Αφιέρωμα
ΜΟΝΙΚ ΚΑΝΤΟ-ΣΠΕΡΜΠΕΡ
Σοσιαλισμός και φιλελευθερισμός Οι κανόνες της ελευθερίας
ΕΠΙΜΕΤΡΟ: ΑΝΔΡΕΑΣ ΠΑΝΤΑΖΟΠΟΥΛΟΣΜΤΦΡ.: ΚΩΣΤΗΣ ΠΑΠΑΓΙΩΡΓΗΣ«ΠΟΛΙΣ», ΣΕΛ. 480,
ΓΙΩΡΓΟΣ ΣΙΑΚΑΝΤΑΡΗΣ
ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ - 27/05/2005
αποσπασμα ''.... Η συγγραφέας έχει άποψη για τις δυσκολίες συνάντησης και συμφιλίωσης του σοσιαλισμού με το φιλελευθερισμό και την υποστηρίζει με πλήθος στοιχείων. Καθένας μπορεί να την αποδεχτεί ή να την αμφισβητήσει, δεν μπορεί όμως να αμφισβητήσει πως το έργο αυτό έρχεται να ποτίσει άνυδρα χωράφια, που έχουν μεγάλη ανάγκη θεωρητικής υδροδότησης. Ιδιαίτερα όσον αφορά τη χώρα μας τα χωράφια που είναι σπαρμένα με τις ιδέες της συμφιλίωσης του σοσιαλισμού και του φιλελευθερισμού είναι εντελώς εγκαταλειμμένα. Αυτή η έκδοση έρχεται να ποτίσει αυτές τις ιδέες, που, ποιος ξέρει, κάποια στιγμή μπορεί και στη χώρα μας να καρπίσουν. Ρεπουμπλικανικός φιλελευθερισμόςΗ Μονίκ Καντό-Σπερμπέρ είναι διευθύντρια ερευνών στο CNRS και διευθύντρια σπουδών στην Ανωτάτη Σχολή Κοινωνικών Επιστημών. Ο χώρος στον οποίο εκτείνεται η πνευματική της δραστηριότητα ξεκινά από την αρχαία ελληνική σκέψη (είναι μεταφράστρια στα γαλλικά διαλόγων του Πλάτωνα) και οδηγείται στην πολιτική και ηθική φιλοσοφία της νεωτερικότητας.Υποκειμενική πρόθεση της Σπερμπέρ δεν είναι η αναζήτηση τρόπων ενοφθαλμισμού του σοσιαλισμού με φιλελεύθερες δόσεις, ούτε και το αντίθετο. Πρόθεσή της είναι να ιχνηλατήσει δρόμους μέσω των οποίων θα διαβεί η «φιλελεύθερη υπεράσπιση των ελευθεριών με το σοσιαλιστικό πρωτείο της κοινωνίας». Αφετηρία του προβληματισμού της δεν είναι ο σοσιαλισμός. Το φιλοσοφικό της πιστεύω έχει τις απαρχές και τα θεμέλιά του στις αξίες του κανονιστικού φιλελευθερισμού, ενώ το πολιτικό της πιστεύω περιστρέφεται στον πυρήνα του ρεπουμπλικανισμού. Η ρεπουμπλικανική ιδέα δεν υπάγεται εξ ολοκλήρου στην αυταξία τής λαϊκής κυριαρχίας. Αυτοτελείς συνοδοιπόροι της λαϊκής κυριαρχίας είναι η καταπολέμηση των διακρίσεων και των προνομίων, η λειτουργία του κράτους σύμφωνα με το δίκαιο, η αμεροληψία και η ίση μεταχείριση. Η ισότητα και η δικαιοσύνη συνδέονται στενά με τις πολιτικές συντεταγμένες του ρεπουμπλικανισμού.Οι αρχές του κανονιστικού φιλελευθερισμού, τον οποίο η συγγραφέας διαχωρίζει συνεχώς από τον καπιταλισμό και τον νεοφιλελευθερισμό, είναι η προσωπική ελευθερία ως απουσία υποταγής, ο πλουραλισμός συμφερόντων και απόψεων, η ανταλλαγή και η αγορά ως προϋποθέσεις όχι μόνο πλουτισμού αλλά και αυτοκριτικής, η μεταρρύθμιση ως προνομιούχο μέσο διεύρυνσης των ατομικών ελευθεριών, η τήρηση κανόνων και διαδικασιών στη διαμόρφωση των κοινωνικών σχέσεων. Η υποστήριξη της αλληλεγγύης και των προσωπικών ελευθεριών είναι το σημείο συνάντησης του ρεπουμπλικανικού ιδεώδους με αυτό του φιλελευθερισμού. Στο βαθμό όμως που αυτό το ιδεώδες δεν συνιστά μόνο μια οργάνωση πολιτικών θεσμών αλλά συμπεριλαμβάνει και κοινωνικές δεσμεύσεις, στο βαθμό που η προάσπιση της ατομικής ελευθερίας επιτυγχάνεται μόνο στη βάση κοινών αλληλεπιδράσεων που αναπτύσσονται σε συλλογικό επίπεδο, η σύνδεση της ατομικής σταθερότητας και ασφάλειας με το γενικό συμφέρον και το κοινό καλό καθίσταται μονόδρομος
.Η Σπερμπέρ (αντίθετα απ' όσα υποστηρίζει ο Ανδρέας Πανταζόπουλος στο μεροληπτικό και άδικο σε πολλά σημεία επίμετρό του, στο οποίο κατηγορεί τη συγγραφέα για σοσιαλφιλελευθερισμό και υπαγωγή τής πολιτικής στο μάνατζμεντ), τονίζει πως ο δρόμος του γενικού συμφέροντος αποτελεί εκείνον το μίτο που οδηγεί από το ρεπουμπλικανικό φιλελευθερισμό στο σοσιαλισμό. Η μεθοδολογική, φιλοσοφική και πολιτική προσέγγιση του σοσιαλισμού δεν ακολουθεί τον ίδιο δρόμο με αυτόν της ανάλυσης των καθ' αυτό αξιών του κανονιστικού φιλελευθερισμού και ρεπουμπλικανισμού. Η συγγραφέας θεωρεί θεμελιώδη χαρακτηριστικά του σοσιαλισμού τον ισχυρό δεσμό ανάμεσα στο άτομο και την κοινωνία, την πίστη πως οι άνθρωποι καθορίζουν και αλλάζουν την κοινωνική τους κατάσταση και την ιδέα της χειραφέτησης. Ενώ όμως αναλύει τον ρεπουμπλικανισμό σε ένα ιστορικό πλαίσιο που εξηγεί τη μετατόπισή του από το ιακωβινισμό στο σεβασμό της ατομικότητας, ενώ επίσης αναλύει ιστορικά τη μετατόπιση του φιλελευθερισμού από το laissez-faire στη δημοκρατία και την κοινωνική προστασία, δεν εφαρμόζει την ίδια τακτική στην εξέταση του σοσιαλισμού. Η ανάλυση του σοσιαλισμού και κυρίως η εκ μέρους της απολυτοποίηση των μαρξιστικών ταξικών αναφορών είναι υπεριστορική. Αυτό ενώ τη βοηθά να αναζητεί με ορθό τρόπο τι έχει απομείνει από το σοσιαλισμό στη θεωρητική του διάσταση, λειτουργεί περιοριστικά όταν πρέπει να καταδείξει τι έχει προσφέρει ιστορικά ο σοσιαλισμός και πώς η δράση του έχει συμβάλλει στο μετασχηματισμό του φιλελευθερισμού. Για ποιον σοσιαλισμό και φιλελευθερισμό μιλάμε;
Εδώ πρέπει να γίνουμε πιο ακριβείς και να τονίσουμε πως ουσιαστικά η Σπερμπέρ θεωρεί πως ο σοσιαλισμός εκπροσωπείται από δύο ρεύματα, αυτό του μαρξισμού, που δεν μπορεί να συνεργαστεί με τα κινήματα υπεράσπισης των ατομικών ελευθεριών, και αυτό του προυντονισμού και του ρεπουμπλικανικού σοσιαλισμού του 19ου και του πρώτου μισού του 20ού αιώνα που έχουν απευθείας σύνδεση με τον φιλελευθερισμό. Ενώ αποδέχεται τη δυνατότητα ιστορικής μετεξέλιξης του φιλελευθερισμού δεν δίνει την ίδια δυνατότητα στο μαρξικό σοσιαλισμό. Κυρίως όμως, ενώ θεωρεί τη χειραφέτηση ως φιλελεύθερο και σοσιαλιστικό πρόταγμα, αποκλείει την κατεξοχήν θεωρία της κοινωνικής χειραφέτησης, το μαρξισμό, από τη φιλελεύθερη παράδοση. Αυτό ίσως οφείλεται στην άρνησή της να εντάξει τη διαμόρφωση των ατομικών σχέσεων σε ταξικές αναφορές και στη λαθεμένη, κατά την άποψή μας, κατάταξη του μαρξισμού στις τελεολογικές θεωρίες.