Αναγνώστες

Σάββατο 30 Απριλίου 2016

G.Agamben,Χρόνος και ιστορία. αναδημοσιευση απο το Μλογκ : ΑΝΑΓΝΩΣΕΙΣ: Η ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ ΤΟΥ ΙΣΤΟΛΟΓΙΟΥ "ΠΕΡΑ ΑΠΟ ΤΟ ΑΤΟΜΟ"

G.Agamben,Χρόνος και ιστορία




GIORGIO AGAMBEN, ΧΡΟΝΟΣ ΚΑΙ ΙΣΤΟΡΙΑ, εκδόσεις Ίνδικτος, Αθήνα 2003, ISBN:960-518-144-4.
Ενώ η κλασική παράσταση του χρόνου είν’ ένας κύκλος, η εικόνα που καθοδηγεί τη χριστιανική σχηματοποίηση της έννοιας είναι αυτή της ευθείας.(…)
Εξάλλου, αντίθετα με τον χωρίς διεύθυνση χρόνο του κλασικού κόσμου, ο χρόνος τούτος έχει μια διεύθυνση κι ένα νόημα: ξετυλίγεται ανεπιστρεπτί από τη δημιουργία πρός το τέλος και βρίσκει ένα κεντρικό σημείο αναφοράς στην ενσάρκωση του Ιησού Χριστού, η οποία χαρακτηρίζει την ανέλιξη του ωσάν μια πρόοδο από την αρχική πτώση πρός την τελική λύτρωση.(…)
Η ιστορία της ανθρωπότητας εμφανίζεται έτσι σαν μια ιστορία της σωτηρίας,δηλαδή της προοδευτικής επίτευξης της λύτρωσης, που θεμελιώνεται πρωταρχικά στο Θεό. Και, σ’  αυτήν την πορεία εναλλαγών, κάθε συμβάν είναι μοναδικό και ανεπανάληπτο.
Giorgio Agamben,   Χρόνος και ιστορία, μετάφραση Δ. Αρμάος, εκδ. Ίνδικτος, Αθήνα 2003, απόσπασμα από τις σελ. 20 και 21.

Αγάπη; η μήπως απλώς επιθυμία ;

Αγάπη;
η μήπως  απλώς επιθυμία ;
 Συμπόνια;  Η Μόνο Οίκτος ;
 Έλεος; ή μήπως Μοχθηρία;
 Αγάπη; 
 η  μια μάταιη χειρονομία , σαν να σκαλίζεις στην άμμο του ουρανού ιδεογράμματα 
 σαν την αλήθεια που σκεπάζεται από την Λήθη μόλις  ειπωθεί 
 σαν το Μυστικό όνομα του Θεού που όποιος το προφέρει 
 νιώθει το Σύμπαν να κλονίζεται  συθέμελα 
 Αγάπη; 
 Το χαμόγελο του μωρού είναι αγάπη; 
 το βυζί της μάνας ειν' αγάπη ;
 ο θάνατος όταν έρχεται ειναι αγάπη; 
 Η Μάταιη ελπίδα της ανάστασης είναι αγάπη;
 Τα δέντρα , το θρόισμα των φύλων , το τριβέλισμα της φωτιάς στο τζάκι , ο παφλασμός των κυμάτων , το αεράκι , η δροσιά της άνοιξης είναι αγάπη; 
 η  Μήπως  είναι η αναπνοή του Θεού; ..εισπνοή , εκπνοή , εισπνοή εκπνοή , Αγάπη ..

Παρασκευή 29 Απριλίου 2016

τι καινούριο έφερε ο χριστιανισμός στην Ύπαρξη;



τι καινούριο έφερε ο χριστιανισμός στην Ύπαρξη;
--------------------------------------------------
1ον Πρώτα μια εντελώς νέα έννοια του Χρόνου : μέχρι τότε στον αρχαίο κόσμο ο χρόνος δεν είχε ένα εσωτερικό Νόημα.. η μάλλον ήταν ήδη πλήρης νοήματος ως Επανάληψη , ρυθμοί των εποχών ..... Ο Χριστιανισμός ( ως συνεχεία της προετοιμασίας των Εβραίων) προσέδωσε στον Χρόνο μια εντελέχεια , ένα εσωτερικό Τελικό Νόημα .την Πλήρωση του Χρόνου, την Δευτέρα παρουσία , την Σωτηρία ..
Ο Κόσμος πια είχε έναν τελικό προορισμό. Έτσι η γεννήθηκε Ιστορία ως διαδοχή σταδίων ως αναμονή της Πλήρωσης , της Ανάστασης η Επανάστασης
2ον προσέδιδε ένα διπλό νόημα στον κόσμο : και ως Οικούμενη( Ρωμαϊκή Οικούμενη) και ως ατομική ύπαρξη - έτσι το άτομο έβλεπε το νόημα της Ύπαρξης του στο κάδρο ενός Τεράστιου - για την εποχή του - Κόσμου, του Ρωμαϊκού


3ον .. Έδινε την δυνατότητα στο άτομο να μετέχει σε δυο κόσμους ..Σε αυτόν ( τον ενθαδε -άνευ νοήματος ) και στον άλλον τον Εκειθεν ( τον πλήρη Νοήματος )


Άρα χάριζε στο άτομο την απαραίτητη σπίθα για να ανάψει η φωτιά της εσωτερικότητας :
( Την ελπίδα και την φαντασίωση)
 Πέτρος  Θεοδωρίδης

Πέμπτη 28 Απριλίου 2016

Richard Sennett – Ο ξένος. Δυο δοκίμια για την εξορία/αναδημοσιευση απο το pandoxeio )

Richard Sennett – Ο ξένος. Δυο δοκίμια για την εξορία

sennett_
Μπορεί ένα βιβλίο μόλις εκατόν σαράντα τριών σελίδων να περιλαμβάνει με πυκνή, δοκιμιακή πλην εύληπτη και σαφή γλώσσα του δυο όψεις της ξενότητας, που εκκινούν από παλαιότερες ιστορικές καταστάσεις, εφαρμόζουν όμως πλήρως στις σύγχρονες συγκυρίες της μετανάστευσης, της εξορίας και της ετερότητας; Στην προκείμενη περίπτωση μπορεί. Ξεκινώ με το δεύτερο και εκτενέστερο δοκίμιο του βιβλίου, που τιτλοφορείται Ο ξένος. Ο συγγραφέας μας αιφνιδιάζει καθώς αρχίζει και τελειώνει το δοκίμιό του με δυο εικαστικά παραδείγματα. Το πρώτο έργο τέχνης είναι Το μπαρ στα Φολί – Μπερζέρ [1881 – 1882] του Εντουάρ Μανέ.
Τα Φολί – Μπερζέρ ήταν ένας χώρος αισθησιακής ελευθεριότητας, όπου χόρευαν γυναίκες χωρίς εσώρουχο, με αποτέλεσμα, όποτε σήκωναν τα πόδια τους, να εκτίθεται το εφηβαίο τους σε κοινή θέα. Ήταν ένας χώρος κακόφημος, δημόσιος εντούτοις (και οπωσδήποτε όχι πορνείο), που τον κατέκλυζαν θορυβώδη πλήθη που έπιναν και ερωτοτροπούσαν σε μια ιδιαίτερη ατμόσφαιρα, μακριά από τις έγνοιες της οικογενειακής εστίας. Μια τέτοια σκηνή θα αποδομήσει ο Μανέ. Βλέπουμε μια γυναίκα να στέκεται πίσω από τον πάγκο ενός μπαρ, σκεπτική, θλιμμένη και αγέλαστη, απομονωμένη, σε απόλυτα μετωπική στάση. Καθώς η μορφή της αντανακλάται μέσα στον καθρέφτη, εστιάζουμε την προσοχή μας στην μόνη σημαντική εμπειρία βάθος και προοπτικής σμίκρυνσης μέσα σε αυτόν. Ιδού το δράμα που εξυφαίνει ο καλλιτέχνης: κοιτάζω σε έναν καθρέφτη και αντικρίζω κάποιον που δεν είναι ο εαυτός μου.
Edouard_Manet_
Την ίδια στιγμή ένας άντρας που στέκει παράπλευρα μοιάζει να κάνει μια ανήθικη πρόταση σε μια νεαρή σερβιτόρα, η οποία αντιδρά με ανείπωτη θλίψη στο βλέμμα της. Δεν είναι η πρώτη φορά που απεικονίζει η μοναχική νεαρή γυναίκα σε έναν ανήθικο δημόσιο χώρο· είναι ένα ηθικολογικό θέμα που ο Ντεγκά είχε ζωγραφίσει στο Αψέντι [1876]. Τώρα η πραγματική ιστορία εκτυλίσσεται κάπου αλλού, έξω από τον καμβά. Αν ο Μανέ ήταν φιλόσοφος θα υποδείκνυε ως πραγματικό θέμα του πίνακά του το εξής: η στερεότητα των μη εκτοπισμένων πραγμάτων, όπως και του εαυτού όσων δεν έχουν βιώσει τον εκτοπισμό, αποτελεί στην πραγματικότητα την μέγιστη ψευδαίσθηση.
Το να είσαι ξένος σημαίνει να ζεις σαστισμένος σε έναν ξένο τόπο: ο μετανάστης βιώνει ένα πολιτισμικό σοκ και κλείνεται στον εαυτό του: ο εξόριστος ζει μια ζωή αδρανή, αδιάφορη, σε μια πόλη που παραμένει ξένη· ο εκπατρισμένος γρήγορα αρχίζει να ονειρεύεται την επιστροφή του… [σ. 76]
Degas - Absinthe
Μια αρχετυπική μορφή εξόριστου του 19ου αιώνα είναι ο Αλεξάντρερ Χέρτσεν, που αιχμαλώτισε σε μια αλησμόνητη πρόζα την καταραμένη σχέση ανάμεσα στον εθνικισμό και την κατάσταση του να είσαι ξένος. Ο ενταγμένος στις τάξεις του ρωσικού ριζοσπαστισμού Χέρτσεν εκδιώχθηκε από την Ρωσική Αυτοκρατορία και όταν τελικά του επιτράπηκε να επιστρέψει στην πατρίδα του έκανε πίσω. Εξακολούθησε να τρέφει παθιασμένο ενδιαφέρον για τις εξελίξεις στην πατρίδα του αλλά δεν μπορούσε πλέον να ζήσει εκεί.
Ο ξένος έχει μια πιο ευφυή και πιο ανθρώπινη σχέση με την κουλτούρα του απ’ ότι αυτός που δεν έχει μετακινηθεί ποτέ και δεν έχει υποχρεωθεί να σταθμίσει τις διαφορές της μιας κουλτούρας από την άλλη. Η διαδικασία του να γίνεται κανείς ξένος είναι κάτι που επεξεργάζεται κανείς δημιουργικά, όταν μεταχειρίζεται τα υλικά της ταυτότητας με τον τρόπο που μεταχειρίζεται ο καλλιτέχνης τα βουβά δεδομένα που πρέπει να αποτυπωθούν στο έργο του. Στην ουσία φτιάχνεις τον εαυτό σου. Και ο Χέρτσεν έπρεπε να βρει ένα νέο τρόπο να είναι Ρώσος.
Alexander_Herzen_
Αν το τραύμα της καταγωγής είναι το πρώτο τραύμα που χαρακτηρίζει τον Οιδίποδα, το τραύμα του πλάνητα αποτελεί το δεύτερο, αγιάτρευτο τραύμα του. Ο Σοφοκλής όμως, στον Οιδίποδα επί Κολωνώ, εισάγει μια ηθική διάσταση στην ίδιαν την πράξη της μετανάστευσης, απεικονίζοντας τον Οιδίποδα ως μια μορφή που το ξερίζωμά της την έχει εξευγενίσει. Το ξερίζωμα έχει ανάλογη αξία και κεντρική θέση στην ιουδαιοχριστιανική παράδοση. Οι Εβραίοι της Παλιάς Διαθήκης θεωρούσαν τους εαυτούς τους ξεριζωμένους πλάνητες και ο θεός τους Γιαχβέ τους υποσχόταν ότι τα θλιβερά ταξίδια τους είχαν κάποιο νόημα. Έτσι και οι πρώτοι χριστιανοί βίωναν έντονα την περιπλάνηση και την έκθεση ως επακόλουθα της πίστης. Η ιουδαιοχριστιανική θρησκεία συνδέεται, ήδη από τις καταβολές της, με εμπειρίες εκτοπισμού. Η θρησκευτική μας κουλτούρα είναι μια κουλτούρα του δεύτερου τραύματος.
Ο λόγος που αποδίδεται τόσο μεγάλη αξία στον ξεριζωμό απορρέει από ένα βαθύ αίσθημα δυσπιστίας απέναντι στην ανθρωπολογία της καθημερινής ζωής. Τα καθημερινά πράγματα, καθαυτά, είναι μια ψευδαίσθηση – για τους Ορφικούς, τον Πλάτωνα, τον Οιδίποδα επί Κολωνώ, τον Άγιο Αυγουστίνο. Το σημάδι του ξένου αποτελεί ένα ηθικό στίγμα ακριβώς επειδή είναι αγιάτρευτο. Τόσο στην ελληνορωμαϊκή όσο και στην ιουδαιοχριστιανική σκέψη όποιος ζει σαν ξεριζωμένος μπορεί να γίνει κανονικό ανθρώπινο ον. Περιπλανώμενος στον κόσμο μεταμορφώνεται ο ίδιος. Απελευθερώνεται από την τυφλή συμμετοχή και η αναζήτησή του γίνεται πιο βαθιά. Τα δυο τραύματα στο σώμα του Οιδίποδα αντιπροσωπεύουν μια θεμελιώδη σύγκρουση στον πολιτισμό μας, ανάμεσα στις αξιώσεις αλήθειας του τόπου από τη μια, και τις αλήθειες που ανακαλύπτει κανείς όταν γίνεται ξένος, από την άλλη. [σ. 113]
Οιδίπους επί Κολωνώ, 1989, Αλέξης Μινωτής
Τα πάθη του νεώτερου εθνικισμού συνηγορούν υπέρ της κοινότητας εις βάρος της αυτομεταμόρφωσης. Από τους ομηρικούς μύθους μέχρι τους αρχαίους τραγικούς, από τους προφήτες της Παλαιάς Διαθήκης μέχρι τους πρώτους χριστιανικούς πατέρες, υπήρχε ένα πάθος για εκτοπισμό, εις βάρος της κοινότητας. Ο Χέρτσεν άρχισε σύντομα να αντιλαμβάνεται ότι «δεν είχε πουθενά απολύτως να πάει και δεν είχε και λόγο να πάει οπουδήποτε». Συνειδητοποίησε την εσωτερική του δύναμη, την αίσθηση της ανεξαρτησίας, κι έτσι άρχισε να αλλάζει ο τρόπος με τον οποίο έβλεπε τον κόσμο που τον περιέβαλλε: τώρα η μασκαράτα είχε τελειώσει, οι μασκαράδες είχαν βγάλει τις στολές, οι γιρλάντες είχαν πέσει από τα κεφάλια, οι μάσκες από τα πρόσωπα…
Παρέμεινε προσγειωμένος, προσπαθώντας να κατανοήσει πώς μπορεί ένας ξένος να τα βγάλει πέρα με την ίδια του την εθνικότητα. Για έναν άνθρωπο που έχει γίνει ξένος το έθνος εγκυμονούσε δυο κινδύνους: τον κίνδυνο της λήθης και τον κίνδυνο της μνήμης: αφενός την ταπείνωση λόγω της επιθυμίας του να αφομοιωθεί, αφετέρου την καταστροφή του από τη νοσταλγία. Πολλοί ξένοι από φόβο μήπως αποξενωθούν ή μήπως γίνουν βαρετοί στους άλλους, συμπεριφέρονταν σαν να μην υπήρξε ο κόσμος τους. Αυτούς τους ανθρώπους ο Χέτρσεν τους αντιμετώπιζε σα να περιέρχονταν σε ένα είδος εκούσιας αμνησίας. Στον πίνακα που ζωγραφίζει για την ζωή του ο ξένος μεγάλα κομμάτια είναι καλυμμένα με λευκό χρώμα. Η επιθυμία κάποιου για αφομοίωση μπορεί να βιωθεί ως μια δύναμη που δημιουργεί ένα αίσθημα ντροπής για τον εαυτό του, εξασθενίζοντας έτσι τη δύναμη του εγώ του. Συμπεριφέρεται ως λογοκριτής του εαυτού του, σα να υπάρχει κάτι επονείδιστο που πρέπει να μείνει κρυφό από τους άλλους.
RS3
Όμως ο Χέρτσεν, σοσιαλιστής εκ πεποιθήσεως, επέκτεινε τις σκέψεις του: ο ίδιος ο εκτοπισμός των ξένων τους παρείχε την πείρα να βλέπουν πέρα από τον εαυτό, να έρχονται σε επαφή με άλλους παρόμοια εκτοπισμένους με ένα πνεύμα συνεργασίας. Μόνο η γνώση της διαφοράς και η εμπειρία του εκτοπισμού μπορούν να ορθώσουν ένα φράγμα εμπειρίας ενάντια στις ορέξεις του κτητικού ατομικισμού. Ο εξόριστος μπορεί να υποδουλωθεί και από τις δυνάμεις της ίδιας του της μνήμης, που συνθέτουν μια καταπιεστική, δεσμευτική παράδοση.
Καθώς ο ξένος δεν μπορεί να γίνει πολίτης του κόσμου, καθώς δεν μπορεί να αποτινάξει τον μανδύα του εθνικισμού, ο μόνος τρόπος για να αντέξει το βαρύ φορτίο της κουλτούρας είναι να την υποβάλει σε κάποια είδη εκτοπισμού που κάνουν πιο υποφερτό τούτο το βάρος. Και σε αυτή την προσπάθειά του να εκτοπίσει την εικονοποιία της κουλτούρας και των παραδόσεων ο ξένος καταπιάνεται με ένα έργο παρόμοιο με αυτό του σύγχρονου καλλιτέχνη, του οποίου η δραστηριότητα κατά τον τελευταίο αιώνα αποσκοπεί όχι τόσο στην αναπαράσταση των αντικειμένων όσο στον εκτοπισμό τους.
marcel-duchamp-the-large-glass_
Ο Σένετ ολοκληρώνει το δοκίμιό του με ένα έργο τέχνης του Μαρσέλ Ντυσάν, το Μεγάλο γυαλί: Η νύφη που τη γδύνουν οι μνηστήρες (1927). Με την χρήση του γυαλιού ο καλλιτέχνης επιδίωκε να θέσει υπό αμφισβήτηση «τη συνήθη αισθητηριακή μαρτυρία που μας επιτρέπει να έχουμε μια κανονική αντίληψη ενός αντικειμένου». Τα αντικείμενα παύουν να υφίστανται ως υλικές εμπειρίες και τα αντιλαμβάνεται κανείς μέσα στα όρια της πραγματικότητας που ορίζει το γυαλί. Ο Ντυσάν ήθελε να βοηθήσει το νου να «δει» χωρίς να εξαρτάται από αυτό που βλέπει το μάτι. Το να μπορέσεις να συλλάβεις εκ νέου τους άλλους και τον εαυτό σου ως απτά, συγκεκριμένα ανθρώπινα όντα και όχι ως πολιτισμικούς τύπους μπορεί επίσης να εξαρτάται από τέτοιες αναπάντεχες τροπές· μια από αυτές είναι ο ίδιος ο εκτοπισμός.
Το δεύτερο δοκίμιο του συγγραφέα αφορά το ειδικότερο θέμα του εβραϊκού γκέτο στη Βενετία που επεκτείνεται στην ευρύτερη θεματική του τρόπου με τον οποίο «οι εξόριστοι φτιάχνουν μια πατρίδα». O εβραϊκός λαός έχει εξοικειωθεί με διάφορες μορφές εξορίες και επιβίωσε σε μικρούς θυλάκους εν μέσω ξένων, καταπιεστικών λαών. Οι Εβραίοι βίωσαν πολλές φορές τον εκτοπισμό, αλλά διατήρησαν την πίστη τους ανεξάρτητα από το πού ζούσαν· δημιούργησαν επίσης (συνήθως μικρές και απομονωμένες) κοινότητες όπου κι αν εγκαταστάθηκαν, αντιλαμβανόμενοι ακριβώς τον εαυτό τους μέσω του διαχωρισμού. Η περίπτωση του εβραϊκού γκέτο στην αναγεννησιακή Βενετία είναι περισσότερο πολύπλοκη: είναι η ιστορία μιας ομάδας εξορίστων που υπέστησαν τον διαχωρισμό παρά την θέλησή τους αλλά έπειτα αξιοποίησαν ακριβώς την κατάσταση του διαχωρισμού τους και διαμόρφωσαν νέες κοινοτικές μορφές.
map_
Η Βενετία ήταν αναμφίβολα η πόλη με τον πιο διεθνή χαρακτήρα την εποχή της Αναγέννησης αλλά σε αντίθεση με την αρχαία Ρώμη οι ξένοι που πηγαινοέρχονταν κατά πλήθη δεν ανήκαν σε μια κοινή αυτοκρατορία ή ένα κοινό έθνος· ήταν μόνιμοι μετανάστες. Από την μια πλευρά τα ανθρώπινα δικαιώματα εκλαμβάνονταν ως ανεξάρτητα τοπικής αναφοράς: επρόκειτο για δικαιώματα σύναψης συμβολαίου που ίσχυαν για όλους τους συμβαλλομένους, ανεξάρτητα από τον τόπο προέλευσης ή διαμονής. Η ιερότητα του συμβολαίου ήταν δεδομένη, ενώ η προφορικότητά του σχετιζόταν με το αφορολόγητο. Σε κάθε περίπτωση τα προφορικά αυτά συμβόλαια συνέδεσαν τα οικονομικά δικαιώματα με τα δικαιώματα ελευθερίας του λόγου.
Ο διαχωρισμός ενέτεινε την Ετερότητά τους, καθώς έπαψαν να κινούνται στον αστικό χώρο, ενώ προφανώς έθρεψε φαντασιώσεις που κατέκλυσαν το γκέτο. Η ίδια η εβραϊκότητά τους έμοιαζε να απειλείται όταν αποφάσιζαν να βγουν έξω. Η έκθεση στους άλλους συνιστούσε απειλή για την ταυτότητά τους. Η σχετική εμπειρία τους υπέδειξε έναν βιώσιμο τρόπο σύνδεσης της κουλτούρας και των πολιτικών δικαιωμάτων.
Map of Venice Ghetto, 1775
Η δημιουργία χώρων γκέτο στη Βενετία, για Εβραίους και άλλους ξένους, συνέδεσε τον τόπο με τα δικαιώματα και κατά έναν άλλο τρόπο. Η πόλη παρείχε προστασία στους ξένους μόνο αν βρίσκονταν στο δικό τους μέρος. Έτσι ο τόπος και το σώμα συνδέθηκαν άρρηκτα.  Το να είσαι Εβραίος έγινε πλέον μια χωρική εμπειρία. Η ακεραιότητα του ανθρώπινου σώματος ήταν εγγυημένη μόνο σε έναν απομονωμένο χώρο και προφανώς ενίσχυσε τον κοινοτικό δεσμό. Ο διαχωρισμός των περιθωριοποιημένων μετεξελίχθηκε σε μια θετική ανθρώπινη αξίας, ωσάν οι διαχωρισμένοι να είχαν προστατευτεί από μια μόλυνση. Ο χώρος του γκέτο εξιδανικεύτηκε ως «πραγματική» κοινότητα, ως οργανικός χώρος. Και πρώτοι οι Εβραίοι της αναγεννησιακής Βενετίας σκέφτηκαν ότι αυτός ο διαχωρισμός ενείχε, ειρωνικά, αυτή τη θετική αξία.
Ο συγγραφέας παρεμβάλλει ένα ενδιαφέρον υποκεφάλαιο σχετικά με την Ιστορία της πορνείας κατά την Αναγέννηση. Τι σχέση έχουν όμως οι Εταίρες και οι Εβραίοι; Οι δεύτεροι κλήθηκαν να φορέσουν ένα κίτρινο διακριτικό το 1397, ενώ το 1416 οι πόρνες και οι μαστροποί έλαβαν εντολή να φορούν κίτρινα μαντίλια. Ο εξαναγκασμός του κράτους σκόπευε στην επιβολή ελέγχου αλλά απέτυχε, καθώς το κίτρινο ένδυμα λειτουργούσε περισσότερο ως κράχτης παρά ως προειδοποίηση.
merchant of venice
Σε αντιστάθμισμα για τον διαχωρισμό και την απομόνωσή τους οι Εβραίοι εξασφάλισαν την προστασία της ζωής τους εντός των τειχών του γκέτο για όσο θα παρέμεναν εκεί. Η πόλη – κράτος ήταν πρόθυμη να διώκει τα βίαια εγκλήματα κατά των ξένων κοινοτήτων εφόσον οι ξένοι περιορίζονταν στις συνοικίες τους. Ένα δεύτερο αντάλλαγμα από την πολιτεία για τον εγκλεισμό τους ήταν η άδεια να χτίσουν συναγωγές. Τα κτίρια αυτά πλέον γίνονται το καθοριστικό δημόσιο ίδρυμα της εβραϊκής κοινοτικής ζωής και επηρέασαν βαθιά την έννοια της ιουδαϊκής ταυτότητας.
Ένα δεύτερο παρεκβατικό κεφάλαιο εστιάζει στον γραφέα, ποιητή, ραβίνο, μουσικό και πολιτικό ηγέτη Λεόν Μόντενα, τα κηρύγματα του οποίου προσέλκυσαν και Χριστιανούς, με αποτέλεσμα την γεφύρωση της πολιτισμικής απόστασης Εβραίων και Χριστιανών. Η συναρπαστική ιστορία του καταδεικνύει μεταξύ άλλων και πώς ένας κατεξοχήν κοσμοπολίτης και περιπλανώμενος Ιουδαίος έγινε Εβραίος με την πίστη του να έχει τα ίδια όρια με τον τόπο του.
Gisèle L'Épicier - L’étranger_
Μορφωτικό Ίδρυμα Εθνικής Τραπέζης, 2015, μτφ. Παναγιώτης Σουλτάνης, επιμ. Γιώργος Διαμαντής, σελ. 143, [σειρά minima, 7] [The foreigner. Two essays on exile, 2011]
Στις εικόνες: Edouard Manet – Un bar aux Folies Bergère, Edgard Degas – Absinthe, Οιδίπους επί Κολωνώ [Εθνικό Θέατρο, 1989, Αλέξης Μινωτής], Alexander Herzen, Richard Sennett, Marchel Duchamp – La mariée mise à nu par ses célibataires, même (Le Grand Verre), , Κάτοψη και Χάρτης του Εβραϊκού Γκέτο στην Βενετία [1775] και γκραβούρα από τον Έμπορο της Βενετίας του Σαίξπιρ, που επίσης εντάσσει στο δοκίμιό του ο συγγραφέας, Gisèle L’Épicier – L’étranger.

"Θαυμαστός Καινούργιος Κόσμος", Άλντους Χάξλεϋ /αναδημοσιευση απο το ιστολογιο http://neaanagnosi.blogspot.gr

Το ιστολόγιο της Αγγελικής Π. Σούλη

Η καταγραφή των αναγνώσεων αυτών ξεκίνησε από την επιθυμία μου να μην ξεχασθούν ιδέες και συναισθήματα που κάποτε με είχαν συγκινήσει.
Γράφοντας συνειδητοποίησα ότι ο χρόνος που αφιέρωνα στην ανάλυση, σύνθεση, αξιολόγηση του έργου, μου χάριζε ένα αίσθημα δημιουργίας.
Η επαγγελματική μου απασχόληση (φιλόλογος) μου έδωσε τα κίνητρα και τα μέσα για αυτές τις αναγνώσεις. Κι έτσι με συνεπήρε το ταξίδι της ανάγνωσης και της γραφής!
Κι ανοίχτηκε μπροστά μου ένας ολόκληρος κόσμος, σχεδόν ανεξερεύνητος,της δημιουργικής ανάγνωσης και γραφής.
"Η ανάγνωση δεν μπορεί να είναι ούτε μία ούτε άπειρες" όπως τονίζει ο Ουμπέρτο Έκο, αφού η υποκειμενική ερμηνεία του γράφοντος πρέπει να δένει με τους περιορισμούς που θέτει το κείμενο.

Και μια διευκρίνιση:
Καμμιά ανάγνωση δεν μπορεί να αντικαταστήσει το ίδιο το βιβλίο αλλά μπορεί να παίξει σημαντικό ρόλο ανάμεσα στον αναγνώστη και στο βιβλίο φωτίζοντας το, κάνοντας το πιο κατανοητό και καλλιεργώντας συγχρόνως τη φιλαναγνωσία.



Παρασκευή, 29 Μαρτίου 2013

"Θαυμαστός Καινούργιος Κόσμος", Άλντους Χάξλεϋ


Η επιστήμη κι ο ρόλος της στη ζωή του ανθρώπου -καθώς αυτή περνούσε από τη θεωρία στις εφαρμογές κατά τον 19ον αιώνα- ενέπνευσε πολλούς συγγραφείς έργων επιστημονικής φαντασίας. Οι πρώτοι συγγραφείς τέτοιων έργων έγραψαν άλλοι για να εξοικειώσουν το κοινό με τα νέα επιστημονικά επιτεύγματα της εποχής που βελτίωναν την καθημερινή ζωή δίνοντας αισιόδοξα σενάρια για το μέλλον της ανθρωπότητας π.χ Ο γύρος του κόσμου σε 80 μέρες του Ιούλιου Βερν κι άλλοι θέλησαν να τονίσουν τους κινδύνους από την κακή χρήση της π.χ Φρανκεστάιν της Μάιρης Σέλλευ παρουσιάζοντας απαισιόδοξα σενάρια για το μέλλον. Η κάθε περίπτωση εκφράζει βέβαια τη δική της αλήθεια, αφού η επιστήμη μπορεί να αποβεί ωφέλιμη ή καταστρεπτική για την ανθρωπότητα ανάλογα τη χρήση της. Τελικά όλα εξαρτώνται από τον άνθρωπο, αφού «με το μαχαίρι μπορεί να κόψει ψωμί ή να σκοτώσει»! Έκτοτε γράφτηκαν πάρα πολλά έργα, αρκετά από τα οποία ξέφυγαν του αρχικού σκοπού θέλοντας πιο πολύ να εντυπωσιάσουν με τα παράδοξα και τον τρόμο που παρουσίαζαν.
 Στο βιβλίο Θαυμαστός Καινούργιος Κόσμος, έκδοση 1932, του Άγγλου συγγραφέα Άλντους Χάξλεϋ (1894-1963) παρουσιάζεται ένα εφιαλτικό λοιπόν σενάριο για το μέλλον της ανθρωπότητας από την κακή χρήση της επιστήμης και δη τη Βιολογίας από μια ολοκληρωτική εξουσία που θέλει να ελέγχει όλες τις εκφάνσεις του κοινωνικού βίου. Ο συγγραφέας καταγόμενος από οικογένεια διάσημων βιολόγων –θείος του πήρε βραβείο Νόμπελ Φυσιολογίας κι Ιατρικής το 1965- και λογοτεχνών, εστιάζει το θέμα του στις βιολογικές-σωματικές και πνευματικές αλλαγές που απειλούν τον άνθρωπο, αρκετές δεκαετίες πριν εμφανιστούν οι όροι γενετική, κλωνοποίηση, μεταλλαγμένα, παγκοσμιοποίηση στο καθημερινό μας λεξιλόγιο. Ζώντας τις ανατρεπτικές αλλαγές που έφερνε η νέα βιομηχανική εποχή και τον κίνδυνο των ολοκληρωτικών καθεστώτων που απειλούσαν την Ευρώπη και τη νεοεμφανιζόμενη τότε Σοβιετική Ένωση με το βιβλίο αυτό κρούει τον κώδωνα κινδύνου.
Στην εισαγωγή του βιβλίου του, που προτάσσεται της έκδοσης του 1946 -ένα χρόνο μετά τη ρίψη της ατομικής βόμβας στη Χιροσίμα- αναφέρει ότι αποσιώπησε τον εφιάλτη των πυρηνικών διότι ήθελε να τονίσει πολύ τον κίνδυνο απ’ τις εφαρμογές της βιολογίας πάνω στον άνθρωπο. Στην ίδια εισαγωγή αναφέρει ότι αυτός ο πιθανός τρόμος για την ανθρωπότητα μπορεί να έλθει πολύ νωρίτερα απ’ όσο πίστευε όταν έγραφε το έργο δηλαδή μόνο έναν αιώνα μετά, παρόλο που μέσα στο βιβλίο του τον τοποθετεί έξι αιώνες αργότερα.
Ο τίτλος του έργου Θαυμαστός Καινούργιος Κόσμος, φράση παρμένη από στην Τρικυμία  του Σαίξπηρ, δεν δίνεται με το νόημα «πόση πανέμορφη είναι η ανθρωπότητα» που της έδινε η ηρωίδα Μιράντα, όταν την αναφωνούσε, αλλά χρησιμοποιείται ειρωνικά για να τονίσει ακριβώς το αντίθετο για το νέο κόσμο που έχει διαμορφωθεί το έτος 632 μ.Φ.
Η χρονολογία μετά Φορντ παραπέμπει στον Αμερικανό αυτοκινητοβιομήχανο Χένρυ Φορντ που έφερε επανάσταση στη βιομηχανία με τη μαζική παραγωγή προϊόντων. Η νέα κινητή γραμμή παραγωγής, όπως ονομάστηκε, αποτελείτο από μια ταινία μεταφοράς που κινιόταν με σταθερή ταχύτητα μπροστά από τους εργάτες, οι οποίοι εκτελούσαν επαναλαμβανόμενες εργασίες πάνω σ’ αυτήν. Με αυτή τη νέα μέθοδο οι εργάτες δεν περίμεναν να παράγουν πρώτα ένα έργο ολόκληρο και μετά ένα άλλο αλλά αφού κατάτμιζαν πολλά έργα μαζί στα επιμέρους τμήματα τους, μετά προσθέτοντας ένα-ένα τμήμα εργαζόμενοι πάνω στην κυλιόμενη ταινία τα συναρμολογούσαν κερδίζοντας έτσι χρόνο, χρήμα κι εισάγοντας έτσι την εξειδίκευση στη βιομηχανική παραγωγή.
Παρουσίαση του έργου.
Ενότητα Α!
Εν έτει λοιπόν 632 μ.Φ έχει εγκαθιδρυθεί το Παγκόσμιο Κράτος. Δέκα παντοδύναμα αφεντικά, οι Μεγάλοι Διαχειριστές βοηθούμενοι από τα στελέχη τους διευθύνουν ένα πληθυσμό σκλάβων που έχουν προκαθοριστεί από την επιστήμη της βιολογίας και την προπαγάνδα να αγαπούν την υποτέλεια. Με τη χρήση των λέξεων «διαχειριστές» και «διευθύνουν» ο συγγραφέας τονίζει την απουσία της πολιτικής απ’ αυτό το παγκόσμιο κράτος. Σκοπός αυτού του κράτους είναι η ευτυχία όλων των ανθρώπων, η οποία προϋποθέτει να μην υπάρχουν κοινωνικές συγκρούσεις και ψυχικά πάθη. Πώς θα γίνει πραγματικότητα λοιπόν αυτός ο ιερός σκοπός;
Όλο το παρελθόν της ανθρωπότητας της με τον πολιτισμό της τους είναι άχρηστα: οι παραδόσεις, η Ιστορία και τα μνημεία της που τα γκρεμίζουν, η οικογένεια, η Τέχνη, η θρησκεία…διότι έχουν καταφέρει να αντικαταστήσουν τη φυσική εξέλιξη του ανθρώπου από μια προκαθορισμένη με τη βοήθεια της επιστήμης βέβαια! Αυτός ο θαυμαστός καινούργιος κόσμος, ισχυρίζεται, ότι έχει περάσει απ’ το στάδιο της δουλικής μίμησης της φύσης στον πολύ ενδιαφέροντα κόσμο της ανθρώπινης παρέμβασης χάρη στην ανάπτυξη της επιστήμης. Προκαθορίζουν λοιπόν τη βιολογική ταυτότητα  αυτών που θα γεννηθούν προγραμματίζοντας τη σωματική και πνευματική διάπλαση τους, χωρίζοντας τους σε πέντε τάξεις (Α,Β,Γ,Δ,Ε) για να μπορούν οι άνθρωποι ανάλογα την τάξη τους να υπομένουν αδιαμαρτύρητα τον αμετάκλητο κοινωνικό (ταξικό και επαγγελματικό) προορισμό τους για τον οποίο βιολογικά προκαθορίστηκαν! «Σταθερότης, Ταυτότης, Κοινότης» είναι το τρίπτυχο των αξιών του Παγκόσμιου κράτους, το οποίο δεν ανέχεται την αμφισβήτηση τους, διότι τότε θα απορυθμιστεί το σύστημα.
1ο στάδιο προκαθορισμού:
Η φυσική γονιμοποίηση του ανθρώπου έχει αντικατασταθεί από τη μαζική, τεχνητή γονιμοποίηση που λαμβάνει χώρα στα κρατικά «Κέντρα Επωάσεως και Προκαθορισμού εξαρτημένων Αντανακλαστικών». Οι έννοιες μητέρα, πατέρας, οικογένεια, σπίτι δεν υπάρχουν πια, ντρέπονται γι αυτές αν κάποιος τις εκστομίσει και τις θεωρούν βρισιές! Το ζητούμενο είναι να παράγουν όσους περισσότερο μπορούν ομοιόμορφους ανθρώπους. «επιτέλους πανομοιότυποι δίδυμοι δουλεύουν πανομοιότυπες μηχανές» καυχώνται γιατί έτσι εκμηδενίζουν τις διαφορές των ανθρώπων που δυνητικά ωθούν σε συγκρούσεις τους εργαζόμενους και γενικότερα τους ανθρώπους. Υπερηφανεύονται ότι πέτυχαν βελτίωση των φυσικών νόμων! Αντί να περιμένουν την αργή φυσική ωρίμανση των ωαρίων πέτυχαν τη γρήγορη τεχνική ωρίμανση τους και στη συνέχεια τη διαίρεση τους παράγοντας εκατοντάδες διδύμους κι όχι 2 ή 3 που έδινε η φύση μέσα σε κάποια χρόνια. «η ίδια ωοθήκη με γαμέτες του ίδιου αρσενικού έδινε 96 διδύμους αλλά τώρα με τη μέθοδο Μπουκανόφσκι καταφέραμε μέσα σε δυο χρόνια να έχουμε 11.000 αγόρια και κορίτσια σε πανομοιότυπες ομάδες των 150 αυθεντικών διδύμων»!
2ο στάδιο προκαθορισμού:
Τεχνητή κύηση μέσα σε φιάλες κι όχι σε μήτρες γυναικών, όπου τα φυσικά όργανα έχουν αντικατασταθεί από συνθετικούς πνεύμονες, φίλτρα καθαρισμού, υποκατάστατο αίματος … και το έμβρυο δέχεται δόσεις ορμονών κι οξυγόνου στον εγκέφαλο που προκαθορίζουν το ύψος, την ευφυία, την αντοχή στο κρύο ή στη ζέστη, την κινητικότητα σε συνδυασμό με την ισορροπία τους …κι όλα αυτά αποβλέπουν στην καλή απόδοση του μελλοντικού επαγγέλματος τους, για το οποίο προκαθορίζονται! Εφιαλτικές εικόνες και λεπτομέρειες που δημιουργούν αποτροπιασμό στον άνθρωπο με τις φιάλες να μετακινούνται πάνω σε στις κυλιόμενες κορδέλες -που παραπέμπουν στη νέα μαζική κινητή παραγωγή στη βιομηχανία των ΗΠΑ- κι εκεί να τους ενσταλάζουν τις ορμόνες και το οξυγόνο ακολουθώντας τις οδηγίες των ειδικών επιστημόνων=γονιμοποιητών. Αυτές δίνονται σε διαφορετικές ποσότητες και σε διαφορετικό χρόνο της τεχνικής κύησης –ο οποίος μετριέται σε μέτρα της κορδέλας που διανύονται ημερησίως- κι έτσι προκαθορίζουν τα χαρακτηριστικά των εμβρύων, ανάλογα με τι είδους άνθρωπο έχουν σκοπό να βγάλουν δηλαδή να παράγουν! Μόνο αρρωστημένα μυαλά μπορούν να συλλάβουν αυτό το «επιστημονικό θαύμα» που εκχυδαϊζει τη ζωή και την ίδια την ουσία του ανθρώπου.
 Κι ο αναγνώστης δεν μπορεί να μην σκεφτεί τί επιφυλάσσεται στην ανθρωπότητα, αν δίπλα στις ήδη υπάρχουσες κοινωνικές ανισότητες προστεθούν κι οι βιολογικές. Για τις βιολογικές ανισότητες μέχρι τώρα δεν ευθυνόταν ο άνθρωπος αλλά ο Θεός ή η φύση. Αλίμονο λοιπόν, αν οι βιολογικές ανισότητες με ευθύνη πια του ανθρώπου μονιμοποιηθούν με τρόπο αμετάκλητο κι οριστικό από τα κέντρα εξουσίας που ελέγχουν την επιστημονική έρευνα και τη χρήση των επιστημονικών επιτευγμάτων, αντί να τις περιορίσουν βιολογικά και να αμβλύνουν τις κοινωνικές τους συνέπειες.    Η ανάγκη ύπαρξης της Βιοηθικής, μιας ηθικής που θα θέτει τις αρχές εφαρμογής   των Βιοϊατρικών επιστημών καθίσταται αναγκαία κι επιτακτική. Ας θυμηθούμε τον Γκάντι που θεωρούσε την  «Επιστήμη χωρίς ηθική» ένα από τα 7 θανάσιμα αμαρτήματα του ανθρώπου και το ρητό του Πλάτωνα «επιστήμη χωριζομένη αρετής πανουργία ου σοφία φαίνεται»
      
3ο στάδιο προκαθορισμού:
ο προκαθορισμός συνεχίζεται και μετά τη γέννηση-εκφιάλωση των εμβρύων. Με πειράματα ακόμα κι ηλεκτροσόκ –που θυμίζουν τα πειράματα Παβλόφ-  «εκπαιδεύουν» τα παιδιά για να αποκτήσουν εξαρτημένα αντανακλαστικά που θα προκαθορίζουν τη συμπεριφορά και τη στάση των παιδιών απέναντι σε κάθε τι στη ζωή. Τα παιδιά «εκπαιδεύονται» να μισούν τα λουλούδια και τα βιβλία, ενώ ενσταλάζουν μέσα τους την αγάπη για τα υπαίθρια αθλήματα που απαιτούν χρήση των μρταφορικών μέσων και ειδικών εξαρτημάτων εκγύμνασης. «Τι να καταναλώσεις διαβάζοντας ένα βιβλίο καθισμένος σε μια πολυθρόνα;» αναρωτιέται ο Μεγάλος Διαχειριστής και πιο κάτω «τι να την κάνεις τη φυσιολατρία αφού προσφέρεται δωρεάν» Ο ελεύθερος χρόνος πρέπει να δαπανάται έτσι ώστε το άτομο να καταναλώνει και να μην υπάρχει κίνδυνος απορύθμισης του βιομηχανικού και του ολοκληρωτικού συστήματος που έκτισαν, πιστοί στο τρίπτυχο «Σταθερότης, Ταυτότης, Κοινότης»
4ο στάδιο προκαθορισμού:
Η διαδικασία του προκαθορισμού συνεχίζεται και κατά τη διάρκεια του ύπνου των ανθρώπων με τη λεγόμενη υπνοπαιδεία, η οποία είχε ανακαλυφθεί μόλις το 214μ.Φ. Στην αρχή την προόριζαν ως μέσον εκμάθησης αλλά τελικά τη χρησιμοποίησαν ως μέσον πλύσης εγκεφάλου και προπαγάνδας. Η υπνοπαιδεία προσφερόταν για την αποστήθιση των φράσεων-ρητών που άκουγε το άτομο να επαναλαμβάνονται 40-50φορές μέχρι να ξυπνήσει, 3 φορές την εβδομάδα επί 30 μήνες! «είμαι πολύ ευτυχισμένος που είμαι Β, διότι δεν χρειάζεται να δουλεύω τόσο πολύ. Τα παιδιά Ε είναι χαζά και δεν ξέρουν να διαβάζουν. Τα Δ φοράνε χακί (υπαινιγμός για την επιβολή ομοιομορφίας σ’ ένα μαζικό ντύσιμο), όχι δεν θέλω να παίξω με παιδιά Δ». Ο διευθυντής των Εξαρτημένων Αντανακλαστικών καυχιέται «χρειάζεται η διαμεσολάβηση των λέξεων, όχι και της λογικής» για να ελέγχεις τον κόσμο και συνεχίζει «το μυαλό κρίνει, επιθυμεί, αποφασίζει με βάση αυτές τις υποδείξεις, οι οποίες όμως είναι οι δικές μας υποδείξεις, οι κρατικές». Ο συγγραφέας αποκαλύπτει τη χειραγώγηση και στην προπαγάνδα που ασκούν οι εξουσίες, τους γελοίους τρόπους που αυτοί μεταχειρίζονται και δυστυχώς την αποτελεσματικότητα τους.
5ο στάδιο προκαθορισμού:
Ακόμα έχουν καταφέρει κι άλλους μεγάλους επιστημονικούς θριάμβους! Η ηλικία δεν αφήνει ίχνη στο δέρμα αλλά μόνο στον εγκέφαλο και στην καρδιά και δεν μπορείς να ξεχωρίσεις την ηλικία, αφού είσαι γέρος με παιδικό πρόσωπο. Μέχρι την ηλικία των 60 όλοι ζουν χωρίς αρρώστιες αλλά μετά εισέρχονται στο Νοσοκομείο Μελλοθανάτων που πεθαίνουν με όλες τους τις ανέσεις, μέσα σε καθαρά δωμάτια που παίζει μουσική κι αρώματα συνθετικά γεμίζουν την ατμόσφαιρα, ενώ  μεταδίδονται πολυθεάματα από οθόνες. Εκεί τους επισκέπτονται τα μικρά παιδιά για να συνηθίσουν στην ιδέα του θανάτου ως κάτι αυτονόητο. Ο προκαθορισμός της στάσης τους απέναντι στο θάνατο ξεκινά από πολύ μικρή ηλικία για να μάθουν να μη στενοχωρούνται για την απώλεια των ανθρώπων και να μην ταυτίζουν το θάνατο με κάτι τρομερό που μπορεί αργότερα να τα οδηγήσει σε αντικοινωνικές συμπεριφορές..
Σ’ αυτόν τον θαυμαστό καινούργιο κόσμο όλα είναι τέλεια τακτοποιημένα κι όλοι ζουν ευτυχισμένοι. Στην ενήλικη ζωή τους οι δυο ανώτερες τάξεις διασκεδάζουν με Αισθησιακά Θεάματα, όπως τα αποκαλεί ο συγγραφέας. Μόλις πέντε χρόνια μετά την ανακάλυψη της ιδέας της τηλεόρασης και της πρώτης υποτυπώδους συσκευής της κι αρκετές δεκαετίες πριν η λέξη θέαμα (show) μπει στη ζωή μας, ο συγγραφέας προφητεύει την εξέλιξη της ως μέσον διασκέδασης που επιβάλει στάσεις και συμπεριφορές απέναντι στη ψυχαγωγία. Καθισμένοι οι άνθρωποι στις πνευματικές  πολυθρόνες, όπως τις αποκαλεί ειρωνευόμενος, και μασουλώντας συχνά τσίχλες με σεξουαλικές ορμόνες παρακολουθούν ταινίες σε μια οθόνη. Πατώντας τα ειδικά κουμπιά της πολυθρόνας, τους μεταφέρεται η αίσθηση των ηρώων της ταινίας, σαν να ζουν οι ίδιοι όσα διαδραματίζονται επί σκηνής. Για παράδειγμα η αίσθηση του φιλιού των ηρώων ή η αφή απ’ το άγγιγμα του δερμάτινου χαλιού της αρκούδας πάνω στο οποίο είναι ξαπλωμένοι. «το έργο περιλαμβάνει μια θαυμάσια ερωτική σκηνή πάνω σε δερμάτινο χαλί αρκούδας. Κάθε τρίχα της αρκούδας έχει ξαναπαραχθεί κι η αφή είναι θαυμάσια» συζητούν μεταξύ τους προτρέποντας ο ένας τον άλλον να δουν την ταινία. Ο συγγραφέας το 1932 συλλαμβάνει την ιδέα των αισθησιακών θεαμάτων, όταν σήμερα μιλάμε για την εικονική πραγματικότητα και γίνονται έρευνες για τη μετάδοση και των πέντε αισθήσεων από τα σύγχρονα μέσα επικοινωνίας και κρούει τον κώδωνα κινδύνου για την παθητικού τύπου διασκέδαση που δεν έχει καμιά σχέση με την αληθινή ψυχαγωγία. Εδώ ταιριάζουν τα λόγια  του εφευρέτη της οθόνης των υγρών κρυστάλλων «η πραγματική ζωή βρίσκεται εκτός οθόνης».
 Οι μετακινήσεις των ανθρώπων των ανώτερων τάξεων Α και Β σ’ αυτόν τον θαυμάσιο καινούργιο κόσμο γίνονται με ελικόπτερα ή ταξίπτερα που προσγειώνονται στις ταράτσες των πανύψηλων κτηρίων τους ενώ οι πολυπληθείς κατώτερες τάξεις στοιβάζονται στα τρένα. Η σεξουαλική ελευθερία είναι μια πραγματικότητα. «όλοι ανήκουν σε όλους» χωρίς αυτό να δημιουργεί εντάσεις και πάθη μεταξύ των εραστών. Ακόμα και τα μικρά παιδιά εκπαιδεύονται στα ερωτικά παιχνίδια, χωρίς αυτό να θεωρείται ανωμαλία ή ανήθικο. Αυτό επίσης που εντυπωσιάζει είναι η συχνότατη κατανάλωση «σόμα» ένα είδος μεταξύ ναρκωτικού και ηρεμιστικών χαπιών, τα οποία παίρνουν όλοι μόλις αισθανθούν κάποιο πόνο ή πέσει η ψυχική τους διάθεση. Υπερηφανεύεται ο Μεγάλος Διαχειριστής «η σόμα σε ηρεμεί, σβήνει το θυμό, σε συμφιλιώνει με τους εχθρούς σου…στο παρελθόν, όλα αυτά απαιτούσαν χρόνια ψυχικής εξάσκησης, τώρα με τη σόμα φθάνεις στο ίδιο αποτέλεσμα» για να του απαντήσει ο Άγριος, ο απολίτιστος που εισέβαλε στον κόσμο τους «ακριβώς ό,τι δυσάρεστο το εξολοθρεύετε, αντί να μάθετε να ζείτε μαζί του. Είναι πολύ εύκολο να εξολοθρεύετε αντί το πνεύμα να υπομένει τις ατυχίες ή να εξεγείρετε στα βάσανα και να τα ξεπερνά με την εναντίωση». Έχουν πανοπλιστεί λοιπόν με κάθε λογής χάπια, χάπια Υποκατάστατα του Πάθους, χάπια Υποκατάστατα της Εγκυμοσύνης, ώστε  τίποτα να μην χαλά την ευτυχία τους. Παρόλα αυτά όμως κυκλοφορούν άλλοτε χαζοχαρούμενα ανέμελοι, επίπλαστα εύθυμοι, άλλοτε με άδειο βλέμμα που αντανακλά την κενή, τυποποιημένη, χωρίς νόημα ζωή τους.
Ο συγγραφέας θίγει και το θέμα της ευτυχίας του ανθρώπου, την οποία επικαλούνται οι έχοντες την εξουσία για να χειραγωγήσουν τις μάζες. Εξάλλου δεν είναι η πρώτη φορά που στο όνομα των αξιών διαπράττονται τα μεγαλύτερα εγκλήματα! Πράγματι η ευτυχία του ανθρώπου μπορεί να θεωρηθεί ως ο ανώτερος και τελικός στόχος όλων των δραστηριοτήτων του ανθρώπου και το θέμα αυτό έχει απασχολήσει  τη φιλοσοφία και τις θρησκείες. Το ζητούμενο όμως είναι, τί περιεχόμενο δίνεται στην έννοια της ευτυχίας. Η αληθινή ευτυχία επί γης, -κι όχι η μετά θάνατον στον παράδεισο- ταυτίζεται με την ψυχική πλήρωση του ανθρώπου, εκείνη την εσωτερική ικανοποίηση που αισθάνεται από τις συνθήκες ζωής του κι από την πραγματοποίηση του προορισμού του ως άνθρωπος που του δίνει νόημα ζωής. Γι αυτό η ευτυχία συνδέεται με τη χαρά της δημιουργίας, την κοινωνική προσφορά, την πίστη σε ιδανικά που εμπνέουν σε αγώνες ώστε να  νικηθούν εκείνα τα εμπόδια που απειλούν τη ζωή και την ανάπτυξη της. Αντίθετα δεν θεωρείται  ευτυχία αυτή που ακρωτηριάζει τα συναισθήματα και την ελεύθερη ανάπτυξη του πνεύματος για να μην ανατραπεί το κατεστημένο ή που εκφυλίζεται σε εγωϊσμό αποβλέποντας αποκλειστικά στην προσωπική ευτυχία αδιαφορώντας και βλάπτοντας το κοινωνικό σύνολο ή αυτή με τη χρήση υποκατάστατων χαπιών ή… Μπορεί να λέγεται καλοπέραση, ευδαιμονισμός, νιρβάνα, δεν  μπορεί όμως να είναι γνήσια ευτυχία. 
 Ενότητα Β!
 Γι αυτό λοιπόν υπάρχουν ακόμα λίγοι άνθρωποι που αισθάνονται ανικανοποίητοι ψυχικά, δεν θέλουν να παίρνουν χάπια κι αναζητούν το κάτι άλλο που θα τους ταράξει και θα τους δώσει νόημα ζωής. Κάθε σύστημα ακόμα και το πιο ολοκληρωτικό έχει τα αδύνατα σημεία του, τα ρήγματα του. Ο άνθρωπος δεν μπορεί να τα προκαθορίσει όλα. Ζητούν λοιπόν ειδική άδεια να επισκεφθούν τον Καταυλισμό των Αγρίων, μια περιοχή κάπου μακριά στα βουνά, περιφραγμένη με καλώδια υψηλής ηλεκτρικής τάσεως, όπου κατοικούν απολίτιστοι, διότι το παγκόσμιο κράτος έκρινε ασύμφορο οικονομικά τον εκπολιτισμό τους Ο συγγραφέας πλάθει το μύθο του έτσι για να παρουσιάσει και το άλλο άκρο δηλαδή την απουσία του τεχνολογικού πολιτισμού και στέκεται κριτικά απέναντι και σ’ αυτόν τον πρωτόγονο πολιτισμό.
Οι επισκέπτες ο Μπέρναρντ Μαρξ και η Λένινα παθαίνουν πολιτιστικό σοκ όταν φθάνουν στο χωριό των Άγριων Ινδιάνων. Δεν είναι μόνο ο διαφορετικός τρόπος ενδυμασίας, ούτε τα χαμόσπιτα τους στην άκρη του γκρεμού, όσο οι βρώμικες εικόνες των σκουπιδιών με τις μυίγες και τα σκυλιά γύρω που αναδύουν μια αβάσταχτη δυσοσμία, οι γέροι χωρίς δόντια, γεμάτοι ρυτίδες ή με δερματικές παθήσεις κι αχτένιστα γκρίζα μαλλιά που αντικρίζουν, ακόμα η ακατανόητη εικόνα μιας γυναίκας που έχει αγκαλιά το μωρό της και το θηλάζει, και η ακατανόητη επίσης τελετή του μαστιγώματος ενός αγοριού, το οποίο ματώνει λέγοντας ακατανόητα πράγματα. Πρέπει να εξευμενιστούν οι θεότητες (ποιες είναι αυτές;) να ρθει η βροχή να ποτίσει τα σπαρτά τους κι  ότι υπομένει τον πόνο απ’ το μαστίγωμα για το καλό της κοινότητας! Μόνο στη μουσική και στα τραγούδια τους έβρισκαν κάτι κοινό με τους δικούς τους μουσικούς ρυθμούς. Ο συγγραφέας αποστασιοποιείται κι από τον πρωτόγονο τρόπο ζωής, ο οποίος, αν και βρίσκεται πολύ κοντά στη φυσικό τρόπο ζωής, δεν έχει καταφέρει όμως να καλύψει βασικές ανάγκες του ανθρώπου (τροφή, καταπολέμηση ασθενειών, καθαριότητα, εξάρτηση από μύθους…).  
Στον Καταυλισμό οι δυο επισκέπτες συναντούν τον Τζον, παιδί δυο πολιτισμένων που γεννήθηκε και μεγάλωσε μέσα στους Άγριους, όταν οι γονείς του επισκέφτηκαν κάποτε τον καταυλισμό. Ο Τζον ξεχωρίζει από τους Ινδιάνους γιατί είναι λευκός, και η μητέρα του τον έμαθε να διαβάζει κι έτσι γνωρίζει απέξω τον Σαίξπηρ τον οποίο λατρεύει  κι έχει ακουστά για τον πολιτισμένο κόσμο. Φεύγοντας ο Μπέρναντ Μαρξ και η Λένινα τον πήραν μαζί τους ως φαινόμενο άξιο μελέτης κι επιστημονικού ενδιαφέροντος  Άξιο προσοχής είναι τα ονόματα που δίνει ο συγγραφέας στους ήρωες του, παρμένα από πολιτικούς, διανοούμενους κι επιχειρηματίες της εποχής του. (Λένιν, Μπέρναντ Σο, Μαρξ, Μουσταφά Κεμάλ, Άλφρεντ Μοντ…). Ταιριάζει με τον δικό του τρόπο τα κύρια με τα μικρά ονόματα των προσωπικοτήτων αυτών μπερδεύοντας τα. Μήπως έτσι θέλει να αναδείξει τους απόγονους αυτού του νέου πολιτισμού ως μίξη πολλών κι ετερόκλητων σκέψεων και πραγμάτων και ίσως σατιρίζοντας τα «αταίριαστα»;
Πολλά ευτράπελα διαδραματίζονται με τον ερχομό του Αγριου Τζον στον θαυμάσιο καινούργιο κόσμο μέσα από τη σύγκρουση των δυο πολιτισμών, του πνευματικού πολιτισμού ο οποίος εκφράζεται μέσα από τα έργα του Σαίξπηρ και στον πιστεύει ο Τζον, τον οποίο «οι πολιτισμένοι» του 632μΦ αποκαλούν Άγριο, και του  τεχνολογικού μαζικού πολιτισμού  που θέλει να προκαθορίζει και να ελέγχει τα πάντα στην κοινωνία. Αξιοσημείωτα τα επεισόδια Άγριου και Λένινας που αν κι ερωτευμένοι ο ένας με τον άλλον δεν καταφέρνουν να συνεννοηθούν μεταξύ τους και να σμίξουν, διότι ο καθένας τους εννοεί διαφορετικά τον έρωτα. Για τον Τζον η αγάπη που ενώνει δυο ανθρώπους τους κάνει να δίνουν όρκους αιώνιας αγάπης και να θέλουν να ζήσουν μαζί για πάντα.. Ο στίχος «αιώνια πίστη ακριβή με όρκους τυλιγμένη» συνεπαίρνει τον Τζον. Αντίθετα η Λένινα θεωρεί απαίσια την ιδέα να ζήσουν για πάντα μαζί, βιάζεται να σμίξει ερωτικά με τον Τζον και δεν καταλαβαίνει γιατί αυτός αρνείται. Για τον Τζον ο έρωτας είναι κάτι παραπάνω απ’ το σεξ. Αντίθετα για τη Λένινα αυτά τα δυο ταυτίζονται.
Ο δραματικός διάλογος μεταξύ Άγριου και Μεγάλου Διαχειριστή Μουσταφά Μοντ μέσα στον οποίο συγκρούονται οι αξίες των δυο πολιτισμών, συμπυκνώνει την κεντρική ιδέα του έργου. Ο Διαχειριστής αποφαίνεται ότι «η ευτυχία που έχουν κατακτήσει έχει το τίμημα της […] Ο βιομηχανικός πολιτισμός απαιτεί πλήρη ικανοποίηση του ατόμου μέχρι εκεί που φθάνουν τα όρια της υγιεινής και της οικονομίας. Διαφορετικά ο μηχανισμός θα πάψει να λειτουργεί […]ο Θεός δεν συμβαδίζει με τη μηχανική, την επιστημονική ιατρική και την καθολική ευτυχία. Το θρησκευτικό συναίσθημα είναι υποκατάστατο, γιατί υπερκαλύπτει ό,τι χάθηκε (για τους ανθρώπους), και σ’ αυτό βρίσκουν παρηγοριά. Εξ άλλου για παρηγοριά εμείς έχουμε το σόμα. […] Θυσιάσαμε την υψηλή τέχνη και την αντικαταστήσαμε με θεάματα στα οποία το συναίσθημα είναι ανύπαρκτο αλλά μιλάνε όμως στις αισθήσεις! Η ευτυχία απαιτεί δύσκολους χειρισμούς, ειδικά η ευτυχία των άλλων για την οποία φροντίζουμε…έχουμε σταθερότητα, ζούμε ειρηνικά, ελέγχουμε την κοινωνία» Ο Άγριος του απαντά ότι σκοπός του ανθρώπου συνδέεται με τη συνειδησιακή του εξέλιξη, για το πώς αντιλαμβάνεται τον προορισμό του πάνω στη γη που του δίνει νόημα ζωής. Η αυταπάρνηση, η αξιοπρέπεια, η ελευθερία…είναι αξίες που γεμίζουν ψυχικά τον άνθρωπο. Τον θεό τον έχει ανάγκη ο άνθρωπος γιατί αισθάνεται μικρός απέναντι στην απόλυτη αιώνια αλήθεια (του Σύμπαντος). […] Εγώ θέλω το θεό, την ποίηση, το θανάσιμο κίνδυνο, την ελευθερία, την καλοσύνη, την αμαρτία, δεν θέλω την ευκολία» «θέλετε να είστε δυστυχισμένος; Με γηρατειά, με αγιάτρευτες ασθένειες, με ασχήμια, με ανέχεια, με πείνα, με αβεβαιότητα για το αύριο, με πόνο;» ναι του απαντά ο Άγριος παρά με αυτό το άδειο βλέμμα και την άδεια ζωή.
Η συζήτηση συνεχίζεται γύρω από την επιστήμη και το ρόλο της. Ο Μεγάλος Διαχειριστής σε μια στιγμή ειλικρινούς εκμυστήρευσης του προς τον Άγριο Τζον που του είπε κατάμουτρα ότι δεν του αρέσει ο υψηλός πολιτισμός τους, του απαντά  «η επιστήμη είναι το άπαν» επαναλαμβάνοντας ένα υπνοπαιδειακό ρητό με το οποίο προπαγανδίζουν στο πλήθος την πίστη στην επιστήμη. «Η επιστήμη μας πρόσφερε την πιο σταθερή κοινωνία που γνώρισε η (ανθρώπινη) ιστορία…έχουμε χρέος στην επιστήμη» απ’ την άλλη όμως αναγνωρίζει ότι «η επιστήμη όσο είναι ωφέλιμη άλλο τόσο είναι κι επικίνδυνη ταυτόχρονα […] μια ανακάλυψη της μπορεί να ανατρέψει το κατεστημένο […] δεν μπορούμε τώρα να την αφήσουμε να μας πάει πίσω. Γι αυτό περιορίζουμε τόσο προσεκτικά το φάσμα των ερευνών της, στην υπηρεσία των πλέον άμεσων αναγκών μας» και συνεχίζει «είναι αστείο να διαβάζει κανείς τι έγραφαν οι άνθρωποι την εποχή του Μεγάλου μας Φορντ. Νόμιζαν ότι η πρόοδος θα ήταν απεριόριστη, ανεξάρτητα από τους άλλους παράγοντες. Η γνώση ήταν το υπέρτατο αγαθό και η αλήθεια η υπέρτατη αξία. Ο Μεγάλος Φορντ κατέβαλε τεράστια προσπάθεια να στρέψει την προσοχή απ’ την αλήθεια και την ομορφιά στην ευημερία και την ευτυχία. Η μαζική (βιομηχανική) παραγωγή απαιτούσε αυτόν τον αναπροσανατολισμό. Η καθολική ευτυχία διατηρεί την εύρυθμη λειτουργία των μηχανισμών, η αλήθεια κι η ομορφιά όμως όχι. Ο Ενναετής πόλεμος  που ακολούθησε έκανε τους ανθρώπους ν’ ανταλλάξουν τα πάντα για μια ήσυχη ζωή και ήταν διατεθειμένοι και η διατροφή τους να τεθεί υπό αυστηρό έλεγχο.
Τι να πούμε για τη διορατικότητα του συγγραφέα, πίσω από την οποία πρέπει να κρύβεται η βαθιά γνώση του για τις αλλαγές που έφερνε η νέα βιομηχανική εποχή. Διαβλέπει ότι η μαζική παραγωγή υλικών προϊόντων θα αλλάξει τον προσανατολισμό της κοινωνίας σε μαζική καταναλωτική και μαζί θα συμπαρασύρει και τις παλαιότερε γνήσιες αστικές αξίες. Η επίπλαστη ευδαιμονία της μαζικής καταναλωτικής κοινωνίας –που στις ΗΠΑ μόλις είχε εμφανιστεί προκαλώντας αμηχανία σε πολλούς διανοούμενους της Ευρώπης- γίνεται αντικείμενο σάτιρας για τον Ευρωπαίο Χάξλεϋ, ο οποίος στη συνέχεια προφητεύει ακόμα και την εμπορευματοποίηση του ελεύθερου χρόνου, όπως κι έγινε και προβλέπει επίσης και τον έλεγχο τροφίμων! Ακόμα ασκεί κριτική στην αισιόδοξη άποψη του Διαφωτισμού για την ευθύγραμμη πρόοδο της κοινωνίας κι αναγνωρίζει ότι το όραμα για μια επιστήμη ουδέτερη είναι δύσκολο να υπάρξει διότι επηρεάζεται από οικονομικούς, πολιτικούς και κοινωνικούς παράγοντες όσον αφορά την έρευνα και τη χρήση της.
Τελικά ο Άγριος Τζον μη αντέχοντας τους πολιτισμένους φεύγει μακριά να ζήσει μόνος του ενώ οι δημοσιογράφοι κι ένα περίεργο πλήθος κόσμου που έχει εντυπωσιαστεί από την αλλόκοτη συμπεριφορά του τον ακολουθούν ζητώντας απαντήσεις γι αυτήν. Γιατί προτίμησε τη μοναξιά του απολαμβάνοντας την ομορφιά της φύσης και δεν έμεινε στο πολιτισμένο Λονδίνο; Γιατί δεν παίρνει σόμα να ηρεμήσει αλλά φωνάζει και νευριάζει κατά των δημοσιογράφων που τον ενοχλούν; Γιατί στενοχωριέται που πέθανε η μητέρα του; Γιατί ήθελε να ελευθερώσει τους νοσοκόμους από τη σόμα και την αποκαλούσε δηλητήριο; Τι είναι ελευθερία;  Γιατί αυτομαστιγώνεται για να εξαγνισθεί από το μίασμα του πολιτισμού τους; Ο ίδιος ο Τζον αισθάνεται όμως ότι δεν άντεχε να μένει στο Λονδίνο και να μην κάνει τίποτα αλλά όταν χρειαζόταν κάτι να γυρίζει ή να πατά κουμπιά. Επίσης ήθελε να μπορεί να καταπιάνεται με εργασίες που απαιτούν υπομονή κι επιδεξιότητα και θέλει να ξεχάσει τη Λένινα γιατί είναι μια πόρνη… Μέσα από τη σάτιρα και την υπερβολή βέβαια της αλληγορίας του μύθου του ο Χάξλεϋ φωτίζει τους κινδύνους στους οποίους μπορεί να διολισθήσει ο τεχνολογικός ο πολιτισμός όταν ελέγχεται από μια συγκεντρωτική εξουσία που αποφασίζει γι όλα. 
Ο επίλογος του βιβλίου είναι αινιγματικός, πολύ ευρηματικός και με ποικίλους συμβολισμούς κι εκφράζει την άποψη του συγγραφέα για τον ανθρώπινο πολιτισμό. «αργά, πολύ αργά, δυο πόδια ( του Άγριου  που έχει εξαφανιστεί, αιωρούμενα κάτω από την καμάρα της αψίδας του Φάρου που είχε καταφύγει για να γλιτώσει από τους πολιτισμένους) γύριζαν σαν δυο μαγνητικές βελόνες  προς τα δεξιά, από βόρεια, βορειανατολικά, ανατολικά, νοτιοανατολικά. Μετά σταμάτησαν για λίγο κι άρχισαν αργά να γυρίζουν αντίστροφα προς τ’ αριστερά. Νοτιοδυτικά, νότια, νοτιοανατολικά, ανατολικά…».Τι θέλει να πει ο συγγραφέας; αναρωτήθηκα γεμάτη απορία Πήρα χαρτί και μολύβι και σχεδίασα το σχήμα που περιγράφει κι άρχισαν σιγά-σιγά οι απορίες μου να βρίσκουν απαντήσεις. Στον κύκλο της ζωής ο άνθρωπος ή καλύτερα η ανθρωπότητα βαδίζει προς δυο αντίθετες κατευθύνσεις, πότε προς δεξιά, πότε προς αριστερά, που παραδόξως κάπου συναντώνται, χωρίς όμως ποτέ ο άνθρωπος να έχει κατορθώσει να ολοκληρώσει τον κύκλο του με πληρότητα.
Μήπως αυτό σημαίνει ότι ο άνθρωπος βαδίζει από τον πρωτογονισμό προς τον πολιτισμό ή μήπως η (στρεβλή) ανάπτυξη του πολιτισμού μπορεί να τον οδηγήσει προς τον πρωτογονισμό; Και συμβαίνει επίσης αυτές οι δυο καταστάσεις να συνυπάρχουν στον κύκλο της ιστορίας της ανθρωπότητας.  Κι η πορεία προς τον πολιτισμό ή και το αντίστροφο γίνεται αργά πολύ αργά και ποτέ δεν κατάφερε να ολοκληρωθεί ο ανθρώπινος πολιτισμός σε όλο το μεγαλείο του.
Κι ακόμα θα πρόσθετα παίρνοντας υπόψη μου τα γραφόμενα του συγγραφέα στην εισαγωγή της έκδοσης του 1946: Μήπως η πνευματικότητα του ανθρώπου, αν και την αναζητούμε έχει εξαφανιστεί ψηλά στο Φάρο που με το φως που εκπέμπει, χλευάζει αφ’ υψηλού τις παράλογες συμπεριφορές του άφρονα, αλαζόνα ανθρώπου που «χωρίς μέτρο κι αιδώ» νόμισε ότι μπορεί να γίνει θεός; Είναι κι αυτή μια ερμηνεία, πολύ κοντά στην αναθεωρημένη άποψη του συγγραφέα για το έργο και τον επίλογο του που θα μπορούσε να γραφτεί κι αλλιώς, λέει, προβάλλοντας την πίστη του στην πνευματική υγεία ενός πολιτισμού ως φαινόμενο που υπάρχει, αν και σπάνιο.
Προσωπικά θεωρώ ότι ο επίλογος αυτός δίνει ένα καταπληκτικό φινάλε στην αλληγορία αυτή που στοχάζεται πάνω στην επιστήμη, πάνω στα ολοκληρωτικά καθεστώτα, πάνω στον ανθρώπινο πολιτισμό!
Απαγορευμένο βιβλίο λοιπόν, όταν εκδόθηκε, στην Ιρλανδία, στην Αυστραλία, στην Ινδία, χώρες της αγγλικής Κοινοπολιτείας τότε, στα σχολεία των ΗΠΑ και γενικότερα στην καπιταλιστική Δύση και στη σοσιαλιστική Ανατολή. Άξιζε της λογοκρισίας που έτυχε;
Η αλήθεια είναι ότι το βιβλίο αυτό δεν διαβάζεται εύκολα και ειδικά από παιδιά που δεν είναι ώριμα να κατανοήσουν ακόμα την αλληγορία και τη δυστοπία -σε αντίθεση με την αισιόδοξη ουτοπία- που παρουσιάζεται στο βιβλίο. Οι σκηνές της τεχνητής γονιμοποίησης και κύησης, που εκχυδαϊζουν τη ζωή, δημιουργούν αποτροπιασμό στον αναγνώστη. Η σεξουαλική ελευθεριότητα και η χρήση ναρκωτικών ως ένα φυσιολογικό και σύνηθες μέσον φυγής από τα προβλήματα της ζωής, τα χαπάκια, τα αισθησιακά θεάματα μπορεί να εκληφθούν ως πρότυπα  ζωής. Η σύλληψη της λεπτής ειρωνείας του συγγραφέα για όλα αυτά όμως, κι ο σκεπτικισμός του για την πορεία του ανθρώπινου πολιτισμού απαιτούν ένα εξασκημένο μάτι στην ανάγνωση. Το βιβλίο δεν πρέπει να το φοβόμαστε αλλά σήμερα η μεγάλη εμπορευματοποίηση του θέτει και ζητήματα ποιότητας και χειραγώγησης του κοινού. Το θέμα λοιπόν είναι να εφοδιαστεί ο μαθητής και γενικότερα ο αναγνώστης με κείνα τα πνευματικά εφόδια αποκωδικοποίησης του γραπτού λόγου για να μπορεί μόνος του να αξιολογεί όσα διαβάζει. Η δημιουργική ανάγνωση που οδηγεί στην ερμηνευτική προσέγγιση του έργου είναι λοιπόν ένα αίτημα της εποχής μας.
                                                       
                                                        Σούλη Αγγελική,
                                                                    7 Μαρτίου 2013

Τρίτη 26 Απριλίου 2016

Η Μαζική κουλτούρα ως Τέχνη, του Μαξ Χορκχάιμερ/αναδημοσίευση απο το http://eagainst.com

Η Μαζική κουλτούρα ως Τέχνη, του Μαξ Χορκχάιμερ

Η Μαζική Κουλτούρα ως Τέχνη
Από το δοκίμιο “Τέχνη και Μαζική Κουλτούρα”, του Μαξ Χορκχάιμερ, σελ 49-57.
Ορισμένες φορές, στην ιστορία, η τέχνη συνδέθηκε στενά με άλλες λεωφόρους της κοινωνικής ζωής. Οι πλαστικές τέχνες ιδιαίτερα ήταν αφιερωμένες στην παραγωγή αντικειμένων καθημερινής χρήσης, κοσμικής όσο και θρησκευτικής. Στη σύγχρονη περίοδο, όμως, η γλυπτική και η ζωγραφική χωρίστηκαν από την πόλη και την οικοδομική δραστηριότητα, και τα προϊόντα αυτών των τεχνών έφτασαν σ’ ένα μέγεθος που ήταν κατάλληλο για κάθε εσωτερικό χώρο. Κατά την διάρκεια της ίδιας ιστορικής διαδικασίας, το αισθητικό συναίσθημα απέκτησε μια αυτόνομη θέση, ανεξάρτητη από το φόβο, το δέος, την αφθονία, το κύρος και την άνεση. Έγινε “καθαρό”. Το καθαρά αισθητικό συναίσθημα είναι η αντίδραση του ιδιωτικού ατομικού υποκειμένου, είναι η κρίση ενός ατόμου που αποσπάται από τις επικρατούσες κοινωνικές σταθερές. Ο ορισμός του ωραίου, ως αντικειμένου μιας ευχαρίστησης που βρίσκεται πέρα από κάθε συμφέρον, έχει τις ρίζες του σ΄αυτή τη σχέση. Το υποκείμενο έκφραζε τον εαυτό του  με την αισθητική κρίση χωρίς να συμβουλεύεται τις κοινωνικές αξίες και σκοπούς. Στην αισθητική του συμπεριφορά ο άνθρωπος απογύμνωσε, ας πούμε, τον εαυτό του από τους ρόλους που είχε ως μέλος της κοινωνίας και αντιδρούσε ως απομονωμένο υποκείμενο. Η ατομικότητα, ο αληθινός συντελεστής της καλλιτεχνικής δημιουργίας και κρίσης, δεν έχει σχέση με τις ιδιοσυγκρασίες και τις παραξενιές των ανθρώπων. Αντίθετα, εκφράζει τη δύναμη της ανθρώπινης αντίστασης στην πλαστική εγχείρηση στην οποία υποβάλλει τους ανθρώπους το υπάρχον οικονομικό σύστημα θέλοντας να τους εξομοιώσει και να τους ισοπεδώσει. Τα ανθρώπινα όντα είναι ελεύθερα να αναγνωρίσουν τους εαυτούς τους στα έργα τέχνης, στο μέτρο που δεν έχουν υποκύψει στη γενική ισοπέδωση. Η εμπειρία το ατόμου που συγκεκριμενοποιείται σ΄ένα έργο τέχνης δεν είναι λιγότερο έγκυρη από την οργανωμένη εμπειρία την οποία προωθεί η κοινωνία θέλοντας να επιβάλλει τον έλεγχό της πάνω στη φύση. Παρόλο που το κριτήριό της βρίσκεται μόνο μέσα της, η τέχνη είναι γνώση όσο είναι και η επιστήμη.
Ο Κάντ εξετάζει την αιτιολόγηση αυτής της άποψης. Αναρωτιέται πως μπορεί να γίνει η αισθητική κρίση, στην οποία τα υποκειμενικά συναισθήματα έχουν γίνει γνωστά, μια συλλογική ή “κοινή” κρίση[2]. Αφού η επιστήμη δεν δέχεται ως απόδειξη το συναίσθημα, τότε πως μπορεί κανείς να εξηγήσει την κοινότητα συναισθημάτων που προκαλείται από τα έργα τέχνης; Ασφαλώς τα συναισθήματα που είναι διαδεδομένα στις μάζες μπορούν να εξηγηθούν εύκολα: ήταν και είναι πάντα ένα αποτέλεσμα των κοινωνικών μηχανισμών. Αλλά τι είναι αυτή η κρυμμένη σε κάθε άτομο ιδιότητα την οποία προσελκύει η τέχνη; Τι είναι αυτό το ολοφάνερο σε όλους συναίσθημα με το οποίο ενώνεται πάντα η τέχνη όσο διαφορετικές κι αν είναι οι εμπειρίες των ατόμων; Ο Κάντ επιχειρεί να δώσει μια απάντηση σ΄αυτό το ερώτημα, εισάγοντας την έννοια μιας sensus communis aestheticus, η οποία ταυτίζει το άτομο με την αισθητική του κρίση. Αυτή η έννοια πρέπει να διακριθεί προσεκτικά από τον “κοινό νού”, με την συνηθισμένη σημασία της λέξης. Οι αρχές της είναι εκείνες ενός τρόπου σκέψης που είναι “απροκατάληπτος”, “συνεχόμενος” και “διευρυμένος”, που συμπεριλαμβάνει δηλαδή και τις απόψεις των άλλων[3]. Μ΄άλλα λόγια, ο Κάντ πιστεύει ότι η αισθητική κάθε ανθρώπου λούζεται από την “ανθρώπινη ιδιαιτερότητα” την οποία έχει μέσα του. Παρά το θανάσιμο ανταγωνισμό τους, οι άνθρωποι συμφωνούν ως προς τις δυνατότητες τις οποίες οραματίζονται. Η μεγάλη τέχνη, λέει ο Πέιτερ, πρέπει “να έχει κάτι από την ανθρώπινη ψυχή μέσα της”[4], και ο Γκυγιώ δηλώνει ότι η τέχνη ασχολείται μ΄αυτό που μπορεί να πραγματωθεί[5], υψώνοντας ένα “νέο κόσμο πάνω από τον κανονικό κόσμο… μια νέα κοινωνία στην οποία οι άνθρωποι ζουν πραγματικά”. Ένα στοιχείο αντίστασης ενυπάρχει ακόμη και στην πιο επιφυλακτική τέχνη.
Η αντίσταση στους καταναγκασμούς που επιβάλλει η κοινωνία, αντίσταση που μπορεί να ξεχειλίσει και να γίνει πολιτική επανάσταση, ζυμωνόταν συνέχει στην ιδιωτική σφαίρα. Η μεσοαστική οικογένεια, παρόλο που ήταν συνεχώς ένας φορέας ξεπερασμένων κοινωνικών προτύπων, έμαθε στο άτομο ότι τού ανοίγονταν κι άλλες δυνατότητες εκτός από την εργασία ή το επάγγελμά του. Το άτομο, ως παιδί και αργότερα ως εραστής, έβλεπε την πραγματικότητα όχι κάτω από το σκληρό φως των πρακτικών της εντολών αλλά από μια απομακρυσμένη προοπτική που μείωνε τη δύναμη των προσταγών της. Αυτή η σφαίρα της ελευθερίας, που δεν προερχόταν από το εργαστήριο, νοθεύτηκε με τα απομεινάρια όλων των πολιτισμών του παρελθόντος.Ωστόσο ήταν το ιδιωτικό καταφύγιο του ανθρώπου γιατί του επέτρεπε να υπερβαίνει το ρόλο που του επέβαλλε η κοινωνία μέσω του καταμερισμού της εργασίας. Όταν παρατηρούνται από μια τέτοια απόσταση τα εξαρτήματα της πραγματικότητας, τότε συγκολούνται σε εικόνες που είναι ξένες προς τα συμβατικά συστήματα ιδεών, σε αισθητική εμπειρία και παραγωγή. Σίγουρα οι εμπειρίες του υποκειμένου ως ατόμου δεν είναι απόλυτα διαφορετικές από τις κανονικές εμπειρίες του ως μέλους της κοινωνίας. Ωστόσο τα έργα τέχνης – αντικειμενικά προϊόντα του μυαλού που έχει ξεφύγει από τα σύνορα του πρακτικού κόσμου- δίνουν άσυλο σε αρχές που κάνουν τον κόσμο που τα ενοχλεί να φανεί ξένος και κίβδηλος. Όχι μόνο η αγανάκτηση και η μελαγχολία του Σαίξπηρ, αλλά και ο απομονωμένος ανθρωπισμός της ποίησης του Γκαίτε και η πιστή αφοσίωση του Προύστ στα εφήμερα χαρακτηριστικά της mondanite, ξυπνούν μνήμες μιας ελευθερίας που κάνει τα κυρίαρχα κριτήρια να φαίνονται στενόμυαλα και βάρβαρα. Η τέχνη από τότε που έγινε αυτόνομη, διέσωσε την ουτοπία που είχε διαφύγει από τη θρησκεία.
Ωστόσο, η ιδιωτική σφαίρα, με την οποία συνδέεται η τέχνη, βρισκόταν πάντα κάτω από μια μόνιμη απειλή. Η κοινωνία θέλει να την εξαλείψει. Ακόμη και από τότε που ο καλβινισμός αγιοποίησε την εργασία του ανθρώπου σ΄αυτόν τον κόσμο, η φτώχει ήταν στην πραγματικότητα ένα μίασμα που έπρεπε να ξεπλυθεί μόνο με το μόχθο. Η ίδια διαδικασία που απελευθέρωνε τον κάθε άνθρωπο από τη σκλαβιά και την υποτέλεια και τον ξαναγύριζε στον εαυτό του, τον χώριζε ταυτόχρονα σε δύο μέρη, το ιδιωτικό και το κοινωνικό, και δέσμευε το πρώτο μ΄ένα συμβόλαιο. Η ζωή έξω από το γραφείο και το μαγαζί απέβλεπε στην ανανέωση του σφρίγους του ανθρώπου για να μπορέσει να ξαναπάει στο γραφείο  ή στο μαγαζί.Έτσι, ήταν ένα απλό προσάρτημα, η ουρά του κομήτη της εργασίας: μετριόταν, όπως και η εργασία, με το χρόνο και ονομάστηκε “ελεύθερος χρόνος”. Ο ελεύθερος χρόνος ζητάει από μόνος του τη μείωσή του γιατί δεν έχει ανεξάρτητη αξία. Όταν φτάνει πιο πέρα από την ανανέωση της ενέργειας που σπαταλιέται στην εργασία, θεωρείται περιττός εκτός και αν χρησιμοποιηθεί για να προετοιμάσει τους ανθρώπους για την εργασία. Τα παιδία του 19ου  που πήγαιναν από το εργαστήριο στον κοιτώνα και από τον κοιτώνα στο εργαστήριο, και έτρωγαν ενώ δούλευαν, ζούσαν αποκλειστικά για τη δουλειά τους, όπως οι σημερινές γιαπωνέζες εργάτριες. Το συμβόλαιο εργασίας, στο οποίο αναφερόταν αυτός ο όρος, ήταν μια απλή τυπική διαδικασία. Προς το τέλος του 19ου αιώνα, τα δεσμά χαλάρωσαν, αλλά το προσωπικό συμφέρον υπέτασσε την ιδιωτική ζωή στη δουλεία αποτελεσματικότερα απο πριν. Αυτή η κατάσταση κλονίστηκε από την δομική ανεργία του 20ου αιώνα. Αυτός που είναι μόνιμα άνεργος, δεν μπορεί να βελτιώσει μια καριέρα που είναι κλειστεί από πριν. Η αντίθεση του κοινωνικού προς το ιδιωτικό γίνεται ακαθόριστη όταν η απλή αναμονή γίνεται μια απασχόληση και όταν η εργασία δεν είναι τίποτε άλλο από αναμονή για εργασία.
Για λίγες δεκαετίες τα πλατιά στρώματα των βιομηχανικών κοινωνιών ήταν σε θέση να έχουν κάποιο μέσο μέτρησης της ιδιωτικής τους ζωής, βέβαια μέσα στα στενά πλαίσια. Στον εικοστό αιώνα, ο πληθυσμός πολιορκείται από τα μεγάλα τραστ και τη γραφειοκρατία. Η παλιά κατανομή της ζωής του ανθρώπου στη δουλειά του και την οικογένειά του (που ίσχυε πάντα, τουλάχιστον για την πλειοψηφία) έχει αρχίσει να ξεθωριάζει. Η οικογένεια ήταν ένα είδος δεύτερης μήτρας στης οποίας τη ζεστασιά το άτομο συγκέντρωνε το σθένος που του χρειαζόταν για να σταθεί μόνο του έξω απ΄αυτήν. Στην πραγματικότητα η οικογένεια εκπλήρωνε αυτόν τον ρόλο μόνο όταν ήταν ευκατάστατη. Στα χαμηλότερα κοινωνικά στρώματα η διαδικασία ήταν γενικά απογοητευτική.Το παιδί αφηνόταν πολύ πρόωρα στα δικά του τεχνάσματα, σκλήραινε πριν την ώρα του, και το σοκ που πάθαινε εμπόδιζε την πνευματική ανάπτυξή του, καταπίεζε την οργή του και όλα όσα πήγαιναν μαζί της. Πίσω από τη “φυσιολογική” συμπεριφορά του συνηθισμένου λαού, που τόσο συχνά εξυμνείται από τους διανοούμενος, κρύβεται ο φόβος, η αναστάτωση και η αγωνία. Τα σεξουαλικά εγκλήματα των ανηλίκων και τα εθνικιστικά ξεσπάσματα της εποχής μας είναι μάρτυρες της ίδιας διαδικασίας. Το κακό δεν πηγάζει από τη φύση, αλλά από τη βία που ασκεί η κοινωνία πάνω στην ανθρώπινη φύση που πασχίζει να αναπτυχθεί.
Στα πρόσφατα στάδια της βιομηχανικής κοινωνίας ακόμα και οι ευκατάστατοι γονείς εκπαιδεύουν τα παιδιά τους όχι τόσο ως κληρονόμους τους, όσο για την επικείμενη προσαρμογή τους στη μαζική κουλτούρα. Κι αυτό γιατί έχουν δει πόσο αβέβαιο είναι το μέλλον. Στα χαμηλότερα στρώματα η προστατευτική αυταρχία των γονέων, που κινδύνευε πάντα, έχει διαβρωθεί εντελώς. Τα ολοκληρωτικά καθεστώτα έχουν αναλάβει αυτοπροσώπως την προετοιμασία του ατόμου για το ρόλο που θα αναλάβει ως μέλος των μαζών. Ισχυρίζονται μάλιστα ότι οι όροι της αστικοποιημένης ζωής ήταν εκείνοι που επέβαλαν αυτή την αναγκαιότητα. Το πρόβλημα, που τόσο βάναυσα λύθηκε από το φασισμό, υπάρχει στη σύγχρονη κοινωνία τα τελευταία εκατό χρόνια. Μια ευθεία γραμμή ενώνει τις ομάδες παιδιών της Καμόρα με τις συμμορίες ανηλίκων της Νέας Υόρκης[6], μόνη διαφορά τους είναι ότι η Καμόρα εξακολουθεί να έχει μια εκπαιδευτική αξία.
Σήμερα, σ΄όλα τα κοινωνικά στρώματα, το παιδί είναι βαθιά εξοικειωμένο με την οικονομική ζωή. Από το μέλλον του δεν περιμένει ένα βασίλειο, αλλά ένα εισόδημα σε δολάρια και σεντς.Γι΄αυτό διαλέγει ένα επάγγελμα που υπόσχεται, κατά την άποψή του, πολλά. Το παιδί είναι τόσο πονηρό και σκληρό όσο και ένας ενήλικος. Η σύγχρονη διαρρύθμιση της κοινωνίας έχει συντομέψει πολύ τα ουτοπικά όνειρα της παιδικής ηλικίας και έχει αντικαταστήσει το τόσο συκοφαντημένο οιδιπόδειο σύμπλεγμα με την περιβόητη “προσαρμογή”. Είναι αλήθεια ότι η οικογενειακή ζωή αντανακλούσε πάντοτε την χυδαιότητα της δημόσιας ζωής,την τυραννία, τα ψέματα, την ηλιθιότητα της υπάρχουσας πραγματικότητας.Εξίσου αλήθεια είναι, όμως ότι δημιουργούσε και τις δυνάμεις αντίστασης σ΄αυτά τα δεδομένα. Που εμπειρίες και οι εικόνες που δίνουν εσωτερική κατεύθυνση στη ζωή κάθε ατόμου δεν θα μπορούσαν να αποκτηθούν έξω απ΄αυτήν. Περνούν σαν αστραπές όταν το παιδί κρέμεται από το χαμόγελο της μητέρας του, επιδεικνύεται μπροστά στον πατέρα του ή εξεγείρεται εναντίον του, όταν νιώθει ότι κάποιος καταλαβαίνει τις εμπειρίες του. Με λίγα λόγια, οι εμπειρίες αυτές διαμορφώθηκαν από κείνη τη βολική ζεστασιά που ήταν απαραίτητη για την ανάπτυξη του ανθρώπινου όντος.
Η βαθμιαία διάλυση της οικογένειας, η μεταμόρφωση της προσωπικής ζωής σε ελεύθερο χρόνο και του ελεύθερου χρόνου σε κοινότοπες και επαναλαμβανόμενες ενέργειες που επιτηρούνται ως την τελευταία λεπτομέρεια, στις ηδονές του γηπέδου και του κινηματογράφου, του μπεστ σέλερ και του ραδιοφώνου, είχε ως αποτέλεσμα την εξαφάνιση της εσωτερικής ζωής. Πολύ πριν αντικατασταθεί η κουλτούρα απ΄αυτές τις χειραγωγημένες ηδονές, είχε ήδη αποκτήσει μια τάση φυγής από την πραγματικότητα. Οι άνθρωποι κατέφευγαν σ΄εναν ιδιωτικό εννοιολογικό κόσμο και επαναρύθμιζαν τις σκέψεις τους όταν ωρίμαζε ο καιρός για την επαναρύθμιση της πραγματικότητας. Η εσωτερική ζωή και το ιδανικό είχαν γίνει συντηρητικοί παράγοντες. Αλλά, όταν ο άνθρωπος έχασε την ικανότητά του να πηγαίνει σ΄ένα τέτοιο καταφύγιο -μια ικανότητα που δεν ευδοκιμεί ούτε στις φτωχογειτονιές ούτε στα σύγχρονα διαμερίσματα- έχασε και τη δύναμή του να συλλαμβάνει έναν κόσμο διαφορετικό απ΄αυτόν στον οποίο ζει. Αυτός ο άλλος κόσμος ήταν εκείνος της τέχνης. Σήμερα επιζεί μόνο σ΄εκείνα τα έργα που εκφράζουν με πείσμα το χάσμα που υπαρχει ανάμεσα στο άτομο ως μονάδα και στον βάρβαρο περίγυρο- στην πεζογραφία του Τζόυς ή σε ζωγραφιές όπως η Γκουέρνικα του Πικάσσο. Η θλίψη και η φρίκη που εκφράζονται σ΄αυτά τα έργα δεν είναι όμοιες με τα συναισθήματα εκείνων που φεύγουν συνειδητά από την πραγματικότητα ή στρέφονται εναντίον της. Η συνείδηση που βρίσκεται πίσω από τις στάσεις αυτές είναι μάλλον αποκομμένη από την πραγματικότητα όπως είναι αυτή, και υποχρεώνεται να πάρει αλλόκοτες, παράφωνες μορφές. Αυτά τα αφιλόξενα έργα τέχνης μένουν πιστά στο άτομο, παρ΄όλο τον εξευτελισμό της ύπαρξης, και γι΄αυτό διατηρούν το αληθινό περιεχόμενο των προηγούμενων μεγάλων έργων τέχνης. Βρίσκονται πιο κοντά στις μαντόνες του Ραφαήλ και τις όπερες του Μότσαρτ απ΄ότι εκείνα τα έργα που μένουν επίμονα προσκολημμένα στις παλιές αρμονίες σήμερα, σε μια εποχή όπου το ευτυχισμένο πρόσωπο έχει φορέσει την μάσκα της φρενίτιδας και όπου μόνο οι μελαγχολικές φάτσες των τρελών είναι ένα σημάδι ελπίδας.
Σήμερα η τέχνη δεν επικοινωνεί πια με τους ανθρώπους. Στην θεωρία του Γκυγιώ η αισθητική ποιότητα προκύπτει από το γεγονός ότι ένας άνθρωπος αναγνωρίζει τα συναισθήματα που εκφράζονται από ένα έργο τέχνης σαν δικά του[7]. Η “ζωή η ανάλογη με τη δική μας”, στης οποίας την απεικόνιση γίνεται ορατή και η δική μας, δεν είναι πια η συνειδητή και δραστήρια ζωή της μεσαίας τάξης του 19ου αιώνα. Σήμερα τα πρόσωπα απλώς φαίνονται τέτοια.Τόσο οι “ελίτ” όσο και οι μάζες υπακούουν σ΄ένα μηχανισμό που τους επιτρέπει να έχουν μόνο μια αντίδραση σε μια δεδομένη κατάσταση. Εκείνα τα στοιχεία της φύσης τους που δεν έχουν διοχετευτεί ακόμη σε κάποια κανάλια δεν έχουν καμία δυνατότητα να βρουν μια κατανοητή έκφραση. Κάτω από την επιφάνεια της οργανωμένης αστικής ζωής τους, της αισιοδοξίας και του ενθουσιασμού τους, οι άνθρωποι είναι φοβισμένοι και παραζαλισμένοι και ζουν μια άθλια, σχεδόν προϊστορική ζωή. Τα τελευταία έργα τέχνης είναι σύμβολα αυτού του πράγματος γιατί το αποκαλύπτουν καθαρίζοντάς το από το επίχρισμα ορθολογικότητας που καλύπτει όλες τις ανθρώπινες σχέσεις. Τα έργα αυτά καταστρέφουν κάθε επιφανειακή ομοφωνία ή σύγκρουση. Οι τελευταίες είναι άλλωστε θολές και χαοτικές. Μόνο στα μεγάλα πεζογραφικά μυθιστορήματα, όπως αυτά του Γκάλσγουορθυ ή του Ζύλ Ρομαίν, στις λευκές βίβλους και στις λαϊκές βιογραφίες φτάνουν σε μια τεχνητή συνοχή. Τα τελευταία ουσιαστικά έργα τέχνης, όμως, εγκαταλείπουν την ιδέα ότι υπάρχει η πραγματική κοινότητα. Δεν είναι παρά τα μνημεία μιας μοναχικής και απελπισμένης ζωής που δεν μπορεί να γεφυρωθεί με τίποτε, ούτε με την ίδια της την συνείδηση. Ωστόσο πρόκειται για μνημεία κι όχι για απλά συμπτώματα. Η απελπισία διαπιστώνεται επίσης και έξω από το χώρο της καθαρής τέχνης, στη λεγόμενη ψυχαγωγία και στον κόσμο  των “πολιτισμικών αγαθών”. Αλλά, στην περίπτωση αυτή, δεν φαίνεται από μόνη της. Μόνο μια ψυχολογική ή κοινωνιολογική θεωρία μπορεί να την αποκαλύψει. Το έργο τέχνης είναι η μόνη πλήρης έκφραση της αυτοεγκατάληψης και της απελπισίας του ατόμου.
Ο Ντιουί λέει ότι η τέχνη είναι “η πιο γενική και ελεύθερη μορφή επικοινωνίας”[8]. Αλλά το χάσμα ανάμεσα στην τέχνη και την επικοινωνία είναι αναγκαστικά μεγάλο σ΄έναν κόσμο στον οποίο η παραδεδεγμένη γλώσσα απλώς ενισχύει τη σύγχυση, στον οποίο όσο πιο τερατώδη ψέματα λένε οι δικτάτορες τόσο πιο βαθιά αγγίζουν την ψυχή των μαζών. “Η τέχνη συντρίβει τους φραγμούς… που είναι αδιαπέραστοι από τη συνηθισμένη εμπειρία”[9]. Αυτοί οι φραγμοί είναι ακριβώς οι παραδεδεγμένες μορφές της προπαγάνδας και της εμπορικής λογοτεχνίας. Η Ευρώπη έχει φτάσει στο σημείο όπου όλα τα υπερπροηγμένα μέσα επικοινωνίας χρησιμεύουν στην ενίσχυση των φραγμών “που χωρίζουν τα ανθρώπινα όντα”[10]. Απ΄αυτή την άποψη το ραδιόφωνο και ο κινηματογράφος δεν διαφέρουν καθόλου από το αεροπλάνο και το κανόνι. Οι άνθρωποι, όπως είναι σήμερα, καταλαβαίνουν ο ένας τον άλλο. Αν έπαυαν να καταλαβαίνουν τους εαυτούς τους ή τους άλλους, αν θεωρούσαν ύποπτα τα μέσα επικοινωνίας τους, και το φυσικό αφύσικο, τότε τουλάχιστον θα είχαμε μια ακινητοποίηση της σημερινής τρομακτικής εξέλιξης. Στο μέτρο που τα τελευταία έργα τέχνης εξακολουθούν να επικοινωνούν, καταγγέλλουν τις κυρίαρχες μορφές επικοινωνίας ως όργανα της καταστροφής και την αρμονία ως εξαπάτηση που επιβάλλεται από την παρακμή.
Ο σημερινός κόσμος, που καταγγέλλεται από τα έργα τέχνης, μπορεί να αλλάξει την πορεία του. Η παντοδυναμία της τεχνικής, η αυξανόμενη ανεξαρτησία της παραγωγής, η μεταμόρφωση της οικογένειας, η κοινωνικοποίηση της ύπαρξης, όλες αυτές οι τάσεις της σύγχρονης κοινωνίας, μπορούν να επιτρέψουν στον άνθρωπο να εξαλείψει τη μιζέρια που έφεραν πάνω στη γη αυτές οι διαδικασίες. Οι διανοητικές του πράξεις δεν συνδέονται πια εσωτερικά με την ανθρώπινη ουσία του. Παίρνουν την πορεία που επιβάλει η εκάστοτε κατάσταση. Η λαϊκή κρίση, αληθινή ή ψευδής, κατευθύνεται από πάνω, όπως και άλλες κοινωνικές λειτουργίες. Όσο καλές κι αν είναι οι έρευνες πάνω στην κοινή γνώμη, όσο επιμελημένες κι αν είναι οι στατιστικές ή ψυχολογικές σφυγμομετρήσεις, φτάνουν πάντα σ΄ένα μηχανισμό και ποτέ στην ανθρώπινη ουσία. Αυτό που έρχεται στο φώς, όταν οι άνθρωποι αποκαλύπτουν τους εαυτούς τους ειλικρινά, είναι ακριβώς τα ληστρικά, κακά, δόλια όντα, τα οποία τόσο καλά ξέρει να χειριστεί ο δημαγωγός. Μια εδραιωμένη εκ των προτέρων αρμονία επικρατεί ανάμεσα στις εξωτερικές προθέσεις τους και στις τσακισμένες εσωτερικές ζωές τους. Ο καθένας ξέρει ότι είναι διεφθαρμένος και ύπουλος, και αυτοί που το επιβεβαιώνουν αυτό -Ο Φρόυντ ο Παρέτο και οι άλλοι- γρήγορα συγχορούνται. Αλλά κάθε καινούργιο έργο τέχνης αναγκάζει τις μάζες να γυρίσουν πίσω στη φρίκη. Αντίθετα απ΄ότι κάνουν οι Φύρερ, το έργο τέχνης δεν προσφεύγει στην ψυχολογία τους, ούτε υπόσχεται ότι θα οδηγήσει ( πράγμα που κάνει η ψυχανάλυση) αυτήν την ψυχολογία  στην “προσαρμογή”.Δίνοντας στα τσαλαπατημένα άτομα μια συγκλονιστική εικόνα της ίδιας τους της απελπισίας, το έργο τέχνης επαγγέλλεται μια ελευθερία που τα κάνει να αφρίσουν από το κακό τους. Η γενιά που επέτρεψε στον Χίτλερ να γι΄νει μεγάλος ευχαριστιέται με τον παροξυσμό που επιβάλλουν τα κινούμενα σχέδια στους ανίσχυρους ήρωές τους και όχι με τον Πικάσσο που δεν προσφέρει αναψυχή και δεν μπορεί να γίνει, οποτεδήποτε, αντικείμενο μιας εύκολης απόλαυσης. Τα μισάνθρωπα, μοχθηρά πλάσματα, που κατα βάθος ξέρουν ότι είναι τέτοια, θέλουν να ταυτίζονται με τις αγνές, παιδικές ψυχές που χειροκροτούν με αθωότητα όταν ο Ντόναλντ Ντακ τρώει ένα χαστούκι. Υπάρχουν εποχές όπου η πίστη στο μέλλον της ανθρωπότητας μπορεί να κρατηθεί ζωντανή μόνο μέσω της απόλυτης αντίστασης στις κυρίαρχες απαντήσεις των ανθρώπων. Τέτοια εποχή είναι και η δική μας.
———————————————————————————————-
[2]Kant, Critique of Judgement,22, σ.94
[3]Στο ίδιο, 40, σ.171
[4]Walter Pater, Appreciations (London, 1918),σ. 38
[5]J.M Guyau, L΄art au point de vue sociologique (Paris, 1930), σ. 31
[6]Πάνω στο θέμα των σημμοριών ανηλίκων, δες Brill and Payne, The adolescent Court and Crime Prevention(New York 1938)
[7]Δες J.M.Guyau ο.π. σ.18-19
[8] John Dewey,Art as experience(New York, 1934), σ.270

Από το Μοντέρνο στο Μεταμοντερνο -Στη τέχνη και στη Κοινωνία. Πέτρος Θεοδωρίδης

  Πέτρος Θεοδωρίδης (τμήμα κινηματογράφου Α.Π.Θ ) Από το Μοντέρνο στο Μεταμοντερνο Στη τέχνη και στη Κοινωνία   Α. :Μοντερνισμός   ...