Αναγνώστες

Παρασκευή 23 Δεκεμβρίου 2011

Tariq Ali-Για τις αντιφάσεις του Μάο/αναδημοσιευση απο το Lenin Reloaded

Tariq Ali-Για τις αντιφάσεις του Μάο

Tariq Ali
Για τις αντιφάσεις του Μάο

Η ανάδυση της Κίνας ως κινητήρα της παγκόσμιας οικονομίας έχει μετατοπίσει το κέντρο της παγκόσμιας αγοράς προς ανατολάς. Οι ρυθμοί ανάπτυξης της ΛΔΚ είναι τα αντικείμενα φθόνου των ελίτ παντού, τα εμπορεύματά της κυκλοφορούν ακόμα και στις μικρότερες λαϊκές των Άνδεων, οι αρχηγοί της φλερτάρονται από κυβερνήσεις ισχυρές και αδύνατες. Αυτές οι εξελίξεις έχουν πυροδοτήσει ατελείωτες συζητήσεις σχετικά με τη χώρα και το μέλλον της. Τα καθεστωτικά ΜΜΕ απασχολούνται ουσιαστικά με το αν το Πεκίνο εξυπηρετεί τις οικονομικές ανάγκες της Ουάσινγκτον, ενώ τα μέλη "δεξαμενών σκέψης" ανησυχούν για το αν η Κίνα θα αποτελέσει αργά ή γρήγορα μια συστηματική πρόκληση για την πολιτική σοφία της Δύσης. Εν τω μεταξύ, οι ακαδημαϊκές συζητήσεις επικεντρώνονται συνήθως στην ακριβή φύση και τους μηχανισμούς του σύγχρονου καπιταλισμού στην Κίνα. Αυτοί που δείχνουν αισιοδοξία του νου διατείνονται ότι η ουσία του [καπιταλισμού] καθορίζεται από την συνεχιζόμενη εξουσία του ΚΚΚ, βλέποντας την στροφή της Κίνας προς τις αγορές ως μορφή της ΝΕΠ των Μπολσεβίκων. Σε στιγμές μεγαλύτερου ντελίριου, επιχειρηματολογούν ότι οι αρχηγοί της Κίνας θα χρησιμοποιήσουν τη νέα τους οικονομική ισχύ για να χτίσουν έναν σοσιαλισμό καθαρότερο από ότι ποτέ στο παρελθόν, μια και αυτός θα βασίζεται στην σωστή ανάπτυξη των παραγωγικών δυνάμεων και όχι στις τενεκεδένιες κομμούνες του παρελθόντος. Άλλοι, αντίθετα, θεωρούν ότι ένα ακριβέστερο όνομα για το κόμμα εξουσίας δεν θα χρειαζόταν καν αλλαγή των αρχικών του: Το "Κ" του "Κομμουνιστικό" αντικαθίσταται εύκολα από αυτό του "Καπιταλιστικό". Μια τρίτη άποψη επιμένει ότι το κινεζικό μέλλον δεν είναι εύκολα προβλέψιμο, και ότι είναι πολύ γρήγορα για να μπορέσει να προβλεφθεί με οποιαδήποτε βεβαιότητα.

Εν τω μεταξύ, μαίνονται επίσης οι διαμάχες για το επαναστατικό παρελθόν της χώρας. Η Κίνα δεν εξαιρείται από την ευρύτερη τάση που συνόδευσε την παγκόσμια νίκη του αμερικανικού συστήματος, και κατά την οποία ξαναγράφηκαν τα ιστορικά κείμενα, ξανα-ιδώθηκαν θετικά η μοναρχία και η θρησκεία, και πετάχτηκε στα σκουπίδια κάθε ιδέα ριζοσπαστικής αλλαγής. Ο Μάο Τσε Τουγκ υπήρξε κεντρικής σημασίας μορφή σ' αυτή τη διαδικασία. Στην ίδια την ΛΔΚ έχουν εμφανιστεί "κίτρινα" απομνημονεύματα της σχολής των σκανδαλοθηρικών φυλλάδων, γραμμένα από τον γιατρό, τις γραμματείς, κλπ, του Μάο. Όλα τους ακολουθούν την κινεζική παράδοση ιστοριών για αγρίους ['wild history'], δηλαδή κουτσομπολιού. Στην Δύση, ο Jung Chang και ο Jon Halliday ο πρώτος πρώην μέλος της Ερυθρής Φρουράς του οποίου οι κομμουνιστές γονείς υπέφεραν κατά την διάρκεια της ΠΕ, ο δεύτερος πρώην υπερασπιστής της Σκέψης του Kim Il Sung μπήκαν στον χορό πριν πέντε χρόνια με το βιβλίο τους Μάο: Η άγνωστη ιστορία. Το βιβλίο επικεντρώθηκε στις προφανείς ατέλειες του Μάο (πολιτικής και σεξουαλικής φύσης), υπερβάλλοντας για αυτές σε φανταστικό βαθμό και προτείνοντας ηθικά κριτήρια για τους πολιτικούς αρχηγούς που δεν θα προτεινόταν ποτέ για τον Ρούζβελτ ή τον Κένεντι. Αποτέλεσμα έρευνας δέκα ετών που χρηματοδοτήθηκε από την Αγγλο-αμερικανική επιχείρηση Bertelsmann, η πολεμική και χαλκευμένη κατά τόπους αυτή ιστορία παρουσιάστηκε ως απαράμιλλη ερευνητική εργασία από μεγάλες εταιρίες στον εκδοτικό χώρο και στον χώρο των ΜΜΕ. Ο Guardian "έσπρωξε" το βιβλίο ως "το βιβλίο που ταρακούνησε τον κόσμο." Η αναπαράσταση του Μεγάλου Τιμονιέρη ως τέρατος χειρότερου από τον Χίτλερ, τον Στάλιν ή οποιονδήποτε άλλο είχε ως στόχο να τελειώνουν με τον Μάο μια και καλή.

Αλλά οι ακαδημαϊκοί υπήρξαν γενικά απορριπτικοί για το σενάριο σαπουνόπερας των Chang και Halliday. Κάποια από τα περιεχόμενά του είχαν ήδη αναφερθεί τουλάχιστον δύο δεκαετίες πριν, και πολλές από τις "άγνωστες" αποκαλύψεις δεν είχαν ούτε πηγές ούτε αποδείξεις, όταν δεν βασιζόταν εξ ολοκλήρου σε κουτσομπολιά. Σημαντικό μέρος του υλικού είχε ξεσηκωθεί από τα αρχεία των αντιπάλων του Μάο στην Ταϊβάν και τη Μόσχα, και ήταν συνεπώς δύσκολο να ληφθεί σοβαρά υπόψη. Παρόμοια ίσχυσαν για τη χρήση συνεντεύξεων με διασημότητες που είχαν μάλλον περιορισμένες γνώσεις για τον Μάο, για να μην μιλήσουμε για την Κίνα--ο Λεχ Βαλέσα ήταν ένας από τους πολλούς. Το σκανδαλοθηρικό και απαξιωτικό ύφος θύμιζε παραδόξως τη γλώσσα που χρησιμοποιούσε ο ίδιος ο Μάο ενάντια στους αντιπάλους του κατά τη διάρκεια της ΠΕ. Ακολούθησαν κι άλλες συνεισφορές στην εργογραφία δαιμονοποίησης, περιλαμβανομένου του Ο μεγάλος λιμός του Μάο (2010) του Frank Dikötter. Το καλύτερο αντίδοτο ως σήμερα είναι μια συλλογή άρθρων που επιμελήθηκαν ο Gregor Benton και η Lin Chun, Ήταν ο Μάο πράγματι τέρας; (2010), το οποίο συλλέγει ισορροπημένες αποκρίσεις από διακεκριμένους επιστήμονες στις ΗΠΑ, το ΗΒ και την Κίνα.

Τι γίνεται με τον ίδιο τον Μάο; Τα πορτραίτα του πωλούνται, και είναι λαοφιλή στην Κίνα και όχι απλώς για τους τουρίστες, κι οι ιδέες του για τον παρατεταμένο πόλεμο χρησιμοποιούνται συχνά για το "αντάρτικο μάρκετιγκ". Η μοίρα του, όπως και αυτή του Τσε, μοιάζει πλέον να είναι αυτή του πολύτιμου εμπορεύματος — το μόνο που λείπει είναι το κινέζικο αντίστοιχο των Ημερολογίων μοτοσυκλέτας. (Ίσως, χωρίς να το γνωρίζουμε, ο Ζαγκ Γιμού να ετοιμάζει το Ο σκεπτικός κολυμβητής). Η σημαντική νέα βιογραφία της Rebecca Karl προσπαθεί να εντάξει τον Μάο στην ιστορία του καιρού του, με στόχο να αποκαταστήσει ένα βαθμό λογικής στη συζήτηση της ζωής και του ρόλου του, με όλες του τις ατέλειες, ως πατέρα της σύγχρονης Κίνας· και την ίδια στιγμή, να σώσει την ιστορία της Κινεζικής Επανάστασης από τους αντιπάλους της στην Δύση και στην ίδια την Κίνα. Το μοντέλο της Karl είναι η συμπτυγμένη διανοητική βιογραφία του Λένιν ως θεωρητικού και πρακτικού [του κομμουνισμού] που συνέταξε το 1924 ο Γκιόργκ Λουκάτς. Η ερευνητικά άρτια και ευανάγνωστη βιογραφία της Karl δεν απεμπολεί την κριτική, αλλά επιμένει ότι η άνοδος του μαοϊσμού και της "Σκέψης του Μάο Τσε Τουγκ" δεν μπορούν να γίνουν κατανοητές χωρίς να λάβουμε υπόψη τον κόσμο του 20ου αιώνα στον οποίο αναδύθηκαν, και χωρίς να λογαριάσουμε τον ρόλο που έπαιξαν οι ιμπεριαλισμοί που κυριάρχησαν στην μοίρα της Κίνας κατά το πρώτο μισό του αιώνα αυτού. Το να παρουσιάζεται ο Μάο ως ένα άριζο τέρας ή ένα ανήθικο βλαχαδερό αποτελεί γκροτέσκα παραμόρφωση της κινεζικής ιστορίας. Η Karl χαρτογραφεί τον θρίαμβο του Μαοϊσμού και συζητά τις συνέπειές του με σιδηρά καθαρότητα, βασισμένη σε εξονυχιστική έρευνα και στο πείσμα των πραγματικών γεγονότων. Καμία νέα γραφή της ιστορίας δεν θα τα κάνει να εξαφανιστούν.

Ο Μάο Τσε Τουγκ γεννήθηκε από έναν ευκατάστατο αγρότη στην επαρχία Χουνάν, που έγινε μετά ο χώρος της διάσημής του έρευνας για το τοπικό κίνημα των αγροτών. Ο Μάο και τα δύο μικρότερα αδέρφια του δοκίμασαν την ζωή των χωριατών καθώς κουβαλούσαν κοπριά για να τα ριζοχώραφα του πατέρα τους. Ο πατέρας ήταν ένας ημι-αγράμματος άξεστος, τον οποίο ο Μάο ούτε συμπαθούσε ούτε σεβόταν, ακόμα και από μικρή ηλικία. Η μητέρα του, που είχε πολύ διαφορετικό χαρακτήρα, ήταν μια γυναίκα με προσωπικότητα, η οποία εμφύσησε και στους τρεις γιούς της την ιδέα της βελτίωσης του κόσμου μέσα από τη δράση. Μόνο ο Μάο στάλθηκε στο σχολείο, όπου και εγκόλπωσε τα κομφουκιανικά κλασικά έργα με την αποστήθιση, μέθοδο εκπαίδευσης που ήταν κοινή σε πολλά μέρη της Ασίας τότε και εξακολουθεί να είναι και σήμερα. Αλλά μόνο όταν μετακόμισε στην επαρχιακή πρωτεύουσα, την Τσάγκσα, στα μέσα του 1911, άρχισε να αλλάζει η εικόνα του για τον κόσμο.

Η επανάσταση του Οκτώβρη του 1911 ανέτρεψε την δυναστεία των Μαντσού, και ο Σουν Γιαντσέν ανακήρυξε την Κίνα δημοκρατία. Αλλά η χώρα παρέμενε κατακερματισμένη. Έξω από τις μεγάλες πόλεις, το τοπίο κυριαρχούνταν από πολεμάρχους. Η απόπειρα του Γιουάν Σικάι να ανεβεί στον θρόνο και να διαλύσει την Δημοκρατία στα τέλη του 1916 απέτυχε. Στην ιντελιγκέντσια και στους φοιτητές, οι συνέπειες ήταν δραματικές. Πολλοί ριζοσπαστικοποιήθηκαν, ανάμεσά τους και ο Μάο. Κατά την φοίτησή του στο Τέταρτο Επαρχιακό Σχολείο, ένα ινστιτούτο εκπαίδευσης δασκάλων, συνάντησε για πρώτη φορά στοχαστές που ασχολούνταν με δυτικές πολιτικές φιλοσοφίες. Ο Σύλλογος Μελέτης του Νέου Λαού επεξέτεινε το πνευματικό του σύμπαν αλλά και τον κύκλο των φίλων του, πολλοί από τους οποίους θα γινόταν αρχότερα στρατευμένα μέλη του ΚΚΚ. Έχοντας ήδη διαβάσει ευρέως τα κλασικά κινεζικά έργα, κυρίως μυθιστορήματα και ποίηση, ο Μάο άρχισε πλέον να ασχολείται με τον φιλελευθερισμό μέσω της δυτικής φιλοσοφίας. Τον ενέπνευσε πολύ ο αγαπημένος του δάσκαλος, ο Γιαγκ Τσαγκτζί, απόφοιτος φιλοσοφίας στο Εδιμβούργο που μετέπειτα μελέτησε τον Καντ στην Χαϊδελβέργη. Όταν, το 1918, ο Μάο αποφοίτησε, ο Γιαγκ είχε δεχτεί την προσφορά έδρας στη φιλοσοφία στο Beida (Πανεπιστήμιο του Πεκίνου). Πήρε τον Μάο μαζί του. Οι διανοητικές ζυμώσεις που είχαν συνεπάρει την χώρα από το 1911 δεν έδειχναν να καταλαγιάζουν. Οι διαφωνίες ανάμεσα σε διαφορετικά φιλοσοφικά ρεύματα κυριαρχούσαν στην πολιτισμική ζωή των πόλεων. Ο Κάι Χεσέν, στενός φίλος του Μάο, είχε καταλήξει στο Παρίσι, από όπου έγραφε μακροσκελείς επιστολές, περιγράφοντας την επίδραση της Ρωσικής Επανάστασης στην Ευρώπη και υπογραμμίζοντας τη σχέση ανάμεσα σε θεωρία και πρακτική. Οι επιστολές βοήθησαν στην ριζοσπαστικοποίηση του Μάο.

Ο Μάο εξασφάλισε εργασία στην βιβλιοθήκη του Beida. Εκεί γνωρίστηκε με τούς καθηγητές Τσεν Ντουξιού και Λι Νταζάο, εκδότες του περιοδικού Καινούργια Νεολαία, ενός ευρείας κυκλοφορίας ριζοσπαστικού λογοτεχνικο-φιλοσοφικού περιοδικού που υπερασπιζόταν την επιστήμη, την δημοκρατία και τον διεθνισμό, ενώ υπέβαλλε συστηματικά τις κομφουκιανικές ιδέες και την υποτέλεια που ενθάρρυναν σε οξεία κριτική. Οι δύο άντρες είχαν μεταφράσει κάποια από τα κείμενα των Λένιν και Κάουτσκι στα κινέζικα, και κινούνταν ξεκάθαρα προς ριζοσπαστική κατεύθυνση. Το περιοδικό υπερασπίστηκε τους Μπολσεβίκους και τούς συνέκρινε θετικά με κάποιους από τους εγχώριους επαναστατικούς δημοκράτες του 1911. Ο Μάο δημοσίευσε το πρώτο του κείμενο, περί της σημασίας της φυσικής αγωγής, σ’ αυτό το περιοδικό, στα 1917. Έγινε κομμουνιστής μέσα από την επίδραση των κύκλων μελέτης του Τσε και του Λι. Παρά τις προσπάθειες του Μάο να τούς εντυπωσιάσει, σύμφωνα με την Karl, “το μόνο άτομο στο οποίο άφησε βαθιά εντύπωση ήταν η κόρη του καθηγητή Γιάγκ, η Γιάγκ Καϊχούι, η οποία έγινε αργότερα η πρώτη του σύζυγος και η μητέρα αρκετών από τα παιδιά του.” Εδώ ήταν επίσης που ο Μάο ανέπτυξε το χαρακτηριστικό του ύφος γραφής, συχνά πυκνό και οξύ, ορισμένες φορές λυρικό, το οποίο θα είχε βαθιά επίδραση στους επερχόμενους αγώνες. Αν και ήταν πολύ πιο ποιητικός από τον Λένιν, τα ταλέντα του Μάο ως δοκιμιογράφου και συγγραφέα φυλλαδίων ήταν παρόμοια με αυτά των αρχηγών των Μπολσεβίκων.

Ο Μάο δεν ήταν πλέον στο Πεκίνο όταν ξέσπασε το κίνημα της 4ης Μάη το 1919. Νωρίτερα την χρονιά εκείνη η μητέρα του είχε αρρωστήσει σοβαρά και ο ίδιος μετακόμισε πίσω στη Τσάνγκσα. Εδώ βρήκε απασχόληση ως δάσκαλος και ξεκίνησε την Επιθεώρηση του Ποταμού Τσιάγκ, περιοδικό που χωρίς αμφιβολία βασίστηκε στο μοντέλο της Καινούργιας Νεολαίας. Ο τόνος του ήταν έντονα αντι-ιμπεριαλιστικός. Ήταν επικριτικό απέναντι στους ασπόνδυλους ηγέτες της χώρας, και οι οξείες του πολεμικές χτυπούσαν στόχο συχνά, κάτι που είχε ως αποτέλεσμα την καταστολή του περιοδικού από τον τοπικό προύχοντα. Η Karl παρατηρεί ότι τα πιο αξιοπρόσεχτα σχόλια του Μάο στην Επιθεώρηση αφορούσαν την αυτοκτονία μιας ντόπιας, της δεσποινίδας Ζάο, που διαμαρτυρήθηκε με αυτόν τον τρόπο για τον εξαναγκαστικό της γάμο. Ο Μάο περιέγραψε την κατάσταση των γυναικών στην κοινωνία ως “καθημερινό βιασμό”, υπερασπίστηκε την χειραφέτηση των γυναικών και πρότεινε ότι μια τέτοια χειραφέτηση θα μπορούσε να λάβει χώρα μόνο μετά από μια πλήρη ανατροπή της κινεζικής κοινωνίας—άποψη που αντηχεί ο Λου Τσουν ο οποίος, ανταποκρινόμενος στην αναταραχή που προκάλεσε μια κινεζική παραγωγή του Κουκλόσπιτου του Ίμπσεν στην Σαγκάη, έθεσε το εξής ερώτημα: Αν αποφάσιζε μια κινέζα Νόρα να φύγει από το σπίτι, πού θα έβρισκε καταφύγιο;

Τον Ιούλη του 1921, και παραμένοντας άνγωστο σε όλους εκτός από αυτούς που ενεπλάκησαν, ιδρύθηκε το Κομμουνιστικό Κόμμα στη Σαγκάη, ενώνοντας πυρήνες που υπήρχαν σε διαφορετικά μέρη της χώρας. Δώδεκα αντιπρόσωποι εκπροσωπούσαν πενηνταπετά κομμουνιστές. Ο Τσεν Ντουξιού και ο Λι Νταζάο δεν μπόρεσαν να παρακολουθήσουν την συνάντηση, αλλά ονομάστηκαν συνιδρυτές. Ο Μάο ήταν ο εκπρόσωπος του μικροσκοπικού πυρήνα της Χουνάν, που περιλάμβανε την σύζυγό του. Ο άνθρωπος της Κομιντέρν που τους παρακολούθησε και τους συμβούλεψε ήταν ο Μάριγκ, ένας αφοσιωμένος ολλανδός κομμουνιστής (πραγματικό όνομα: Heek Sneevliet), ο οποίος είχε παίξει σημαντικό και εμπνευσμένο ρόλο στην οργάνωση συνδικάτων στην Ολλανδία, και ο οποίος είχε μετακομίσει το 1912 στις Ολλανδικές Ανατολικές Ινδίες, βοηθώντας στην δημιουργία αυτού που αργότερα θα γινόταν το Κομμουνιστικό Κόμμα Ινδοκίνας. Η ιδρυτική στιγμή του ΚΚΚ στην Σαγκάη είχε ελάχιστη άμεση επίδραση, αλλά οι σύντροφοι που επέστρεψαν στα σπίτια τους ήταν αποφασισμένοι να προσελκύσουν εργάτες και διανοούμενους στο νέο κόμμα. Ο Μάο έβλεπε πλέον τον εαυτό του ως επαγγελματία επαναστάτη, στρατιώτη στην υπηρεσία του Κόμματος και της επανάστασης.

Ξόδεψε τον επόμενο ενάμιση χρόνο οργανώνοντας ανθρακωρύχους και εργάτες στους σιδηροδρόμους και τον Τύπο στη Χουνάν, και μετά ειδοποιήθηκε να πάει στην Σαγκάη και να συναντηθεί με την ΚΕ του Κόμματος. Το 1924, Η Κομιντέρν έδωσε την οδηγία στο ΚΚΚ—κόντρα στην ίδια του την ηγεσία—να ενωθεί με το Εθνικιστικό Κόμμα Κίνας του Σουν Γιατσέν. Ο Μάο στάλθηκε στην Καντόνα για να συνεργαστεί με τους εθνικιστές, αφήνοντας την σύζυγό του και δύο νέα παιδιά στην Τσάγκσα. Τα παρακάλια της ήταν μάταια. Ο Μάο της άφησε μια επιστολή σε στίχους:

Σ' αφήνω γεια, φεύγω για το ταξίδι μου.
Οι απελπισμένες μας ματιές κάνουν τα πράγματα χειρότερα…
Από δω και πέρα, όπου κι αν πάω είμαι μόνος.
Σε εκλιπαρώ να κόψεις τα μπλεγμένα δεσμά του συναισθήματος.
Τώρα είμαι ένας ξεριζωμένος περιπλανώμενος.
Και δεν έχω τίποτε να κάνω με τους ψιθύρους των εραστών.

Η Karl είναι διορατική σε ό,τι αφορά την απόκλιση ανάμεσα στην κομμουνιστική θεωρία και την πρακτική σε ό,τι αφορά το γυναικείο ζήτημα. Αν και το πρόγραμμα του ΚΚΚ υπερασπιζόταν την χειραφέτηση των γυναικών, από την στιγμή που έμπαιναν στο Κόμμα, περιοριζόντουσαν σε μεγάλο βαθμό σε επικουρικά και μητρικά καθήκοντα. Για πολλές το Κόμμα έγινε υποκατάστατο της οικογένειας. Η οικογένεια Γιαγκ ήταν ριζοσπαστική, αλλά οι περισσότερες γυναίκες που κατατάχθηκαν στο ΚΚΚ έτυχαν αποκήρυξης από τις οικογένειές τους. Αυτό καθιστούσε τις ενδοκομματικές απογοητεύσεις πιο έντονες. Η Κίνα δεν ήταν μοναδική από αυτή την άποψη: παρόμοια κατάσταση επικρατούσε στην Ευρώπη και αλλού.

Το 1925, το ξέσπασμα μικρών εξεγέρσεων χωρικών και ενός μεγάλου κύματος αστικών απεργιών πρόσφερε στους Κομμουνιστές της Κίνας μια βασική επιλογή: να αγωνιστούν μόνοι, να προσφέρουν μια φερέγγυα πολιτική ηγεσία σε ένα νέο κύμα αγώνων, ή να τους κρατήσουν υπό έλεγχο, συνεχίζοντας να εργάζονται μέσα στην, και υπό την, αριστερή πτέρυγα του Εθνικιστικού Κόμματος Κίνας; Μέχρι αυτό το σημείο, η Κομιντέρν επέμενε ότι οι Κομμουνιστές θα πρέπει να καθυποτάξουν τα στενά ταξικά συμφέροντα για χάρη ενός ενωμένου μετώπου με το ΕΚΚ, ενάντια στους πολέμαρχους και τους ληστές, και υπέρ της αστικής δημοκρατίας. Ο Μποροντίν, ανώτερος πράκτορας της Κομιντέρν (ο χαρακτήρας του οποίου σκιαγραφήθηκε ωραία στο Οι κατακτητές του Αντρέ Μαλρώ), είπε, μεταξύ σοβαρού και αστείου, στους ηγέτες του ΚΚΚ να δουν τους εαυτούς τους ως “κούλις” στην υπηρεσία της εθνικής μπουρζουαζίας. Η Μόσχα επένδυσε χρήματα και θεμελίωσε στρατιωτικούς δεσμούς με τους Εθνικιστές—πορεία που θα αποδεικνυόταν καταστροφικά εσφαλμένη όταν το ΕΚΚ στράφηκε εναντίον των κομμουνιστών συμμάχων του το 1927.

Έχοντας συμφωνήσει με την στρατηγική της Κομιντέρν, ο Τσεν Ντουξιού, ΓΓ του Κόμματος, πήγε κόντρα στα ίδια του τα πολιτικά ένστικτα. Δεν είχε την αυτοπεποίθηση ή την πολιτική δύναμη για να αντισταθεί στη Μόσχα, και αργότερα έγραψε για τις αδυναμίες του: “Εγώ, που δεν είχα αποφασιστικότητα χαρακτήρα, δεν μπορούσα να επιμείνω στην πρότασή μου. Σεβάστηκα την διεθνή πειθαρχία και την πλειοψηφία της Κεντρικής Επιτροπής.” Θα μπορούσε ένας άλλος αρχηγός να είχε δράσει διαφορετικά; Ήταν τραγικό για το νεαρό ΚΚΚ ότι δεν του δόθηκε ποτέ ο απαιτούμενος χρόνος για να αναπτύξει τις δικές του πολιτικές, σε μια κρίσιμη στιγμή της ιστορίας της χώρας. Ακόμα και πριν η Τρίτη Διεθνής —που δημιουργήθηκε στην Μόσχα το 1919, κόντρα στις συμβουλές της διορατικής Ρόζα Λούξεμπουργκ— μεταμορφωθεί σε χονδροειδές όργανο της σοβιετικής εξωτερικής πολιτικής, επικυριαρχούνταν από τους νικηφόρους Μπολσεβίκους. Η διεθνής φήμη που απολάμβαναν ανάμεσα στους καταπιεσμένους δεν μπορούσε να αντισταθμίσει όμως την επιφανειακή τους γνώση για την Ασία. Δυστυχώς, πολλά από όσα έγραψαν και είπαν αντιμετωπίστηκαν με τον σεβασμό που επιφυλάσσεται για τις ιερές γραφές, ανεξάρτητα από την απτή κατάσταση σε διάφορες χώρες.

Αργότερα, και σε σχέση με το κινεζικό φιάσκο του 1927, ο Τρότσκι θα περιέγραφε την Τρίτη Διεθνή ως “την πρώτη γραφειοκρατία της επανάστασης η οποία ανυψώθηκε πάνω από τους εξεγερμένους λαούς και διεξήγαγε την δική της ‘επαναστατική’ πολιτική αντί για την πολιτική της επανάστασης.” Το αν η κινεζική επανάσταση του 1925-27 θα πετύχαινε χωρίς την εμπλοκή της Κομιντέρν παραμένει ένα ενδιαφέρον σενάριο εναλλακτικής ιστορίας. Αν το είχε πετύχει, η χώρα θα είχε εμφανιστεί ενωμένη κόντρα στον ιαπωνικό ιμπεριαλισμό, πράγμα που θα έκανε την κατοχή της δύσκολη, αν όχι αδύνατη. Αυτό θα είχε μακρόπνοες συνέπειες, και όχι μόνο στην Άπω Ανατολή.

Οι σφαγές του 1927 στην Σαγκάη, οι οποίες προκλήθηκαν από τον νέο ηγέτη του ΕΚΚ Τσιάγκ Καιτσέκ, οδήγησαν στην ουσιαστική εξάλειψη των ντόπιων Κομμουνιστών και των συνασπιζόμενων μαζί τους συνδικάτων στην πόλη. Έχοντας αφοπλιστεί πολιτικά και στρατιωτικά από την Κομιντέρν και από τις δικές του αδυναμίες, το ΚΚΚ σπρωχνόταν τώρα σε μια ξαφνική αλλαγή ταχύτητας από την Μόσχα, η οποία προσπάθησε αγωνιωδώς να σώσει την κατάσταση—εν μέρει για εσωτερικούς λόγους, καθώς το κινεζικό ζήτημα είχε εμπλακεί σε φαξιοναλιστικές διαμάχες μεταξύ των Στάλιν/Μπουχάριν και του Τρότσκι και της αριστερής αντιπολίτευσης. Ο Στάλιν χρειαζόταν απελπισμένα μια νίκη, αλλά οι εξεγέρσεις που ακολούθησαν στην Καντόνα και την Τσάνγκσα συνετρίβησαν εύκολα από το ενωμένο ΕΚΚ. Στην πραγματικότητα, οι φοβερές αγριότητες που έλαβαν χώρα στην πρωτεύουσα της επαρχίας Χουνάν διαπράχθηκαν από την “αριστερή πτέρυγα” του ΕΚΚ. Η συντριβή του ΚΚΚ ήταν πλέον ολική. Η Μόσχα διέταξε άλλη μια αλλαγή ηγεσίας. Ο Τσεν Ντουξιού είχε ήδη εκδιωχθεί. Ο διάδοχός του, Ο Λι Λισάν, εκδιώχθηκε για να αντικατασταθεί από ένα πιόνι της Μόσχας, τον Γουάνγκ Μινγκ. Άντεξε τέσσερα χρόνια. Το συνολικό αποτέλεσμα της πολιτικής της Κομιντέρν από το 1922 και μετά είναι ξεκάθαρο: από το 1927-32, όπως ανέφερε ο Λίου Σακί στο Κογκρέσο του Κόμματος το 1945, οι επαναστάτες είχαν χάσει πάνω από το ενενήντα τοις εκατό των μελών τους.

Όπως παρατηρεί η Karl, από την πολύ απαισιόδοξη οπτική του 1927, “τα πάντα έμοιαζαν χαμένα.” Πώς μπόρεσε το ΚΚΚ, που παραπατούσε από τις διαδοχικές ήττες και βρισκόταν στα πρόθυρα της εξάλειψης, να καταφέρει να απελευθερώσει ολόκληρη τη χώρα, ενώνοντάς την για πρώτη φορά κατά τον τελευταίο ενάμιση αιώνα, και μεταμορφώνοντας την κοινωνική και οικονομική της δομή μέσα σε λίγο περισσότερα από είκοσι χρόνια; Η κομμουνιστική νίκη του 1949 υπήρξε αποτέλεσμα των στρατιωτικών και κοινωνικών πολιτικών που μπήκαν σε κίνηση μετά τις ήττες της δεκαετίας του 1920, και οι οποίες σηματοδότησαν μια απόλυτη ρήξη με την παρελθοντική πρακτική. Η Karl περιγράφει την φυγή των κομμουνιστικών στελεχών από την Λευκή Τρομοκρατία του Τσιάγκ Καιτσέκ το 1927, και τις εμπειρίες του Μάο αργότερα στην προσπάθεια να αποκρουστεί ο στρατός του ΕΚΚ μέσα από ανταρτοπόλεμο. Το 1930, μετά από μήνες σκληρών μετακινήσεων και μαχών, ο σε εμβρυακή κατάσταση Κόκκινος Στρατός έχτισε τη βάση του στην επαρχία Τζιαγκσί, θεμελιώνοντας αυτό που έγινε γνωστό ως Σοβιέτ της Τζιαγκσί. Εδώ, το ΚΚΚ διενήργησε καμπάνιες για την επιμόρφωση των αγροτών και τους ενθάρρυνε να ξαναοργανώσουν τα χωριά τους και να ανακατανείμουν οι ίδιοι τη γη. Οι κομματικές πολιτικές έπρεπε να είναι ριζωμένες σε “εξονυχιστική ανάλυση των ρυθμών και δομών της καθημερινής αγροτικής ζωής”, με τα λόγια με τα οποία η Karl περιγράφει την “Αναφορά του Τσουνγού” του Μάο στα 1930.

Πολιορκημένο από τις δυνάμεις του ΕΚΚ, το ΚΚΚ αποφάσισε να εγκαταλείψει την Τζιαγκσί το 1934, ξεκινώντας την περίφημη “Μεγάλη Πορεία” προς την Γιανάν. Κατά την διάρκεια της Μεγάλης Πορείας, στο Συνέδριο του Ζουνί το 1935, η ομάδα του Μάο κατέλαβε ολική εξουσία μέσα στο ΚΚΚ. Εφεξής, θα έπαιζε κρίσιμο ρόλο στην επανοργάνωση του Κόμματος. Η νέα ηγεσία πήρε δύο κρίσιμες αποφάσεις: την μετακίνηση στην επαρχία με σκοπό την ανασύσταση και την ανάνηψη και, ουσιαστικά, το να αγνοεί την Μόσχα πρακτικά ενώ θα της έδινε τα εύσημα στη θεωρία. Ένα πρώιμο τεστ ήρθε πριν το Ζουνί όταν η Κομιντέρν, ξεκινώντας την τρίτη της περίοδο υπερ-αριστερισμού, δήλωσε ότι μια νέα “επαναστατική παλίρροια” πλησίαζε. Η ρωσική λέξη pod’em σήμαινε “ανάνηψη” ή “πρόοδο.” Μετά από αρκετή σκέψη και συζήτηση, Ο Τσου Ενλάι την μετέφρασε στα κινέζικα ως gao-chao ή “παλίρροια.” Ο Μάο, με τρόπο ποιητικό, αποκρίθηκε τον Γενάρη του 1930 με ένα φυλλάδιο, το Μια σπίθα μπορεί να ανάψει φωτιά στον κάμπο, όπου και ερμήνευσε την φράση της Κομιντέρν ως εξής:
Είναι σαν ενα καράβι, βαθιά μέσα στη θάλασσα, που το κατάρτι του φαίνεται ήδη από την ακτή. Είναι σαν τον ήλιο της αυγής στην ανατολή που οι φεγγοβόλες ακτίνες του φαίνονται από μια ψηλή βουνοκορφή. Είναι σαν ένα παιδί που κοντεύει να γεννηθεί και κινείται ανήσυχο στην μήτρα της μητέρας του.
Το μήνυμα ήταν ξεκάθαρο. Τίποτε δεν θα γινόταν άμεσα, αλλά η παθητικότητα ενώπιον της όψης της ήττας δεν ήταν επιλογή. Οι φτωχοί αγρότες θα αναζωογονούσαν εφεξής το Κόμμα, και από τις τάξεις τους θα γεννιόντουσαν τρεις ισχυρές πτέρυγες του Κόκκινου Στρατού. Εκτός από το γεγονός ότι δεν υπήρχε άλλη λύση, αυτή η μακρά γέννα επέτρεψε στον Μάο και τούς συντρόφους του να αναπτύξουν μηχανισμούς υποστήριξης στην επαρχία οι οποίοι και θα παρέμεναν για πολλά χρόνια ακόμα. Όπως έχει ήδη δηλωθεί εδώ, αυτά τα δεσμά εξηγούν και διαφοροποιούν την πορεία του κινεζικού κομμουνισμού από αυτόν του ρωσικού του αντίστοιχου.

Η ένωση της Κίνας υπήρξε το μεγάλο έπαθλο το οποίο περίμενε τους εθνικιστές και τους φίλους τους στο εξωτερικό, αλλά η ιαπωνική εισβολή του 1937 και η άγρια κατοχή που ακολούθησε είχε εκθέσει τις αδυναμίες του ορθόδοξου εθνικισμού. Το διεφθαρμένο και δοσίλογο ΕΚΚ είχε χάσει κάθε φερεγγυότητα, με τον Τσιανγκ να συγκρίνει ως γνωστόν τους Ιάπωνες του κατοχικού στρατού θετικά σε σχέση με του Κομμουνιστές: οι πρώτοι ήταν ιάσιμη ασθένεια, οι δεύτεροι ένα καρκίνωμα που έπρεπε να καταστραφεί. Μετά το 1941, οι στρατοί των Εθνικιστών άρχισαν να αιμορραγούν στρατιώτες και αξιωματικούς προς τους προελαύνοντες κομμουνιστικούς στρατούς και τους παρτιζάνους που βρισκόντουσαν κάτω από την συνδυασμένη πολιτικο-στρατιωτική ηγεσία του Μάο Τσετούγκ, του Τσου Ντε και του Πενγκ Ντεχουάι. Η στρατηγική που είχε αναπτύξει ο Μάο σε κείμενα όπως το “Για το αντάρτικο” (1937) και “Για τον παρατεταμένο πόλεμο” (1938) έδρεπε καρπούς. Από το 1946 και μετά, ο Τσιαγκ Καισέκ και ο σκληρός πυρήνας του στρατού του που είχε χάσει το ηθικό του απωθήθηκε προς Νότο, ώσπου διέφυγαν στην Ταϊβάν στα τέλη του 1949—μαζί με τα αποθέματα και αρκετούς άλλους θησαυρούς της χώρας που είχαν λεηλατήσει από μουσεία και από τα κελάρια της Απαγορευμένης Πόλης. Μετά από δύο δεκαετίες στην επαρχία, οι Κομμουνιστές επέστρεψαν στις πόλεις, για να χαιρετιστούν ως απελευθερωτές από τεράστια πλήθη στο Πεκίνο, στην Σαγκάη και στην Καντόνα.

Όπως παρατηρεί η Karl, η χώρα που κληρονόμησε το ΚΚΚ είχε πρώτα υποστεί τον όλεθρο από τους Ιάπωνες και μετά από τον εμφύλιο: το εμπόριο είχε καταστραφεί, το εθνικό νόμισμα ήταν πλέον μηδενικής αξίας, και είχε αρχίσει να ριζώνει μια ανταλλακτική οικονομία. “Τμήματα της αστικής ιντελιγκέντσια και οι τεχνολογικά καταρτισμένες ελίτ είχαν διαφύγει μαζί με το ΕΚΚ, αφήνοντας τις πόλεις χωρίς διοίκηση και τα διάφορα ινστιτούτα χωρίς διαχείριση.” Η σήψη και η ήττα της παλιάς τάξης είχαν αφήσει πίσω τους μια ερειπωμένη επαρχία, και υπήρχε τεράστια ανεργία τις πόλεις. Τα καθήκοντα τα οποία αντιμετώπιζαν ο Μάο και οι σύντροφοί του ήταν τεράστια. Καμία θεωρία, όσο εκλεπτυσμένη και αν είναι, δεν μπορεί να προσφέρει λύσεις για να αντιμετωπιστεί μια τέτοια κρίση. Ο κομματικός στρατός που είχε χτιστεί από τον Μάο και τον κύκλο του έπαιξε τέραστιο ρόλο στην αποκατάσταση μιας τύποις έστω τάξης κατά τα πρώτα χρόνια της δεκαετίας του 1950. Η βοήθεια από αλλού ήταν περιορισμένη: η ίδια η ΕΣΣΔ ήταν ερείπιο, αν και βοήθεια καθώς και τεχνικοί στάλθηκαν, έστω με το ζόρι, μετά την πρώτη επίσκεψη του Μάο στη Μόσχα το 1949-50.

Στην Γουάσινγκτον ο Τρούμαν, και αργότερα, οι αδελφοί Νταλς, είχαν άκριτα πιστέψει ότι η νίκη του Μάο είχε ενδυναμώσει τον κομμουνιστικό μονόλιθο και ότι εφεξής η Κίνα δεν θα ήταν τίποτε άλλο από σατραπεία του Στάλιν. Αλλά πριν συνειδητοποιήσουν το σφάλμα τους, ο στρατηγός Μακάρθουρ κινήθηκε ώστε να αποτρέψει τους κορεάτες Κομμουνιστές από το να καταλάβουν την εξουσία σε ολόκληρη τη χερσόννησο, που είχε απελευθερωθεί από την ιαπωνική αποικιακή κατοχή το 1945. Οι Κομμουνιστές οπισθοχώρησαν στον Βορρά, και χιλιάδες πολιτών σφαγιάστηκαν στο μεταξύ. Όταν άρχισε ευρείας κλίμακας πόλεμος το 1950, οι κινέζοι ηγέτες κινήθηκαν για να συνδράμουν τους πολιορκημένους ΒορειοΚορεάτες. Η βοήθειά τους ήταν αποφασιστικής σημασίας. Υπό την ηγεσία του Πεγκ Ντεχουάι, ενός ευφυούς στρατηγικά στρατιωτικού, η κινεζική εκστρατευτική δύναμη απώθησε τους Αμερικανούς πίσω στον Νότο, εξασφαλίζοντας τα σύνορα της ΛΔΚ. Παρ’ όλα αυτά, παρέμειναν οι στρατιωτικές βάσεις της Νότιας Κορέας ώστε να προστατευτούν οι πελάτες, ενώ η Βόρεια Κορέα επιβίωσε, μεταλασσόμενη σιγά-σιγά σε ένα είδος σταλινικής Ρουριτανίας.

Η Karl προσφέρει αξιοθαύμαστα ευσύνοπτες αναλύσεις για τις κύριες εντάσεις και διαφωνίες που διέτρεξαν τη μαοϊστική περίοδο — την αντίθεση ανάμεσα στην γραφειοκρατία και την επανάσταση, τις διαφωνίες για τις αναπτυξιακές προοπτικές, τις σχέσεις μεταξύ Κόμματος, στρατού και μαζών. Η πολιτική σκέψη βρίσκεται πάντοτε στο κέντρο της συζήτησης. Η μαοϊστική θεωρία, στα σημεία όπου διέφερε εντελώς από την σταλινική ορθοδοξία, θα μπορούσε να συνοψιστεί ως εξής: μαζική επαναστατική συνείδηση συν μαζική δράση ισούται με χειραφέτηση και κοινωνικό μετασχηματισμό. Αντλήθηκε από την καθημερινή επαφή με τον λαό κατά τη διάρκεια του παρατεταμένου πολέμου ενάντια στην Ιαπωνία και το ΕΚΚ. Η “μαζική γραμμή” την οποία προώθησε ο Μάο πριμοδοτούσε τις “μάζες” στην διαδικασία εκλέπτυνσης και καθορισμού της θεωρίας. Το υπονόημα ότι οι οι μάζες μπορούσαν να ξεπεράσουν όλα τα εμπόδια. Αυτό ήταν αρκετό σε σχέση με τον πόλεμο —αν και ακόμα και εδώ η ήττα του ΕΚΚ θα παρέμενε αδιανόητη χωρίς την ιαπωνική εισβολή— αλλά ήταν μια τέτοια πρακτική εφικτή σε καιρό ειρήνης; Μπορεί η μαζική δράση να ξεπεράσει τα προβλήματα τα οποία τίθενται από τις κοινωνικο-οικονομικές δομές όπως είναι η ισχνότητα της βιομηχανικής βάσης; Η Karl απορρίπτει την κατηγορία του “βολονταρισμού” την οποία πολλοί κριτικοί —φιλικοί ή όχι— απευθύνουν στον Μαοϊσμό, προτιμώντας να δώσει έμφαση στον τρόπο με τον οποίο η σκέψη του Μάο “ανέστρεψε τους επικαθορισμούς” του ορθόδοξου Μαρξισμού. Αλλά εδώ το επιχείρημά της είναι πολύ αδύναμο, όπως αποκαλύπτει η μεταγενέστερη εξέλιξη της Κίνας.

Το Μεγάλο Άλμα Μπροστά που οδήγησε στον λοιμό του 1959-61 και στον θάνατο τουλάχιστον 15-20 εκατομμυρίων χωρικών ήταν χωρίς αμφιβολία το αποτέλεσμα βολονταρισμού. Μέσω της πίεσης για αυτοδιάθεση, οι αγροτικές περιοχές βιομηχανοποιήθηκαν εν μέρει με τρόπο ασυντόνιστο και άνισο, ενώ η προτροπή του Μάο να ξεπεράσουν τις ΗΠΑ και το ΗΒ στην παραγωγή ατσαλιού έφερε έναν συρμό από κλιβάνους της αυλής, οι οποίοι απέσυραν τεράστιες ποσότητες εργασίας από τα χωράφια. Οι τρομερές συνέπειες δεν ήταν ενσυνείδητες, σε αντίθεση με τους λοιμούς στην Ιρλανδία κατά την αγγλική αποικιοκρατία, ή στην Βεγγάλη· όμως αυτό δεν ήταν παρηγοριά για τις οικογένειες όσων χάθηκαν. Ο Μάο σοκαρίστηκε όταν έμαθε επιτέλους την πραγματική κλίμακα της καταστροφής, αλλά ήταν πολύ αργά για να κάνει οτιδήποτε πλέον. Πώς μπόρεσαν ο Μάο και οι συνάδελφοί του να εξαπατηθούν τόσο εύκολα από ψευδείς στατιστικές, τις οποίες έστελναν πειθήνιοι γραφειοκράτες του Κόμματος στην επαρχία για να δείξουν ότι το Μεγάλο Άλμα πήγαινε καλά; Η Karl γράφει ότι “η ρίζα του προβλήματος ήταν πως ο Μαοϊσμός είχε πάρει έναν φρικτά άσχημο δρόμο”, αλλά η διαδικασία μέσα από την οποία έγινε αυτό παραμένει ελλιπώς φωτισμένη από την ανάλυση.

Μια απ’ τις τραγωδίες του παγκόσμιου κομμουνισμού είναι ότι τα περισσότερα από τα κόμματα που δημιούργησε ενηλικιώθηκαν και έγιναν μαζικές οργανώσεις κατά τη διάρκεια του 1930 και του 1940. Μέχρι τότε, οι πρώιμες παραδόσεις της διαφωνίας και της συζήτησης μέσα στο Κόμμα των Μπολσεβίκων είχαν κατασταλεί και οι περισσότεροι από τους συμμετέχοντες —περιλαμβανομένου του ενενήντα τοις εκατό αυτών που υπηρέτησαν στην ΚΕ του Λένιν— είχαν εξαλειφθεί με αγριότητα. Το μοντέλο που απορρόφησαν οι νέοι Κομμουνιστές ήταν αυτό που συνάντησαν στην Μόσχα: μια κοινωνική δικτατορία του Κόμματος και της γραφειοκρατίας, που ήλεγχε όλη τη δημόσια ζωή και που τρεφόταν από θεσμοποιημένα δίκτυα καταστολής. Αυτό ήταν το σύστημα που είχε εγκατασταθεί όταν τα κόμματα αυτά ανέλαβαν την εξουσία, ή ακόμα και σε κόμματα που ήταν ενεργά σε καπιταλιστικά και αποικιακά περιβάλλοντα. Η κατάπνιξη της συζήτησης έκανε το Κόμμα και το Κράτος πιο αδύναμα. Η Karl τεκμηριώνει τέτοιες περιπτώσεις στο ΚΚΚ ακόμα και πριν αναλάβει την εξουσία, όπως είναι αυτή της Καμπάνιας Κομματικής Αποκατάστασης του 1941-42, την οποία βλέπει ως “απαρχή της λατρείας του Μάο”. Κατά την δεκαετία του 1950, υπήρξαν επανειλημμένες απόπειρες να εξαλειφθούν οι “αντεπαναστάτες”, κυρίως κατά την Αντιδεξιά Καμπάνια του 1957-58. Παρ’ όλα αυτά, η μετεπαναστατική κινεζική ηγεσία απέφυγε τις σταλινικού τύπου εκκαθαρίσεις και τις μαζικές δολοφονίες των ίδιων της των στελεχών και μελών. Όπως παρατηρεί η Karl, “σε αντίθεση με τις σταλινικές εκκαθαρίσεις, όταν και ένα χτύπημα στην πόρτα μετά τα μεσάνυχτα προανήγγειλε τηην καταστροφή, στην Μαοϊκή Κίνα τα χτυπήματα ήταν λεκτικά, στις εφημερίδες και σε πόστερ τοίχου.” Ένας λόγος για την ύπαρξη της διαφοράς αυτής ήταν ότι οι περισσότεροι δουλοπρεπείς ηγέτες που υποστήριζαν την Κομιντέρν είχαν απομακρυνθεί — και οι τελευταίοι είχαν ηττηθεί μετά από μια σύγκρουση στρατών πριν την Μεγάλη Πορεία.

Η μαοϊκή εκδοχή της σταλινικής δομής υποτίθεται πως βασιζόταν στην συλλογική λαϊκή θέληση, που είχε το ερέθισμα της επανάστασης. Αλλά πόσο μπορούν να επιβιώσουν τέτοιες δομές χωρίς διαμεσολαβήσεις—θεσμούς εκπροσώπησης μέσα από τους οποίους μπορούν να συζητηθούν και να ψηφιστούν διαφορετικές ερμηνείες της λαϊκής θέλησης; Αυτό δεν αφορά την μίμηση της Δύσης, αλλά είναι στην πραγματικότητα η πιο επαρκής και ανώδυνη μέθοδος του να κρατάς τον λαό σε επαφή με τους αρχηγούς του μέσω εκλεγμένων εκπροσώπων που είναι μόνιμα ελέγξιμοι και που μπορούν να ανακληθούν από τους εκλογείς ανά πάσα στιγμή. Αν υπήρχε τέτοιο σύστημα, ο λιμός δεν θα είχε συμβεί, και οι κλίβανοι στο πίσω μέρος της αυλής μπορεί να είχαν κατεδαφιστεί λίγο μετά την έναρξη του πειράματος. Τι μπορεί να είχε η “λαϊκή θέληση” να πει για τα βουνά από πτώματα που διακόσμησαν το επαρχιακό τοπίο μετά τον μαζικό λιμό;

Όταν συγκεντρώθηκαν τελικά οι κομματικοί αρχηγοί στην Λουσάν, στα τέλη του 1959, για να συζητήσουν την εξελισσόμενη τραγωδία, βρισκόντουσαν σε διάθεση αυτοκριτικής, του Μάο μη εξαιρουμένου. Αλλά ήταν ο παλιός του σύντροφος απ’ την Χουνάν, ο Πεγκ Ντεχουάι, ο οποίος άσκησε ευθεία κριτική στον Μάο για τις διοικητιστικές [commandist] του μεθόδους, οι οποίες είχαν απομονώσει το Κόμμα απ’ τον λαό. Για τον λόγο αυτό, ο Ντεχουάι απομακρύνθηκε από όλες του τις θέσεις και εξορίστηκε. Τον αντικατέστησε ο Λιν Μπιάο ως υπουργός άμυνας. Παρ’ όλα αυτά, μια σημαντική συνέπεια της καταστροφής —που σύντομα επιδεινώθηκε από την ρήξη Κίνας-Ρωσίας— ήταν ότι η ηγεσία του κόμματος ουσιαστικά παρέκαμψε τον Μάο. Η εκδίκησή του ήρθε το 1966 όταν, με χαρακτηριστικό ύφος, απευθύνθηκε στην νεολαία της χώρας, ζητώντας της να “βομβαρδίσει τα κεντρικά γραφεία του Κόμματος” με κριτικές, να “δημιουργήσει μεγάλη αναταραχή κάτω απ’ τους ουρανούς” έτσι ώστε να “αποκαταστήσει την τάξη.” Η Μεγάλη Προλεταριακή Πολιτισμική Επανάσταση ήταν μια εντυπωσιακή έκφανση της “μαζικής γραμμής.” Ο Μάο έγινε θεός-αυτοκράτορας του κινήματος, με τον Λιν Μπιάο πιστό υπαρχηγό του. Το Μικρό κόκκινο βιβλίο έγινε η αποκλειστική κατήχηση του κινήματος.

Ο βασικός στόχος ήταν η επαναδιεκδίκηση της εξουσίας — αν και η Karl δίνει επίσης σημασία στην αντι-γραφειοκρατική διάθεση που υπήρχε πίσω του, όπως και στην “απόπειρα να αδραχτεί η πολιτική —η δύναμη της κουλτούρας και του μαζικού λόγου— για λογαριασμό της επανάστασης.” Ο Μάο είχε αποποιηθεί την ευθύνη του να εξασφαλίσει μια μακροπρόθεσμη πολιτική δομή για την Κίνα και άφησε την κρίση του να υπερκεραστεί από τα πάθη, τις επείγουσες προτεραιότητες και τους θριάμβους του αγώνα για εξουσία. Στην διαδικασία, ο ίδιος και οι σύντροφοί του στέρησαν ανθρώπινη υπόσταση από τους αντιπάλους τους: οι ανώτεροι κομματικοί αξιωματούχοι, με την εξαίρεση των Ζου Ενλάι και Λιν Μπιάο, αποκηρύχθηκαν ως “τσιράκια του καπιταλισμού”· ο Λιν Σακουί έπεσε θύμα κακομεταχείρισης· ο Πεγκ Ζεν, κάποτε ισχυρός δήμαρχος του Πεκίνου, και πολλοί άλλοι, απαξιώθηκαν δημόσια μπροστά σε μεγάλα πλήθη· τον Ντεγκ Σιάο Πινγκ τον έστειλαν να επισκευάζει τρακτέρ την επαρχιακή Γιανκγσί. Παιδιά σε κατάσταση υστερίας επιτέθηκαν στους γονείς τους και τους αποκύρηξαν ως προδότες· δάσκαλοι και καθηγητές εξευτελίστηκαν, πανεπιστήμια έκλεισαν, αρχαίοι θησαυροί καταστράφηκαν δημόσια, και στο τιμόνι ήταν ο Μάο.

Τα παραδείγματα αλόγιστης στράτευσης και φανατισμού στην ΠΕ είναι υπερβολικά πολλά για να απαριθμηθούν, αλλά τα αντιφατικά της χαρακτηριστικά συνήθως αγνοούνται. Όταν πήρα συνέντευξη από κάποιους πρώην στρατιώτες της Κόκκινης Φρουράς στο Χογκ-Κογκ, περιέγραψαν το γεγονός ότι ένιωσαν απελευθερωμένοι και ότι σύντομα είχαν ξεπεράσει το Μικρό κόκκινο βιβλίο και είχαν διαβάσει, γράψει και κυκλοφορήσει κριτικά κείμενα που έθεταν προκλήσεις στον Μάο και που έβρισκαν τα έργα του ανεπαρκή. Αναμφίβολα, η αποστολή κατοίκων των πόλεων στην επαρχία έδωσε στη γενιά αυτή μια ιδέα για το πώς ζούσαν και εργάζονταν οι απλοί άνθρωποι εκεί. Η Karl δίνει έμφαση στο αίσθημα ανάτασης που προσέφερε αυτή η νέα κινητικότητα σε πολλές χιλιάδες νέων. Πολλές από αυτές τις διαστάσεις είχαν βαθιά απήχηση, όπως αποκαλύπτουν τα κατοπινά μυθιστορήματα και οι κινηματογραφικές ταινίες που γυρίστηκαν.

Όμως το καλοκαίρι του 1967, ο Μάο κάλεσε τον στρατό να αποκαταστήσει την τάξη, κάνοντας μεταβολή όταν είδε ότι η επαναστατική αναταραχή άρχισε να αποτελεί απειλή για το ίδιο το ΚΚΚ. Τα τελευταία χρόνια του Μάο σημαδεύτηκαν από μια σειρά γεγονότων που σηματοδοτούν μια στροφή υπέρ των εγχώριων “τσιρακιών του καπιταλισμού” και των διεθνών “χάρτινων τίγρεων”: επαναπροσέγγιση με την Ουάσινγκτον και επίσκεψη Νίξον το 1972, επιστροφή του Ντεγκ Σιάο Πινγκ —της γάτας με τις πολλές ζωές— στην πολιτική εξουσία το 1974. Τα γεγονότα αυτά έστρωσαν το δρόμο για τη μεγάλη μεταμόρφωση που θα ακολουθούσε τον θάνατο του Μάο. Η Karl ολοκληρώνει το έργο της διερευνώντας την μοίρα της κληρονομιάς του Μάο, που χαιρετίστηκε μεν στην ιδεολογία του Κόμματος, αλλά αναστράφηκε στην πολιτική και οικονομική πρακτική. Παρατηρεί ότι “μόνο με την αποκήρυξη του Μαοϊσμού και όλων όσων αντιπροσώπευε ο Μάο στάθηκε εφικτό για τους σημερινούς αρχηγούς του Κομμουνιστικού Κόμματος να διατηρήσουν τον Μάο ως το φύλο συκής της νομιμότητάς τους.” Μια από τις αρετές του βιβλίου της Karl είναι ότι επιτρέπει την σοβαρή συζήτηση για όλα αυτά τα ζητήματα. Θα έχει ενδιαφέρον να δούμε ποια θα είναι η υποδοχή του στην Κίνα, όπου η επίσημη άποψη είναι ότι τα όσα κατόρθωσε ο Μάο υπερβαίνουν κατά πολύ τα λάθη του — σε αναλογία 70-30, σύμφωνα με την αναφορά της Κεντρικής Επιτροπής το 1981. Καθώς ο κινεζικός καπιταλισμός προχωρά, δημιουργώντας όλο και μεγαλύτερα κοινωνικά και οικονομικά χάσματα, ίσως κάποιες από τις ιδέες του Μάο να μπορούσαν να χρησιμοποιηθούν από τις εξεγερμένες μάζες καθώς αναζητούν τον τρόπο να κάνουν έφοδο στον ουρανό και πάλι.

Αρχική δημοσίευση: New Left Review ΙΙ, 66 (Νοεμ.-Δεκ. 2010)
Μετάφραση: Αντώνης Μπαλασόπουλος

1 σχόλιο:

ο δείμος του πολίτη είπε...

Πολύ ωραίο κείμενο. Είναι λογικό να θέλουν να το εκμεταλλευτούν τόσοι άνθρωποι ένα πρόσωπο που έπαιξε τόσο σημαντικό ρόλο και στη χώρα (σ.σ. μεγέθους Ευρώπης) και την υφήλιο γενικότερα...