Αναγνώστες

Κυριακή 3 Ιανουαρίου 2010

μία δε κλίνη κενή φέρεται εστρωμένη των αφανών: Αναμνήσεις του Μετώπου - Η Μικρασιατική εκστρατεία μέσα από τα μάτια ενός στρατιώτη

μία δε κλίνη κενή φέρεται εστρωμένη των αφανών: Αναμνήσεις του Μετώπου - Η Μικρασιατική εκστρατεία μέσα από τα μάτια ενός στρατιώτη:

αποσπασμα:14/6/1920. Οι κάτοικοι (σ.σ. του Γιαγιάκιοϊ) μας υπεδέχθησαν με μεγάλη χαράν. Εμάθαμε δε ότι χθες ήλθεν ένας ουλαμός του Αου λόχου, κάποιος Τούρκος όμως επυροβόλησεν έναν στρατιώτην με δίκανον πιστόλι στα μούτρα. Αυτό ήτο αιτία και έπεσαν οι στρατιώται επάνω τους και σκώτοσαν 15 Τούρκους, αφού τους ρήμαξαν και τα μαγαζιά τους.


17/6/1920. Προχορούντες είδαμε αρκετά πτώματα Τούρκων ξαπλομένα κάτω, ως φένεται τους σκώτοσαν οι προπωρευόμενοι ιππείς.

23/7/1920. Το πρωί δρόμο, πήγαμε σε δύο τουρκικά χωριά (σ.σ. της Ανατολικής Θράκης), περάσαμε πάλι καλά, οι άνθρωποι μας εσέρβειραν ό,τι είχον ευχαρίστεισιν, γάλα, τυρί κτλ…

14/8/1920. Από χθες το απόγευμα ήμαι σκηνοφύλαξ, και έφαγα βροχή που φούσκωσα. Τα πράγματα αρχίζουν πάλι και βρομούνε, μυρίζη προέλασις, και άλλο δεν συλλογειζόμεθα τα πόδια μας, τι έχουν να τραβείξουν, αυτά θα τα πληρώσουν. Το φυσούμαι και δεν κρυώνει.

20/9/1920. Πήγαμε με τον Σιμιτόπουλο στη λίμνη και κάναμε μπουγάδα, όταν γυρείσαμε στο αντίσκηνο, βλέπομε ένα σακούλι καρύδια, ρωτούμε τον Πεζάρον τι συμβαίνη και μας λέγη ότι μέσα στην πόλιν (σ.σ. στην Νίκαια) γίνεται Ανάστα ο Θεός, πηγένομε λοιπόν και μεις μέσα στην πόλιν, οι φαντάροι ήσαν σκορπισμένοι δεξιά και αριστερά μέσα στα σπίτια και στα μαγαζιά, εγίνετο γενική αρπαγή, οι κάτοικοι Τούρκοι είχον φύγη προηγουμένως εκτός μερικών. Έλληνες δεν υπήρχον, διότι προ ημερών τους είχον σφάξη όλους [4].

Μετά πήγαμε μερικοί βόλτα έξω από την Νίκαια για να ιδούμε τους σφαγμένους χριστιανούς, στον δρόμο εβρείσκοντο κεφάλια σκορπισμένα, χέρια και πόδια, και άλλα διάφορα, να τα βλέπη κανείς και να τον πιάνη ντελίριο, παρακάτω τρία πηγάδια γεμάτα έως επάνω, και τέλος το σπήλεον, όπου ήσαν στιβαγμένα μέσα κάπου 400 κορμιά, σφαγμένα διαφοροτρόπως και πάσης ιληκίας, δεν εσταθήκαμε ούτε λεπτό, μας κατέβηκε ζαλάδα, κόντεψε να σκάσομε.

23/9/1920. Λέγουν ότι θα φύγομε στις 10, λοιπόν έχομε καιρόν να πάμε έως την πόλιν για βολτίτσα, εγείναμε μια καλή παρέα και επήγαμε, μέσα όμως οι φαντάροι είχαν δουλειά πολύ, έβαζαν φωτιά στην Νίκαια και από τα δεκατέσσερά της σημεία, αμέσως και εμείς τους βοηθούμε, σπίρτα είχαμε αρκετά, αλλά, έως ότου την κανονίσουμε, είδαμε και πάθαμε, ο ίδρως έτρεχε από επάνω μας ποτάμι. Μετά καθήσαμε κάπου υψηλά και καμαρόναμε, όπως και ο Νέρων μια φορά, όπου έκαυσε την Ρώμην.

25/9/1920. Έως το βράδυ διορθονόμαστε, κατά τον κανονισμό του θαλλάμου δεν επιτρέπεται μέσα να καπνίζομε, να τρώγομε, παρά μόνον έξω, δηλλαδή στον δρόμο, κατόπιν για σωματική ανάγγην πρέπη να πάη κανείς στης ελιές, μια απόστασις 20 λεπτών, να πάη και νάρθη την ημέραν καλά, αλλά την νύκτα; Και αν τον βαστά κανένα κόψιμο; Ας τα κάνη πάνω του! Καλά! Κατόπι σου λέη, δεν επιτρέπεται να πάη κανείς στην πόλιν, εκτός μόνον το βράδυ από 6-8, και υπό τον όρον πρώτον να φορή το ξίφος του, να είναι καλά κουμπομένος, να βαδείζη ανδρικά, να μην πίνη οινοπνευματώδη ποτά, να μην παίζη χαρτιά, να μην τραγουδή και…και… να τους πάρη και να τους σηκώσει όλους γενικώς.

6/10/1920.Το μεσιμέρι διεδώθη ότι θα κρεμάσουν κάποιον χόντζα, ο οποίος εσαμάρωσε στην Νίκαια ένα παππά, επήγαμε να τον ιδούμε, αλλά δεν τον κρέμασαν, του έκαμαν κάτι άλλο καλλήτερο, τον έβαλαν μέσα σε ένα κωφίνι και τον έκλεισαν, κατόπιν τον εκρέμασαν από ένα βίντζι βαποριού και τον βουτούσαν στην θάλλασσαν, και πάλιν τον έβγαζαν και του έκαμαν αυτή την δουλειά τακτικά! Έχομε απενταρία μεγάλη, δεν μπορούμε να το κουνίσομε από τον θάλλαμον, έχομε όμως αποκτείση ένα άλλο καλό αυτές της ημέρες,ψείρες! Άφθονες.

15/10/1920. Το μεσημέρι είδα το Κιοπρού-Χισάρ και εκάπνειζε σαν φουγάρο, ως φένεται, το πλιατσικολογήσανε καλά πρώτα και μετά του κάνανε το πολκάκι του. Έως το βράδυ περάσαμε πολύ καλά, αλλά το κρύο δυνάμωνε πολύ, στας 7 ½ παρέλαβον σκοπός, σκοτάδι δεν υπάρχη, το Κιοπρού-Χισάρ μας φέγγη σαν ηλεκτρικό.

16/10/1920. Στας 2 μας αντικατέστεισε ένας λόχος του 27ου Συντάγματος, εμείς κατεβήκαμε στο Κιοπρού-Χισάρ, το οποίον ήτο ερήπιον. Στας 3 εφύγαμε, έπεφτε και ψιλό ψιλό χιόνι, δρόμο λοιπόν για το Γενή-Σεχήρ, κρύο φοβερό, τυλίχθηκα καλά μέσα σε μια κουκούλα, και τροχάδην, μαζύ μας είχαμε και 60 αιχμαλώτους. Στα πλάγια μας καίονται δύο χωριά, παρακάτω πηγαίνη ο 1ος λόχος να κάψη άλλο ένα, λέγουν ότι θα κάψομε πολλά χωριά, έως ότου να γυρείσομε στην Κίον.

18/10/1920. Τα βουνά γύρω είναι κατάλευκα από το χιώνι, δεν το κουνούμαι ρούπι από την φωτιά. Στας 10 ήλθον όλοι οι κάτοικοι κάπιου χωριού, που είναι κοντά μας, και παραπονούντο ότι τους επείραζαν από τα άλλα χωριά οι Αρμένιοι και οι Έλληνες, ο λοχαγός, αφού τους ήκουσεν, τους ήπε να πάνε πίσω πάλι στο χωριό και δεν είναι τίποται. Όταν έφευγαν ένας είπε γκιαούρηδες, κάποιος τον ήκουσε και το ήπε του λοχαγού, αμέσως τον παραλαβαίνουν και τον καταδικάζουν εις θάννατον διά τουφεκισμού, και πάη λέοντας! Γύρω μας καίονται χωριά, και εμείς καθώμαστε στον γύρω και τα καμαρώνομε.

19/10/1920. Είχαμε προχορείση κάπου δύο χιλιόμετρα, όταν γύρεισα και είδα το Γενή-Σεχήρ να καπνίζη σαν φουγάρο!! Κατά τας 8 φθάνομεν και περνούμε κάποιο χωριό, αλλά και αυτό σε λίγο έγεινε θυσία εις τον θεόν Μολώχ. Έχουν μείνη όμως πολλά χωριά ακόμη, αλλά πίσω μας έρχεται το 27ον και ταξειγά!

20/10/1920. Στας 4 βάρεσε εγερτήρειον, ήμουν προηγουμένως ξηπνός και είχα ανάψη φωτιά, αν και εξακολουθούσε να βρέχη. Ετοιμάζομε τα πράγματά μας και στας 6 φεύγομε, αλλά ο ποταμός ένεκα της βροχής είναι αδιάβατος, αναγγαστικώς λοιπόν ο λόχος μας και ο τρίτος βαδείζομε από αυτό το μέρος του ποταμού, έως ότου φθάσαμε ένα χωριό και είχε ένα γεφυράκι, άλλως θα κολυμβούσαμε. Και βαδείζομε όλο δρόμο αμαξητόν, λάσπη έως τα γόνατα, αλλά ποιος τα ψηφάει τέτοια ψιλά πράγματα προ παντός αφού είναι για την Πατρίδα!!!

22/10/1920. Το απόγευμα πήγε το τάγμα μας στην πλατείαν των λουτρών, όπου εγένετο καθέρεσις ενός λοχίου, ενός δεκανέα και 5 στρατιωτών κατηγορουμένων άλλων επί λιποταξία και άλλων επί κλοπή.

1/11/1920. Εκλογαί, δεν εψίφισα τίποται [5].

22/11/1920. Ετοιμαζόμεθα, μας έδοσαν άρτον και γαλλέταν, επίσης και δύο ημερών εφεδρικήν τροφήν. Κατά τα φαινόμενα, μυρείζη Εσκή-Σεχήρ. Έγινε και το Δημοψήφισμα [6], εμείς όμως οι Μικρασιάται δεν ψηφείζομαι, διότι ήμεθα Εθελονταί!!!... Και συνεπώς δεν μας ενδιαφέρει ποιος θα είναι ο βασιλεύς της Ελλάδος… Τι τραβούμαι και μεις οι Εθελονταί,αλλά δεν πταίη κανείς άλλος… εκείνος ο κοιλαράς ας όψεται!

8/12/1920. Θεωρία από τον νέον ανθυπασπιστήν, είναι ένα κέ….βερνικομένον. Μετά στη λιακάδα. Συσσίτιον ρύζι-κρέας. Από το μεσημέρι παρέλαβα θαλαμοφύλαξ!

10/12/1920. Το πρωί θεωρία από το κέ… Το μεσημέρι βγήκα περίπολος έως τας 3.Το βράδυ συσσίτιον ρύζι-λάχανο-πιλάφι. Από 9-12 περίπολος.

23/12/1920. Στας 6 επήγα περίπολος έως τας 9. Εν τω μεταξύ μάθαμαι ότι θα φύγομαι.

‘Εξω από το χωριό αποθέσαμαι, εκεί ο νέος διοικητής του τάγματος Φοτώπουλος μας ήπε μερικές πατριωτικές σαχλαμάρες και ότι αύριον ή μεθαύριον γοίνεται επίθεσις, και αν λάβομε διαταγήν θα βαδείσομαι μέχρι του Εσκή-Σεχήρ! Και ότι εκεί θα αναπαυθώμεν! Είναι η τελευταία πωρία που κάμομαι!! Και από εκεί θα πάμε στα σπίτια μας!... σιδηροδρομικώς…και….άλλες πολλές αρλούμπες. Στας 2 αναλάβεται τον γυλιόν στην πλάτη και αγάντα ποδαράκια μου…

26/12/1920. Περνούμαι σε λίγο ένα χωριό όπου καιγότανε, οι δε κάτοικοι ήσαν μαζευμένοι όλοι έξω στην παιδιάδα και το καμάρωναν.

29/12/1920. Κατά το μεσημέρι περνούμε το Ασάκιοϊ και τον ποταμόν. Όλοι οι κάτοικοι του χωριού Έλληνες είχον φύγη, διότι, ενώ έφευγε ο στρατός, ήτο δύσκολον πλέον να καθήσουν. Ο σταθμός του σιδιροδρόμου εκαίετο.

Προχορούμαι και στον δρόμον βλέπομε δεξιά και αριστερά τους κατοίκους που φεύγουν, γέροι, γρηές, νέες, παιδιά και με ό,τι ημπορούσαν να σηκώσουν στην πλάτη, κίτρινοι και κατεπτοημένοι, από τον φόβον και την λύπην!

Το απόγευμα φθάνομε στο Μπιλετζίκ, και εδώ οι κάτοικοι όλοι αναστατωμένοι έτρεχον επάνω και κάτω σαν τρελλοί, και μας έβλεπον όλοι με ένα βλέμα που δεν γνωρείζω τι εσήμενε, μας ελυπούντο όπου εφεύγαμε; μας εμησούσαν γιαυτό; μας ικέτευον να τους προστατεύσομε; δεν ξεύρω.

Από το πρώτο χωριό που περάσαμε… έχη χαλάση πολύ η καρδιά, περπατό σκυφτά και δεν ημπορώ να σηκώσω το κεφάλι μου να ηδώ κανέναν. Εν τω μεταξύ διέταξε ο μέραρχος όλοι οι κάτοικοι να μείνουν στα χωριά των, επίσης και όσοι έχουν προχορείση εμπρός να τους γυρείσουν οπίσω, διότι δεν υπήρχε κανείς κύνδινος διαυτούς!!

Το βράδυ φθάνομε και κατασκηνόνομαι στο χωρίον Πέλδος, έρημον και αυτό από τους κατοίκους, φεύγουν κι ακόμη φεύγουν, επί τέλους, κακοπόνια έχουν από τον ελληνικόν στρατόν; αφού τους ηλευθέρωσε από τον τουρκικόν ζυγόν, τι άλλο θέλουν; Καημένοι άνθρωποι! Ζούσαν, όπως κιάν έχη, κάπως καλά,ήσυχα… όταν μια ωραίαν πρωίαν βλέπουν τους αδελφούς των Έλληνας να έρχονται ως Άγγελοι παρρηγορίας και Ελευθερωταί!! Τώρα τι έχει να γείνη μετά 2-3 ημέρας σαυτά όλα τα χωριά της Απελευθερωμένης αυτής περιφερίας, ο θεός γνωρείζη!!

31/12/1920. Στας 6 φεύγομε. Η ίδια ιστορία στο δρόμο με τους κατοίκους, άλλοι φεύγουν, άλλοι γυρείζουν πίσω… και γύρω ο κάμπος και τα βουνά είναι γεμάτα από ανθρώπους, μικρούς και μεγάλους, τρέχουν από δω κιαποκεί, δεν ξεύρουν τι κάμουν, είναι πραγματικώς για λύπη! Περνούμαι το Κιοπρού-Χισάρ και την γέφυραν, και σταματούμαι παρακάτω για να πάρομαι τρόφιμα.

Καθήσαμε επί 3 τέταρτα της ώρας, αφού πέρασεν όλος ο στρατός, το μηχανικό ανετίναξεν την γέφυραν, και από το άλλο μέρος της γέφυρας έμειναν αρκετοί από τους κατοίκους που μας ακολουθούσαν, συνάμα δε πολλών μητέρων τα παιδιά είχον περάση από το μέρος μας, και εκείναι έμενον από το άλλο, και άλλου είχε περάση η γυναίκα, άλλης ο άνδρας, και πολλά και διάφορα άλλα σχέδια, καλά και αγαθά της Ελευθερίας!! Και του Πολιτισμού! Τέλος πάντων αυτή η προέλασις έγεινε να καταστρέψωμε αρκετά χωριά και κάμποσες χιλιάδες ησύχων ανθρώπων, επίσης να τραβήξομαι και μεις αυτά τα μυστήρια!

10/1/1921. Βραδυνό σισοίτιον φασόλια (;) έκαμα όμως μερικές βουτιές, αλλά δεν βρήκα τίποται!

12/1/1921. Την νύκτα φύλαξα και δύο ώρας σκοπός, είδα δε και ένα όνοιρον ότι ήσαν μαζευμένοι όλοι οι αρχηγοί της Ελληνικής επαναστάσεως Μάρκος Μπότζαρης, Τζαβέλας, Κολοκοτρώνης, Καραϊσκάκης, και τα ρέστα, και έκαμαν συμβούλιον υπέρ της εξακολουθήσεως του πολέμου! Έχει γούστο να σηκωθούν και αυτοί, και μαζύ μας να εξακολουθήσουν τον Απελευθερωτικόν αγώνα μας!!!! Και χαιρέτα μου τα….

13/1/1921. Παγωνιά!Κρύο! Και τουρτούρα. Μετά το τσάι κάθησα στην καλύβα κοντά στο αγαπητό μανκαλάκι, και σκέπτομαι και παραβάλλω τον περυσινό χειμώνα με τας βενκέρους του, και τον φετεινόν με τα χιόνια, της βροχές του, κρύα του, βουνά,λάσπες, πείνες,πορείας, τσέτες, Τούρκους, αδεκαρίες κτλ. κτλ. Αλλά έλα πάλι, που τα υποφέρη κανείς, όταν σκεφθή ότι πρόκειται για το Μεγαλείον της Πατρίδος!!!

15/1/1921. Εφύλλαξα έως τας 3 και μετά παρέδωσα φορτομένος στο χιόνι, επήγα και κάθησα στο αντίσκηνο και έγραφα τα πάθη μου, συνάμα τινάζω τακτικά το αντίσκηνο για να μην με πλακώση το χιόνι, το οποίο αρχίζη και το ρίχνει με το τσουβάλι, ο δε αέρας δυνάμωσε και θερίζη. Και τα πράγματατα βλέπωμε πολύ σκούρα, το μόνον που ημπορή να μας σώση είναι η φωτιά, και μας απασχολή το ζήτημα, απού να προμηθευθώμεν ξύλα, αλλιώς θα ψοφήσομε από το κρύο. Πήγαν λοιπόν 5-6 παιδιά με τον δεκανέα Βαρδάκη τον Τρανόν και έφεραν μερικά ξύλα κι ένα κουτσουράκι, ακριβώς 3ών μέτρων μήκους και ένα πλάτους, ολόκληρος κορμός δέντρου, και το βάλλαμε αμέσως εις ενέργειαν. Κατόπιν καθήσαμε και φάγαμε ρέγγες. Στας 6 το χιόνη είχε φθάση 1 ½ μέτρον, το αντίσκηνόν μου λίγο θέλη να σκεπάση έως επάνω, και βαστώ πότε πότε ένα πτύο και το ξεσκεπάζω, αλλά δεν το προφθένω, κατά τα φαινόμενα, όπως πάη, θα σκεπάση και εμάς, και ίσως καμιά φορά μας εύρουν οι αρχαιολόγοι και μας για αρχαίους.

21/1/1921. Στας 8 ½ δουλιά, κασμά και φτυάρι, εκάμαμε την παρατήρησιν στον ανθυπολοχαγόν ότι δεν κοιμηθήκαμε χθες την νύκτα και να εργασθώμεν ολιγότερον. Γιατί να μην κοιμηθήτε, μας λέγη. Σας είπον να επαγρηπνήται και όχι να αγρηπνήται! Έχει δίκαιον ο Κος Ανθυπολοχαγός,εμείς πταίομεν!

Το μεσημέρι σισσίτιον στιφάδο, αφού έφαγα, κοιμήθηκα καμιά ώρα,και μετά το τσάι στα καταναγγαστικά έργα. Βραδυνόν σισσίτιον μακαρόνια και μισή ρέγγα. Απόψε φύλαξα σκοπός από 10-11 ½ και από 5-6, είχε όμως σκοτάδι πολύ!

27/1/1921. Σήμερον έχομεν και μισθόν!! του μηνός Δεκεμβρίου. Μεγαλεία. Μας είπον δε να αφήσωμεν ότι έχομε ευχαρίστησιν δια τους πρόσφυγας του Μπιλετζίκ (σ.σ. βλ.29/12/1920) και των άλλων χωρίων, δηλλαδή εκείνων των χωρίων τα οποία «Απελευθερώσαμε» τοις προ άλλες. Αφήσαμε από μια δραχμή! Κάμποσα λεπτά! Αλλά μήπως και ειμείς δεν είμεθα χειρότεροι από εκείνους; Ας όψονται οι καταστροφείς των!

28/1/1921. Άρχισαν πάλι να διαδείδονται προελάσεις, Άγκυρες, Εσκή-Σεχίρ και τα λοιπά, και όσο τα ακούμε λυώνουν τάντερά μας.Τι έχομε ακόμη να τραβήξομε, κανείς δεν το ηξεύρη, ας παν στο διάβολο! Δεν θέλω να ακούω τίποται πειά!

2/2/1921. Έμαθον και το χαρμόσυνον άγγελμα ότι με επήρε η διαταγή για δεκανέα!!

3/2/1921. Στας 2 ½ πήγαν οι άλλοι στα χαρακώματα, εγώ δεν πήγα. Δεκανεύς για! Αρχίζω να κάμω χρήσιν του βαθμού μου, οι δεκανείς δεν πηγένουν ούτε αγγαρία, ούτε να σκάβουν στα χαρακώματα! Επίσης δεν φυλλάττουν…σκοποί! Μάλλους λόγους ανέλαβον από σήμερον υψηλά καθήκοντα!!!

23/2/1921. Επήγα στο καφενείον, στας 7 γύρισα στον λόχον, εκεί έμαθα ότι κατά διαδόσεις ο 3ος λόχος και ο ιδικός μας θα πάμε μέχρι το Γενή-Σεχήρ προς αναγνώρεισιν! Όταν το ήκουσα, κόπηκε το αίμμα μου, Αλάχ! Που λέγη και ο Καλλιγέρης, τι έχομε να τραβήξομε, εάν αληθεύει αυτό.

Αργά, όπου ήλθον οι σαλπιγκταί, εμάθαμε ότι ήκουσαν τον διοικητήν λέγοντα ότι αύριον θα πάνε στρατιώται του 3ου και 2ου λόχου να κόψουνε κάποια δένδρα εις ένα μέρος έξω του χωριού για γυμνάσια, λοιπόν δεν αληθεύη το πρώτον, δηλλαδή η αναγνώρεισις, πρόκειται περί αγγαρίας, όχι μόνον αύριον, αλλά και όλην την εβδομάδα πηγαίνω να βγάζω δένδρα, φθάνη μόνον να μην μας λέγουν Γενή-Σεχήρ, Κιοπρού-Χισάρ, Εσκή-Σεχήρ και τα ρέστα. Δεν θέμε να ακούγομαι αυτά τα συχαμένα ονόματα!! Γιατί μας χαλούν το κέφι!

2/3/1921 Σισσίτιον πατάτες, μετά κατέβηκα κάτω και έκαμα την σωδειάν μου, καπνό, σιγαρόχαρτα, σπίρτα, κτλ. επήρα και μισή οκά τσήπουρο και το ήπιαμε με τον Κώτσον, γενήκαμε τήφλα και οι δύο!!

3/3/1921. Το κεφάλι μου είναι καζάνι! Έχω χάλια! Όπως είμαι να με πιάσουν με μια μασιά και να με πετάξουν κάπου… Ετοιμαζόμεθα… Στας 10 ήρθε ο λοχαγός και μας ενέπλησε ενθουσιασμού με κάμποσα πατριωτικώτατα λόγια!! Εμπρός τα κορόιδα!

7/3/1921 […] από εκεί έμαθα ότι τον διεκόμισαν (σ.σ.τον αδελφό του) εις Μουδανιά και ότι πάσχη από δυσεντερίαν. Πάσχω όμως και εγώ από φοβερή αδεκαρίαν!

8/3/1921. Αύριο φεύγομε, ετοιμάζεται επίθεσις! Επήγα στην πλύστρα και της ήπα να ετοιμάση τα ρούχα μου.




Δεν υπάρχουν σχόλια: