Tι είναι η εθνική ταυτότητα;
του Μαρσέλ Ντετιέν
Η Γαλλία χωρίς χώρα, χωρίς νεκρούς
Πριν λίγες μέρες συνάντησα τυχαία έναν αξιαγάπητο “μη αυτόχθονα” . Η
περίσταση ήταν ένα σεμινάριο έρευνας της αρχής της αβεβαιότητας του
δικαιώματος στην ταυτότητα (θέμα αιχμής για ανθρωπολόγους, θεολόγους και
αστυνομικές υπηρεσίες). Περίεργος να μάθει για ποιον λόγο –χαιρετώντας
τον με ένα χαμόγελο συνενοχής- τον αποκάλεσα “μη αυτόχθονα”, ο
συνομιλητής μου με ρώτησε τι σημαίνει “αυτόχθονας” στα γαλλικά και ποια
σχέση υπάρχει ανάμεσα σε αυτήν την παράξενη ιδιότητα και σε αυτό που
ονομάζουμε “εθνική ταυτότητα”. Είχε ακούσει ότι υπήρχε σε μορφή κάρτας.
Θα μπορούσε κανείς να τη βρει σε κάποιον αυτόματο διανομέα, και πού;
“Αυτόχθονας”, του λέω, ζητώντας συγνώμη για τον βάρβαρο ήχο, είναι
μια λέξη ελληνικής καταγωγής –σημαίνει αυτόν που πιστεύει ότι γεννήθηκε
από την ίδια την γη στην οποία ζει. Στη Δύση, όσο παράξενο κι αν
φαίνεται, κάθε τι “ελληνικό” είναι, λίγο πολύ, σημαντικό. Μια ματιά στο
πρόσφατο παρελθόν.
Στα μέσα του 5ου αιώνα πριν από την εποχή μας, μια μικρή πόλη-χωριό της Ελλάδος[1]
χτυπήθηκε από τον ιό της «υπερτροφίας του εγώ», μια φοβερή επιδημία που
προκάλεσε εκεί πέρα την καθιέρωση ετήσιας τελετής κατά την οποία ένας
ρήτορας, ειδικός στους επικήδειους, εγκωμίαζε μπροστά στα φέρετρα των
νεκρών του πολέμου την από αμνημονεύτων ετών δόξα των Αθηναίων.
Αυτόχθονες αυτοαποκαλούνται οι μόνοι από τους Έλληνες που θεωρούν
εαυτούς «γεννημένους από αυτούς τους ίδιους» και προορισμένους να φέρουν
τον «πολιτισμό» στο ανθρώπινο είδος. Ο ιός αυτός –ευτυχώς- δεν
μεταδίδεται στα ζώα, μπορεί όμως –μετά από μια περίοδο λανθάνουσας
κατάστασης- να ενεργοποιηθεί εκ νέου στο ανθρώπινο είδος.
Αυτό ακριβώς συνέβη στην Ευρώπη, τον 19ο αιώνα, όταν οι λαοί, τα
έθνη, οι υπηκοότητες έγιναν τα μείζονα διακυβεύματα στον ανταγωνισμό
μεταξύ των εθνικών κρατών. Μιλάω για την Ευρώπη, γιατί στην άλλη πλευρά
του Ατλαντικού όταν, το 1776, δεκατρείς μικρές αποικίες αποφάσισαν να
συνασπιστούν ενάντια στους Άγγλους απέφυγαν να κάνουν λόγο για «έθνος»:
μήπως δεν περιβάλλονταν και δεν κατοικούνταν από μαύρους σκλάβους και
Ινδιάνους που «βρίσκονταν ήδη εκεί»;
Όσοι αυτοανακηρύσσονται «native Americans»[2] στις αρχές του εικοστού αιώνα, οι πραγματικοί Αμερικανοί, το κάνουν για να αποκλείσουν τους Ιρλανδούς, Πολωνούς ή Ιταλούς μετανάστες που απειλούν την «ταυτότητά τους», που μετρά ήδη πολλές γενιές.
Όσοι αυτοανακηρύσσονται «native Americans»[2] στις αρχές του εικοστού αιώνα, οι πραγματικοί Αμερικανοί, το κάνουν για να αποκλείσουν τους Ιρλανδούς, Πολωνούς ή Ιταλούς μετανάστες που απειλούν την «ταυτότητά τους», που μετρά ήδη πολλές γενιές.
Το βλέπουμε: δεν είναι απλό να βρει κανείς τον προσανατολισμό του
ανάμεσα σε ιθαγενείς, ντόπιους, αυτόχθονες, προαιώνιας καταγωγής,
ανθρώπους με «ρίζες». Πώς να εξηγήσει κανείς σε δυο λέξεις για ποιο
λόγο, για παράδειγμα, η Γαλλία ( όπως άλλωστε και οι Ηνωμένες Πολιτείες)
αρνείται να αναγνωρίσει τα δικαιώματα των αυτόχθονων λαών, χιλίων
διακοσίων σήμερα, με αποτέλεσμα οι νομικοί των Ηνωμένων Εθνών να
παιδεύονται να διακρίνουν τους πρώτους λαούς από τους αυτόχθονες;
Για έναν «μη αυτόχθονα» χωρίς προκαταλήψεις, το καλύτερο, όπως
φαίνεται, είναι να του εξηγήσουμε κάπως τι είναι αυτό που το λέμε
«εθνική ταυτότητα». Πολύ παράξενη έννοια για κάποιον που έρχεται από
αλλού, αλλά αρκετά απλό να περιγραφεί στην γη των Γαλατών και των
Φράγκων, όπου γεννήθηκε και αναπτύχθηκε. Πραγματικά, η ευρωπαϊκή Γαλλία
(και όχι μόνο η υπερπόντια) αποτελεί το καλύτερο εργαστήριο για να
αναλύσει κανείς την αλχημεία της εθνικής ταυτότητας.
Η ανάλυση αυτή θα μπορούσε να ξεκινήσει με μια ελαφριά και απέριττη
προσέγγιση της συλλογικής ταυτότητας: εκείνου που επιτρέπει σε κάποια
ανθρώπινα όντα να πιστεύουν ότι ανήκουν σε μια ομάδα της οποίας τα άτομα
μοιάζουν μεταξύ τους παρά με άλλους, διότι, όπως λέγεται, γεννήθηκαν
από την ίδια γη ή έχουν ανέκαθεν το ίδιο αίμα. Εν συντομία, η ταυτότητα
μιας συλλογικότητας παραπέμπει στην “ομοιότητα”, στο να είμαστε όμοιοι,
να παραμένουμε όμοιοι. Πράγμα που είναι δυνατό να συμβεί μέσα στα όρια
μιας φυλής, μιας εθνότητας ή ενός έθνους, όπως αντιλαμβάνεστε.
Στην έκφραση «identité nationale»[3], ο όρος ταυτότητα
είναι πρώτος. Ο καθένας μπορεί να γνωρίζει ότι, τον 19ο αιώνα,
πρόκειται για τεχνικό όρο της ιατροδικαστικής: παραπέμπει στην
αναγνώριση ενός προσώπου υπό καθεστώς σύλληψης, ενός φυλακισμένου που
δραπέτευσε, ενός πτώματος ή ενός σκελετού που υποβάλλεται στην εξέταση
των δικαστικών αστυνομικών αρχών προκειμένου να εξακριβωθεί αν ανήκει σε
αυτό το συγκεκριμένο, διακριτό κατ’ αρχήν από όλους τους άλλους, άτομο.
Η “ταυτότητα” αναδύεται ανάμεσα στο νεκρό και το έμβιο.
Αυτή η πρώτη διαδικασία εκβάλλει απευθείας στο υλικό αντικείμενο που
ονομάστηκε “δελτίο ταυτότητας”, κατά τη διάρκεια μιας πολυκύμαντης
ιστορίας, που ξεκινά από τις τεχνικές αστυνομικής ταυτοποίησης, την
επινόηση των δακτυλικών αποτυπωμάτων και τους διάφορους νομικούς
λαβυρίνθους, για να καταλήξει το 1941, υπό το καθεστώς του Βισύ, στην
δημιουργία ενός «ατομικού βιβλιαρίου αναγνώρισης» των Γάλλων, ενώ
σύντομα μετά, το 1947, ακολούθησε το «οριστικό» μοντέλο του δελτίου
ταυτότητας. Μεταξύ Πεταίν και Ντεγκώλ, το γαλλικό κράτος παρείχε στο
«εθνικό» στοιχείο το τεχνολογικό του μέσο προς ταυτοποίηση.
Όσο για το “εθνικό”, λέω στον δικό μου τον «μη αυτόχθονα», ψήλωσε,
και μεγάλωσε μια χαρά δίπλα στην αδελφή του την ταυτότητα. Ιστορικοί,
ιδεολόγοι, πολιτικοί, ιερωμένοι: όλοι πήραν ενεργό μέρος ώστε να του
δώσουν τα βασικά του χαρακτηριστικά. Οι ιστορικοί, από τη δεκαετία του
1880, αρχίζουν να γράφουν μια Ιστορία της Γαλλίας, γεννημένης από αυτή
την ίδια: οι ιδεολόγοι, παράλληλα, αναλαμβάνουν να σφυρηλατήσουν μία
«γαλλική συνείδηση» πάνω στο θεμέλιο του «Η γη και οι νεκροί»[4].
Οι πολιτικοί ενισχύουν τη δράση των ιδεολόγων και ιστορικών ιδρύοντας
μία εθνική λατρεία προς τους “πεσόντες για την πατρίδα”, συναρμοσμένη με
μια ισχυρή κουλτούρα του εθνικού (η οποία ανταποκρίνεται στην κουλτούρα
της φυλής των «προαιώνιων εχθρών» από την ήττα του 1870 και μετά)[5].
Όσο για τους ιερωμένους, οι οποίοι τον 12ο αιώνα είχαν επινοήσει το
“χριστανικό κοιμητήριο “ αποκλείοντας του Εβραίους, τους απίστους, τους
ξένους και άλλους αιρετικούς, συνεχίζουν να συντηρούν, από την μια
Δημοκρατία στην άλλη, την πίστη ότι είμαστε οι κληρονόμοι των νεκρών,
για την ακρίβεια των δικών μας νεκρών, από καταβολής κόσμου. “Μεγάλοι
ιστορικοί” εγγυώνται την αλήθεια του ισχυρισμού, μαζί με την άκρα δεξιά
και τους θιασώτες της.
Στο μέτρο που μια κοινωνία επιλέγει να αναγνωρίσει τον εαυτό της
στους νεκρούς της, στο έδαφος που είναι ριζωμένη, σε εκείνες και
εκείνους –που όλο και ευκολότερα ταυτοποιούνται-, που της ανήκουν στ’
αλήθεια, πρέπει να αποκλείσει οτιδήποτε εντός της δεν είναι «της
εσοδείας της», τους μη «natural», όπως λένε οι Αγγλοσάξονες, δηλαδή τους
ξένους, τους Foreigners, και, πρώτα απ’ όλα, τους μετανάστες, τόσο
συχνά χρήσιμους, αν όχι αναντικατάστατους για τις ευρωπαϊκές οικονομίες,
χθες, σήμερα και αύριο .
Μικρή σημασία έχει αν οι ξένοι-μετανάστες, έχοντας γίνει πολίτες σαν
τους άλλους στη δεύτερη γενιά, αν όχι στην πρώτη, στη γη της Γαλλίας,
κρίνονται αμέσως ένοχοι για τις οικονομικές δυστυχίες και τους
κοινωνικούς φόβους που εμφανίζονται εδώ κι εκεί.
Χώρα υπεροχής, η Γαλλία, δεν σταματά να καλλιεργεί αυτό που αποκαλεί
“μοναδικότητά της” . Ιστορικοί και πολιτικοί (που συχνά διδάχτηκαν την
ίδια ιστορία στο δημοτικό) καταπιάνονται να συσσωρεύουν αποδείξεις της
γαλλικής «εξαίρεσης» σε όλους τους τομείς ευφυίας και δεξιοτήτων, όπως
μαρτυρούν οι υποψήφιοι στις τελευταίες προεδρικές εκλογές σε αυτήν την
επαρχία της Ευρώπης με διακηρύξεις όπως: η Γαλλία, είναι κάτι σαρκικό·
είναι ένα θαύμα· μόνο αυτή μπορεί να εκφράσει τις βαθιές ανάγκες του
ανθρωπίνου πνεύματος· η βιολογική ουσία του γαλλικού λαού τον κάνει
ξεχωριστή ομάδα· μετανάστες και ξένοι είναι απειλή για το μέλλον της
Γαλλίας και της εθνικής της ταυτότητας.
Από το 2002 που η άκρα δεξιά πήρε προβάδισμα με ένα 30%, μελών και
συμπαθούντων, το πράγμα πλανιόταν στην ατμόσφαιρα. Χρειάστηκε να
συναντηθούν δυο ιστορικοί στο πλαίσιο της Γαλλικής Ακαδημίας για να
ξεπηδήσει η καινούργια ιδέα ότι υπάρχει ένα «μυστήριο της εθνικής
ταυτότητας» και ότι επιβάλλεται, στην αριστερά όπως και στη δεξιά, η
προφάνεια ότι η εθνική ταυτότητα είναι σε κρίση: κρίση της ιστορικής μας
ταυτότητας, οι ιστορικοί την διαγιγνώσκουν ως παγκοσμίως αναγνωρισμένοι
εμπειρογνώμονες· δοκιμιογράφοι και φιλόσοφοι το επιβεβαιώνουν : υπάρχει
μία ρήξη στους δεσμούς με τους νεκρούς μας. Μπροστά σε αυτήν την
κατάσταση έκτακτης ανάγκης, το σχέδιο για ένα υπουργείο εθνικής
ταυτότητας γίνεται μέτρο δημόσιας σωτήριας.
Δεν αρκεί να καταφύγουμε στην αυτάρκεια του εθνικού φαντασιακού, ούτε στις «Τριάντα μέρες που έφτιαξαν την Γαλλία»[6].
Γάλλοι πληροφορικάριοι τελειοποιούν την ευφυή μηχανή που βοηθά να
προσδιορίσουμε όλες τις παραμέτρους της εθνικής ταυτότητας : ίριδα και
αμφιβληστροειδή, δακτυλικά αποτυπώματα (ποδιού και χεριού), ηλικία,
θρήσκευμα, τόπο γέννησης και φρονήματα, ποινικό μητρώο, χρώμα, DNA,
γούστα, αναγνώσματα, παρέες και όλες τις αποχρώσεις της αίσθησης του
ανήκειν –σε οτιδήποτε.
Έφτασε η ώρα να ρωτήσω τον απέναντί μου με αβρότητα από πού έρχεται,
αν είναι, όπως εγώ, ένας νομάς χωρίς ρίζες: κάθε άλλο, μου λέει, «είμαι
Mayagyar καθαρόαιμος[7]».
Τέλεια, βρίσκεστε στην χώρα της Αποκάλυψης της εθνικής ταυτότητας. Ένα
αστραφτερό ολοκαίνουργιο υπουργείο σάς περιμένει εφόσον επιθυμείτε να
αφομοιωθείτε, να αναμιχθείτε, να εγχρωματισθείτε, να μιγαδοποιηθείτε, να
ενταχθείτε, να ενσωματωθείτε· αλλιώς απελαύνεστε: είναι ίσια από δω, η
τελευταία πόρτα στο βάθος. Μόνο αυτό γνωρίζει και κατέχει την αλήθεια
της εθνικής ταυτότητας.
Καλοτάξιδος!
Le Monde, 11.07.09 - Μετάφραση : Άκης Γαβριηλίδης – J. F. Teras
Ο Marcel Detienne είναι ανθρωπολόγος και
ελληνιστής. Είναι Επίτιμος Διευθυντής Σπουδών στην Ecole Pratique des
Hautes Etudes (EPHE) και επίτιμος καθηγητής στο Πανεπιστήμιο Johns
Hopkins της Βαλτιμόρης (ΗΠΑ). Από τα τελευταία έργα του: Comparer l’incomparable (Seuil, 2009) ; Où est le mystère de l’identité nationale ? (Panama, 2008) ; Les Grecs et nous (Perrin, 2005)
Στα ελληνικά κυκλοφορούν τα έργα του: Μήτις: Η πολύτροπη νόηση στην αρχαία Ελλάδα (από κοινού με τον Ζαν Πιερ Βερνάν – Ζαχαρόπουλος), Οι αρχαίοι Έλληνες και εμείς. Μια συγκριτική ανθρωπολογία της αρχαίας Ελλάδας και Οι κήποι του Άδωνη: Η μυθολογία των μυρωδικών στην αρχαία Ελλάδα (Πατάκης), Ποιοι είναι αυτόχθονες;, (Μεταίχμιο 2003) , και αρκετά άλλα.
[6] Trente Journées qui ont fait la France: μία
Ιστορία της Γαλλίας σε τριάντα τόμους, συλλογικό έργο που εκδόθηκε στη
δεκαετία του ‘60 από τον οίκο Gallimard. Κάθε βιβλίο έχει ως τίτλο ένα
κορυφαίο ιστορικό γεγονός προσδιορισμένης ημερομηνίας – π.χ : 25 Δεκεμβρίου του έτους 800 : Η αυτοκρατορική στέψη του Καρλομάγνου.
[7]
H λέξη Mayagyar δεν υπάρχει στη γαλλική γλώσσα, (αρκετοί ομιλητές της
τους οποίους ρωτήσαμε δεν την αναγνωρίζουν), ούτε εξ όσων γνωρίζουμε σε
οποιαδήποτε άλλη. Υποθέτουμε ότι πρόκειται είτε για τυπογραφικό λάθος,
είτε για κάποιο αστείο του συγγραφέα το οποίο δεν “πιάσαμε”. Εάν κάποιος
αναγνώστης έχει κάποια ιδέα, μπορεί να την προσθέσει στα σχόλια.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου