Μασεμέχα ή οι ασκενάζι “παστρικιές”/
Την λέξη “μασεμέχα” την είχα ακουστά, κυρίως μέσω λαογραφικών εργασιών, μόνο ως ιστορική αναφορά αλλά στο φετεινό Σέντερ
είχα την ευκαιρία να την ακούσω ξανά από μια κυρία αναφερόμενη σε μια
φίλη της, όχι εξαιρετικά πιστή στον οικογενειακό βωμό. Η συγκεκριμένη
λέξη είναι μέρος της αργκό των σεφαραδιτών της Ελλάδας
και πιστεύω οτι αξίζει τον κόπο να εξετάσουμε την ιστορία της ως μια
περίπτωση κοινωνικού ρατσισμού, αλλά και ενδεικτική της διαχρονικής
μοίρας των μεταναστών μιας και μου θυμίζει έντονα την ιστορία της λέξης “παστρικιά”.
Η προέλευση της εντοπίζεται στα τέλη του 19ου αιώνα
όταν τα συνεχιζόμενα πογκρομ στην Ανατολική Ευρώπη ώθησαν εκατομμύρια
Εβραίους να μεταναστεύσουν στις ΗΠΑ, στην Δυτική Ευρώπη αλλά και αρκετές
χιλιάδες στην Οθωμανική Αυτοκρατορία και κυρίως στην Θεσσαλονίκη και
Παλαιστίνη που ήταν τα κέντρα του Εβραϊσμού της Ανατολής.
Όπως έχουμε ξαναπεί τα επαγγέλματα της θάλασσας ήταν αποκλειστικά εβραϊκά και το λιμάνι ακολουθούσε τα εβραϊκά ωράρια και έκλεινε το Σαμπάτ/Σάββατο.
Οπότε όταν αυτές οι καραβιές εξαθλιωμένων εβραίων έφταναν στο λιμάνι,
μπορεί να συναντούσαν ομόθρησκους τους αλλά αδυνατούσαν να συνομιλήσουν
μαζί τους λόγω της γλώσσας – οι μεν ήξεραν γίντις/γερμανοεβραϊκά και οι
δε λαντίνο/ισπανοεβραϊκά. Μόνη κοινή γλώσσα ήταν λίγα, όχι παραπάνω από
μερικές λέξεις, αρχαία εβραϊκά που ήξεραν οπότε συνήθως ρωτούσαν: Μα σεμ σελάχ ;/Μα σεμέχα ;/? מה השם שלך ή κάτι παρόμοιο που σημαίνει “Ποιό είναι το όνομα σου ;” .
Γυρνώντας οι ψαράδες και οι χαμάληδες σπίτια τους πληροφορούσαν οτι άλλη μια καραβιά από μασεμέχας, παραφθορά αυτής της ερώτησης στα εβραϊκά,
είχε φτάσει εκείνη την ημέρα. Ετσι αυτή η λέξη έφτασε να χαρακτηρίζει
το σύνολο των Ασκεναζίτων τα τέλη του 19ου αιώνα, αν και παρέμενε στην
σφαίρα της αργκό με ελαφρά υποτιμητική έκφανση, ενώ τα γίντις
ονομάζονταν μασεμέσκο δηλαδή ακαταλαβίστικα.
Οι νέοι αυτοί πρόσφυγες όμως
αντιμετώπισαν τα ίδια προβλήματα που αντιμετωπίζουν και οι έλληνες
πρόσφυγες που θα έφταναν μισό αιώνα μετά: αδυναμία προσαρμογής,
προβληματικές αρχές υποδοχής και κοινωνικό ρατσισμό. Οφείλουμε βέβαια να
αναγνωρίσουμε οτι τότε η έννοια του κράτους πρόνοιας δεν υπήρχε και οι
κοινοτικοί εβραϊκοί θεσμοί, αν και ανεπαρκείς, αποτελούσαν ότι πιο
προηγμένο είχε να προσφέρει η Οθωμανική Αυτοκρατορία της εποχής.
Προβλέποντας αυτά τα προβλήματα η Εβραϊκή Κοινότητα φροντίζει στην αρχή
να μοιράσει τόσο είδη πρώτης ανάγκης αλλά κυρίως να φροντίσει την
εγκατάσταση τους σε διάφορα μέρη της πόλης ώστε να προσαρμοστούν
ευκολότερα αποφεύγοντας την γκετοποίηση και μαθαίνοντας την γλώσσα της
πόλης. Δυστυχώς όμως η πυρκαγιά του 1890 έπαιξε σημαντικό ρόλο στην
διακοπή αυτών των προσπαθειών μιας και πλεον ολόκληρη η πόλη χρειάζονταν
άμεση βοήθεια.
Με την πάροδο των ετών ενώ οι ασκενάζι πρόσφυγες κατάφεραν να ενταχθούν στην κοινωνία της πόλης, η λέξη “μασεμέχα” διατηρήθηκε αν και στο τέλος εκφυλίστηκε ώστε στην Θεσσαλονίκη των επόμενων δεκαετιών του 20ου αίωνα να σημαίνει τον φτωχό και ταλαιπωρημένο άνθρωπο.
Αυτή είναι και η ερμηνεία που δίνει ο Ι.Νεχαμά στο
Ισπανοεβραϊκό-Γαλλικό σαλονικιώτικο λεξικό του αλλά μια μικρή προσωπική
έρευνα μιλάει για μια επιπλέον ερμηνεία που ο Νεχαμά, ίσως από
σεμνοτυφία, αποφεύγει να αναφέρει.
Αναμενόμενα μέρος των γυναικών προσφύγων αναγκάζονταν να καταφύγει στην πορνεία
για να επιβιώσει, (το οτι η Θεσσαλονίκη ήταν εβραϊκή πόλη σημαίνει οτι
και οι εκδιδόμενες γυναίκες αλλά και τα δίκτυα διακίνησης τους ήταν
εβραϊκά) και από την στιγμή που η πλεον οικονομική πηγή νέων γυναικών
ήταν οι μάζες της ανατολικής Ευρώπης η ασκενάζι προέλευση ταυτίσθηκε με
την πορνεία. Η προκατάληψη ήταν τέτοια που όταν ένας από τους
“πατριάρχες” του σύγχρονου Ισραήλ Νταβίντ Μπεν Γκουριόν επισκέφθηκε την Θεσσαλονίκη το 1911
για να πάρει το πτυχίο Νομικής αλλά και να καταλάβει το πώς μια
σύγχρονη εβραϊκή πόλη μπορεί να συγκροτηθεί, αντιμετώπισε προβλήματα όχι
μόνο ως σιωνιστής ή ως αρνούμενος να μάθει ισπανικά, αλλά και ως
ασκενάζι και άρα ύποπτος για εμπόριο λευκής σαρκός.
Ετσι ο όρος “μασεμέχα” διατηρήθηκε όχι μόνο ως ενδεικτικό ανθρώπου φτωχού και ταλαιπωρημένου αλλά κατέληξε σε κάποια στιγμή να σημαίνει την εκδιδόμενη γυναίκα σεφαραδίτισσα ή ασκεναζίτισσα. Η υπόθεση μου είναι οτι η ταύτιση μασεμέχα
και ιερόδουλων οφείλεται στην ασκενάζι καταγωγή λόγω των συνθηκών που
περιέγραψα και όχι στον χαρακτηρισμό τους ως ταλαίπωρες γυναίκες, αλλά
μπορεί και να ξεκίνησε με την πρώτη ερμηνεία και να κατέληξε στην
δεύτερη καθώς εξελίσσονταν ο ίδιος ο όρος. Δυστυχώς αυτή η ερμηνεία
βασίζεται στις σύγχρονες μαρτυρίες 2 μόνο ισπανόφωνων γυναικών της
εποχής και δεν έχω την δυνατότητα επιβεβαίωσης στις εβραϊκές σατιρικές
εφημερίδες της Παρασκευής που πιθανότατα να ανέφεραν τον όρο. Πάντως από
ότι φαίνεται συνεχίζει να είναι ένας ζωντανός όρος που εξελίσσεται και
έχει καταλήξει να χαρακτηρίζει, τουλάχιστον για την φίλη μου, τις
άπιστες γυναίκες στην Ελλάδα του 21ου δείχνοντας οτι το παρελθόν μας
ίσως να μην είναι τόσο χαμένο όσο φοβόμασταν. :-)
*οι φωτογραφίες προέρχονται από το “Ζαφείρης Χρ., Παπατζήκας Αρ.,
Εν Θεσσαλονίκη 1900-1960, εκδ. Εξάντας” μέσω του Παιδαγωγικού
Εργαστηρίου του ΑΠΘ.** μια εξαιρετικά ενδιαφέρουσα παράλληλη ιστορία για την εβραϊκή πορνεία στην Αργεντινή με Εβραίες από την Ανατολική Ευρώπη εδώ.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου