μεταφραση: Γιαννης Σταυρακακης.
"Στο εργο του Lacan, ο ορος νευρωση εμφανιζεται παντοτε σε αντιθεση με
την ψυχωση και τη διαστροφη, και δεν αναφερεται σε μια ομαδα συμπτωματων
αλλα σε μια συγκεκριμενη κλινικη δομη.
Αυτη η χρηση του ορου για την περιγραφη μιας δομης πληττει τη φρουδικη διακριση μεταξυ νευρωσης και φυσιολογικοτητας. Ο Freud βασιζει αυτη τη διακριση σε καθαρα ποσοτικους παραγοντες
("Η ψυχαναλυτικη ερευνα δεν αποκαλυπτει θεμελιακες παρα μονο ποσοτικες διακρισεις αναμεσα στη φυσιολογικη και τη νευρωτικη ζωη" Freud 1900a:SE V, 373), κατι που δε συνιστα δομικη διακριση.
Με δομικους ορους, επομενως δεν υπαρχει διακριση μεταξυ του φυσιολογικου υποκειμενου και του νευρωτικου. Ετσι, η λακανικη νοσολογια αναγνωριζει τρεις κλινικες δομες: τη νευρωση, τη ψυχωση και τη διαστροφη, χωρις να αφηνει χωρο για οποιαδηποτε θεση "ψυχικης υγειας", που θα μπορουσε
να ονομαστει φυσιολογικη (Σ8, 374-5, αλλα βλ. και Ε 163).
Η φυσιολογικη δομη, υπο την εννοια εκεινου που συναντα κανεις στη στατιστικη πλειοψηφια του πληθυσμου, ειναι η νευρωση, και η "ψυχικη υγεια" δεν ειναι παρα ενα απατηλο ιδεωδες ολοτητας
που δεν μπορει να επιτευχθει ποτε εξαιτιας του ουσιωδους διχασμου του υποκειμενου.
Ετσι, ενω ο Freud αντιλαμβανεται τη νευρωση ως μια ιασιμη ασθενεια, ο Lacan την αντιλαμβανεται
ως δομη η οποια δεν ειναι εφικτο να μεταβληθει.
Σκοπος της ψυχαναλυτικης θεραπειας δεν ειναι επομενως η εξαλειψη της νευρωσης,
αλλα η μετατροπη της θεσης του υποκειμενου απεναντι της
Συμφωνα με τον Lacan, " η δομη μιας νευρωσης ειναι κατ'ουσιαν ενα ερωτημα". Η νευρωση
"ειναι ενα ερωτημα που θετει το ειναι για το υποκειμενο". Οι δυο μορφες νευρωσης (ΥΣΤΕΡΙΑ ΚΑΙ ΨΥΧΑΝΑΓΚΑΣΤΙΚΗ ΝΕΥΡΩΣΗ) διακρινονται απο το διαφορετικο περιεχομενο του ερωτηματος αυτου. Το ερωτημα της υστερικης ("Ειμαι ανδρας η γυναικα;") σχετιζεται με το φυλο, ενω το ερωτημα του ψυχαναγκαστικου νευρωτικου (" Να ζει κανεις η να μη ζει;") σχετιζεται με την ενδεχομενικοτητα της υπαρξης. Τα δυο αυτα ερωτηματα (το υστερικο ερωτημα, σχετικα με τη σεξουαλικη ταυτοτητα
και το ψυχαναγκαστικο ερωτημα, σχετικα με το θανατο και την υπαρξη)
"ειναι τελικα τα δυο απωτατα ερωτηματα που δεν βρισκουν καμια απολυτως απαντηση στο σημαινον.
Αυτο ακριβως προσδιδει στους νευρωτικους την υπαρξιακη τους αξια"
Κατα διαστηματα ο Lacan εντασσει τη Φοβια στις νευρωσεις, μαζι με την Υστερια και την ψυχαναγκαστικη νευρωση......"
Αυτη η χρηση του ορου για την περιγραφη μιας δομης πληττει τη φρουδικη διακριση μεταξυ νευρωσης και φυσιολογικοτητας. Ο Freud βασιζει αυτη τη διακριση σε καθαρα ποσοτικους παραγοντες
("Η ψυχαναλυτικη ερευνα δεν αποκαλυπτει θεμελιακες παρα μονο ποσοτικες διακρισεις αναμεσα στη φυσιολογικη και τη νευρωτικη ζωη" Freud 1900a:SE V, 373), κατι που δε συνιστα δομικη διακριση.
Με δομικους ορους, επομενως δεν υπαρχει διακριση μεταξυ του φυσιολογικου υποκειμενου και του νευρωτικου. Ετσι, η λακανικη νοσολογια αναγνωριζει τρεις κλινικες δομες: τη νευρωση, τη ψυχωση και τη διαστροφη, χωρις να αφηνει χωρο για οποιαδηποτε θεση "ψυχικης υγειας", που θα μπορουσε
να ονομαστει φυσιολογικη (Σ8, 374-5, αλλα βλ. και Ε 163).
Η φυσιολογικη δομη, υπο την εννοια εκεινου που συναντα κανεις στη στατιστικη πλειοψηφια του πληθυσμου, ειναι η νευρωση, και η "ψυχικη υγεια" δεν ειναι παρα ενα απατηλο ιδεωδες ολοτητας
που δεν μπορει να επιτευχθει ποτε εξαιτιας του ουσιωδους διχασμου του υποκειμενου.
Ετσι, ενω ο Freud αντιλαμβανεται τη νευρωση ως μια ιασιμη ασθενεια, ο Lacan την αντιλαμβανεται
ως δομη η οποια δεν ειναι εφικτο να μεταβληθει.
Σκοπος της ψυχαναλυτικης θεραπειας δεν ειναι επομενως η εξαλειψη της νευρωσης,
αλλα η μετατροπη της θεσης του υποκειμενου απεναντι της
Συμφωνα με τον Lacan, " η δομη μιας νευρωσης ειναι κατ'ουσιαν ενα ερωτημα". Η νευρωση
"ειναι ενα ερωτημα που θετει το ειναι για το υποκειμενο". Οι δυο μορφες νευρωσης (ΥΣΤΕΡΙΑ ΚΑΙ ΨΥΧΑΝΑΓΚΑΣΤΙΚΗ ΝΕΥΡΩΣΗ) διακρινονται απο το διαφορετικο περιεχομενο του ερωτηματος αυτου. Το ερωτημα της υστερικης ("Ειμαι ανδρας η γυναικα;") σχετιζεται με το φυλο, ενω το ερωτημα του ψυχαναγκαστικου νευρωτικου (" Να ζει κανεις η να μη ζει;") σχετιζεται με την ενδεχομενικοτητα της υπαρξης. Τα δυο αυτα ερωτηματα (το υστερικο ερωτημα, σχετικα με τη σεξουαλικη ταυτοτητα
και το ψυχαναγκαστικο ερωτημα, σχετικα με το θανατο και την υπαρξη)
"ειναι τελικα τα δυο απωτατα ερωτηματα που δεν βρισκουν καμια απολυτως απαντηση στο σημαινον.
Αυτο ακριβως προσδιδει στους νευρωτικους την υπαρξιακη τους αξια"
Κατα διαστηματα ο Lacan εντασσει τη Φοβια στις νευρωσεις, μαζι με την Υστερια και την ψυχαναγκαστικη νευρωση......"
Παλι απο το βιβλιο του Eβανς,
"Στη μελετη του "Αναλυση με τελος και χωρις τελος", ο Freud εξεταζει αν ειναι ποτε δυνατον να τελειωσει μια αναλυση, η αν ολες οι αναλυσεις ειναι κατ'αναγκην ατελεις. Η απαντηση του Lacan
στο ερωτημα αυτο ειναι πως ειναι οντως δυνατον να μιλησουμε για την ολοκληρωση μιας αναλυσης.
Αν και δεν φθανουν ολες οι αναλυσεις στην καταληξη τους, η αναλυτικη θεραπεια συνιστα μια λογικη διαδικασια που εχει τελος, και ο Lacan οριζει το τελικο αυτο σημειο ως το
"τελος της αναλυσης".
Δεδομενου οτι πολλες αναλυσεις διακοπτονται, πριν φτασουν στο τελος της αναλυσης, το ερωτημα που ανακυπτει ειναι αν οι αναλυσεις αυτες ειναι δυνατον να θεωρηθουν επιτυχεις η οχι. Για να απαντησουμε στο ερωτημα αυτο ειναι αναγκαιο να διακρινουμε το τελος της αναλυσης απο τον στοχο της ψυχαναλυτικης θεραπειας. Στοχος της αναλυτικης θεραπειας ειναι να οδηγησει τον αναλυομενο
στην αρθρωση της αληθειας γυρω απο την επιθυμια του. Καθε αναλυση, οσο ατελης κι αν ειναι,
μπορει να θεωρηθει επιτυχης, οταν επιτυγχανει τον στοχο αυτον. Το ερωτημα του τελους της
αναλυσης εχει να κανει επομενως με κατι περισσοτερο απο το αν η αναλυτικη θεραπεια πετυχε η οχι
τον στοχο της. Το ζητημα ειναι αν η θεραπεια κατεληξε στο λογικο τελικο της σημειο η οχι.
Ο Lacan αντιλαμβανεται το τελικο αυτο σημειο με διαφορους τροπους
1. Στις αρχες του 1950 το τελος της αναλυσης περιγραφεται ως "η ελευση ενος αληθινου λογου και η αναγνωριση απο το υποκειμενο της ιστοριας του" (Ε, 88) (βλ.ΟΜΙΛΙΑ).
"Το υποκειμενο....ξεκινα την αναλυση μιλωντας για τον εαυτο του χωρις να μιλα σε εσας, η μιλωντας σε εσας χωρις να μιλα για τον εαυτο του. Οταν θα μπορεσει να μιλησει σε εσας για τον εαυτο του, η αναλυυση θα εχει τελειωσει" (Εc 373, σημ1). Το τελος της αναλυσης περιγραφεται ως η αποδοχη της θνητοτητας του καθενος.
2. Το 1960, ο Lacan περιγραφει το τελος της αναλυσης ως μια κατασταση αγχους και εγκαταλειψης, και το συγκρινει με την ΑΝΗΜΠΟΡΙΑ του ανθρωπινου βρεφους.
3. Το 1964 το περιγραφει ως το σημειο στο οποιο ο αναλυομενος εχει "διασχισει τη ριζικη φαντασιωση" (Σ11, 273)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου