www.chronosmag.eu
Οι εκλογές του 2014 έκλεισαν ένα κύκλο. Πώς θα ανοίξει ο επόμενος, είναι ζητούμενο
Ήρθε ο καιρός η αριστερά να αναθεωρήσει
τις στρατηγικές και τις μορφές αντιπαράθεσης της εποχής της κρίσης,
καθώς και να δημιουργήσει εναλλακτικά κέντρα σύνθετης ισχύος
Αντώνης Λιάκος
Η εικόνα των τριών νέων ανθρώπων, του Αλέξη, της Ρένας και του
Γαβριήλ, να γιορτάζουν τη βραδιά των εκλογών μπροστά στα Προπύλαια,
πέραν της φρεσκάδας και της ομορφιάς, ασυνήθιστη για τη γκριζαδούρα των
Ελλήνων πολιτικών, απέπνεε αισιοδοξία και εμπιστοσύνη. Μια πολιτική
ηγεσία με διαφορετική ποιότητα, σε σύγκριση με την εικόνα του Σαμαρά,
την ίδια βραδιά, ως φανατικού κομματάρχη που μετράει κερδισμένα και
χαμένα χωριά, και βεβαίως του εμμονικού Βενιζέλου, που γνωρίζοντας πως
είναι αντιπαθής, προσπαθεί να γίνει αντιπαθέστερος. Τέτοιες εικόνες λένε
περισσότερα από τις αναλύσεις. Κι ακόμη αν προβάλεις την Ελλάδα στον
ευρωπαϊκό χάρτη θα διαπιστώσεις πως στη γενική άνοδο της Δεξιάς και του
ευρω-αρνητισμού, επιλέγει να αναδείξει ως πρώτο κόμμα την Αριστερά.
Πράγματι η Αριστερά κατόρθωσε να σταθεροποιήσει τα ερείσματά της στο
σεισμό των εκλογών του 2012 που άλλαξαν το πολιτικό τοπίο στη χώρα, και
ακόμη να ξετινάξει από πάνω της τις κατηγορίες που εκτόξευαν με επιμονή
οι αντίπαλοί της για άκρο, για αντι-ευρωπαϊσμό, για λαϊκισμό και τόσα
άλλα. Δεν μπορεί κανείς να υποτιμά το γεγονός πως όλα αυτά τα κέρδισε
απέναντι σε ένα συμπαγές επιθετικό μέτωπο που αποτελούνταν από τα
κυβερνητικά κόμματα, τα ΜΜΕ, διανοούμενους υπηρεσίας, αλλά και ξένες
κυβερνήσεις και οίκους αξιολόγησης κ.λπ. Της άξιζε επομένως να γιορτάσει
το βράδυ των ευρωεκλογών στα προπύλαια.
Ώς εδώ τα καλά και ευχάριστα νέα. Τα δυσάρεστα δεν αρχίζουν μόνο με
την ανάδειξη της Χρυσής Αυγής σε τρίτη δύναμη. Ούτε με τον καταποντισμό
της ΔΗΜΑΡ, δυνάμει σύμμαχο σε μια μετατόπιση του πολιτικού άξονα
αριστερότερα. Τα δυσάρεστα αφορούν το γεγονός ότι η Αριστερά μπορεί να
γιορτάζει για πρώτη φορά την ανάδειξή της στο μεγαλύτερο ελληνικό κόμμα,
αλλά αυτό δεν συνέβη επειδή αύξησε τη δύναμή της από το 2012, αλλά
επειδή έχασαν δύναμη οι αντίπαλοί της. Έχασαν περίπου το ένα τρίτο της
επιρροής τους Ν.Δ. και ΠΑ.ΣΟΚ. Γιατί όμως, παρά τη φοβερή αυτή κρίση,
δεν αυξήθηκε η επιρροή της Αριστεράς; Είναι πράγματι αυτή η οροφή της;
Αυτό είναι το ένα θέμα που θα πρέπει να μας απασχολήσει. Το άλλο είναι
ότι και με τη δημιουργία του Ποταμιού, το μπλοκ εξουσίας φαίνεται να
θωρακίζεται κλείνοντας τον δρόμο στην Αριστερά.
Τι σημαίνουν αυτές οι δύο παρατηρήσεις; Μήπως ότι το ελληνικό
κατεστημένο μπόρεσε να ξεπεράσει την κρίση με ασφάλεια; Μήπως ότι χάθηκε
μια ιστορική ευκαιρία της Αριστεράς να επανατοποθετήσει τη χώρα σε μια
νέα τροχιά μετά την κρίση; Κοιτώντας ιστορικά τις μεγάλες κοινωνικές
κρίσεις, βλέπουμε ότι δεν έχουν πάντοτε ομότροπο αποτέλεσμα. Και η κρίση
της σημερινής Ευρώπης δείχνει μεγαλύτερη ενίσχυση της Ακραίας Δεξιάς
παρά της ριζοσπαστικής Αριστεράς. Η υπαρκτή ενίσχυση της ριζοσπαστικής
Αριστεράς στην Ισπανία, αλλά και σε άλλες χώρες, είναι ασύμμετρη ως προς
το βάθος και τις επιπτώσεις της κρίσης.
Η αντίληψη που θεωρεί πως η κρίση είναι μια στιγμή στην οποία όλα
παίζονται, δημιουργεί και μια αντίληψη επέλασης προς την εξουσία. Να
καταλαβαίνουμε την κρίση ως μια στιγμή που όλα παίζονται, είναι σωστή
και ανταποκρίνεται στην ετυμολογία και στην εννοιολογική ιστορία της
λέξης. Αλλά με την έννοια αυτή η στιγμή της κρίσης πέρασε. Η κρίση
κρίθηκε και παγιώθηκε σε ένα καθεστώς κρίσης. Αυτό είναι το καθεστώς της
βίαιης συμπίεσης του βιοτικού επιπέδου, της απογύμνωσης της εργασίας
από κάθε θεσμική πλαισίωση, της ανεργίας και της ανασφάλειας, της
ιδιωτικοποίησης των κοινών, της κατεδάφισης των κοινωνικών υπηρεσιών,
της μεγάλης κοινωνικής διαφοροποίησης, της απίσχνανσης της δημοκρατίας.
Αυτό είναι το καθεστώς που παγίωσε την κρίση. Η κρίση δεν εκκαθάρισε το
έδαφος ώστε να δημιουργήσει ένα πεδίο στο οποίο παρατάσσεται ένας
στρατός φτωχών, απέναντι σε ένα φρούριο πλουσίων. Δεν δημιούργησε ένα
γυμνό πεδίο όπου είναι δυνατή μια κοινωνική επέλαση. Εφόσον η κρίση
παγιώθηκε, πάνω στο έδαφος που εκκαθάρισε, φύτρωσε ένα καινούριο δάσος.
Ένα δάσος της κρίσης. Η κρίση αποτέλεσε ένα περιβάλλον στο οποίο
αναπτύχθηκε μια νέα χλωρίδα και μια νέα πανίδα. Να το πούμε ένα δάσος
άγριου καπιταλισμού; Όταν παγιώνεται μια κατάσταση, αναπαράγεται. Η
κρίση ήταν ένα εργαλείο για να αλλάξει η κοινωνία. Είναι μάταιο και
αναποτελεσματικό να θεωρούμε ότι το πρωτογενές πλεόνασμα, η έξοδος στις
αγορές και η εμπιστοσύνη των οίκων αξιολόγησης δεν σηματοδοτούν την
έξοδο από την κρίση. Αυτή είναι η έξοδος, αυτή την έξοδο επιδίωκαν όσοι
διαχειρίστηκαν την κρίση, αυτή είναι η επιτυχία των περίφημων δομικών
μεταρρυθμίσεων. Σύντομα θα το καταλάβουμε ότι η κρίση θα έχει ξεπεραστεί
για τις νέες ομάδες που θα αναδειχτούν μέσα από μια γιγαντιαία
μεταβίβαση πόρων, περιουσιών, και κύρους, ενώ θα αποτελεί την επισφαλή
πραγματικότητα όλων των άλλων. Η κρίση αναπαράγεται γιατί δημιουργεί ένα
νέο κοινωνικό παιχνίδι, έναν νέο κοινωνικό ορίζοντα στον οποίο
συνωστίζονται οι προσδοκίες και αποκτούν συνείδηση νέες ομάδες. Η
Αριστερά κερδίζει όταν αυτές οι προσδοκίες ξεπερνούν τον ορίζοντα αυτόν,
επομένως θέτουν ζήτημα αλλαγής του. Χάνει όμως όταν οι προσδοκίες
παραμένουν εγκλωβισμένες μέσα στον ορίζοντα αυτόν.
Οι μεγάλες σαρωτικές επαναστάσεις των δύο περασμένων αιώνων συνέβησαν
όταν τα διλήμματα που αντιμετώπιζαν σύνθετες κοινωνίες μπορούσαν να
απλοποιηθούν σε ένα και μοναδικό. Αυτό μπορούσε να συμβεί, και πράγματι
επιχειρήθηκε να συμβεί στην Ελλάδα με το δίλημμα μνημόνιο-αντιμνημόνιο.
Το momentum όμως αυτού του διλήμματος χάθηκε. Όχι μόνο γιατί το μνημόνιο
ως πολιτική αλλαγών πέρασε, αλλά και γιατί τα στρατόπεδα δεν ήταν
συμπαγή. Και αν το στρατόπεδο του μνημονίου αποδείχτηκε περισσότερο
συμπαγές καθώς πολλοί φιλελεύθεροι θυσίασαν τις αρχές τους σε μια
συμμαχία με την Ακραία Δεξιά που συσπείρωσε ο Σαμαράς, το στρατόπεδο του
αντιμνημονίου χωριζόταν από τη βαθιά και αγεφύρωτη τομή
φασισμού-αντιφασισμού. Το momentum χάθηκε αλλά η πολιτική αντιπαράθεση
συνέχιζε να στοιχίζεται σε αυτή την αντίθεση, με τις ρόδες να γυρίζουν
στο κενό. Και αυτό το διαπιστώσαμε κυρίως στις δημοτικές εκλογές, όπου
εκτός από την Αθήνα και την Αττική όπου προβλήθηκαν χαρισματικές
προσωπικότητες, στην υπόλοιπη Ελλάδα οδήγησε σε αδικαιολόγητες
αποτυχίες. Χαρακτηριστικό παράδειγμα όπου η Αριστερά βγήκε από τον πρώτο
γύρο εκτός παιχνιδιού ήταν η Θεσσαλονίκη και η κεντρική Μακεδονία.
Τα δείγματα της νέας εποχής είναι ο Πειραιάς και ο Βόλος. Αυτά τα δύο
λιμάνια κατέχουν πια μια νέα στρατηγική θέση στη γεωγραφία της
παγκοσμιοποίησης γιατί είναι οι πύλες των μεταφορών από την Ασία στην
Ευρώπη. Καταλαβαίνει κανείς ότι η ιδιωτικοποίηση του λιμανιού, η
παρουσία της COSCO, η τύχη της παρακείμενης αδιάθετης γης, η
ναυπηγοεπισκευαστική ζώνη, δεν είναι πια τοπικής, ούτε εθνικής, αλλά
παγκόσμιας σημασίας διακυβεύματα. Εκεί λοιπόν η παράγκα με τους
μπράβους, τον εκφοβισμό και την εξαγορά αντί να στήνει παιχνίδια και
στοιχήματα εισέβαλε στα δημαρχιακά μέγαρα για να διαχειριστεί τις
προσόδους, τα ΕΣΠΑ, τη γη, τις εγκαταστάσεις, την απασχόληση. Αν
σηκώσουμε λίγο τον μπερντέ θα δούμε το νέο οικοσύστημα που δημιούργησε η
κρίση. Δεν μας είναι ένα άγνωστο. Η λέξη ολιγάρχες που
χρησιμοποιούμε για τις χώρες της Ανατολικής Ευρώπης, σε μόνιμη κρίση εδώ
και δεκαετίες, δείχνει πώς μπορεί να διαμορφωθεί και το δικό μας
μετά-την-κρίση πολιτικό μέλλον. Εδώ διαμορφώνονται τα νέα κέντρα
σύνθετης ισχύος που υπερβαίνουν τις παλιές διαχωριστικές γραμμές και
ενσωματώνουν πλέμπα με αφεντικά της μέρας ή της νύχτας, νόμιμη και
παράνομη παραγωγή χρήματος, εφοπλιστές, διυλιστήρια και φοροδιαφυγή
καυσίμων, εκκλησία, πασόκους, νεοδημοκράτες και χρυσαυγίτες.
Αν λοιπόν πρέπει να παραδεχτούμε ότι η κρίση ως στιγμή διακύβευσης
πέρασε, αφήνοντάς μας σε μια νέα κατάσταση μόνιμης κρίσης που
αναπαράγεται, τότε είναι καιρός αναθεώρησης των στρατηγικών και των
μορφών αντιπαράθεσης της εποχής της κρίσης. Ως επίκεντρο πλέον πρέπει να
τεθεί ο τρόπος με τον οποίο θα δομηθεί η καινούρια μετά την κρίση
εποχή. Αυτό δεν δημιουργεί, όπως ίσως νομίσουν μερικοί, ένα τετελεσμένο,
μια αναγνώριση, έναν συμβιβασμό με τα αποτελέσματα της κρίσης. Κάθε
άλλο. Οι εποχές στις οποίες διακυβεύονται τα πάντα, όπου ο κύκλος είναι
καθοδικός, η κατάθλιψη, ο φόβος, ο κίνδυνος λειτουργούσαν παραλυτικά.
Στην ανοδική πορεία του κύκλου, ακόμη και αν η κοινωνική κατάσταση είναι
πολύ κακή, η ελπίδα ισχυροποιεί το αίσθημα ανάληψης ρίσκου. Χρειάζονται
όμως άλλες μορφές αντίληψης της πολιτικής αντιπαράθεσης και
αναμέτρησης. Σύνθετες στρατηγικές. Η στρατηγική θα πρέπει να μοιάζει σαν
την κοίτη ενός ποταμού η οποία μπορεί να συγκρατεί πολλά ρεύματα. Από
τη σχέση ανάμεσα στο σύνθετο και το συνεκτικό θα εξαρτηθεί η δύναμή της.
Από την ικανότητα να δημιουργηθούν εναλλακτικά κέντρα σύνθετης ισχύος.
Η Αριστερά του 2014 μπορεί να αναλάβει μια σύνθετη στρατηγική;
Ασφαλώς, γιατί δεν είναι η νεοπαγής Αριστερά του 2012 που η συνοχή της
εξαρτάται από τη σύγκρουση. Τώρα το μέγα ζήτημα είναι με ποιες συμμαχίες
θα προχωρήσει. Πού θα τις βρει. Με ποιους θα γίνει μια κυβέρνηση με
κορμό τον ΣΥ.ΡΙΖ.Α.; Το ζήτημα εξαρτάται και από το ίδιο το προσωπικό
της Αριστεράς, αν μπορεί να καλλιεργήσει αίσθημα εμπιστοσύνης. Εδώ τα
μηνύματα είναι μεικτά. Η σύνθεση λ.χ. της ομάδας που θα πάει στο
Ευρωκοινοβούλιο για να αμφισβητήσει τις επικρατούσε πολιτικές, εκπέμπει
ασφαλώς ένα ισχυρό συμβολικό μήνυμα ως προς την εκλογή του Γλέζου και
της Κούνεβα. Προβληματίζει όμως ως προς την υπόλοιπη σύνθεση, η οποία
δύσκολα μπορεί να εκφράζει τις επεξεργασίες και το πνεύμα της ηγεσίας
του ΣΥ.ΡΙΖ.Α., πόσο μάλλον να το εκφράσει στην Ευρώπη. Βεβαίως, όπως
άλλωστε σε όλα τα μεγάλα κόμματα, συγκλίνουν, ασύμπτωτα επίπεδα, και
κυρίως ασύμπτωτες αντιλήψεις του είναι και του πράττειν.
Συμπερασματικά, οι εκλογές του 2014 έκλεισαν έναν κύκλο. Πώς θα ανοίξει ο επόμενος, είναι ζητούμενο.
Ας κρατήσουμε όμως από τις εκλογές αυτές τη νίκη της Δούρου, μια
ευκαιρία να γίνει η Αττική εργαστήρι του buon governo, και την ανάδειξη
του Γαβριήλ Σακελλαρίδη στον Δήμο της Αθήνας, ως παραδείγματος ήθους και
ύφους μιας νέας πολιτικής. Η εικόνα των τριών το βράδυ των εκλογών στα
Προπύλαια είναι μια εικόνα αισιοδοξίας.
(Δείτε τη φωτογραφία εδώ)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου