μην είναι αντιποίηση;
μήπως και πολτοποίηση
στίχων μεγαλουργών;
ουχί. οικειοποίηση,
απλώς μια μεταποίηση,
αυτοϊκανοποίηση
ελασσόνων στιχουργών
απλώς μια μεταποίηση,
αυτοϊκανοποίηση
ελασσόνων στιχουργών
άλλοτε μεταποίηση
κι άλλοτε απλοποίηση
ενίοτε τυποποίηση
στιχοπεταλουργών
ενίοτε τυποποίηση
στιχοπεταλουργών
αποκωδικοποίηση;
ίσως· ιδιοποίηση;
όχι· γονιμοποίηση
στιχοσυλλειτουργών
άρα, διαφοροποίηση
με δημοσιοποίηση·
δι’ εμέ, κεφαλαιοποίηση
των ριμοπλαστουργών
ανίατη προσποίηση,
αυτοενοχοποίηση,
εν πίκραις ρευστοποίηση
ψευτοραδιουργών
Τι είναι η παραποίηση;
Ουδέν γνωρίζω επ' αυτού, πέραν του ορατού ή του ακουστού.
Άι λάικ, πάντως.
Να, προ ημερών επαραποίησα την παραποίηση μετά του ποιηθέντος.
Να, προ ημερών επαραποίησα την παραποίηση μετά του ποιηθέντος.
Θὰ δημιουργήσουμε τὸν παράδεισο
Ἀνθρώπινα σώματα,
Κραυγάζουν τὶς νύκτες καινούργιους κόσμους
Λάβα ἀνέρχεται ἀπὸ τὰ βάθη τῆς γῆς
Περνᾶ ἀπ’ τὰ τρυπημένα τους πέλματα
Κι ἐξακοντίζεται ἀπ’ τὰ στόματα.
Αἰωροῦνται πελώριες γυναῖκες
Ἀπὸ τὴ μέση καὶ κάτω εἶναι μέδουσες
Οἱ πλόκαμοί τους σύρονται,
Ἐπάνω στὶς στέγες καὶ τοὺς θόλους τῆς μητρόπολης.
Τὸ σῶμα μου ταξιδεύει στὸ διάστημα
Εἶμαι ὁ σπόρος ποὺ φυτρώνει μέσα του
Ἀπὸ τὶς κνῆμες βγαίνουν ῾ρίζες
Ἀπὸ τὰ μάτια, κλαδιὰ μὲ φυλλώματα
Ἀπ’ τὰ δάκτυλα μῆλα
Γύρω του σχηματίζεται,
Ἕνας μικρὸς τόπος μὲ ἀραιὸ χῶμα
Κι ἕνας κῆπος
Ὅποιος ἒχει γευθεῖ τὸν καρπό μου, γνωρίζει.
Τάμαθε η πολυμπλογκούχος ατακακιεπιτοτοπουοίστρια Ροδιά -
εις έκαστον γράμμα αντιστοιχεί λίνκιον,
θα τα επισκέφθεσθε τα ιστολόγια, φανδάζομαι -
και επενέβη, εις το εν εκ των πέντε (;) βλογ της, το blogometro, αντιθετοειδικώς, 2 είχεν ο τρέχων μην:
Δημιουργήσαμε την Κόλαση εις έκαστον γράμμα αντιστοιχεί λίνκιον,
θα τα επισκέφθεσθε τα ιστολόγια, φανδάζομαι -
και επενέβη, εις το εν εκ των πέντε (;) βλογ της, το blogometro, αντιθετοειδικώς, 2 είχεν ο τρέχων μην:
Ανθρώπινα πτώματα,
Στρατολογούν τα μεσημέρια παλιά κοσμήματα
Αστραπές ρίχνει ο θόλος του ουρανού
Τρυπούν τα μελωμένα τους στήθη
Κι εξακοντίζονται απ' τα οπίσθια.
Ξεπροβάλλουν πελώριες γυναίκες
Από τη μέση και πάνω είναι σαλιγκάρια
Οι κεραίες τους ανιχνεύουν,
Επάνω στις λάσπες και τις θολές μήτρες.
Το αιώνιο πτώμα σου,
Βυθίζεται χορεύοντας στη λάσπη
Στους αγκώνες του έχει πρίζες
Στα φρύδια, καλώδια με κυκλώματα
Στα γόνατα ξύλα
Γύρω του σχηματίζεται,
Μια μεγάλη λακκούβα με θολό νερό
Κι ένα νησί
Οποιος έχει πάθει ηλεκτροπληξία, γνωρίζει!
Ο δε εγώ, αυθαδιάζων εν τω βλογ της ιδίας ψωταφίες κλώνοι, ματαιοπονών, ενεθυμήθην το αμίμητον "θέσις-αντίθεσις-σύνθεσις" και εσκέφθην δια την παραποίησιν τής ποιήσεως,
τον τίτλον της παρούσης ποστίσεως:
τον τίτλον της παρούσης ποστίσεως:
επιθανάτια δημιουργία
Ανθρώπινα κώματα
Ούτε κραυγάζουν, ούτε στρατολογούν
Βουβά τα χαράματα, βουβά το σούρουπο
Μόνο καλώδια τα διαπερνούν
Τίποτα δεν θα εξακοντίσουν τα στόματα
Ή τα οπίσθιά τους
Όλα ελέγχονται
Οι θηριώδεις νοσοκόμες
Σφίγγουν στη μέση τους τ’ αξεσουάρ
Που προϋπαντούν το μόνο θηρίο
Που δεν νικήθηκε ποτέ
Οι λασπωμένες στέγες απηχούν τον όλεθρο
Το εφήμερο κώμα τους
Σταθερά καρφωμένο στην εντατική
Χωρίς υπόνοιες ζωής που επελαύνει
Ή σκότους που περιφρονεί
Ίπταται, εκπλήσσεται:
Όργανα, μέλη σε κωματώδη κατάπτωση
Στο βάθος όχι κήπος ούτε νησί
Ένα δυνατό λευκό φως
Όποιος επέστρεψε απ’ το θάνατο, γνωρίζει
Συχνά οι παραποιήσεις είναι σκωπτικές, άλλοτε, πάλι, όχι.
Τα παραδείγματα είναι πολλά και έχω καταλάβει
ότι την αδυναμία μου να εξηγώ, μπορώ να την ψευδοθεραπεύσω
μόνο με παραδείγματα. Ιδού εν έτερον:
πισω απο καθε ποθο μας κρυβεται ενας αλλος
σαν αλυσσιδα απ’ονειρα και εν τελει ο πιο μεγάλος
αβασταχτος ο ποθος μας , της ηδονής οδυνη
που μας βουλιαζει ηδονικά στην πιο βαθια μας Δίνη
ετσι βουλιαζουμε ξανά μες της Επιθυμια
τ ονομα του Πλανητη μας ειναι Μελαγχολία
Πόνημα ευαίσθητον, αναρτηθέν εις τας 18 τρέχοντος
εν τη παπουλεία Kαρακάξα, υπό του (ως να ήτο παιδικός)
φίλου Νοσφεράτου. Επηρεασθείς εκ της τριερικής Mελαγχολίας,
ο Νοσφεράτος ελάλησεν, επρότεινε, δε,
τη μεθ' υποτίτλων γιουτουμβισθείσα υπό της kainourgiatorazoi
άρια Casta Diva της ντίβας Κάλας
από τη Νόρμα του Μπελλίνι εις λιβρέτον Ρομάνι.
Συγκρίνατε (μετά του γιουτουμβιδίου):
αγνή θεά του φεγγαριού τα δέντρα π’ ασημώνεις
τα δέντρα τα πανάρχαια, τα καθαγιασμένα
γύρνα το πρόσωπο σε μας, σύννεφα μην απλώνεις
ούτε το βλέμμα σου τ’ αγνό να το σκεπάσουν πέπλα
τα δέντρα τα πανάρχαια, τα καθαγιασμένα
γύρνα το πρόσωπο σε μας, σύννεφα μην απλώνεις
ούτε το βλέμμα σου τ’ αγνό να το σκεπάσουν πέπλα
καρδιές που καίει τις η φωτιά, γαλήνεψε θεά μου
το ζήλο τους τον τολμηρό, γαλήνεψε κι εκείνο
ειρήνη σκόρπισε στη γη, ειρήνη στα όνειρά μου
όπως στον ουρανό σκορπάς της λησμονιάς τον οίνο
το ζήλο τους τον τολμηρό, γαλήνεψε κι εκείνο
ειρήνη σκόρπισε στη γη, ειρήνη στα όνειρά μου
όπως στον ουρανό σκορπάς της λησμονιάς τον οίνο
τους πόθους και τις ηδονές, σπαράγματα σωμάτων,
του κεφαλιού αποκοτιές, του dna θλίψεις,
όταν κοπάσουν κράτα τες όπως ζεστών πτωμάτων
τους κατευόδιους σπασμούς, σάμπως δικές σου εκλείψεις
του κεφαλιού αποκοτιές, του dna θλίψεις,
όταν κοπάσουν κράτα τες όπως ζεστών πτωμάτων
τους κατευόδιους σπασμούς, σάμπως δικές σου εκλείψεις
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου