Αναγνώστες

Κυριακή 25 Μαρτίου 2018

Μου φαίνεται ότι ακόμα βλέπω




Π. Θ.


Μου φαίνεται ότι  ακόμα  βλέπω
τους πελαργούς να πετάνε πελώριοι

σαν Σφίγγες πάνω απ'τα κεφάλια μας

και να κουρνιάζουν στα Τηλεγραφόξυλα
και να ναι Σούρουπο του Φθινοπώρου



Νομίζω πως ακόμα τρέχω


ανάμεσα σε αγελάδες και σε κάρα
ακολουθώντας το κάλεσμα του χρόνου

όνειρο μεσ'απο την Ομίχλη η παιδική μου ηλικία

καθώς γλιστρούσε το ποδήλατο μου
ανάποδα στα χρόνια του Εξήντα

να είναι ασημένιο απόγευμα
κι εγώ να παίζω μόνος στην Πλατεία

και σιγά σιγά να αναδύονται τα φαντάσματα
  και να μου ψιθυρίζουνε  Φωνές
και στον ουρανό να πλέουν - σμήνη -οι Καργιες .....

Ένα σχόλιο για τον Κάστρο και τον χρόνο..



Ένα    σχόλιο για τον  Κάστρο  και τον χρόνο..

  Τι σχέση μπορεί να έχει ο ΚΑΣΤΡΟ με τον  χρόνο;   
Ζούμε στην εποχή του παροντισμού :αν η νεωτερικότητα  έμοιαζε με  ένα   ορμητικό ποτάμι "που δεν γυρίζει  πίσω»» ,η παροντική εποχή μας θυμίζει λίμνη  που ξεχειλίζει και καταπίνει ότι  προεξέχει. 
Ο Κάστρο ήταν κατάλοιπο μιας εποχής  ηρωισμού  , βολονταρισμού  , αυτοθυσίας και Θυσίας  ..Είχε  την σχέση με τον λαό που έχουν  οι χαρισματικοί ηγέτες , σχέση  σχεδόν ερωτική ,  στηριγμένη στους μύθους και στα θαύματα… 
Αυτή η σχέση προϋπόθετε το  Βιβλίο ,  την Ρητορική  ικανότητα και το ραδιόφωνο .. 
Η τηλεόραση την απομυθοποιεί, το ιντερνέτ  ακόμα περισσότερο..
 Ο Κάστρο   υπήρξε το τελευταίο κατάλοιπο της έννοιας του Χαρακτήρα , δηλαδή της αντοχής- της ‘’αυτουπερβασης –για μια  μεγαλύτερη  υπόθεση  -
 Σήμερα ζούμε στην εποχή της’’ προσωπικότητας ‘’ και του ‘’ενδιαφέροντος ‘’  της αυτοπραγματωσης  και του ατομικισμου...
Ο Κάστρο ήταν κεντρικό σημαίνον  για την εποχή  των ιδεολογιών ,
 σήμερα  ζούμε  στην εποχή των απόψεων
.Σε  λίγο από τον Κάστρο  δεν θα απομείνει  παρά μια θρυμματισμένη εικόνα , όπως και από την εποχή του…

Σημερα ζούμε σε ένα διαρκές ανακυκλούμενο παρόν που η νεωτερικοτητα και οι ήρωες της είναι η τροφή του.










Περί απόψεων



Περί απόψεων
τι είναι εκείνο που     χαρακτηρίζει  τον ''θαυμαστο   καινούριο κόσμο των απόψεων''; Η αποδοχή μιας υπορρητης σύμβασης να μην εισδύουμε στο βάθος των πραγμάτων να μην προσπαθούμε καν να εξηγήσουμε συνολικά τον κόσμο...
-Αντίθετα από τις Ιδεολογίες οι απόψεις και το '' άποψη μου είναι'' και το 'έχω δικαίωμα στην άποψη μου'' σημαίνουν ότι είμαστε τμήματα ενός τεράστιου πάζλ η μάλλον ενός ασυμπλήρωτου παιχνιδιού τύπου Λεγκο που αλλάζει κάθε τόσο μορφή και που καλούμαστε να συμπληρώσουμε .
Βεβαία κάποια κομμάτια κάποιες απόψεις -πάντα περισσεύουν
--Ο φονταμενταλισμός είναι οι απόψεις που γίνονται εμμονές 



Πέτρος Θ.

η Σπηλιά του Μοντεχρήστου: όταν ανακαλύπτεις την έλλειψη νοήματος του κόσμου ......

η Σπηλιά του Μοντεχρήστου: όταν ανακαλύπτεις την έλλειψη νοήματος του κόσμου ......

η Σπηλιά του Μοντεχρήστου: όταν ανακαλύπτεις την έλλειψη νοήματος του κόσμου ......

η Σπηλιά του Μοντεχρήστου: όταν ανακαλύπτεις την έλλειψη νοήματος του κόσμου ......

Παρασκευή 9 Μαρτίου 2018

Αραγες που τάχα να πατάμε ;



Παρασκευής απόγιομα , νιώθω λιγάκι μόνος

και από μέσα ανάβλυσε ο γνώριμος μου Πόνος ,

κι αναρωτιέμαι : Αραγες που τάχα να πατάμε;

το έδαφος Υποχωρεί , δεν ξευρουμε που πάμε …
Σε μονοπάτια αδειανά , σ’αγνώστους Λαβυρίνθους

πως χτίσαμε τα μέλλοντα με λασπερούς τους Πλίνθους ;


και τωρα που Κατακλυσμοί , συντέλειες του Κοσμου
έρχονται , άραγε θα διω ποτές Ξανά το Φως μου;


Με θαμπωμένα τα Γυαλιά, σιμώνω στον Καθρέφτη
και βλέπω γιαλλη μια Φορά τον εαυτό να πέφτει..
'


Σχόλιο από Νοσφεράτος Οκτώβριος 17, 2008

Ζακ Λακάν, Σεμινάριο 17 "Το ανάποδο της ψυχανάλυσης" 1969-70 ed. Seuil, Paris/ ∞ Α π ε ι ρ 8

       Ζακ Λακάν, Σεμινάριο 17 
"Το ανάποδο της ψυχανάλυσης" 1969-70
                ed. Seuil, Paris



La psychanalyse à l’envers, αυτός θεώρησα πως έπρεπε να είναι ο τίτλος του παρόντος σεμιναρίου.
Μην νομίζετε πως αυτός ο τίτλος οφείλει οτιδήποτε στην επικαιρότητα που θα θεωρούσε τον εαυτό της στα πρόθυρα του να φέρει τα πάνω κάτω σ’ έναν ορισμένο αριθμό  τόπων. Δεν θα δώσω παρά την ακόλουθη απόδειξη. Σ’ ένα κείμενο του 1966, και συγκεκριμένα σε μια από αυτές τις εισαγωγές που συνέταξα τη στιγμή της συλλογής των Γραπτών μου, και που το υπογραμμίζουν ιδιαιτέρως, κείμενο που τιτλοφορείται De nos antécédents, χαρακτηρίζω στην σελίδα 68 το λόγο μου ως μια επανεξέταση, λέω, του φροϋδικού σχεδίου από την ανάποδη. Γράφτηκε λοιπόν πολύ πριν τα γεγονότα – μια επανεξέταση από την ανάποδη (envers).
Τι να πει κανείς γι’ αυτό; Μου συνέβη, την περασμένη χρονιά, να διακρίνω, με μεγάλη επιμονή, σε τι συνίσταται το καθεστώς του λόγου, σαν μια αναγκαία δομή που υπερβαίνει κατά πολύ την ομιλία, η οποία είναι πάντοτε λίγο ως πολύ συνάρτηση των περιστάσεων. Αυτό που προτιμώ, είπα, και μάλιστα μια μέρα το έγραψα στον πίνακα, είναι ένας λόγος χωρίς λόγια.
Είναι γεγονός ότι κάλλιστα αυτός μπορεί να υφίσταται χωρίς λόγια. Υφίσταται σε ορισμένες θεμελιώδεις σχέσεις. Αυτές, κυριολεκτικά, δε θα μπορούσαν να στηριχθούν χωρίς τη γλώσσα. Μέσα από την γλώσσα ως εργαλείο εγκαθιδρύεται ένας ορισμένος αριθμός σταθερών σχέσεων, στο εσωτερικό των οποίων μπορεί, βεβαίως, να εγγραφεί κάτι που είναι πολύ πιο ευρύ, που πάει πολύ πιο μακριά, από τις δυνατές εκφορές. Δεν είναι διόλου αναγκαίες ώστε η συμπεριφορά μας, οι πράξεις μας να εγγράφονται ενδεχομένως στο πλαίσιο ορισμένων πρωταρχικών διατυπώσεων. Εάν αυτά τα πράγματα δεν συνέβαιναν, τι θα γινόταν με ό,τι ξαναβρίσκουμε στην εμπειρία μας, και ειδικότερα την αναλυτική -παρούσα σ’ αυτό το σημείο συνάρθρωσης επειδή ακριβώς το υπέδειξε -, τι θα γινόταν λοιπόν με αυτό που ξαναβρίσκουμε υπό τη μορφή του υπερεγώ;  
Υπάρχουν δομές -δε θα μπορούσαμε να τις κατονομάσουμε διαφορετικά- για να χαρακτηρίσουμε ό,τι μπορεί να αναδειχθεί από αυτό το υπό μορφήν όπου την τελευταία χρονιά έδωσα έμφαση στο πλαίσιο μιας ιδιαίτερης χρήσης, –δηλαδή αυτό το οποίο ορίζω διαμέσου της θεμελιώδους σχέσης με βάση τη σχέση ενός σημαίνοντος με ένα άλλο σημαίνον. Απ’ όπου προκύπτει η ανάδυση αυτού, που αποκαλούμε το υποκείμενο –μέσω του σημαίνοντος που, εν προκειμένω, λειτουργεί ως αυτό που αντιπροσωπεύει το υποκείμενο, σε σχέση με ένα άλλο σημαίνον.
Πώς να διατυπώσουμε αυτόν τον θεμελιώδη τύπο; Αυτόν τον τύπο, αν  θέλετε, χωρίς να χρονοτριβούμε, φέτος θα τον γράψουμε με έναν νέο τρόπο. Τον είχα διατυπώσει την περασμένη χρονιά με βάση την εξωτερικότητα του σημαίνοντος S1, εκείνου απ’ όπου αντλεί την καταγωγή του ο ορισμός του λόγου, έτσι όπως πρόκειται να τον υπογραμμίσουμε σ’ αυτό το πρώτο βήμα, σ’ έναν κύκλο που τον δηλώνουμε με το αρχικό γράμμα Α, δηλαδή το πεδίο του μεγάλου Άλλου. Όμως, απλοποιώντας, θεωρούμε το S1 και, κατονομάζουμε με το σημείο S2, την συστοιχία των σημαινόντων. Πρόκειται γι’ αυτά που είναι ήδη υπάρχοντα, μολονότι στο πρωταρχικό σημείο στο οποίο εντασσόμαστε για να καθορίσουμε τι συμβαίνει με τον λόγο, τον λόγο νοούμενο ως  καθεστώς του εκφερόμενου, το S1 είναι εκείνο που πρέπει να εξετάσουμε ως παρεμβαίνοντα. Παρεμβαίνει σε μια σημαίνουσα μπαταρία, που δεν έχουμε ποτέ κανένα δικαίωμα, σε καμία περίπτωση να θεωρήσουμε ως αποτελούμενη από διάσπαρτα στοιχεία, ως αυτή που διαμορφώνει το δίκτυο αυτού που ονομάζεται μια γνώση…..



Απόσπασμα από το Σεμινάριο 17 του Ζακ Λακάν L’envers de la psychanalyse, Paris, Seuil. 

Τετάρτη 7 Μαρτίου 2018

Για την ταινία « Ου φονεύσεις» ( «μικρή ιστορία για ένα Φόνο»)από τον Δεκάλογο του Κισλόφκσι, του Πέτρου Θεοδωρίδη *



Για την ταινία « Ου  φονεύσεις» ( «μικρή  ιστορία για ένα  Φόνο»)από τον Δεκάλογο  του Κισλόφκσι,
του Πέτρου  Θεοδωρίδη *
 Η ταινία  του μεγάλου πολωνού σκηνοθέτη Κισλοφσκι,  Ου φονεύσεις , ( αρχικός  τίτλος «Μικρή  ιστορία για ένα Φόνο», περιέχεται στον γνωστό   εργο του «Δεκάλογος», 1988 )ήταν εμπνευσμένη από  την  αληθινή  ιστορία της δολοφονίας ενός ταξιτζή της Βαρσοβίας και της εκτέλεσης του νεαρού δολοφόνου του. Πρόκειται για μια ιστορία για δυο φόνους : στον πρώτο ένας νεαρός 20 χρονών, ο Γιάτσεκ  σκοτώνει  με  θηλιά- από λεπτό σχοινί - έναν μεγαλύτερο του ταξιτζή. Στον δεύτερο  φόνο , μια πολύ μεγαλύτερη σε μέγεθος και θανατερή  παγερότητα θηλιά, περιμένει  τον νεαρό : η θηλιά  του Νόμου.
Ας θυμηθούμε  μερικές  σκηνές  και το κλίμα της ταινίας : Τον  ταξιτζή ικανοποιημένο με τον εαυτό του ,κενό, μια παλιά φθαρμένη  φωτογραφία ενός  κοριτσιού ,τον νεαρό δικηγόρο  που δίνει  εξετάσεις για την άδεια άσκησης επαγγέλματος, το ξαφνικό ξέσπασμα βίας  του νεαρού στα ουρητήρια, τον Γιάτσεκ  να κοιτά έναν  αστυνομικό , να ετοιμάζει μια θηλιά,  την  σκηνή του φόνου ,τον  λασπωμένο δρόμος ,το τραίνο που περνά. Πρόκειται  για  ένα μουλωχτό δύσκολο θάνατο για ένα  έγκλημα σε συνέχειες, απεχθές  και μακάβριο: Ο Γιάτσεκ πνίγει  τον ταξιτζή  με  σχοινί , τον χτυπά, του σπάει το κεφάλι με πέτρα, ακούει την μουσική του ραδιοφώνου , τρώει το μισοτελειωμένο σάντουιτς  που έχει αρχικά  ταΐσει έναν σκύλο. Και γύρω  διάχυτο και υπόκωφο  το κλίμα της κακίας και αγένειας ,η εσωτερικευμένη βία της πόλης: κάτω από τον πάγο βράζει  η οργή.
Ας   θυμηθούμε  τώρα το δεύτερο μέρος :Ο δικηγόρος  του Γιάτσεκ   έχασε η μηχανή της δικαιοσύνης  κινείται : Ο δήμιος και  ο δικηγόρος μπαίνουν  στη φυλακή, η πόρτα της φυλακής κλείνει  πίσω τους . Ο Γιατσεκ θέλει να μιλήσει,  να εξομολογηθεί να εξηγήσει γιατί το έκανε στον δικηγόρο .είναι η πρώτη φορά που δείχνει την ανθρωπιά του Η γέννηση του γιου του Δικηγόρου, αντίστιξη :στο βάθος έχουμε την μητέρα του Γιατσεκ που κλαίει δεν μιλά, δεν κραυγάζει, κλαίει  σιωπηλά. Ο Γιατσεκ γίνεται τώρα  ανθρώπινος ,συμπαθητικός, γλυκός ,ένα  παιδί  «θέλω-λέει - να με θάψουν διπλά στον πατέρα μου, θέλω μια θέση διπλά στον τάφο του και τον τάφο της αδελφής μου Μαρίας. Είναι μαζί: όταν η Μαρία  ήταν  12 την  παρέσυρε ένα τρακτέρ – ο οδηγός ήταν   μεθυσμένος , αχ !!αν η Μαρία ζούσε» καταλήγει  ο Γιατσεκ  και κλαίει  και    αναδύεται   μια παράξενη θερμότητα σαν αυτή που αφήνουν   οι πάγοι  όταν λιώνουν .
Έχουμε  στην ταινία δυο απεικονίσεις   της βίας  και του φόνου: Η πρώτη βία ενέχει κάτι το απάνθρωπα ανθρώπινο. Σχεδόν γελοίο, τραγικά γελοίο.     
 Η δεύτερη   βία  είναι  απάνθρωπη με την απανθρωπιά της μηχανής: 1987. Το Πολωνικό κράτος  ,ως υπαρκτός σοσιαλισμός ,πεθαίνει, ξεψυχά. Και  μας παγώνει με την κενή, ανόητη,  ψυχρότητα του .
Το τέλος της ταινίας: η τελευταία επιθυμία του Γιατσεκ , ένα τσιγάρο χωρίς φίλτρο, ο Γιατσεκ ουρλιάζει, ξεσπά ,αίφνης ο πόνος   αναδύεται , ακούγεται από το τηλέφωνο η  απάνθρωπη  φωνή του Νόμου: «Εκτελέστε την ποινή» , επικρατεί  πανικός ακόμα  και στον δήμιο. Στο τέλος  βλέπουμε σε μια ερημική περιοχή ,τον δικηγόρο  μέσα στο αυτοκίνητο του να κλαίει, και κάπου  έξω , ένα  μικρό έντονο φως να αναδύεται ,ένα  φως  σαν   εκείνο του Αυγερινού.
Ας συνεχίσουμε  την  ανάλυση  της ταινίας σε δυο επίπεδα :Κατ’  αρχάς το κοινωνικό περιβάλλον της  Πολωνίας, στο δεύτερο μισό της δεκαετίας του  80 όπως μας το  παρουσιάζει  ο Κισσλόφσκι: Το φιλμ  γυρίστηκε  στην Βαρσοβία  και στα περίχωρα της, παρουσιάζοντας την με έναν ιδιαίτερα πρασινωπό τρόπο- με ειδικά φίλτρα που έφτιαξε   ο οπερατέρ της ταινίας  όχι με το πράσινο της  άνοιξης και της ελπίδας  αλλά με ένα  πράσινο που έδειχνε τον κόσμο σκληρό , μουντό και άδειο. Το ύφος του οπερατέρ, ο  τρόπος που λειτούργει ο  φακός σε αυτή την  ταινία –,ταιριάζουν απόλυτα με το θέμα :Η πόλη φαίνεται άδεια ,θλιβερή ,ανόητη ,όλοι οι άνθρωποι είναι ίδιοι. Σιγά  σιγά  διακρίνουμε κάτω από την επίπεδη επιφάνεια την παρόρμηση της τυφλής βίας που εκπροσωπεί  ο Γιατσεκ. Κάτι  τρίζει, κάτι υποχθόνια σκάβει από κάτω .Η ταινία καταγράφει ένα  βουβό κόσμο , όπου τα λόγια δεν έχουν πέραση, βουβό και άνευ νοήματος , έναν νικημένο – ξέπνοο κόσμο. Την   αναπαράσταση ενός κόσμου πριν από τις  Δέκα εντολές - ενός κόσμου πριν από τον νόμο  δηλαδή τον λόγο, ενός κόσμου α-λογου, δηλαδή α – νόητου.
 Σε   μια  συνέντευξη του , αργότερα, ο Κισσλοφκσι αναφέρεται στους τρεις λογούς για τους οποίους  έκανε  αυτή την ταινία .
 Ο 1ος  για να καταγγείλει το σύστημα της θανατικής ποινής , ο 2ος  για να δείξει την  σκληρότητα και το αποτρόπαιο κάθε φόνου είτε  ατομικού είτε  κρατικού. Ο 3ος – μας λέει ο Κισσλοφσκι -ήταν  για να περιγράψει  τον πληκτικό κόσμο της τότε Πολωνίας’’ ενός κόσμου «πληκτικού και τρομερού» όπου οι άνθρωποι «όχι μόνο δεν  νιώθουν οίκτο όχι   μόνο δεν αλληλοβοηθούνται αλλά κάνουν ότι μπορούν  για να  φέρνουν εμπόδια ο ένας στον άλλον, έναν κόσμο  όπου οι άνθρωποι  απεχθάνονται ο ένας  τον άλλον, έναν κόσμο από μοναχικούς ανθρώπους»
Το 1987 , η λαϊκή δημοκρατία της Πολωνίας πνέει τα λοίσθια . Ήταν μια  ζωντανή νεκρή κοινωνία, μια κοινωνία σε βαθιά βαρεμάρα. Όμως , ας σκεφτούμε , μήπως  η ταινία  αφορά στην κάθε α-νόητη κοινωνία, την κάθε κοινωνία σε κρίση  άρα και την σύγχρονη   δική μας κοινωνία;
το  δεύτερο επίπεδο  της ανάλυσης μας  είναι ατομοκεντρικό: θα ήθελα να συγκρίνω τον Γιατσεκ  με   έναν πολύ γνωστό μυθιστορηματικό αντιήρωα , τον Ξένο του Καμύ ,αλλά και τους ήρωες του μεγάλου μυθιστοριογράφου της  αλλοτρίωσης  του Κάφκα
Κατ’ αρχάς  ο Ξένος (1942)του Καμυ έχει  ένα χαρακτηριστικό που τον κάνει αν μοιάζει  με τον αντιήρωα  του Κισσολφσκι ,την  απάθεια μπροστά  στον θάνατο και τον φόνο :Θυμίζω πως ο Ξένος  ξεκινά με την φράση: “ «Σήμερα, η μαμά πέθανε. Ή ίσως χθες, δεν ξέρω »Ο Μερσώ, ένας αδιάφορος Γάλλο-Αλγερινός, μετά την παρουσία του στην κηδεία της μητέρας του,(όπου δεν έκλαψε) σκοτώνει απαθώς έναν Άραβα στο Γαλλικό Αλγέρι. Η ιστορία είναι χωρισμένη σε δύο μέρη: πριν και μετά τον φόνο.(όπως και η ταινία του Κισσλόφκσι ). Ο Μερσώ κάνει ένα  ανεξήγητο έγκλημα σκοτώνοντας τον Άραβα  δεν προσπαθεί καθόλου να υπερασπιστεί τον εαυτό του, παρακολουθεί με απάθεια την δίκη του .Ο εισαγγελέας, για να πείσει πως πρόκειται για πράξη απεχθή και προμελετημένη, στηρίζει την αγόρευσή του στο γεγονός πως δεν δήλωσε ποτέ μετάνοια δεν έκλαψε  στην κηδεία   της μάνας του. Όλα αυτά οδηγούν το Μερσώ στην καταδίκη και στη λαιμητόμο.  
Ας συγκρίνουμε   τώρα τον  Γιάτσεκ του Κισσλόφκσι με τον  Ξένο  του Καμύ :Αν ο εκτυφλωτικός ήλιος οδηγεί τον Ξένο  στο να σκοτώσει, δεν έχουμε  την αίσθηση πως το πρασινωπό  χρώμα της απέχθειας  και της πλήξης , είναι εκείνο που φταίει για την αντι κοινωνικότητα του Γιατσεκ;
Όμως στον ξένο η απάθεια  του δολοφόνου  είναι πλήρης και  φτάνει μέχρι το τέλος ενώ στο «Ου φονεύσεις» η αδιαφορία σπάει στο δεύτερο  μέρος –όπου ο δολοφόνος γίνεται ένα  σχεδόν συμπαθητικό παιδί, που η επιθυμία του είναι να τον θάψουν πλάι στον πατερά και την αδελφή Του.
Η ομοιότητα επίσης  ανάμεσα στον ξένο και  στην ταινία του Κισσλόφκσι αφορά επίσης  και στην Δικαιοσύνη:  και στις  δυο περιπτώσεις  και στον Ξένο  και στο Ου φονεύσεις είναι κυρίως ο μηχανισμός  της δίκης  που είναι παράλογα  απάνθρωπο.
Ο  δεύτερος   συγγραφέας που μπορεί  να συσχετιστεί  με την ταινία  αυτή είναι βέβαια ο Κάφκα ο κατ ’εξοχήν συγγραφέας που έδειξε το παράλογο, ακατανόητο στοιχείο του σύγχρονου Νόμου, Στη Δίκη κεντρικό πρόσωπο είναι ο Γιόζεφ Κ. που  η ισορροπία της ζωής του ανατρέπεται όταν δύο άγνωστοι χτυπούν την πόρτα του και του ανακοινώνουν ότι ήρθαν να τον οδηγήσουν στον ανακριτή. Σιγά σιγά ανακαλύπτει πως  ολόκληρο το περιβάλλον του, ολόκληρος ο κόσμος γίνεται προέκταση του δικαστηρίου
«Ένα βράδυ δύο μαυροντυμένοι άνδρες του ζητούν να τους ακολουθήσει ως την άκρη της πόλης. Ανίκανος πια να καταλάβει αλλά και να αντιδράσει, ο Γιόζεφ Κ. τους ακολουθεί σ' ένα έρημο λατομείο, για να εκτελεστεί σε λίγο ψυχρά και απάνθρωπα με μια μαχαιριά στο στήθος ’’Σαν το σκυλί’’ σκέφτηκε καθώς έχανε τη ζωή του ο Γιόζεφ Κ. «λες και η ντροπή θα εξακολουθούσε να υπάρχει  και μετά το θάνατο του».
 Όμως   εκείνο  το έργο  του Καφκα που μου φαίνεται πιο κοντινό με τον απάνθρωπο μηχανισμό του Νόμου που  διαφαίνεται στην ταινία του Κισσλόφσκι ,είναι η Σωφρονιστική αποικία :Σ’ αυτήν ένας ερευνητής επισκέπτεται μια αποικία και ετοιμάζεται  να παρακολουθήσει μια δημόσια εκτέλεση.Υποψήφιο θύμα ένας στρατιώτης, ο οποίος τιμωρήθηκε για απειθαρχία. Ο στρατιώτης θα υποστεί ένα φριχτό βασανιστήριο. Ένας εγγραφέας θα χαράξει πάνω στο κορμί του το απόσπασμα του νομικού κώδικα που παρέβη. Υπεύθυνος για τη σωστή λειτουργία - μηχανήματος είναι ένα αξιωματικός ο οποίος γεμάτος περηφάνια εξηγεί στον επισκέπτη πώς το μηχάνημα αυτό με τη βοήθεια ειδικών βελόνων και κατάλληλου προγραμματισμού χαράσσει στο κορμί του τιμωρημένου την εκάστοτε ποινή. Στη συνέχεια, ο αξιωματικός απελευθερώνει τον κατάδικο και παίρνει αυτός τη θέση του:εισέρχεται εθελοντικά στο Μηχάνημα -προσπαθώντας  να απολαύσει την τιμωρία του  και ταυτόχρονα να επιβεβαιώσει την λειτουργία του Νόμου,. Όμως το μηχάνημα υφίσταται μια απροσδόκητη βλάβη, αποσυντονίζεται  και –ότι πριν ήταν μια τελετουργική τιμωρία –καταλήγει σε ένα παράλογο φονικό μακελειό: το μηχάνημα διαλύεται και τον κάνει κομμάτια.
Θα ήθελα επίσης να θυμίσω μια γνωστή παραβολή πάλι του Κάφκα, τον  μύθο «Ενώπιον του Νόμου» όπου ο Χωρικός που περίμενε για χρόνια ολόκληρα μπροστά στη Πύλη του Νόμου λίγο πριν ξεψυχήσει, «γνέφει αδύναμα στο φύλακα, γιατί δεν μπορεί πια να σαλέψει το σώμα του». Ο φύλακας καταλαβαίνει πως ο άνθρωπος είναι πια στα τελευταία του, πως η ακοή του σιγά σιγά τον εγκαταλείπει, και γι' αυτό φωνάζει δυνατά, σκύβοντας κοντά του: "Κανείς άλλος δεν μπορούσε να περάσει τούτη την πόρτα. Ήταν προορισμένη μόνο για σένα. Τώρα, θα την κλείσω".
Και θα ήθελα  να θυμίσω  μια σκηνή ,  από το δεύτερο μέρος της ταινίας ου  φονεύσεις ‘’ θυμηθείτε  το ξεκίνημα της διαδρομή; με το ταξί,(της  αμετάκλητη διαδρομή του  κάκου ,δηλαδή του φόνου έχουμε έναν  τροχονόμο που ίσως είναι ο απεσταλμένους του θεού , (ή του Μολώχ )που κρατά ένα αριθμημένο   πλακάτ  και   είναι σαν  να  δίνει το σήμα για να αρχίσει να μετρά ο χρόνο του φόνου.
Νομίζω  πως ο  Κάφκα όπως βεβαία και ο Καμύ  μας δίνουν τα κλειδιά για να καταλάβουμε και τη ταινία  του Κισσλοφκσι: ο νόμος σε μια κοινωνία χωρίς νόημα   γίνεται μηχανή: άτεγκτη  α-νόητη , αβαθής, αμετάκλητη παγερή  μηχανή.

*Εισήγηση  του Πέτρου Θεοδωρίδη  για την ταινία  Δεκάλογος- 5 «Ου Φονεύσεις» στην Δημοτική Βιβλιοθήκη Σερρών στον κύκλο εισηγήσεων  και διαλόγου ‘Ψηφίδες   Ψυχολογίας στις  30- 5 -2016(Εισηγητές  Πέτρος Θεοδωρίδης , Μιχάλης  Σωτηρίου)
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ(ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΉ)
ΚRZYTSZOF  KIESLOWFSKI, 36ο  Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης . Οργανισμός Πολιτιστικής πρωτεύουσας Θεσσαλονίκης ,Εκδόσεις   Καστανιώτη  1997
 Αλμπερ Καμύ, Ο Ξένος, Μτφ:Νίκη Καρακίτσου-Ντουζέ, Μαρία Κασαμπάλογλου-Ρομπλέν,  εκδόσεις  Καστανιώτη 1998
Φρανς Κάφκα,  Η  Δίκη. μτφ Αλέξανδρος Κοτζιας ,Κέδρος 2009
Φρανς Κάφκα  , Στη σωφρονιστική αποικία  μτφ Σάββας  Στρούμπος Νεφέλη  2009
Ρήγου Μυρτώ, Εκδοχές του Νομού, Kant , Sade,  Kafka , Πλέθρον 2011


Από το Μοντέρνο στο Μεταμοντερνο -Στη τέχνη και στη Κοινωνία. Πέτρος Θεοδωρίδης

  Πέτρος Θεοδωρίδης (τμήμα κινηματογράφου Α.Π.Θ ) Από το Μοντέρνο στο Μεταμοντερνο Στη τέχνη και στη Κοινωνία   Α. :Μοντερνισμός   ...