Αναγνώστες

Κυριακή 12 Αυγούστου 2012

Ταυτότητα, εθνική ταυτότητα και κρίση ταυτότητας

Ταυτότητα, εθνική ταυτότητα και κρίση ταυτότητας

του Κυριάκη Κωνσταντίνο

αναδημοσιευση  αποσπασματος

Ταυτότητα:  Έννοια και Επίπεδα   

Ο κοινωνικός κόσμος υποδιαιρείται σε κοινωνικές κατηγορίες (Δραγώνα, 2001: 34), βασικότερη των οποίων είναι η διαλεκτική σχέση[1] ανάμεσα στον ‘εαυτό’ και στον ‘άλλο’ και φυσικά η συνακόλουθη διάκριση ανάμεσα στο ‘εμείς’ και οι ‘άλλοι’ (Δραγώνα, 1997: 72 – 73).  Στο κοινωνικό πεδίο η έννοια της ταυτότητας αναφέρεται στη θεμελιώδη δυαδικότητα του ‘ανήκειν – μη ανήκειν’ σε ομάδα πραγματική είτε φαντασιακή /ιδεολογική (Λέκκας & Γράψας, 2003: 131).  Σε ατομικό επίπεδο χαρακτηρίζεται από το σύνολο των προσχωρήσεων ή και αποχωρήσεων από το κοινωνικό σύστημα, ενώ σε συλλογικό επίπεδο ταυτοποιεί και διακρίνει την ομάδα (Cuche, 2001: 147).  Η ομάδα νοείται ως συγκεκριμένη κοινότητα, η ‘πρακτική του λόγου’ (Φουκό, 1987: 181) τής οποίας συγκροτεί συμβολικά συστήματα και οιονεί «κοινωνικές τάξεις».  Κύριος στόχος της είναι η σπονδύλωση νοηματικών συστημάτων, ώστε να αποδοθεί νόημα σε ένα συγκεκριμένο σύνολο σημαινόντων.
Το σύστημα των σημαινόντων μέσα από διαφοροποιήσεις και ταυτοποιήσεις παράγει επιλεκτική αφήγηση (Lacan, 1977: 65).  Η αφήγηση δομείται στη βάση ισχυρών κανόνων ‘εξιδανίκευσης’ του εαυτού, αφού μέσω αυτής επιχειρείται να ‘εντυπωσιαστεί’ ο άλλος, που επιτηρεί και ωθεί το υποκείμενο να ακολουθήσει και πραγματώσει το Ιδεώδες Εγώ (Lacan, 1991: 414), δηλ. την φαντασιακή εικόνα του εαυτού του (Zizek, 2009: 123).  Ωστόσο, η βίαιη εισβολή του πραγματικού μπορεί να διαταράξει την αρμονία της αφήγησης του υποκειμένου.  Η ταυτότητα, δηλαδή, αποτελεί ad hoc μείγμα φαντασιακών και συμβολικών στοιχείων, κατασκευασμένων έτσι ώστε να συνθέτουν «μια επιλεκτική αφήγηση» (Θεοδωρίδης, 2004: 118).
Συνοψίζοντας, ταυτότητα είναι η αντίληψη που έχει ο κάθε άνθρωπος για τον εαυτό του, η αυτό-εικόνα του (Δραγώνα, 2001: 35).  Αυτή, ωστόσο, είναι μια κοινωνική κατασκευή, αφού η επεξεργασία της συναρτάται προς ένα σύνολο αναφοράς, μια ομάδα, και το «ειδοποιό πρόκριμμα […], βάσει του οποίου το σύνολο αυτό καταρτίζεται» (Λέκκας & Γράψας, 2003: 120).  Έτσι, το κοινωνικό αναπαράγεται στο ατομικό (Δραγώνα, 2001: 46): το άτομο αυτοπροσδιορίζεται ετεροπροσδιοριζόμενο.       

Λειτουργίες και μηχανισμοί της ταυτοτικής διεργασίας

            Η ιδιότητα[2] της ταυτότητας παράγει απτά κοινωνικά αποτελέσματα, στο επίπεδο των σχέσεων ανάμεσα στις κοινωνικές ομάδες και στα υποκείμενά τους, μέσω των μηχανισμών της κατηγοριοποίησης και της κοινωνικής σύγκρισης (Δραγώνα, 2001: 31 – 36).  Σε αυτό το πλαίσιο, και στη βάση της θεωρίας των κοινωνικών ταυτοτήτων, το υποκείμενο χρησιμοποιεί αυτούς τους μηχανισμούς κατασκευής νοητικών σχημάτων και συστημάτων αναπαράστασης για να αποτιμήσει θετικά τη δική του κοινωνική ταυτότητα και να προάγει την προσωπική του αξία.
            Οι μηχανισμοί, λοιπόν, της κατηγοριοποίησης και της κοινωνικής σύγκρισης θέτουν τα θεμέλια της δημιουργίας στερεοτύπων (Δραγώνα, 2001: 33).  Έτσι, επειδή η κοινωνική ταυτότητα τοποθετεί το υποκείμενο σε μια κλίμακα ιεραρχίας, τόσο μέσα στην ομάδα αλλά και έξω από αυτή, φαίνεται ότι κατηγοριοποιήσεις με μεγάλη σημασία διαμορφώνονται στη βάση στερεοτύπων, τα οποία λειτουργούν ως αιτία και αιτιατό των προκαταλήψεων που επιδεικνύει το υποκείμενο για τα μέλη (και ως σύνολο αλλά και ως μονάδες) άλλων ομάδων.  Οι προκαταλήψεις, επομένως, αφορούν σε δι-ομαδικές διαφοροποιήσεις και μπορούν, δυνητικά, να οδηγήσουν σε δι-ομαδικές συγκρούσεις.
Οι προκαταλήψεις ‘προβάλλονται’ σε μια άλλη ομάδα έτσι ώστε να ‘εκκενώσουν’ δυσλειτουργικά και ανεπιθύμητα χαρακτηριστικά της ‘οικείας’ ομάδας, στη βάση της θεωρίας των αντικειμενότροπων σχέσεων (Δραγώνα, 2001: 44 – 55).  Ενίοτε όμως ο μηχανισμός της προβολής μπορεί να οδηγήσει τον αποδέκτη της προβολής (ομάδα ή μέλος της) σε ταύτιση με τα προβαλλόμενα αρνητικά χαρακτηριστικά (προβλητική ταύτιση).  Σε αυτή την περίπτωση ο ‘άλλος’ άγεται να συμπεριφερθεί ως όντως να διέθετε τα χαρακτηριστικά που του αποδίδονται, χαρακτηριστικά, όμως, που είναι κατασκευασμένα και υπάρχουν μόνο επειδή συμβαίνει η προβολή (Bird & Clarke, 1999 στο Δραγώνα, 2001: 50). 
            Συνοψίζοντας, φαίνεται ότι το παραπάνω θεωρητικό πλαίσιο διαμορφώνει τις προϋποθέσεις ερμηνείας σύνθετων φαινομένων, όπως του ρατσισμού, στη βάση της συμπλοκής κοινωνιο-δομικών και ψυχολογικών παραγόντων. 
Εθνική ταυτότητα, κρίση ταυτότητας και Ακαδημία Πλάτωνος
            Το σύγχρονο κράτος-έθνος, ως ιστορική κατηγορία, είναι φαινόμενο του νεωτερικού 19ου αιώνα (Λιάκος, 2005).  Αναλαμβάνει, στο πλαίσιο της κατίσχυσης και διαιώνισης της εξουσίας του, να διαμορφώσει τα ‘ιδεολογηματικά’ κατηγορήματα που χρησιμεύουν ως ερείσματα στην κατασκευή της εθνικής ταυτότητας και συνοψίζονται, συνήθως, στο τρίπτυχο: όμαιμο, ομόδοξο και ομόγλωσσο.  Η ροπή προς τη μονοταυτοποίηση ‘κλείνει’ τη συλλογική ταυτότητα στον ενικό αριθμό, είτε πρόκειται για τον εαυτό είτε για τον άλλο.  «Το οριστικό ταυτοποιητικό άρθρο επιτρέπει με φαντασιωτικό τρόπο την αναγωγή ενός συλλογικού συνόλου σε μια μοναδική» (Cuche, 2001: 157) ταυτότητα, την οποία, τις περισσότερες φορές, την αποδίδει με τρόπο στερεοτυπικό.  Έτσι, γίνεται φανερό ότι η προσπάθεια του κράτους-έθνους είναι η κατασκευή μονολιθικών ταυτοτήτων, αφού η πολλαπλότητα των ταυτοτήτων υπαγωγής δυνητικά αίρει την αφετηριακή συνθήκη της γέννησής του. 
            Σε αυτό το πλαίσιο οι κάτοικοι της Ακαδημίας Πλάτωνος –στην ταινία- και ο ήρωας αντιλαμβάνονται την εθνική ταυτότητα στη βάση κοινωνιο-βιολογικών ερμηνειών (Δραγώνα, 2001: 59 – 60), δηλαδή ότι το υποκείμενο γεννιέται, μέσω της βιολογικής κληρονομικότητας, «με τα συστατικά στοιχεία της εθνικής και πολιτισμικής ταυτότητας, της οποίας τα φαινοτυπικά χαρακτηριστικά και οι ψυχολογικές ιδιότητες σχετίζονται με τη ‘νοοτροπία’ και την ‘ιδιοφυΐα’ που προσιδιάζει στον λαό στον οποίο ανήκει» (Cuche, 2001: 148).  Μέσα από τους μηχανισμούς της κατηγοριοποίησης και της κοινωνικής σύγκρισης, αλλά κυρίως της σχάσης (Δραγώνα, 2001: 48) και της προβολής τα υποκείμενα αποφορτίζουν τα δικά τους συναισθήματα (τις δικές τους ευάλωτες και απειλημένες ταυτότητες).  Στην ουσία μέσα από την υπαγωγή τους στην (πλειοψηφική) ομάδα κατασκευάζουν σταδιακά την προσωπική τους αφήγηση, μια ατομική μυθολογία, που δεν είναι άλλη παρά η ενδοβολή (Lacan, 1977: 22) του κοινωνικού στο ατομικό.  Η εισβολή του ‘πραγματικού’ στη σκηνή, με τη μορφή της ‘αλήθειας’ περί καταγωγής, θα οδηγήσει στη διάλυση και διάρρηξη του στημονικού ‘μύθου’, πάνω στο οποίο το πρωταγωνιστικό υποκείμενο ύφανε τις ‘ραφές’ της προσωπικής του μυθοπλασίας.  Η (δραματική) κρίση ταυτότητας του υποκειμένου διαυγάζει με τον πιο καταλυτικό τρόπο την ‘κατασκευασμένη’, αλλά και ‘κατασκευαστική’, εκδοχή της ταυτότητας. 

Δεν υπάρχουν σχόλια: