Αναγνώστες

Τρίτη 26 Αυγούστου 2014

τέσσερα αρθρα για τον Χρόνο




Maurice Blanchot, Ο τελευταίος άνθρωπος,ΠΕΡΑ-ΑΠΟ-ΤΟ-ΑΤΟΜΟ ΑΝΑΓΝΩΣΕΙΣ.

ΠΕΡΑ-ΑΠΟ-ΤΟ-ΑΤΟΜΟ ΑΝΑΓΝΩΣΕΙΣ.

[...]Όταν τον σκέφτομαι, ξέρω ότι ακόμη δεν τον σκέφτομαι. Αναμονή, εγγύτητα και άποπτον της αναμονής, αύξηση που μας κάνει ελάχιστους, καταφάνεια που θωπεύεται μέσα μας και θωπεύει εκεί μέσα την χίμαιρα.
Όχι απών: περιβαλλόμενος από απουσία, περιβάλλοντας μας με το αίσθημα της απουσίας του. [...]


Maurice Blanchot, Ο τελευταίος άνθρωπος, μετάφραση: Δημήτρης Δημητριάδης, εκδ. Άγρα, Αθήνα 1994, σελ.58.

αγνή θεά του φεγγαριού τα δέντρα π’ ασημώνεις/ tamistas

tamistas says:
αγνή θεά του φεγγαριού τα δέντρα π’ ασημώνεις
τα δέντρα τα πανάρχαια, τα καθαγιασμένα
γύρνα το πρόσωπο σε μας, σύννεφα μην απλώνεις
ούτε το βλέμμα σου τ’ αγνό να το σκεπάσουν πέπλα
καρδιές που καίει τις η φωτιά, γαλήνεψε θεά μου
το ζήλο τους τον τολμηρό, γαλήνεψε κι εκείνο
ειρήνη σκόρπισε στη γη, ειρήνη στα όνειρά μου
όπως στον ουρανό σκορπάς της λησμονιάς τον οίνο
τους πόθους και τις ηδονές, σπαράγματα σωμάτων,
του κεφαλιού αποκοτιές, του dna θλίψεις,
όταν κοπάσουν κράτα τες όπως ζεστών πτωμάτων
τους κατευόδιους σπασμούς, σάμπως δικές σου εκλείψεις

http://youtu.be/TYl8GRJGnBY

Τετάρτη 20 Αυγούστου 2014

Έρωτας και Χρόνος tvxs.gr

Η (μετα)νεωτερική κοινωνία και ο συρρικνωμένος χρόνος / αναδημοσιευση απο tvxs

Η (μετα)νεωτερική κοινωνία και ο συρρικνωμένος χρόνος


08:55 | 08 Αυγ. 2014
Πέτρος Θεοδωρίδης
«Και στο μεταξύ, ο χρόνος
συνεχίζει το πανάρχαιο έργο του
να κάνει τους πάντες να μοιάζουν,
αλλά και να νιώθουν, σαν σκατά».[1]
Στη μετανεωτερική πλανητική εποχή μας, η νεωτερική ανοδική συνέχεια του χρόνου (η διάκριση σε παρελθόν, παρόν και μέλλον) παύει σιγά σιγά να υφίσταται. Ο παράγοντας “χρόνος” «χάνει την πρωταρχική του σημασία, την οποία είχε στο πλαίσιο της αστικής πίστης προς την ιστορία και την πρόοδο»’[2]. Σήμερα ο χρόνος συρρικνώνεται, γίνεται ένας παροντικός-πλανητικός χρόνος. Η χρονικότητα σήμερα, θυμίζει την χρονική αίσθηση του (χωροθέτη) Κ στον “Πύργο”του Κάφκα: μια διαρκής αναβολή, όπου τα πάντα ξεθωριάζουν μόλις πας να τα φτάσεις, ένα ατελείωτο σημειωτόν στηn κινούμενη άμμο του παρόντος.
Στην εποχή μας η ταχύτητα έχει γίνει εθιστικό ναρκωτικό. Γεμίζουμε τα αργά κενά μιλώντας στο κινητό τηλέφωνο ενώ περπατάμε στο δρόμο τρομοκρατημένοι ή πιάνουμε τους εαυτούς μας στον κινηματογράφο να ψάχνουν ψηλαφητά το πλήκτρο fastforward.«Ζούμε σε μια εποχή όπου το emailαντικαθιστά΄ την επιστολογραφία, όπου τα άρθρα στις εφημερίδες γίνονται όλο και μικρότερα, οι εναλλαγές εικόνων στις οθόνες συχνότερες[3]». Το αεικίνητο και μεταβαλλόμενο ύφος της επικοινωνίας, που εισήχθη με το MTV, απεικονίζει επακριβώς το πνεύμα της εποχής. Ό,τι χαρακτηρίζει τη σύγχρονη εποχή είναι η αδυναμία να παραμείνεις στη θέση σου. «Δεν επιλέγεις να είσαι σε κίνηση, τίθεσαι σε κίνηση. Πρέπει να επιταχύνουμε-να γίνουμε «ευκίνητοι», «εύκαμπτοι», «να δείξουμε περισσότερη “ευελιξία”», να «προσαρμοσθούμε»[4].
Στην εποχή μας, η αιώνια επανάληψη συνυπάρχει μαζί με την αίσθηση ενός χρόνου που δε θυμάται το παρελθόν ούτε προσβλέπει στο μέλλον, ενός χρόνου που ανακυκλώνεται σε ένα αιώνιο παρόν: μια μόδα που εκθειάζει τις χαρές της αιώνιας επανάληψης που ανακαλύπτεται και στον κινηματογράφο. Στην ταινία "50 FirstDates" η ηρωίδα υποφέρει από μια διαταραχή που την κάνει να μη μπορεί να συγκρατήσει τίποτα στη βραχυπρόθεσμη μνήμη της. Ξεκινά κάθε πρωί χωρίς αναμνήσεις των προηγούμενων ημερών, γοητεύει έναν κυνηγό του ωραίου φύλου, σε σημείο που να αφιερώνει τη ζωή του στο να την κατακτά κάθε μέρα από την αρχή. Καταλήγουν σε ένα καράβι που πλέει στην ηλιόλουστη θάλασσα να ξεχνούν και να υπενθυμίζουν χαρούμενοι την αγάπη τους ο ένας στον άλλον, κάθε μέρα που ξημερώνει.
Σε μια άλλη ταινία, “η αιώνια λιακάδα ενός καθαρού μυαλού”, δύο εραστές αποφασίζουν να διαγράψουν από το μυαλό τους, ο ένας τον άλλο, έπειτα από έναν οδυνηρό χωρισμό. Έτσι ένα ζευγάρι που τα έχει περάσει όλα -τους καυγάδες, την πλήξη, τον χωρισμό- στρέφεται ο ένας στον άλλο με νέο ενθουσιασμό και με την ελπίδα ότι το νέο αυτό πρόσωπο θα εκπληρώσει όνειρα και προσδοκίες[5]. Στις ταινίες αυτές είναι χαρακτηριστική η επιδίωξη της «επαναληπτικής» ανανέωσης. Μετά την αρχική ευφορία, υπάρχει ένα ασφυκτικό αίσθημα déjàvu στην πλοκή τους καθώς όλα ανακυκλώνονται ξανά και ξανά σαν ένα αδιάκοπο καθρέφτισμα του Νάρκισσου στο νερό της λίμνης. Αυτή είναι η χαρακτηριστική αίσθηση του χρόνου της εποχής μας: ένα παρόν τέρας, ως πελώριο “Μάτριξ” ή “Τρούμαν Σώου” χωρίς δυνατότητες διαφυγής.
Ο Maurizio Lazzarato αποδίδει αυτή την αίσθηση του ανακυκλώσιμου χρόνου στην επέκταση της χρηματοπιστωτικής οικονομίας. Ενώ στο Μεσαίωνα ο χρόνος άνηκε στον Θεό, σήμερα, ως δυνατότητα, δημιουργία επιλογή και απόφαση, είναι το πρώτο αντικείμενο της καπιταλιστικής ιδιοποίησης. Το χρηματοπιστωτικό σύστημα φροντίζει ώστε οι μόνες δυνατές επιλογές και αποφάσεις να είναι αυτές του χρήματος που γεννά χρήμα, της παραγωγής για την παραγωγή.
«Ενώ στις βιομηχανικές κοινωνίες διατηρούνταν ακόμη ένας "ανοιχτός χρόνος" -με τη μορφή της προόδου ή της επανάστασης- σήμερα το μέλλον και οι δυνατότητές του, συντριμμένες από τα κολοσσιαία ποσά χρήματος που κινητοποιούνται από το χρηματοπιστωτικό σύστημα φαίνεται να έχουν μπλοκαριστεί: το χρέος εξουδετερώνει πλήρως το χρόνο, το χρόνο ως δημιουργία νέων δυνατοτήτων, δηλαδή την πρώτη ύλη κάθε ε πολιτικής, κοινωνικής η αισθητικής αλλαγής»[6].
 «Όλη η χρηματοπιστωτική καινοτομία -γράφει ο Lazzarato- δεν έχει παρά ένα σκοπό: να διαθέτει προκαταβολικά το μέλλον αντικειμενοποιώντας το. Η αντικειμενοποίηση αυτή είναι εντελώς άλλου τύπου από εκείνη του χρόνου εργασίας: αντικειμενοποίηση του χρόνου, προκαταβολική διάθεσή του σημαίνει υπαγωγή κάθε δυνατότητας επιλογής και απόφασης, την οποία κρύβει το μέλλον, στην αναπαραγωγή των καπιταλιστικών σχέσεων εξουσίας. Έτσι το χρέος όχι μόνο ιδιοποιείται τον παρόντα χρόνο απασχόλησης των μισθωτών και του πληθυσμού στο σύνολο του, αλλά προαγοράζει επίσης τον μη χρονολογικό χρόνο, το μέλλον καθενός και το μέλλον της κοινωνίας στο σύνολο της. Η αλλόκοτη αίσθηση ότι ζούμε σε μια κοινωνία χωρίς χρόνο, χωρίς δυνατότητα, χωρίς ορατή ρήξη βρίσκει την κυριότερη εξήγηση της στο χρέος»[7].
Τι απομένει από τις παραδόσεις στη (μετα)νεωτερική κοινωνία; Απομένουν, ή μάλλον επιπλέουν, διάχυτες και απογυμνωμένες από το ιερό και τελετουργικό νόημα που είχαν στις προνεωτερικές κοινωνίες ως συνήθειες -που με την κανονική επανάληψή τους προσφέρουν ένα υποκατάστατο της “οντολογικής ασφάλειας”, δηλαδή ενός πλαισίου ερμηνείας του κόσμου[8]. Απομένει η «παράδοση που είναι απογυμνωμένη από το περιεχόμενο της και εμπορευματοποιημένη μετατρέπεται είτε σε πολιτιστική κληρονομιά είτε σε κραυγαλέα κακογουστιά-μπιχλιμπίδι προς πώληση στα καταστήματα των αεροδρομίων. Η βιομηχανία της παράδοσης την πακετάρει και την ξαναπαρουσιάζει ως θέαμα»[9].
Στην μετανεωτερική κοινωνία η νεωτερική διάσπαση του χρόνου σε παρελθόν -παρόν και μέλλον παύει σιγά να υφίσταται, ο χρόνος συρρικνώνεται, γίνεται ένας παροντικός-πλανητικός χρόνος. «Είτε πρόκειται για μια μεταβατική συγκυρία είτε για μια διαρκή κατάσταση, εκείνο που παραμένει είναι πως τούτο το παρόν είναι ο καιρός της μνήμης και του χρέους, της αμνησίας στην καθημερινότητα και των προσδοκιών»[10].

Ο Πέτρος Θεοδωρίδης είναι συγγραφέας-δοκιμιογράφος. Κατεβάστε ελεύθερα την τελευταία του συλλογή  «Ακόμα και η Αριάδνη ήταν ψέμα» ή διαβάστε την online

[1]  Μάρτιν Άμις «Λονδρέζικα χωράφια» αναφέρεται στο LarsSvendsen: Η φιλοσοφία της βαρεμάρας, μτφ Παναγιώτης Καλαμαράς, εκδ.  Σαββάλας (1η έκδοση 1999) 2006, σ. 98.
[2] Π. Κονδύλης,H Παρακμή του Αστικού Πολιτισμού, εκδ. Θεμέλιο, Αθήνα1991, σ. 317.
[3] Thomas Eriksen, η τυραννία της στιγμής, μτφ Αθηνά Σιμογλου, εκδ. Σαββάλας, Αθήνα 2005, σ. 99.
[4] Pierre Andre Taguieff, Παγκοσμιοποίηση και Δημοκρατία, μτφ Νίκος Κούρκουλος, εκδ.  Εικοστού Πρώτου (2001) 2002, σ. 81- 83.
[5]  βλ άρθρο της NatashaWalter [TheGuardian] «Αγωνιώδης αναζήτηση μιας άσπιλης μνήμης, η δυστυχία να ζούμε χωρίς ιστορία και αναμνήσεις», Καθημερινή, 4-8-2004 σ. 4.
[6]  Maurizιo Lazzarato η κατασκευή του χρεωμένου ανθρώπου δοκίμιο για την νεοφιλελεύθερη κατάσταση(2011), μτφ Γιώργος Καράμπελας, εκδ.Αλεξάνδρεια 2014,σ. 71.
[7]  ό.π., σ. 69.
[8]  Giddens A in Beck U., Giddens A Lah S, Reflexive Modernization, Politics, Tradition And Aesthetics In The Modern Social Ryder, Oxford, Polity Press, 1994, p. 100-101.
[9]  Giddens A, ο κόσμος των ραγδαίων αλλαγών, μτφ ΚωνσταντινοςΓεώρμας, Μεταιχμιο 2002, σ. 86.
[10] Francois Hartog, καθεστωτικά ιστορικότητας, παραγοντισμός και εμπειρίες του χρόνου, μτφ. Δημήτρης Κουσουρής, εκδ. Αλεξάνδρεια 2014.

Τρίτη 19 Αυγούστου 2014

είστε εργαζόμενοι στον κλάδο του Τουρισμού; Δίπλα στη θάλασσα; Την έχετε βαρεθεί; ..Οργανώστε από τώρα τις διακοπές σας στο Βουνό , στο εκπληκτικό Καρπενήσι. ......

είστε εργαζόμενοι στον κλάδο του Τουρισμού;  Δίπλα στη θάλασσα;  Την έχετε  βαρεθεί;  ..Οργανώστε από τώρα τις διακοπές  σας   στο Βουνό , στο εκπληκτικό Καρπενήσι.   Ρωτήστε για τις προσφορές  του ξενοδοχείου Ελβετία  σε   εργαζόμενους στον κλάδο του Τουρισμού

ΑΠΟ ΤΟ ΚΑΡΠΕΝΗΣΙ ΣΤΟΝ ΠΡΟΥΣΟ 

https://blogger.googleusercontent.com/img/b/R29vZ2xl/AVvXsEiYKXRT2cXrFPsV1xd7PLmIDl7NVvPY9K0SfzavsLVjvsGvETpepIhIXZbRik_bIxrQ8tJqd3qXuFp1h9XuQMXZO04KlIkZ3Hj2HxCl4DnM3d4tYuW8HLFweU2EculyhGH9MvfK4n-SzI8/s1600/karpenisi1.jpg

Περα απο την Ελβετια ...Υπάρχει και το ΕΛΒΕΤΙΑ . (καρπενησίου) .

 

Η κοινωνία ως "μηχανή αποκλεισμού". Της Κατερίνας Μάτσα αναδημοσιεσυη απο ΤVXS

18:12 | 08 Απρ. 2012
Τελευταία ανανέωση 15:40 | 28 Νοε. 2013
Στην καρδιά της ορθολογικότητας της δικιάς μας κουλτούρας βρίσκεται ένας αποκλεισμός, που προηγείται οποιουδήποτε άλλου, πιο ριζικός από τον αποκλεισμό των τρελών, των παιδιών ή των κατώτερων φυλών, ένας αποκλεισμός που προηγείται όλων αυτών και χρησιμεύει ως πρότυπό τους, ο αποκλεισμός του νεκρού και του θανάτου».
[...] Προέρχονται από όλα τα κοινωνικά στρώματα, σιωπηλοί μάρτυρες μιας χωρίς προηγούμενο κρίσης της κοινωνίας και του πολιτισμού.
Ένας πραγματικός μικρόκοσμος που βιώνει καθημερινά το θάνατο, ζώντας στο κοινωνικό περιθώριο, μέσα σ’ έναν κόσμο που γεννά και συσσωρεύει καταστροφές.
Η χρήση των ναρκωτικών γι’ αυτά τα νέα παιδιά γίνεται ένα παιχνίδι ρώσικης ρουλέτας, μια διαρκής αναμέτρηση με το θάνατο.
Αναζητούν απελπισμένα τη δόση τους, γνωρίζοντας ότι κάθε δόση μπορεί να είναι η μοιραία δόση.
Ζουν μέσα στην εξαθλίωση, γνωρίζοντας ότι αυτός ο τρόπος ζωής τους εκθέτει σε μυριάδες κινδύνους (λοιμώξεις, ατυχήματα, αυτοκαταστροφικές συμπεριφορές κ.α.).
Παρ’ όλα αυτά επιμένουν.
Το κάνουν όχι από ευχαρίστηση, όπως πιστεύουν πολλοί, αλλά από ανάγκη.
Τα ναρκωτικά δεν αποτελούν αντικείμενο επιθυμίας αλλά ανάγκης.
Η εξάρτηση δεν είναι παρά ένας τυραννικός καταναγκασμός, καθημερινό μαρτύριο, που μετατρέπει τη ζωή σε κόλαση.
Για τους τοξικομανείς η προβληματική της επιθυμίας έχει μετατεθεί στο πεδίο της ανάγκης, ο θάνατος κυριαρχεί στην ψυχική σκηνή.
«Μέσα από τη χρήση των ναρκωτικών», λέει η Sylvie Le Poulichet, «επιτελείται μια διαρκής προσομοίωση θανάτου».
Η έναρξη της χρήσης ουσιών γίνεται, συνήθως, στην αρχή της εφηβείας.
Είναι η ηλικία της ανακάλυψης της άγνωστης, ακόμα, ηπείρου της σεξουαλικότητας και της συνάντησης του υποκειμένου με το ζήτημα του θανάτου.
Είναι η εποχή της αναμέτρησής του με το άγνωστο, το τυχαίο, το αβέβαιο, μέσα σε ένα φαντασιωτικό παιχνίδι, όπου το επίδικο είναι η ζωή του ή ο θάνατός του.
Από την ικανότητά του να «επιβιώσει» ψυχικά μέσα από αυτή την αναμέτρηση, από την ικανότητά του, δηλαδή, να βρει το δικό του πέρασμα προς τη ζωή, θα εξαρτηθεί το ίδιο το ψυχικό του γίγνεσθαι.
Στις περιπτώσεις όμως που υπάρχουν βαθιά ελλείμματα στον ψυχισμό του και συνθήκες κρίσης στο οικογενειακό και στο κοινωνικό περιβάλλον, τότε αυτό το πέρασμα προς τη ζωή δεν μπορεί να πραγματοποιηθεί ικανοποιητικά για το άτομο και το παιχνίδι με το θάνατο γίνεται τρόπος ζωής, που μπορεί να πάρει τη μορφή της τοξικομανίας. […]
Το βέβαιο όμως είναι ότι σ’ αυτό το μακάβριο παιχνίδι η διαρκής πρόκληση του θανάτου αποσκοπεί, βασικά στην ακύρωσή του. […]

Όταν κάνουν χρήση δεν έχουν στο μυαλό τους το θάνατο, δεν επιδιώκουν – εκτός από συγκεκριμένες ιδιαίτερες περιπτώσεις όπου συνυπάρχει ψυχοπαθολογία – να αυτοκτονήσουν. Ρισκάρουν το θάνατο για να κερδίσουν τη ζωή.
Επιδιώκουν, βασικά, να αποδείξουν –στον εαυτό τους, πρώτα απ’ όλα- ότι μπορούν να ακυρώσουν το θάνατο και να βγουν νικητές.
Κρύβουν την τρομακτική τους ανασφάλεια πίσω από την επίδειξη της –φαντασιωσικής- παντοδυναμίας που δίνουν τα ναρκωτικά. […]

Γι’ αυτό η λήψη υπερβολικής δόσης (OD) είναι τόσο συνήθης πρακτική, στην οποία ο ίδιος ελάχιστες, σχετικά, φορές δίνει το χαρακτήρα της απόπειρας αυτοκτονίας. […]
Όταν κάνει χρήση δεν υπάρχει γι’ αυτόν ο Άλλος, ως ζωντανή παρουσία στη ζωή του.
Υπάρχει μόνο το χάσμα της απουσίας, που δίνει τραγική διάσταση στη μοναξιά του.
Ο θάνατος, λοιπόν, σφραγίζει την καθημερινότητα της μίζερης ζωής τους, γιατί έχει ήδη σφραγίσει, από πριν, τον εσωτερικό ψυχικό τους κόσμο.
Μέσα σ’ αυτόν βρίσκεται, συχνά, κλεισμένος ένας αγαπημένος νεκρός που δεν μπόρεσαν να τον πενθήσουν, εγκιβωτισμένος σε μία «κρύπτη» στο εσωτερικό του Εγώ.
Το πένθος αυτού του νεκρού ήταν ανέφικτο μέσα στις συνθήκες που συντελέστηκε η μεγάλη απώλεια.
Αυτός ο ψυχικός τραυματισμός, που δεν έγινε δυνατό να μεταβολιστεί ψυχικά, μπορεί να συνδέεται με προσωπικά βιώματα, μπορεί όμως και να μεταδόθηκε από προηγούμενες γενιές και να αφορά συλλογικές εμπειρίες (της κοινότητας, του έθνους, της κουλτούρας στην οποία ανήκει η οικογένεια του συγκεκριμένου ατόμου).
Αυτό το τραύμα διαμορφώνει με πολύπλοκο και κρυπτικό, συνήθως, τρόπο τα δυναμικά της ψυχικής ζωής του ίδιου αλλά και της οικογένειάς του.
Γεννά κρύπτες και «φαντάσματα» που «στοιχειώνουν» τους ζωντανούς. […]
Η κλινική μας εμπειρία επιβεβαιώνει την παρουσία όλων αυτών των φαινομένων σε πολλούς τοξικομανείς, που προσήλθαν στον Συμβουλευτικό Σταθμό του 18 ΑΝΩ και ζήτησαν να ενταχθούν σε κάποιο από τα θεραπευτικά προγράμματα που υλοποιούνται στη Μονάδα.
Παρατηρήσαμε αρχικά ότι στο ιστορικό της οικογένειας των τοξικομανών αναφέρονται πολλοί θάνατοι, συνήθως πρόωροι και απροσδόκητοι.
Το πένθος γι αυτούς τους νεκρούς δεν έγινε εφικτό, για πολλούς λόγους, ιδιαίτερους για τον καθέναν.
Η έναρξη της χρήσης ουσιών τοποθετείται, συνήθως, χρονικά, μετά την τραυματική απώλεια και το αδύνατο πένθος της. […]
Παρατηρήσαμε στην κλινική πράξη ότι στις περιπτώσεις που υπήρχε αδύνατο πένθος η θεραπευτική διαδικασία ήταν ιδιαίτερα δύσκολη και οι υποτροπές συχνές, ακόμα και μετά την επιτυχή ολοκλήρωση του θεραπευτικού προγράμματος.
Σ’ αυτά τα άτομα αναπτυσσόταν, συχνά, μετά την απεξάρτησή τους από τα ναρκωτικά, μια εξαρτητική σχέση με το αλκοόλ, η οποία προηγούνταν της υποτροπής στα ναρκωτικά και στη συνέχεια εξελισσόταν παράλληλα. […]
Η επιθυμία να φωτιστούν και να διερευνηθούν διεξοδικά όλα αυτά τα ζητήματα υπαγορεύτηκε βασικά από την ανάγκη να συμβάλουμε, ως 18 ΑΝΩ και στο μέτρο των δυνατοτήτων μας, στο να γίνει η θεραπευτική διαδικασία της απεξάρτησης πληρέστερη, να προχωρήσει σε μεγαλύτερο βάθος και να είναι πιο αποτελεσματική.
Μ’ άλλα λόγια, διερευνήσαμε το πεδίο του θανάτου για να υπηρετήσουμε τη ζωή.

Η απώθηση του θανάτου και του πένθους
[…] Η διαδικασία του πένθους πραγματοποιείται στον τόπο της συνάντησης του ψυχικού με το κοινωνικό.
Η έκφραση του πένθους παίρνει πολλές μορφές (θρήνος, παράπονο, θλίψη, άγχος, οργή, αγανάκτηση, κ.α.).
Στους περισσότερους πολιτισμούς ο θρήνος αποτελεί την πρώτη αντίδραση στο θάνατο.
Σε όλους τους τύπους κοινωνιών οι τιμές στο νεκρό αποδίδονται μέσα από επιθανάτιες τελετές.
Πάντως ο τρόπος που εκφράζεται το πένθος σε μια κοινωνία συναρτάται στενά με την κουλτούρα της, με τον τρόπο που αφήνει ελεύθερα, προβάλλει και νοηματοδοτεί ή αντίθετα καταπνίγει και απαγορεύει να εκφραστούν τα αρνητικά συναισθήματα που γεννά η απώλεια.
Στις παραδοσιακές, τις προκαπιταλιστικές, κοινωνίες η εργασία του πένθους είχε κοινωνικό χαρακτήρα και αποτελούσε μέρος ενός τελετουργικού, στο πλαίσιο μια κοινωνικής πρακτικής, που περιελάμβανε ένα υποστηρικτικό κοινωνικό δίκτυο γύρω από τον πενθούντα και μία διαδικασία από κοινού συμμετοχής της κοινότητας στο πένθος για τον νεκρό. […]
Ο άνθρωπος σ’ εκείνες τις κοινωνίες ήταν βαθιά και άμεσα κοινωνικός και δεν διαχώριζε τον εαυτό του από τη φύση.
Η οικειότητα με το θάνατο ήταν μια μορφή παραδοχής της τάξης και της φύσης.
Από τις αρχές του 19ου αιώνα μέχρι και σήμερα, οι δημογραφικές μεταβολές, η βιομηχανική επανάσταση και η πρόοδος της Ιατρικής άλλαξαν τη στάση των ανθρώπων απέναντι στο θάνατο.
Ο θάνατος καθενός, καθώς και ο θάνατος των οικείων του, εσωτερικεύεται, απωθείται και εκδιώκεται από την καθημερινότητά του.
Η απώλεια ενός οικείου και ο χρόνος του πένθους δεν αποτελούν πλέον μια εμπειρία στην οποία συμμετέχει και το κοινωνικό σώμα.
Το πένθος στις κοινωνίες της νεωτερικότητας έχει χάσει το κοινωνικό του χαρακτήρα και έχει γίνει μια στενά ατομική υπόθεση, μια ατομική ψυχική διεργασία.
Αυτό που κυριαρχεί σε κοινωνικό επίπεδο είναι η απώθηση του θανάτου μέσα σε συνθήκες ακραίας εξατομίκευσης.
«Η σύγχρονη κοινωνία», λέει ο Αρίες, «στερεί τον άνθρωπο από το θάνατό του και δεν του τον επιστρέφει παρά μόνο εφόσον δεν πρόκειται να ταράξει τους ζωντανούς. Από την άλλη μεριά, απαγορεύει στους ζωντανούς να δείχνουν συγκινημένοι από το θάνατο του άλλου, δεν τους επιτρέπει ούτε να κλάψουν τους νεκρούς, ούτε να κάνουν ότι τους νοσταλγούν».
Σε μια κοινωνία η οποία μέσα στην κρίση της λειτουργεί ως «μηχανή αποκλεισμού», δημιουργώντας όρους κοινωνικού αποκλεισμού για ένα ευρύτατο και διαρκώς διευρυνόμενο φάσμα ατόμων και κοινωνικών ομάδων, ο μεγαλύτερος αποκλεισμός είναι αυτός του νεκρού και του θανάτου.

«Στην καρδιά της ορθολογικότητας της δικιάς μας κουλτούρας βρίσκεται ένας αποκλεισμός, που προηγείται οποιουδήποτε άλλου, πιο ριζικός από τον αποκλεισμό των τρελών, των παιδιών ή των κατώτερων φυλών, ένας αποκλεισμός που προηγείται όλων αυτών και χρησιμεύει ως πρότυπό τους, ο αποκλεισμός του νεκρού και του θανάτου».

Οι σύγχρονες πόλεις είναι χτισμένες σαν να μην υπάρχει θάνατος. Το φέρετρο είναι πολύ δύσκολο να φτάσει στον τελευταίο όροφο της πολυκατοικίας ή του ουρανοξύστη.
Κανείς πια δεν είναι διαθέσιμος για να «ξενυχτήσει» τον νεκρό στο σπίτι του το τελευταίο βράδυ πριν από την ταφή και να συμπαρασταθεί στους πενθούντες συγγενείς του. […]
Σ’ αυτές τις δύσκολες στιγμές απουσιάζει τραγικά ένα υποστηρικτικό δίκτυο ανθρώπων γύρω από τους πενθούντες, για να μοιραστεί μαζί τους τον πόνο της απώλειας και να θρηνήσει τον νεκρό.
Όμως η εμπειρία του πένθους χρειάζεται, οπωσδήποτε, έναν συνομιλητή για να βιωθεί και να εκφραστεί με λόγια, να μιληθεί. […]
Ο θάνατος του προσφιλούς προσώπου πρέπει να εγγραφεί κοινωνικά, να πάρει το χαρακτήρα μιας κοινής «μαρτυρίας», μιας από κοινού συμμετοχής στον πόνο της απώλειας, ενός συλλογικού θρήνου.
Η απουσία αυτού του κοινωνικού συνομιλητή που μπορεί να λειτουργήσει για τους πενθούντες ως υποστηρικτικό δίκτυο οδηγεί στην αποκοινωνικοποίηση και τελικά στην απώθηση του πένθους.
Ο βαθμός της απώθησης του πένθους σε κοινωνικό επίπεδο αποτελεί δείκτη του βαθμού αποξένωσης των ανθρώπων, μέτρο της κοινωνικής αλλοτρίωσης.
Μέσα στις συνθήκες που ορίζονται από την κυρίαρχη σήμερα ιδεολογία του ατομικισμού διαμορφώνεται ο ψυχισμός της νέας γενιάς, της γενιάς «χωρίς μέλλον» (generation no future”) και εμφανίζεται πολύμορφα η αδυναμία της, σε συλλογικό επίπεδο, να επιτελέσει το πένθος της για ένα καλύτερο μέλλον, που δικαιούται, αλλά της το στερούν.
Μήπως, λοιπόν, αυτό το αδύνατο πένθος των νέων της εποχής μας γίνεται ένας από τους παράγοντες που πυροδοτούν, σε τόσο μεγάλη έκταση, τις αυτοκαταστροφικές συμπεριφορές τους; Μήπως η σημερινή κοινωνία του θεάματος είναι ανίκανη να πενθήσει επειδή έχει μετατρέψει και τον ίδιο το θάνατο σε θέαμα;
Ακόμα και οι μαζικοί θάνατοι των πολέμων, των βομβαρδισμών, των μαζικών καταστροφών δεν αντιπροσωπεύουν για τον θεατή τους – που τους παρακολουθεί στην τηλεόραση, αμέτοχος, με το αίσθημα της ασφάλειας που παρέχει ο ιδιωτικός του χώρος- παρά απλές τηλεοπτικές εικόνες που συντηρούν την ψευδαίσθηση ότι ο θάνατος δεν τον αφορά προσωπικά, είναι κάτι ξένο προς αυτόν, δεν επηρεάζει την καθημερινότητά του.
Πίσω από αυτή την αδυναμία του μέσου ανθρώπου της εποχής μας να αποδεχτεί το θάνατο και να μιλήσει ανοιχτά για αυτόν, βρίσκεται η αδυναμία του να πενθήσει τους νεκρούς του.
Βρίσκεται η ανικανότητά του να επεξεργαστεί ψυχικά τον τραυματισμό της απώλειας και να τον επουλώσει.
Βρίσκεται μια βαθιά ελλειμματική λειτουργία συμβολοποίησης και μετουσίωσης.
Γι’ αυτό δεν αντέχει τον ψυχικό πόνο και προσπαθεί με κάθε τρόπο να τον ναρκώνει.
Ακόμα και στις κορυφαίες στιγμές του αποχαιρετισμού του νεκρού, κατά την τελετή της ταφής του, οι πενθούντες, συγγενείς και φίλοι, παρευρίσκονται συνήθως με ναρκωμένες τις αισθήσεις από τα ηρεμιστικά που καταναλώνουν.
Μ’ αυτόν τον τρόπο, βέβαια, μπλοκάρουν ακόμα περισσότερο τη διαδικασία του πένθους, τη στιγμή ακριβώς που θα έπρεπε να αρχίσει.
«Τελικά», λέει ο Αρίες, «καταλήγει κανείς να αναρωτηθεί αν μεγάλο μέρος της σημερινής κοινωνικής παθολογίας πηγάζει από την τοποθέτηση του θανάτου έξω από την καθημερινή ζωή, από την απαγόρευση του πένθους και του δικαιώματος να πενθούμε τους νεκρούς μας».

Αποσπάσματα από το νέο βιβλίο της Κατερίνας Μάτσα, «Το αδύνατο πένθος και η κρύπτη» Ο τοξικομανής και ο θάνατος, των εκδ. Άγρα.

Η ψυχίατρος Κατερίνας Μάτσα γεννήθηκε το 1947 στη Νέα Αρτάκη Ευβοίας. Σπούδασε Ιατρική στην Αθήνα και Ψυχιατρική στο Παρίσι και την Αθήνα. Είναι η γυναίκα του Σάββα Μιχαήλ.
Εργάζεται στο Ε.Σ.Υ., στο Ψυχιατρικό Νοσοκομείο Αττικής, το γνωστό Δαφνί, από το 1974 μέχρι σήμερα. Είναι η επιστημονική υπεύθυνη της Μονάδας Απεξάρτησης Τοξικομανών Ψ.Ν.Α. - 18 ΑΝΩ και εκδότρια του περιοδικού "Τετράδια Ψυχιατρικής".
Το 2001 κυκλοφόρησε στις Εκδόσεις "Άγρα" το βιβλίο της "Ψάξαμε ανθρώπους και βρήκαμε σκιές... Το αίνιγμα της τοξικομανίας" το 2006 "Η περίπτωση Ευρυδίκη - Κλινική της τοξικομανίας" και "Ψυχοθεραπεία και τέχνη στην απεξάρτηση - Το "παράδειγμα" του 18 Άνω (2008).

---

Δευτέρα 18 Αυγούστου 2014

Νεωτερικότητα και χρόνος tvxs.gr


Νεωτερικότητα και χρόνος

09:23 | 26 Ιουλ. 2014
Πέτρος Θεοδωρίδης
Η νεωτερική κοινωνία ήταν (και είναι ακόμα σε μεγάλο βαθμό) μια ‘’έντυπη’’ κοινωνία, μια κοινωνία όπου εμφανίζεται και κυριαρχεί η τυπογραφία, η εφημερίδα’’ (αυτή η «νεώτερη καθημερινή προσευχή» με τα λόγια του Χέγκελ) και το τυπωμένο βιβλίο. Με τη μαζική έντυπη επικοινωνία κυριαρχεί ο γραπτός λόγος, το κείμενο. Γίνεται δυνατή η επικοινωνία με ανθρώπους πού βρίσκονται σε άλλο τόπο και σε άλλο χρόνο, διασπάται δηλαδή η προηγούμενη συμπόρευση χώρου και χρόνου. Ακόμα ο χρόνος θεωρείται (και γίνεται) ανοδικός, προοδευτικός. Η αξία της παράδοσης εγκαταλείπεται και λατρεύεται το μέλλον, η πρόοδος. Η νεωτερικότητα επέφερε “μια βαθιά αλλαγή στην χρονική δομή της ανθρώπινης εμπειρίας, στην οποία το μέλλον γίνεται ένας πρωταρχικός προσανατολισμός για την φαντασία και δραστηριότητα”[1].
Αν στην παραδοσιακή (μεσαιωνική) αντίληψη επικρατούσε η “ταυτοχρονία”, δηλαδή η αξεδιάλυτη συνύφανση παρελθόντος και μέλλοντος εντός του παρόντος, στην νεώτερη κατανόηση του χρόνου, παρελθόν, παρόν και μέλλον σαφώς διαχωρίζονται, ως τμήματα μιας διαδοχικής προοδευτικής ανέλιξης. Αρχικά το μέλλον (ως ουτοπία) και αργότερα το παρελθόν (ως παράδοση) γίνονται πεδία αναφοράς, σκηνοθεσίας, νοηματοδότησης του παρόντος. Αυτή η διπλή ανάδυση του ομοιογενούς «άδειου» χώρου και χρόνου ήταν η προϋπόθεση και το αποτέλεσμα μαζί της νέας καπιταλιστικής οικονομίας όπου κυριαρχεί η αφαίρεση του εμπορεύματος. Η οικονομία αυτή αναπτύχθηκε (και) χάρη στην παρέμβαση του νεωτερικού κράτους.
Ο νέος ενοποιημένος χώρος-διάστημα εννοήθηκε και ως χώρος ανταλλαγής εμπορευμάτων, ως αγορά. Και ο νέος ομοιογενής, άδειος χρόνος εννοήθηκε ως χρόνος πραγμάτων, εμπορευμάτων πού παράγονται ομοιόμορφα, σε σειρές. “Αυτή η παράσταση του χρόνου ως ομοιογενούς ευθύγραμμου και κενού -γράφει ο GiorgioAgamben- γεννιέται από την εμπειρία της εργασίας… και κατακυρώνεται από τη νεωτερική μηχανική που παγιώνει το πρωτείο της ομοιόμορφης ευθύγραμμης κίνησης έναντι της κυκλικής […]”[2]Και όπως έγραφε ο Παναγιώτης Κονδύλης “η αστική αίσθηση του χρόνου ανταποκρίνονταν στην νευτώνεια διδασκαλία για τον χρόνο: ο χρόνος υφίσταται ως μέγεθος [..]κενό περιεχομένου, είναι επομένως μέγεθος διαθέσιμο και όλο το ζήτημα είναι το τι κάνει καθ ένας μαζί του, δηλαδή πώς τον γεμίζει και πώς τον διαμορφώνει”[3].
Σ’ όλη τη διαδρομή του 19ου και στο μεγάλο μέρος του 20ου αιώνα η νεωτερικότητα θριαμβεύει μαζί με το μύθο της: μύθο φαουστικό, μύθο της καινοτομίας που αντιμετωπίζει και θριαμβεύει στον αγώνα της με τη φύση, τη δεισιδαιμονία, τη σπάνι. Απαξιώνει την παράδοση, ως οπισθοδρόμηση, πρόληψη, Κινείται με λόγους σχεδόν πολεμικούς, με πρόγραμμα να αναπτύξει μια αντικειμενική επιστήμη, μια οικουμενική ηθική και λογική[4]. Ο λόγος της είναι λόγος της προόδου, λόγος της ορθολογικής γνώσης, της βασισμένης σε επιχειρήματα γνώσης που αποτελούσε εν τέλει δύναμη σύμφωνα και με τον περίφημο αφορισμό του Αυγούστου Κοντ “savoir pour prevoir pour pouvoir”.Λόγος της γνώσης-αξίας στο βαθμό που επέτρεπε στις ανθρώπινες υπάρξεις να αποκτήσουν συνείδηση του εαυτού τους αλλά και γνώσης-εργαλείου στο βαθμό που τους επέτρεπε να ελέγχουν το φυσικό και το κοινωνικό τους περιβάλλον “Ο διαφωτισμός συμπεριφέρεται στα πράγματα όπως ένας δικτάτορας στους ανθρώπους. Τους γνωρίζει στο βαθμό που μπορεί να τους χειραγωγήσει’”[5].
Η διαλεκτική της νεωτερικότητας και του διαφωτισμού της «απομυθοποίησης» σημαίνεται και από την εξορία τουφόβου. Τίποτε πια δεν έπρεπε να υπάρχει “έξω”, γιατί η απλή ιδέα του “έξω” έγινε η καθαυτή πηγή του τρόμου. Ο νεωτερικός κόσμος οικοδομήθηκε πάνω στην εξορία του φόβου, του ανοίκειου. Οι συλλογικές ταυτότητες εξάγνιζαν τα μέλη των κοινωνικών ομαδώσεων από την απειλητική μυρωδιά του άγνωστου: Για το νεωτερικό κόσμο το παράξενο και ο φόβος, που αυτό ενέπνεε, εξορίστηκαν κατ’ αρχήν στον παρελθόντα χρόνο μαζί με την πρόληψη και την άγνοια. Η νεωτερική ουτοπία δεν επέτρεπε σκοτεινές γωνίες στον αισιόδοξο ολοφώτεινο κόσμο της
Η νεωτερική κοινωνία
Κυρίαρχος τύπος κοινωνικής οργάνωσης στη νεωτερικότητα δεν ήταν πια η κοινότητα, αλλά η κοινωνία, η πόλη. Από τον 19ο αιώνα η κοινωνία αναδεικνύεται -όλο και πιο βαθιά- σε πεδίο αναφοράς της πολιτικής, καθημερινής πολιτικής νομιμοποίησης. η “κοινωνία” έγινε ο τόπος της ιδέας της προόδου, της φυγής προς τα εμπρός. Κι αυτή η κοινωνία που ατέρμονα διεκδικούσε από το κράτος παραχωρήσεις, χώρο για την ανάπτυξή της, που φαντάζεται τον εαυτό της σφριγηλά νεανικό, θεωρείται πάνω από όλα μια κοινωνία παραγωγών, που βάσιζε το ήθος της στις επιτυχίες της βιομηχανικής επανάστασης. Το σύμβολο της τελευταίας, το τρένο, με την ασταμάτητη δύναμή του, έγινε και ο νέος’’ μύθος’’ της κοινωνίας του 19ου αιώνα, που αντικατέστησε τις παλαιότερες ’’φυσικές’’ μεταφορές της ‘’θύελλας’ ’’ορμής’’ ή ‘’λάβας’’ των επαναστατικών κινημάτων του 18ου αιώνα Όπως έγραφε ο Χάινε (“ο αιώνας μας”) “τρέχει πάνω σε σιδερένιες ράγες προς έναν ακτινοβόλο, υπέροχο σκοπό[6].
 Αυτή η κοινωνία έβλεπε τον εαυτό της να βρίσκεται κάτω από ένα κράτος -παράσιτο, μηχανικό, στεγνό, στυγνό, ξένο εν τέλει ως κάτι άχρηστο, δυσκίνητο απομεινάρι καταναγκασμού. Η ανάπτυξη της κοινωνίας σήμαινε ανάμεσα στα άλλα και την απορρόφηση, κατάργηση ή ελαχιστοποίηση του κράτους από την κοινωνία. Από τη φιλελεύθερη πρόταση του κράτους-νυχτοφύλακα, τη μαρξιστική ουτοπία του μαρασμού του κράτους, ως την προυντονική αναρχική-ομοσπονδιακή πρότασή του, ο κρατικός Λεβιάθαν αντιμετωπίζεται σαν ένα ημιθανές κήτος που πρέπει να τεμαχισθεί, και να καταβροχθιστεί από τη ζωντανή-παραγωγική κοινωνία. Και όσο αυτό δεν ήταν ακόμα δυνατό, γιατί οι σπασμοί του το έκαναν ακόμα επικίνδυνο, το θηρίο έπρεπε να ημερωθεί, αλυσοδεθεί (όπως ο Γκιούλιβερ από τους Λιλιπούτειους), με νόμους, συμβόλαια, περιορισμούς και ελέγχους. Το κράτος όφειλε να γίνει ‘’νυχτοφύλακας ‘’ ή ‘’τροφός’’ της κοινωνίας πριν οριστικά σβήσει.
Νεωτερικότητα: Η επινόηση της παράδοσης
Η νεωτερική κοινωνία είναι εκείνη που επινοεί την παράδοση. Ο όρος ''επινοημένη παράδοση’’ αναφέρεται στην παράδοση που σχηματίζεται με μια διαδικασία τυποποίησης, που χαρακτηρίζεται από αναφορά στο παρελθόν, που επιβάλλεται με την επανάληψη[7], η οποία αυτόματα υπαινίσσεται συνέχεια με το παρελθόν μιας επιλεγμένης ιστορικής περιόδου. Η ιδιαιτερότητα των επινοημένων παραδόσεων είναι ότι αυτή η συνέχεια με το παρελθόν είναι σε μεγάλο βαθμό τεχνητή. «Το ετήσιο χριστουγεννιάτικο διάγγελμα του μονάρχη στη Βρετανία αποτελεί πια παράδοση. Ωστόσο εγκαινιάστηκε μόλις το 1932» «Αυτός που επινόησε την κοντή φούστα κιλτ  δεν ήταν κάποιος αρχαίος Σκοτσέζος αλλά ένας Άγγλος βιομήχανος, ο Τόμας Ρόλινσον, που ζούσε στο Λανκασάιρ στις αρχές του 19ου αιώνα. Ήθελε να αλλάξει τις φορεσιές των ορεσίβιων Σκότων, για να τις κάνει πιο άνετες για τους εργαζόμενους»[8].

*Ο Πέτρος Θεοδωρίδης είναι συγγραφέας των δοκιμίων «οι μεταμορφώσεις της ταυτότητας: έθνος, νεωτερικότητα, εθνικιστικός λόγος» και «η απατηλή υπόσχεση της αγάπης: πάθη, εαυτός, έθνος» και των συλλογών «όταν συναντηθούμε ξανά» και «Ακόμα και η Αριάδνη ήταν ψέμα»
[1]    Peter Berger,Towards a critique of Modernity, in Facing up to Modernity, ed. Penguin, 1979 σ 9
[2]    GiorgioAgamben, Χρόνος και Ιστορία, Κριτική του Στιγμιαίου και του Συνεχούς, μτφ Δημήτρης Αρμάος, εκδ. Ίνδικτος, Αθήνα 2003, σ. 24.
[3]    ΠαναγιωτηςΚονδυλης, Η Παρακμή του Αστικού Πολιτισμού, εκδ. Θεμέλιο, 1991, σ. 88.
[4]   J. Habermas, οp. citστο HarveyD, The condition of post modernity, Blackwell Cambridge 1989, p. 12.
[5]   Αντόρνο& Χορκχάιμερ η διαλεκτική του διαφωτισμού, εκδ. Ύψιλονσ. 24.
[6]   στοEckartPankoke, Social movement, Εconomy and Society, Vol 11 Number 3 August 1982 σ. 320.
[7]   Eric Hobsbawm, Introduction, Inventing  Tradition, στο E.Hobsbawm,T Ranger Inventing  Tradition,CambridgeUniversity Press, 1984, p. 4.
[8]   A. Giddens, O κόσμος των ραγδαίων αλλαγών, πώς επιδρά η παγκοσμιοποίηση στη ζωή ας, μτφ Κωνσταντίνος Γεώρμας, εκδ. Μεταίχμιο σ. 78, 82-83.

Διαβαστε το εξαιρετικο αρθρο του ΑΝΤΩΝΗ ΛΙΑΚΟΥ tovima.gr - Καλώς ήρθατε στον 21ο αιώνα! www.tovima.gr

Διαβαστε το εξαιρετικο αρθρο του ΑΝΤΩΝΗ ΛΙΑΚΟΥ
tovima.gr - Καλώς ήρθατε στον 21ο αιώνα!
www.tovima.gr
To τέλος του σύντομου 20ού αιώνα συνοδεύτηκε με προσδοκίες ενός κόσμου ειρηνικού, μιας νέας τάξης πραγμάτων βασισμένης στη φιλελεύθερη δημοκρατία, τη χωρίς σύνορα και περιορισμούς αγορά και το βορειοατλαντικό σύστημα ασφαλείας. Η δεκαετία του '90 φαινόταν ως το απόγειο του δυτικού πολιτισμού. Ηταν όμως η στιγμή που Ευρώπη και Αμερική άρχισαν να χάνουν την πρωτοκαθεδρία τους. Ο νέος μετααποικιακός κόσμος που αναδύθηκε σε αυτές τις δυόμισι δεκαετίες περιελάμβανε την ανάδυση της Κίνας, της Ινδίας και των BRICS, καθώς και των Next Eleven. Οι αναδυόμενες μεγάλες και μεσαίες οικονομίες άλλαξαν την οικονομική γεωγραφία του πλανήτη. Δεν θα μπορούσε αυτός ο κόσμος να εγκαινιάσει μια νέα εποχή;

Εκείνο που εγκαθιδρύθηκε ήταν η ανισορροπία, η ασυμμετρία ανάμεσα στην οικονομική ευρωστία, την πολεμική δύναμη και την πολιτική επιρροή, η ανισότητα ανάμεσα σε χώρες και στο εσωτερικό τους, η ρευστότητα, η ανομία εν τέλει. Το τέλος του ενός αιώνα και οι αρχές του επομένου δεν δημιουργούν ένα συνεκτικό αφήγημα που να έχει νόημα και να μπορεί να εμπνεύσει πολιτικές. Δεν μοιάζει ούτε με την αποικιακή τάξη που επέβαλαν στον κόσμο οι πέντε μεγάλες δυνάμεις του 19ου αιώνα ούτε με τον διπολικό κόσμο του δεύτερου μισού του 20ού αιώνα. Δεν υπάρχει καμία ιδέα που να κυριαρχεί, όπως ήταν τους δύο περασμένους αιώνες διαδοχικά η εκπολιτιστική αποστολή της Ευρώπης, η ιδέα της εθνικής αυτονομίας και της συνεργασίας των λαών ή η ιδέα ενός καινούργιου προοδευτικού κόσμου.

Από το 1989 άνοιξαν τέσσερις μεγάλοι κύκλοι αίματος. Ο πρώτος αφορά τον χώρο του πρώην υπαρκτού σοσιαλισμού. Αρχικά στα Δυτικά Βαλκάνια, ύστερα στον Καύκασο και στα νότια της Ρωσίας, απειλεί τώρα μια μείζονα κρίση ανάμεσα στη Ρωσία και στη Δύση γύρω από την τύχη της Ουκρανίας. Ο δεύτερος κύκλος αίματος αφορά τη ζώνη του Ισλάμ, από το Πακιστάν έως τη Λιβύη, χωρίς να αφήνει εκτός του κύκλου βίας την Ινδονησία αλλά και τις μεγάλες πρωτεύουσες της Δύσης, αρχής γενομένης από τη Νέα Υόρκη, το 2001. Ο τρίτος κύκλος αφορά την Υποσαχάρια Αφρική, όπου οι εμφύλιοι ενδημούν μαζί με την ξηρασία και τις αρρώστιες. Τέλος, ο τέταρτος κύκλος αφορά τις μάζες των απελπισμένων ανθρώπων, τα εκατομμύρια των προσφύγων που θαλασσοπνίγονται ή πεθαίνουν προσπαθώντας απεγνωσμένα να αποδράσουν από τις χώρες των πολέμων, της βίας, της κλιματικής αλλαγής και της στέρησης.

Οι κύκλοι αυτοί του αίματος μεγεθύνονται γιατί ανατράπηκαν οι παλιές ισορροπίες χωρίς να αποκατασταθούν καινούργιες και λειτουργούν σε ένα πλαίσιο αυτοεκπληρούμενων προφητειών που τρέφει την αλαζονεία και την αδιαλλαξία. Χαρακτηριστική είναι η συμμετρία ανάμεσα στην αμερικανική πολιτική και στον ισλαμικό εξτρεμισμό. Από την αδιέξοδη υποστήριξη του Ισραήλ, από το 1967, έως τον πόλεμο στην τρομοκρατία, η Αμερική και ο δυτικός κόσμος έκαναν τα πάντα για να εκπληρώσουν τις προφητείες των ακραίων ισλαμιστών για την κακόβουλη Δύση. Και αναλογικά, οι ακραίοι ισλαμιστές, με τη βιαιότητα της θρησκευτικής ισοπέδωσης λαών και ιθαγενών πολιτισμών, τροφοδοτούν συστηματικά το ιδεολογικό οπλοστάσιο των στρατιωτικών επεμβάσεων. Κάπως έτσι το Ιράκ, μια χώρα με ισχυρές κοσμικές παραδόσεις, μετά το «Σοκ και δέος» διαλύεται με αναπεπταμένες τις θρησκευτικές σημαίες. Η καταστροφή ενός secular κράτους άνοιξε την πόρτα για μια post secular εποχή. Η πολιτική αυτή υπονόμευσε την αξιοπιστία των φιλελεύθερων αρχών και  κυρίως την αναφορά στα ανθρώπινα δικαιώματα. Το Γκουαντάναμο και η επιβολή της σαρία δεν είναι διαφορετικής ποιότητας φαινόμενα. Καθρεφτίζεται το ένα στο άλλο.

Υπήρξαν αντιδράσεις σε αυτόν τον κόσμο της ιδεολογικής εσχατολογίας; Υπήρξαν. Hταν οι επαναστάσεις της Αραβικής Ανοιξης. Το 2011 υπήρξε ένα καινούργιο «1848» το οποίο αντιτάχτηκε και στον δυτικό οριενταλισμό και στην ισλαμική τρομοκρατία και στις στρατιωτικές δικτατορίες. Πολεμήθηκε ανελέητα από όλους. Η αιματηρή παλινόρθωση της δικτατορίας στην Αίγυπτο έγινε με την επαίσχυντη συνενοχή του δυτικού κόσμου. Η καινούργια υποτροπή της κρίσης στη Λιβύη και στη Συρία είναι παράγωγο αυτής της ήττας. Παρά τον πόλεμο εναντίον της τρομοκρατίας, η Αλ Κάιντα από τρομοκρατικό δίκτυο διαθέτει πλέον στρατό και επικράτεια!  

Εχουν κάτι κοινό αυτοί οι κύκλοι πέραν του αίματος; Η διαχείριση των ενεργειακών πηγών είναι μια προφανής, ίσως και εύκολη απάντηση. Αλλά το ζήτημα είναι βαθύτερο: αφορά τη σχέση ανάμεσα στους ανθρώπινους πληθυσμούς και στις δυνατότητες ή στις αντοχές του πλανήτη. Η κρίση της μετανάστευσης και οι εμφύλιοι της Αφρικής δεν βρίσκονται συχνά στα πρωτοσέλιδα, αλλά αφορούν γιγαντιαίες μετακινήσεις πληθυσμών που οφείλονται στις κλιματικές αλλαγές και στις αλυσιδωτές επιπτώσεις τους πάνω στις κοινωνίες. Με τη σειρά της η μαζική μετανάστευση πυροδοτεί νέες σειρές γεγονότων. Πολλαπλότητα και διαφορετικότητα των αιτιών στους τέσσερις κύκλους του αίματος, αλλά στο βάθος της εικόνας θα διακρίνουμε μια ζοφερή, όχι απλώς ιστορική, αλλά ανθρωπολογική κρίση. Αν ο κόσμος βάδιζε με βάση την αναγνώριση των αναγκών του, θα είχε εμπεδωθεί μια ριζοσπαστική πολιτική που θα προσάρμοζε τις κοινωνικές ανάγκες στους μεσο- και μακροπρόθεσμους στόχους της συμβίωσης με το φυσικό περιβάλλον. Αντ' αυτού ζούμε την παράνοια εντός της λογικής. Το παρελθόν, με τις εμμονές του, δεν τυραννά τους ζωντανούς. Γίνεται αιμοδιψές παρόν. Τα ξεφτίδια της Ιστορίας σκοτώνουν.

Τα τελευταία 25 χρόνια αύξησαν τον συνολικό παγκόσμιο πλούτο, στις πρώην αποικιακές χώρες σημειώθηκε αλματώδης ανάπτυξη, αλλά έγιναν αβυσσαλέες οι ανισότητες σε ολόκληρο τον πλανήτη. Μαζί με την αλλαγή της φιλοσοφίας του κράτους, της σχέσης οικονομίας και πολιτικής, είδαμε την αλλαγή της μορφής των πολέμων. Η ισορροπία του διπολικού πυρηνικού τρόμου αντικαταστάθηκε από μια γενική ανασφάλεια των επιλεκτικών κτυπημάτων με θύματα κυρίως στον άμαχο πληθυσμό. Τα εγκλήματα πολέμου έγιναν η κανονικότητα του πολέμου. Η ανθρωπότητα πέρασε σε μια καινούργια τεχνολογικά εποχή η οποία αποσταθεροποίησε σε βάθος τους παλιούς κανόνες κοινωνικής συμβίωσης. Υπάρχουν νησίδες σταθερότητας; Στην Ευρώπη ένα στα πέντε παιδιά ζει κάτω από το όριο της φτώχειας και οι αυξανόμενες ανισότητες στην εκπαίδευση και στην ιατρική περίθαλψη θα διαφοροποιήσουν τους πληθυσμούς με τρόπο που ο 21ος θα ανακαλεί τον Aldus Huxley. Και σε ποιες ευρωπαϊκές χώρες διαπιστώνεται η μεγαλύτερη δυναμική ανισοτήτων; Στη Βρετανία και στην Ελλάδα... Welcome to the brave new world!

Κυριακή 17 Αυγούστου 2014

ΑΝΤΩΝΗ ΛΙΑΚΟΥ Το ιστορικό υπόβαθρο της Κρίσης στην Ουκρανία. αναδημοσιευση ΑΠΟ ΤΟ http://antonisliakos.gr/2014/03/09

Το ιστορικό υπόβαθρο της Κρίσης στην Ουκρανία

πηγη
http://antonisliakos.gr/2014/03/09/%CF%84%CE%BF-%CE%B9%CF%83%CF%84%CE%BF%CF%81%CE%B9%CE%BA%CF%8C-%CF%85%CF%80%CF%8C%CE%B2%CE%B1%CE%B8%CF%81%CE%BF-%CF%84%CE%B7%CF%82-%CE%BA%CF%81%CE%AF%CF%83%CE%B7%CF%82-%CF%83%CF%84%CE%B7%CE%BD-%CE%BF/
(άρθρο στο σημερινό Βήμα)

Στη δεκαετία του ’90, στην Οδησσό, όταν παντού έβλεπες ουκρανικές σημαίες και άκουγες για το ουκρανικό παρελθόν της πόλης, μια ηλικιωμένα κυρία, ελληνίδα της Οδησσού, μου έλεγε:  “Από που έως που αυτή η πόλη είναι ουκρανική; Εδώ ζούσαν και ζουν Ρώσοι, Εβραίοι και Έλληνες”. Η Οδησσός ήταν μια αυτοκρατορική πόλη που ιδρύθηκε από την Αικατερίνη το 1794, δυο χρόνια μετά την εκδίωξη των Τούρκων και την ήττα των Τατάρων. Αυτοκρατορικές πόλεις ήταν επίσης η Σεβαστούπολη και η Συμφερούπολη,  τα μεγάλα κέντρα της Κριμαίας, ιδρυμένες εκείνη την εποχή και με πρόσκληση εποικισμού προς ελληνικούς πληθυσμούς.  Πώς λοιπόν η Οδησσός και η Κριμαία, βρέθηκαν στην Ουκρανία;
Η διάλυση της ΕΣΣΔ μετά το 91 δεν ακολούθησε εθνικές διαφοροποιήσεις, αλλά τα διοικητικά σύνορα εντός της παλιάς ΕΣΣΔ, στα οποία οι εθνότητες ήταν αναμεμειγμένες σκόπιμα ώστε να μην δημιουργήσουν εστίες εξουσίας. Από εθνολογική άποψη η παλιά ΕΣΣΔ ήταν ένα σύνθετο και πολύπλοκο διοικητικό σύστημα ισορροπιών και αλληλοεξουδετερώσεων. Γι αυτό είναι παρακινδυνευμένο να απολυτοποιούνται τα εθνικά τα σύνορα  που προέκυψαν το 1991.
Η Ουκρανία είναι  μια τέτοια βαθειά διαιρεμένη χώρα ανάμεσα στην ανατολή (όπου ζουν κυρίως Ρώσοι και ορθόδοξοι) και στη δύση (κυρίως ουκρανοί, ρουθηνοί και ουνίτες).  Υπάρχει επίσης εθνολογική διαφοροποίηση ανάμεσα στις πόλεις και στα χωριά.  Η βαθειά διαιρετική γραμμή που εμφανιζόταν σε όλες τις εκλογές ανάμεσα σε ανατολική και δυτική Ουκρανία, εκφράζει ιστορικές διαφοροποιήσεις   ως προς την ιστορία των περιοχών αυτών. Οι δυτικές περιοχές  έγιναν θέατρα πολέμων και κυριαρχιών ανάμεσα στους Πολωνούς, Λιθουανούς, Αυστριακούς και Ρώσους και τα σύνορα δεν ακολουθούν εθνολογικά κριτήρια ούτε προς τα δυτικά, ούτε προς τα ανατολικά. Εκφράζει όμως και το μεγάλο τραύμα του Ουκρανικού λιμού στη δεκαετία του 1930 στην οποία η δυτική Ουκρανία σπάρθηκε με τα κόκκαλα εκατομμυρίων αγροτών (oι υπολογισμοί, δύσκολοι και πολιτικά εμπρόθετοι, κυμαίνονται από 2.8 έως 7.5 εκατομμύρια). Ο λιμός αυτό αποτέλεσμα της βίαιης κολλεκτιβοποίησης, αναγνωρίστηκε από την Ουκρανία αλλά και από άλλες χώρες,  ως γενοκτονία και περιγράφεται με τον όρο Holodomor. Τα  αισθήματα αντεκδίκησης  ξεδιπλώθηκαν με την εκτεταμένη και μαζική  συμμαχία των ουκρανών εθνικιστών με τους Ναζί, στον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο, τόσο απέναντι  στους Ρώσους όσο κυρίως με την ενεργό συμμετοχή     στην εξόντωση των Εβραίων. Στην Ουκρανία ζούσαν μεγάλες εβραϊκές κοινότητες. Σύμβολο αυτών των σφαγών είναι το  Μπάμπι γιαρ, όπου σε μια μόνη μέρα εκτελέστηκαν 30.000 εβραίοι, αναγκασμένοι να ξαπλώνουν διαδοχικά πάνω στα προηγούμενα πτώματα γυμνοί, για να διευκολυνθεί η ταφή τόσων πτωμάτων. Οι Ουκρανοί θεωρούσαν τους Εβραίους συνεργάτες των μπολσεβίκων και συνένοχους για τα δεινά τους. Η επέλαση του κόκκινου στρατού το 1944-45, σήμαινε  τιμωρία και  αντίποινα για τους συμμάχους και συνεργάτες των Ναζί, την μαζική έκταση των οποίων ελάχιστα γνωρίζουμε.  Καταλαβαίνει κανείς το σύνθετο της κατάστασης, τα αισθήματα αντεκδίκησης και τους ανοιχτούς λογαριασμούς όχι μόνο από το 1989, που φαίνεται πως δεν τελείωσε ακόμα, αλλά και από τον δεύτερο παγκόσμιο πόλεμο, και από το μεσοπόλεμο. Μπορούμε να αντιληφθούμε επίσης και το ιστορικό υπόστρωμα των ναζιστών στη χώρα αυτή.
Όταν η Ουκρανία ανεξαρτητοποιήθηκε το 1991, μέσα σε μια νύχτα ο μισός πληθυσμός της αναγκάστηκε να μάθει ταχύτατα ουκρανικά, τα βιβλία ιστορίας ξαναγράφηκαν και χιλιάδες ιστορικών που έως τότε δίδασκαν την σοβιετική ιστορία τώρα θα έπρεπε να επινοήσουν την ουκρανική ιστορία. Συγγραφείς, ήρωες, μνημεία, τοπονύμια και χρονολογίες, άλλαξαν εθνολογικό πρόσημο. Όσους γνωρίζαμε ως Ρώσους έγιναν τώρα Ουκρανοί. Και εδώ θα πρέπει όμως να υπομνήσουμε  ότι το εθνικό όνομα Ρώσος είναι διφυές.  Δείχνει και τους εθνολογικά Ρώσους, αλλά και τους κατοίκους της ρωσικής αυτοκρατορίας.
Οι πολιτικοί αναλυτές τονίζουν κυρίως τους γεωπολιτικούς ή ενεργειακούς λόγους της κρίσης. Ωστόσο η κρίση αυτή γίνεται με τη μαζική συμμετοχή ανθρώπων, έχει τα χαρακτηριστικά εμφύλιας διαμάχης. Οι άνθρωποι δεν είναι  πιόνια, αλλά διαμορφώνονται μέσα από τις αντιλήψεις που έχουν για την ιστορία, μέσα από τα συναισθήματα που τους δημιουργεί η εμπλοκή με το παρελθόν τους. Οι δηλώσεις και οι αποφάσεις των πολιτικών δεν μπορούν να προσφέρουν   συνδιαλλαγή,   μεσολάβηση,   συμφιλίωση των ανθρώπων με το παρελθόν τους. Δεν είναι άλλωστε αυτός ο στόχος τους.
Θα υπάρξει ένας δεύτερος Κριμαϊκός πόλεμος; Έχουμε ξεχάσει τον πρώτο κριμαϊκό πόλεμο που έγινε το 1853-56, ανάμεσα στη Ρωσία αφενός και στην Γαλλία και Αγγλία αφετέρου που προσέτρεξαν  σε βοήθεια της Οθωμανικής αυτοκρατορίας. Ο πόλεμος αυτός ήταν ο τελευταίος   πόλεμος στην Ευρώπη που είχε αφορμή θρησκευτικά ζητήματα. Ωστόσο εξέφραζε τον ανερχόμενο ρωσικό ιμπεριαλισμό προς νότον. Στον πόλεμο αυτό που διεξήχθη στην Κριμαία, η  Ρωσία ηττήθηκε. Ωστόσο ο πόλεμος αυτός προκάλεσε τεκτονικές αλλαγές στην ευρύτερη περιοχή. Ακολούθηαν καθοριστικές πολιτικές και κοινωνικές μεταρρυθμίσεις τόσο στη Ρωσία όσο και στην Οθωμανική αυτοκρατορία. Στην πρώτη ως αποτέλεσμα της ήττας, στη δεύτερη επιβεβλημένες από τις μεγάλες δυνάμεις της εποχής. Η Πύλη αναγκάστηκε να αναγνωρίσει τα δικαιώματα των χριστιανών, αλλά άλλαξαν και οι κανονισμοί του Πατριαρχείου με τη συμμετοχή λαϊκών στη διοίκηση του μιλλέτ. Στον πόλεμο αυτό συμμετείχε δειλά-δειλά και η Ελλάδα, δημιουργώντας ταραχές στα ηπειροθεσσαλικά σύνορα με την Οθωμανική αυτοκρατορία. Οι Αγγλογάλοι απέκλεισαν το λιμάνι του Πειραιά, αποβίβασαν στρατιωτικά αγήματα και τοποθέτησαν φιλική και δυτικοστρεφή κυβέρνηση  στην Αθήνα. Άρχισε η αρχή  του τέλους του Οθωνα, διαλύθηκε η φιλορωσική επιρροή στην πολιτική ζωή, και  ξέσπασε χολέρα στην πρωτεύουσα.
Ας ευχηθούμε ότι θα αποφευχθεί ένας δεύτερος κριμαϊκός πόλεμος. Δεν θα είναι όπως μικρότερης σημασίας οι μεταβολές στην ευρύτερη περιοχή. Θα πρέπει να τις παρακολουθήσουμε, γιατί, δεδομένης της δομής των ιστορικο-γεω-πολιτικών σχέσεων, η Ελλάδα δεν θα μείνει ανεπηρέαστη.

Το φαινόμενο του λαϊκισμού ως πολιτικό φαντασιακό της νεοελληνικής κοινωνίας (μέρος πρώτο) -... eagainst.com


Παρασκευή 15 Αυγούστου 2014

Η εποχή των λιμναζόντων επαναστάσεων(;) του system failure αναδημοσιευση απο το http://failedevolution.blogspot.gr

Η εποχή των λιμναζόντων επαναστάσεων(;)http://failedevolution.blogspot.gr

του system failure
Ο γνωστός Γάλλος φιλόσοφος Αλαίν Μπαντιού έχει πει ότι “ο καπιταλισμός είναι η επιβολή μιας ιδιάζουσας χρονικότητας, ένας χρόνος μιας κατ'επίφασιν μετάλλαξης εις το διηνεκές, ενώ κατ'ουσία ο χρόνος λιμνάζει...”.
Η λιμνάζουσα αυτή κατάσταση φαίνεται να επιβεβαιώνεται με χαρακτηριστικά έντονο τρόπο στα κινήματα των τελευταίων ετών, τόσο στον Ευρωπαϊκό νότο και την Α. Μεσόγειο, όσο και στις Αραβικές χώρες. Αυτό που βλέπουμε, είναι στην ουσία το αποτέλεσμα ενός εγκλωβισμού των κοινωνιών μέσα σ'εναν μονοδιάστατο πολιτισμικό ολοκληρωτισμό.
Αν αθροίσει κανείς την έκταση και τον πληθυσμό των χωρών στις οποίες σημειώθηκαν - και σε ορισμένες από αυτές συνεχίζονται - εξεγέρσεις διαφορετικών εντάσεων τα τελευταία τρία χρόνια, θα καταλήξει σε μια συνολική έκταση κάτι παραπάνω από 15 εκατομμύρια τετραγωνικά χιλιόμετρα και συνολικό πληθυσμό περίπου 460 εκατομμυρίων ανθρώπων.
Παρά το τεράστιο συνολικό μέγεθος των χωρών στις οποίες γίνονται αυτές οι εξεγέρσεις, η αίσθηση που έχει κανείς είναι ότι ελάχιστα πράγματα αλλάζουν. Ούτε το “ειδικό βάρος” αυτών των εξεγέρσεων φαίνεται να συγκινεί ιδιαίτερα τη Δύση. Η Δύση, δεν φαίνεται να ενδιαφέρεται ιδιαίτερα για την τύχη των εκατομμυρίων ανθρώπων. Οι Ηνωμένες Πολιτείες ειδικότερα, μοιάζουν να θέλουν να απεμπλακούν το γρηγορότερο από τα μέτωπα που έχουν ανοίξει, καθώς υπάρχουν πληροφορίες ότι έχουν βρεθεί νέα μεγάλα κοιτάσματα πετρελαίου και φυσικού αερίου στο έδαφός τους. Έτσι, φαίνεται ότι επιδιώκουν απλώς να περιορίσουν την γεωπολιτική επιρροή της Ρωσίας στην Ευρώπη, με αγωγούς που ελέγχουν Δυτικές εταιρίες, όπως η πρόσφατη συμφωνία για τον Αζερικό αγωγό TAP, ως απάντηση στον Ρωσικών συμφερόντων αγωγό South Stream.
Στην Αίγυπτο για παράδειγμα, μετά την πτώση του καθεστώτος Μουμπάρακ, ο αυταρχισμός και η αστυνομική βία συνεχίζονταν με αμείωτη ένταση. Δεν φαίνεται να άλλαξαν πολλά στην καθημερινότητα των Αιγυπτίων. Η απέλπιδα προσπάθεια των ανθρώπων να ξεφύγουν από την αυταρχική συμπεριφορά του κράτους οδήγησαν στον νέο ξεσηκωμό και στην ανατροπή του Μόρσι αυτή τη φορά. Όμως και πάλι η Αίγυπτος φαίνεται να οδηγείται σε αδιέξοδο και στα επικίνδυνα μονοπάτια ενός εμφύλιου σπαραγμού στα χνάρια της Συρίας. Κάποιοι άνθρωποι έχουν δώσει τη ζωή τους και κανείς δεν ξέρει πόσοι θα θυσιαστούν ακόμα, αλλά για ποιο λόγο άραγε;
Στην Λιβύη, που φαίνεται να έχει αφεθεί στη μοίρα της, ελάχιστα πράγματα γνωρίζουμε για την κατάσταση αυτή τη στιγμή. Κανείς δεν φαίνεται να ενδιαφέρεται για τις τύχες των ανθρώπων, παρά μόνο για τα κοιτάσματά της σε πετρέλαιο και φυσικό αέριο.
Στην Τουρκία, οι προθέσεις του Ερντογάν για τις συγκεκριμένες απαγορεύσεις, έβγαλαν τους ανθρώπους, κυρίως νέους, στους δρόμους. Ο Ερντογάν όμως, αν και θα έπρεπε λόγω διαφορετικής κουλτούρας να έχει μια διαφορετική αντίληψη για τα πράγματα, σε σχέση με τους ηγέτες της Δύσης, αποτελεί άλλο ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα ενός ηγέτη που αδυνατεί να εμπνεύσει ένα πραγματικό όραμα στον λαό του και περιορίζεται από την μονοδιάστατη οικονομιστική αντίληψη της νεοφιλελεύθερης δικτατορίας. Είναι χαρακτηριστικό το πόσο επιφανειακές είναι οι απαγορεύσεις που θέλησε να επιβάλει για χάρη της Ισλαμικής κουλτούρας, καθώς από την άλλη, ακολουθεί κατά γράμμα τις επιταγές της “νέας οικονομίας”, που θυσιάζει τα πάντα στο βωμό του κέρδους.
Παραδοσιακές Ισλαμικές αξίες, αντίθετες με το πάθος για πλουτισμό και με την τοκογλυφία, εντελώς ασύμβατες με το Δυτικού τύπου λάϊφ στάϊλ, που προωθείται από τα Τουρκικά σίριαλ με τις όποιες ιδιαιτερότητες, έχουν χαθεί προ πολλού. Όμως ο Εντοργάν δεν φαίνεται να το έχει καταλάβει και εξακολουθεί μάταια να προσπαθεί να επαναφέρει την Ισλαμική κουλτούρα στην Τουρκία με σπασμωδικές κινήσεις. Άλλωστε, δεν τόλμησε να τα βάλει με τους Τούρκους μεγαλοκαναλάρχες, αντί να τα βάλει με τον λαό στους δρόμους. Σ'αυτούς δεν τόλμησε να στείλει την αστυνομία.
Η περίπτωση των εξεγέρσεων στη Βουλγαρία είναι επίσης χαρακτηριστική. Οι άνθρωποι δείχνουν εγκλωβισμένοι ανάμεσα σε Δεξιές κυβερνήσεις και σε κατ'επίφασιν Σοσιαλιστικές, όπως η τωρινή, οι οποίες όμως εφαρμόζουν πανομοιότυπες πολιτικές σε βάρος της πλειοψηφίας και προς όφελος της τοπικής οικονομικής ολιγαρχίας. Ακόμα και ο φόβος της επιστροφής ενός Κομμουνιστικού καθεστώτος της παλαιάς εποχής, μοιάζει να μην έχει κανένα νόημα.
Αλλά και στον Ευρωπαϊκό νότο, οι λαοί βρίσκονται στα χαρακώματα και προσπαθούν από θέση άμυνας να περισώσουν ότι μπορούν. Όμως και εδώ, η “λιμνάζουσα” κατάσταση επιβεβαιώνεται από το γεγονός ότι οι κοινωνίες αδυνατούν να οραματιστούν ένα εντελώς διαφορετικό μοντέλο κοινωνικής οργάνωσης, τουλάχιστον προς το παρόν και σε μαζικό επίπεδο, παρά βγαίνουν στους δρόμους με οικονομικού τύπου αιτήματα που ανήκουν στην ουσία στον πολιτισμικό ολοκληρωτισμό της νεοφιλελεύθερης δικτατορίας. Ο ψευδο-ορθολογισμός με τον οποίο έχει εμποτίσει τις κοινωνίες ο πολιτισμικός αυτός ολοκληρωτισμός, στο όνομα δήθεν της αποτροπής της ολοκληρωτικής καταστροφής, στην ουσία καταστρέφει τα κεκτημένα δεκαετιών και έτσι οι διαδηλώσεις στους δρόμους μοιάζουν να είναι τουλάχιστον μάταιες.
Θα μπορούσε κανείς να ισχυριστεί ότι όλα αυτά είναι κάπως επιφανειακά και ότι είναι διαφορετική η φύση των εξεγέρσεων από χώρα σε χώρα, λόγω διαφορετικών παραγόντων που έχουν να κάνουν κυρίως με την ιστορία και την κουλτούρα. Μπορεί πράγματι να είναι έτσι, αλλά τι μπορεί να σημαίνουν οι διαφημίσεις που παρεμβάλλονται ανάμεσα στην λάϊβ αναμετάδοση των εικόνων από τους χιλιάδες ανθρώπους, για παράδειγμα, στην πλατεία Ταχρίρ της Αιγύπτου, τους οποίους εμείς παρακολουθούμε – για να χρησιμοποιήσω μια άλλη φράση του Μπαντιού - σαν ένα θέαμα; Ενώ την ίδια ώρα, εμείς που βιώνουμε όλη την καταστροφή της κρίσης γινόμαστε θέαμα για κάποιους άλλους;
Ο πολιτισμικός ολοκληρωτισμός μοιάζει με ένα πανίσχυρο εργαλείο που ευθυγραμμίζει τους πάντες στην ίδια κατεύθυνση. “Κουρεύει” τα πάντα στο ελάχιστο μέγεθος και επιβάλλεται. Έτσι, το ερωτηματικό στην επικεφαλίδα αυτού του κειμένου μοιάζει να είναι δικαιολογημένο. Βιώνουμε πράγματι την εποχή των λιμναζόντων επαναστάσεων; Ή μήπως είναι απλώς εξεγέρσεις που οδηγούν στο πουθενά; Άνθρωποι που θυσιάζονται για το τίποτα;

Δευτέρα 4 Αυγούστου 2014

Για μια μινι - πολυπολιτισμικότητα Ποιες οι εναλλακτικές λύσεις; Μια νέα ιδέα για την Ολλανδία και, κατ’ επέκταση για την Ευρώπη του Dick Pels σε μετάφραση Βασίλη Μπογιατζή/ αναδημοσιευση απο το μη μαδάς τη μαργαρίτα

Δευτέρα, 4 Αυγούστου 2014

Για μια μινι - πολυπολιτισμικότητα



Ποιες εναλλακτικές λύσεις μπορούμε να κινητοποιήσουμε απέναντι στον εθνικισμό και την απολυτοποίησή του και στην «εθνικοποίηση» της ελευθερίας και της δημοκρατίας; Νομίζω ότι πρώτα από όλα χρειάζεται να απορρίψουμε ριζικά την έννοια της κυριαρχίας, τόσο στην ατομική όσο και στη συλλογική της μορφή. Πρέπει να «απο-εθνικοποιήσουμε» και να «από-απολυτοποιήσουμε» τόσο την έννοια της ατομικής ελευθερίας όσο και αυτή της εθνικής ταυτότητας. Πώς να το κάνουμε αυτό; Στο βιβλίο μου Μια αδυναμία για την Ολλανδία (A Weakness for the Netherlands) το 2005 επιχειρηματολόγησα υπέρ μιας «αδύναμης ταυτότητας» και ενός «ενεργού σχετικισμού» ως κεντρικών αξιών για μια ολλανδική [και κατ’ επέκταση Ευρωπαϊκή] δημοκρατική κουλτούρα. Τέτοιες ιδέες προκαλούν φυσικά τρόμο σε εκείνους [λαϊκιστές και νεοσυντηρητικούς] που βλέπουν τον πολιτισμικό σχετικισμό ως πηγή παρακμής, μηδενισμού και κάθε πολιτισμικού κακού, και τον ταυτίζουν με την πολιτισμική «αυτο-υπονόμευση» και το ξεπούλημα των πλέον εξυμνημένων θεμελιωδών αξιών μας.
Αλλά μια «νέα ιδέα για την Ολλανδία», υποστηρίζω, δεν πρέπει να αναπτυχτεί με όρους ισχυρής, αλλά μάλλον με όρους μιας ασθενούς ταυτότητας. Η Ολλανδία είναι ένα ταιριαστά ασαφές, πολυποίκιλο και δυναμικό σύνολο, το οποίο διαρκώς αναδομείται και τίθεται υπό αμφισβήτηση, όχι μία τελειωμένη και οριοθετημένη οντότητα ή μια περιοριστική ουσία που μπορεί να «συλληφθεί» κατά παραγγελία από τα βάθη της ιστορικής πραγματικότητας. Η Ολλανδία επαν-επινοείται και επαν-ανακαλύπτεται κάθε μέρα από όλους εκείνους που έχουν δεσμούς ή που ενδιαφέρονται για αυτή. Δεν πρέπει να επιχειρήσουμε να επιδιορθώσουμε τεχνητά αυτή την «οντολογική αδυναμία». Μπορούμε να κάνουμε χωρίς τη δυναμική, μαχητική αι περήφανη εθνική ταυτότητα, όπως αυτή υποστηρίζεται από τη λαϊκιστική δεξιά. Η δύναμη του ολλανδικού εθνικού χαρακτήρα βρίσκεται ακριβώς σε μία «αδυναμία χαρακτήρα», η οποία τροφοδοτείται από τη μετριοπάθεια και τη μετριοφροσύνη σχετικά με τις αξίες και τα επιτεύγματά μας, και κατ’ αυτό τον τρόπο δίνει τη δυνατότητα να αναδύονται διαρκώς διαφορετικές απόψεις σχετικά με το ποιες είναι αυτές οι αξίες και τα επιτεύγματα. Όχι μια αλαζονική βεβαιότητα σχετικά με ένα σκληρό κανονιστικό πυρήνα, αλλά μια αβέβαια ιδέα για την Ολλανδία προσφέρει το καλύτερο σημείο αφετηρίας, τόσο για τη συμπερίληψη των «ξένων» πολιτισμών μέσα στην «κοινωνία» μας, όσο και για την ενσωμάτωση της δικής μας κουλτούρας στην Ευρώπη και στον ευρύτερο κόσμο.
Αυτό είναι διαφορετικό και από την πολυπολιτισμικότητα και από την ίση κανονιστική μεταχείριση όλων των πολιτισμών («κακός σχετικισμός»). Αλλά είναι εξίσου διαφορετικό και από τη «μονο-πολιτισμικότητα» μιας «ηγεμονεύουσας» και υπέρτερης ολλανδικής εθνικής κουλτούρας, η οποία δικαιολογημένα κυριαρχεί όλες τις άλλες. Αντιθέτως, επιχειρηματολογώ υπέρ μιας «μίνι-πολιτισμικότητας» (miniculturalism)  η οποία καταφάσκει τις κανονιστικές και υλικές προϋποθέσεις προκειμένου μόνιμα να διατηρούνται ανοιχτά κανάλια επικοινωνίας: διαρκής συζήτηση και διαμάχη, εγγυημένη πρόσβαση για τον καθένα σε αυτή, πλουραλισμός των αξιών και των ιδεών, ανεκτικότητα, και ενδυνάμωση/ενίσχυση του καθενός προκειμένου να αναπτύξει εκείνες τις δεξιότητες και αξίες που απαιτούνται για να συμμετέχει σε αυτή τη συζήτηση και αντιπαράθεση. Αυτό προϋποθέτει μια ελάχιστη βούληση να σχετικοποιεί κανείς τις δικές του αξίες και αλήθειες ως «εισιτήριο» σε μια τέτοια συζήτηση και αντιπαράθεση: η ικανότητα να «αντέχει» (σ)την κριτική, να δείχνει ανεκτικότητα στις πολιτισμικές διαφορές και να είναι ανοικτός στην αμφιβολία, την πολυπλοκότητα και την αμφιταλάντευση. 
   
Το γεγονός ότι στη γνώριμη απαρίθμηση των αποκαλούμενων αδιαπραγμάτευτων «θεμελιωδών αξιών» της Δυτικής κουλτούρας –όπως είναι ο διαχωρισμός της εκκλησίας από το κράτος, η ισότητα μεταξύ ανδρών και γυναικών και ετερο- και ομοφυλοφίλων, η ελευθερία του λόγου, η ελευθερία της θρησκείας, το συνταγματικό κράτος και το κράτος δικαίου– δεν περιλαμβάνεται άλλη μια θεμελιώδης αξία προκαλεί υποψίες. Μια κρίσιμη Διαφωτιστική αξία συστηματικά εξαλείφεται και υποβαθμίζεται η σημασία της (με αυτή την έννοια, ο Διαφωτισμός απάγεται από τη δεξιά), ενώ έχει τη δυνατότητα ακριβώς να απαλύνει και να παρεμποδίσει τη δυνητική απολυτοποίηση όλων των υπολοίπων: η ικανότητα να είμαστε αυτοκριτικοί, να σχετικοποιούμε και να μετριάζουμε την κουλτούρα και την ταυτότητά μας. Κατά έναν ενδιαφέροντα τρόπο, πράγματι αποδεχόμαστε πλήρως αυτές τις αξίες, αλλά ταυτόχρονα βρισκόμαστε σε μια διαμάχη δίχως τέλος η οποία αφορά το ακριβές νόημα και τα ακριβή τους όρια (π.χ., της ελευθερίας του λόγου, του διαχωρισμού εκκλησίας-κράτους). Αυτό που μας ενώνει, επομένως, δεν είναι τόσο ένα σύνολο «αδιαπραγμάτευτων αξιών», όσο η συζήτηση και διαμάχη (η δίχως τέλος διαπραγμάτευση) σχετικά με το περιεχόμενο, τα όρια και τη σημασία τους.

Ένα δημοκρατικό συνταγματικό κράτος είναι περήφανο όχι επειδή κατέχει μια σαφώς ορισμένη ταυτότητα, αλλά επειδή προσφέρει χώρο για μια πολλαπλότητα ταυτοτήτων. όχι μια κοινή εθνική κουλτούρα ή δημόσια ηθικότητα, αλλά τη διατήρηση ενός δημόσιου χώρου (forum) που επιτρέπει να εκδηλωθούν οι διαφορές και να εκφραστούν οι διαφωνίες. Αυτό που μας ενώνει, είναι ακριβώς αυτή η έλλειψη συναίνεσης και συμφωνίας σχετικά με το τι είναι αυτό που μας ενώνει: μια δίχως τέλος συζήτηση και διαμάχη όσον αφορά το ποιοι είμαστε και τι θέλουμε να γίνουμε. Η καλή ζωή (ευδαιμονία, ευ ζην) μπορεί επίσης να οριστεί ως ένας τρόπος ζωής σύμφωνα με τον οποίο έχουμε τη δυνατότητα διαρκώς, ελεύθερα και πολιτικά να συζητούμε για το νόημα της καλής ζωής. Πιστεύω ότι δεν έχουμε ανάγκη από μια ισχυρότερη αξιακή βάση πέρα από αυτή την από κοινού συμφωνία σχετικά με τις προϋποθέσεις μιας δημοκρατικής συζήτησης και αντιπαράθεσης (στην οποία όλοι έχουν δικαίωμα). Τίποτα περισσότερο, αλλά επίσης και τίποτα λιγότερο.

«Μια αδυναμία για την Ευρώπη»

Αυτή η οπτική μπορεί να επεκταθεί λίγο περισσότερο και να μετασχηματισθεί σε μια «αδυναμία για την Ευρώπη». Το κεντρικό ευρωπαϊκό σλόγκαν είναι «ενότητα-στη-διαφορά», αλλά ποιο πρέπει να είναι το βάρος του κάθε σκέλους σε αυτή την ισορροπία; Πόση ενότητα χρειαζόμαστε, πόση διαφορά μπορούμε να αντέξουμε; Χρειάζεται πράγματι να γίνουμε «ένα» προκειμένου να είμαστε επαρκώς συνεκτικοί; Η αναζήτηση για μια ομόφωνη, αναμφισβήτητη ευρωπαϊκή ταυτότητα, για την Ευρώπη ως μια μονοδιάστατη κοινότητα αξιών έχει μακρά ιστορία. Κάποιοι την εντοπίζουν στον Χριστιανισμό, άλλοι στον κοσμικό ουμανισμό ή στον φιλελευθερισμό της αγοράς.

Το 1998 ο Fortuyn έγραψε ένα μικρό βιβλίο με τον τίτλο Άψυχη Ευρώπη στο οποίο υποστήριζε την άποψη ότι οι εθνικές κουλτούρες, όπως λ.χ. η ολλανδική, διέθεταν «ψυχή», κάτι το οποίο είναι απόν από την Ευρώπη. Ότι η ευρωπαϊκή κουλτούρα και ταυτότητα δεν υπάρχει στην πραγματικότητα, τουλάχιστον όχι ανάμεσα στους καθημερινούς ανθρώπους. Ότι το έθνος-κράτος είναι το αληθινό οικογενειακό μας σπίτι. Ότι η Ευρώπη δεν αποτελεί έναν «λαό», δεν διαθέτει «λαϊκή βούληση» και δεν υπάρχουν ευρωπαίοι πολίτες. Κατά την άποψή του, η Ευρώπη ποτέ δεν θα μπορούσε να γίνει μια πραγματική δημοκρατία.
Πρέπει να δώσουμε τέλος σε αυτή την ουσιοκρατική αναζήτηση και αυτο-εξέταση. Μια νέα ιδέα για την Ευρώπη είναι μια ασθενής ιδέα της Ευρώπης. Δεν είναι μια μεγάλη οικογένεια με μια μοναδική κουλτούρα, γλώσσα, περιοχή ή ιστορία, αλλά ένα χαλαρό σύμπλεγμα (μια οντότητα, όχι μια ενότητα) με ασαφή σύνορα και με μια λεπτή μάλλον παρά ισχνή ταυτότητα. Αυτή η έλλειψη μιας σαφούς φυσιογνωμίας και ταυτότητας δεν αποτελεί έλλειμμα, αλλά πηγή ισχύος. Αυτό είναι το ιδεώδες της Ευρώπης ως μιας «κοινότητας ζωής» («το ευρωπαϊκό ταξιδιάρικο φως»), η οποία συνέχει μέσω των διαρκώς εξελισσόμενων ευρω-αγγλικών, των τρένων υψηλής ταχύτητας, του Ευρώ και του ευρωπαϊκού ποδοσφαίρου.
Ενδεχομένως, η νέα Ευρώπη να μπορεί να γίνει αντιληπτή με τους όρους μιας «Μεγάλης Ολλανδίας». Αυτό σημαίνει: το μοντέλο δεν είναι η ενοποιημένη μοναρχία που δημιουργήθηκε μετά το 1813, αλλά η Δημοκρατία που προηγήθηκε αυτής. Η Ολλανδική Δημοκρατία και οι Επτά (όχι και τόσο) Ενωμένες Επαρχίες της ήταν αξιοσημείωτα επιτυχημένη στην εποχή της, ακριβώς εξαιτίας της χαλαρά συγκολλημένης πολιτικής της κοινότητας, της πολυεπίπεδης δομής συνεργασίας και ανταγωνισμού και της επισφαλούς πολιτισμικής της ενότητας-στη-διαφορά. Ίσως λοιπόν, να είναι ταιριαστό αυτός ο έπαινος της αδυναμίας και η υπεράσπιση της δημοκρατικής αβεβαιότητας να πρέπει να πηγάσει από την Ολλανδία.


[Απόσπασμα από το Dick Pels, “Populism, National Identity and Europe: Populism and National Identity, the Dutch case”. 
Το πλήρες κείμενο στα αγγλικά, προσβάσιμο στο http://gef.eu/fileadmin/user_upload/GEF_GA_Pels_Populism_the_Dutch_Case_02.pdf]                    

Από το Μοντέρνο στο Μεταμοντερνο -Στη τέχνη και στη Κοινωνία. Πέτρος Θεοδωρίδης

  Πέτρος Θεοδωρίδης (τμήμα κινηματογράφου Α.Π.Θ ) Από το Μοντέρνο στο Μεταμοντερνο Στη τέχνη και στη Κοινωνία   Α. :Μοντερνισμός   ...