Κάτι συμβαίνει εδώ: Σχετικά με την «πολιτική της οργής»
του Νικολα Σεβαστακη
Έχουμε μιλήσει πολλές φορές για το πολιτικό παιχνίδι με τους κοινωνικούς φόβους που παίζεται στο όνομα μιας «ηθικής της ευθύνης». Αυτό το παιχνίδι έχει τους επαγγελματίες, τους χορηγούς, τους λειτουργούς του στα μέσα επικοινωνίας και στο χώρο της διανόησης. Σχηματικά λέμε ότι αυτός είναι ο χώρος του Μνημονίου, το πεδίο στο οποίο κινούνται, με διαφορετικές ταχύτητες και εντάσεις, όλες εκείνες οι φωνές που πιστεύουν ότι η οριστική υπέρβαση της Μεταπολίτευσης (το περιβόητο finis) πρέπει να είναι μια φυγή προς τα εμπρός με όρους ανταγωνισμού, απελευθέρωσης της επιχειρηματικότητας, εργασιακής και κοινωνικής πειθάρχησης σε μια ανώτερη καπιταλιστική «ορθολογικότητα».
Έχει ωστόσο ενδιαφέρον ότι, από μια άλλη πλευρά, κάποιες πολύ διαφορετικές δυνάμεις προβάλλουν με τη σειρά τους την ίδια επιθυμία υπέρβασης. Μοιράζονται ένα αντίστοιχης δραματικότητας ανορθωτικό-εξυγιαντικό πάθος. Μόνο που αυτές οι φωνές ομνύουν, όπως ισχυρίζονται, στο αντι-σύστημα και όχι στο σύστημα. Εμφανίζονται όλο και πυκνότερα ως ένα κομμάτι του κόσμου της διαμαρτυρίας και της λαϊκής αγανάκτησης. Σε ένα μπλογκ διεξάγεται αυτές τις μέρες μια «ψηφοφορία» με θέμα: σε ποιων τα σπίτια θέλετε να διαδηλώσετε περισσότερο; Από κάτω έχει μια σειρά ονομάτων ηγετικών στελεχών από τα δυο μεγάλα κόμματα. Το συγκεκριμένο μπλογκ είναι εξάλλου ένας από τους σπόνσορες της πρωτοβουλίας με το μεγαλειώδες όνομα «Κίνημα Λαού» η οποία διαδήλωσε έξω από το σπίτι του Άκη Τσοχατζόπουλου και του Σημίτη.
Δεν είναι μόνο η συγκεκριμένη περίπτωση. Εδώ και πολλούς μήνες διαμορφώνεται μια πολυσυλλεκτική και ρευστή «παράταξη» των όσων λένε ότι δεν θέλουν να ανήκουν σε παρατάξεις, των όσων ισχυρίζονται ότι είναι ελεύθεροι ή ανεξάρτητοι ή ακηδεμόνευτοι Έλληνες. Η «φιλελεύθερη» δημοσιολογία κάνει τα πάντα για να ταυτίσει αυτή την ιδιαίτερη αντι-πολιτική δυναμική με τα διαφορετικής λογικής κινήματα κοινωνικής ανυπακοής και τις μορφές κινηματικής παρέμβασης της Αριστεράς. Αλλά και κάποια τμήματα της Αριστεράς θεωρούν ότι μπορεί και πρέπει να υπάρξει μια ενιαία μετωπική συσπείρωση με τους πάντες στη βάση Μνημόνιο-Αντιμνημόνιο. Το θέμα έχει κρίσιμη σημασία καθώς ο χώρος της αντιπολιτικής αφύπνισης εμφανίζεται να ενσωματώνει επιλεκτικά αριστεροφανή αντι-ολιγαρχικά συνθήματα σε μια βάση που δεν έχει τίποτα το αριστερό.
Και για να γίνω πιο συγκεκριμένος. Με ποια ακριβώς έννοια άραγε είναι αριστερή η χύμα αντικλεπτοκρατική ρητορική; Η ίδια συνθηματολογία θα μπορούσε να εκπορεύεται από ένα Tea Party ή από οποιοδήποτε μόρφωμα της νέας «λαϊκής δεξιάς», όπως αυτά που ανθίζουν στη Βόρεια και στην Ανατολική Ευρώπη. Ένα ακόμα παράδειγμα: πως μπορεί να υπάρξει συνεννόηση με φωνές οι οποίες διαβάζουν τη νεοφιλελεύθερη διακυβέρνηση με όρους ξενοκρατίας και εθνικής προδοσίας; Από μια άποψη, τα «αμερικανο-εβραϊκά συμφέροντα», οι «εθνικές προδοσίες», η «διάλυση του κράτους μας», το κυνήγι του κλέφτη και του λαμόγιου, όλα αυτά τα θέματα και οι αντίστοιχες ευαισθησίες δεν ανήκουν παρά σε έναν κοινό τόπο πολύ κοντινό στο ακροδεξιό αυτονόητο. Και επειδή έχουμε κορεστεί από τους διάφορους ιεροκήρυκες του αυτονόητου και από τους κήνσορες της «κοινής λογικής», χρειάζεται να ξανασκεφτούμε σοβαρά το στοιχειώδες: ότι υπάρχουν διαφορετικές λογικές κοινωνικού κινήματος, λαϊκού ακτιβισμού, αντιφιλελεύθερου λόγου. Και μια πολύ πλούσια ιστορική εμπειρία διδάσκει ότι υπάρχουν επίσης ποικίλες -- και ασύμβατες μεταξύ τους-- εκδοχές αντικαπιταλισμού και ριζοσπαστισμού. Ότι μια άβυσσος χωρίζει την κριτική αμφισβήτηση του συμβατικού κοινοβουλευτικού παιχνιδιού από τις καισαρικές και αυταρχικές επιθυμίες με «αμεσοδημοκρατική» μεταμφίεση.
Εδώ ωστόσο ξανασυναντούμε το πρόβλημα της «ευκολίας» και της απήχησης. Πολλά από τα σχήματα και τις εικόνες που εξαπλώνονται στο έδαφος της κοινωνικής μας κρίσης διαθέτουν μια μαγική δύναμη διείσδυσης στα συναισθήματα ευρύτερων στρωμάτων. Αναφέρομαι σε σχήματα του τύπου οι Γερμανοί τραπεζίτες και ο ελληνικός λαός, η δειλία και η τόλμη, οι δυνάστες και οι δυναστευόμενοι, οι κλέφτες και τα θύματά τους, οι ξεπουλημένοι και οι αδιάφθοροι. Μια συγκεκριμένη «πολιτική» της οργής μπορεί και να χτιστεί με τα υλικά της οικείας παραπλανητικής εθνικής θυματοποίησης που χρησιμοποιεί το κοινωνικό ζήτημα ως συμπλήρωμα μιας αντίληψης περί εθνικής ακεραιότητας και ελληνικής τιμής.
Το παράδοξο είναι άλλωστε ότι αυτός ο λόγος αντιγράφει πιστά την ηθικολογία των δυνάμεων της «αναμόρφωσης διά της λιτότητας». Μοιάζει με «αντισυστημική» αντανάκλαση της ρητορικής περί διαφθοράς και παρακμιακού πολιτικού συστήματος. Αλλάζουν απλώς τα πρόσημα και τα υποκείμενα που εκπροσωπούν την «ηθική σήψη».
Αυτό που συμβαίνει πλέον είναι ότι η κυρίαρχη γραμμή προσαρμογής στα κελεύσματα των αγορών οξύνει τα αισθήματα αδυναμίας και ασφυξίας σε τμήματα της κοινωνίας. Σε αυτό το έδαφος ξεφυτρώνουν γραφικές σωτηριολογίες και λογής εθνικο-ανορθωτικές δημαγωγίες. Ωστόσο τα όρια υπάρχουν και υπογραμμίζονται από τα ίδια τα σκληρά πολιτικά γεγονότα: από τη στιγμή που για κάποιους είναι της ίδιας τάξεως γεγονός η «εισβολή του ΔΝΤ στην πατρίδα» και η «Υπατία», δεν χωρούν κριτικές αφωνίες, πόσο μάλλον κατανόηση. Εκτός και αν στο όνομα του ανοίγματος σε όλες τις αντιστάσεις ο αριστερός πολίτης λησμονήσει ότι άλλο νεοφιλελευθερισμός και άλλο… νεοοθωμανισμός.
Ο Νικόλας Σεβαστάκης διδάσκει στο Τμήμα Πολιτικών Επιστημών του ΑΠΘ
Πηγή :Αυγή