Ο Άγγελος Ελεφάντης και το περιοδικό «Ο Πολίτης»
Το έργο ζωής του Ελεφάντη ήταν το περιοδικό ο Πολίτης. Μαζί του, ως ιδρυτικούς εμπνευστές του Πολίτη, πρέπει να μνημονεύουμε δύο άλλους αξιόλογους ανθρώπους, τον Αντώνη Καρκαγιάννη και τον Δήμο Μαυρομμάτη.
Ο Πολίτης ήταν έργο σημαντικό, επειδή εκτός των άλλων, ήταν διαδρομή παιδείας με την ευρύτερη έννοια. ¨Ηταν προσπάθεια θεραπείας μιας χρόνια αθεράπευτης νόσου, της πολιτισμικής ανεπάρκειας, και ιδιαίτερα της φτωχής, αφυδατωμένης πολιτικής παιδείας. Οι ανεπάρκειες της παιδείας ως όλου, μαζί με άλλα πράγματα, είναι αυτές σε τελευταία ανάλυση, που μετατρέπουν την πολιτική, και κάθε δραστηριότητα για τα κοινά, για την πολιτεία, από χαρακτηριστικό γνώρισμα του έλλογου όντος - ζώου πολιτικού, στο «κακό» και «ακάθαρτο» πράγμα που βιώνει ο δύστυχος πολίτης σήμερα.
Οι αποτυχίες της Αριστεράς σχετίζονται, εκτός των άλλων, με αυταπάτες πελώριες που υπερεκτίμησαν ριζικά την ισχύ της πολιτικής. Αλλά η πολιτική μόνη της, είναι τέχνη της βραχείας διάρκειας και μπορεί να πετύχει μόνον πράγματα που της αρμόζουν. Κάποια άλλα, ποτέ δεν θα μπορέσει. Μπορεί να κάνει καλή ή κακή διαχείριση δημόσιων πραγμάτων, να επιφέρει βελτιώσεις ή αποτυχίες, να συνεισφέρει μικρές και μεγαλύτερες μεταρρυθμίσεις ή να καταδικάζει σε ακινησία, σε μερικές περιπτώσεις να προκαλέσει ανατροπές ή επαναστάσεις. Αλλά πιθανότατα δεν μπορεί, με τις δικές της δυνάμεις, να φτιάξει διαφορετικούς ανθρώπους, άλλες κοινωνίες, νέους πολιτισμούς. Η πείρα που έρχεται από την ιστορία είναι μόνον ενδεικτική. Άν όμως μας λέει κάτι, λέει ότι ακόμη και η πιο καινοτόμος πολιτική ελάχιστα επηρεάζει την μακροχρόνια εξέλιξη των κοινωνιών. Καμιά πολιτική, όσο και άν επικαλείται την χειραφέτηση και την απελευθέρωση από τα δεσμά του παρελθόντος, δεν ελέγχει το μέλλον. Όσοι βλέπουν πόσο μάταιο είναι να χτίζονται πύργοι στην άμμο, αισθάνονται και την ανάγκη να στηθούν στο πλευρό της πολιτικής άλλα στηρίγματα, με βαθύτερα θεμέλια.
Ο Πολίτης ήταν έργο σημαντικό, επειδή εκτός των άλλων, ήταν διαδρομή παιδείας με την ευρύτερη έννοια. ¨Ηταν προσπάθεια θεραπείας μιας χρόνια αθεράπευτης νόσου, της πολιτισμικής ανεπάρκειας, και ιδιαίτερα της φτωχής, αφυδατωμένης πολιτικής παιδείας. Οι ανεπάρκειες της παιδείας ως όλου, μαζί με άλλα πράγματα, είναι αυτές σε τελευταία ανάλυση, που μετατρέπουν την πολιτική, και κάθε δραστηριότητα για τα κοινά, για την πολιτεία, από χαρακτηριστικό γνώρισμα του έλλογου όντος - ζώου πολιτικού, στο «κακό» και «ακάθαρτο» πράγμα που βιώνει ο δύστυχος πολίτης σήμερα.
Οι αποτυχίες της Αριστεράς σχετίζονται, εκτός των άλλων, με αυταπάτες πελώριες που υπερεκτίμησαν ριζικά την ισχύ της πολιτικής. Αλλά η πολιτική μόνη της, είναι τέχνη της βραχείας διάρκειας και μπορεί να πετύχει μόνον πράγματα που της αρμόζουν. Κάποια άλλα, ποτέ δεν θα μπορέσει. Μπορεί να κάνει καλή ή κακή διαχείριση δημόσιων πραγμάτων, να επιφέρει βελτιώσεις ή αποτυχίες, να συνεισφέρει μικρές και μεγαλύτερες μεταρρυθμίσεις ή να καταδικάζει σε ακινησία, σε μερικές περιπτώσεις να προκαλέσει ανατροπές ή επαναστάσεις. Αλλά πιθανότατα δεν μπορεί, με τις δικές της δυνάμεις, να φτιάξει διαφορετικούς ανθρώπους, άλλες κοινωνίες, νέους πολιτισμούς. Η πείρα που έρχεται από την ιστορία είναι μόνον ενδεικτική. Άν όμως μας λέει κάτι, λέει ότι ακόμη και η πιο καινοτόμος πολιτική ελάχιστα επηρεάζει την μακροχρόνια εξέλιξη των κοινωνιών. Καμιά πολιτική, όσο και άν επικαλείται την χειραφέτηση και την απελευθέρωση από τα δεσμά του παρελθόντος, δεν ελέγχει το μέλλον. Όσοι βλέπουν πόσο μάταιο είναι να χτίζονται πύργοι στην άμμο, αισθάνονται και την ανάγκη να στηθούν στο πλευρό της πολιτικής άλλα στηρίγματα, με βαθύτερα θεμέλια.
Όποιος ενδιαφέρεται πραγματικά για τις γενιές που θα έλθουν μετά από μάς, για τα παιδιά και τα εγγόνια μας, ξέροντας
πιά ότι η μακρά διάρκεια της ιστορίας δεν επηρεάζεται σημαντικά από την
την πολιτική δράση, πρέπει να προσέχει πρώτα - πρώτα τι και πως
παράγεται και καταναλώνεται, πώς φερόμαστε στους ανθρώπους και στα ζώα,
στα φυτά και στη γη. Όσο για αναμορφωτικά σχέδια μακράς πνοής, είναι
καλύτερο για τους εμπνευστές τους να ξοδέψουν τον πιο πολύ ενθουσιασμό
τους στην επιστήμη, στην τέχνη, στη λογοτεχνία ή στη θεολογία. Προπάντων
όμως, να στρέψουν την προσοχή τους προς την παιδεία με την ευρεία
έννοια. Αλλά πιο επίμονα και στοχαστικά, προς την εκπαίδευση με την
στενή έννοια. Και όχι τόσο προς την πανεπιστημιακή, όπως συμβαίνει
συνήθως, αλλά προς τα μικρότερα χρόνια. «The Child is father of the Man»· έτσι ακριβώς το έγραψε, ανεπανάληπτα και ακριβοδίκαια, o Άγγλος ποιητής Ουίλλιαμ Ουέρντσγουερθ, γύρω στο 1800.
Το ταξίδι του Πολίτη αναγκαστικά ανοίχθηκε σε πελάγη απαιτητικά για δεξιότητες πλοήγησης, όπου βοηθούν μόνον ικανότητες που σχετίζονται με ό,τι αποκαλείται πολιτισμική ηγεμονία. Πρόκειται για παράδοξες ικανότητες: Αλήθεια, πώς ένα περιοδικό τόσο φορτισμένο με πολιτική και ιδεολογία, κατάφερνε να λειτουργεί ως πεδίο συνύπαρξης, αντιπαράθεσης και σύνθεσης, στεγάζοντας τόσο διαφορετικές ευαισθησίες και νοοτροπίες και τόση ποικιλία ειδών γραπτού λόγου;
Δεν ξέρω πόσοι θυμούνται το περιοδικό του 1973 «Η Συνέχεια», αλλά σε ορισμένους απ’ αυτούς που είχαμε αποκτήσει τις πρώτες στέρεες βάσεις της πολιτικής μας συνείδησης στα τελευταία χρόνια της Δικτατορίας (ανεξάρτητα από το τί έγινε μετά), ο Πολίτης για μεγάλο διάστημα της πορείας του, εκτός των άλλων αρετών του, έμοιαζε σα να συνεχίζει τη Συνέχεια. Να ανανεώνει και να κάνει διαρκές ό,τι εκείνη επιχείρησε στην πολύ βραχύβια διαδρομή της, που εκτός από προφανές αντιδικτατορικό εγχείρημα ήταν (και έτσι την είχαμε δει) ένα πεδίο διακριτής συνύπαρξης, συμπτώσεων και αντιθέσεων: Ασκούμενη σ’ ένα στίβο μεικτού αγώνα, πολιτικού, αισθητικού και επιστημονικού, η αριστερή σκέψη διαλεγόταν με ό,τι καλύτερο είχε να επιδείξει τότε, αυτό που θα μπορούσε κανείς να αποκαλεί «δημοκρατική αστική διανόηση» υψηλού επιπέδου. Λόγου χάρη, ο δικός μας Μανόλης Αναγνωστάκης της Θεσσαλονίκης, με τον Γ. Π. Σαββίδη της παλιάς καλής εποχής του Αριστοτέλειου Πανεπιστήμιου, για να περιορισθούμε σ’ αυτούς που έχουν φύγει, αλλά τους αισθανόμαστε πάντοτε κοντά μας. Αυτό, για μάς, τους «εφήβους» της εποχής εκείνης, ήταν παιδεία κι εκπαίδευση.
Το ταξίδι του Πολίτη αναγκαστικά ανοίχθηκε σε πελάγη απαιτητικά για δεξιότητες πλοήγησης, όπου βοηθούν μόνον ικανότητες που σχετίζονται με ό,τι αποκαλείται πολιτισμική ηγεμονία. Πρόκειται για παράδοξες ικανότητες: Αλήθεια, πώς ένα περιοδικό τόσο φορτισμένο με πολιτική και ιδεολογία, κατάφερνε να λειτουργεί ως πεδίο συνύπαρξης, αντιπαράθεσης και σύνθεσης, στεγάζοντας τόσο διαφορετικές ευαισθησίες και νοοτροπίες και τόση ποικιλία ειδών γραπτού λόγου;
Δεν ξέρω πόσοι θυμούνται το περιοδικό του 1973 «Η Συνέχεια», αλλά σε ορισμένους απ’ αυτούς που είχαμε αποκτήσει τις πρώτες στέρεες βάσεις της πολιτικής μας συνείδησης στα τελευταία χρόνια της Δικτατορίας (ανεξάρτητα από το τί έγινε μετά), ο Πολίτης για μεγάλο διάστημα της πορείας του, εκτός των άλλων αρετών του, έμοιαζε σα να συνεχίζει τη Συνέχεια. Να ανανεώνει και να κάνει διαρκές ό,τι εκείνη επιχείρησε στην πολύ βραχύβια διαδρομή της, που εκτός από προφανές αντιδικτατορικό εγχείρημα ήταν (και έτσι την είχαμε δει) ένα πεδίο διακριτής συνύπαρξης, συμπτώσεων και αντιθέσεων: Ασκούμενη σ’ ένα στίβο μεικτού αγώνα, πολιτικού, αισθητικού και επιστημονικού, η αριστερή σκέψη διαλεγόταν με ό,τι καλύτερο είχε να επιδείξει τότε, αυτό που θα μπορούσε κανείς να αποκαλεί «δημοκρατική αστική διανόηση» υψηλού επιπέδου. Λόγου χάρη, ο δικός μας Μανόλης Αναγνωστάκης της Θεσσαλονίκης, με τον Γ. Π. Σαββίδη της παλιάς καλής εποχής του Αριστοτέλειου Πανεπιστήμιου, για να περιορισθούμε σ’ αυτούς που έχουν φύγει, αλλά τους αισθανόμαστε πάντοτε κοντά μας. Αυτό, για μάς, τους «εφήβους» της εποχής εκείνης, ήταν παιδεία κι εκπαίδευση.
Ο Πολίτης,
στον καιρό του, σε συνθήκες ελεύθερης πολιτικής αντιπαράθεσης, έδωσε με
το δικό του τρόπο ένα διαφορετικό στίγμα, όχι κομματικό αλλά σαφώς
παραταξιακό αριστερό. Ωστόσο διακρίθηκε για μεγάλο χρονικό διάστημα σε
ανάλογες ασκήσεις μεικτού πρακτικού λόγου, σε ανοιχτό γήπεδο, προς χάριν
του πολίτη και του πολιτισμού· με εξίσου παιδευτική επίδραση σε μας και
σε πολλούς νεότερους, αριστερούς και όχι μόνον.
Δυό παραδείγματα: Στις σελίδες του, στην αναστατωμένη για την Αριστερά εποχή της εργατικής «Αλληλεγγύης» και των αγώνων στην Πολωνία, δεξιώθηκε η Ελληνική γλώσσα τον αιχμηρό, άμεσα πολιτικό λόγο «αντιπολιτικών» συγγραφέων, για την Άνοιξη της Πράγας, για την υφαρπαγμένη από το σταλινισμό Κεντρική Ευρώπη και για τον «αγώνα της μνήμης ενάντια στη λήθη».
Στις ίδιες σελίδες διατυπώθηκε ο δημιουργικός αντίλογος του αριστοτελικού πολιτικού ανθρώπου Άγγελου Ελεφάντη προς το Χαμένο Κέντρο ενός πολύ σπουδαίου, και πολύ διαφορετικού, Έλληνα στοχαστή και δοκιμιογράφου, του Ζήσιμου Λορεντζάτου· δηλαδή λόγος για ένα «Υψηλό» ζήτημα που ανήκει στο σκληρό πυρήνα της Φιλοσοφίας της Ιστορίας και στην καρδιά του προβληματισμού περί Αισθητικής. Δεκάδες άλλα παραδείγματα από τα τεύχη του Πολίτη θα μπορούσαν να σταθούν επάξια δίπλα σ’ αυτά τα δύο ενδεικτικά.
Ο Πολίτης ως περιοδικό κινήθηκε ενάντια σε πολλά στερεότυπα και παραβίασε πολλούς φραγμούς που μόνον ζημιά κάνουν. Υπήρχαν και υπάρχουν ακόμη πολλών ειδών ελληνικά στεγανά, όχι μόνον η ακαδημαϊκή περιχαράκωση των ειδικοτήτων: Σε όσα έντυπα κυκλοφορούσαν στην Ελληνική γλώσσα, οι Κοινωνικές επιστήμες και ο πιο άμεσος πολιτικός λόγος ήταν πολύ μακρυνά ξαδέρφια που έπρεπε σπάνια να βλέπονται. Αν πάλι κάποιος μιλήσει για τη σχέση των επιστημών αυτών με τα κείμενα της λογοτεχνίας, θα του πουν ότι είναι δυο κόσμοι ασύμπτωτοι. Το μεικτό δοκίμιο, δηλαδή το κατεξοχήν δοκίμιο ως είδος (σύμφωνα με τον Τέοντορ Αντόρνο), το οποίο κατά την άποψη του Γκέοργκ Λούκατς (και όχι μόνον), βρίσκεται πιο κοντά στην ποίηση παρά στον πεζό λόγο, στην Ελλάδα, όπως και αλλού, θεωρήθηκε είδος γραπτού λόγου νόθο και ανυπόληπτο. Κατ’ ακολουθία, στη μεταπολεμική περίοδο, με τις γνωστές αξιοσημείωτες εξαιρέσεις, το είδος ήταν σχεδόν απόν. Υπήρξαν στην περίοδο αυτή πολλά λογοτεχνικά περιοδικά και αρκετά πολιτικά, υπήρχαν και επιστημονικά. Όμως, αν εξαιρέσουμε έντυπα όπως η παλιά Επιθεώρηση Τέχνης και το περιοδικό Εποχές, καθώς επίσης τις νεότερες Σημειώσεις των εκδόσεων Έρασμος (που έχουν ήδη γίνει μακρόβιες) και το περιοδικό Ευθύνη από τον πιό συντηρητικό χώρο, ελάχιστα ευδοκίμησε το μεικτό είδος περιοδικής έκδοσης που κατ΄ εξοχήν προσφέρει στέγη στα μεικτά είδη, δοκίμιο και αρθρογραφία, κατά τα πρότυπα του Γαλλικού Temps Modernes ή του Γερμανικού Kursbuch.
Αξίζει λοιπόν να θυμηθούμε, σε τι αντίθεση με το καθεστώς αυτό των στεγανών ήρθε ο Πολίτης. Πώς έφερε σε γειτονία, αλληλεπίδραση και σύνθεση τον πολιτικό και τον επιστημονικό λόγο. Αλλά και τους δυο με τη λογοτεχνία. Κυρίως χάρη στο Λογοτεχνικό Πολίτη, έργο κατά πρώτο λόγο της Μαριάννας Δήτσα.
Δυό παραδείγματα: Στις σελίδες του, στην αναστατωμένη για την Αριστερά εποχή της εργατικής «Αλληλεγγύης» και των αγώνων στην Πολωνία, δεξιώθηκε η Ελληνική γλώσσα τον αιχμηρό, άμεσα πολιτικό λόγο «αντιπολιτικών» συγγραφέων, για την Άνοιξη της Πράγας, για την υφαρπαγμένη από το σταλινισμό Κεντρική Ευρώπη και για τον «αγώνα της μνήμης ενάντια στη λήθη».
Στις ίδιες σελίδες διατυπώθηκε ο δημιουργικός αντίλογος του αριστοτελικού πολιτικού ανθρώπου Άγγελου Ελεφάντη προς το Χαμένο Κέντρο ενός πολύ σπουδαίου, και πολύ διαφορετικού, Έλληνα στοχαστή και δοκιμιογράφου, του Ζήσιμου Λορεντζάτου· δηλαδή λόγος για ένα «Υψηλό» ζήτημα που ανήκει στο σκληρό πυρήνα της Φιλοσοφίας της Ιστορίας και στην καρδιά του προβληματισμού περί Αισθητικής. Δεκάδες άλλα παραδείγματα από τα τεύχη του Πολίτη θα μπορούσαν να σταθούν επάξια δίπλα σ’ αυτά τα δύο ενδεικτικά.
Ο Πολίτης ως περιοδικό κινήθηκε ενάντια σε πολλά στερεότυπα και παραβίασε πολλούς φραγμούς που μόνον ζημιά κάνουν. Υπήρχαν και υπάρχουν ακόμη πολλών ειδών ελληνικά στεγανά, όχι μόνον η ακαδημαϊκή περιχαράκωση των ειδικοτήτων: Σε όσα έντυπα κυκλοφορούσαν στην Ελληνική γλώσσα, οι Κοινωνικές επιστήμες και ο πιο άμεσος πολιτικός λόγος ήταν πολύ μακρυνά ξαδέρφια που έπρεπε σπάνια να βλέπονται. Αν πάλι κάποιος μιλήσει για τη σχέση των επιστημών αυτών με τα κείμενα της λογοτεχνίας, θα του πουν ότι είναι δυο κόσμοι ασύμπτωτοι. Το μεικτό δοκίμιο, δηλαδή το κατεξοχήν δοκίμιο ως είδος (σύμφωνα με τον Τέοντορ Αντόρνο), το οποίο κατά την άποψη του Γκέοργκ Λούκατς (και όχι μόνον), βρίσκεται πιο κοντά στην ποίηση παρά στον πεζό λόγο, στην Ελλάδα, όπως και αλλού, θεωρήθηκε είδος γραπτού λόγου νόθο και ανυπόληπτο. Κατ’ ακολουθία, στη μεταπολεμική περίοδο, με τις γνωστές αξιοσημείωτες εξαιρέσεις, το είδος ήταν σχεδόν απόν. Υπήρξαν στην περίοδο αυτή πολλά λογοτεχνικά περιοδικά και αρκετά πολιτικά, υπήρχαν και επιστημονικά. Όμως, αν εξαιρέσουμε έντυπα όπως η παλιά Επιθεώρηση Τέχνης και το περιοδικό Εποχές, καθώς επίσης τις νεότερες Σημειώσεις των εκδόσεων Έρασμος (που έχουν ήδη γίνει μακρόβιες) και το περιοδικό Ευθύνη από τον πιό συντηρητικό χώρο, ελάχιστα ευδοκίμησε το μεικτό είδος περιοδικής έκδοσης που κατ΄ εξοχήν προσφέρει στέγη στα μεικτά είδη, δοκίμιο και αρθρογραφία, κατά τα πρότυπα του Γαλλικού Temps Modernes ή του Γερμανικού Kursbuch.
Αξίζει λοιπόν να θυμηθούμε, σε τι αντίθεση με το καθεστώς αυτό των στεγανών ήρθε ο Πολίτης. Πώς έφερε σε γειτονία, αλληλεπίδραση και σύνθεση τον πολιτικό και τον επιστημονικό λόγο. Αλλά και τους δυο με τη λογοτεχνία. Κυρίως χάρη στο Λογοτεχνικό Πολίτη, έργο κατά πρώτο λόγο της Μαριάννας Δήτσα.
Αλλά
και επειδή στις πιο πολλές σελίδες του όλου Πολίτη, αυτό ακριβώς το
πνεύμα αναδείκνυε ο αρθρογραφικός και δοκιμιακός λόγος του Ελεφάντη.
Ενός αριστερού σκεπτόμενου ανθρώπου, που μέσα στο κατηφορικό πνευματικό
κλίμα εκείνων των ανηφορικών οικονομικά χρόνων, έδειχνε παράξενος,
μερικές φορές δύσκολος ή αγύριστο κεφάλι, αλλά συχνά γοητευτικός. Ίσως και κάπως απόκοσμος, από άλλο αλλά καλύτερο κόσμο, κάτι «σαν δενδρογαλιά ή σαν μελίσσι μέσα στο τσιμέντο και τη βουή της μεγαλούπολης»,
για να χρησιμοποιήσουμε τα δικά του παράδοξα λόγια. Αβίαστα έρχεται
δυστυχώς να πεί κανείς, είδος ανθρώπου που απειλείται με εξαφάνιση.
Αν έλθουμε στο πολιτικό κέντρο της εκδοτικής προσπάθειας, οι λέξεις-κλειδιά ήταν αναζήτηση, έρευνα, θεωρία, αποφυγή του εμπειρισμού και του στερεότυπου. Βέβαια, για να υπάρξουν αυτά, είναι απαραίτητη και η διαλογική συζήτηση, η διαφωνία, η αντιπαράθεση. Με προϋπόθεση όμως ότι δεν εκφυλίζεται σε κοκκορομαχίες. Το ευτυχές με τον Πολίτη είναι ότι οι άνθρωποι που τον έβγαζαν, αυτό το προσπάθησαν, όσο γινόταν.
Ένα παράδειγμα τέτοιας ανταγωνιστικής συνεργασίας ήταν ο διάλογος «κόκκινου - πράσινου», Αριστεράς και Οικολογίας. Έτσι επιστρέφουμε - για να τελειώσουμε - πίσω στο ζήτημα με το οποίο αρχίσαμε. Η επίγνωση, πόσο αναγκαία αλλά και πόσο δύσκολη είναι η σύγκλιση τους, ήταν εμφανής από τη σχετική αρθρογραφία του Ελεφάντη και από την όλη συζήτηση στο περιοδικό, ήδη σε χρόνο ανύποπτο και πολύ πρώιμο για τα Ελληνικά δεδομένα. Από το έτος 1989. Ήταν συζήτηση αντιθετική σε μεγάλο βαθμό. Όμως ήταν φανερό, ότι τότε ήδη ο Ελεφάντης καταλάβαινε πολύ καλά ποιο είναι το βάθος της οικολογικής κρίσης, τι διακυβεύεται. Επίσης, καταλάβαινε τι συγκρουσιακό δυναμικό κρύβει το υποψήφιο αλλά αταίριαστο ζευγάρι «ανάπτυξη - πρόοδος» αφενός, «αυτοπεριορισμός - αναπροσανατολισμός» αφετέρου. Γι’ αυτό άλλωστε ήταν τόσο ανοιχτός και πρέπει να πω, επιδίωκε επίμονα τη χωρίς φραγμούς διατύπωση θέσεων και αντιθέσεων, με την ελπίδα μιας σύνθεσης. Αυτή η συνθετική του επιδίωξη, η υπέρβαση των ορίων και των στερεότυπων, καταγράφεται με τον πιό σαφή τρόπο στην τελευταία αρθρογραφία που μας άφησε. Φαίνεται ότι ακόμη και για το κρίσιμο διακύβευμα του καιρού μας, είναι καλό να μη ξεχνάμε τα διαλεκτικά σχήματα και τον Αριστοτελικό πρακτικό λόγο. Ίσως όμως, και αυτό που κάποιοι παλαιοί Χριστιανοί σοφοί αποκαλούσαν Coincidentia oppositorum, σύμπτωση των αντιθέτων.
Ο Ελεφάντης ενόσω ήταν εν ζωή, είδε να ηττώνται πολιτικά τα πιό πολλά από όσα εκπροσωπούσε. Αλλά τώρα μπορούμε να πούμε τα ίδια που ισχύουν και για την τόσο διαφορετική αλλά παράλληλη περίπτωση του φίλου του Μιχάλη Παπαγιαννάκη. Οι «νίκες» εκείνες αποδείχθηκαν τελικά πανωλεθρίες για την χώρα και τους πολίτες της και οι νικητές του χθες είναι σήμερα πεσμένοι κατάχαμα και ανυπόληπτοι.
Αν έλθουμε στο πολιτικό κέντρο της εκδοτικής προσπάθειας, οι λέξεις-κλειδιά ήταν αναζήτηση, έρευνα, θεωρία, αποφυγή του εμπειρισμού και του στερεότυπου. Βέβαια, για να υπάρξουν αυτά, είναι απαραίτητη και η διαλογική συζήτηση, η διαφωνία, η αντιπαράθεση. Με προϋπόθεση όμως ότι δεν εκφυλίζεται σε κοκκορομαχίες. Το ευτυχές με τον Πολίτη είναι ότι οι άνθρωποι που τον έβγαζαν, αυτό το προσπάθησαν, όσο γινόταν.
Ένα παράδειγμα τέτοιας ανταγωνιστικής συνεργασίας ήταν ο διάλογος «κόκκινου - πράσινου», Αριστεράς και Οικολογίας. Έτσι επιστρέφουμε - για να τελειώσουμε - πίσω στο ζήτημα με το οποίο αρχίσαμε. Η επίγνωση, πόσο αναγκαία αλλά και πόσο δύσκολη είναι η σύγκλιση τους, ήταν εμφανής από τη σχετική αρθρογραφία του Ελεφάντη και από την όλη συζήτηση στο περιοδικό, ήδη σε χρόνο ανύποπτο και πολύ πρώιμο για τα Ελληνικά δεδομένα. Από το έτος 1989. Ήταν συζήτηση αντιθετική σε μεγάλο βαθμό. Όμως ήταν φανερό, ότι τότε ήδη ο Ελεφάντης καταλάβαινε πολύ καλά ποιο είναι το βάθος της οικολογικής κρίσης, τι διακυβεύεται. Επίσης, καταλάβαινε τι συγκρουσιακό δυναμικό κρύβει το υποψήφιο αλλά αταίριαστο ζευγάρι «ανάπτυξη - πρόοδος» αφενός, «αυτοπεριορισμός - αναπροσανατολισμός» αφετέρου. Γι’ αυτό άλλωστε ήταν τόσο ανοιχτός και πρέπει να πω, επιδίωκε επίμονα τη χωρίς φραγμούς διατύπωση θέσεων και αντιθέσεων, με την ελπίδα μιας σύνθεσης. Αυτή η συνθετική του επιδίωξη, η υπέρβαση των ορίων και των στερεότυπων, καταγράφεται με τον πιό σαφή τρόπο στην τελευταία αρθρογραφία που μας άφησε. Φαίνεται ότι ακόμη και για το κρίσιμο διακύβευμα του καιρού μας, είναι καλό να μη ξεχνάμε τα διαλεκτικά σχήματα και τον Αριστοτελικό πρακτικό λόγο. Ίσως όμως, και αυτό που κάποιοι παλαιοί Χριστιανοί σοφοί αποκαλούσαν Coincidentia oppositorum, σύμπτωση των αντιθέτων.
Ο Ελεφάντης ενόσω ήταν εν ζωή, είδε να ηττώνται πολιτικά τα πιό πολλά από όσα εκπροσωπούσε. Αλλά τώρα μπορούμε να πούμε τα ίδια που ισχύουν και για την τόσο διαφορετική αλλά παράλληλη περίπτωση του φίλου του Μιχάλη Παπαγιαννάκη. Οι «νίκες» εκείνες αποδείχθηκαν τελικά πανωλεθρίες για την χώρα και τους πολίτες της και οι νικητές του χθες είναι σήμερα πεσμένοι κατάχαμα και ανυπόληπτοι.
Γιώργος Β. Ριτζούλης
To περιοδικό “Ο Πολίτης”, ένα εργαστήριο αριστερών ιδεών και αισθημάτων - συζητούν οι Διονύσης Καψάλης, Αριστείδης Μπαλτάς και Παντελής Μπουκάλας (Ενθέματα - εφημερίδα "Αυγή").
Άγγελος Eλεφάντης (1936-2008) - Η καθημερινότητα ως πολιτική - του Μιχάλη Μοδινού:
«Ο Άγγελος Ελεφάντης δεν έγραψε ακαδημαϊκά pαpers, γι’ αυτό και δεν έγινε
πανεπιστημιακός. Διατήρησε μέχρι τέλους την πνευματική του ανεξαρτησία,
γεγονός που αντανακλάται στο ρέον, ζωντανό, ενίοτε πολεμικό ύφος της
γραφής του, μέσω της οποίας ανήγαγε τα απλά και τετριμμένα σε μείζονα
ζητήματα της καθημερινότητάς μας. Ουδέποτε πάντως κατηγόρησε τους
συντρόφους που υπέταξαν ιδεολογία και επιστημονική κατάρτιση στη
θεσιθηρία και τον ακαδημαϊκό ανταγωνισμό. Ουδέποτε επέτρεψε να εκδηλωθεί
πικρία για τα εκατομμύρια που απορροφούνταν σε αμφιβόλου ποιότητας
ερευνητικά προγράμματα, για τη μανιώδη καταδίωξη των περίφημων
«κοινοτικών κονδυλίων», για τη μετατροπή της πνευματικής παραγωγής σε
δημοσιεύσεις με το μέτρο. Ο Άγγελος, ασκητικός και μονήρης, αντιπάλευε
φαντάσματα στον χώρο των ιδεών. Ως το τέλος παρέμεινε δάσκαλος, ζώντας
την καθημερινότητά του ως πολιτική κι επιχειρώντας να την εμπλουτίσει με
λίγο κρασί, μια χορτόπιτα και πολλή συζήτηση για μακρινά ταξίδια»
Μιχάλης Μοδινός
Τι γύρευες δεκαπενθήμερος, εσύ ένας «Πολίτης»; της Μαριάννας Δήτσα, στα Ενθέματα της Αυγής
Βιβλία του Άγγελου Ελεφάντη, συμμετοχές σε συλλογικά έργα, μεταφράσεις και επιμέλειες:
Update, Νοέμβριος 2016:
Λαϊκισμός ελληνικού τύπου - Πόσο παγερά αδιάφορος να μένει κανείς;
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου