Αναγνώστες

Κυριακή 14 Απριλίου 2013

Η Θάτσερ ως πρόκληση/ ΑΝΑΔΗΜΟΣΙΕΥΣΗ ΑΠΟ ΤΟ ΜΠΛΟΓΚ ΤΟΥ ΑΝΤΩΝΗ ΛΙΑΚΟΥ

Η Θάτσερ ως πρόκληση

Ο θάνατος της Μάργκαρετ Θάτσερ προκαλεί διχογνωμίες, εξίσου ισχυρές με την πρωθυπουργία της. Σημάδεψε μια νέα εποχή, μια αλλαγή  παραδείγματος στην πολιτική.  Άνοιξε, μαζί με τους Ρόναλντ Ρέηγκαν,   Πάπα Βοϊτύλα,   Χέλμουτ Κόλ και   Μιχαήλ Γκορμπατσόφ, τη δεύτερη μεταπολεμική περίοδο, της οποίας όριο  φαίνεται να είναι η  παρούσα κρίση.  Η ιστορική   τριακονταετία από το 1979 που  έγινε πρωθυπουργός, χαρακτηρίζεται από την κατάρρευση του κομμουνισμού, την ενοποίηση της Γερμανίας και της Ευρώπης, την παγκοσμιοποίηση των αγορών και από την κατίσχυση των ιδεών που περιέχονται στην κληρονομιά της, τον θατσερισμό. Πρόκειται για μια ευρύτερη και βαθύτερη αλλαγή  στις σχέσεις  κράτους-οικονομίας-κοινωνίας.
Η καμπύλη  της αυξανόμενης   διείσδυσης του κράτους στην οικονομία και στην κοινωνία από τα τέλη του 19ου αιώνα, με κορύφωση την πρώτη μεταπολεμική περίοδο   κευνσιανών πολιτικών και  κράτους πρόνοιας, φτάνει στο τέλος της  με την διακυβέρνηση   Θάτσερ. Από την αρχή   «το κράτος λύνει τα προβλήματα», περνάμε στην αρχή   «το πρόβλημα είναι το κράτος».  Όλες αυτές οι ιδέες για το μικρό και επιτελικό κράτος, την εκχώρηση των δημόσιων αγαθών και υπηρεσιών στους ιδιώτες, την απελευθέρωση των αγορών κλπ. που   φαίνονται ως φυσικές και αυτονόητες αρχές   σήμερα, εκείνη την περίοδο εγκαθιδρύθηκαν.   
Αυτές οι ιδέες φυσικά υπήρχαν στο στερέωμα. Όταν ο Ντένις Χήλυ, ηγέτης των Εργατικών,  είχε επισκεφθεί  το ΔΝΤ  το 1975,  έλεγε πως  διάβασε  ένα εξαιρετικό βιβλίο από «κάποιον Μίλτον Φρίντμαν», και ό,τι του φαινόταν ότι αυτή η σχολή του Σικάγο κάνει «ενδιαφέροντα πράγματα» στη Χιλή (μετά το πραξικόπημα Πινοτσετ). Θα χρειαζόταν και η Αγγλία,   συνέχιζε, ένα «άγγιγμα μονεταρισμού» και περικοπής των δημόσιων δαπανών. Αλλά ό,τι οι Εργατικοί μπορεί να σκέφτονταν μα δεν τολμούσαν να προφέρουν, το  κήρυξε διαπρυσίως η Θάτσερ.  Διέρρηξε με    τόλμη την μεταπολεμική σοσιαλδημοκρατική συναίνεση, την οποία ακόμη και οι κυβερνήσεις των Τόρυς, όπως άλλωστε και οι συντηρητικές κυβερνήσεις της ηπειρωτικής Ευρώπης,  είχαν αποδεχτεί και εφαρμόσει.
Αλλά αυτή η ιστορική αλλαγή παραδείγματος   δεν ήταν ούτε προϊόν ξαφνικού φωτισμού του δρόμου προς την ελευθερία, ούτε συνωμοσίας  σε βάρος των φτωχών, παρ’ότι είχε όλα τα χαρακτηριστικά ενός ταξικού πολέμου των πλουσίων. Ο θατσερισμός ήλθε να καλύψει ένα τεράστιο κενό. Ηλθε στη σωστή ώρα και με μια χαρισματική προσωπικότητα που συνδύαζε τόλμη και αποφασιστικότητα,  σαγήνη και εκφοβισμό.  Πράγματι η Αγγλία στη δεκαετία του 70 ήταν μια χώρα σε παρακμή. Ζούσε την μετα-αυτοκρατορική μελαγχολία, με δομές βιομηχανίας από τον καιρό της βιομηχανικής επανάστασης, με εξίσου πεπαλαιωμένο πολιτικό σύστημα, με πληθωρισμό που έφτανε στα 25%, με δανεισμό από το ΔΝΤ. Στην κοινωνία επικρατούσε ένα μείγμα καταναλωτισμού και welfare, φυλετικών συγκρούσεων και αδιέξοδων εργατικών αγώνων.   Οι κοινωνικές διευθετήσεις τακτοποιούνταν με ένα είδους κορπορατισμού, μέσα από συνεννοήσεις κράτους-βιομηχάνων- συνδικαλιστών, ενώ το κράτος πρόνοιας, συμπεριλαμβανομένου και   του National Health System, γινόταν όλο και πιο γραφειοκρατικό, χρονοβόρο, αναποτελεσματικό, μηχανισμός επιτήρησης, αποξενωμένο.  Η κατάσταση αυτή δεν ήταν απλώς αποτέλεσμα κούρασης και αδυναμιών. Η δεκαετία του 70, ήταν η αρχή του τέλους ενός βιομηχανικού συστήματος που βασιζόταν στην μαζική παραγωγή σειράς (φορντισμός), στην ενεργοβόρα βιομηχανία (πετρέλαιο), στις σταθερές ισοτιμίες και στις δομημένες εργασιακές σχέσεις.  Βασίστηκε σε μια συνεχή μείωση των τιμών του πετρελαίου η οποία ανατράπηκε στις αρχές της δεκαετίας  συμπαρασύροντας όχι μόνο τις υπόλοιπες πρώτες ύλες, αλλά συνολικά το κόστος παραγωγής καθώς και τις χρηματοπιστωτικές σχέσεις, μετά την ανατροπή της δέσμευσης του δολλαρίου στο χρυσό που είχε εγκαθιδρυθεί μεταπολεμικά. Το εργατικό κόστος, τα εξωτερικά   χρέη, οι δημόσιες δαπάνες, στη νέα φάση, έγιναν πλέον προβλήματα και μάλιστα δυσεπίλυτα. Αποτέλεσμα   η χρόνια ακυβερνησία. Η αλλαγή πλαισίου φαινόταν επικείμενη, αλλά όχι ακόμη στον ορίζοντα. Εκείνο που η Θάτσερ κατόρθωσε ήταν να φέρει το αδιανόητο μέσα στον πολιτικό ορίζοντα και να το φυσικοποιήσει, να το εντάξει δηλαδή μέσα στην αγγλική εθνική ιδεολογία. Για το λόγο αυτό  επανέφερε τις βικτωριανές αξίες στο προσκήνιο, τόνισε το ρόλο της οικογένειας, της ατομικής ευθύνης και της υπευθυνότητας. Τέλος τόνωσε την βρετανική υπερηφάνεια (με τον πόλεμο των Φώκλαντς) και έκανε της trendy όλες τις συντηρητικές αξίες, απενοχοποίησε τον πλούτο, τον ταξικό εγωισμό, την καταστολή. Όταν οι αντίπαλοι της δεν τολμούσαν να αναφερθούν  στις βασικές αξίες της ιδεολογίας τους, η Θάτσερ  ενέταξε την οικονομική της πολιτική μέσα σε ένα ευρύτερο σχέδιο αλλαγής της κουλτούρας και της νοοτροπίας των Βρετανών, εν τέλει μέσα σε ένα σχέδιο αλλαγής της κοινωνίας. Το περίφημο απόφθεγμα «There’s no such thing as society… only individuals and families»  δείχνει μια φιλοσοφική πεποίθηση, και αυτός είναι ο σκληρός πυρήνας της κληρονομιάς της. Το επιστέγασμα   ήταν η θατσεροποίηση της αντιπολίτευσης. Ο Τονυ Μπλαιρ κέρδισε αξιοποιώντας την κληρονομιά της. Η Βρετανία έκτοτε, πολιτικά δεν μπόρεσε να βγει από την τροχιά της.  Ο Αντόνιο Γκράμσι ποτέ δεν θα μπορούσε να είχε φανταστεί  πού και πως η θεωρία του για την Ηγεμονία, θα έβρισκε την εντελέστερη εφαρμογή της.
Πώς   κρίνουμε αυτή την κληρονομιά σήμερα; Έχει λεχθεί ότι  η Θάτσερ έσωσε την οικονομία και καταρράκωσε την κοινωνία. Αυτό έχει σχετική αλήθεια. Η κοινωνία άλλαξε, και το Λονδίνο είναι η απόδειξη της γέννησης μιας νέας κοινωνίας που βασίστηκε στο νέο πλούτο. Αλλά τώρα αυτό το νέο πλαίσιο,   οι κληρονομιές του θατσερισμού έχουν οδηγήσει σε μια φοβερή κρίση την Ευρώπη, σε μια κρίση συγκρίσιμη με την μεσοπολεμική. Καθώς η οικονομική κατάρρευση της Νότιας Ευρώπης θεωρείται  ζήτημα χρόνου,  θα πρέπει να ξανασκεφτούμε την εποχή της Θάτσερ. Καμιά νοσταλγία φυσικά για την προ-θατσερική  σοσιαλδημοκρατική εποχή, κριτική για την αποτυχία της   της μετα –θατσερικής  σοσιαλδημοκρατίας, εκείνο που πιθανόν χρειάζεται είναι να σκεφτούμε μια αντι-Θάτσερ με τις ικανότητες και το ηγετικό προφίλ της Θάτσερ. Μια πολιτική ηγεσία που θα σκεφτεί το αδιανόητο, θα διαρρήξει τη νέα συναίνεση, και θα αποπειραθεί το αδύνατο, ως έξοδο από το βάλτο της κρίσης.
About these ads

Δεν υπάρχουν σχόλια:

 Η ΛΑΚΑΝΙΚΗ ΕΝΝΟΙΑ ΤΗς ΡΑΦΗΣ ( στον κινηματογράφο Σελ.411,412,413  SUSAN HAYWARD ΟΙ ΒΑΣΙΚΕΣ ΕΝΝΟΙΕΣ ΤΟΥ ΚΙΝΗΜΑΤΟΓΡΑΦΟΥ ΜΕΤΑΦΡΑΣΗ Ρίτα Κολαΐτ...