Αναγνώστες

Παρασκευή 3 Αυγούστου 2012

Νικου Δεμερτζη: Το τραύμα στην κοινωνία της διακινδύνευσης


απο το κειμενο του Ν. Δεμερτζη :


”….Όπως λοιπόν το πολιτισμικό, έτσι και το ψυχικό τραύμα είναι μια μεθύστερη εμπειρία, μια ανάμνηση και μια ανασυγκρότηση ενός αρνητικού βιώματος. Για τον Freud (1986: 317) μάλιστα το ψυχικό τραύμα δεν είναι αναγκαστικά προϊόν σωματικής εμπειρίας, δεν είναι απαραιτήτως ένα συγκεκριμένο συμβάν (όπως στην περίπτωση του πολιτισμικού τραύματος)· μπορεί κάλλιστα να είναι μια εντύπωση ή φαντασίωση.




Από αυτή την έποψη, ο Freud προσυπογράφει έναν κονστρουξιονισμό πολύ πιο ριζοσπαστικό από εκείνον του Alexander.Κάτι επίσης κοινό στις δύο έννοιες είναι η έντονη και ανεξάλειπτη επίδραση της τραυματικής εμπειρίας: το πολιτισμικό τραύμα επιφέρει αμετάκλητες αλλαγές στη συλλογική μνήμη και ταυτότητα· το ψυχικό τραύμα επιφέρει παθογόνες επιπτώσεις διαρκείας στην ψυχική οργάνωση του υποκειμένου. Δεν είναι όμως όλες οι αρνητικές και τραυματικές καταστάσεις που οδηγούν σε τραύμα (πολιτισμικό ή ψυχικό). Όπως είδαμε, η διαδικασία της κοινωνικής κατασκευής είναι εκείνη που μετατρέπει επιλεκτικά μια κινδυνώδη και επιβλαβή συνθήκη σε «τραύμα» ως ορόσημο της κοινωνικής μνήμης και της συλλογικής ταυτότητας.



Παρομοίως, σύμφωνα με τον Freud (2003: 85-6), μια τραυματογενής συνθήκη μεταστοιχειώνεται σε τραύμα όταν η «ποσότητά» της είναι τόση ώστε το δυναμικό της αρχής της ηδονής να μη μπορεί να τη διαχειριστεί, ή όταν υπερβαίνει τις σαδομαζοχιστικές φαντασιώσεις του υποκειμένου, όπως ισχυρίζεται μία μελετητής του «τραυματικού» (Φλωρεντίν 1981). Και στις δύο περιπτώσεις, οι «προ-τραυματικές» συνθήκες καθορίζουν σε μέγιστο βαθμό τον ίδιο το σχηματισμό του τραύματος, αλλά και τις μετα-τραυματικές εξελίξεις. Εμπειρίες καλής μητρότητας, αναπτυγμένο ιδανικό του Εγώ, ικανότητα επεξεργασίας και ενσωμάτωσης είναι ορισμένοι ενδογενείς προ-τραυματικοί εσωτερικοί παράγοντες που περιστέλλουν το σχηματισμό του ψυχικού τραύματος και επιτρέπουν την προσαρμογή του ατόμου στο μετα-τραυματικό περιβάλλον περιορίζοντας τα συμπτώματα. Αντιστοίχως, το πολιτισμικό τραύμα μονίμως εγείρει το ερώτημα: «τραύμα για ποιόν;». Και τούτο, υπό την έννοια ότι η ανισοκατανομή οικονομικού, συμβολικού, κοινωνικού και πολιτικού κεφαλαίου επηρεάζει - αν δεν καθορίζει-, τις ευαισθησίες των επιμέρους κοινωνικών ομάδων απέναντι στις τραυματογενείς συνθήκες [5]. Ούτε όλοι υφίστανται το τραύμα ομοειδώς και ούτε όλοι υιοθετούν τις ίδιες στρατηγικές αντιμετώπισής του (Sztompka 2004: 166-7).


Εκ των συγγραφέων του Cultural Trauma and Collective Identity o «πολύς» Neil Smelser [6] επιχειρεί μια πιο σύνθετη και ακριβή συσχέτιση του ψυχικού και πολιτισμικού τραύματος. Κάνει εκτεταμένες αναφορές σε φροϋδικά και άλλα ψυχαναλυτικά και ψυχολογικά κείμενα, φροντίζει να αποφύγει τον ψυχολογικό αναγωγισμό και προτείνει μια τετραμερή τυπολογία των αμυντικών μηχανισμών αντιμετώπισης του τραύματος - πρωτίστως του ψυχικού (άρνηση, προβολή, αντιθετική μεταστροφή, αποπροσωποποίηση). Κατά την άποψή μου, ακολουθώντας και αυτός το Παράδειγμα του κοινωνικού κονστρουξιονισμού, προκρίνει τον πληρέστερο ορισμό του πολιτισμικού τραύματος: «μια δημόσια αποδεκτή και τεκμηριωμένη από τα μέλη μιας ομάδας ανάμνηση γύρω από ένα γεγονός ή κατάσταση, η οποία (α) είναι φορτωμένη με αρνητικά συναισθήματα, (β) αναπαρίσταται ως ανεξίτηλη και (γ) θεωρείται ότι απειλεί την ύπαρξη της κοινωνίας ή παραβιάζει μία ή περισσότερες εκ των θεμελιωδών πολιτισμικών της προϋποθέσεων» (Smelser 2004: 44).




Αντλώντας εμπειρικό υλικό από τον αμερικανικό εμφύλιο, το Pearl Harbor, τον εγκλεισμό πολλών χιλιάδων αμερικανών πολιτών ιαπωνικής καταγωγής σε στρατόπεδα συγκέντρωσης κατά τη διάρκεια του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου, το Βιετνάμ και την 11η Σεπτεμβρίου[7] , βάσει του παραπάνω ορισμού, δείχνει πως η μελέτη του πολιτισμικού-κοινωνικού τραύματος οφείλει να κινηθεί σε τρία αλληλένδετα επίπεδα: το γνωστικό, το συγκινησιακό/συναισθηματικό και το μνημονικό. Τονίζει ότι γεγονότα που σε μία κοινωνία θα αποτελούσαν τραύματα σε μια άλλη δεν αφήνουν ιδιαίτερα ίχνη και ότι ένα γεγονός μπορεί να αποδειχθεί τραυματικό σε μια ορισμένη χρονική στιγμή ενώ σε μια άλλη όχι. Τονίζει επίσης τον επιλεκτικό χαρακτήρα της μνήμης, γεγονός που συνεπάγεται το διαμεσολαβητικό ρόλο των διανοουμένων, των κοινωνικών κινημάτων, των μέσων ενημέρωσης, των δημοσιογράφων, των εκπαιδευτικών θεσμών και ποικίλων άλλων «διαχειριστών της ηθικής». Το πολιτισμικό τραύμα πρέπει να γίνει κατανοητό, να εξηγηθεί και να αναπαρασταθεί δημοσίως μέσω του λόγου. Ακριβώς επειδή τα πολιτισμικά τραύματα δεν προκύπτουν αφ’ εαυτών και εκ του μηδενός, είναι ιστορικά προϊόντα ρηματικής (ανα)κατασκευής. Κλασσική είναι η περίπτωση των τραυματικών καταγωγικών αφηγήσεων που αφορούν την (ανα)γέννηση του έθνους: πόλεμοι, γενοκτονίες, θυσίες και απώλειες θεμελιώνουν σχεδόν πάντα την εθνική ταυτότητα. Πρόκειται για μια αλληλοδιαδοχή μνήμης και λήθης, για την επιλεκτική διαμόρφωση μιας παράδοσης βάσει της οποίας συγκροτούνται συλλογικές ταυτότητες (Δεμερτζής 1996: 95-100, Misztal 2003: 37-49, 139-145). Στη διαδικασία αυτή διαγκωνίζονται ποικίλα συμφέροντα και ενδιαφέροντα, τόσο από τα πάνω (ελίτ) όσο και από τα κάτω (λαϊκές τάξεις), καθώς το τραυματικό περιεχόμενο ενός γεγονότος πρέπει αναδρομικά να επικρατήσει και να ηγεμονεύσει έναντι των εναλλακτικών εννοήσεών του. Η διαδικασία αυτή αποτελεί ένα είδος «συμβολικής πάλης», ένα «δράμα του τραύματος», ένα «ομιλιακό ενέργημα» a la Austin, η έκβαση του οποίου αφήνει βαθιά ίχνη στη συλλογική ταυτότητα, στα δίκτυα κοινωνικού κεφαλαίου και τη δομή προσωπικότητας των μελών μιας κοινωνίας ή μιας κοινωνικής ομάδας.Ένα ακόμη σημείο επαφής του πολιτισμικού με το ψυχικό τραύμα, σύμφωνα με τον Smelser, είναι ότι αμφότερα γεννούν και συνοδεύονται από αρνητικά συναισθήματα και συγκινήσεις.

Τρόμος, αγωνία, φόβος, ντροπή, ταπείνωση, θυμός, αηδία και ενοχή είναι ορισμένα από τα αρνητικά συναισθήματα που αναδεύονται με τη ρήξη του κοινωνικού ιστού και του αξιολογικού πλαισίου αναφοράς. Ο Smelser μάλιστα είναι κατηγορηματικός ως προς τη σημασία του συναισθήματος (affect) στην ανάλυση του πολιτισμικού τραύματος: «εάν ένα πιθανό τραυματογενές συμβάν δεν συνοδευτεί από αρνητικό συναίσθημα (π.χ. μια εθνική τραγωδία, μια εθνική ντροπή, μια εθνική καταστροφή), δεν μπορεί να εκληφθεί ως τραυματικό» (σελ. 40). Τούτο ισχύει τόσον αναφορικά με τον κοινωνικό ορισμό του τραύματος, όσο και με την εννοιολογική του απαρτίωση. Η «οικουμενική γλώσσα» των συναισθημάτων είναι απαραίτητη στη διαπραγμάτευση του νοήματος ενός τραυματικού γεγονότος. Εάν δεν ενεργοποιηθεί το ριπίδιο των αρνητικών συναισθημάτων ένα γεγονός δεν μπορεί να ορισθεί και να εσωτερικευθεί ως απειλητικό, καταστροφικό, φθοροποιό κ.λπ.



Το συναίσθημα όμως προσφέρεται και για κάτι άλλο εξίσου σημαντικό: είναι η φυλογενετική και οντογενετική συνάμα γέφυρα που συνδέει το πολιτισμικό και το ψυχικό τραύμα. Ένα πολιτισμικό τραύμα επιφέρει μεν δραματικές αλλαγές και πλήγματα στα συστήματα αναφοράς και στις πολιτικο-οικονομικές δομές μιας κοινωνίας ή μιας ευρείας κοινωνικής ομάδας (ένας εμφύλιος πόλεμος λόγου χάριν, όπως ο ελληνικός), πλην όμως είναι τα άτομα ως άτομα που δέχονται την επίδραση των αλλαγών αυτών έτσι, ώστε το τραύμα του μακρο-επιπέδου (πολιτισμικό-κοινωνικό τραύμα) να αναμεταφραστεί σε όρους μικρο-επιπέδου (ψυχικό-προσωπικό και κλινικό δηλαδή τραύμα). Γνωρίζουμε, άλλωστε, από την κοινωνιολογία των συγκινήσεων (sociology of emotions) ότι τα συναισθήματα [8] είναι κρίκοι που συνδέουν το συλλογικό με το ατομικό, τις κοινωνικές δομές με την ατομική συμπεριφορά (Barbalet 1998: 27). …”….


βλ:

1 σχόλιο:

vripol είπε...

"Παρομοίως, σύμφωνα με τον Freud (2003: 85-6), μια τραυματογενής συνθήκη μεταστοιχειώνεται σε τραύμα όταν η «ποσότητά» της είναι τόση ώστε το δυναμικό της αρχής της ηδονής να μη μπορεί να τη διαχειριστεί, ή όταν υπερβαίνει τις σαδομαζοχιστικές φαντασιώσεις του υποκειμένου, όπως ισχυρίζεται μία μελετητής του «τραυματικού» (Φλωρεντίν 1981)"

Χμ, τώρα κατάλαβα.Η τραυματογενείς συνθήκες τής σφαγης τού Διστόμου καί τών Καλαβρύτων απο τα SS, μεταστοιχειώθηκαν σε τραύμα διότι η «ποσότητά» τους ήταν τόση ώστε το δυναμικό της αρχής της ηδονής να μη μπορεί να τη διαχειριστεί, ή διότι υπερέβησαν τις σαδομαζοχιστικές φαντασιώσεις τών θυμάτων. Φαντάζομαι ότι καί στους θαλάμους αερίων μάλλον θά υπερβαίνονταν οι σαδομαζοχιστικές αντιλήψεις τών θυμάτων εάν δέν πέθαιναν τόσο γρήγορα. τς, τς Είδες η επιστήμη.
Φοβούμαι μήν βγεί κανένας γερμανός ψυχολόγος καί υποστηρίξει ότι οι τά θύματα βίωναν ηδονή διότι η συνισταμένη τών αμυντικών ψυχολογικών μηχανισμών, είχε ως αλγεβρικό άθροισμα άφατη ηδονή την ώρα τού Θανάτου..

vripolίδης τεχνοφοβικός κάι δύσπιστος απέναντι στούς μαθητευόμενους μάγους τής ψυχής..