αδέρφια του αρχηγού βολεύτηκαν κι αυτά. Ο Κωνσταντίνος Παπαδόπουλος ως στρατιωτικός ακόλουθος, Γ.Γ. του Υπ. Προεδρίας, Περιφερειακός Διοικητής Αττικής και «υπουργός παρά τω πρωθυπουργώ». Ο Χαράλαμπος Παπαδόπουλος αναρριχήθηκε αστραπιαία στην υπαλληλική ιεραρχία για να αναλάβει Γ.Γ. Δημ. Τάξεως. Σύμφωνα με τα απομνημονεύματα βαθμοφόρου υφισταμένου του, «μένει γνωστός σαν ‘μπον φιλέ’ γιατί, τυλιγμένος σε χειμωνιάτικο παλτό, τρέχει νύκτα μαζί με αξιωματικούς αστυνομίας πόλεων στα καμπαρέ σαν γκάγκστερς και τρώγουν φιλέτο» (Αλέξανδρος Δρεμπέλας, «Ο θρήνος του χωροφύλακα», Αθήνα 1998, σ.118).

Ειδική κατηγορία σκανδάλων συνιστούν οι ανεξέλεγκτες δανειοδοτήσεις «ημετέρων». Τον πρώτο καιρό μετά τη μεταπολίτευση το θέμα απασχόλησε επανειλημμένα τα ΜΜΕ, για προφανείς όμως λόγους οι σχετικές κατηγορίες ουδέποτε ερευνήθηκαν σε βάθος. Αποκαλυπτικά είναι δυο έγγραφα του τότε αρχηγού της ΚΥΠ Μιχαήλ Ρουφογάλη που αποκάλυψε ο «Ταχυδρόμος» (29.8 και 12.9.74), με το ενδοκαθεστωτικό φακέλωμα «δανείων άτινα θεωρούνται χαριστικά ή επισφαλή», καθώς και των παραγόντων που «παρενέβησαν» για τη χορήγησή τους. Το συνολικό ύψος των «χορηγηθέντων» δανείων ήταν 1.519.000.000 δρχ. και των «υπό έγκρισιν» 1.644.000.000 δρχ.

Ενδιαφέρουσα και η εμπιστευτική ενημέρωση του Χαρίλαου Χατζηγιάννη, προσωπικού φίλου του δικτάτορα, προς τον αυλάρχη του εξόριστου βασιλιά Κωνσταντίνου (25.11.70): «Αυξάνεται η επιρροή της Δέσποινας [Παπαδοπούλου], του Ρουφογάλη και του Φραγκίστα. Η Δέσποινα ανακατεύεται σε όλα και, αναμφισβήτητα, επηρεάζει τον άντρα της. Ακόμη και η κόρη της παίζει ρόλο. Μιλούν και για οικονομικά συμφέροντα. Ο Λαδάς φώναξε τον Χατζηγιάννη και του συνέστησε, φιλικά, να διαφωτίσει τον Παπαδόπουλο» (Λεωνίδας Παπάγος, «Σημειώσεις 1967-1977», Αθήνα 1999, σ.296).

Η Ντόλτσε Βίτα

Την εικόνα συμπληρώνουν, από διαφορετική οπτική γωνία, οι αναμνήσεις της Ντέλλας Ρουφογάλη, φωτομοντέλου που το 1973 παντρεύτηκε το διοικητή της ΚΥΠ: «Αρχίζω να ράβω την καινούρια μου γκαρνταρόμπα στους μετρ της ραπτικής για τους οποίους μέχρι τώρα έκανα επιδείξεις. Η ζωή μου έχει αλλάξει τελείως, το ίδιο και η συμπεριφορά όλων απέναντί μου. Μου φέρονται με έκδηλο σεβασμό και τα κοπλιμέντα τους είναι υπερβολικά. Αλλά μου αρέσει. Εγώ εξακολουθώ να φέρομαι φιλικά προς τους παλιούς γνωστούς και τους κανούριους, πλούσιους φιλοχουντικούς επιχειρηματίες που πληθαίνουν μέρα με τη μέρα μαζί με τα ραβασάκια για ρουσφέτια. Αισθάνομαι πως έχω υποχρέωση να εξυπηρετήσω τους πάντες. Ο Μιχάλης συνήθως δεν αρνείται. Γεύομαι τη δύναμη της εξουσίας, και με μαγεύει» (σ.85-6).

Στην ιδιαίτερη πατρίδα της, τη Βέροια, «έρχονται πολλοί να με δουν. Γνωστοί και άγνωστοι. Ο πατέρας μου μου δίνει πακέτο τα σημειωματάκια με τα ρουσφέτια που ζητούσαν οι γνωστοί του όλο αυτό τον καιρό και εγώ του υπόσχομαι ότι κάτι θα προσπαθήσω να κάνω». Μεταξύ των αιτημάτων που ικανοποίησε, γράφει, ήταν και η απονομή χάριτος (απ’ τον Παπαδόπουλο) σ’ ένα συντοπίτη της εξαγωγέα, πρώην «μεγάλο ποδοσφαιριστή της τοπικής ομάδας», που είχε καταδικαστεί «με αποδείξεις» για κατασκοπεία υπέρ της Βουλγαρίας (σ.89).

Τους αρραβώνες του ζεύγους τίμησαν «επιλεγμένοι εξωκυβερνητικοί παράγοντες», όπως οι επιχειρηματίες Λάτσης και Κιοσέογλου. «Την επόμενη βδομάδα καινούρια δώρα, καινούριες ανθοδέσμες, φρέσκα ψάρια απ’ όλα τα νησιά της Ελλάδας, κούτες με το καλύτερο χαβιάρι της Περσίας και παγωμένα καβούρια της Αλάσκας καταφθάνουν στο σπίτι. Δεν ξέρω τι να τα κάνω» (σ.88).

Στο γάμο τους, πάλι, παραβρέθηκαν «ο Παύλος Βαρδινογιάννης, ο εφοπλιστής Θεοδωρακόπουλος με το γιο του τον Τάκη, ο Κώστας Δρακόπουλος των διυλιστηρίων, ο Νίκος Ταβουλάρης των ναυπηγείων, το ζεύγος Μποδοσάκη, ο Αγγελος Κανελλόπουλος των τσιμέντων ‘Τιτάν’ με τη γυναίκα του, ο Τομ Πάππας, ο Γ. Λύρας, ο Γιώργος Ταβλάριος, εφοπλιστής από τη Νέα Υόρκη με τη γυναίκα του και ο Γιάννης Λάτσης με τη μεγάλη του κόρη, αφού η γυναίκα του την ίδια μέρα πάντρευε την ανηψιά της σε άλλη εκκλησία» (σ.95).

Εύγλωττη για τις στενές σχέσεις χουντικής ηγεσίας και μεγαλοκαπιταλιστών είναι η περιγραφή ενός ιδιωτικού ταξιδιού της Ντέλλας με τη Δέσποινα Παπαδοπούλου στο Παρίσι: «Μένουμε σε μεγάλες σουΐτες στο Intercontinental. Ερχονται να μας επισκεφθούν με το τραίνο από τη Γενεύη ο Γιάννης Λάτσης και η σύζυγός του Εριέτα. Είναι πολύ φίλοι της Δέσποινας. [...] Πηγαίνουμε σε όλα τα καλά μαγαζιά της Φομπούρ Σεντ Ονορέ. Η Δέσποινα έχει αφεθεί στο γούστο μου. [...] Λόγω της παρατεταμένης κακοκαιρίας, πηγαίνουμε οδικώς στις Βρυξέλλες με λιμουζίνα που μας έστειλε ο Ωνάσης» (σ.87).

Οι επαφές αυτές δεν ήταν αυστηρά κοινωνικές. Λίγο μετά το Πολυτεχνείο, π.χ., το ζεύγος Ρουφογάλη τρώει στο σπίτι του με το Λάτση. Αρχηγός της ΚΥΠ κι εφοπλιστής «συζητούν για τα διϋλιστήρια και τα προβλήματα που έχει». Μετά το τέλος της κουβέντας, ο δεύτερος προθυμοποιείται να συνοδεύσει τη γυναίκα του πρώτου στο Λονδίνο, για κάποιες ιατρικές εξετάσεις (σ.100).

Μια στιχομυθία του Ρουφογάλη φωτίζει, τέλος, καλύτερα την τυχοδιωκτική διαχείριση του δημόσιου πλούτου από τα ηγετικά στελέχη της χούντας:

«Ενα βράδυ ο Χρήστος Μίχαλος, τότε υπουργός, μισοαστειευόμενος, του λέει ότι τώρα που παντρεύτηκε θα πρέπει να κάνουν καμιά δουλειά να εξασφαλίσουν το μέλλον τους, γιατί ποτέ δεν ξέρεις τι γίνεται. Ο Μιχάλης, ατάραχος, του λέει να μην ανησυχεί. ‘Οσο είμαστε στα πράγματα δεν μας χρειάζονται λεφτά και, αν πέσουμε, τα λεφτά δεν θα μας σώσουν’. Ξεσπάει σε γέλια. Εγώ παγώνω, μαζί μου κι ο Μίχαλος» (σ.98).

Οι συμβάσεις

Το φιλέτο των σκανδάλων της «επταετίας» υπήρξαν ωστόσο οι μεγάλες «αναπτυξιακές» συμβάσεις της περιόδου.

* Η πρώτη υπογράφηκε με την αμερικανική πολυεθνική Litton (15.5.67), για «παροχήν υπηρεσιών οργανώσεως και διεκπεραιώσεως της οικονομικής αναπτύξεως ορισμένων περιοχών εις Κρήτην και Δυτικήν Πελοπόννησον» (ΦΕΚ 1972/Α/88). Είχε προταθεί το 1966 απ’ την κυβέρνηση των αποστατών (κυρίως τον Μητσοτάκη), αλλά η Βουλή δεν τόλμησε να την ψηφίσει. Η Litton θα εισέπραττε όλα τα έξοδα που έκανε «βοηθώντας» το δημόσιο (συν κέρδος 11%) και προμήθεια 2% επί των κεφαλαίων (ή των δανείων) που θα έφερνε, θεωρητικού ύψους 800.000.000 δολαρίων. Ως «προκαταβολή», το δημόσιο της κατέβαλε 1.200.000 δολάρια.

Στην πράξη, η εταιρεία αρκέστηκε να ξεκοκκαλίζει τα ποσοστά επί των ...εξόδων της: «Το κέρδος μας είναι φυσικά δυσανάλογα μεγάλο», παραδεχόταν (στις ΗΠΑ) ο υπεύθυνος του προγράμματος, «επειδή δεν έχουμε κάνει βασική επένδυση. Η επένδυση είναι το καλό μας όνομα». Τελικά η σύμβαση λύθηκε στις 15.10.69, με καταβολή από το κράτος των δαπανών της εταιρείας -συν 11%- ακόμη και κατά την ...«περίοδο τερματισμού» (ΦΕΚ 1969/Α/268). Επίσημη δικαιολογία: «αι ελληνικαί υπηρεσίαι είναι εις θέσιν να συνεχίσουν άνευ ειδικής εξωτερικής βοηθείας τας προσπαθείας δια την ανάπτυξιν» (Βήμα, 16.10.69).

* Απίστευτα επαχθής ήταν και η σύμβαση για την κατασκευή της Εγνατίας, που ο Μακαρέζος υπέγραψε με τον αμερικανό εργολάβο Ρόμπερτ Μακντόναλντ (ΦΕΚ 1969/Α/15). Το δημόσιο έβαζε 45 απ’ τα 150 εκατομμύρια δολάρια του έργου, «διευκόλυνε» τον «επενδυτή» με ομόλογα 80.000.000 κι εγγυόταν για τα δάνειά του. Το έργο θα γινόταν από έλληνες υπεργολάβους, ενώ ο «ανάδοχος» θα φρόντιζε απλώς για μελέτες και δάνεια, εισπράττοντας αμοιβή 14% επί των εξόδων (συμπεριλαμβανόμενης της δημόσιας χρηματοδότησης!) – τα 4.500.000 δολάρια «εν είδει προκαταβολής». «Εάν κατά την διάρκειαν της μελέτης ήθελεν διαπιστωθή» από τον ίδιο πως 150 εκατομμύρια δεν αρκούν, μπορούσε είτε να ψάξει γι’ άλλα είτε απλά να «θεωρηθή εκτελέσας την σύμβασιν άμα τη συμπληρώσει της κατασκευής τμήματος της οδού, ούτινος η αξία ανέρχεται εις δολλ. ΗΠΑ 150.000.000» (άρθρο 1§4). Τελικά, δε βρήκε ούτε τα προβλεπόμενα κι έφυγε, αφού το δημόσιο επιβαρύνθημε με 1 ½ δις δρχ.

* Ο ελληνοαμερικανός Τομ Πάππας ήταν ήδη παρών με το διϋλιστήριο της ESSO στη Θεσσαλονίκη, επένδυση του 1962 που είχε καταγγελθεί ως σκανδαλωδώς προνομιακή. Το Μάιο του 1972, η χούντα τον απάλλαξε από τις αντισταθμιστικές υποχρεώσεις που είχε αναλάβει, για ανέγερση έξι αγροτοβιομηχανικών μονάδων σε διάφορα σημεία της χώρας (ΦΕΚ 1972/Α/72). Του έδωσε και άδεια για τα εργοστάσια της Coca Cola, που οι κοινοβουλευτικές κυβερνήσεις δεν ενέκριναν, ως ανταγωνιστικά προς τη ντόπια παραγωγή αναψυκτικών (ΦΕΚ 1968/Α/201).

Θερμός υποστηρικτής της χούντας, ο Πάππας πρωταγωνίστησε ως γνωστόν στο «ελληνικό Γουτεργκέιτ», ανακυκλώνοντας κονδύλια της CIA για το χρηματισμό του Νίξον απ’ τους δικτάτορες. Ενας προσωπάρχης του με σκανδαλώδες παρελθόν, ο Παύλος Τοτόμης, διορίστηκε το 1967 υπουργός Δημόσιας Τάξης και κατόπιν πρόεδρος της ΕΤΒΑ.

* Μητέρα όλων των μαχών υπήρξε ωστόσο το ντέρμπι των μεγιστάνων (Ωνάσης, Νιάρχος, Βαρδινογιάννης, Ανδρεάδης, Λάτσης κ.ά) για το 3ο διϋλιστήριο της χώρας. Ο Παπαδόπουλος τάχθηκε αποφασιστικά υπέρ του Ωνάση, σε βίλα του οποίου (στο Λαγονήσι) έμενε αντί συμβολικού ενοικίου, ενώ ο Μακαρέζος υπέρ του Νιάρχου. Η σύγκρουση έφτασε στα άκρα, με απόπειρες πραξικοπημάτων κι έκτακτους ανασχηματισμούς. Τελικά ο Ωνάσης τα παράτησε, ακυρώνοντας τη «μεγαλειώδη» σύμβαση που είχε υπογράψει και παίρνοντας πίσω την εγγύησή του, το 3ο διϋλιστήριο μοιράστηκε μεταξύ Ανδρεάδη και Λάτση (ΦΕΚ 1972/Α/130) κι ένα 4ο παραχωρήθηκε στο Βαρδινογιάννη (ΦΕΚ 1972/Α/181).

Μια λεπτομέρεια αυτής της τιτανομαχίας, από την εμπιστευτική ενημέρωση Χατζηγιάννη προς τον Παπάγο (25.11.70), παρουσιάζει ιδιαίτερο ενδιαφέρον με βάση τα σημερινά δεδομένα:

«Σε άλλο υπουργικό συμβούλιο, παραβρισκόταν ο Καρδαμάκης, ο οποίος εισηγήθηκε την αγορά μηχανημάτων από τη Siemens και την AEG χωρίς διαγωνισμό, για να μπορέσει να ανταποκριθεί η ΔΕΗ στο πρόγραμμά της, που καθυστερούσε λόγω των δυσκολιών εκτέλεσης των συμφωνιών Ωνάση. Ο Παπαδόπουλος έλυσε μόνος του το θέμα, αποδεχόμενος την αγορά από τη μια εταιρεία».
 


Το «Τάμα του Εθνους»

Υπήρξε ίσως το χαρακτηριστικότερο σκάνδαλο της χούντας: ο τέλειος συνδυασμός της επαγγελίας μιας «Ελλάδος Ελλήνων Χριστιανών» με τη μεγαλομανία του δικτάτορα και το ξάφρισμα υπέρογκων δημόσιων κονδυλίων.

Στις 14 Δεκεμβρίου 1968 ο Παπαδόπουλος εξήγγειλε την ανέγερση ενός μνημειώδους ναού του Σωτήρος στα Τουρκοβούνια –ως εκπλήρωση, υποτίθεται, της σχετικής υπόσχεσης της Δ΄ Εθνοσυνέλευσης του 1829 προς το Θεό σε περίπτωση απελευθέρωσης της Ελλάδας. Σύμφωνα άλλωστε με τη χουντική προπαγάνδα, η «επανάστασις» της 21ης Απριλίου 1967 δεν ήταν παρά η άμεση συνέχεια -και ολοκλήρωση- του 1821.

Το έργο εγκρίθηκε στις 5.1.69 σε κοινή συνεδρίαση υπουργικού συμβουλίου και αρχιεπισκόπου. Για την επίβλεψή του συστήθηκε το Μάιο μια «Ανώτατη Επιτροπή» με πρόεδρο τον ίδιο τον πρωθυπουργό Γ. Παπαδόπουλο και μέλη τον αρχιεπίσκοπο Ιερώνυμο, τους υπουργούς Εσωτερικών Στ. Πατττακό, Συντονισμού Ν. Μακαρέζο, Παιδείας Θ. Παπακωνσταντίνου, Δημ. Εργων Κ. Παπαδημητρίου και τον υφυπουργό Προεδρίας Κ. Βοβολίνη. Ενα δεύτερο σώμα, το «Γνωμοδοτικό Συμβούλιο», αποτελούνταν από τον πρόεδρο της Ακαδημίας, τους πρυτάνεις του Πανεπιστημίου και του ΕΜΠ, το δήμαρχο Αθηναίων, το Γενικό Διευθυντή Αρχαιοτήτων και τον κοσμήτορα της Αρχιτεκτονικής. Στο εγχείρημα μετείχε, με άλλα λόγια, σύμπασα η ανώτατη πολιτική και πνευματική ηγεσία του καθεστώτος.

Για το είδος της προπαγάνδας που συνόδευσε την εξαγγελία, αποκαλυπτικό είναι ένα απόσπασμα από την «Ηχώ των Ενόπλων Δυνάμεων» (3.6.73): «Ο Ναός του Σωτήρος Χριστού, αφ’ ενός μεν υλοποιεί την υπόσχεσιν που έδωσε το Εθνος προς τον Θεό, και αφ’ ετέρου θ’ αποτελέση, μετά την οικοδόμησίν του, το τρίτο αρχιτεκτονικό οικοδόμημα των Αθηνών, μετά τον κλασικό Παρθενώνα και τον Βυζαντινό Λυκαβηττό».

Η επιστημονική κοινότητα των 1.857 ελλήνων αρχιτεκτόνων δεν φάνηκε πάντως να δείχνει τον ίδιο ενθουσιασμό. Τρεις διαδοχικοί διαγωνισμοί «προσχεδίων» και «ιδεών» μεταξύ 1970 και 1973 κατέληξαν σε φιάσκο: παρά τα τεράστια «βραβεία» που τους συνόδευαν (από 300.000 μέχρι 5.000.000 δραχμές, όταν ο μέσος μισθός του ιδιωτικού τομέα ήταν γύρω στις 4.000 δραχμές), οι προτάσεις που υποβλήθηκαν ήταν αντίστοχια 7, 35 και 31. Τελικά και οι τρεις διαγωνισμοί κηρύχθηκαν άγονοι - μάλλον δίκαια, αν κρίνουμε από τις μακέτες που δημοσιεύθηκαν μεταδικτατορικά στο «Αντί» (30.11.74). Ακόμη κι έτσι, 3.650.000 δρχ διανεμήθηκαν σε ελάσσονες «επαίνους».

Απείρως μεγαλύτερη τέχνη επιδείχθηκε στη διασπάθιση των χρημάτων.

Τον Ιούνιο του 1969 ανακοινώθηκε η σύσταση «Ειδικού Ταμείου» για την οικονομική διαχείριση του «τάματος». Σύμφωνα με τον τελικό απολογισμό του που δημοσιεύθηκε μετά την ανατροπή του Παπαδόπουλου («Εστία» 19.1.1974), το «Ταμείο» εισέπραξε συνολικά 453.300.000 δρχ: 45,5 εκατομμύρια ως επιχορήγηση απ’ τον τακτικό προϋπολογισμό, 180 εκατομμύρια από «δωρεές, εισφορές, κλπ» και 230 εκατομμύρια σε δάνεια. Ενα μέρος των «εισφορών» ήταν επίσης δημόσιο χρήμα (η Αγροτική Τράπεζα «πρόσφερε» π.χ. 10 εκατομμύρια), ενώ το υπόλοιπο προήλθε από το υστέρημα του φιλοχρίστου και φιλοθεάμονος κοινού – όπως ο συνταξιούχος δημόσιος υπάλληλος που θυσίασε στο «Τάμα» ολόκληρο το εφάπαξ του (109.455 δρχ), εισπράττοντας «τα συγχαρητήρια του πρωθυπουργού δια του υπουργού Προεδρίας» («Νέα» 31.12.68).

Σύμφωνα ωστόσο με τον ίδιο απολογισμό, το 90% των εσόδων είχε ήδη καταναλωθεί σε απαλλοτριώσεις, «δαπάνες μελετών», προπαρασκευαστικά έργα και «δαπάνες διοικήσεως και λειτουργίας»!

«Φαίνεται ότι ο Ναός του Σωτήρος, που πρόκειται να ανεγερθή πάνω στα Τουρκοβούνια, θα είναι απ’ τους πιο θαυματουργούς στη χώρα μας», σχολίαζαν τις επόμενες μέρες τα «Νέα» (26.1.74). «Γιατί, πριν ακόμα κτισθή, πριν καν γίνουν τα σχέδια για την κατασκευή του, δαπανήθηκαν -λες από θαύμα- τα 406 εκατομμύρια δραχμές από τα 453 εκατομμύρια που είχαν τελικά συγκεντρωθεί. Πάντως κι οι πιο ολιγόπιστοι θαύμασαν το γεγονός ότι με εντελώς κανονικό τρόπο αναλώθηκε ολόκληρο το τεράστιο αυτό ποσόν για ένα έργο του οποίου ακόμα δεν κατάφεραν οι υπεύθυνοι να έχουν ούτε το σχέδιο. [...] Αφού λεφτά δεν υπάρχουν πιά, αφού ούτε καν τα σχέδια του ναού δεν έχουν γίνει ακόμη, η υπόθεση αυτή θα πρέπει να λήξη εδώ και όλοι θα φροντίσουμε να ξεχασθή».

 

ΔΙΑΒΑΣΤΕ

Jean Meynaud
«Οι πολιτικές δυνάμεις στην Ελλάδα»
(Αθήνα 2002, εκδ. Σαββάλας)
Η σφαιρικότερη ανάλυση της ελληνικής πολιτικής και κοινωνικής ζωής κατά τη δεκαετία του ’60. Ο 2ος τόμος είναι αφιερωμένος στα Ιουλιανά και τη δικτατορία.

Σταύρος Ζορμπαλάς
«Ο νεοφασισμός στην Ελλάδα (1967-1974)»
(Αθήνα 1978, εκδ. Σύγχρονη Εποχή)
Ανάλυση του δικτατορικού καθεστώτος, με έμφαση στη διαπλοκή του με το μεγάλο κεφάλαιο και τον ξένο παράγοντα. Ενδιαφέρουσα πρωτογενής τεκμηρίωση.

Δ. Μπενάς
«Η εισβολή του ξένου κεφαλαίου στην Ελλάδα»
(Αθήνα 1976, εκδ. Παπαζήση)
Εκτενής παρουσίαση των αμαρτωλών συμβάσεων της χούντας κι ακτινογραφία της διαπλοκής ντόπιου και ξένου κεφαλαίου κατά τη δεκαετία του ’70.

Γιώργης Κρεμμυδάς
«Οι άνθρωποι της χούντας μετά τη Δικτατορία»
(Αθήνα 1985, εκδ. Εξάντας)
Δημοσιογραφική καταγραφή προσώπων και πραγμάτων, αποτυπώνει τις πολλαπλές ταχύτητες (και, συχνά, την πλήρη απουσία) «κάθαρσης» των συνεργατών της δικτατορίας.

Ευάγγελος Κουλουμπής
«…71 …74: Σημειώσεις ενός πανεπιστημιακού»
(Αθήνα 2002, εκδ. Πατάκη)
Ημερολογιακή καταγραφή συνομιλιών και συναντήσεων του -εξ Αμερικής ορμώμενου- συγγραφέα με στελέχη, οπαδούς και αντιπάλους του καθεστώτος κατά την τελευταία τριετία του.

Ντέλλα Ρουφογάλη-Ρούνικ
«Να γιατί…»
(Αθήνα 2002, εκδ. Φερενίκη)
Γλαφυρή αυτοβιογραφία της πάλαι ποτέ συζύγου του χουντικού αρχηγού της ΚΥΠ. Αποκαλυπτική για τον τρόπο ζωής του ηγετικού πυρήνα της χούντας, αλλά και για τη στενή διαπλοκή του με μικρούς και (κυρίως) μεγάλους καπιταλιστές.

Τα url του θείου Ισιδώρα