Η Ντροπή και το βλέμμα
Τι κάνουν τα παιδιά-η εμείς- όταν ντρέπονται; ;Αν δεν μπορούν να
κρυφτούν ,κρύβουν τα μάτια τους. Στην ντροπή η άμεση παρόρμηση είναι, το να
κρυφτείς, να τρέξεις μακριά, να συρρικνωθείς (να ανοίξει η γη να σε καταπιεί
)οτιδήποτε για να αποφύγεις να είσαι ορατός. Αν κάποιος δεν μπορεί να φύγει , η
αυτοκτονία πιθανώς να είναι η μόνη λύση [1].
.« Μη με κοιτάς» -λέει ο
μανιακός Φράνκ Μπουθ (τον υποδυεται ο Denniς Hopper)
στην Ντόροθι Βάλενς (Isabella Rosselini) καθώς την βιάζει ,στην ταινία Blue Velvet[2] Η ντροπή έχει
να κάνει με το βλέμμα , και την δική
μου γύμνια.
Η ντροπή ,εκφράζεται στην αρχή με την παρόρμηση να κρύψουμε το πρόσωπο
μας ή να μας καταπιεί η γη (εσωτερικευμένος θυμός),η να ευχηθούμε να γίνουμε αόρατοι.
Η ντροπή έχει να κάνει με το βλέμμα του άλλου
,αλλά μπορεί να εμφανισθεί όταν παρόντες
είναι μόνο ο εαυτός και ο καθρέφτης:«
Όταν επιτέλους σηκώθηκα …πήγα μπροστά από
ένα μεγάλο καθρέφτη να κοιταχτώ ,και πήγα μόνος μου. …. .είδα ένα ξένο ,μια μικρή
αξιολύπητη , αποκρουστική μορφή, κι ένα πρόσωπο που όσο το κοίταζα, γινόταν
πονεμένο και κατακόκκινο από ντροπή.»
[3]
.
Σε γενικές γραμμές η ντροπή σχετίζεται με το πώς νομίζουμε ότι μας
βλέπουν οι άλλοι [4]
Για τον Sartre, η συνείδηση αντιμετωπίζει μεγάλο πρόβλημα
με το βλέμμα του άλλου. Στο παράδειγμα που δίνει ,κάποιος είναι σκυμμένος σε
μια κλειδαρότρυπα, συγκεντρωμένος στη σκηνή που διαδραματίζεται πίσω από την
πόρτα ,όταν συνειδητοποιεί ότι κάποιος άλλος έχει το βλέμμα του προσηλωμένο
πάνω του :βλέποντας ξαφνικά τον εαυτό του μέσα από τα μάτια του άλλου,
αισθάνεται ντροπή.[5]
Όμως
αυτός που ντρέπεται θα ήθελε να αναγκάσει τον κόσμο να μη τον κοιτάζει ,να μην
παρατηρεί την γύμνια του, την αποκάλυψη του. Θα ήθελε να καταστρέψει
τα μάτια του κόσμου ,Για να νικήσει την ντροπή πρέπει να νικήσει το βλέμμα του άλλου .Υπάρχει –λέει πάλι ο Ερικ
Ερικσον- μια εντυπωσιακή Αμερικανική μπαλάντα, όπου ένας εγκληματίας που
πρόκειται να κρεμαστεί μπροστά στα μάτια όλης της κοινότητας, αντί να
αισθάνεται δίκαια τιμωρημένος, αρχίζει να επιπλήττει τους θεατές, τελειώνοντας
κάθε περιφρονητική του φράση με τα λόγια «Ο Θεός να καταραστεί τα μάτια σας».[6]
[1] Ο Erving Goffman παραθέτει
(στο Στίγμα ) το γράμμα μιας δεκαεξάχρονης στην Μις Miss Lonely Hearts; και τη
ντροπή της; δεν έχει μύτη :«Αγαπητή Μις
Λόουν λυχαρτς
Είμαι
δεκαέξι ετών και δεν ξέρω τι να κάνω αι θα σας ήμουν υποχρεωμένη αν μπορούσατε
να μου πείτε τι να κάνω . […] Κάθομαι κοιτάω τον εαυτό μου, ώρες ολόκληρες και
κλαίω . Έχω μια τεράστια τρύπα που χάσκει στο πρόσωπο μου και αυτό
τους τρομάζει όλους –κι εμένα ακόμα .Σε τι έχω φταίξει; Κι αν ακόμα έκανα κακές πράξεις
,δεν μπορεί να τις έκανα πριν γίνω ενός
χρόνου . Και πάλι αφού γεννήθηκα ετσι;
Ρώτησα τον μπαμπά κι αυτός λέει δεν ξέρει , ίσως να έκανα κάτι στην άλλη
ζωή πριν γεννηθώ ή μπορεί και να τιμωρούμαι για τις δικές του αμαρτίες . Δεν το
πιστεύω γιατί είναι πολύ καλός άνθρωπος . Πέστε μου , θα έπρεπε να αυτοκτονήσω»
; Μια Απελπισμένη Erving Goffman
, Στίγμα . Σημειώσεις για τη διαχείριση της φθαρμένης ταυτότητας, Εκδοσεις
Αλεξάνδρεια ,
[3] Erving Goffman
, Στίγμα . Σημειώσεις για τη διαχείριση της φθαρμένης ταυτότητας, Εκδοσεις
Αλεξάνδρεια ,(Αγγλική εκδοση
1963),2001
[4] Paul Gilbert , ξεπερνώντας την καταθλιψη\
[5] Being and Nothingness ,London Rutledge 1958 part iii p259)
[6] Ερικ Ερικσον Η Παιδική Ηλικία και η Κοινωνία,
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου