Αναγνώστες

Κυριακή 29 Νοεμβρίου 2009

Το lifestyle του θανάτου

Έντυπη Έκδοση


Επτά, Κυριακή 29 Νοεμβρίου 2009

Το lifestyle του θανάτου

Του ΕΥΓΕΝΙΟΥ ΑΡΑΝΙΤΣΗ Κλείνοντας το ζήτημα του «ψύχους» ως μεταφορά της νέκρωσης που κυριεύει τον μεταμοντέρνο κόσμο καθώς ο τελευταίος υποβιβάζεται σε άψυχο αντικείμενο, δεν θα αντιπαρέλθω το κατ' εξοχήν συμβολικό επεισόδιο σ' αυτό το σκηνικό της νεκροφάνειας και των υπερσυσσωρευμένων αρχείων, που δεν είναι παρά η κυριολεκτική αποθήκευση (ή αρχειοθέτηση) των νεκρών στο ψυγείο εν αναμονή μιας μέλλουσας επανόδου στη βιολογική ζωή - εν ολίγοις, η γνωστή σας κρυονική.

«Βασικός σκοπός κάθε παίχτη», προειδοποιούσαν κάποτε (και εξακολουθούν) οι οδηγίες ενός ορισμένου είδους βιντεοπαιγνιδιών, «είναι να γίνει αθάνατος», και η μακάβρια μόδα της κρυονικής «επιστήμης» εξασφάλισε ήδη πιστοποιητικό νομιμότητας μεταλαμπαδεύοντας τη δημοφιλή πεποίθηση ότι η θεραπεία όλων των ασθενειών θα είναι ένα πρωί εφικτή. Χρηματοδοτούμενη από άτομα που φαντάζονται πως δικαιούνται μια ευκαιρία να νικήσουν το θάνατο μέσω των αναβολών τις οποίες εγγυάται η τεχνολογία των απολιθωμάτων, και ενθαρρυμένη από τη σχεδόν ψυχωτική επιθυμία του υποκειμένου να γίνει απολίθωμα ο ίδιος, η εκστρατεία αυτή καταγράφεται σαν το έσχατο, μεγαλοπρεπές, κεφάλαιο στην Ιστορία της εικονικής αθανασίας, κυρίαρχης έμμονης ιδέας του σύγχρονου κόσμου.



Το ξεκίνημα έγινε προ τριών δεκαετιών με μια επιστημονική παρωδία αιγυπτιακών ταριχεύσεων. Αναλόγως του συμβολαίου που αναλάμβανε να εκτελέσει η εταιρεία Trans Time, η πρώτη επίσημα αναγνωρισμένη από την αμερικανική κυβέρνηση, το σώμα του νεκρού ή μόνον ο εγκέφαλος, προετοιμαζόταν για να ψυχθεί σε ειδικούς κώδωνες αφού προηγουμένως εμβολιαζόταν με χημικές ουσίες των οποίων η σύσταση αποτελούσε τότε βιομηχανικό μυστικό· εν συνεχεία, ό,τι απέμενε από το σώμα του μακαρίτη (γιατί είναι δύσκολο να μιλήσουμε και για την υπόληψή του), συνδεόταν με ποικίλες συσκευές οι οποίες συντηρούσαν μια στάθμη υπολειτουργίας τού εντός εισαγωγικών οργανισμού, προκειμένου να ανασταλεί η διαδικασία της σήψης, ενώ το αίμα, για τον ίδιο σκοπό, αντικαθίστατο από ένα χημικό μίγμα, όχι λιγότερο μυστηριώδες.



Σαν να λέμε, αναπτυσσόταν εδώ, όπως στον κύκλο του ιερατείου επί Τουταγχαμώνα, ένας ολόκληρος αποκρυφισμός της άλμευσης. Αυτό εναρμονιζόταν απολύτως με το πελώριο έλλειμμα πένθους που βάραινε τη δυτική κοινωνία, εξαιτίας του οποίου, άλλωστε, η τελευταία καλλιεργούσε ένα πανόραμα λαϊκής λατρείας πνευμάτων, στοιχειών, βρικολάκων και όλων εκείνων των οντοτήτων του φαντασιακού που εγείρονται απ' τον τάφο όταν οι ζωντανοί αδυνατούν να αποχωριστούν τους πεθαμένους. Αν αληθεύει ότι ο πολιτισμός μας οδηγήθηκε προ πολλού (μετά την αποκοπή του από το μεταφυσικό κέντρο της χριστιανικής θεότητας και της κουλτούρας που αυτό προϋπέθετε) στην ενατένιση ενός θανάτου δίχως ενεργό, ζωτική, θεραπευτική θλίψη και πραγματικούς νεκρούς, αληθεύει εξίσου, αυτονοήτως, ότι κατέληξε να υιοθετήσει μια ψευδαισθησιακή εκδοχή της λύτρωσης απ' τον θάνατο μέσω της συγχώνευσης θανάτου και ζωής. Ηταν περίπου σαν το τεράστιο κύμα επίσπευσης των γεγονότων, αυτή η τρέλα της επιτάχυνσης που μαστίζει το μεταμοντέρνο σύμπαν, να έφερε και τον θάνατο εγγύτερα στο παρόν, εν είδει «παρήγορης» ή «συμφέρουσας» προεξόφλησης ας πούμε, εγκαθιστώντας τον σε μια παράλληλη θέση της «βιωμένης» ύπαρξης, δηλαδή, με τρέχοντες όρους, του συνόλου των βιολογικών λειτουργιών.



Εκτοτε, η αθανασία αφορά αποκλειστικά το σώμα, ως φαντασιακό πεδίο τεχνικών δοκιμών, με πρώτη την ψύξη: όπως είχε παρατηρήσει ο Μπάροουζ ήδη από την δεκαετία του '60, «Ολα τα σχέδια για την επίτευξη της αθανασίας είναι, κατ' ουσίαν, βαμπιρικά». Από την κατηγορηματική άρνηση να αντικρίσει κανείς εκείνο που πεθαίνει γεννιέται η ιδέα του νεκροζώντανου κι έτσι, εφόσον η δυνατότητα του ανθρώπου να αποχαιρετά τη ζωή συμφιλιωμένος με τον κύκλο του πεπρωμένου έχει παντελώς εξασθενήσει, συμπαρασύροντας το ίδιο το πεπρωμένο στην ασφυξία των αυτοματισμών, το υποκείμενο καθησυχάζεται στην προοπτική ενός τύπου αθανασίας της μούμιας.



Ο νεκρός του οποίου, λοιπόν, η συμβολική παρουσία στην κοινότητα κρίνεται απειλητική στο μέτρο που παραπέμπει σ' έναν θάνατο χωρίς επέκεινα, απωθείται και επανεισάγεται σαν στοιχειωμένη ή κατεψυγμένη φιγούρα η οποία συμψηφίζεται με την αντίληψη του ζώντος ως ρομποτικού εξαρτήματος ή, αλλιώς, έρμαιου προσταγών και καθηκόντων. Τρόπον τινά, οι life-after-life-stories του κινηματογραφικού και τηλεοπτικού θεάματος, και οι φάσεις ρύθμισης της καλωδιωμένης κοινωνικότητας, είναι ένα και το αυτό: από το άτομο, απ' την ανθρώπινη μονάδα, περιμένεις να είναι ένας αριθμημένος υπνοβάτης μεταξύ εκατομμυρίων άλλων.



Παράγωγο αυτής της λυκανθρωπίας είναι η προθυμία της ιατρικής να αντιμετωπίσει τον θάνατο σαν ασθένεια επιδεχόμενη θεραπεία, κάτι που ολοκληρώνεται, επίσημα, με την παραχώρηση των γηρατειών στη δικαιοδοσία της πλαστικής χειρουργικής, αλλά και στην απαλλοτρίωση της εγκυμοσύνης, όπως διαφαίνεται στην αμιγώς βιομηχανική διεκπεραίωση-παραγωγή εκτρώσεων, της οποίας το ύφος συνοψίζεται παραδοξολογικά στην παροιμιώδη απόφανση του Ζακ Τεστάρ ότι «η ζωή είναι ένα θανάσιμο νόσημα μεταδιδόμενο με τη σεξουαλική επαφή». Αναλόγως πάσχει ό,τι συναρτάται με την παιδική ηλικία, που την εκλαμβάνουν, όλο και πιο ξεδιάντροπα, σαν ένα στάδιο χρονοτριβής, ασφαλώς επιζήμιας από επιχειρησιακή άποψη, και επομένως σαν κάτι που μπορεί να συντμηθεί με εφαρμογή πειραματικών εκπαιδευτικών μεθόδων και χορήγηση φαρμάκων βελτιωτικών του Ι.Q. - η ενηλικίωση γίνεται αποδεκτή ως απόψυξη ατόμων (των παιδιών) που ήταν ήδη, εξαρχής, «ενήλικα».



Στο μεταξύ, οι εταιρείες κρυονικής πολλαπλασιάζονται και ευδοκιμούν σαν παρακλάδι του Χόλιγουντ (ή σαν δημοκρατική έκδοση των θανάσιμων μυστηρίων του Κρεμλίνου, όπου ο θάνατος των ηγετών ανακοινωνόταν με καθυστέρηση μηνών, όταν αυτοί είχαν κιόλας ταριχευτεί· σωστά ο Τσόρτσιλ σκιαγράφησε το θερινό ανάκτορο του Στάλιν, στην Κριμαία, με τη φράση «η Ριβιέρα του Κάτω Κόσμου»). Τώρα, η ζωή του μεγιστάνα που υπογράφει συμβόλαιο με την Trans Time νοείται σαν μια βιντεοταινία που θα ξαναπαιχτεί: ο θάνατος είναι απλώς ένα στοπ καρέ, το πάγωμα των ωρών μέχρις ότου επαναληφθεί η προβολή. (Ενδεχομένως δεν είναι τυχαίο ότι ένας απ' τους πρώτους «πελάτες» ήταν ο Γουόλτ Ντίσνεϊ.) Ο νεκρός που ψύχεται και ο κοινός πλέον κινηματογραφικός ήρωας που εισβάλλει στον άχρονο κυβερνοχώρο του βιντεοπαιγνιδιού, ώστε να ζήσει επ' άπειρον με τις προδιαγραφές μιας ψηφιακής οπτασίας ή ενός αντίγραφου Matrix ή μέσω των CD-Rom του ανατομικο-εικαστικού hyperbody α λα Αλεξάντερ Τσιάρας, συναιρούνται. «Σ' ένα multimedia τραπέζι, η μικροχειρουργική συνάντησε την τέχνη με αποτέλεσμα τη δημιουργία του απόλυτου ολογράμματος του σώματος, την ψηφιακή αθανασία».



Δεν σου επιτρέπουν πλέον ούτε καν να πεθάνεις. Εξάλλου, το έχεις ήδη κάνει παγώνοντας γύρω σου οτιδήποτε ζούσε με τη μορφή της ευφυΐας και της αγάπης.
πηγη
http://www.enet.gr/?i=arthra-sthles.el.home&id=106362

Δεν υπάρχουν σχόλια: