Αναγνώστες

Σάββατο 13 Αυγούστου 2011

«Κουβέντα περί Καλού και Κακού» (ΑΠΟ ΤΑ ΝΕΑ)

Ο Πάουλ Βεράχεν επιχειρεί να γράψει ένα υπερφιλόδοξο έργο

«Κουβέντα περί Καλού και Κακού»

ΡΕΠΟΡΤΑΖ: της Σοφίας Νικολαϊδου


Η σύγχρονη λογοτεχνία επιστρέφει στα μεγάλα θέματα. Επιστροφή στα μεγάλα θέματα σημαίνει, το θέλουμε δεν το θέλουμε, επιστροφή στην πολιτική. Χωρίς ρητορείες, χωρίς στράτευση, χωρίς παρωπίδες. Χωρίς πολιτική ορθότητα και πιπέρι στη γλώσσα. Η πολιτική, με την ευρεία έννοια, φαίνεται ότι απασχολεί μια μερίδα ανήσυχων και παρεμβατικών νέων συγγραφέων. Πιθανόν πιστεύουν - όχι άδικα - ότι ο λόγος είναι πράξη.

Το θέμα του Β' Παγκοσμίου Πολέμου φαίνεται πως αφορά ορισμένους εξέχοντες αντιπροσώπους της νέας συγγραφικής γενιάς (ας θυμηθούμε τον Λίτελ και τις «Ευμενίδες» του). Πρόκειται για μια γενιά που δεν έζησε πόλεμο, όπως τον έζησαν οι γονείς της. Στην περίπτωσή τους, το βίωμα δεν αποτελεί συγγραφικό καύσιμο. Η έμπνευση πυροδοτείται από τον δυναμικό συνδυασμό μελέτης και φαντασίας.

Ο Πάουλ Βεράχεν επιχειρεί να γράψει ένα υπερφιλόδοξο έργο. Αποτυπώνει τη συνομιλία Ιστορίας και Λογοτεχνίας με σύγχρονο αφηγηματικό τρόπο, ο οποίος γεννά προβληματισμό και παράγει σκέψη. Τι γίνεται όταν η Ιστορία (ναι, αυτή με το γιώτα κεφαλαίο) πέφτει επάνω στις ιστορίες των ανθρώπων (αυτές που γράφονται με το γιώτα μικρό); Ο Βεράχεν κατορθώνει να κάνει τον προβληματισμό του πλοκή, χωρίς διατεταγμένη πολιτική ορθότητα. Υφαίνει το μυθιστόρημά του ως κατ' εξοχήν ανθρωπογνωστική τέχνη και ολιστική κατασκευή.


Βρισκόμαστε στο Βερολίνο, την άνοιξη του 1995. Ενας νεαρός βέλγος φυσικός, ο Πάουλ Αντερμανς, πέφτει θύμα των Νεοναζί. Είναι ο μόνος που μιλά όταν το σκυλολόι των σκίνχεντς τα βάζει με έναν ξένο (οι υπόλοιποι καλοί άνθρωποι κοιτάνε τη δουλειά τους). Τον περιλαβαίνουν και τον στέλνουν στο νοσοκομείο. Εκεί γνωρίζει τον Ντε Χέιρ, έναν ηλικιωμένο Εβραίο. Ο Ντε Χέιρ βρέθηκε στο Αουσβιτς και επέζησε. Εζησε στην Ανατολική Γερμανία, πήρε μέρος στην ανέγερση του Τείχους του Βερολίνου.

Ο Βεράχεν αναπτύσσει παράλληλα πολλά αφηγηματικά νήματα, τα οποία αποτυπώνουν διαφορετικές χρονικές στιγμές. Η μαρτυρία του Εβραίου, με τη μηχανή θανάτου των Ναζί και το σφαγείο του Β' Παγκοσμίου Πολέμου. Οι φυσικοί επιστήμονες που βρίσκονται κλεισμένοι στο Λος Αλαμος και ετοιμάζουν την ατομική βόμβα. Ο νομπελίστας που κυνηγάει κοριτσόπουλα και επιβλέπει ένα νέο πρότζεκτ, το οποίο σχεδιάζει η μεταδιδακτορική του φοιτήτρια. Οι Νεοναζί που πολλαπλασιάζονται στις υπόγειες στοές του Βερολίνου και ετοιμάζουν την έκπληξη. Οι βετεράνοι Ναζί, που τους εμπνέουν και τους ποδηγετούν. Η Νέμπουλα, μια αξιοφάγωτη νεαρή κινηματογραφίστρια, που γυρίζει πορνό με άποψη και αντλεί υλικό από τους κύκλους των Νεοναζί.

Η αφήγηση αναπτύσσεται σε πολλαπλά επίπεδα, τα αφηγηματικά νήματα συμπλέκονται και τα φαινόμενα απατούν. Ο θύτης γίνεται θύμα - και τούμπαλιν. Μέσα στη διαρκώς κινούμενη άμμο της πλοκής, τίποτα δεν είναι όπως φαίνεται. Ο πρωτοπρόσωπος αφηγητής γίνεται εριστικός:

«Θέλετε πρόσωπα που ταιριάζουν σαν γάντι από μοσχαρίσιο δέρμα γύρω από τις προκαταλήψεις σας σχετικά με τα γεγονότα που θέλω να διηγηθώ; Να σας συστήσω το ημερολόγιο της Αννας Φρανκ.

Τούτη εδώ είναι η δική μου αλήθεια.


Το πρώτο μάθημα στην ολοκαυτωματολογία είναι ότι κανείς δεν καταλαβαίνει τους επιζώντες. Δεν είναι απροθυμία, είναι ένα αυτονόητο δεδομένο. Εκείνοι -εσείς, αξιότιμοι ακροατές - δεν μπορούν να το συλλάβουν. Η προοπτική σας είναι πάντα λανθασμένη, γιατί η άποψή σας είναι ηθική. Δεν υπάρχει όμως τίποτα ηθικό σε μια βιογραφία, δεν υπάρχει τίποτα το ηθικό στην Ιστορία: δεν είναι παρά μια γυμνή αλληλουχία ξερών γεγονότων. Συμβαίνουν, έτσι όπως συμβαίνουν, σε όποιον συμβαίνουν» (σελ. 478).

Και αλλού: «Το μάτι οφείλει να είναι στεγνό, αν θέλει να βλέπει» (σελ. 552). Ετσι, με στεγνό μάτι και χωρίς ηθικοδιδακτικές κρίσεις, με υψηλή όμως θερμοκρασία και αξιοζήλευτο αφηγηματικό δόλο, που αποτυπώνονται στη ζυγισμένη μετάφραση, η αφήγηση απεικονίζει τα ιστορικά συμβάντα, αλλά δεν μένει εκεί. Η μυθοπλασία καταπίνει την Ιστορία. Δίνει ένα απρόοπτο, ενορχηστρωμένο στην εντέλεια, γιορταστικό, γεμάτο αφηγηματικά πυροτεχνήματα φινάλε. Ενα φινάλε που δικαιώνει όλες τις μικρές λεπτομέρειες της εξιστόρησης και προδίδει πίστη στην ιαματική λειτουργία της λογοτεχνίας. Ομως, για να φτάσει κανείς στην κάθαρση του τέλους, πρέπει να περάσει από τον έλεο και τον φόβο της πλοκής.

Ο σαρανταεξάχρονος Βεράχεν, ο Βέλγος που γράφει στα φλαμανδικά και διδάσκει Γνωστική Ψυχολογία στις ΗΠΑ, επιχείρησε να τα πει όλα σε αυτό το πολυβραβευμένο μυθιστόρημά του. Το αξιομνημόνευτο είναι ότι τα κατάφερε.

Ο 20ός αιώνας

σε πλήρη ανάπτυξη

Ναζισμός, Ολοκαύτωμα, ευγονική, πειράματα του Μένγκελε, οράματα του Σπέερ, ανταγωνισμός για την ατομική βόμβα. Ολα διαπλέκονται στο βιβλίο του Βεράχεν. Τα καλύτερα μυαλά της Αμερικής να διαγκωνίζονται απομονωμένα στα εργαστήρια. Κατασκοπεία και ψυχρός πόλεμος. Κομμουνισμός και η πτώση του. Νεοναζί με κρυφά σχέδια. Η Φυσική και η Τέχνη να προσπαθούν να εξηγήσουν τον κόσμο. Οι αφηγητές εναλλάσσονται, οι αφηγηματικοί τρόποι επίσης. Ο μυθιστορηματικός χρόνος εκτελεί παλίνδρομες κινήσεις. Ο 20ός αιώνας σε πλήρη ανάπτυξη. Το έπος του Βερολίνου, της πόλης που αποτελεί παλίμψηστο. Της πόλης που λυγίζει από την «υπερβολική δόση Ιστορίας». Της πόλης που γνωρίζει καλά «τον θάνατο του Θεού».

Δεν υπάρχουν σχόλια: