Περί των αντικειμενικών αξιών
Τίποτα δεν θυμίζει, εναργέστερα, στον άνθρωπο, την ηθική και
συναισθηματική καταστροφή που συντελέστηκε τα τελευταία χρόνια όσο η
ψυχρότητα των πραγμάτων που τον περιβάλλουν και στα οποία αυτός
καθρεφτίζεται αδιάφορα.
Τα πράγματα είναι νεκρά. Στα καταστήματα δώρων
εκτίθενται εκμαγεία πραγμάτων που περιμένουν, απολιθωμένα, να τα
παρασύρει ο συρφετώδης χείμαρρος του καταναλωτικού πανικού για να
ανακυκλωθούν σαν τα σκουπίδια. Δεν εκπέμπουν κανένα σήμα αγάπης και μας
κοιτάζουν απ' το κρύσταλλο της βιτρίνας άφωνα, σχεδόν μοχθηρά, εντελώς
απρόθυμα να συμβολίσουν τη θέρμη της δωρεάς, τον ενθουσιώδη ζήλο της
γενναιοδωρίας ή της ευγνωμοσύνης.
Παλιά, επιβεβαίωναν τουλάχιστον τον ναρκισσισμό
μας· τώρα ακόμη και ο ναρκισσισμός περιπλανιέται δίχως αντικείμενο,
αφού η απώλεια της ταυτότητάς μας παρεμποδίζει, συγχρόνως, και τις
παθολογίες της ταυτότητας, απ' τις οποίες, καλώς ή κακώς, μπορούσαμε να
αντιληφθούμε τα όριά μας. Γενικά μιλώντας, έχουμε αφήσει πίσω μας όχι
μόνον την εποχή που κοιτάζαμε τα πράγματα επενδύοντας σ' αυτά ζωντανά
συναισθήματα, αλλά και την εποχή που τα κοιτάζαμε διαπιστώνοντας, με
κάποια φρίκη, ότι ήταν εκείνα μάλλον που μας κοίταζαν. Τα πράγματα
σήμερα μας παρακολουθούν, δηλαδή παρακολουθούν τις αποφάσεις μας -τις
περίφημες «επιλογές» μας- σαν αδρανείς οφθαλμοί χωρίς σώμα ή ψυχή, σαν
καθαροί αριθμοί, όπως λένε στις θετικές επιστήμες, τουτέστιν αριθμοί
δίχως τη συνοδεία μονάδων μέτρησης - άρα χρήσης. Αγκυροβολημένα έξω απ'
την εμπειρία, τα αγαθά του εμπορίου είναι η τιμή τους· το αντικείμενο
γίνεται ένας σκέτος δείκτης χονδροειδών αντιστοιχιών ακρίβειας και
φτήνιας, ερήμην της ανθρώπινης εσωτερικότητας και των διακυμάνσεών της.
Σε αντιστάθμισμα, τα πράγματα προικίζονται με πλήθος
ιδιοτήτων ανεξάρτητων προς το σύμπαν των υποκειμενικών προθέσεων, οι
οποίες δεν στηρίζουν παρά τις διαβαθμίσεις της αυτονόμησής τους. Ετσι,
εκατομμύρια καταναλωτές επιπλέουν ασθμαίνοντας σ' έναν ωκεανό από
φετίχ, νοήμονα εργαλεία και γκάτζετ, απαραίτητα δήθεν αξεσουάρ, κιτς
και τρελά κατασκευάσματα που μοιάζουν να απομακρύνονται αενάως
προκαλώντας τους, με μια ορισμένη ειρωνεία εξάλλου, να τα κυνηγήσουν
για να τα υποτάξουν στο πρόσκαιρο καθεστώς της ιδιοκτησιακής
ματαιότητας. Ενας αντίλαλος απ' τη διεστραμμένη αλλά και εκπαιδευτικά
ωφέλιμη περιέργεια του παιδιού που διαλύει ένα παιγνίδι για να βρει τα
κρυμμένα ελατήριά του, στοιχειώνει και ωθεί τον καταναλωτή να αποκτήσει
το πιο δαπανηρό πλαστικό σκουπίδι και να το δωρίσει για να απαλλαγεί
απ' αυτό μια ώρα αρχύτερα.
Φυσικά, άπαξ και κορυφώθηκε αυτός ο πρωτοφανής
μεταμοντέρνος πυρετός της βουλιμικής και συνάμα ανόρεχτης απόκτησης
πραγμάτων, τα συμπτώματά του έπρεπε να τεθούν σε τροχιά
εκδημοκρατισμού. Με τον τρόπο που είχαν διαψευστεί μια φορά κι έναν
καιρό οι περγαμηνές της αυθεντικότητας του πράγματος, αμφισβητούνταν
τώρα τα manuals της σωστής χρήσης, εξ ου και όσο μικρότερη η συσκευή
τόσο πιο «πλήρες», τόσο πιο πολυσέλιδο, το εγχειρίδιο με τις οδηγίες.
Μόλις αναγνωριστεί σαν «η καλύτερη της αγοράς», μια απλή ξυριστική
μηχανή υποβάλλει στον χρήστη τη σκέψη ότι η χρήση προϋποθέτει απ' αυτόν
να είναι επιστήμονας του είδους.
Εκτοτε, η χάρη των πραγμάτων εκμηδενίστηκε
ολοσχερώς, για να απομείνει, επί της οθόνης, μόνον το κόστος τους -συν
βεβαίως το κόστος της προσπάθειας να τα ξεφορτωθείς μόλις παρέλθει η
μόδα τους-, ένα κόστος αφηρημένο και θεωρητικό, ξένο ακόμη και προς
τους κοινωνικούς συμβολισμούς του κύρους. Είναι ένα κόστος πληκτικό και
ανούσιο, όπως φαίνεται στη δυσθυμία του καταναλωτή, που δεν νοιάζεται
πια για το αν η αξία του πράγματος πείθει ή όχι, αλλά αποκλειστικά γι'
αυτή την ίδια, περίπου όπως ο δυσκοίλιος, για τον οποίο το σκατό
αποτελεί ένα οξύμωρο. Εχοντας εκπέσει διαδοχικά απ' τις βαθμίδες της
συμβολικής, της διακοσμητικής και της λειτουργικής αξίας, το πράγμα
είναι απλώς ο εαυτός του, δηλαδή τίποτα. Ενα εντός εισαγωγικών πολύτιμο
τίποτα, διότι όλες οι συγκυρίες σού υπενθυμίζουν ότι δεν έχεις ούτε καν
αυτό.
Το εσωτερικό φεγγοβόλημα των πραγμάτων έχει σβήσει.
Το βίωμα που μεταφέρουν ανήκει στην τάξη μιας κατηγορηματικά
επιβεβλημένης συνθηκολόγησης με τις υποχρεώσεις και τα δικαιώματα του
καταναλωτή - δεν ανήκει καν στην οικονομία! Μπροστά στο φως, τα
πράγματα δεν ρίχνουν καμία σκιά· στο σκοτάδι δεν δροσίζουν, είναι σκέτα
λογότυπα, δεν εμπνέουν παρά μια διάθεση αρπαγής η οποία, εννοείται, δεν
καθησυχάζεται ποτέ εφόσον η μηδενικότητά τους απομακρύνει τον άνθρωπο
όλο και περισσότερο από την ικανοποίηση. Αφ' ης στιγμής χάνεται η
φινέτσα των πραγμάτων, η λεπτότητά τους, η καταλληλότητα στο να
συνιστούν αντικείμενα δωρεάς, μπορείς να είσαι σίγουρος ότι όσο πιο
πολλά καταστήματα λεηλατείς τόσο λιγότερα ράφια θέλεις ν' αφήσεις στους
άλλους. Στο μέτρο που αυτό το θέλειν είναι παραισθητικό, αποτυγχάνει να
εκπληρωθεί και το πράγμα, το προϊόν, αιωρείται σπασμωδικά στην εφήμερη,
παγωμένη ψευδοεπικαιρότητά του, υπό τύπον σαρκαστικού εμβλήματος αυτής
της ανέφικτης ικανοποίησης.
Κάτι τέτοιο διαφέρει απ' τη ναυτία της εποχής κατά
την οποία αρχίσαμε να διαισθανόμαστε ότι τα πράγματα δεν φτιάχνονταν
πλέον για να τα κατέχουμε αλλά για να μας κατέχουν εκείνα. Το γεγονός
ότι τα μισούμε τόσο πολύ, το ότι βιαζόμαστε να τα παροπλίσουμε, το ότι
τα διώχνουμε από το ασφυκτικό μας υλικό προσκήνιο το συντομότερο αφού
έχει ήδη κυκλοφορήσει το επόμενο μοντέλο του ίδιου προϊόντος προς
αντικατάσταση του προηγουμένου, εκφράζει τον ανεπίγνωστο ελιγμό τού να
τα θεωρούμε σαν ενθύμια των ακυρωμένων δυνατοτήτων της συναισθηματικής
ζωής που απολαμβάναμε, ή τελοσπάντων υποτίθεται ότι απολαμβάναμε, στο
παρελθόν. Αν μέχρι χτες ήμαστε δύστροποι και εκδικητικοί δοκιμαστές
πραγμάτων που υπηρετούσαν την αχρηστία -ρούχων, βιβλίων, αυτοκινήτων,
συσκευών και σπιτιών, για να μην πούμε και για τα φαγώσιμα, που
φτιάχνονταν περισσότερο για να δείχνονται παρά για να σηματοδοτούν την
αλληλεγγύη επιθυμίας και ανάγκης-, ναι, αν μέχρι χτες δυσφορούσαμε
καταλαβαίνοντας ότι τα πράγματα δεν προορίζονταν πια για να μεσολαβούν
μεταξύ ανθρώπων κι ότι ήταν οι άνθρωποι, τώρα, που μεσολαβούσαν μεταξύ
αντικειμένων, σήμερα επιτρέπεται να πούμε ότι κι αυτή ακόμη η αφορμή
ανταγωνισμού αντικειμένων και υποκειμένων έχει εκλείψει. Ο θάνατος των
πραγμάτων μεταδίδεται στον άνθρωπο· κάθε τόπος συνάθροισης υποκειμένων
καταλήγει να μοιάζει με πολυκατάστημα.
Ή θα σκέφτεσαι ή θα αγοράζεις, όπως είπε δεν θυμάμαι ποιος, νομίζω ο Γουόρχολ - και τα δύο δεν γίνεται.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου