Πώλ Βιριλιό, Η διαδικασία της σιωπής Ο Πωλ Βιριλιό, πολεοδόμος και δοκιμιογράφος, ανήκει στους στοχαστές
εκείνους, καθήκον των οποίων φαίνεται ότι είναι η συγγραφή λημμάτων στην
Εγκυκλοπαίδεια των Δεινών της εποχής μας. Η ματιά του είναι αιχμηρή, οι
παρατηρήσεις του πάντα ικανές να προκαλέσουν συζητήσεις. Στον παρόντα
τόμο, συγκατοικούν δυο διαλέξεις, όπου ο Βιριλιό επιχειρεί μιαν
αποτίμηση της λεγόμενης μοντέρνας τέχνης, σε συνδυασμό με την τέχνη αλλά
και την τεχνο-επιστήμη (τεχνική/ τεχνολογία + επιστήμη) των ημερών μας.
- Κεντρική θέση του Βιριλιό είναι ότι η μοντέρνα τέχνη ήταν αναπόσπαστα
συνδεδεμένη με τη βία και τη βαναυσότητα, αποτέλεσε τον προάγγελο των
μαζικών ολέθρων του 20ού αι., κήρυκα του γενικευμένου μηδενισμού των
καιρών μας. - Εδώ καταγγέλλονται, ορθά, οι φαιδρές, μάλλον
κωμικοτραγικές υπερβολές ορισμένων εκπροσώπων της σύγχρονης τέχνης, κατ'
ουσίαν ορισμένων «σταρ» των εικαστικών τεχνών. Ο Γκύντερ φον Χάγκενς,
επί παραδείγματι, παρουσιάζει, το 1998, στο Μάνχαϊμ, την έκθεση «Οι
κόσμοι του σώματος», όπου 800.000 (!) επισκέπτες έσπευσαν για να
ατενίσουν διακόσια πτώματα τα οποία ο Χάγκενς, ανατόμος και επινοητής
μιας μεθόδου συντήρησης των πτωμάτων, είχε στήσει σε διάφορες πόζες που
θύμιζαν αρχαία αγάλματα. - Άλλο εφιαλτικό δείγμα αποτελεί ο Χέρμαν Νιτς,
ο οποίος θυσίαζε ζώα σε ένα «αιματοβαμμένο και ακόλαστο τελετουργικό».
Επίσης, ο Ρούντολφ Σβάρτσκογκλερ, ο οποίος απεβίωσε ύστερα από τον
αυτοευνουχισμό του κατά τη διάρκεια μιας performance-action η οποία
εκτυλισσόταν χωρίς παρουσία θεατών, κεκλεισμένων των θυρών, με
πρωταγωνιστές τον καλλιτέχνη και μια κάμερα. - Ο Βιριλιό συσχετίζει
αυτές τις ανόητες ακρότητες με τις φρικαλεότητες στην Πνομ Πενχ, όπου η
καμποτζιανή κυβέρνηση (η angkar) εκτελούσε εν ψυχρώ (πρώτα τις γυναίκες
και τα παιδιά) χιλιάδες αθώους, αφού πρώτα τους είχε φωτογραφίσει
επιμελώς. Κι ακόμη, με το Αουσβιτς και τα στρατόπεδα συγκεντρώσεως, με
τον ναζιστικό τρόμο. - Μας επισημαίνει τη φρίκη ενός κομφορμισμού της
ευτέλειας, τονίζει την τάση αυτοκαταστροφής που είναι δεσπόζουσα την
τέχνη του 20ού αι., αλλά και ανάμεσα στους δημιουργούς της (δεκάδες, αν
όχι εκατοντάδες οι αυτόχειρες) και με ένα ομολογουμένως εντυπωσιακό
αλλά, κατά τη γνώμη μας, λίαν συζητήσιμο λογικό άλμα, φτάνει να
συσχετίσει τη διάθεση του ζωγράφου Μαρκ Ρόθκο να μη φιλοτεχνεί ζωγραφιές
γαλήνιες αλλά να φυλακίζει την πιο απόλυτη βία σε κάθε τετραγωνικό
εκατοστόμετρο της επιφανείας του, με τη βία που επικρατεί στα rave
parties και στα υπόγεια των εργατικών προαστίων. - Ακριβώς εδώ, σε
τέτοια λογικά άλματα, ελλοχεύει ο κίνδυνος πολλών παρεξηγήσεων. Ο
Βιριλιό φαίνεται ότι αγνοεί τη διαλεκτική των πρωτοποριών, της αιχμής
της μοντέρνας τέχνης. Επιλέγει κάποιες ακραίες εκφράσεις και εκφάνσεις
της, τις υπογραμμίζει, τις αποκόπτει από τα ιστορικά συμφραζόμενά τους
και επιχειρεί τολμηρούς συσχετισμούς με τα δεινά της εποχής μας. Εδώ,
τηρουμένων πολλών αναλογιών, ο Βιριλιό μάς θυμίζει τους λεγόμενους
«νέους» (και τόσο ταχέως γηρασμένους) φιλοσόφους (Αντρέ Γκλυκσμάν,
Μπερνάρ Ανρί-Λεβί και κομπανία) οι οποίοι αποφάνθηκαν ότι τα Γκουλάγκ
και τα στρατόπεδα συγκεντρώσεως έφταιγαν ο Χέγκελ, ο Μαρξ και οι, κατά
τον Φρανσουά Λυοτάρ, «μεγάλες αφηγήσεις». - Ο Βιριλιό διατείνεται ότι,
εκκινώντας από την όποια βία και τάση για σκάνδαλο που χαρακτήριζε τις
ιστορικές πρωτοπορίες, φτάσαμε σήμερα στο «άμετρο για το άμετρο» (κατά
το «η τέχνη για την τέχνη»), φτάσαμε σε μιαν ολέθρια εξοικείωση με τις
εικόνες και συνάμα σε μιαν εξ ίσου ολέθρια απουσία βάρους των λέξεων.
Ωραία ιδωμένο, ωραία ειπωμένο. - Ωστόσο, η όποια βιαιότητα κάποιων
διακηρύξεων των ντανταϊστών, των λετριστών και των καταστασιακών δεν
είναι δυνατόν να γίνει κατανοητή, αν την λαμβάνουμε τοις μετρητοίς.
Αποτελούσε μέρος, και όχι το μεγαλύτερο, ενός προγράμματος και ενός
προτάγματος που ο Βιριλιό δεν αντιλαμβάνεται με διαύγεια. Όταν ο
ντανταϊστής Ρίχαρντ Χίλζενμπεκ ωρυόταν «Είμαστε υπέρ του πολέμου. Ο
ντανταϊσμός είναι, και σήμερα ακόμη, υπέρ του πολέμου. Η ζωή πρέπει να
πονάει. Δεν υπάρχει αρκετή σκληρότητα», κάθε άλλο παρά υπεραμυνόταν του
μεγάλου μακελειού του Α΄ Παγκοσμίου πολέμου, όπως, αντίθετα, έκαναν οι
ιταλοί φουτουριστές με επικεφαλής τον Μαρινέτι. Οι ντανταϊστές, όπως και
οι υπερρεαλιστές (ο Αντρέ Μπρετόν την ίδια εποχή ωρυόταν «Ζήτω η
Γερμανία! Είμαστε όλοι γερμανοί!») επιχειρούσαν να εναντιωθούν στην
κυρίαρχη τάξη της χώρας τους, επιχειρούσαν, δια του σκανδάλου, να
δείξουν ότι οι κυρίαρχες τάξεις, και όχι οι λαοί, δημιουργούν τις
εκατόμβες των θυμάτων. - Περαιτέρω, όταν ο Γκυ Ντεμπόρ διακηρύσσει, με
αφορμή την κορυφαία πρωτοποριακή του ταινία «Ουρλιαχτά για χάρη στου
Σαντ» (το 1952) ότι ήθελε να σκοτώσει τον κινηματογράφο επειδή ήταν πιο
εύκολο από το να σκοτώσει έναν περαστικό, δεν το εννούσε κυριολεκτικά,
όπως θεωρεί ο Βιριλιό, αλλά επιχειρούσε έναν ευφυή σχολιασμό σε μια
σκανδαλώδη φράση του Μπρετόν (στα ΜΑΝΙΦΕΣΤΑ ΤΟΥ ΣΟΥΡΕΑΛΙΣΜΟΥ). Κι αυτό
γιατί, πρώτιστη μέριμνα του νεαρού τότε λετριστή, ήταν η πατροκτονική
εναντίωση στην κορυφαία πρωτοπορία του 20ού αι., τον υπερρεαλισμό, και
φυσικά στον γενάρχη και ηγέτη της, τον Μπρετόν. Η άγνοια τέτοιων
ιστορικών περιστατικών οδηγεί σε εσφαλμένες ερμηνείες και σε πολύ
δυσάρεστες παρεξηγήσεις. - Ο Βιριλιό θα έπρεπε να γνωρίζει ότι υπάρχει
ένα κόκκινο νήμα που ενώνει τις ιστορικές πρωτοπορίες, το κίνημα Νταντά
και τον Υπερρεαλισμό, με τις πρωτοποριακές συνομαδώσεις του δεύτερου
ημίσεως του 20ού αι., κυρίως τη Λετριστική και την Καταστασιακή Διεθνή:
και αυτό είναι το πρόγραμμα της υπέρβασης, του ξεπεράσματος της τέχνης,
και της πραγμάτωσής της στο κοινωνικό πεδίο. Καμία σχέση με τις
φρικαλεότητες των Κόκκινων Χμερ, των σταλινικών γκουλάγκ ή των
ναζιστικών στρατοπέδων συγκεντρώσεως. Κι ακόμη, καμία σχέση με την
αποσβόλωση και την αποχαύνωση των μαζών μπροστά στην κυριαρχία των
εικόνων και στην απουσία βάρους των λέξεων. Απεναντίας, όπως θα όφειλε
να γνωρίζει ο Βιριλιό, πολλοί ντανταϊστές αρνήθηκαν να λάβουν μέρος στο
σφαγείο του πολέμου (μάλιστα ο Αρτύρ Κραβάν έμεινε στην ιστορία ως
λιποτάκτης δεκαεφτά στρατών!!), πολλοί υπερρεαλιστές φυλακίστηκαν ή και
θανατώθηκαν από τους ναζί (ο Ρομπέρ Ντεσνός μάλιστα, σε στρατόπεδα
συγκεντρώσεως), ενώ ακριβώς οι λετριστές και εν συνεχεία οι
καταστασιακοί ήταν εκείνοι που, με προεξάρχουσα μορφή τον Ντεμπόρ,
κατάφεραν να διατυπώσουν τη διαυγέστερη και αυστηρότερη κριτική στα
δεινά που ταλάνισαν τον 20ό αι. - Οσο για την απόφανση του Βιριλιό περί
«απουσίας βάρους των λέξεων», αξίζει να σημειώσουμε ότι όλες μα όλες οι
προειρηθείσες πρωτοπορίες συνόδευσαν τις δραστηριότητές τους στον
εικαστικό τομέα με πληθώρα θεωρητικών κειμένων στα οποία εξηγούσαν
εναργώς τα γιατί και τα πώς αυτών των δραστηριοτήτων τους και μάλιστα,
σε πολλές αξιομνημόνευτες περιπτώσεις, προχωρούσαν σε δριμεία κοινωνική
κριτική, προχωρούσαν πέρα από τη σφαίρα της τέχνης σε μια ολική θεώρηση
του κόσμου, στη σύλληψη ενός οράματος για μιαν ανθρωπότητα αφοσιωμένη
στα συναρπαστικά παιχνίδια της δημιουργικότητας και της ελευθερίας. -
Απαντώντας στον Βιριλιό με τα λόγια ενός υπερρεαλιστή: «Ο άνθρωπος είναι
η απάντηση, όποια κι αν είναι η ερώτηση». (Γιώργος-Ικαρος Μπαμπασάκης, Βιβλιοθήκη της ΕΛΕΥΘΕΡΟΤΥΠΙΑΣ, 1. 11. 2002)
Για τον πάντα εύστοχο πολεοδόμο, συγγραφέα και φιλόσοφο Πωλ Βιριλιό
(στο βιβλίο του Η ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ ΤΗΣ ΣΙΩΠΗΣ), «στο εξής, ΟΠΟΙΟΣ ΔΕΝ ΜΙΛΑΕΙ,
ΣΥΝΑΙΝΕΙ, καμιά σιωπή δεν μπορεί να είναι αποδοκιμαστική, ανθιστάμενη,
αλλά μόνο συναινούσα». Τώρα που η τέχνη εξυπηρετεί καλύτερα τους στόχους
του θεάματος, ο καλλιτέχνης μοιάζει με τον δήμιο. Οσο πιο απάνθρωπη και
ωμή γίνεται η τέχνη του, τόσο περισσότερο εξοικειώνει τους συνανθρώπους
του με την οριστική άλωση της ζωής. Η «διάγνωση» του Βιριλιό μιλά για
«κλινική ηδονοβλεπτικότητα»: κάποιοι παραχωρούν το σώμα τους χωρίς
ενδοιασμούς, επιτρέποντας σε επίδοξους Μένγκελε [ο Μένγκελε ήταν ναζί
γιατρός που έκανε απάνθρωπα πειράματα με τους κρατουμένους των
στρατοπέδων συγκεντρώσεως] να κάνουν τα πειράματά τους, ενώ οι υπόλοιποι
παρατηρούν αποχαυνωμένοι αυτή τη βίαιη διαδικασία απονέκρωσης. Και το
σώμα που βλέπουν, ουσιαστικά, δεν είναι άλλο από το δικό τους. - Γράφει ο
γάλλος δοκιμιογράφος: «Η τέχνη του 20ού αι. έχει γίνει τερατώδης, με
την έννοια ότι είναι σύγχρονη με τα φαινόμενα αποσβόλωσης των μαζικών
κοινωνιών που υποτάσσονται στη διαμόρφωση της γνώμης, στην προπαγάνδα
των Μ.Μ.Ε., ενώ συγχρόνως φτάνουν στα άκρα με την τρομοκρατία ή τον
ολικό πόλεμο». Η σκηνή του κόσμου κλονίζεται. Τώρα οι θεατές γίνονται
ολοένα περισσότερο μάρτυρες βάναυσων και ευτελών θεαμάτων. Εφ' όσον οι
πάντες συναινούν, συμμετέχουν κιόλας στο παγκόσμιο πρότζεκτ της τέχνης
του θανάτου. «Οσο κι αν δεν αρέσει στον Αντόρνο, μετά όπως και πριν το
Αουσβιτς, το θέαμα της ευτέλειας είναι σταθερά παρόν, αλλά έχει γίνει
πολιτικά μη ορθό το να το αμφισβητούμε, κι αυτό εν ονόματι της
ελευθερίας της έκφρασης, μιας ελευθερίας συγκαιρινής με την τρομοκρατική
πολιτική που ήταν, κατά τον Γιόζεφ Γκαίμπελς, η τέχνη να κάνεις εφικτό
ό,τι ήταν ανέφικτο». Τελικά, το όλο διακύβευμα της παρακολούθησης αφορά
τον θάνατο. Οι προοπτικές για τους ζωντανούς ελαττώνονται και την ίδια
στιγμή ωφελούνται οι βιομηχανίες μαζικών καταστροφών. Πώς να ζήσεις όταν
καθημερινά σε τρομοκρατούν, ακόμη και οι καλλιτέχνες; Τι αντιρρήσεις να
προβάλεις καθηλωμένος πίσω από ένα τζάμι, τι δημιουργικό μπορείς να
κάνεις; Να σιωπάς; «Στο εξής, αυτό που μιλάει είναι η εικόνα, όλες οι
εικόνες: οι εικόνες των διαφημιστικών αφισών και των οικιακών
τηλεοράσεων», σημειώνει ο Βιριλιό, «και των καλλιτεχνικών έργων» θα
προσθέταμε προσυπογράφοντας την «προφητεία» του συγγραφέα, που αναμένει
«την προσεχή έλευση μιας τρομοκρατικής τέχνης, που θα εγκωμιάζει την
αυτοκτονία, τον αυτοακρωτηριασμό που θα παρέτεινε τον τωρινό μεγάλο
ενθουσιασμό για τη χάραξη του σώματος, το piercing, ή πάλι το αναίτιο
έγκλημα, έλευση μιας θανατοφιλίας που θα ξαναζωντάνευε ένα λησμονημένο
σήμερα φασιστικό σύνθημα: Viva la muerte! Ζήτω ο θάνατος!» (Μανώλης Ανδριωτάκης, ΕΛΕΥΘΕΡΟΤΥΠΙΑ, 24. 9. 2002)
Λένε πολλοί ότι "η σύγχρονη τέχνη βρίσκεται σε κρίση" χωρίς να
καταλαβαίνουν ότι η κρίση αυτή συμβαδίζει με έναν τρόμο που απειλεί
πραγματικά κάθε παράσταση. Χωρίς την τρομοκρατία τα έργα του 20ού αιώνα
είναι αδιανόητα, αόρατα. Χωρίς τον πολλαπλασιασμό των κινδύνων των δράμα
των σημερινών επιφάσεων είναι ακατανόητο , κατα ορισμένους επιλήψιμο.
Πράγματι ενώ στις αρχές του 20ου αιώνα η Τέχνη ήταν ακόμα μόνον ο
πρόδρομος των τραγωδιών που έμελλε σύντομα να μας πλήξουν στις αρχές του
21ου αιώνα, ίσα ίσα η επιστήμη οφείλει να προεικονίσει το άγχος του
μέλλοντος. Απαιτώντας με τη σειρά της μια ελευθερία έκφρασης στο ύψος
των φιλοδοξιών της, η τεχνοεπιστήμη εγκαινιάζει έναν "εξπρεσιονισμό" του
οποίου ο άμετρος χαρακτήρας είναι εφάμιλλος μόνο με την ικανότητα της
τεχνοεπιστήμης, να ανατρέπει κάθε νόμο, κάθε ηθική, στο όνομα μόνο της
παντοδυναμίας της. Για τον Βιριλιό, η κρίση της σύγχρονης
τέχνης είναι ο μισθός του φόβου μίας μαζικής κουλτούρας που οδηγεί στην
εξολόθρευση και φόβου μιας σιωπής που ταυτίζεται με την ανανδρία αφού ως
γνωστόν "όποιος δεν μιλάει συναινεί". [ISBN: 960-8480-90-6]
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου