Αναγνώστες
Τρίτη 17 Νοεμβρίου 2020
Δευτέρα 9 Νοεμβρίου 2020
Τετάρτη 4 Νοεμβρίου 2020
Κυριακή 13 Σεπτεμβρίου 2020
Ο Παντελής Θεοδωρίδης για τους «Regressverbot» και τον νέο τους δίσκοhttps:// marginalia.gr
Ο Παντελής Θεοδωρίδης για τους «Regressverbot» και τον νέο τους δίσκο
Παντελή, με δεδομένο ότι δεν υπάρχουν πολλές συνεντεύξεις της μπάντας στο διαδίκτυο, θα θέλαμε να μας πεις δυο λόγια για την ιστορία των Regressverbot.
Πράγματι, είναι μόλις η δεύτερη συνέντευξη και ευχαριστούμε πολύ για την πρόσκληση. Είναι ιδιαίτερα τιμητικό και οι δύο συνεντεύξεις να φιλοξενούνται σε τόσο ενδιαφέροντα περιοδικά όπως τα Kaboom και Marginalia.
Η ιστορία ξεκινάει τον Αύγουστο του 2012. Είχα ξεμείνει στην άδεια Θεσσαλονίκη και για να σπάσω τη μοναξιά απέκτησα δύο μεταχειρισμένα παλιά μηχανήματα, το συνθεσάιζερ jx3p και τη drum machine tr 606 της Roland. Έβαζα στο σήκουενσερ μερικές νότες να επαναλαμβάνονται, έγραφα έναν ρυθμό στη drum machine και από πάνω έριχνα τον Σαχτούρη να απαγγέλλει από το youtube για να μην είναι μονότονο.
Δύο- τρεις μήνες μετά με συνάντησε μια κοπέλα που είχε μάθει ότι αναζητούσα μια φωνή για να κάνουμε συγκρότημα. Έτσι εμφανίστηκε η υπέροχη φωνή της Αγνής Ζαχαρή. Κάναμε μερικές πρόβες στο σπίτι μου και κλείσαμε το πρώτο μας «λάιβ» στο στέκι προσφύγων «YOL» που βρισκόταν σε ένα ωραίο υπόγειο πίσω από την Αχειροποίητο. Στήσαμε τα συνθεσάιζερ και μια παναγίτσα από αυτές που μπαίνουν στην πρίζα, για φωτορυθμικό. Παίξαμε δύο τρία τραγούδια με στίχους που είχαμε μισοετοιμάσει, συνέχισα με μερικά κομμάτια instrumental , κάποια στιγμή ανέβηκε ένα παιδί από κάτω και άρχισε να ραπάρει, κάποιος άλλος απήγγειλε ένα ποιήμα και μετά η κατάσταση ξέφυγε από τον έλεγχο, ανέβαιναν διάφοροι και τραγουδούσαν στις δικές τους γλώσσες. Ήταν ωραία.
Λίγο πριν το δεύτερο λάιβ, επέστρεψε στη Θεσσαλονίκη από τη Βαρκελώνη ο φίλος μου Χρήστος Manuel Μαυρίδης με τον οποίον είχαμε πει παλιότερα ότι αν γυρνούσε θα κάναμε συγκρότημα. Ήρθε στη σκηνή και είπε ένα κομμάτι, μια αρχική εκδοχή του «Drive to dive». O Χρήστος είχε το μοναδικό χάρισμα να γεννάει στίχους τη στιγμή που έπιανε το μικρόφωνο. Αυτό μας έδωσε την ευκαιρία να έχουμε πάντα κι από ένα ή δύο διαφορετικά κομμάτια σε κάθε λάιβ, ακόμα και με ισπανικούς στίχους. Πολλά από αυτά τα παίξαμε δυο-τρεις φορές και μετά τα ξεχάσαμε.
Κάπως έτσι σχηματίστηκε ένα τριμελές σχήμα με δύο φωνές και έναν στα όργανα. Το ονομάσαμε Regressverbot που είναι ένας όρος της ποινικής θεωρίας. Έξω από το τεχνικό του περιεχόμενο, η λέξη σημαίνει «απαγόρευση οπισθοδρόμησης». Διαλέξαμε αυτό το όνομα γιατί ήταν γερμανικό, κακόηχο, και θυμίζε τη λέξη ρομπότ. Ως στόχο είχαμε απλώς να παίζουμε λάιβ. Παίζαμε συχνά, συνήθως σε μέρη που δεν προορίζονταν για συναυλίες , σε πολιτικά στέκια, στο αυτοοργανωμένο θέατρο της Facta non Verba ή σε φεστιβάλ που στήνονταν εκείνη τη στιγμή. Ενδιάμεσα από τα λάιβ ηχογραφούσαμε βιαστικά τα κομμάτια , τα επενδύαμε με ένα βίντεο και τα πετούσαμε στο youtube. Οι ηχογραφήσεις γίνονταν σε σπίτια φίλων ή στο σπίτι μου και οι περισσότερες είναι one take. Σε κάποια κομμάτια μπορείς να ακούσεις συνομιλίες ανάμεσα στη μουσική, να ακούσεις κάποιο φάλτσο ή ένα απότομο κλείσιμο.
Ώσπου, το 2014, ο Χρήστος έφυγε ξανά για την Βαρκελώνη. Συνεχίσαμε ακόμα ένα χρόνο ως ντουέτο, αγκομαχώντας πια, γιατί δουλεύαμε, σπουδάζαμε και είχαμε κλέψει ήδη πολύ χρόνο για το γκρουπ. Εν τέλει εγώ κατέβηκα στην Αθήνα για εργασία και κάπως έτσι το σχήμα μπήκε στον πάγο. Λίγο αργότερα κυκλοφόρησε ο πρώτος μας δίσκος από την Fabrika Records με τίτλο «Music for ordinary life machines» και… λίγο αργότερα, δηλαδή πριν έναν μήνα, κυκλοφόρησε ο δεύτερος δίσκος με τίτλο «Dubna’s Dance» από τη WonTon Records.
Ποιες είναι οι διαφορές που αντιλαμβάνεσαι ανάμεσα στον πρώτο δίσκο («Music for ordinary life machines») και τον δεύτερο («Dubna’s dance»);
Στον πρώτο δίσκο περιλαμβάνονται τραγούδια αντιπροσωπευτικά της πρώτης περιόδου του group όπου συμμετέχουμε και οι τρεις. H ατμόσφαιρα του δίσκου αντανακλά τη διάθεσή μας εκείνη την περίοδο, την απόλαυση μιας παρέας που δημιουργεί και νιώθει ότι βρήκε έναν τρόπο διαφυγής. Επίσης το ύφος του είναι πιο «ορθόδοξο» new wave-post punk. Ο δεύτερος δίσκος, αντίθετα, περιλαμβάνει κομμάτια που γράφτηκαν στο τελείωμα της πορείας και είναι γραμμένα solo. Η ατμόσφαιρά του λοιπόν είναι αρκετά πιο βαριά και μελαγχολική, προσπαθεί να μετουσιώσει την επιστροφή στον κονφορμισμό, υπάρχει μια απόλαυση της ήττας, μια jouissance. Μπορείς να το καταλάβεις αυτό ιδίως στο τελευταίο κομμάτι, όπου σε μια ατμόσφαιρα μισο-giallo μισό-sci-fi, η φωνή του google translate φοβάται ότι «έτσι κι αλλιώς η ποίησή μας θα ξεφουσκώσει, θα αφήσουμε κοιλιά όπως κι άλλοι τόσοι».
To ’80 υπήρχε μια άνθιση του minimal synth («Χωρίς Περιδέραιο», «ΑNTI», κ.α.) έπειτα υπήρξε μια δεύτερη με τους «Regressverbot», τους «Οδός 55» κ.α. Τι πλαισιώνει κατά τη γνώμη σου αυτήν την μουσική στην Ελλάδα και ποιοι είναι τα ερεθίσματα για να παίζει κανείς minimal synth τότε και τώρα;
Πράγματι υπάρχει μια διάρκεια αυτού του είδους μουσικής στην Ελλάδα που φαίνεται παράξενη. Σχεδόν καμία μπάντα της δεκαετίας του ’80 δεν κατάφερε να κρατήσει πάνω από δύο ή τρία χρόνια, ο δρόμος για τη δισκογραφία ήταν κυρίως αυτοεκδόσεις ή καμία κασέτα κι όμως, όταν η δικιά μου γενιά τους ανακάλυψε μέσω του youtube, νιώσαμε ότι βρήκαμε τους ήρωές μας. Η προσωπική μου εξήγηση είναι ότι η γενιά που μεγάλωσε με τα γεγονότα της «Θεσσαλονίκης 2003» , το φοιτητικό κίνημα του 2006, τον Δεκέμβρη και τις καταλήψεις ως τόπο συνάντησης, ένιωσε μια ομοιότητα με τα συναισθήματα και τα βιώματα της νεολαίας του ’80 που εκφράζουν οι αντίστοιχες μπάντες εκείνης της εποχής . Και οι δύο στιγμές άνθισης εμφανίζονται χρονικά στη δύση ενός κύματος ριζοσπαστικοποίησης της νεολαίας, τελειώνουν μαζί του κι έχουν την ίδια γλυκόπικρη χροιά. Το κίνητρο λοιπόν νομίζω ότι δεν είναι η αναβίωση «της εητίλας» που ιδίως μετά το 2016 άρχισε να παίρνει μαζικό εμπορικό χαρακτήρα, είτε διεθνώς, με σειρές όπως το «stranger things» είτε εγχώρια με εκδηλώσεις για την Ελλάδα του ’80 στην Τεχνόπολη και μεγάλα φεστιβάλ που έφερναν τον Moroder και τον Carpenter και ό, τι ακουγόταν 80s. Αλλά η αγάπη για συγκεκριμένα συγκροτήματα όπως οι «Χωρίς Περιδέραιο», οι «ΑNTI», οι «Alive she died» κ.λπ. και την εγχώρια κουλτούρα του πανκ όπως αναδύθηκε τη δεκαετία του ’80.
Στον καινούριο δίσκο συμπεριλαμβάνεται και το κομμάτι «Arthur Cravan» ένα από τα πολύ αγαπημένα κομμάτια που ήταν διαθέσιμα στο You Tube. Ποιος είναι ο Αρθούρος Κραβάν (Arthur Cravan) ή καλύτερα τι βλέπεις εσύ σε αυτόν;
O Αρθούρος Κραβάν ήταν ένας τύπος που ήθελε να είναι ποιητής, πυγμάχος, λιποτάκτης, όμορφος και νέος και τελικά κάπου χάθηκε με μια βάρκα, μάλλον στη ζούγκλα του Αμαζονίου. Είναι άλλη μια παραλλαγή του «Πεθαίνοντας στα τριάντα». Όταν γράφτηκε το κομμάτι, έβλεπα την ιστορία του Αρθούρου Κραβάν ως ένα Bildungsroman, μια ιστορία της ενηλικίωσης μου ή της γενιάς μου που έλεγε κάποτε ότι «τα ποτάμια πίσω δε γυρνάν». Θέλαμε να γίνουμε πυγμάχοι σαν τον Αρθούρο Κραβάν… Καλύτερα να γράψει κανείς ένα ειρωνικό τραγούδι μετά, παρά να χαθεί με μια βάρκα.
Στους «Regressverbot» συναντάμε ποιητικούς στίχους αλλά και στίχους ποιητών όπως του Μίλτου Σαχτούρη στον πρώτο δίσκο («Homage στον Μίλτο Σαχτούρη») και του Νίκου Αλέξη Ασλάνογλου στον δεύτερο («Ωδή στον πρίγκηπα» και «Όλα είναι ερείπια»). Ποια ποίηση επιλέγεις να συνοδεύει τη μουσική σου;
Στην περίπτωση του Σαχτούρη, περισσότερο κι από αυτά που λέει μου άρεσε ο τρόπος που τα λέει, η φωνή του που περιγράφει εφιαλτικές εικόνες, σκηνές απέραντης θλίψης, ρουτίνας και φρίκης με έναν σταθερό μονότονο ρυθμό. Δεν δίνει έμφαση σε καμία μεμονωμένη λέξη, το αφήνει να κυλήσει όλο μονομιάς, αποστασιοποιημένα, όπως ακριβώς ένα sequencer. Sequencer φρίκης και μαύρου χιούμορ. Ο Ασλάνογλου με άγγιξε όταν πρωτοήρθα στην Αθήνα. Με βοήθησε να νιώσω ότι «η θέση μου είναι στην Αθήνα». Οι περιγραφές του αστικού τοπίου στα ποιήματά του ταίριαζαν με τις εικόνες που έβλεπα. Στη ζώνη από το Nέο Κόσμο ως το Κουκάκι μου φαινόταν ότι έβλεπα τη μηχανική καρδιά της πόλης αλλά και αυτές τις άχρονες εικόνες της Αθήνας του Ασλάνογλου, σαν τους πίνακες του Ντε Κίρικο ή σαν το νησί στην «Εφεύρεση» του Μορέλ. Δεν υπάρχει λοιπόν κάποιο ενιαίο κριτήριο, είναι θέμα τύχης.
Οι «Regressverbot» έχουν μια θέση στα ακούσματα πολλών και είναι μια μπάντα που παραμένει, παρά την σχετική της αδράνεια, περιζήτητη. Είναι στα άμεσα σχέδια κάποιες live εμφανίσεις, και αν ναι, με ποιά σύνθεση;
Τα τελευταία πέντε χρόνια οι λάιβ εμφανίσεις είναι πάντα στα απώτερα σχέδια. Κάποια στιγμή όμως θα γίνει κι αυτό.
Επιτρέπεται η αναπαραγωγή και διανομή του άρθρου σύμφωνα με τους όρους της άδειας Attribution-ShareAlike 4.0 International (CC BY-SA 4.0)
Πέμπτη 2 Ιουλίου 2020
The Pink Panther in "In the Pink of the Night" κι ενα κειμενο του Ιωάννη Ξενιδη
The Pink Panther in "In the Pink of the Night"
Ιωάννης Ξενίδης
Κυριακή 28 Ιουνίου 2020
Καθαριστες ρολογιων ( κι ενα κειμενο του Ιωάννη Ξενίδη )
Ιωαννης Ξενίδης
Σάββατο 6 Ιουνίου 2020
Dubna's Dance by regressverbot / Record/Vinyl + Digital Album
Rozika
00:00
/
04:34
|
|||
Streaming + Download
€8 EUR or more
Record/Vinyl + Digital Album
€18 EUR or more
1.
|
Rozika
04:34
|
|||
2.
|
Odi ston prigkipa
06:30
|
|||
3.
|
Dubna's Dance
03:28
|
|||
4.
|
Arthur Cravan
03:34
|
|||
5.
|
Seppuku
05:56
|
|||
6.
|
Tesla Spirit Radio
05:49
|
|||
7.
|
Ola einai ereipia
04:52
|
|||
8.
|
Dracula
04:45
|
credits
license
.................................................................................
"Music for ordinary life machines": Synthesizer αγάπη μου
Τα live του Σαββατοκύριακου (17-19/1)
22 Έλληνες μουσικόφιλοι επιλέγουν το μουσικό άλμπουμ της ...
20 ελληνικά μουσικά άλμπουμ που αγαπήσαμε τη δεκαετία ...
22 Έλληνες μουσικόφιλοι επιλέγουν το μουσικό άλμπουμ της ...
50 ελληνικοί δίσκοι για τη δεκαετία 2010-2019
Συνέντευξη με τους Regressverbot
1. Regressverbot, Music For Ordinary Life Machines. Το όνομα σας αποπνέει ένα δυστοπικό ρομαντισμό. Τι σημαίνει ακριβώς και από που προήλθε η ιδέα για αυτό;
Regressverbot σημαίνει χοντρικά “απαγόρευση επιστροφής”. Αυτό βέβαια στην καθομιλουμένη, γιατί στην πραγματικότητα είναι ένας τεχνικός όρος της θεωρίας του ποινικού δικαίου σχετικά με την αιτιότητα, που μικρή σημασία έχει η ειδικότερη έννοιά του. Το σημαντικό είναι ότι είχα να γράψω μια διπλωματική εργασία πάνω στην αιτιότητα, ήταν καλοκαίρι, έξω ζέστη, μέσα μοναξιά, έσκαγα κυριολεκτικά και μεταφορικά και ...τσουπ, γεννήθηκε η εμμονή για τα συνθεσάιζερ, νεύρωση κανονική. Άρχισα να παραγγέλνω συνθεσάιζερ της δεκαετίας του 80. Ακόμα και σήμερα όταν ζορίζομαι ψάχνω συνθεσάιζερ στο ίντερνετ. Ντροπή.
Ο τεχνικός αυτός όρος άρχισε λοιπόν να συμβολίζει αυτήν τη μικρή εξέγερση. Βρέθηκε ένας όρος στα νομικά που κρύβει λίγη ποίηση, “απαγορεύεται η επιστροφή”, “δεν υπάρχει επιστροφή”, όλες αυτές οι μεγάλες κουβέντες που λέμε είτε σε στιγμές πίεσης, είτε σε στιγμές μέθης. Και πράγματι, η εργασία αναβλήθηκε επί ένα χρόνο, αρχισα να γράφω τα πρώτα τραγούδια, μετά γνώρισα την Αγνή, μετά προστέθηκε και ο φίλος μου ο Χρήστος... Μάλλον αυτό το όνομα βρίσκεται στην πλευρά του ρομαντισμού που αναφέρεις.
Το υπόλοιπο βρίσκεται στην αντίθετη πλευρά, δεν είναι δυστοπικό, χειρότερα, είναι αντιουτοπικό και πρέπει να γράφεται με μικρή γραμματοσειρά σαν τις παρενέργειες στα φάρμακα. Έχει να κάνει με την επίγνωση της πραγματικότητας και των ορίων της. Και μάλιστα έχει να κάνει με τις ιδιαίτερες συνθήκες της Θεσσαλονίκης, αυτών των δυσανάλογα μεγάλων Σερρών, αυτής της σύγχρονης ενσάρκωσης της Πρέβεζας του Καρυωτάκη. Εδώ δεν αλλάζει σχεδόν τίποτα. Και δεν υπάρχει η δυνατότητα να αφοσιωθείς αποκλειστικά σε κάτι. Δεν μπορείς να εξειδικευτείς σε έναν συγκεκριμένο ρόλο, σε μια συμπαγή ταυτότητα, να πεις π.χ. με ενδιαφέρει η επιστήμη, ή θέλω να κάνω καριέρα στο επάγγελμά μου ή θα αφοσιωθώ στην φιλοσοφία ή... στο μίνιμαλ γουέηβ. Όλα κάποια στιγμή συναντούν ένα όριο, μετά το οποίο δεν πάει παραπάνω και είσαι υποχρεωμένος να ασχοληθείς ταυτόχρονα και με κάτι άλλο. Δεν σηκώνει η κοινωνική δομή την εξειδίκευση, όπως π.χ. δεν σηκώνει έναν πυρηνικό φυσικό το Κόσσοβο, πρέπει ταυτόχρονα να σκάψει και κανά χωράφι. Άλλωστε δεν υπάρχουν εδώ και οι κλειστές κοινότητες των μεγαλουπόλεων που σχηματίζονται βάσει κοινών ενδιαφερόντων κλπ . Συναναστρέφεσαι με κόσμο ο οποίος μπορεί να παραμένει ο ίδιος εδώ και δεκαετίες. Είναι παρόντες στη ζωή σου οι γονείς σου, οι παλιοί συμμαθητές σου, οι πρώτοι σου έρωτες κλπ. Μπορεί να συναντήσεις τη μισή ζωή σου σε μια μέρα. Κάτι σαν τη μέρα της μαρμότας.
Η ανταπόκριση σε όλες αυτές τις αντιφατικές εκκλήσεις σε κάνουν εν τέλει ordinary, σκοτώνουν οποιαδήποτε φαντασίωση. Παίρνεις μια αποστασιοποίηση απ' ό, τι κάνεις, αποκτάς μια ειρωνική και αυτοσαρκαστική διάθεση. Αυτό το συναίσθημα που σχετίζεται νομίζω με την επαρχία, το εξέφρασαν πολύ ωραία οι Χειμερινοί Κολυμβητές. Τα κομμάτια τους είναι μικρές σκανδαλιές που κάνουν φίλοι για να ξεσκάσουν πριν επιστρέψουν στην κανονικότητα, μοιάζουν λίγο με τις φάρσες στην ταινία “Εντιμότατοι Φίλοι μου”. Άκου το τραγούδι τους “Δακοκτόνοι”.
2. Δεν σας κρύβουμε, υπήρξε αγωνία όταν μάθαμε για τη διάλυση σας πέρυσι. Και αντίστοιχα χαρά για την επανένωση. Τι σας έπεισε να συνεχίσετε και ποια είναι τα σχέδια σας από εδώ και πέρα;
Δεν υπήρξε ακριβώς διάλυση. Απλώς δεν γράφαμε τραγούδια, ξενοικιάσαμε το στούντιο, λέγαμε όχι σε προτάσεις για λάιβ και δεν βρισκόμασταν... Δεν το λές και διάλυση! Ο λόγος πάντως ήταν ότι δουλεύαμε και δεν υπήρχε χρόνος. Όπως και τώρα, δεν είναι ακριβώς επανένωση. Απλώς ανταποκριθήκαμε σε δύο απανωτές προτάσεις για λάιβ. Άλλωστε ο Χρήστος έφυγε πλέον οριστικά στο εξωτερικό. Μια απώλεια αναντικατάστατη. Γενικά είμαστε αρκετά αναποφάσιστοι για να πάρουμε οριστικές αποφάσεις. Και βέβαια δεν υπάρχει απολύτως κανένα συγκεκριμένο σχέδιο για το μέλλον όπως δεν υπήρξε ποτέ. Είμαστε κάπως μπλεγμένοι σε όλο αυτό, σε μια κατάσταση απορίας.
3. Είναι κοινή πρακτική για τα minimal wave και darkwave μουσικά σχήματα να ντύνουν τη μουσική τους με πλάνα αρχείου, πλάνα από κινηματογράφο και ντοκιμαντέρ. Στην περίπτωση σας διακρίνουμε ότι έχετε επιμεληθεί άψογα τα βίντεο σας καθώς επίσης χρησιμοποιείτε ένα στιγμιότυπο από το North by Northwest του Hitchcock ως εικόνα προφίλ στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης. Αποτελεί για εσάς πηγή έμπνευσης η έβδομη τέχνη; Θα σας ενδιέφερε να γράψετε μουσική για κινηματογράφο;
Δεν νομίζω ότι είναι και τόσο καθοριστική πηγή έμπνευσης ο κινηματογράφος στη μουσική μας. Ίσως ασυνείδητα. Η πρακτική αυτή με τα βιντεάκια έγινε τυχαία, γιατί δεν μπορούσα να ανεβάσω τα τραγούδια με μια απλή φωτογραφία στο πρόγραμμα που χρησιμοποιούσα. Τα βίντεο είναι συνήθως πλάνα αρχείου, κάτι παλιά πλάνα από καράτε σοβιετικό, κάτι πλάνα από μουσεία με αυτόματα παιχνίδια, κάτι διαφημιστικά μιας εταιρίας τρένων, μπαλέτο πολύ... Ευτυχώς είναι λίγα τα αποσπάσματα από ταινίες γιατί απ' ότι διαπιστώσαμε η επιλογή αυτή πληρώνεται. Το τραγούδι decline κατέβηκε γιατί αντέδρασε η εταιρία που εκμεταλλεύεται εμπορικά την ταινία “possession” του Ζουλάφσκι και έκτοτε δεν ξανανέβηκε ποτέ. Πάντως θα μας ενδιέφερε να γράψουμε μουσική για κινηματογράφο ναι. Όποιος αποφασίσει να κάνει ρημέικ της ταινίας liquid sky να μας έχει υπόψη του.
4. Το κομμάτι Ivory Beat Wax αποτελεί έναν από τους πιο ωραίους φόρους τιμής στη Delia Derbyshire. Ποιοι καλλιτέχνες έχουν επηρεάσει περισσότερο τη μουσική σας και ποιους σύγχρονους καλλιτέχνες ξεχωρίζετε;
. Oι Αviador dro αποτελούσαν μεγάλη έμπνευση, είχαμε φτιάξει μάλιστα και ένα ωραίο τραγούδι στα ισπανικά, αλλά δεν προλάβαμε να το βγάλουμε. Και ο Snowy red. Και κάποια γερμανικά συγκροτήματα, κυρίως λόγω του ότι χρησιμοποιούσαν λίγα συνθεσάιζερ και απλές μελωδίες. ´Οπως, π.χ. οι Sugalo και οι der kuenftige Musikant. Δεν άσκησαν όμως επιρροή άμεση διότι όλα αυτά τα συγκροτήματα είναι πολύ ιδιαίτερα και είναι αδύνατον να τα μιμηθείς όσο και αν προσπαθήσεις. Απλώς δείχνουν το δρόμο. Και βέβαια ελληνικά συγκροτήματα, οι Χωρίς Περιδέραιο, οι Αντί, οι Κλόουν. Οι Στέρεο Νόβα που δυστυχώς ή ευτυχώς επηρεάζουν οποιονδήποτε δοκιμάζει να βάλει ελληνικό στοίχο πάνω σε ηλεκτρονική μουσική.
Από σύγχρονους καλλιτέχνες, οι medio mutante ξεχωρίζουν. Γνήσιο ταλέντο. Το γεγονός δε ότι διαλύθηκαν πριν κυκλοφορήσουν κάποιον δίσκο τους δίνει κι ένα ηθικό μεγαλείο. Από την εγχώρια σκηνή μας αρέσουν όλα τα συναφή συγκροτήματα. Human puppets, wave tank, phoenix catscratch, strawberry pills, selofan, melatonini, οδός 55 όλοι κάναν κάτι σημαντικό και διαφορετικό. Ιδιαίτερα είχαμε ευχαριστηθεί το live με τους εμφιαλωμένους εραστές, τους les miserables και τον tango mangalore. Tότε είχαμε κατέβει πρώτη φορά στην Αθήνα και είχαμε πάθει πλάκα. Απίστευτες μουσικές. Cold wave με γαλλικό στίχο οι miserables, κάτι απόκοσμο ο Tango Mangalore κάτι εξωπραγματικά οι εμφιαλωμένοι εραστές. Για λίγο χρονικό διάστημα υπήρξε σκηνή στην αθήνα.
5. Ακούγοντας το homage to miltos sahtouris μας γεννάται η ερώτηση γιατί διαλέξατε αυτόν; Τι σας εμπνέει από το έργο του;
Προσωπικά δύο έλληνες ποιητές με τραβούσαν ιδιαίτερα, ο Σαχτούρης και ο Εμπειρίκος. Και για τον Εμπειρίκο είχα φτιάξει ένα κομμάτι αλλά δεν το ηχογράφησα, ίσως στο μέλλον... Αλλά ο Εμπειρίκος σε κρατάει σε μια απόσταση, λίγο η καθαρεύουσα, λίγο αυτός ο μεγαλοαστικός και ευρωπαϊκός του αέρας... Δεν μπορείς να ταυτιστείς τόσο εύκολα. Ήταν και ψυχαναλυτής, μην το ξεχνάμε, ήθελε να κρατάει τις αποστάσεις του. Ο Σαχτούρης αντίθετα, είναι γλυκύτατος. Είναι οικείος, έχει έναν εξομολογητικό χαρακτήρα και εκφράζει μια ήττα στα ποιήματά του... Τον φαντάζομαι έτσι και στη ζωή του, ταλαιπωρημένο, νουάρ, να τον κυνηγάει πάντα ο προσωπικός του καμπουράκος, μια ελληνική εκδοχή του Μπένγιαμιν. Η ταλαιπώρια σε τέτοια υπερβολική δόση δεν είναι μιζέρια, είναι μαύρο χιούμορ. Όπως στον “Οιδίποδα”, ή στην “Αγία Χ”. Υπάρχει και ένα καταπληκτικό βίντεο από το αρχείο της Ερτ3 όπου ο ίδιος, στα τελευταία του, ενσαρκώνει πλήρως αυτόν τον ρόλο. Απαντάει στις ερωτήσεις με γκρίνια, μονολεκτικά, αρνείται να διαβάσει ποιήματά του... Θέλεις να γελάσεις και να κλάψεις ταυτόχρονα.
6. Τελευταία γίνονται διάφορες ενέργειες υπέρ των φυλακισμένων απεργών πείνας. Ποια η γνώμη σας για τις διεκδικήσεις των απεργών και πως κρίνετε τις αλληλέγγυες ενέργειες?
Η αλήθεια είναι ότι δεν κατάλαβα ποτέ γιατί ερωτάται στους μουσικούς η θέση τους για μείζονα κοινωνικά ζητήματα, ειδικά όταν άλλοι παίζουν το κεφάλι τους γι αυτά. Ο μουσικός και “ο καλλιτέχνης” ευρύτερα δεν είναι το “υποκείμενο-που-υποτίθεται-ότι-γνωρίζει” (αυτό είναι ο ψυχαναλυτής!). Είναι ένας άνθρωπος με ιδιαίτερα κοινωνικά προνόμια από τη στιγμή που έχει την ελευθερία -από άποψη χρήματος, χρόνου κλπ.- να εκφραστεί, ενώ η πλειοψηφία της κοινωνίας ματώνει στα δεκάωρα. Ακόμα και γι αυτήν τη μικρή ελευθερία σε τέτοιους καιρούς θα πρεπε να νιώθει κανείς λίγο άβολα, όπως ακριβώς άβολα ένιωθε και ο -αναρχικός τότε- Βικτόρ Σερζ όταν η γενιά του ξεκληριζόταν στον Α παγκόσμιο πόλεμο και αυτός βρισκόταν -άδικα, αλλά ασφαλής- στη φυλακή. Με αυτά δεν υπερασπίζομαι την “ισότητα στη βαρβαρότητα” - καλά κάνουν κάποιοι άνθρωποι και ξεφεύγουν από τη μοίρα που επιφυλάσσεται για την πλειοψηφία- αλλά οκ, οι άνθρωποι αυτοί δεν είναι σαμάνοι, δεν χρειάζεται να τους αντιμετωπίζουμε σαν ιερά τέρατα που πρέπει να καθαγιάσουν τους αγώνες μας. Ειδικά αν δει κανείς ποιο είναι το κοινό που διψάει για μουσική και αγοράζει δίσκους, ηλικιακά και ιδεολογικά, μου φαίνεται πολύ σπάνιο να πει κάποιος μουσικός “δεν είμαι με τους κοινωνικούς αγώνες”. Πρέπει να είσαι ο Νταλάρας, ή η Σώτη ή κάτι τέτοιο τέλος πάντων. Αυτή η άρνηση δε των τελευταίων να αποδεχτούν αυτόν τον ρόλο, μου φαίνεται ιδιαίτερα συμπαθής. Σπάει τη μεταβίβαση.
Παρόλα αυτά και σε πλήρη αντίφαση με τα παραπάνω, θα απαντήσω στην ερώτηση, χωρίς να απαντάω ως μουσικός. 'Αλλωστε τα συνθεσάιζερ παίζουν σε μεγάλο βαθμό από μόνα τους, εγώ δύο τρία πλήκτρα πατάω.
Καταρχήν από θέση αρχής τάσσομαι υπέρ οποιουδήποτε απεργού πείνας. Αυτό άλλωστε είναι και το χαρακτηριστικό του συγκεκριμένου μέσου πάλης, είναι το έσχατο μέσο, σε αναγκάζει να πάρεις θέση υπέρ ή κατά χωρίς ενδιάμεσες διακυμάνσεις. Για αυτό καλό είναι κιόλας να μην σχετικοποιείται για ψίλου πήδημα.
Για περισσότερες πληροφορίες για την μπάντα στην σελίδα τους στο facebook εδώ.
Για πληροφορίες για την συναυλία εδώ.
Οι ερωτήσεις είναι του Κωνσταντίνου Τσακμάζ και του Exaybachay.
δειτε και
και
-
όταν μας επισκέπτεται η Θεια Ακηδία καμιά φορά Βυθίζομαι σε τρυφερή ανία και καταργείται μέσ...