Αναγνώστες

Πέμπτη 16 Φεβρουαρίου 2012

Ζωρζ Μπατάιγ:Το καταραμένο απόθεμα


αποσπασμα :



Στη φύση δεν κυριαρχούν συνθήκες ένδειας,αλλά η πληθώρα και η σπατάλη,μέχρι παραλογισμού. Νίτσε 1886

Το να επιστρέφουμε στα (επανεκδιδόμενα) κείμενα του Μπατάιγ (1897-1962) σε μια ιστορική στιγμή όπου ακόμη και η γλώσσα της καθημερινότητάς μας έχει μολυνθεί από το λεξιλόγιο ενός κυρίαρχου πλέον οικονομικού λόγου, ο οποίος μας καλεί να στοχαζόμαστε και να πράττουμε πριμοδοτώντας μόνον ό,τι υποτίθεται ότι είναι κοινωνικά «χρήσιμο»- ναι, μια τέτοια επιστροφή μάς δίνει την ευκαιρία να αξιολογήσουμε εκ νέου τη λογοτεχνία, τη φιλοσοφία, τη ζωή, τον έρωτα αλλά και την ίδια την οικονομία (!) με έννοιες της ανεπιφύλακτης δαπάνης και μιας μη παραγωγικής απόλαυσης. Σημειωτέον ότι το μεγαλύτερο μέρος της εκδιδόμενης σημερινής λογοτεχνίας τελεί υπό το καθεστώς των κανόνων μιας «δημοσιονομικής πειθαρχίας» του λόγου (προπάντων κάτω από τη μάσκα της επονομαζόμενης «χειραφέτησης» των παραγωγικών δυνάμεων), γεγονός που αποτελεί, όπως ο Μπατάιγ επεσήμανε ήδη το 1956, «μια ολοκληρωτική άρνηση της αυτεξουσιότητάς της».

Ανεπιφύλακτη σπατάλη

Ο Ζορζ Μπατάιγ (1897-1962). Οι έλληνες αναγνώστες γνώρισαν τον γάλλο συγγραφέα μέσα από τη σκανδαλώδη «Ιστορία του Ματιού»
Το θεωρητικό έργο του Μπατάιγ διαιρείται σε τρεις ενότητες: Γενική Οικονομία, Ιστορία του Ερωτισμού και Θεωρία της Αυτεξουσιότητας (που με τη σειρά της συμπεριλαμβάνει τη θεωρία της λογοτεχνίας, της θρησκείας και της φιλοσοφίας της ιστορίας). Ολοι αυτοί οι επιμέρους τομείς της πνευματικής του δραστηριότητας συγκλίνουν σε ένα πρόβλημα που αποτελεί και το αφετηριακό σημείο της σκέψης του. Πρόκειται για τον νόμο κίνησης και μεταμόρφωσης της ενέργειας, στον οποίο υπακούουν πρωτίστως όλες οι παραγωγικές δραστηριότητες του ανθρώπου και, πολλώ μάλλον, η οικονομία του Σύμπαντος: της ανώφελης σπατάλης. Σύμφωνα με τον νόμο αυτό, κάθε σύστημα (έμβιο ον, άτομο ή κοινωνία) φτάνει κάποια στιγμή σε ένα «σημείο βρασμού» όπου η πλεονάζουσα ενέργεια δεν χρησιμοποιείται πλέον για την ανάπτυξή του ( έρως ) και μπορεί να καταναλωθεί άσκοπα και μη παραγωγικά, ακόμη και καταστροφικά ( θάνατος ). Το πρότυπο αυτής της ιδιόρρυθμης φιλοσοφίας της ιστορίας, που αντί να εστιάζει στις κοινωνικές μορφές παραγωγής δίνει το πρωτείο στις ετερογενείς μορφές δαπάνης, είναι η κοσμική φυσική ενέργεια που εκπέμπεται χωρίς αντάλλαγμα από τον ήλιο.

Ο Μπατάιγ ασκεί κριτική όχι μόνον στις τότε (1949) ισχύουσες οικονομίες του καπιταλισμού και του υπαρκτού σοσιαλισμού, οι οποίες υποτάσσουν τα πάντα σε μια οικονομία διαχείρισης της έλλειψης, αλλά και στις τέχνες και επιστήμες εφόσον υπηρετούν την ιδέα μιας «περιορισμένης οικονομίας» (παραγωγικότητα, χρησιμότητα, αποτελεσματικότητα), η οποία θεωρεί ότι ο άνθρωπος είναι πρωτίστως ένα ελλειπτικό ον που εργάζεται και δημιουργεί για να καλύψει ή να εκφράσει τις ανάγκες του. Αναγνωρίζει ως εκ τούτου την αναγκαιότητα να αντιτάξει, όπως έπραξε άλλοτε και ο Νίτσε, στην αρχή της ωφελιμότητας τη διονυσιακή αρχή της απώλειας. Γράφει στο Καταραμένο απόθεμα: «Ακόμη και ό,τι αφορά την τέχνη, τη λογοτεχνία, την ποίηση, βρίσκεται σε θεμελιώδη σχέση με αυτή την κίνηση που μελετώ: την κίνηση της πλεονάζουσας ενέργειας που εκδηλώνεται μέσα στον αναβρασμό της ζωής». Μολαταύτα, η μελέτη του αποφεύγει τη διαλεκτική αντίθεση εγελιανού τύπου, παραμένοντας έτσι ανατρεπτική, μια και το ζητούμενο δεν είναι η απλή καταγγελία του παραγωγικού μοντέλου αλλά το καθοδηγητικό νιτσεϊκό ερώτημα για τον λόγο ύπαρξής του: την ανώφελη κατασπατάληση του συσσωρευμένου πλούτου και των αποταμιευμένων ανθρώπινων δυνάμεων. 

Συγγραφέας: Ζωρζ Μπατάιγ
Εκδότης: Futura
Επιμέλεια: Τερζάκης, Φώτης
Αριθμός Σελίδων: 211
Έτος Έκδοσης: 10-2010

Τίτλος πρωτοτύπου:La part maudite


 Το έργο αυτό, αναμφίβολα το κορυφαίο θεωρητικό επίτευγμα του Georges Bataille (όπου, εκτός των άλλων, συνυφαίνονται όλες οι γνωστές θέσεις του για το ιερό, για τον ερωτισμό και για την εσωτερική εμπειρία), υπήρξε από πολλές απόψεις έργο, προδρoμικό για τη σύγχρονη σκέψη: ερμηνεύοντας με λαμπρό τρόπο τις ανθρωπολογικές παρατηρήσεις του Marcel Mauss για το δώρο και τις πρωτόγονες μορφές ανταλλαγής, συνδέοντας αυτά τα δεδομένα με τη θυσία ως κεντρική έκφραση τoυ ιερού σε ποικίλους πολιτισμούς και συνεκτιμώντας τις μεταβαλλόμενες σχέσεις οικονομίας, θρησκείας και πολιτισμικών αξιών που φώτισε ο Max. Weber, θα πρωτοστατήσει στην αποδόμηση των αξιωμάτων της αστικής οικονομικής επιστήμης που θεωρούσε την επιδίωξη του κέρδoυς ως περίπου "φυσική" και θα αναδείξει το πρωτείο τής χωρίς συμφέρον δαπάνης, της οργιώδους ανάλωσης και της γιορτής στο συντριπτικά μεγαλύτερο μέρος της ανθρώπινης ιστορίας.

Γραμμένο κατά την πρώτη κορύφωση του ψυχρoπoλεμικού κλίματος (1949), το "Καταραμένο απόθεμα" μπορεί σήμερα να φανεί παρωχημένo σε ό,τι αφορά ειδικές επικαιρικές του εκτιμήσεις (π.χ. σχετικά με τη Σοβιετική εκβιομηχάνιση ή το Σχέδιο Μάρσαλ αν ωστόσο κάποιος προσέξει τη βαθύτερη λογική αυτών των αναλύσεων παρακάμπτοντας πολλές επιφανειακές λεπτομέρειες, ίσως βρει ένα εργαλείο που επιτρέπει να καταλάβουμε, αναδρομικά, ποια ήταν η φύση των μηχανισμών αναδιανομής που χαρακτήριζαν το κεϋνσιανό μοντέλο οικονομίας το οποίο εφάρμοζαν απαρεγκλίτως τα δυτικά κράτη όλη τη μεταπολεμική περίοδο, ποια ακριβώς σημασία είχε η εγκατάλειψή τους από τα μέσα της δεκαετίας του 1970 και γιατί, ενόψει αυτού και ιδίως μετά το τέλος των ψυχροπολεμικών ισορρoπιών, ήταν αναπόφευκτη η πιο καταστροφική πορεία του παγκόσμιου καπιταλισμού της οποίας γινόμαστε μάρτυρες σήμερα, στην πρώτη δεκαετία του εικοστού πρώτου αιώνα.

Δεν υπάρχουν σχόλια: