"Το ανάποδο της ψυχανάλυσης" 1969-70
ed. Seuil, Paris
La psychanalyse à l’envers, αυτός θεώρησα πως έπρεπε να είναι ο τίτλος του παρόντος σεμιναρίου.
Μην νομίζετε πως αυτός ο τίτλος οφείλει οτιδήποτε στην επικαιρότητα που
θα θεωρούσε τον εαυτό της στα πρόθυρα του να φέρει τα πάνω κάτω σ’
έναν ορισμένο αριθμό τόπων. Δεν θα δώσω παρά την ακόλουθη απόδειξη. Σ’
ένα κείμενο του 1966, και συγκεκριμένα σε μια από αυτές τις εισαγωγές
που συνέταξα τη στιγμή της συλλογής των Γραπτών μου, και που το
υπογραμμίζουν ιδιαιτέρως, κείμενο που τιτλοφορείται De nos antécédents,
χαρακτηρίζω στην σελίδα 68 το λόγο μου ως μια επανεξέταση, λέω, του
φροϋδικού σχεδίου από την ανάποδη. Γράφτηκε λοιπόν πολύ πριν τα γεγονότα
– μια επανεξέταση από την ανάποδη (envers).
Τι να πει κανείς γι’ αυτό; Μου συνέβη, την περασμένη χρονιά, να
διακρίνω, με μεγάλη επιμονή, σε τι συνίσταται το καθεστώς του λόγου,
σαν μια αναγκαία δομή που υπερβαίνει κατά πολύ την ομιλία, η οποία
είναι πάντοτε λίγο ως πολύ συνάρτηση των περιστάσεων. Αυτό που προτιμώ,
είπα, και μάλιστα μια μέρα το έγραψα στον πίνακα, είναι ένας λόγος χωρίς λόγια.
Είναι γεγονός ότι κάλλιστα αυτός μπορεί να υφίσταται χωρίς λόγια.
Υφίσταται σε ορισμένες θεμελιώδεις σχέσεις. Αυτές, κυριολεκτικά, δε θα
μπορούσαν να στηριχθούν χωρίς τη γλώσσα. Μέσα από την γλώσσα ως
εργαλείο εγκαθιδρύεται ένας ορισμένος αριθμός σταθερών σχέσεων, στο
εσωτερικό των οποίων μπορεί, βεβαίως, να εγγραφεί κάτι που είναι πολύ
πιο ευρύ, που πάει πολύ πιο μακριά, από τις δυνατές εκφορές. Δεν είναι
διόλου αναγκαίες ώστε η συμπεριφορά μας, οι πράξεις μας να εγγράφονται
ενδεχομένως στο πλαίσιο ορισμένων πρωταρχικών διατυπώσεων. Εάν αυτά τα
πράγματα δεν συνέβαιναν, τι θα γινόταν με ό,τι ξαναβρίσκουμε στην
εμπειρία μας, και ειδικότερα την αναλυτική -παρούσα σ’ αυτό το σημείο
συνάρθρωσης επειδή ακριβώς το υπέδειξε -, τι θα γινόταν λοιπόν με αυτό
που ξαναβρίσκουμε υπό τη μορφή του υπερεγώ;
Υπάρχουν δομές -δε θα μπορούσαμε να τις κατονομάσουμε διαφορετικά- για
να χαρακτηρίσουμε ό,τι μπορεί να αναδειχθεί από αυτό το υπό μορφήν όπου
την τελευταία χρονιά έδωσα έμφαση στο πλαίσιο μιας ιδιαίτερης χρήσης,
–δηλαδή αυτό το οποίο ορίζω διαμέσου της θεμελιώδους σχέσης με βάση τη
σχέση ενός σημαίνοντος με ένα άλλο σημαίνον. Απ’ όπου προκύπτει η
ανάδυση αυτού, που αποκαλούμε το υποκείμενο –μέσω του σημαίνοντος που,
εν προκειμένω, λειτουργεί ως αυτό που αντιπροσωπεύει το υποκείμενο, σε
σχέση με ένα άλλο σημαίνον.
Πώς να διατυπώσουμε αυτόν τον θεμελιώδη τύπο; Αυτόν τον τύπο, αν
θέλετε, χωρίς να χρονοτριβούμε, φέτος θα τον γράψουμε με έναν νέο
τρόπο. Τον είχα διατυπώσει την περασμένη χρονιά με βάση την
εξωτερικότητα του σημαίνοντος S1, εκείνου απ’ όπου αντλεί την καταγωγή
του ο ορισμός του λόγου, έτσι όπως πρόκειται να τον υπογραμμίσουμε σ’
αυτό το πρώτο βήμα, σ’ έναν κύκλο που τον δηλώνουμε με το αρχικό γράμμα
Α, δηλαδή το πεδίο του μεγάλου Άλλου. Όμως, απλοποιώντας, θεωρούμε το
S1 και, κατονομάζουμε με το σημείο S2, την συστοιχία των σημαινόντων.
Πρόκειται γι’ αυτά που είναι ήδη υπάρχοντα, μολονότι στο πρωταρχικό
σημείο στο οποίο εντασσόμαστε για να καθορίσουμε τι συμβαίνει με τον
λόγο, τον λόγο νοούμενο ως καθεστώς του εκφερόμενου, το S1 είναι
εκείνο που πρέπει να εξετάσουμε ως παρεμβαίνοντα. Παρεμβαίνει σε μια
σημαίνουσα μπαταρία, που δεν έχουμε ποτέ κανένα δικαίωμα, σε καμία
περίπτωση να θεωρήσουμε ως αποτελούμενη από διάσπαρτα στοιχεία, ως αυτή
που διαμορφώνει το δίκτυο αυτού που ονομάζεται μια γνώση…..
Απόσπασμα από το Σεμινάριο 17 του Ζακ Λακάν L’envers de la psychanalyse, Paris, Seuil.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου