Η (μετα)νεωτερική κοινωνία και ο συρρικνωμένος χρόνος
συνεχίζει το πανάρχαιο έργο του
να κάνει τους πάντες να μοιάζουν,
αλλά και να νιώθουν, σαν σκατά».[1]
Στη μετανεωτερική πλανητική εποχή μας, η νεωτερική ανοδική συνέχεια
του χρόνου (η διάκριση σε παρελθόν, παρόν και μέλλον) παύει σιγά σιγά να
υφίσταται. Ο παράγοντας “χρόνος” «χάνει την πρωταρχική του σημασία, την οποία είχε στο πλαίσιο της αστικής πίστης προς την ιστορία και την πρόοδο»’[2].
Σήμερα ο χρόνος συρρικνώνεται, γίνεται ένας παροντικός-πλανητικός
χρόνος. Η χρονικότητα σήμερα, θυμίζει την χρονική αίσθηση του (χωροθέτη)
Κ στον “Πύργο”του Κάφκα: μια διαρκής αναβολή, όπου τα πάντα
ξεθωριάζουν μόλις πας να τα φτάσεις, ένα ατελείωτο σημειωτόν στηn
κινούμενη άμμο του παρόντος.
Στην εποχή μας η ταχύτητα έχει γίνει εθιστικό ναρκωτικό. Γεμίζουμε τα
αργά κενά μιλώντας στο κινητό τηλέφωνο ενώ περπατάμε στο δρόμο
τρομοκρατημένοι ή πιάνουμε τους εαυτούς μας στον κινηματογράφο να
ψάχνουν ψηλαφητά το πλήκτρο fastforward.«Ζούμε σε μια εποχή όπου το
emailαντικαθιστά΄ την επιστολογραφία, όπου τα άρθρα στις εφημερίδες
γίνονται όλο και μικρότερα, οι εναλλαγές εικόνων στις οθόνες συχνότερες[3]».
Το αεικίνητο και μεταβαλλόμενο ύφος της επικοινωνίας, που εισήχθη με το
MTV, απεικονίζει επακριβώς το πνεύμα της εποχής. Ό,τι χαρακτηρίζει τη
σύγχρονη εποχή είναι η αδυναμία να παραμείνεις στη θέση σου. «Δεν
επιλέγεις να είσαι σε κίνηση, τίθεσαι σε κίνηση. Πρέπει να
επιταχύνουμε-να γίνουμε «ευκίνητοι», «εύκαμπτοι», «να δείξουμε περισσότερη “ευελιξία”», να «προσαρμοσθούμε»[4].
Στην εποχή μας, η αιώνια επανάληψη συνυπάρχει μαζί με την αίσθηση
ενός χρόνου που δε θυμάται το παρελθόν ούτε προσβλέπει στο μέλλον, ενός
χρόνου που ανακυκλώνεται σε ένα αιώνιο παρόν: μια μόδα που εκθειάζει τις
χαρές της αιώνιας επανάληψης που ανακαλύπτεται και στον κινηματογράφο.
Στην ταινία "50 FirstDates" η ηρωίδα υποφέρει από μια διαταραχή
που την κάνει να μη μπορεί να συγκρατήσει τίποτα στη βραχυπρόθεσμη
μνήμη της. Ξεκινά κάθε πρωί χωρίς αναμνήσεις των προηγούμενων ημερών,
γοητεύει έναν κυνηγό του ωραίου φύλου, σε σημείο που να αφιερώνει τη ζωή
του στο να την κατακτά κάθε μέρα από την αρχή. Καταλήγουν σε ένα καράβι
που πλέει στην ηλιόλουστη θάλασσα να ξεχνούν και να υπενθυμίζουν
χαρούμενοι την αγάπη τους ο ένας στον άλλον, κάθε μέρα που ξημερώνει.
Σε μια άλλη ταινία, “η αιώνια λιακάδα ενός καθαρού μυαλού”,
δύο εραστές αποφασίζουν να διαγράψουν από το μυαλό τους, ο ένας τον
άλλο, έπειτα από έναν οδυνηρό χωρισμό. Έτσι ένα ζευγάρι που τα έχει
περάσει όλα -τους καυγάδες, την πλήξη, τον χωρισμό- στρέφεται ο ένας
στον άλλο με νέο ενθουσιασμό και με την ελπίδα ότι το νέο αυτό πρόσωπο
θα εκπληρώσει όνειρα και προσδοκίες[5].
Στις ταινίες αυτές είναι χαρακτηριστική η επιδίωξη της «επαναληπτικής»
ανανέωσης. Μετά την αρχική ευφορία, υπάρχει ένα ασφυκτικό αίσθημα déjàvu
στην πλοκή τους καθώς όλα ανακυκλώνονται ξανά και ξανά σαν ένα αδιάκοπο
καθρέφτισμα του Νάρκισσου στο νερό της λίμνης. Αυτή είναι η
χαρακτηριστική αίσθηση του χρόνου της εποχής μας: ένα παρόν τέρας, ως
πελώριο “Μάτριξ” ή “Τρούμαν Σώου” χωρίς δυνατότητες διαφυγής.
Ο Maurizio Lazzarato αποδίδει αυτή την αίσθηση του ανακυκλώσιμου
χρόνου στην επέκταση της χρηματοπιστωτικής οικονομίας. Ενώ στο Μεσαίωνα ο
χρόνος άνηκε στον Θεό, σήμερα, ως δυνατότητα, δημιουργία επιλογή και
απόφαση, είναι το πρώτο αντικείμενο της καπιταλιστικής ιδιοποίησης. Το
χρηματοπιστωτικό σύστημα φροντίζει ώστε οι μόνες δυνατές επιλογές και
αποφάσεις να είναι αυτές του χρήματος που γεννά χρήμα, της παραγωγής για
την παραγωγή.
«Ενώ στις βιομηχανικές κοινωνίες διατηρούνταν ακόμη ένας
"ανοιχτός χρόνος" -με τη μορφή της προόδου ή της επανάστασης- σήμερα το
μέλλον και οι δυνατότητές του, συντριμμένες από τα κολοσσιαία ποσά
χρήματος που κινητοποιούνται από το χρηματοπιστωτικό σύστημα φαίνεται να
έχουν μπλοκαριστεί: το χρέος εξουδετερώνει πλήρως το χρόνο, το χρόνο ως
δημιουργία νέων δυνατοτήτων, δηλαδή την πρώτη ύλη κάθε ε πολιτικής,
κοινωνικής η αισθητικής αλλαγής»[6].
«Όλη η χρηματοπιστωτική καινοτομία -γράφει ο Lazzarato- δεν
έχει παρά ένα σκοπό: να διαθέτει προκαταβολικά το μέλλον
αντικειμενοποιώντας το. Η αντικειμενοποίηση αυτή είναι εντελώς άλλου
τύπου από εκείνη του χρόνου εργασίας: αντικειμενοποίηση του χρόνου,
προκαταβολική διάθεσή του σημαίνει υπαγωγή κάθε δυνατότητας επιλογής και
απόφασης, την οποία κρύβει το μέλλον, στην αναπαραγωγή των
καπιταλιστικών σχέσεων εξουσίας. Έτσι το χρέος όχι μόνο ιδιοποιείται τον
παρόντα χρόνο απασχόλησης των μισθωτών και του πληθυσμού στο σύνολο
του, αλλά προαγοράζει επίσης τον μη χρονολογικό χρόνο, το μέλλον καθενός
και το μέλλον της κοινωνίας στο σύνολο της. Η αλλόκοτη αίσθηση ότι
ζούμε σε μια κοινωνία χωρίς χρόνο, χωρίς δυνατότητα, χωρίς ορατή ρήξη
βρίσκει την κυριότερη εξήγηση της στο χρέος»[7].
Τι απομένει από τις παραδόσεις στη (μετα)νεωτερική κοινωνία;
Απομένουν, ή μάλλον επιπλέουν, διάχυτες και απογυμνωμένες από το ιερό
και τελετουργικό νόημα που είχαν στις προνεωτερικές κοινωνίες ως
συνήθειες -που με την κανονική επανάληψή τους προσφέρουν ένα
υποκατάστατο της “οντολογικής ασφάλειας”, δηλαδή ενός πλαισίου ερμηνείας
του κόσμου[8]. Απομένει η «παράδοση
που είναι απογυμνωμένη από το περιεχόμενο της και εμπορευματοποιημένη
μετατρέπεται είτε σε πολιτιστική κληρονομιά είτε σε κραυγαλέα
κακογουστιά-μπιχλιμπίδι προς πώληση στα καταστήματα των αεροδρομίων. Η
βιομηχανία της παράδοσης την πακετάρει και την ξαναπαρουσιάζει ως θέαμα»[9].
Στην μετανεωτερική κοινωνία η νεωτερική διάσπαση του χρόνου σε
παρελθόν -παρόν και μέλλον παύει σιγά να υφίσταται, ο χρόνος
συρρικνώνεται, γίνεται ένας παροντικός-πλανητικός χρόνος. «Είτε
πρόκειται για μια μεταβατική συγκυρία είτε για μια διαρκή κατάσταση,
εκείνο που παραμένει είναι πως τούτο το παρόν είναι ο καιρός της μνήμης
και του χρέους, της αμνησίας στην καθημερινότητα και των προσδοκιών»[10].
Ο Πέτρος Θεοδωρίδης είναι συγγραφέας-δοκιμιογράφος. Κατεβάστε ελεύθερα την τελευταία του συλλογή «Ακόμα και η Αριάδνη ήταν ψέμα» ή διαβάστε την online
[1] Μάρτιν Άμις «Λονδρέζικα χωράφια» αναφέρεται στο LarsSvendsen: Η φιλοσοφία της βαρεμάρας, μτφ Παναγιώτης Καλαμαράς, εκδ. Σαββάλας (1η έκδοση 1999) 2006, σ. 98.
[2] Π. Κονδύλης,H Παρακμή του Αστικού Πολιτισμού, εκδ. Θεμέλιο, Αθήνα1991, σ. 317.
[3] Thomas Eriksen, η τυραννία της στιγμής, μτφ Αθηνά Σιμογλου, εκδ. Σαββάλας, Αθήνα 2005, σ. 99.
[4] Pierre Andre Taguieff, Παγκοσμιοποίηση και Δημοκρατία, μτφ Νίκος Κούρκουλος, εκδ. Εικοστού Πρώτου (2001) 2002, σ. 81- 83.
[5] βλ άρθρο της NatashaWalter [TheGuardian] «Αγωνιώδης αναζήτηση μιας άσπιλης μνήμης, η δυστυχία να ζούμε χωρίς ιστορία και αναμνήσεις», Καθημερινή, 4-8-2004 σ. 4.
[6]
Maurizιo Lazzarato η κατασκευή του χρεωμένου ανθρώπου δοκίμιο για την
νεοφιλελεύθερη κατάσταση(2011), μτφ Γιώργος Καράμπελας, εκδ.Αλεξάνδρεια
2014,σ. 71.
[7] ό.π., σ. 69.
[8]
Giddens A in Beck U., Giddens A Lah S, Reflexive Modernization,
Politics, Tradition And Aesthetics In The Modern Social Ryder, Oxford,
Polity Press, 1994, p. 100-101.
[9] Giddens A, ο κόσμος των ραγδαίων αλλαγών, μτφ ΚωνσταντινοςΓεώρμας, Μεταιχμιο 2002, σ. 86.
[10] Francois
Hartog, καθεστωτικά ιστορικότητας, παραγοντισμός και εμπειρίες του
χρόνου, μτφ. Δημήτρης Κουσουρής, εκδ. Αλεξάνδρεια 2014.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου