Τυραννία, Βία και Τεχνική
«Η
τυραννία έχει με το μέρος της ανεξάντλητους πόρους: την αγάπη και το
χρήμα, τα βασανιστήρια και τον πόλεμο, τη σιωπή και τη ρητορεία. Δύναται
να εκμηδενίσει, στην εξανδραποδισμένη ψυχή, ώς και την ικανότητά της να
κάμπτεται, δηλαδή ώς και την ικανότητα υπακοής σε μια εντολή. Η
πραγματική ετερονομία ξεκινά όταν η υπακοή σταματά να είναι συνειδητή
και μετατρέπεται σε κλίση. Ο άνθρωπος που έχει ψυχή δούλου είναι ακριβώς
ο άνθρωπος που δεν μπορεί πλέον να καμφθεί, που είναι ανίκανος να
δεχτεί εντολές. Η λατρεία του αρχηγού πλημμυρίζει σε τέτοιο βαθμό την
ψυχή, ώστε αυτή να μην τηρεί αποστάσεις. Ο φόβος κατέχει την ψυχή σε
τέτοιο βαθμό ώστε να μην τον βλέπει αλλά να βλέπει μέσω αυτού. […] Η
υπόσταση που στραγγαλίζει ο τύραννος δεν είναι διόλου υπόσταση∙ ενώπιόν
του δεν βρίσκεται κανείς. […]
Η
τυραννική ή βίαιη πράξη καταργεί κάθε σχέση με το Άλλο: είναι η
κατάσταση στην οποία πράττει κανείς σαν να ήταν εντελώς μόνος του. Ενώ
εμφανίζεται σαν άμεση και αδιαμεσολάβητη, στην πραγματικότητα η βίαιη
πράξη πρέπει να θεωρηθεί ως μια πράξη [παρόμοια με αυτή] που ασκείται,
επί παραδείγματι, πάνω στα πράγματα [και που] συνίσταται στο να βρεθεί
εκείνη η λαβή του αντικειμένου, από την οποία ξεκινώντας θα εφαρμοστεί,
στη βάση των καθολικών νόμων που εξαφανίζουν την ατομικότητά του, η
βούληση του εργαζόμενου. […]
Η
βία είναι ένα πράττειν που πλησιάζει πλαγίως κάθε ον και κάθε
ελευθερία. Η βία είναι ένα πράττειν που συλλαμβάνει το ον εξαπίνης,
αρπάζοντάς το εν τη απουσία του, από αυτό που δεν είναι πραγματικά το
ίδιο. Η βία συλλαμβάνει το ον ως υπολογιστικό δεδομένο, σαν ιδιαίτερη
περίπτωση μιας έννοιας. […]
Η άσκηση βίας πάνω σε ένα ελεύθερο ον είναι, υπό την ευρεία έννοια, πόλεμος. […] Ο πόλεμος είναι ενέδρα:
είναι η απόπειρα άλωσης της βαθύτερης υπόστασης του άλλου, άλωσης του
πυρήνα της δύναμης και της απόλυτης μοναδικότητάς του, διαμέσου της πιο
αδύναμης πλευράς του∙ είναι η αναζήτηση της αχίλλειας πτέρνας του. […]
Το ίδιον δηλαδή της βίαιης πράξης, το ίδιον της τυραννίας, είναι ο
πλάγιος τρόπος με τον οποίο προσεγγίζεται το υποκείμενο εφαρμογής αυτής
της πράξης∙ η μη αναγνώριση του άλλου ως προσώπου∙ η θεώρηση της
ελευθερίας του άλλου ανθρώπου ως δύναμης και μάλιστα πρωτόγονης∙ η
αναγωγή της ετερότητάς του στην τάξη της δύναμης. […]
Η
όψη, το πρόσωπο, είναι το γεγονός μιας πραγματικότητας που μου
αντιτάσσεται [αλλά] θα ήταν λάθος να θεωρήσουμε την αντίσταση αυτή υπό
το πρίσμα της δύναμης που συγκρούεται με την ελευθερία μου. Στην
πραγματικότητα πρόκειται για μια αντίθεση που προηγείται της ελευθερίας
μου και τη θέτει σε κίνηση. […] Μη όντας αντιπαράθεση ισχύος, η αντίθεση
του προσώπου δεν ερμηνεύεται ως εχθρότητα. Είναι μια ειρηνική αντίθεση,
κατά την οποία η ειρήνη δεν είναι επ’ ουδενί μια πολεμική ανακωχή, μια
απλώς αυτοσυγκρατούμενη βία. Η βία συνίσταται τουναντίον στο να αγνοεί
κανείς το πρόσωπο του όντος, να αποφεύγει το βλέμμα του. […]
Το νόημα του προσώπου εκπορεύεται από το ίδιο το πρόσωπο, είναι η προσωπική έκφραση. […] Η έκφραση είναι μια πρόσκληση συνομιλίας. Η έκφραση είναι η κατεξοχήν άμεση σχέση. […] Το
ον που παρουσιάζεται στην έκφραση μάς δεσμεύει ήδη στην κοινωνία, σε
ένα κοινωνείν μαζί του. […] Τα όντα που παρουσιάζονται το ένα στο άλλο,
υποτάσσονται το ένα στο άλλο. Η υπόταξη αυτή αποτελεί το πρωταρχικό
γεγονός της μεταβατικής σχέσης μεταξύ των ελευθεριών καθώς και την ίδια
τη μορφή της εντολής. Πρόκειται για τη δυνατότητα ενός όντος να
εντέλλεται ένα άλλο, χωρίς η εντολή αυτή να απορρέει από τη λειτουργία ενός συστήματος και χωρίς να εμπεριέχει τίποτα το τυραννικό. […]
Η
μαζική παραγωγή εξανδραποδισμένων ψυχών δεν αποτελεί απλώς την
τραγικότερη εμπειρία του νεωτερικού ανθρώπου, αλλά συνιστά επίσης την
ισχυρότερη ανασκευή των επιχειρημάτων περί της ανθρώπινης ελευθερίας.
[…]
Η
ελευθερία που εντούτοις μας απομένει, συνοψίζεται στη δυνατότητά μας να
προβλέψουμε τις διαστάσεις του εξανδραποδισμού μας και να επιχειρήσουμε
να διασφαλιστούμε εναντίον του. Η ελευθερία συνίσταται λοιπόν στο να
θεμελιώσουμε μια υπέρ-υποκειμενική τάξη, να εμπιστευτούμε το έλλογο στο
γραπτό, να καταφύγουμε σε ένα θεσμό. […]»
Εμμανουήλ Λεβινάς, Ελευθερία και Εντολή (1953),
μετάφραση Μιχάλης Πάγκαλος, εκδόσεις ΕΣΤΙΑΣ (2007)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου