Ένα λογιστικό λάθος στον υπολογισμό του δημοσίου χρέους και το ζήτημα της αξιοπιστίας
του Κώστα Καλλωνιάτη
Τα
λάθη είναι ανθρώπινα. Και όταν είναι λογιστικά, κατά κανόνα είναι
ασήμαντα. Εάν φυσικά μιλάμε για τη μάχη των ιδεών και της πολιτικής.
Γιατί στην οικονομική δραστηριότητα ενίοτε μπορεί να είναι και μοιραία.
Τι συμβαίνει, όμως, όταν ένα οικονομικό στοιχείο, μία οικονομική και
στατιστική ανάλυση οδηγεί σε συγκεκριμένες στρατηγικές επιλογές για την
πολιτική που πρέπει να ακολουθήσει μία χώρα, μία κοινωνία ;
Πόση
σημασία μπορεί να έχει ένα ‘λογιστικό’ λάθος όταν πάνω του βασίζεται
ένα, κατά τα άλλα, ορθό συμπέρασμα και πολιτική πρόταση ; Το σύνηθες
είναι από σωστές υποθέσεις και εκτιμήσεις να φθάνουμε σε εσφαλμένα
συμπεράσματα. Στην υπό εξέταση περίπτωση, ωστόσο, συμβαίνει το
αντίστροφο. Πρόκειται, δε, για μία ιδιάζουσα και εξαιρετικά
ενδιαφέρουσα περίπτωση, αφού αφορά τη λογιστική ανάλυση ενός ικανότατου
και πολυγραφότατου οικονομικού αναλυτή, του κ. Δ. Καζάκη, ο οποίος είναι
ίσως ο βασικός θεμελιωτής της πρότασης για παύση πληρωμών-έξοδο από το
ευρώ-άρνηση χρέους (δεν αναφέρω τον κ. Λαπαβίτσα, ο οποίος επίσης
πρωτοστατεί σε αυτή την κατεύθυνση, γιατί εκείνος μιλά για
αναδιαπραγμάτευση χρέους).
Επί
της ουσίας, λοιπόν, ο κ. Καζάκης στις 7/3/10 έγραψε στην ΑΥΓΗ ένα άρθρο
με τίτλο «Υπάρχει θέμα χρεοκοπίας για την Ελλάδα ;» (βλ http://youpayyourcrisis.blogspot.com/2010/03/blog-post_07.html)
όπου παρέθετε δύο πίνακες για το χρέος και τις δαπάνες εξυπηρέτησής του
τη τελευταία δεκαετία και από τους οποίους προέκυπτε πως η χρεοκοπία
της χώρας είναι αναπόφευκτη. Συγκεκριμένα, από τα στοιχεία που είχε
επεξεργαστεί ο κ. Καζάκης οδηγούνταν στο συμπέρασμα πως «Την
τελευταία δεκαετία το ελληνικό δημόσιο πλήρωσε συνολικά σε εξυπηρέτηση
δανείων πάνω από 450 δις ευρώ και δανείστηκε εκ νέου σχεδόν 486 δις
ευρώ. Απ’ αυτόν τον νέο δανεισμό μόλις το 3,1%
κατά μέσο όρο πήγε στην κάλυψη του δημοσιονομικού ελλείμματος. Όλα τα
υπόλοιπα πήγαν στην αναχρηματοδότηση του δημόσιου χρέους.»
Επρόκειτο
για μία πρωτοφανή διαπίστωση ικανή να σοκάρει και να εξοργίσει, αφού
αποκάλυπτε ότι το πρόβλημα δεν ήταν στο σπάταλο κράτος και το δημόσιο
έλλειμμα (άρα και η λύση δεν βρισκόταν στη μείωσή του όπως επιχειρεί
μάταια σήμερα η κυβέρνηση) αλλά στο ίδιο το χρέος και τον φαύλο κύκλο
της εξυπηρέτησής του στον οποίο είχε εξωθήσει επί σειράν ετών την Ελλάδα
το ξένο κυρίως χρηματοπιστωτικό κεφάλαιο. Η αποκάλυψη ήταν φοβερή γιατί
υπογράμμιζε την αδυναμία και συγχρόνως την ματαιότητα των θυσιών της
ελληνικής οικονομίας και κοινωνίας να ανταποκριθεί στις τοκογλυφικές
απαιτήσεις των πιστωτών της. Η εκμετάλλευση και η χρεοκοπία ήταν εκεί,
υπαρκτή και ορατή δια γυμνού οφθαλμού. Το επιχείρημα ατράνταχτο : 97%
του δανεισμού της δεκαετίας πήγε στην αναχρηματοδότηση του χρέους, όχι
στη κάλυψη του ελλείμματος.
Το
επιχείρημα αυτό επανέλαβε τακτικά σε άρθρα του ο κ. Καζάκης, και
υιοθέτησαν πολλοί άλλοι (από τον κ. Τόλιο του ΣΥΝ σε εισηγήσεις του, ως
τον κ. Σ. Χριστακόπουλο στο πρόσφατο εύστοχο πόνημά του «Η ομοιοπαθητική
της διαφθοράς», Ποντίκι, 14/9). Το πρόβλημα είναι πως το επιχείρημα
είναι πολύ βολικό για να είναι αληθινό. Που βρίσκεται όμως το λάθος ;
Και σε τι αλλάζει η κατάληξη-συμπέρασμα για τη ματαιότητα του δανεισμού
και τη χρεοκοπία της χώρας ;
Η
κατάληξη είναι σωστή, όπως ήδη αναφέραμε και θα εξηγήσουμε παρακάτω,
αλλά όχι σαν συμπέρασμα των στοιχείων που παραθέτει ο κ. Καζάκης στους
δύο πίνακες. Το
λογιστικό λάθος του κ. Καζάκη βρίσκεται στον υπολογισμό των δαπανών
εξυπηρέτησης του δημοσίου χρέους του Πίνακα 1. Πολύ απλά, στις δαπάνες
για τοκοχρεολύσια προσθέτει τις εξοφλήσεις βραχυπρόθεσμων τίτλων. Κακώς.
Γιατί ουσιαστικά πρόκειται για ταμειακές διευκολύνσεις - όχι για
δαπάνες εξυπηρέτησης του χρέους – οι οποίες επαναλαμβάνονται,
ανακυκλώνονται και αυτοακυρώνονται αρκετές φορές μέσα στη διάρκεια του
έτους,. Και επειδή ο ίδιος έχει αναφέρει την ομοιότητα που έχουν οι
εξοφλήσεις αυτές με τη λειτουργία μιας πιστωτικής κάρτας, δώστε προσοχή
στο εξής παράδειγμα που κάνει νομίζω κατανοητό το σφάλμα :
εάν
κάποιος κάθε μήνα δαπανά εξ αρχής το ισόποσο του μισθού του (πριν τον
εισπράξει πχ στο μέσο ή το τέλος του μήνα) χρησιμοποιώντας τη πιστωτική
του κάρτα, και στο τέλος κάθε μήνα πηγαίνει και κλείνει το άνοιγμα της
πιστωτικής του με τον μισθό που στο μεταξύ κανονικά εισέπραξε, τι να
σημαίνει αυτό άραγε ; Μήπως ότι δαπανά όλον τον μισθό του για τις αγορές
που έκανε και άλλο τόσο για την αποπληρωμή της κάρτας του ; Γιατί αυτό
κάνει ο κ. Καζάκης όταν προσθέτει στα τοκοχρεολύσια τις εξοφλήσεις
βραχυπρόθεσμων τίτλων. Είναι σαν να σου λέει πως στο τέλος του έτους
δαπάνησες 14.000 που ήταν ας πούμε το άθροισμα των μισθών σου και άλλες
14.000 για την αποπληρωμή της κάρτας σου (σύνολο 28.000 χωρίς να
υπολογίζουμε τόκους χάριν ευκολίας). Μα είναι δυνατόν να έχεις δαπανήσει
τα διπλά απ' όσα εισπράττεις ετησίως και μάλιστα αφήνοντας ελάχιστο
υπόλοιπο ως χρέος στο τέλος του έτους ;
Με
τον τρόπο αυτό, ο κ. Καζάκης καταφέρνει πχ τα 41 δις τοκοχρεολυσίων του
2009 σχεδόν να τα διπλασιάσει, φουσκώνοντας έτσι τις δαπάνες
εξυπηρέτησης του χρέους στα 77 δις με τη προσθήκη των εξοφλήσεων
βραχυχρόνιων τίτλων του Πίν. 1. Ακολούθως, δε, να τις διογκώσει ακόμη
περισσότερο στα 84 δις στον Πίν. 2 υπό τον τίτλο «πληρωμές δανείων». Τη
διαφορά αυτή (84-77 = 7 δις.) πουθενά δεν εξηγεί πως προκύπτει, παρότι
έχει επεξεργασθεί ο ίδιος τα στοιχεία. Εάν μείνουμε μόνον στα
τοκοχρεολύσια της δεκαετίας που ανέρχονται στα 297 δις τότε οι
πραγματικές δαπάνες εξυπηρέτησης του χρέους σαν ποσοστό του συνολικού
νέου δανεισμού της περιόδου περιορίζονται στο 61% αντί του εκπληκτικού
97% που προβάλλει ο Καζάκης. Το ποσοστό παραμένει σημαντικό, όμως η
διαφορά είναι μεγάλη, καθώς ξεπερνά το 1/3 του συνολικού δανεισμού της
δεκαετίας. Η υπερβολή ουδέποτε ήταν καλός δάσκαλος. Σου προσφέρει
πόντους εντυπώσεων αρχικά προσθέτοντας σε πειθώ, για να σου τα αφαιρέσει
με το παραπάνω στη συνέχεια όταν αποκαλυφθεί η αλήθεια.
Σημαίνουν
οι παρατηρήσεις αυτές πως δεν ισχύουν τα περί χρεοκοπίας και ανάγκης
διαγραφής μεγάλου μέρους του χρέους ; Ασφαλώς όχι. Αυτά ισχύουν, αλλά
για άλλους λόγους που δεν προκύπτουν από τους πίνακες του κ. Καζάκη και
έχουν να κάνουν με τέσσερις παράγοντες (ύψος χρέους, πρωτογενές
ισοζύγιο, ύψος και τάση επιτοκίου, μεταβολή ΑΕΠ) ο αλγεβρικός συνδυασμός
των οποίων προσδιορίζει στην ελληνική περίπτωση το αδιέξοδο της
σημερινής κατάστασης και της πολιτικής του Μνημονίου που τη συντηρεί.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου