Αναγνώστες

Τρίτη 1 Ιουνίου 2010

Ταύτιση, ή περί πολιτικού συναισθήματος αναδημοσιευση απο τον Radical .desire)

Ταύτιση, ή περί πολιτικού συναισθήματος

Η στοιχειώδης επαφή με την ψυχανάλυση (αλλά και πολύ παλαιότερα, με τον Rousseau), μας διδάσκει ότι κάθε ταύτιση είναι στην ουσία μια παραμόρφωση της σχέσης με τον άλλο στην κατεύθυνση πάντα της οικειοποίησης: προϋποθέτει την δική μας προβολή επάνω του, την τελικά ναρκισιστική επένδυσή του με την εικόνα του δικού μας εγώ. 

Ένα ανάχωμα σ' αυτή την ουσιαστικά ρομαντική κατεύθυνση (το μυθιστόρημα και η φιλοσοφία του 18ου αιώνα βρίθουν αναφορών στην "συμπάθεια", το ανακλαστικό πάσχειν που δημιουργεί η εικόνα κάποιου που υποφέρει), υπήρξε η κυρίως ιουδαϊκής έμπνευσης φιλοσοφία του Εμμάνουελ Λεβινάς, η οποία επέμεινε, σε αντιδιαστολή, στο αναφομοίωτο του άλλου, το ίχνος της διαφοράς του από εμένα. Αρχικά θεολογική έννοια, ο "εντελώς άλλος", ο άλλος που δεν μπορώ ποτέ να αφομοιώσω, να οκειοποιηθώ, να επενδύσω ναρκισσιστικά, μπήκε στο κέντρο της ηθικής, και ο σεβασμός της απόστασης που με χωρίζει από αυτόν έγινε εχέγγυο κάθε ηθικής της σχέσης (μιας και χωρίς απόσταση, δεν θα υπήρχε καν η δυνατότητα του σχετίζεσθαι). Η ηθική που κυριάρχησε στα τέλη του 20ου αιώνα ήταν μια ηθική αυτόβουλης αδυναμίας, εκχώρησης της κυριαρχίας του εαυτού στο θαύμα του εντελώς άλλου.

Όλα αυτά όμως ίσως αποσπούν σε ένα βαθμό την προσοχή από την σημασία που έχει τελικά για την πολιτική έφεση η κατεύθυνση της ταύτισης στην νεαρή, παιδική στην πραγματικότητα ηλικία. Και αυτό γιατί σε πρώϊμο στάδιο, η κατεύθυνση της ταύτισης πολιτικά μοιάζει να είναι το ίδιο δυαδική με την κατεύθυνση της σεξουαλικής ταύτισης: όπως το σεξοποιημένο υποκείμενο δεν έχει τρίτη επιλογή από την αρχική ταύτιση είτε με την αρρενωπότητα είτε με τη θυληκότητα (και με βάση αυτή την αρχική ταύτιση περνάει από τις διάφορες διαμεσολαβήσεις που τελικά συγκροτούν την σεξουαλικότητά του), έτσι και το πρωτο-πολιτικό υποκείμενο δεν έχει παρά δύο επιλογές ταύτισης. Την ταύτιση με τον ισχυρό και την ταύτιση με τον αδύναμο. 

Είναι τόσο απλό, τόσο σχηματικό: σε μια παρέα αγοριών, δύο μαλώνουν και τα υπόλοιπα κοιτούν. Πολλά ζητωκραυγάζουν, επευφημούν αυτόν που επιβάλλεται. Προσεταιρίζονται την φιλία του, επιδιώκουν την προστασία του, τον καλοπιάνουν. Κάποια, ίσως αρκετά λιγότερα, είναι περισσότερο διστακτικά στις εκδηλώσεις τους. Η συμπάθειά τους στρέφεται στον ηττημένο, που σκουπίζει τη μύτη του από μύξες και τα ρούχα του από χώμα. Σ' αυτόν τείνουν χείρα βοηθείας, με αυτόν αρέσκονται να μιλούν τα μεγάλα καλοκαιρινά απογεύματα, όταν ο χρόνος είναι περισσότερος. Στον τύπο με τα γυαλιά. Τον υπερβολικά κοντό. Αυτόν με τα σγουρά μαλλιά που οι άλλοι κοροϊδεύουν. Αυτόν που με κάποιο αδιόρατο στον ίδιο και ίσως και στους άλλους τρόπο διαφέρει.

Τι είναι εν τη οντογενέσει της η αριστερά αν δεν είναι, πρώτα απ' όλα, ταύτιση με τον αδύνατο; Με τη γιαγιά που καμπούριαζε πάνω από τα βαμβάκια; Με τον παππού εκείνο που διώκονταν; Με τον μετανάστη στο σχολείο; Πώς είναι δυνατόν να καταλήξει κανείς ενσυνείδητα στην αριστερά, ένα χώρο μονίμως περιθωριοποιημένο, εκτεθειμένο στην απογοήτευση, ποτισμένο με την ήττα, αν δεν έχει μπολιαστεί από νωρίς με ένα πάθος για την υπεράσπιση του αδυνάτου; Υπάρχει αριστερά της οποίας η σχέση με την δύναμη, με την πολιτική ισχύ, να μην περνά πρώτα μέσα από τον θυμό για ό,τι συμβαίνει στον αδύνατο; Και υπάρχει τραγωδία μεγαλύτερη για έναν αριστερό από την μετατροπή του μέσου σε σκοπό, απ' τον εθισμό του στη δύναμη, στη σκοπιά του δυνατού, από την λήθη για το γεγονός ότι τα πρώτα σκιρτήματα οργής τα ένιωσε στη θέα του πάσχειν του αδυνάτου, ότι είναι η ταύτιση με την αδυναμία που βρίσκεται πάντα στη βάση της επιθυμίας να καταλύσει κανείς τη δύναμη με δύναμη;

Αυτά τα απλά ή και απλουστευτικά σκεφτόμουν σήμερα, αντιμέτωπος με τις εν πολλοίς ενστικτώδεις ταυτίσεις των ανθρώπων όταν βρίσκονται αντιμέτωποι με ένα σκηνικό γυμνής επίδειξης δύναμης. Για κάποιους, η ικανότητα και μόνο να επιβληθείς ασκεί μια ιδιότυπη έλξη που ούτε οι ίδιοι δεν μπορούν να εξηγήσουν. Η δομή σκέψης είναι του γνωστού παραμυθιού του La Fontaine: πάντα υπάρχει κάποιος λόγος για να δικαιολογήσεις την επίθεση σε ένα πρόβατο όταν είσαι λύκος, και ο πειστικότερος όλων είναι η αδυναμία του, το γεγονός ότι η ίδια αυτή αδυναμία προκαλεί τη δύναμη, την ερεθίζει, την εξιτάρει. Υπάρχουν άνθρωποι που όταν καταφέρνουν το πρώτο χτύπημα νιώθουν ένα μείγμα ντροπής και έκπληξης με τον εαυτό τους τέτοιο που δεν τους επιτρέπει να ηρεμήσουν αν δεν καταφέρουν και το δεύτερο, το τρίτο...Η ίδια η αδυναμία του άλλου στα χέρια τους τούς εξαγριώνει. Είναι ένα αφόρητο σκάνδαλο, πόσο γελοία αδύναμος είναι ο άλλος όταν εσύ είσαι πιο μυώδης, ή πιο μεγάλος, όταν κρατάς όπλο. Τα σκουξίματά του σου ακούγονται αξιοπεριφρόνητα, υποκριτικά, σου τρυπούν τα αυτιά τόσο που θέλεις να τα κάνεις να σωπάσουν για πάντα. 

Κοιτούσα τη φωτογραφία που ανέβασα με την Παλαιστίνια να οδύρεται αγκαλιάζοντας ένα ρημαγμένο δέντρο, το τζιπ από πάνω της: πόσο ηλίθια, πόσο υστερική πρέπει να φαίνεται σε κάποιον με ένα αυτόματο στο χέρι. Πόσο συχνά πρέπει να του μπαίνει η σκέψη να τραβήξει την σκανδάλη και να τελειώνει. Ο ολοφυρμός του άλλου δεν τον εξανθρωπίζει: τον καθιστά τραυματικά αφόρητο, ένα σύμβολο της μηδαμινότητας του ανθρώπου, της αβάσταχτης περατότητάς του. Αυτός που ταυτίζεται με τον δυνατό απεχθάνεται τις εκδηλώσεις φόβου και αδυναμίας. Επιθυμεί ένα σώμα άτρωτο, αξιοπρεπές, πέρα απ' το μείγμα δακρύων και σάλιου, πέρα από τη χυδαία μυρωδιά του κάτουρου και των κοπράνων των έγκλειστων σε μπουντρούμια, αυτών που αντικρίζουν κάνες όπλων ή ικριώματα. 

Κανείς δεν θαυμάζει την αδυναμία. Και σ' ένα κόσμο που εκλείπουν όλο και περισσότερο τα πράγματα που εμπνέουν θαυμασμό, η ωμή επίδειξη δύναμης είναι, όπως και να το κάνουμε, θελκτική. Σ' ένα κόσμο με όλο και λιγότερη δύναμη για τους πολλούς, η δύναμη διαχέεται στον χώρο του φαντασιακού, όχι ως power for, για να θυμηθούμε τον John Holloway, αλλά ως power to --από τους Ράμπο και τους υπερήρωες στη χωρίς τέλος δύναμη πυρός του βίντεο γκέιμ η δύναμη δεν είναι δύναμη να δημιουργήσεις αλλά δύναμη συντονισμένη με τη στειρότητα του θανάτου. Και έρχονται μέρες σαν την χθεσινή και συνειδητοποιείς ότι η χρόνια αδυναμία μας να κάνουμε το δίκαιο ισχυρό οδηγεί πολλούς σε έναν όλο και πιο επονείδιστα εκλογικευμένο θαυμασμό για αυτόν που κάνει το ισχυρό δίκαιο.

Στον αντίποδα, αυτός που ταυτίζεται, θέλοντας και μη, με τον αδύναμο, δεν έχει ποτέ πρόβλημα να τον οσφριστεί ή να τον διακρίνει, πέρα από θεωρητικές αναλύσεις γεωπολιτικών συσχετισμών ή διπλωματικών επιπλοκών, πέρα από τις αφηγήσεις κρατικών αξιωματούχων. Γνωρίζει το βλέμμα της αδυναμίας, την οικουμενικότητα της μυρωδιάς της, τον τρόπο που όλοι οι κυνηγημένοι έχουν το ίδιο πρόσωπο. Και δεν τον ενδιαφέρει καν αν θα τον πουν ρομαντικό, πολιτικά αφελή, ή παραπλανημένο. Δεν είναι ζήτημα ευφυϊας στο κάτω-κάτω το πολιτικό συναίσθημα.

Δεν υπάρχουν σχόλια: