http://google.mini20.com/
ΜΙΕΤ
Η ΕΠΟΧΗ ΤΩΝ ΕΠΑΝΑΣΤΑΣΕΩΝ
1789-1848''Το βιβλίο αυτό αναλύει και ερμηνεύει τις εκπληκτικές αλλαγές που προκάλεσε η πολιτική Γαλλική Επανάσταση και η αγγλική Βιομηχανική Επανάσταση: τα «παλαιά καθεστώτα» καταρρέουν μπροστά στη δύναμη των νέων καπιταλιστικών χωρών. ''
Βλ και : Η εποχή των Επαναστάσεων δείχνει το δρόμο...ΜΙΕΤ
Η ΕΠΟΧΗ ΤΩΝ ΕΠΑΝΑΣΤΑΣΕΩΝ
1789-1848''Το βιβλίο αυτό αναλύει και ερμηνεύει τις εκπληκτικές αλλαγές που προκάλεσε η πολιτική Γαλλική Επανάσταση και η αγγλική Βιομηχανική Επανάσταση: τα «παλαιά καθεστώτα» καταρρέουν μπροστά στη δύναμη των νέων καπιταλιστικών χωρών. ''
Ο αντιδραστικός απολυταρχισμός που επιβλήθηκε σ΄ ολόκληρη την Ευρώπη μετά τη Γαλλική Επανάσταση, αλλά και τα πρότυπα πολιτικών ρήξεων και ανατροπών που δημιούργησαν τα γεγονότα του 1789, αποτέλεσαν τη μαγιά για τα Επαναστατικά Κινήματα που ακολούθησαν.
Ο συντηρητικός κόσμος της εποχής βασικό στόχο είχε να αποτρέψει το ενδεχόμενο μια νέας επανάστασης. Άπαντες έτρεμαν τη πιθανή εξάπλωση ενός καινούργιου Γαλλικού Ιακωβινισμού. Παρ΄ όλα αυτά, ο επαναστατισμός ποτέ στην Ευρωπαϊκή Ιστορία δεν ήταν τόσο γενικός, τόσο έτοιμος να μεταδοθεί και αυθόρμητα και με εσκεμμένη προπαγάνδα, όσο από το 1815 και μετά.
Παράλληλα η ανικανότητα των κυβερνήσεων να αντιμετωπίσουν και να επηρεάσουν αποτελεσματικά τις εξελίξεις, αποτελεί ακόμη και σήμερα σημείο αναφοράς στη σύγχρονη πολιτική ιστορία. Τα κινήματα του 1815 – 1848 τα συνέδεε κυρίως η κοινή τους απέχθεια για τα συντηρητικά καθεστώτα, κοινό μέτωπο όλων ήταν η απόλυτη μοναρχία, η εκκλησία και η αριστοκρατία. Στους κόλπους όμως της αντιπολίτευσης συχνά συνωστίζονταν ετερόκλητες κοινωνικές ομάδες, με αποτέλεσμα η περίοδος των επαναστάσεων να χαρακτηρισθεί και ως η περίοδος της μεγάλης διάσπασης του λαϊκού μαζικού κινήματος.
Τα επαναστατικά κύματα που εμφανίστηκαν κατά κύριο λόγο στο δυτικό κόσμο ανάμεσα στο 1815 και το 1848, διαβαθμίζονται χρονικά σε τρεις κύριες περιόδους:
1. 1820 – 1824: Αναπτύχθηκε στη Μεσόγειο με επίκεντρα την Ισπανία, τη Νεάπολη και την Ελλάδα. Εκτός από την Ελληνική, όλες οι άλλες επαναστάσεις καταπνίγηκαν. Ο Ελληνικός ξεσηκωμός του 1821 κατόρθωσε να επιβληθεί κυρίως γιατί το κίνημα απέκτησε γνήσια λαϊκή έκφραση, αλλά και γιατί η διπλωματική κατάσταση της εποχής ήταν ευνοϊκή για την Ελλάδα. Σημαντικό γεγονός αυτής της περιόδου και η καταλυτική επίδραση της Ισπανικής επανάστασης στην αναβίωση του απελευθερωτικού κινήματος στη Λατινική Αμερική.
2. 1829 – 1834: Επηρέασε όλη την Ευρώπη στα δυτικά της Ρωσίας. Το Βέλγιο κέρδισε την ανεξαρτησία του από την Ολλανδία, το Πολωνικό κίνημα κατεπνίγη μόνο μετά από σημαντικές στρατιωτικές επιχειρήσεις, διάφορα τμήματα της Ιταλίας και της Γερμανίας ήρθαν σε αναστάτωση, ο φιλελευθερισμός κυριάρχησε στην Ελβετία, ενώ στην Ισπανία και την Πορτογαλία άρχισε μια περίοδος εμφύλιου πολέμου ανάμεσα σε φιλελεύθερους και κληρικόφρονες. Στη Βρετανία εξαιτίας της απειλούμενης έκρηξης της Ιρλανδίας εξασφαλίστηκε η Καθολική Χειραφέτηση (1829), με αποτέλεσμα την νέα έναρξη κοινωνικής αναστάτωσης που οδήγησε στο Μεταρρυθμιστικό Νόμο του 1832. Ο νόμος αυτός, αποτελεί ευθεία σύνδεση με τα γεγονότα της Ιουλιανής Επανάστασης του 1830 στη Γαλλία. Τη περίοδο αυτή οριστικοποιήθηκε η ήττα της αριστοκρατίας από τις αστικές δυνάμεις στην δυτική Ευρώπη. Η άρχουσα τάξη των επόμενων χρόνων θα είναι η μεγαλοαστική τάξη των τραπεζιτών, των μεγαλοβιομηχάνων και των ανώτατων δημοσίων υπαλλήλων. Η αριστοκρατία τραβήχτηκε στο περιθώριο, συμφωνώντας να προωθήσει την αστική πολιτική τάξη, εφόσον δεν απειλούνταν από την καθολική ψηφοφορία αν και την ενοχλούσαν οι αναταραχές των μικρότερων ή δυσαρεστημένων επιχειρηματιών, οι μικροαστοί και τα πρώιμα εργατικά κινήματα. Ωστόσο, το 1830 σημαδεύτηκε από την εμφάνιση της εργατικής τάξης ως μιας ανεξάρτητης και συνειδητοποιημένης δύναμης στη πολιτική ζωή, κυρίως στη Βρετανία και τη Γαλλία, γεγονός που αποτέλεσε σταθμό στην ιστορία της ανάπτυξης της νέας κοινωνίας.
3. 1848: Η επανάσταση, (προϊόν της υποβόσκουσας κοινωνικής και οικονομικής κρίσης των προηγούμενων ετών), ξέσπασε ταυτόχρονα και επιβλήθηκε στη Γαλλία, στην Ιταλία, στα γερμανικά κρατίδια, στο μεγαλύτερο μέρος της αυτοκρατορίας των Αψβουργών, στην Ελβετία. Σε λιγότερο οξεία μορφή, η αναστάτωση άγγιξε την Ισπανία, τη Δανία, την Ιρλανδία, τη Ρουμανία, την Ελλάδα και τη Βρετανία. Ποτέ άλλοτε δε συνέβη τίποτα που να μοιάζει με παγκόσμια επανάσταση, από την αυθόρμητη αυτή πυρκαγιά. Ότι ήταν το 1789 η εξέγερση για το Γαλλικό Έθνος, αυτό ήταν το 1848, η ΄΄Άνοιξη των Λαών΄΄, για μια ολόκληρη Ήπειρο.
Οι επαναστάσεις του 1815 – 1848 δεν ήταν έργο λίγων δυσαρεστημένων ταραχοποιών, ήταν εσκεμμένες και σε μεγάλο βαθμό προγραμματισμένες ενέργειες. Ξέσπασαν γιατί τα πολιτικά συστήματα που είχαν επιβληθεί ήταν εντελώς ανεπαρκή, σε μια περίοδο γρήγορων κοινωνικών αλλαγών. Οι οικονομικές και κοινωνικές δυσαρέσκειες ήταν τόσο οξείες, ώστε να προκαλούν σχεδόν αναπόφευκτα συνεχή επαναστατικά ρεύματα. Η ύφεση στη παραγωγή αγαθών, τα χαμηλά ημερομίσθια, η ανεργία, η παρακμή του αγροτικού τομέα, η εξαθλίωση των εργατών, οι υψηλές τιμές των τροφίμων και η γενικευμένη κοινωνική δυσαρέσκεια, οδήγησε στο να αποκτήσει η αγανάκτηση συγκεκριμένο αντικείμενο, η αναταραχή εξελίσσονταν νομοτελειακά σε επανάσταση και πάνω από όλα, η Ευρώπη συνενώνονταν σε ένα ανατρεπτικό κίνημα. Μετά το 1815 το ιδεολογικό υπόβαθρο της αντιπολίτευσης – επανάστασης, αντικατοπτρίζονταν σε τρεις κυρίαρχες τάσεις:
1. Τη μετριοπαθής φιλελεύθερη. Αντιπροσώπευε τους μεγαλοαστούς και τους φιλελεύθερους αριστοκράτες. Το πολιτικό ιδεώδες τους ήταν μια συνταγματική μοναρχία κατά τα βρετανικά πρότυπα, δηλαδή με ένα ολιγαρχικό κοινοβουλευτικό σύστημα βασιζόμενο στην ιδιοκτησία. Θεμελιώδης αξία του πολιτικού φιλελευθερισμού αποτελούσε η κυβέρνηση με βάση τη συναίνεση. Η έννοια του φιλελευθερισμού ήταν στενά συνδεδεμένη με την έννοια της δημοκρατίας, αν και οι περισσότεροι φιλελεύθεροι προτιμούσαν ένα δημοφιλή μονάρχη με περιορισμένες εξουσίες και αίσθηση του δικαίου ως έναν σταθεροποιητικό παράγοντα. Οι φιλελεύθεροι υποστήριζαν πάνω από όλα την ισχύ του νόμου, τις συνταγματικές διαδικασίες, τη θρησκευτική ανεκτικότητα, τη διάκριση των εξουσιών, τις ατομικές και συλλογικές ελευθερίες και ευρύτερα τα ατομικά δικαιώματα του ανθρώπου, το σεβασμό των οποίων αξίωνε τόσο από το κράτος όσο και από τους πολίτες. Ήταν αντίθετοι σε κάθε είδους προνόμια του βασιλιά, της αριστοκρατίας και της εκκλησίας. Έδιναν μεγάλη σημασία στην ιδιοκτησία, την οποία θεωρούσαν πρωταρχική πηγή όχι μόνο της οικονομικής και κοινωνικής ευημερίας αλλά και της υπεύθυνης κρίσης και πολιτικής συμπεριφοράς. Ο οικονομικός φιλελευθερισμός υποστήριζε την ελευθερία στο εμπόριο και τις οικονομικές δραστηριότητες των ατόμων και ήταν αντίθετος στην παρέμβαση του κράτους στη λειτουργία της ελεύθερης αγοράς. Ο στόχος του ήταν διττός: αφενός η κατάργηση των κάθε είδους οικονομικών φραγμών μεταξύ των χωρών και στο εσωτερικό της κάθε χώρας και αφετέρου η αντίδραση σε κάθε μορφή συλλογικής οργάνωσης των εργατών και των τεχνιτών, από τις παλιές συντεχνίες μέχρι τις συνδικαλιστικές οργανώσεις. Η φυσική πατρίδα του φιλελευθερισμού ήταν η Αγγλία. Εκεί δημιουργήθηκε μια παράδοση φιλελεύθερης οικονομικής και πολιτικής σκέψης με κορυφαίους διανοητές και φιλόσοφους, όπως ο Adam Smith και ο David Ricardo στο χώρο της οικονομίας ή ο John Stuart Mill στο χώρο της πολιτικής φιλοσοφίας. Ο Mill ήταν υπέρμαχος ενός ανεκτικού και ισορροπημένου φιλελευθερισμού και έθεσε τις θεωρητικές βάσεις για την ισοτιμία των δύο φύλων.
2. Τη ριζοσπαστική – δημοκρατική. Αντιπροσώπευε τους μικροαστούς και τα δυσαρεστημένα τμήματα των διανοουμένων και των μικροεπιχειρηματιών. Πηγή έμπνευσης για τους ριζοσπάστες – δημοκράτες, αποτέλεσε η επανάσταση του 1792 και πολιτικό τους ιδεώδες μια δημοκρατία με κοινωνικό χαρακτήρα και στοιχεία κράτους πρόνοιας, η οποία αντιστοιχεί εν μέρει στο σύνταγμα των Ιακωβίνων του 1793. Κύριοι στόχοι της Γαλλικής Επανάστασης αλλά και των επαναστατικών κινημάτων του 1820, 1830, 1848, ήταν ο περιορισμός των προνομίων της αριστοκρατίας, η ανατροπή της απόλυτης μοναρχίας, και ο αγώνας υπέρ των θεμελιωδών δικαιωμάτων του ανθρώπου και του πολίτη. Οι φιλελεύθεροι αστοί όμως, ότι διεκδικούσαν για τους εαυτούς τους, δεν το αναγνώριζαν ως δικαίωμα άλλων κατώτερων κοινωνικά τάξεων. Ενώ συνέβαλαν στη μείωση των προνομίων της απολυταρχίας και της αριστοκρατίας και έθεσαν τα θεμέλια της σύγχρονης δημοκρατίας δεν ήταν διατεθειμένοι να δεχθούν εξισωτικά σχήματα και καθολικό δικαίωμα ψηφοφορίας. Οι προθέσεις τους έγιναν φανερές ιδιαίτερα κατά τις επαναστάσεις του 1848, όταν οι εργατικές τάξεις αξίωσαν ισότιμη πολιτική συμμετοχή και κοινοβουλευτική εκπροσώπηση. Αυτή την αναντιστοιχία μεταξύ λόγων και πράξεων προσπάθησαν να εκφράσουν και να καλύψουν οι ριζοσπάστες δημοκράτες, αγωνιζόμενοι για καθολική ψηφοφορία, εδραίωση πραγματικά αντιπροσωπευτικών θεσμών, κοινωνική και πολιτική δικαιοσύνη. Το κίνημα των Χαρτιστών για την εγκαθίδρυση ενός δημοκρατικού κοινοβουλευτικού συστήματος που αναπτύχθηκε στην Αγγλία το 1834, μπορεί να θεωρηθεί γόνος του αγώνα των ριζοσπαστών. Ο ¨Χάρτης του Λαού¨ ήταν ένα κείμενο που υπογράφηκε από εκατομμύρια Βρετανούς και περιελάμβανε έξι αιτήματα: καθολική ανδρική ψηφοφορία, μυστική ψηφοφορία, κατάργηση των περιουσιακών προϋποθέσεων για την ιδιότητα του πολίτη, ετήσιες βουλευτικές εκλογές, μισθοδοσία στα μέλη της Βουλής των Κοινοτήτων και ίσες εκλογικά περιφέρειες. Τα αιτήματα των δημοκρατικών ριζοσπαστών, αναμφίβολα καλλιέργησαν το έδαφος για την ανάπτυξη της σοσιαλιστικής ιδέας, αν και η ιδεολογική τους αφετηρία και προσέγγιση ήταν διαφορετική. Έπρεπε βέβαια να περιμένουν πάνω από μισό αιώνα για να δικαιωθούν έστω και ως προς ένα μέρος των διεκδικήσεων τους.
3. Τη σοσιαλιστική. Αντιπροσώπευε κυρίως την νέα εργατική βιομηχανική τάξη. Οι απάνθρωπες και αλλοτριωτικές συνθήκες εργασίας στα εργοστάσια, η υψηλή θνησιμότητα και η κλονισμένη υγεία, οι άθλιοι όροι διαβίωσης, η ανυπαρξία κοινωνικής ασφάλισης και η ευρύτερη κοινωνική και πολιτική απαξίωση και υποβάθμιση, συνέθεταν το πλαίσιο ζωής των βιομηχανικών εργατών. Ο σοσιαλισμός προσέφερε στην εργατική τάξη μια σοβαρή προοπτική βελτίωσης της θέσης της και το όραμα οικοδόμησης μιας δικαιότερης κοινωνίας. Οι ιστορικές ρίζες του σοσιαλισμού ανάγονται στον Αγγλικό Εμφύλιο Πόλεμο (1642 – 1652) και συγκεκριμένα στο ριζοσπαστικό κίνημα των Diggers (Σκαπανέων). Στους μεταγενέστερους προπομπούς του σοσιαλισμού συγκαταλέγονται ο Μπαμπέφ – ιδρυτής της επαναστατικής επιτροπής ΄΄Συνωμοσία των Ίσων΄΄ - ο οποίος έδρασε την περίοδο του Διευθυντηρίου κατά την διάρκεια της Γαλλικής Επανάστασης, ο Βρετανός μεταρρυθμιστής Όουεν και οι Γάλλοι ουτοπιστές Φουριέ και Σαιν Σιμόν. Η σύγχρονη εκδοχή του σοσιαλισμού εμφανίστηκε στη δεκαετία του 1820 και συνδέθηκε με τα ποικίλα και συχνά αντίρροπα ρεύματα του γαλλικού κοινωνικού-πολιτικού ριζοσπαστισμού των μέσων του 19ου αιώνα, με το στοχασμό μιας περιορισμένης ομάδας Γερμανών φιλοσόφων και ακτιβιστών. Το κίνημα των Χαριστών βοήθησε να ενσωματωθεί στο φάσμα των σοσιαλιστικών ιδεών η δημοκρατία, η κοινωνική ισότητα, η εργατική αλληλεγγύη, συμπληρώνοντας την ιδέα της συλλογικής κατοχής των μέσων παραγωγής και των αγαθών. Όμως, κατά κύριο λόγο ο σοσιαλισμός ως κοσμοθεωρία, είναι αποτέλεσμα της συγγραφικής δραστηριότητας των Γερμανών φιλοσόφων Κάρολου Μάρξ (1818 – 1883) και Φρίντριχ Ένγκελς (1820 -1895) και έχει χρονική αφετηρία τη δημοσίευση του Κομμουνιστικού Μανιφέστου στο Λονδίνο το 1848. Σύμφωνα με τους Μάρξ και Έγκελς η υλική βάση, δηλαδή οι οικονομικές συνθήκες, καθορίζουν την ανάπτυξη του κράτους και της κοινωνίας. Πρόκειται για την υποδομή κάθε κοινωνίας πάνω στην οποία αναπτύσσεται η πολιτική, δικαιακή, πολιτισμική και θρησκευτική συνείδηση των ανθρώπων κάθε εποχής. Η ιστορική πορεία της ανθρωπότητας καθορίζεται από την αλλαγή των παραγωγικών σχέσεων, δηλαδή της ιδιοκτησίας και των μέσων παραγωγής. Η ιστορία είναι μια εξελικτική διαδικασία σύμφωνα με την οποία ο καπιταλισμός διαδέχεται τη φεουδαρχία και καταλύεται από το σοσιαλισμό μέσω της επανάστασης. Η αυτοδιάλυση του κράτους, η πραγματοποίηση μιας αταξικής κοινωνίας χωρίς ατομική ιδιοκτησία των μέσων παραγωγής και ο σχεδιασμός της παραγωγής σύμφωνα με την αρχή ΄΄ο καθένας σύμφωνα με τις ικανότητές του και τις ανάγκες του΄΄ θεωρούνταν ως κατάληξη μιας ιστορικής αναγκαιότητας, η οποία , ωστόσο, καθοριζόταν από τη ταξική συνειδητοποίηση, τους πολιτικο-κοινωνικούς αγώνες και την επαναστατική δυναμική της εργατικής τάξης και των συνοδοιπόρων της.
Κατά την διάρκεια της περιόδου της παλινόρθωσης (1815 - 1830) το στρώμα της αντίδρασης κάλυπτε εξίσου όλους τους διαφωνούντες. Το μεγαλύτερο μέρος των μαζών όμως δεν ήταν πολιτικά συνειδητοποιημένο. Τάσσονταν φαινομενικά υπέρ της νομιμότητας και του κλήρου προβάλλοντας σιωπηρή διαμαρτυρία στη νέα κοινωνία που φαίνονταν να φέρνει μόνο τη συμφορά και το χάος. Όσοι από του φτωχούς ήταν ενσυνείδητα αριστεροί αποδέχονταν τα κλασσικά συνθήματα της αστικής επανάστασης αν και αυτοχαρακτηρίζονταν ριζοσπάστες. Η απόχρωση της κοινωνικής πρόκλησης στη στάση τους ήταν ακόμη αμυδρή. Τη περίοδο αυτή οι πολιτικές προοπτικές τις αντιπολίτευσης έμοιαζαν πάρα πολύ και το κοινό μέτωπο εναντίον της απολυταρχίας απέκλειε την ειρηνική μεταρρύθμιση. Οι επαναστάτες θεωρούσαν τους εαυτούς τους μέρος μιας ελίτ χειραφετημένων και προοδευτικών που δρούσαν προς όφελος της μάζας. Μιας μάζας τεράστιας, που παρέμενε αδρανής καθώς αποτελούνταν από αδαής και παραπλανημένους, οι οποίοι όμως εύκολα θα δέχονταν την απελευθέρωση όταν θα έρχονταν, αλλά που κανείς δεν περίμενε να συμμετέχουν στη προετοιμασία της. Όλοι τους έτειναν στην υιοθέτηση του ίδιου τύπου επαναστατικής οργάνωσης: της μυστικής επαναστατικής αδελφότητας.
Μετά το 1830 τα πράγματα άλλαξαν. Οι αναταραχές που προηγήθηκαν και τα αποτελέσματα της επανάστασης χώρισαν τους μετριοπαθείς φιλελεύθερους από τους ριζοσπάστες και δημιούργησαν νέα διεθνή κατάσταση. Τότε, το επαναστατικό κίνημα χωρίστηκε όχι μόνο σε διαφορετικά κοινωνικά κινήματα, αλλά και σε διαφορετικά εθνικά.
Σταδιακά οι μετριοπαθείς φιλελεύθεροι αποσύρθηκαν από το κοινό αντιπολιτευτικό μέτωπο της Παλινόρθωσης και προσχώρησαν στους κύκλους των νέων κυβερνήσεων. Άλλωστε έχοντας αποκτήσει δύναμη εξαιτίας των ριζοσπαστών (γιατί ποιοι άλλοι πολέμησαν στα οδοφράγματα, τους πρόδωσαν αμέσως. Επιθυμία τους ήταν να μην γίνει μεταξύ τους καμιά δοσοληψία με αντικείμενο ένα τόσο επικίνδυνο είδος όπως η δημοκρατία. Μετά από το σύντομο διάλειμμα της ανοχής, οι φιλελεύθεροι έδειξαν τη πρόθεση να μετριάσουν τον ενθουσιασμό τους για περισσότερες μεταρρυθμίσεις και να καταστείλουν τη ριζοσπαστική αριστερά, κυρίως τους επαναστάτες της εργατικής τάξης. Με τη πρόοδο του καπιταλισμού ο λαός και οι φτωχοί εργαζόμενοι (αυτοί δηλαδή που έχτιζαν τα οδοφράγματα) συνάντησαν το νέο βιομηχανικό προλεταριάτο χτίζοντας έτσι την νέα εργατική τάξη. Η εμφάνιση ενός νέου επαναστατικού κινήματος ήταν πλέον γεγονός. Έτσι, οι ριζοσπάστες και τα νέα προλεταριακά κινήματα, εγκατέλειψαν τη συμμαχία τους με τους φιλελεύθερους και προσέγγισαν τους πρώιμους σοσιαλιστές.
΄΄Οι λαοί πρέπει να είναι έτοιμοι να κερδίσουν μόνοι τους τη λευτεριά τους, γιατί κανείς άλλος δεν θα το κάνει για χάρη τους΄΄. ΄΄Η ελευθερία πρέπει να κερδιθεί με άμεση δράση΄΄. Μερικές μόνο από τις απόψεις που υιοθετούσαν εκείνη την εποχή όλα τα προλεταριακά κινήματα. Η δυσαρέσκεια στις πόλεις ήταν γενικό φαινόμενο στη Δύση. Η κοινωνική επανάσταση στις πόλεις ήταν πάντα πραγματικό ενδεχόμενο. Στη μεγάλη όμως ευρωπαϊκή αγροτική ζώνη το αν θα απευθυνθεί κανείς τελικά στις μάζες ήταν πρόβλημα επιτακτικό και αναπόφευκτο. Οι μικρογαιοκτήμονες της υπαίθρου εμφανίζονταν φλογεροί εθνικιστές και απρόθυμοι να χάσουν τη θέση που τους εξασφάλιζε το εισόδημά τους. Οι μικροαστοί και οι διανοούμενοι, ο πυρήνας του ριζοσπαστισμού, συχνά ανήκαν σε διαφορετικό έθνος από αυτό της αγροτικής τάξης. Το πρόβλημα που αντιμετώπιζαν οι ριζοσπάστες ήταν όχι αν θα έπρεπε να επιδιώξουν συμμαχία με την αγροτιά, αλλά κατά πόσο τελικά θα το κατόρθωναν, δεδομένων πάντα και των πολιτικών επιλογών των κυβερνήσεων και των μεγαλοεργοδοτών.
Συνάμα, η δυσαρεστημένη μικροαστική τάξη των ελεύθερων τεχνιτών, καταστηματαρχών, κτηματιών κλπ που μαζί με τη μάζα των ειδικευμένων εργατών αποτελούσαν το σώμα του ριζοσπαστισμού, εμφανίζονταν με μια αλλοπρόσαλλη τακτική: ως ανίσχυροι υποστήριζαν τους φτωχούς, ως μικροϊδιοκτήτες τους πλουσίους. Όταν χρειάζονταν ήταν χλιαρά Ιακωβίνοι, ενώ άλλες φορές εξέφραζαν τις απόψεις της μεγαλοαστικής τάξης. Όταν λοιπόν ο Auguste Blanqui διατύπωσε την άποψη πως το προλεταριάτο των εργατών που υφίσταται εκμετάλλευση θα αποτελέσει τον αρχιτέκτονα του σοσιαλισμού, ενώ η μεσαία τάξη τον κύριο εχθρό του και ότι την κατάληψη της εξουσίας θα ακολουθούσε η δικτατορία του προλεταριάτου, τότε το ζήτημα της κοινωνικής επανάστασης δίχασε τους ριζοσπάστες της μεσαίας τάξης. Η ίδια η αποφασιστικότητα των ριζοσπαστών να πάρουν την εξουσία χωρίς ή και ενάντια στις κατεστημένες δυνάμεις, κλονίστηκε. Μια νέα διάσπαση στις γραμμές τους άρχιζε να γίνεται εμφανής. Η οριστική ρήξη των φιλελεύθερων ριζοσπαστών με την άκρα αριστερά, επρόκειτο να επέλθει μετά τα γεγονότα του 1848. Το ρητορικό ερώτημα που τίθεται ακόμη και σήμερα, αξιολογώντας τα γεγονότα στο χώρο της τότε αριστεράς, είναι: Ο λαός ήταν ή δεν ήταν έτοιμος και πρόθυμος να πληρώσει το τίμημα της κοινωνικής επανάστασης;
Ξεχωριστή αναφορά οφείλουμε να κάνουμε στην επίδραση που είχαν στα επαναστατικά κινήματα, ιδιαίτερα μετά το 1830, οι πολιτικοί πρόσφυγες. Στα κέντρα όπου κατέφευγαν (Γαλλία, Ελβετία), εξόριστα πολιτικά στελέχη από διάφορες περιοχές της Ευρώπης, οργανώνονταν, επιχειρηματολογούσαν, διαφωνούσαν και σχεδίαζαν την εξέγερση στη χώρα τους. Όπως ο φασισμός στη δεκαετία του 1930, έτσι και ο απολυταρχισμός στις δεκαετίες του 1830 και 1840 συνένωνε τους κοινούς εχθρούς του. Δεν συμπαθούσαν ούτε αποδέχονταν πάντα ο ένας τον άλλο, αλλά γνώριζαν μεταξύ τους και ήξεραν ότι η μοίρα τους ήταν κοινή. Κάπως έτσι προετοιμάστηκε και η επανάσταση που ξέσπασε και απέτυχε το 1848.
Κάτι παρόμοιο άλλωστε συνέβη και με το κομουνισμό έναν αιώνα αργότερα, ο οποίος φιλοδοξούσε να ερμηνεύσει και να δώσει λύσεις στη κοινωνική και οικονομική κρίση στο κόσμο. Το Παρίσι για άλλη μια φορά προσέλκυσε τα μαχητικά στελέχη της αριστεράς, αλλά και όσους παρακινούνταν από απλή διανοητική περιέργεια, συμπληρώνοντας ένα πορτραίτο στο οποίο πάντα θα κυριαρχούν οι ανάλαφρες γοητείες της πόλης.
Σήμερα, οι απαραίτητες κοινωνικές μεταβολές και οι πραγματικές συνταγματικές μεταρρυθμίσεις που έχει ανάγκη ο κόσμος, έχοντας ως στόχο πάντα μια κοινωνία ίσων, επιδιώκοντας την κοινωνία των 3/3, σημαίνει απαραίτητα ρήξη με τη νομιμότητα; Τι πραγματικά μας διδάσκει τελικά η Ιστορία;
«Η Εποχή του Κεφαλαίου 1848-1875», είναι το δεύτερο αυτοτελές έργο του E. J. Hobsbawm, - είχε προηγηθεί «Η εποχή των Επαναστάσεων 1789-1848» (Μ.Ι.Ε.Τ., 1992)- στο πλαίσιο της σειράς Ιστορία του Πολιτισμού. Η ιστορική περίοδος που διαπραγματεύεται αυτό το βιβλίο με βλέμμα ευρωκεντρικό, έχει σαν κύριο στοιχείο την εξάπλωση της καπιταλιστικής οικονομίας σε ολόκληρο τον κόσμο
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου