Η επινόηση της δηµοσιότητας
Του Θανάση Θ. Νιάρχου ΑΠΟ ΤΑ ΝΕΑ
Ζητώ συγγνώµη από τον φίλο πεζογράφο Βαγγέλη Ραπτόπουλο που, ως τίτλος της επιφυλλίδας, χρησιµοποιείται ελαφρά παραλλαγµένος ο τίτλος του µυθιστορήµατός του «Η επινόηση της πραγµατικότητας». Οταν, όµως, κάτι σου ταιριάζει γάντι, δεν είναι να το αφήνεις. Η δηµοσιότητα, όσο κι αν την διακρίνει ένα στοιχείο υπερβολής, µπορεί άλλοτε να είναι, ή να φαίνεται, αυθόρµητη και δικαιολογηµένη και άλλοτε πάλι να ηχεί τόσο κατασκευασµένη που να µοιάζει εντελώς επινοηµένη. Κάτι σαν µυθιστόρηµα, δηλαδή, που στη δεύτερη περίπτωση έχει πάντα τα στοιχεία του χυδαίου και του ανίερου. Χρειάζεται να προσέξουµε πως η δηµοσιότητα στην αφετηρία της διακρίνεται για ένα στοιχειώδες, έστω, σύνολο αισθητικών, ιδεολογικών και πολιτικών αξιών που αν καταργηθεί κι ανακατευθούν τα πρόβατα µε τα ερίφια, τότε είναι αφέλεια να αναρωτιόµαστε γιατί δηµιουργούνται κοινωνικές συγκρούσεις, οικονοµικές κρίσεις, ή γιατί πνίγονται άνθρωποι µέσα σε σαπιοκάραβα.
Οταν οτιδήποτε γίνεται δηµόσιο καταναλώνεται, ακόµη και κριτικά, µόνο και µόνο γιατί συνέβη να δηµοσιοποιηθεί, αντί να προκαλεί έναν αισθητικό ή ιδεολογικό (όταν χρειάζεται) αποτροπιασµό που αυτόµατα να το καταργεί, τότε αδυνατείς να διακρίνεις τον απατεώνα, έστω κι αν είναι κάτω από τη µύτη σου. Οταν η µεγάλη δηµοσιότητα, που παραµένει προβληµατικό αν µπορεί να έχει κάποιο ουσιαστικό αντίκρυσµα, ενώ είναι βέβαιο ότι µπορεί να εξελιχθεί σε κάτι ολέθριο, ταυτίζεται µε την έννοια της ελευθερίας που αφορά ισόβαθµα σε όλους και σε όλα, τότε όχι µόνον να διαβάσεις, αλλά και να δεις µητροπολίτες µε στρινγκ, θα νιώσεις πως τίποτε δεν θίγεται. Αν ο συχωρεµένος αρχιεπίσκοπος Χριστόδουλος δεν είχε καταλήξει ένα πλατύτατα δηµόσιο πρόσωπο, θα ήταν δυνατόν να δηµαγωγεί µε τη λαϊκίστικη νοοτροπία των λαβάρων και των γιγαντιαίων συγκεντρώσεων; Ασφαλώς όχι, αφού δεν θα µπορούσε να επικαλεστεί ως συκοφαντία την κάθε αντίρρηση που εκφραζόταν για τη συµπεριφορά του. Η µεγάλη δηµοσιότητα µε τη συνακόλουθή της µαζικοποίηση µετέβαλε θέσεις που αυθόρµητα θα τις κατέκρινε κανείς, χωρίς τον φόβο να θεωρηθεί αποσυνάγωγος, σε θέσεις φυσιολογικά αποδεκτές και, κατά συνέπεια, πανίσχυρες, όσο γελοίες και ανίερες κι αν ήταν.
Μια δηµοσιότητα που καταργεί κάθε στοιχειώδες κριτήριο µιας ακόµη και συµβατικής αισθητικής και ιδεολογικής αξιοπρέπειας και περιλαµβάνει τον καθένα που εκδηλώνεται µε οποιονδήποτε τρόπο του «καπνίσει» (όσο πιο προκλητικά και χυδαία µάλιστα, τόσο το καλύτερο), µπορεί να εξελιχθεί σε καταστροφικότερο αυτοσκοπό, σε σχέση ακόµη και µ έναν πόλεµο µε εκατόµβες θυµάτων. Οταν η δηµοσιότητα µπορεί να περιλάβει, εξίσου, την Κική Δηµουλά, τον Στέλιο Ράµφο, την Αντζελα Γκερέκου ή την Τζούλια Αλεξανδράτου, µ όλες τις αβυσσαλέες τους διαφορές, το ίδιο αποδεκτοί µπορεί να γίνονται όλοι τους, αφού η δηµοσιότητα λειτουργεί ως ένα αυταπόδεικτο στοιχείο που τους νοµιµοποιεί. Χωρίς κανείς να προσβάλλεται, αν συµβεί να οµολογήσει πως τον αφήνει αδιάφορο ο Ράµφος ή τον απασχολεί (βεβαίως σαρκαστικά!) η Αλεξανδράτου.
Θα αντιτείνει κανείς πως απευθύνονται όλοι τους σε διαφορετικά είδη κοινού. Λάθος, το κοινό είναι ένα και όσο µάλιστα πιο πνευµατικό φαίνεται τόσο πιο ευάλωτο παραµένει, αφού η ιντελιγκέντσια διατηρεί ενοχές, όσον αφορά στη χυδαιότητα, σε βαθµό που την κάνει να φλερτάρει µαζί της, ενώ ο πολύς κόσµος τις ενοχές αυτές δεν θα τις διανοηθεί καν για τα προϊόντα της ιντελιγκέντσιας. Το δυστύχηµα είναι πως δεν έχουµε να κάνουµε µε την ευγένεια της ιντελιγκέντσιας από τη µια και τη χυδαιότητα των προσώπων που, προκειµένου να τα εγκολπωθεί η δηµοσιότητα, ξεβρακώνονται, κυριολεκτικά και µεταφορικά, από την άλλη. Το δυστύχηµα είναι ότι η δηµοσιότητα έφτασε πια σε τέτοιο βαθµό να µπορεί να επινοηθεί, ώστε όλοι όσοι θα έπρεπε να κρύβονται, τουλάχιστον ιδιωτικώς, να αισθάνονται ότι απλά έχουν καταξιωθεί κοινωνικά.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου