Γράφετε
στην παράδοση του αυτόνομου μαρξισμού, δίνοντας έμφαση στους
αντικαπιταλιστικούς αγώνες στο επίπεδο της καθημερινής ζωής. Για όποιον
δεν είναι εξοικειωμένος με το γράψιμό σας, μπορείτε να μας εξηγήσετε πώς
αναπτύχθηκαν αυτές οι ιδέες μέσα από τη δουλειά σας στα βιβλία σας «Ας
αλλάξουμε τον κόσμο χωρίς να καταλάβουμε την εξουσία» και «Ρωγμές στον
καπιταλισμό»;
Ναι,
νομίζω ότι πρέπει να αρχίσουμε από την καθημερινότητα της πάλης ενάντια
στον καπιταλισμό, να δούμε δηλαδή ότι η αντίσταση στον καπιταλισμό
αποτελεί αναπόσπαστο μέρος της ζωής στην καπιταλιστική κοινωνία. Αν δεν
μπορούμε να το κάνουμε αυτό, τότε ο αγώνας ενάντια στον καπιταλισμό
γίνεται αναπόφευκτα ελιτίστικος και αυτοκαταστροφικός.
Η
συζήτηση αυτή ξεκίνησε στη Δυτική Γερμανία στα τέλη της δεκαετίας του
1960. Υποστηρίχτηκε τότε ότι ο καλύτερος τρόπος για να κατανοήσουμε τη
φύση του καπιταλιστικού κράτους είναι να το δούμε ως μια ιδιαίτερη μορφή
της σχέσης μεταξύ κεφαλαίου και εργασίας. Με άλλα λόγια, να το δούμε με
τον τρόπο που επιχείρησε ο Μαρξ να αναλύσει τις διάφορες μορφές των
καπιταλιστικών κοινωνικών σχέσεων (χρήμα, κεφάλαιο, τόκους κ.ο.κ.),
ανάγοντάς τες δηλαδή στις θεμελιώδεις μορφές των κοινωνικών σχέσεων και,
σε τελική ανάλυση, στο διττό χαρακτήρα της εργασίας στην καπιταλιστική
κοινωνία.
Το σημαντικό
είναι ότι με τον τρόπο αυτό η καπιταλιστική φύση του κράτους εντοπίζεται
όχι στις λειτουργίες του, αλλά στην ίδια την ύπαρξή του ως μια
κοινωνική μορφή διαφορετική από άλλες κοινωνικές μορφές. Είναι η
ανάδειξή του σε ιδιαίτερη μορφή αυτή που διαμορφώνει το κράτος ως
καπιταλιστικό. Αυτό που είναι προφανές κατά έναν τρόπο, είναι το γεγονός
ότι το κράτος (από την ίδια την ύπαρξή του) παίρνει ό,τι είναι κοινό
μακριά από μας και το παραδίδει σε πληρωμένους λειτουργούς. Αυτό είναι
που κάνει το κράτος καταπιεστικό και ξένο, ανεξάρτητα από το τι κάνει
στην πραγματικότητα.
Από τα παραπάνω προκύπτει, νομίζω, ότι δεν
έχει νόημα να σκεφτούμε την αλλαγή της κοινωνίας μέσω του κράτους. Αυτό
μοιάζει προφανές ως συμπέρασμα, αλλά κανείς δεν το λέει στην
πραγματικότητα, απ΄ όσο θυμάμαι, εξ ου και κάποιοι που είχαν
παρακολουθήσει την σχετική συζήτηση φάνηκαν να εκπλήσσονται όταν έθιξα
ρητά αυτό το σημείο στο «Να αλλάξουμε τον κόσμο χωρίς να καταλάβουμε την
εξουσία». Κατά τη γνώμη μου, το σημαντικό βήμα στη συζήτηση για τη φύση
του κράτους ήταν να το αντιληφθούμε ως μορφή - διαδικασία: μια
διαδικασία διαμόρφωσης κοινωνικών σχέσεων και διοχέτευσής τους σε σχέδια
συμβατά με την αναπαραγωγή των καπιταλιστικών κοινωνικών σχέσεων. Έτσι,
το κράτος είναι μια συνεχής διαδικασία στη διαστρωμάτωση, το χρήμα
είναι μια διαδικασία της νομισματοποίησης, η αφηρημένη εργασία είναι μια
διαδικασία αφαίρεσης της ανθρώπινης δραστηριότητας και ούτω καθεξής.
Όλες αυτές οι κατηγορίες είναι αποκρυσταλλώσεις ενός αγώνα που
διεξάγεται κάθε στιγμή, ενός αγώνα που διαπερνά τις ζωές όλων μας. Ως εκ
τούτου, το κράτος είναι μια μορφή των καπιταλιστικών κοινωνικών
σχέσεων, τη μορφή της οποίας πρέπει να την κατανοήσουμε ως διαδικασία
συγκρότησης. Αυτό μας οδηγεί άμεσα να δούμε την καθημερινή ζωή ως έναν
ενεργό αγώνα μεταξύ αυτής της διαδικασίας και μιας αντίστασης που λέει
«όχι, αρνούμαστε, θα πάμε σε μια διαφορετική κατεύθυνση, θα κάνουμε
πράγματα με διαφορετικό τρόπο». Η καθημερινή ζωή, λοιπόν, είναι μια
σταθερά που κινείται ενάντια και πέρα από το κεφάλαιο.
[...]
Μετακόμισα στο Μεξικό το 1991. Στη συνέχεια ήρθε η εξέγερση των
Ζαπατίστας την 1η Ιανουαρίου 1994, με την προσπάθειά τους να αλλάξουν
τον κόσμο ξανά χωρίς να καταλάβουν την εξουσία, πράγμα που δημιούργησε
μια μεγάλη τόνωση, ένα νέο πλαίσιο για τη σκέψη. Εδώ μιλάμε γι΄ αυτές
τις ιδέες διαρκώς στις συζητήσεις με φίλους, συναδέλφους, μαθητές, κ.λπ.
Έτσι ξεκίνησε και το «Ας αλλάξουμε τον κόσμο...», καθώς και όλες οι
συζητήσεις που με έφεραν σε επαφή με πολλές συναρπαστικές ομάδες σε όλη
τη χώρα. Και το σταθερό ερώτημα «Τι κάνουμε; Τι κάνουμε όταν ο κόσμος
γύρω μας καταρρέει;» οδήγησε στο «Ρωγμές στον καπιταλισμό».
Σε
αυτό το τεύχος επιχειρούμε μια κριτική επισκόπηση των μορφών οργάνωσης
του κινήματος κατά της παγκοσμιοποίησης, και εξετάζουμε, καθώς μπαίνουμε
σε ένα νέο κύκλο αγώνων, ποια διδάγματα μπορούν να αντληθούν. Σύμφωνα
με αυτή τη συγκριτική προοπτική, πώς η ανάλυση της κατάστασης των παγκόσμιων σχέσεων του κεφαλαίου (κρίση) και των τάξεων μπορεί
να συμβάλει στην κατανόηση των σημερινών αγώνων; Ποιες είναι οι
διαφορές αυτών των τελευταίων από τους αγώνες του κινήματος κατά της
παγκοσμιοποίησης; Υπάρχουν πρακτικές, οργανωτικές συνέπειες;
Βλέπω
ότι το Days of Rage (Ημέρες της Οργής) ξεκίνησε από τα διάφορα αραβικά
κινήματα στην αρχή της χρονιάς, εισάγοντας μια νέα φάση αγώνα/ζωής
ενάντια και πέρα από το κεφάλαιο. Η αναπαραγωγή του κεφαλαίου στην
παρούσα κρίση μπορεί να επιτευχθεί μόνο μέσα από μια άγρια και,
πιθανότατα, παρατεταμένη επίθεση στον τρόπο με τον οποίο ζούμε,
εργαζόμαστε, παίζουμε και επικοινωνούμε ο ένας με τον άλλον. Το κεφάλαιο
μπορεί να επιβιώσει μόνο με τη μετατροπή της ανθρώπινης ζωής πάνω στη
γη, πιθανώς με τη μεσοπρόθεσμη συνέπεια ότι θα κάνει την ζωή (και την
ίδια την ύπαρξή) αδύνατη. Η μεγάλη καπιταλιστική επίθεση (αυτό που οι
Ζαπατίστας αποκαλούν «Τέταρτος Παγκόσμιος Πόλεμος», ή αυτό που συχνά
αναφέρεται ως νεοφιλελευθερισμός, αλλά είναι σημαντικό να δούμε ότι αυτό
απορρέει από την λογική του κεφαλαίου, όχι από τις πολιτικές επιλογές
των κυβερνήσεων) κάνει ήδη τεράστια ζημιά.
Η ίδια η ιδέα της
ανθρώπινης ύπαρξης και της επιθυμίας να είναι περισσότερο από ένα
πράγμα, δεν γίνεται να διαχωριστεί από την οργή εναντίον του κράτους και
του χρήματος, από την οργή ενάντια σε αυτό που καταστρέφει την
ανθρωπότητα. Σε έναν κόσμο μαζικής καταστροφής, η ανθρωπότητα οργίζεται,
ο ορθολογισμός οργίζεται, η αξιοπρέπεια οργίζεται. Όλο και περισσότερο
ζούμε στον κόσμο της οργής, αλλά όλη αυτή η οργή που μαίνεται δεν είναι
πάντα ορθολογική ή αξιοπρεπής, ούτε δείχνει πάντα το δρόμο για το μέλλον
στην ανθρωπότητα. Ίσως η ερώτηση για εμάς (ειδικά μετά τις ταραχές στην
Αγγλία) είναι πώς θα πάρουμε μέρος μέσα σ΄αυτό το παλιρροϊκό κύμα της
οργής, αν και πώς μπορούμε να δείξουμε τα κατευθύνσεις που ανοίγουν ένα
μέλλον για τους ανθρώπους και άλλες μορφές ζωής.
Αυτό δεν είναι
μόνο θέμα για τη συγγραφή βιβλίων ή για απαντήσεις σε ερωτήσεις μιας
συνέντευξης, αλλά πρόκληση για την ανάπτυξη πρακτικών που βρίσκονται
πέρα από το κεφάλαιο. Η ελπίδα έγκειται στο γεγονός ότι οι άνθρωποι που
δημιουργούν ρωγμές στον καπιταλισμό είναι ήδη εκατομμύρια. Πρόσφατα
διάβασα ένα άρθρο του Kolya Abramsky, που υποστηρίζει ότι η επιλογή που
μας φέρνει αντιμέτωπους σήμερα είναι μεταξύ αξιοπρεπούς και
αναξιοπρεπούς οργής. Νομίζω ότι έχει απόλυτο δίκιο.
Μιλάτε
για τη ζωή μέσα, ενάντια και πέρα από τη δυναμική του καπιταλισμού, σε
έναν διαρκή αγώνα για να ζήσουμε μια ζωή με νόημα ενάντια στο
επιβεβλημένο νόημα της καπιταλιστικής εργασίας. Ωστόσο, όταν
απομακρυνόμαστε από το κεφάλαιο, μπαίνουμε σε μια ανασφαλή και
ανεξερεύνητη περιοχή. Το να απελευθερωθούμε από τα όρια της εργασίας ή
το να αρνηθούμε να υποταχθούμε, δεν είναι μάλλον μια προνομιακή κίνηση;
Θα
μπορούσε να είναι μια προνομιακή κίνηση, και σε πολλές περιπτώσεις
είναι. Αλλά δε νομίζω ότι πρέπει να απορρίψουμε ένα προνόμιο τόσο
εύκολα. Ένα προνόμιο μπορεί να είναι μια ευθύνη. Αν κάποιοι από εμάς
ζούμε σε συνθήκες όπου είναι πιο εύκολο να παρακούσουμε απ΄ ό,τι είναι
για τους άλλους, θα ήταν παράλογο να ισχυριστεί κανείς ότι θα πρέπει να
υπακούμε και να υποβάλουμε τον εαυτό μας στην πειθαρχία της
καπιταλιστικής εργασίας. Αλλά στην πραγματικότητα δεν είναι έτσι. Για
τους περισσότερους ανθρώπους, η απελευθέρωσή τους από την εργασία δεν
είναι θέμα επιλογής, αλλά αποτέλεσμα της απόλυσης. Το να είναι άνεργοι ή
επισφαλώς απασχολούμενοι δεν είναι συνήθως μια συνειδητή επιλογή, αλλά
το ερώτημα είναι τι κάνουμε με αυτό και πώς το βλέπουμε. Οι άνθρωποι που
έχουν βγει έξω από το καπιταλιστικό σύστημα της κοινωνικής συνοχής,
γενικά, αναγκάζονται να αναπτύξουν άλλες μορφές κοινωνικής υποστήριξης,
άλλους τρόπους ζωής.
Παρόλες τις δυσκολίες, αυτές μπορεί να
είναι εμβρυακές μορφές από μια διαφορετική κοινωνία και οι πραγματικές
υλικές βάσεις της αντικαπιταλιστικής επανάστασης. Οι πιο ριζοσπαστικές
ομάδες των πικετέρος στην Αργεντινή, για παράδειγμα, ξέφυγαν από την
προσπάθεια για την αύξηση της απασχόλησης («το δικαίωμα στην εργασία»),
με το να αγωνίζονται για τη δημιουργία σημαντικών μορφών δραστηριότητας
εκτός καπιταλιστικής εργασίας. Και αυτή η δημιουργία δομών αμοιβαίας
υποστήριξης από τους αποκλεισμένους, ιδιαίτερα στις πόλεις, έχει
προσφέρει την υλική βάση για τις περισσότερες και πιο σημαντικές
αντικαπιταλιστικές εξεγέρσεις τα τελευταία χρόνια, στη Λατινική Αμερική
και αλλού.
Για εμάς, φαίνεται
ότι οι καθημερινές στιγμές της αντίστασης που περιγράφετε στο έργο σας,
π. χ. το κορίτσι που διαβάζει ένα βιβλίο στο πάρκο, αντί να πάει στη
δουλειά, είναι μικρές νίκες. Λαμβάνοντας υπόψη την ευρεία αντίσταση στην
αφηρημένη εργασία που περιγράφετε, και ό,τι ζούμε σήμερα με την
αυξημένη μαχητικότητα των εργαζομένων και των φοιτητών, η εστίασή σας σε
αυτές τις μεμονωμένες ενέργειες δεν δείχνει έλλειψη φιλοδοξίας;
Καθόλου.
Το σημαντικό είναι οι γραμμές της συνέχειας, οι γραμμές της
δυνατότητας, τα ίχνη της πυρίτιδας, που οδηγούν το κορίτσι από το πάρκο
στην Πλατεία Συντάγματος στις 15 Ιουνίου ή στην εξέγερση των Ζαπατίστας.
Αν δεν δούμε και δεν ενισχύσουμε τις γραμμές της συνέχειας,
κλειδωνόμαστε στο γκέτο της απελπισίας.
Πολλοί
δυσκολεύονται να αντιληφθούν πώς αυτή η ευρέως διαδεδομένη καθημερινή
αντίσταση στην αφηρημένη εργασία, η «κραυγή», μπορεί να εκδηλωθεί ως
κάτι περισσότερο από μια μορφή ηθικής στάσης ζωής. Χωρίς μια στρατηγική
για τη συλλογική δράση δεν κινδυνεύει το επιχείρημά σας, στην καλύτερη
περίπτωση, να ερμηνευθεί ως μια μορφή πολιτικού lifestyle, και στη
χειρότερη, να θεωρηθεί ότι οδηγεί σε μια ψεύτικη αίσθηση συντροφικότητας
ή κοινότητας με βάση μια άναρθρη και αφηρημένη έννοια της απόρριψης;
Δεν
καταλαβαίνω. Η εξέγερση στην Ελλάδα δεν είναι μια κραυγή; Ή το «Ya
basta» των Ζαπατίστας, ή το «Que se vayan todos» (σημ: «να φύγουν όλοι»)
στην Αργεντινή, ή οι καταλήψεις των indignados στην Ισπανία, ή ακόμη
και η ρωσική επανάσταση, ή οποιαδήποτε άλλη εξέγερση που μπορώ να
αναφέρω; Και από που πηγάζουν όλες αυτές οι τεράστιες κοινωνικές
κραυγές; Δεν προέρχονται από τους καθημερινούς αγώνες και την
δυσαρέσκεια χιλιάδων και χιλιάδων ανθρώπων; Και πώς μπορούμε να
κατανοήσουμε τις σχέσεις τους, αν όχι εστιάζοντας στις γραμμές της
συνέχειας; Ο λόγος που θέλουμε να μιλάμε για ρωγμές και όχι για
αυτονομίες, είναι ότι οι ρωγμές κινούνται συχνά απρόβλεπτα και με την
ταχύτητα του φωτός.
Η επικάλυψη
κάποιων αξιών μεταξύ της κυβέρνησης συνασπισμού στο Ηνωμένο Βασίλειο και
της αυτόνομης αναρχικής πολιτικής, είναι ένα καλό παράδειγμα για το πώς
οι ενέργειές μας και οι «εναλλακτικές λύσεις» μπορούν να ενσωματωθούν
στο κράτος. Πώς μπορεί να δοθεί έμφαση στο «ενάντια και πέρα» με τη δική
σας έννοια, δηλαδή «μέσα και ενάντια και πέρα» από όσους εμπλέκονται
στην οργάνωση της κοινότητας σε αυτό το πολιτικό κλίμα; Πώς μπορεί να
μεταφραστεί σε συγκεκριμένες ενέργειες;
Το
κράτος είναι η κίνηση της ενσωμάτωσης των εναλλακτικών λύσεων: αυτό
σημαίνει το να μιλάμε για το κράτος ως μορφή κεφαλαίου. Πώς μπορούμε να
αντισταθούμε σε αυτή την διαδικασία; Μάλλον μόνο με τη μετάβαση προς την
αντίθετη κατεύθυνση, δημιουργώντας κοινότητες. Αν θεωρούμε το κεφαλαίο
ως μια μορφή των κοινωνικών σχέσεων, είναι σαν να λέμε ότι η εξουσία δεν
είναι ζήτημα του ποιος-ποιον (σύμφωνα με την έξοχα τρομακτική διατύπωση του Λένιν), αλλά του πώς. Το κεφάλαιο είναι το πώς, ένα μέσο
για να κάνουμε πράγματα, και ο μόνος τρόπος που μπορούμε να το
καταπολεμήσουμε είναι να το αντιμετωπίσουμε με διαφορετικά μέσα. Δικά
μας μέσα είναι η δημιουργία κοινοτήτων, η συνάντηση, ο καθορισμός από
κάτω προς τα πάνω, κάθετί που συγκρούεται καθώς κινείται.
Οποιαδήποτε
διαδικασία καθορισμού από τα κάτω γρήγορα θα έρθει σε σύγκρουση με το
κεφαλαίο και τo χρήμα - αντίθετα, η ενίσχυση της κοινότητας που
προωθείται από τα πάνω θεμελιώνεται στο σεβασμό για τις μορφές εκείνες
που καθιστούν αδύνατη την ενίσχυση της κοινότητας. Υπάρχουν ήδη πολλές
προσπάθειες για να μεταφραστεί αυτή η ιδέα σε πρακτική δράση ενάντια
στις περικοπές. Νομίζω ότι το σημαντικό είναι να δείξουμε στην πράξη τι
σημαίνουν οι εναλλακτικές λύσεις. Όσο το δυνατόν περισσότερο, δεν θα
πρέπει να υπερασπιζόμαστε τους εαυτούς μας με τους δικούς τους όρους,
αλλά να διεκδικούμε με σαφήνεια αυτό που συχνά κάνουμε ήδη. Στον τομέα
της εκπαίδευσης, για παράδειγμα, πολλοί από εμάς ξεκινούμε με την άποψη
ότι η μόνη εκπαίδευση που έχει νόημα είναι αυτή που αναδεικνύει τις
προτάσεις για ένα καλύτερο μέλλον για την ανθρωπότητα, και ως εκ τούτου
έχει ως στόχο την καταστροφή του καπιταλισμού. Μερικές φορές
αισθανόμαστε φοβισμένοι όταν αναφέρουμε το προφανές για τους
περισσότερους ανθρώπους, αλλά συχνά είναι σημαντικό να δηλώνουμε το
προφανές. Η καλύτερη άμυνα είναι συνήθως η επίθεση: επίθεση στα σχολεία,
επίθεση στα πανεπιστήμια, επίθεση στα νοσοκομεία.
Όσον
αφορά το τελευταίο σημείο, ποια εφαρμογή βρίσκει η ανάλυση αυτή στις
«ταραχές» που πυροδοτήθηκαν τον Αύγουστο από τον πυροβολισμό του Μαρκ
Ντάγκαν; Επρόκειτο σαφώς για μια αντίδραση στην καταπίεση από το κράτος
και στον αποκλεισμό των κοινοτήτων από τον πλούτο. Αναμφισβήτητα, όμως,
υπήρξαν στοιχεία οπισθοδρόμησης σε πολλές από τις δράσεις που έγιναν.
Ενώ λοιπόν οι δράσεις αυτές μπορούν να κατανοηθούν ως ανταγωνιστικές
στον ασφυκτικό κλοιό του καπιταλισμού πάνω στις ζωές και τις πόλεις μας,
μπορούμε να κατανοήσουμε τις «ταραχές» ως μέρος μιας προοδευτικής,
αντικαπιταλιστικής πάλης;
Αυτό που οι αγγλικές «ταραχές»
κατέστησαν σαφές είναι ο φοβερός κίνδυνος η οργή να γίνεται όλο και πιο
κυρίαρχη ανάμεσα στον κόσμο. Μόνο μέσα από την οργή (την κραυγή) μπορεί
να έρθει η κοινωνική αλλαγή, αλλά η οργή είναι τρομερά επικίνδυνη.
Μπορεί να κυλήσει πολύ εύκολα εναντίον μας, σε τρομερά καταστροφικές
μορφές. Από τη μια πλευρά, λοιπόν, χάρηκα με την έκρηξη του θυμού και τη
λεηλασία που υπέστησαν οι κλέφτες. Από την άλλη, οι «ταραχές» καθιστούν
σαφή την καταστροφική δυναμική της κοινωνικής οργής. Νομίζω ότι ο Kolya
Abramsky έχει δίκιο τονίζοντας το γεγονός ότι οι ευκαιρίες μας για τη
δημιουργία ενός καλύτερου κόσμου μπορεί να είναι στιγμιαίες. Υπάρχει μια
αίσθηση, σύμφωνα με την οποία οι πιο αρνητικές πτυχές των «ταραχών»
είναι μια έκφραση της αποτυχίας των βρετανών φοιτητών να κάνουν ό,τι
κάνουν τώρα οι φοιτητές της Χιλής, ακριβώς όπως θα μπορούσε να
υποστηριχθεί ότι η αποκρουστική βία στο Μεξικό σήμερα οφείλεται εν μέρει
στην αποτυχία μας να αρπάξουμε την ευκαιρία που διάνοιξε η εξέγερση των
Ζαπατίστας. Ο πόλεμος που πρέπει να κερδίσουμε είναι ο πόλεμος της
οργής, και υποπτεύομαι ότι ο μόνος τρόπος που μπορούμε να το κάνουμε
είναι μέσα από την δημιουργία κοινοτήτων. Να σπάσουμε τον καπιταλισμό,
με άλλα λόγια.
Σε
μια πρόσφατη συνέντευξή σας κάνατε κριτική στην πολιτική δέσμευση για
τον εκδημοκρατισμό, αμφισβητώντας αν αυτός είναι εφικτός χωρίς τη
δέσμευση στην κατάργηση του χρήματος, του κεφαλαίου, του κράτους και της
αφηρημένης εργασίας. Ωστόσο ο εκδημοκρατισμός βρίσκεται στο επίκεντρο
των ριζοσπαστικών πολιτικών ρήξεων που παρακολουθούμε: δικτάτορες
ανατράπηκαν στη Μέση Ανατολή και τη Βόρεια Αφρική, η φιλελεύθερη
δημοκρατία βρίσκεται σε κρίση στην Ελλάδα και την Ισπανία, ενώ πειράματα
συμμετοχικής δημοκρατίας λαμβάνουν χώρα στο εσωτερικό των κινημάτων που
αγωνίζονται μέσα στην κρίση. Για εμάς αυτά είναι συναρπαστικά, καθώς
διαθέτουν ένα στοιχείο μαζικότητας που είχε χαθεί από τα πολιτικά
κινήματα του καιρού μας. Πιστεύετε ότι το κίνημα για την πραγματική
δημοκρατία στην Ισπανία ή οι κινήσεις εκδημοκρατισμού του αραβικού
κόσμου περιέχουν στοιχεία απόρριψης του χρήματος, του κεφαλαίου, του
κράτους και της αφηρημένης εργασίας; Τι μπορούμε να πάρουμε από αυτές
τις εμπειρίες για την ανάπτυξη της ριζοσπαστικής πολιτικής που έχετε στο
μυαλό σας;
Συμφωνώ απόλυτα ότι
αυτά είναι συναρπαστικά κινήματα. Η πραγματική δημοκρατία είναι ένα
όριο, όπως άλλωστε και όλες οι μεγάλες έννοιες του αγώνα. Ανοίγει μια
πόρτα και μας καλεί να προχωρήσουμε παραπέρα. Εμείς μπορεί να αρνηθούμε
την πρόσκληση και να μείνουμε εκεί που είμαστε, σε μια κενή έννοια της
δημοκρατίας, μέσα στην αμφιβολία. Ή μπορούμε να την δεχτούμε, όπως και
πολλοί άλλοι, και να σκεφτούμε ποια είναι η πραγματική δημοκρατία και με
τι θα μπορούσε να μοιάζει. Και εκεί βλέπουμε ότι οι εμπειρίες της
Πλατείας Ταχρίρ, της Πουέρτα ντελ Σολ, της πλατείας Συντάγματος, και
τόσων άλλων πλατειών στην Ισπανία και την Ελλάδα, μας δείχνουν σαφώς την
κατεύθυνση μια συλλογικής διαδικασίας προσδιορισμού από τα κάτω, μιας
διαδικασίας κομμουνισμού. Και έτσι, το κίνημα γίνεται αμέσως και με
αποφασιστικότητα μια επίθεση στους πλούσιους, το κεφάλαιο, το χρήμα.
Αναπόφευκτα, νομίζω, ότι έρχεται σε σύγκρουση με τον κανόνα του
χρηματικού κεφαλαίου και της αφηρημένης εργασίας.
Νομίζω ότι οι
άνθρωποι που προτιμούν να μιλούν μόνο για την δημοκρατία (οι Νέγκρι και
Χαρτ, για παράδειγμα), προτιμούν να αφήνουν το ίδιο το κίνημα να
ανακαλύπτει ότι το κεφάλαιο στέκεται εμπόδιο στο δρόμο της πραγματικής
δημοκρατίας. Μπορώ να βρω ένα επιχείρημα γι΄ αυτό, αλλά βλέπω τη
διαδικασία του θεωρητικού στοχασμού ως μέρος ενός αγώνα για να πάμε όσο
πιο μακριά μπορούμε στο δρόμο που έχει ανοίξει. Μέρος αυτού του αγώνα
ενάντια στην ενσωμάτωση του κινήματος είναι να πούμε ξεκάθαρα ότι η
πραγματική δημοκρατία είναι και πρέπει να είναι μια μετωπική επίθεση
κατά της δύναμης του χρήματος. Η μεγάλη δύναμη του κινήματος στην Ελλάδα
είναι ότι κάνει τόσο σαφή την αντιπαράθεση μεταξύ της πραγματικής
δημοκρατίας και της δύναμης του χρήματος. Έχετε δει πιθανώς τις εικόνες:
από τη μία πλευρά οι χιλιάδες διαδηλωτές στην Πλατεία Συντάγματος, και
από την άλλη, μόλις λίγα μέτρα μακριά, οι δημοκρατικά εκλεγμένοι
εκπρόσωποι του κράτους, δουλοπρεπείς απέναντι στο χρήμα. Πρόκειται για
μια αξιοπρεπή, δίκαιη οργή, ένα ελπιδοφόρο φως σε μια σκοτεινή νύχτα.
Απόδοση από το βρετανικό περιοδικό
«shiftmag»: Δημήτρης Γκιβίσης
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου