Η πράξη
Untitled
Keith Haring
του Kraftwerk
Η εκδραμάτιση, το πέρασμα στην πράξη και η συμβολική πράξη
Η αναλυτική πράξη
πρέπει να διακριθεί από την υστερική εκδραμάτιση (acting out), από το ψυχωτικό πέρασμα
στην πράξη (passage a la acte)
και από τη συμβολική πράξη (Zizek,2001:84). Τα χαρακτηριστικά και τις ουσιώδης διαφορές τους θα τις αναλύσουμε παρακάτω. Η εκδραμάτιση
έχει κυρίως φανταστικό χαρακτήρα και πραγματοποιείται μέσα σε μια σκηνή. Η σκηνή είναι η ομιλία και
το υποκείμενο δρα πάνω σε αυτή τη σκηνή υπό το βλέμμα του Άλλου. Το
υστερικό υποκείμενο φαντάζεται την
επίδραση της πράξης του, το ότι θα υπάρξουν μάρτυρες της πράξης του και ότι η
είδηση θα διαδοθεί δημόσια (Zizek,2000:28).
Πρόκειται για μια ναρκισσιστική ικανοποίηση. Στην υστερική εκδραμάτιση το
υποκείμενο σκηνοθετεί με θεατρικό τρόπο
τη συμβιβαστική λύση στο τραύμα που αυτό δεν μπορεί να αντιμετωπίσει.
Στο ψυχωτικό
πέρασμα στην πράξη (passage a la acte)
το αδιέξοδο είναι τόσο εξουθενωτικό που το υποκείμενο δεν μπορεί καν να φανταστεί
μια οδό διαφυγής (Zizek,2001:84).
Το μόνο που μπορεί να κάνει είναι να προσκρούει στο πραγματικό,
απελευθερώνοντας καταστροφική ενέργεια. Στο ψυχωτικό passage a l’ acte αυτό που εκπίπτει δεν είναι το
αντικείμενο προκειμένου να φανερωθεί το κενό αλλά αυτό που εξαφανίζεται είναι η
θέση του κενού (Zizek,2000:29). Έτσι το αυτοκτονικό passage a l’ acte
δεν αποτελεί έκφραση της ενόρμησης θανάτου αλλά ακριβώς το αντίθετό της.
Ωστόσο θα
πρέπει να τονιστεί ότι η κύρια διαφορά της εκδραμάτισης (acting out) από την το πέρασμα στην
πράξη (passage a l’acte) βασίζεται στην
διαφορετική σχέση τους με τη φαντασίωση. Η εκδραμάτιση αποτελεί μια
αναπαράσταση της φαντασίωσης ενώ το πέρασμα στην πράξη αποτελεί μια διαμαρτυρία
εναντίων της φαντασίωσης ωστόσο δεν οδηγεί στην διέλευση της, αφήνει ανέπαφο το
φαντασιωσικό σενάριο (Pluth:2007,100).
Η συμβολική πράξη είναι η καθαρά
τυπική, αυτοαναφορική χειρονομία της αυτό-επιβεβαίωσης της υποκειμενικής του
θέσης κάποιου (Zizek,2001:85). Η γλωσσική πράξη είναι δυνατή μόνον εφόσον αποδεχόμαστε την αλλοτρίωση που
επιβάλλει το συμβολικό καθώς και την φαντασματική υποστήριξή του.Στη συνέχεια θα εξετάσουμε τα βασικά
χαρακτηριστικά της αναλυτικής πράξης τα οποία σχετίζονται με τον ριζικό
μετασχηματισμό τόσο του υποκειμένου όσο και της συμβολικής τάξης.
Η αναλυτική πράξη
Η αναλυτική
πράξη ταυτίζεται με την διέλευση της φαντασίωσης. Ο Zizek θεωρεό ότι στο Lacan η πράξη αποτελεί καθαρά αρνητική
κατηγορία (Zizek,1999:160).
Η αναλυτική πράξη διαφέρει από την δράση ή την ενέργεια. Η πράξη σε αντίθεση με
την δράση πραγματοποιείται μόνον όταν το φαντασματικό υπόβαθρο διαταράσσεται (Zizek,1999:374). Η πράξη
ανάγεται στο πραγματικό, δεν υποστηρίζεται φαντασματικά, πραγματοποιείται ex nihilo.
Η πράξη ταυτίζεται με την θανάτωση του
υποκειμένου, ωστόσο το υποκείμενο μετά την πράξη ξαναγεννιέται, μεταλλάσσεται,
μεταμορφώνεται ριζικά (Μιλλέρ,2008:166). Το υποκείμενο δεν είναι το ίδιο πριν
και μετά την πράξη. Η πράξη συνίσταται στο γίγνεσθαι άλλος. Η πράξη
περιλαμβάνει μια προσωρινή έκλειψη ή αφάνιση του υποκειμένου, πρόκειται για μια
παράλογη πράξη με την έννοια ότι το υποκείμενο διακινδυνεύει τα πάντα ακόμη και
την συμβολική του ταυτότητα (Zizek,1992:44).
Πρότυπο της πράξης στη λακανική ψυχανάλυση
αποτελεί η αυτοκτονία η οποία σύμφωνα με τον Λακάν αποτελεί την μόνη πράξη η
οποία μπορεί να πετύχει. Εκτός από την
αυτοκτονία, το «έγκλημα» αποτελεί επίσης πρότυπο της γνήσιας πράξης. Κάθε
γνήσια πράξη αποτελεί παράβαση και όχι απλώς κίνηση, ταραχή ή εκτόνωση. Κάθε
πράξη είναι πάντα «έγκλημα» επειδή πραγματοποιεί μια υπέρβαση της συμβολικής
κοινότητας στην οποία ανήκει το υποκείμενο (Zizek,1992:44). Η πράξη οδηγεί μέσα από την παράβαση, στην
υπέρβαση του νόμου ή ενός κώδικα, οδηγεί σε μια τροποποίηση της κωδικοποίησης
(Μιλλέρ,2007:156).
Σύμφωνα με τον
Zizek (:234) η πράξη
είναι μια παραβίαση του νόμου αλλά διαφέρει από την απλή εγκληματική παραβίαση
στο ότι δεν παραβιάζει απλώς το νόμο αλλά επαναπροσδιορίζει τι είναι ένας
νομικός κανόνας. Έτσι η πράξη είναι αβυσσαλέα ακριβώς με αυτή την έννοια της
αναδιατύπωσης του κανόνα. Η πράξη διαφεύγει από όλα τα ορθολογικά κριτήρια
ωστόσο αυτό δεν σημαίνει ότι είναι μια ανορθολογική χειρονομία. Η πράξη
αναδημιουργεί τα καθολικά ορθολογικά κριτήρια με τα οποία πρέπει να κριθεί (Zizek,:234).
Η συνήθης
χαμπερμασιανή προσέγγιση της λακανικής ηθικής αφορά την αντίθεσή της με το
πνεύμα της πόλης. Η αυτοκτονική πράξη, συνιστά διάλυση του κοινωνικού δεσμού,
διάλυση του Άλλου. Σε αυτή την κριτική είναι σημαντικό να τονιστεί ότι η πράξη
δεν αγνοεί την κοινωνική διάστασή της κοινότητας αλλά στοχεύει στο να
θεμελιώσει έναν νέο κοινωνικό δεσμό (Zizek,1992:46).
Η πράξη
στοχεύει στην καρδιά του είναι δηλαδή στην απόλαυση, ακολουθεί την ενόρμηση
θανάτου. Ο ηρωισμός, ο οποίος αποτελεί μορφή μετουσίωσης σύμφωνα με το Λακάν
δεν αποκλείει την βούληση για απόλαυση, αντίθετα τη μαρτυρεί, δηλαδή μπορεί
κανείς για αυτό να θυσιάσει ακόμη και τη ζωή του (Μιλλέρ,2007:157). Ο ηρωισμός
αποτελεί κατάφαση της ενόρμησης θανάτου. Κάθε πράξη είναι «εαυτό-» είναι πράξη αυτοτιμωρίας.
Στην καρδιά
κάθε πράξης υπάρχει ένα όχι! που ξεστομίζεται εναντίον του Άλλου. Η πράξη έχει
πάντα αρνητικό χαρακτήρα, είναι πάντα πράξη εκμηδένισης ενώ το τελικό
αποτέλεσμά της είναι πάντα αβέβαιο (Zizek,1992:44). Η αβεβαιότητα αφορά τον τρόπο με τον οποίο η
πράξη θα μετασχηματίσει την συμβολική τάξη. Η πράξη είναι μια τομή που μετά από
αυτή τίποτα δεν μένει το ίδιο ενώ το καινούργιο που προκύπτει είναι πάντα
παράγωγο της πράξης και ποτέ αποτέλεσμα ενός σχεδιασμού (Zizek,1992:47).
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου