(καλο ..μονο που τα σχολια (καποια)ειναι για γελια και για κλάματα...)
αποσπασμα :
''Τώρα μπορούμε να καταλάβουμε γιατί ο Λακάν διέκρινε στην Αντιγόνη έναν πρόδρομο της θυσίας του Χριστού: στην εμμονή της η Αντιγόνη είναι μια αγία και σαφώς όχι μια ιέρεια. Γι αυτό θα πρέπει να αντιταχθούμε σε κάθε απόπειρα να την εξημερώσουμε, να τη δαμάσουμε συγκαλύπτοντας έτσι την τρομακτική ξενικότητά της, την «απανθρωπιά» της, την α-παθή μορφή της, και μετατρέποντάς τη σε μιαν ευγενική προστάτιδα της οικογένειας και του οίκου που προκαλεί τη συμπόνιά μας και προσφέρεται ως σημείο ταύτισης.
Στην Αντιγόνη του Σοφοκλή, η μορφή με την οποία μπορούμε να ταυτιστούμε είναι η αδελφή της Ισμήνη- ευγενική, αβρή, ευαίσθητη, έτοιμη να υποχωρήσει και να συμβιβαστεί, συγκινητικά «ανθρώπινη», αντίθετα με την Αντιγόνη, η οποία φτάνει στα άκρα, δεν «υποχωρεί σε σχέση με την επιθυμία της» (Λακάν) και έτσι, εμμένοντας στην «ορμή θανάτου», στο είναι- προς- θάνατο, γίνεται τρομακτικά ανηλεής, εξαιρείται από τον κύκλο των καθημερινών συναισθημάτων και φροντίδων, των παθών και φόβων. Με άλλα λόγια, είναι η ίδια η Αντιγόνη εκείνη η οποία προκαλεί, σ εμάς τα συμπονετικά, συνηθισμένα πλάσματα, το ερώτημα «Τι θέλει πραγματικά;», ερώτημα που εμποδίζει οποιαδήποτε ταύτιση μαζί της.
Στην ευρωπαϊκή λογοτεχνία το ζεύγος Αντιγόνη-Ισμήνη επαναλαμβάνεται στο έργο του Σάντ, με τη μορφή του ζεύγους Ιουλιέττα- Ιουστίνη: η Ιουστίνη αποτελεί επίσης ένα παθητικό θύμα, το αντίθετο της Ιουλιέττας, αυτής της α-παθούς άσωτης η οποία επίσης «δεν υποχωρεί σε σχέση με την επιθυμία της». Τέλος, γιατί να μην εντοπίσουμε μια Τρίτη εκδοχή του ζεύγους Αντιγόνης- Ισμήνης, στην ταινία της Μαργαρέττε φον Τρόττα Τα μολυβένια χρόνια στο ζεύγος της τρομοκράτισσας της RAF (Φράξια Κόκκινος Στρατός) (που βασίζεται στο μοντέλο της Γκούντρουν Ένσλιν) και της συμπονετικής αδελφής της που «προσπαθεί να την καταλάβει» και από τη σκοπιά της οποίας γίνεται η αφήγηση της ιστορίας; (Το επεισόδιο του Σλέντορφ στη σπονδυλωτή ταινία Η Γερμανία το Φθινόπωρο βασίστηκε επίσης σε έναν παραλληλισμό μεταξύ Αντιγόνης και Γκούντρουν Ένσλιν.)
Πρόκειται για τρείς εκ πρώτης όψεως εντελώς διαφορετικές μορφές: η αξιοπρεπής Αντιγόνη που θυσιάζεται για τη μνήμη του αδελφού της. Η ασύδοτη Ιουλιέττα που παραδίδεται στην απόλαυση πέραν κάθε ορίου (δηλαδή ακριβώς πέραν του ορίου όπου η απόλαυση εξακολουθεί να προσφέρει ηδονή). Η φανατική- ασκητική Γκούντρουν η οποία, με τις τρομακτικές της πράξεις, θέλει να αφυπνίσει τον κόσμο από τις καθημερινές ηδονές του και την ρουτίνα του.
Ο Λακάν μας δίνει τη δυνατότητα να αναγνωρίσουμε και στις τρείς την ίδια ηθική θέση, που συνίσταται στο να «μην υποχωρούμε από την επιθυμία μας». Γι αυτό, όλες προκαλούν το ίδιο “Che vuoi?”, το ίδιο «Μα τι θέλουν πραγματικά;»: η Αντιγόνη με την πείσμονα εμμονή της, η Ιουλιέττα με την α-παθή ασυδοσία της, η Γκούντρουν με τις «άνευ νοήματος» τρομοκρατικές πράξεις της. Και οι τρείς αμφισβητούν το αγαθό που ενσαρκώνεται στο κράτος και στην κοινή ηθική. ”
Στην Αντιγόνη του Σοφοκλή, η μορφή με την οποία μπορούμε να ταυτιστούμε είναι η αδελφή της Ισμήνη- ευγενική, αβρή, ευαίσθητη, έτοιμη να υποχωρήσει και να συμβιβαστεί, συγκινητικά «ανθρώπινη», αντίθετα με την Αντιγόνη, η οποία φτάνει στα άκρα, δεν «υποχωρεί σε σχέση με την επιθυμία της» (Λακάν) και έτσι, εμμένοντας στην «ορμή θανάτου», στο είναι- προς- θάνατο, γίνεται τρομακτικά ανηλεής, εξαιρείται από τον κύκλο των καθημερινών συναισθημάτων και φροντίδων, των παθών και φόβων. Με άλλα λόγια, είναι η ίδια η Αντιγόνη εκείνη η οποία προκαλεί, σ εμάς τα συμπονετικά, συνηθισμένα πλάσματα, το ερώτημα «Τι θέλει πραγματικά;», ερώτημα που εμποδίζει οποιαδήποτε ταύτιση μαζί της.
Στην ευρωπαϊκή λογοτεχνία το ζεύγος Αντιγόνη-Ισμήνη επαναλαμβάνεται στο έργο του Σάντ, με τη μορφή του ζεύγους Ιουλιέττα- Ιουστίνη: η Ιουστίνη αποτελεί επίσης ένα παθητικό θύμα, το αντίθετο της Ιουλιέττας, αυτής της α-παθούς άσωτης η οποία επίσης «δεν υποχωρεί σε σχέση με την επιθυμία της». Τέλος, γιατί να μην εντοπίσουμε μια Τρίτη εκδοχή του ζεύγους Αντιγόνης- Ισμήνης, στην ταινία της Μαργαρέττε φον Τρόττα Τα μολυβένια χρόνια στο ζεύγος της τρομοκράτισσας της RAF (Φράξια Κόκκινος Στρατός) (που βασίζεται στο μοντέλο της Γκούντρουν Ένσλιν) και της συμπονετικής αδελφής της που «προσπαθεί να την καταλάβει» και από τη σκοπιά της οποίας γίνεται η αφήγηση της ιστορίας; (Το επεισόδιο του Σλέντορφ στη σπονδυλωτή ταινία Η Γερμανία το Φθινόπωρο βασίστηκε επίσης σε έναν παραλληλισμό μεταξύ Αντιγόνης και Γκούντρουν Ένσλιν.)
Πρόκειται για τρείς εκ πρώτης όψεως εντελώς διαφορετικές μορφές: η αξιοπρεπής Αντιγόνη που θυσιάζεται για τη μνήμη του αδελφού της. Η ασύδοτη Ιουλιέττα που παραδίδεται στην απόλαυση πέραν κάθε ορίου (δηλαδή ακριβώς πέραν του ορίου όπου η απόλαυση εξακολουθεί να προσφέρει ηδονή). Η φανατική- ασκητική Γκούντρουν η οποία, με τις τρομακτικές της πράξεις, θέλει να αφυπνίσει τον κόσμο από τις καθημερινές ηδονές του και την ρουτίνα του.
Ο Λακάν μας δίνει τη δυνατότητα να αναγνωρίσουμε και στις τρείς την ίδια ηθική θέση, που συνίσταται στο να «μην υποχωρούμε από την επιθυμία μας». Γι αυτό, όλες προκαλούν το ίδιο “Che vuoi?”, το ίδιο «Μα τι θέλουν πραγματικά;»: η Αντιγόνη με την πείσμονα εμμονή της, η Ιουλιέττα με την α-παθή ασυδοσία της, η Γκούντρουν με τις «άνευ νοήματος» τρομοκρατικές πράξεις της. Και οι τρείς αμφισβητούν το αγαθό που ενσαρκώνεται στο κράτος και στην κοινή ηθική. ”