Μακρινοί φίλοι χρόνια με τον Ασημάκη, πριν αρχίσει τόσο πολύ να μοιάζει στο όνομά του- τώρα που άσπρισε. Χαμένο στον εαυτό του τον θυμάμαι μέσα σε δύσκολα φιλοσοφικά βιβλία ή σε ατέλειωτες παρτίδες σκάκι, να γελάει δυνατά και να αυτοσαρκάζεται, σε διαρκή φυγή από τον εαυτό του ή από τις συμβάσεις ή και τα δυο. Έχουμε ξαναβρεθεί με τον στοχαστικό άνθρωπο που έχει χτίσει γύρω του ευθύνες κι αγαπημένους ανθρώπους με αυτονομία κι ακεραιότητα, αλλά δεν παύει να αναζητάει και να βρίσκει δρόμους δημιουργικούς, μιλώντας γλώσσες καινούργιες κάθε φορά, σήμερα τη γλώσσα της ποίησης: Στην έλξη του αίματος, ένα πυκνό corpus 52 ποιημάτων, με προεξάρχοντα τον ερωτισμό στα περισσότερα, αλλά την ευτυχία και την ολοκλήρωση εμποδισμένη από τις δυσκολίες που βάζει ο εαυτός ή η ανθρώπινη φύση, έτσι που να μένει τις πιο πολλές φορές ο αφηγητής με την καρδιά πληγωμένη σε παγερή μοναξιά, «άχρωμη συνείδηση» ανάμεσα σε βαλσαμωμένες ώρες, σφιγμένος από ανάγκη και συνήθεια και ανήμπορος για καινούργια πετάγματα να αναρωτιέται « πώς είναι να ζεις υπό όρους όταν κάποτε ελεύθερα γλιστρούσες στο υγρό σύμπαν του έρωτα».Υπήρχε ένα δοξασμένο ερωτικό παρελθόν - « Μια φορά κι έναν καιρό τους τσίγγους χτύπαγε η δυνατή βροχή», με το το μυστικό της Μιράντας στην «αιωνιότητα» της παιδικής ηλικίας, ενώ τώρα με τη λύπη και τη φθορά στα χείλια, στου χώρου την άχρονη στιγμή, σκηνοθετεί ο αφηγητής τις ερωτικές σκηνές του πριν και του μετά, αναπλάθοντας άλλοτε την αποτυχημένη συνουσία και το κουρελιασμένο συναίσθημα, την άγνοια και την ανικανότητα για ικανοποίηση και άλλοτε πελαγοδρομώντας χαμένος στις εμμονές και τους φόβους ζητάει να θυμηθεί την πληρότητα της ηδονής και της αγάπης, πάντα όμως κράμα η απόλαυση με την απόγνωση.
Κάποτε είναι τόσο απλή και εύκολη « η μόνη της ζωής επιβεβαίωση», η « αίσθησή» εκείνης ( Ερωτικό), το να είσαι ολόκληρος, διαπιστώνοντας πως έτσι κι αλλιώς« δεν τελειώνει η παρτίδα» ποτέ, στο εμβληματικό ομώνυμο ποίημα ( Παρτίδα) της συλλογής - ένας άντρας τέτοια βάσανα έχει και μπορεί επιτέλους να θαυμάσει την ταραντούλα τη δική του « στα κενά της συνήθειας και της αγάπης», να αναζητήσει και να παραδεχτεί την αλήθεια και τις αλήθειες του «αυτόνομες ακέραιες κι ερημικές, γυμνές, τρομαγμένες και κατατρεγμένες».
Γελώντας κατάμουτρα στους φόβους του το ποιητικό υποκείμενο που εκφέρει λόγο- κι είναι ο ίδιος ο ποιητής, σε πλήρη ταύτιση ατόμου και περσόνας, είναι ο ποιητής πρωταγωνιστής των ποιημάτων του - ανακαλεί τον χαμένο χρόνο, συντηρώντας ένα διαρκή διάλογο με τον εαυτό, ένα ημερολόγιο πλεύσης με ενδοστρέφεια και εγκεφαλικότητα. Γιατί ο έρωτας, το κόκκινο αίμα που κάνει την καρδιά να χτυπά, υπαγορεύοντας στίχους στην έλξη αυτής της παραζάλης είναι τώρα ανάμνηση, αποστασιοποίηση και στοχασμός .
Στο μυστήριο και το αίνιγμα της ύπαρξης, τυρανισμένος από την αμφιβολία, ξεκομμένος από τους άλλους, ευάλωτος ο ποιητής , « το στόμα του κατωφερική καμπύλη καρικατούρας» και τρυφερός - σκυφτός να περπατά έχοντας στην έγνοια του και τις πασχαλίτσες , ο ποιητής ένα παιχνίδι, ροή και φτερούγισμα, ανήκει νομίζω τυπικά και ουσιαστικά στη όπως είχε οριστεί ως γενιά της αμφισβήτησης και της διαρκούς αμφιβολίας, προσθέτω εγώ. Βγαίνει για λίγο « από τη σύγχυση και την ασάφεια» «μες στους υγρούς δρόμους αυτής της βυζαντινής πόλης»για να παραδώσει στα χέρια μας αυτό το ημερολόγιο, κάνοντας ματ στο χρόνο και τη μνήμη, τελειώνοντας χωρίς ανταγωνισμό δύσκολες και εμποδισμένες παρτίδες της ύπαρξης, ομολογώντας με εντιμότητα τις αλήθειες του.
Όσο διαβάζω τα ποιήματα μου αρέσουν περισσότερο. Αναγνωρίζω τις σταθερές : την καθημερινότητα που επιτίθεται και χτυπάει « κατά ριπάς», τον εφιάλτη του τώρα- « με τρομάζει η ζωή μου», τη σκέψη που είναι εχθρός-«λάσπη της σκέψης » , το ερωτικό σώμα - αγκαλιά που σταματάει το χρόνο και τη λαχτάρα για πετάγματα όλο και περισσότερο ματαιωμένη.
Απροσδόκητοι οι τίτλοι των ποιημάτων και νεότευκτες λέξεις κάποτε, όπως: καθημερινοποιώ ,σκοποί καταποτήρες, άστικτη χαρά , μια σελήνη υφή, απόκοτο μεσημέρι , αντίστικτο κ.ά.
Η ζωή ένα αίνιγμα, ένα πρόβλημα μαθηματικών και ο ποιητής ψάχνει τη λύση , το χάσιμο του εαυτού μέσα στο ερωτικό σώμα.
Υπάρχουν στη συλλογή ποιήματα έτοιμα, που λάμπουν ολοκληρωμένα ανάμεσα στην θολή υπαρξιακή αναζήτηση και την αποκαρδιωμένη ενδοσκόπηση, μικρά ποιήματα- αποφθέγματα και ανάερα χάικου έως μεγαλύτερα ποιήματα με περισσότερους στίχους πιο σπάνια : Μιράντα, Αιωνιότητα, Πατρίδα μου, Στη ροή του ποταμού, Μήλο στο αίμα, Ο θάνατος του ανταγωνισμού, Να μην μας προλάβει ο χρόνος, Το μολύβι, Παρτίδα, Χρώμα από βαθύ άπειρο, Δυσαρμονική εναρμόνιση, Ταραντούλα, Στα κενά της συνήθειας και της αγάπης, όπου μορφή και περιεχόμενο συνταιριασμένα, υποβάλλουν εύστοχα το νόημά τους.
« Μια από τις πιο μεγάλες ηδονές ενός συγγραφέα είναι ότι εκτίθεται ανεπανόρθωτα. Εάν δεν είναι κρυψίνους- ανάγνωθι μέτριος - ξέρει ότι θα κάνει τέχνη από τις αδυναμίες και από τα πάθη του, πάει να πει θα τις μετατρέψει σε αρετές», γράφει ο Οδυσσέας Ελύτης στην Αναφορά στον Εμπειρίκο. Να γιατί η περίπτωση του Ασημάκη Ασημακόπουλου είναι τόσο ενδιαφέρουσα.
Αρχοντούλα Διαβάτη
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου